Το καλοκαίρι του 1969 σημειώθηκε μία μαύρη σελίδα στην ιστορία του αθλητισμού, η οποία δεν μπορεί να ξεχαστεί μέχρι και σήμερα.
Με το όνομα Πόλεμος του ποδοσφαίρου (ισπανικά: La guerra del fútbol) ή Πόλεμος των 100 ωρών είναι γνωστός ο τετραήμερος πόλεμος του 1969 μεταξύ της Ονδούρας και του Ελ Σαλβαδόρ.
Αιτία του πολέμου ήταν οι τεταμένες σχέσεις των δύο χωρών λόγω πολιτικών διαμαχών κυρίως στο ζήτημα της μετανάστευσης από το Ελ Σαλβαδόρ στην Ονδούρα.
Η αφορμή δόθηκε από τις έντονες ταραχές που ξέσπασαν κατά την διάρκεια του δεύτερου προκριματικού γύρου για το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου του 1970.
Στις 14 Ιουλίου του 1969 ο στρατός του Ελ Σαλβαδόρ επιτέθηκε στην Ονδούρα.
Ο Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών (OAS) ανέλαβε τις διαπραγματεύσεις για κατάπαυση του πυρός, η οποία επιτεύχθηκε στις 20 Ιουλίου, ενώ ο στρατός του Ελ Σαλβαδόρ αποσύρθηκε στις αρχές Αυγούστου.
ΤΑ ΜΑΤΣ ΠΟΥ ΠΡΟΚΑΛΕΣΑΝ ΠΟΛΕΜΟ
Τον Ιούνιο του 1969, οι δύο ομάδες κλήθηκαν να «διασταυρώσουν τα ξίφη τους» για τον δεύτερο ημιτελικό της προκριματικής φάσης του Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Στο άλλο ζευγάρι, η Αϊτή είχε επικρατήσει των ΗΠΑ και περίμενε τον αντίπαλο από την Κεντρική Αμερική στον τελικό της ζώνης CONCACAF, για μία θέση στα τελικά της διοργάνωσης που θα διεξαγόταν στο Μεξικό.
Στις 8 Ιουνίου, η Ονδούρα υποδέχτηκε το Ελ Σαλβαδόρ στο Εθνικό Στάδιο της Τεγουσιγάλπα και με γκολ του Λέοναρντ Γουέλς στην εκπνοή του χρόνου, πήρε τη νίκη με 1-0.
Αξίζει να σημειωθεί πως την παραμονή του αγώνα, εκατοντάδες ντόπιοι συγκεντρώθηκαν έξω από το ξενοδοχείο που είχε καταλύσει η γειτονική ομάδα, με σκοπό να χρησιμοποιήσουν κόρνες, να πετάξουν κροτίδες και να κάνουν τα πάντα προκειμένου να χαλάσουν τον ύπνο των παικτών.
Στο περιθώριο του πρώτου ματς οι συμπλοκές ανάμεσα στους οπαδούς των δύο ομάδων δεν ήταν λίγες, ωστόσο ο θάνατος μίας 18χρονης ήταν αυτός που σόκαρε περισσότερο.
Συγκεκριμένα, η Αμέλια Μπολάνιος δεν άντεξε την ήττα της χώρας της, γι΄ αυτό και πήρε ένα πιστόλι του πατέρα της και πυροβολήθηκε, με αποτέλεσμα να βρει ακαριαίο θάνατο.
Η κυβέρνηση του Ελ Σαλβαδόρ έδωσε χαρακτήρα εθνικής θλίψης σε αυτό το τραγικό περιστατικό, ενόψει της ρεβάνς της 15ης Ιουνίου στο Στάδιο «Φλορ Μπλάνκα».
Μάλιστα, ο πρόεδρος της χώρας, η Εθνική ομάδα και όλοι οι υπουργοί έδωσαν το παρών στην κηδεία, η οποία καλύφθηκε τηλεοπτικά.
Στο δεύτερο ματς, η κατάσταση μύριζε… μπαρούτι από νωρίς.
Οι φίλαθλοι του Ελ Σαλβαδόρ ζητόυσαν ανελλιπώς εκδίκηση, με την ομάδα να μην τους χαλάει χατήρι.
Στις 15 Ιουνίου, η Ονδούρα αποδείχθηκε κατώτερη των περιστάσεων και γνώρισε την ήττα με 3-0, με αποτέλεσμα η πρόκριση να κριθεί στο τρίτο και τελευταίο ματς, έπειτα από το 1-1 της σειράς.
Το τρίτο ματς ορίστηκε στις 27 Ιουνίου στο ουδέτερο γήπεδο «Ατζέκα» του Μεξικού.
Μία μέρα νωρίτερα, ο πρόεδρος του Ελ Σαλβαδόρ είχε ανακοινώσει τη διακοπή στις διπλωματικές σχέσεις με την Ονδούρα.
Για τη συγκεκριμένη αναμέτρηση, κλήθηκαν περίπου 5.000 αστυνομικοί με σκοπό να επιβάλλουν την τάξη ανάμεσα στους οπαδούς των δύο χωρών που ταξίδεψαν στο Μεξικό.
Ο αγώνας έληξε ισόπαλος στην κανονική διάρκεια και τελικά την πρόκριση για την τελική φάση του Μουντιάλ πήρε στην παράταση το Ελ Σαλβαδόρ με σκορ 3-2. Όπως είναι λογικό, το εκρηκτικό κλίμα δεν βοήθησε να κυλήσουν όλα ομαλά και μετά τη λήξη του ματς ξεκίνησαν αιματηρά επεισόδια, που έφεραν τον απολογισμό πολλών τραυματιών και νεκρών.
ΟΙ ΜΑΧΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ
Τις επόμενες ημέρες, η κατάσταση έδειχνε να ξεφεύγει, ενώ το στρατιωτικό καθεστώς του Ελ Σαλβαδόρ πραγματοποίησε αεροπορική επίθεση στην πρωτεύουσα της Ονδούρας. Παράλληλα, ο Στρατός Ξηράς εισέβαλε στην Ονδούρα από τους δύο βασικούς οδικούς άξονες που ένωναν τις δύο χώρες, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει κι επίσημα ο πόλεμων των 100 ωρών. Μπορεί η ένταση και οι συνεχόμενες επιθέσεις να κράτησαν μονάχα τέσσερις μέρες, όμως όλο αυτό το σκηνικό άφησε πίσω του 6.000 νεκρούς, καθώς και οι τραυματίες ήταν παραπάνω από 15.000.
Για αυτόν τον πόλεμο, ο σπουδαίος Πολωνός δημοσιογράφος και πολεμικός ανταποκριτής, Ρίσαρντ Καπουστσίνσκι έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «The Soccer War», στο οποίο παρουσιάζονται όσα διαδραματίστηκαν το πολύνεκρο καλοκαίρι του 1969.
Μπορεί η αφορμή για την έναρξη του πολέμου να ήταν ο ποδοσφαιρικός αγώνας, ωστόσο οι βαθύτερες αιτίες αφορούσαν τις συνοριακές διαφορές ανάμεσα στις δύο χώρες.
Η χάραξη των συνόρων που είχε πραγματοποιηθεί στις αρχές του 19ου αιώνα δεν ήταν δίκαιη, καθώς το Ελ Σαλβαδόρ αμφισβητούσε το μέρος που άνηκε στην Ονδούρα.
Στη συνέχεια, πέρασαν αρκετά χρόνια μέχρι οι δύο χώρες να υπογράψουν συνθήκη οριοθέτησης των συνόρων.
Πιο αναλυτικά, στις 30 Οκτωβρίου του 1980, δηλαδή 11 χρόνια μετά των πόλεμο των 100 ωρών, οι δύο χώρες συμφώνησαν να επιλύσουν τη διαμάχη μέσω του Διεθνούς Δικαστηρίου του ΟΗΕ.
Μέχρι και σήμερα, στα σύνορα των δύο χωρών σκοτώνονται άνθρωποι από ένοπλες συγκρούσεις.
Η αρχή όμως έγινε από έναν ποδοσφαιρικό αγώνα, ο οποίος έμεινε στην ιστορία του αθλητισμού και μέχρι και σήμερα οι μνήμες παραμένουν ακόμη νωπές.
Η διαφορά συνεχίστηκε παρά την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου.
Σε μια συνάντηση τον Μάρτιο του 2012, ο Πρόεδρος Πορφίριο Λόμπο της Ονδούρας, ο Πρόεδρος Όττο Πέρεζ της Γουατεμάλας και ο Πρόεδρος Ντανιέλ Ορτέγκα της Νικαράγουας συμφώνησαν όλοι ότι ο Κόλπος Φονσέκα θα χαρακτηριστεί ως ζώνη ειρήνης.
Το Ελ Σαλβαδόρ δεν ήταν στη συνάντηση. Ωστόσο, τον Δεκέμβριο του 2012, το Ελ Σαλβαδόρ συμφώνησε σε μια τριμερή επιτροπή κυβερνητικών εκπροσώπων από το Ελ Σαλβαδόρ, την Ονδούρα, και τη Νικαράγουα που θα έπρεπε να φροντίσει τις εδαφικές διαμάχες με ειρηνικά μέσα και να βρει μια λύση μέχρι την 1η Μαρτίου 2013.
Η Επιτροπή δεν συναντήθηκε μετά το Δεκέμβριο, και το Μάρτιο του 2013 ανταλλάχθηκαν σκληρές επιστολές που απειλούσαν με στρατιωτικές ενέργειες μεταξύ της Ονδούρας και του Ελ Σαλβαδόρ.
Πληροφορίες
Anderson, Thomas P. The War of the Dispossessed: Honduras and El Salvador 1969.
Goldstein, Erik (1992). Wars and Peace Treaties, 1816-199.
sportal.gr
Γιώργος Ραφαήλ Γκόγκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου