Πέμπτη 6 Ιουλίου 2023

Η Ιαπωνία εγκαταλείπει τον πασιφισμό

Η ιαπωνική κυβέρνηση πρόσφατα άνοιξε τον δρόμο για την απόκτηση ικανότητας για επιθετικές επιχειρήσεις εκτός των συνόρων της χώρας. Το νέο δόγμα της θεωρεί την Κίνα στρατηγικό ανταγωνιστή και τη Βόρεια Κορέα και τη Ρωσία αντιπάλους. Η αυξανόμενη στρατιωτικοποίηση πυροδοτεί επιφυλάξεις στους κόλπους της ιαπωνικής κοινής γνώμης, αλλά και ανησυχία στις γειτονικές χώρες.
Jordan Pouille



Στις 27 Νοεμβρίου 2021, ο Ιάπωνας πρωθυπουργός Κισίντα Φούμιο πραγματοποίησε μια πρωινή επίσκεψη στις μονάδες χερσαίας άμυνας της βάσης της Ασάκα, βόρεια του Τόκιο. Μετά από μια βόλτα με άρμα μάχης, εκφώνησε έναν λόγο που σηματοδότησε μια ρήξη με το παρελθόν: «Στο εξής, θα εξετάσω όλες τις επιλογές, ακόμα και εκείνες που προβλέπουν την απόκτηση επιθετικών δυνατοτήτων για την προσβολή εχθρικών βάσεων, καθώς και τη συνέχιση της ενίσχυσης της ιαπωνικής στρατιωτικής ισχύος». Σύμφωνα με τον επικεφαλής της κυβέρνησης, «η κατάσταση όσον αφορά την ασφάλεια στην περιοχή γύρω από την Ιαπωνία αλλάξει με πρωτοφανείς ταχύτητες. Πράγματα που συνέβαιναν μονάχα στα μυθιστορήματα της επιστημονικής φαντασίας, σήμερα έχουν γίνει η πραγματικότητα μέσα στην οποία ζούμε». Έναν χρόνο αργότερα, ο Κισίντα εξήγγειλε τον διπλασιασμό των αμυντικών δαπανών και προέβλεψε κονδύλια ύψους 315 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την επόμενη πενταετία. Έτσι, η Ιαπωνία θα αποκτήσει τον τρίτο υψηλότερο στρατιωτικό προϋπολογισμό παγκοσμίως, μετά τις ΗΠΑ και την Κίνα. Θα αντιστοιχεί στο 2% του ΑΕΠ της χώρας, ποσοστό που ανταποκρίνεται στη δέσμευση που ανέλαβαν το 2014 τα 28 μέλη του ΝΑΤΟ –στο οποίο ωστόσο δεν συμμετέχει η Ιαπωνία.

Οι αποφάσεις αυτές –οι οποίες εντάσσονται στο πλαίσιο της «νέας στρατηγικής εθνικής ασφαλείας» που ανακοινώθηκε τον Αύγουστο του 2022– φέρνουν βαθύτατες αλλαγές στην αποστολή των Δυνάμεων Αυτοάμυνας (το επίσημο όνομα του ιαπωνικού στρατού). Δεν θα περιορίζονται πλέον στην υπεράσπιση της χώρας, αλλά θα διαθέτουν και μέσα αντεπίθεσης, ακόμα και καταστροφής των εχθρικών βάσεων. Η συγκεκριμένη εξαγγελία δεν προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη.

Τον περασμένο Αύγουστο, σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο του Τόκιο, ο Ονοντέρα Ιτσουνόρι, πρόεδρος της επιτροπής έρευνας για την εθνική ασφάλεια του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος (ΦΔΚ, Τζιμίντο στα ιαπωνικά), στενός συνεργάτης του Κισίντα και πρώην υπουργός Άμυνας του προκατόχου του Άμπε Σίνζο, εξέτασε μαζί με τον προσκεκλημένο του Οτσούκα Τάκου, βουλευτή του Τζιμίντο, πώς θα αντιμετώπιζε, εάν βρισκόταν στη θέση του πρωθυπουργού, το ενδεχόμενο μιας κινεζικής εισβολής στην Ταϊβάν. Ο Κεν Μοριγιάσου, διπλωματικός ανταποκριτής της οικονομικής εφημερίδας «Nikkei Asia», αφηγείται με μια δόση κακεντρέχειας: «Με αφετηρία τους την υπόθεση ότι οι Κινέζοι θα έκαναν ταυτόχρονη επίθεση στην Ταϊβάν και στις ιαπωνικές Νήσους Σενκάκου [διεκδικούμενες από τη Κίνα υπό την ονομασία Ντιαόγιου], αναρωτήθηκαν: “Τι θα έπρεπε να κάνουμε; Μήπως θα έπρεπε πρώτα απ’ όλα να απομακρύνουμε τους υπηκόους μας που ζουν στην Ταϊβάν;” Τελικά, μετά από μεγάλη σύγχυση, κατέληξαν ότι μάλλον θα έπρεπε να επικεντρωθούν στα Σενκάκου!».

Εκείνες τις ημέρες, η ένταση στην χώρα ήταν κάτι παραπάνω από αισθητή. Τη στιγμή της επίσκεψης της Νάνσυ Πελόζι, προέδρου της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων, πέντε βαλλιστικοί πύραυλοι, εκτοξευμένοι από το Πεκίνο κατά τη διάρκεια στρατιωτικών ασκήσεων γύρω από την Ταϊβάν, είχαν μόλις καταλήξει στα ύδατα της ιαπωνικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) (1). «Τα επόμενα χρόνια η Κίνα θα θελήσει ξεκάθαρα να θέσει σε δοκιμασία την αμερικανοϊαπωνική συμμαχία. Επισήμως, για την Ουάσιγκτον, η παραμικρή επίθεση σε ιαπωνικό έδαφος, για παράδειγμα στη νήσο Γιοναγκούνι, σε απόσταση 110 χιλιομέτρων από την Ταϊβάν και 500 χιλιομέτρων από το αρχιπέλαγος της Οκινάουα, θα ισοδυναμούσε με ρίψη βόμβας στη Νέα Υόρκη. Στην πραγματικότητα όμως, τίποτε δεν είναι λιγότερο βέβαιο», επιβεβαιώνει ο Μοριγιάσου.

Χάρη σε δορυφορικές εικόνες, οι Ιάπωνες γνωρίζουν ότι οι Κινέζοι στρατιωτικοί έχουν ήδη κάνει, στην έρημο Γκόμπι, ασκήσεις επίθεσης εναντίον ενός αντιγράφου της αμερικανικής αεροπορικής βάσης Καντένα της Οκινάουα. Ο Μουράνο Μασάχι, ειδικός σε ζητήματα Ιαπωνίας στο Hudson Institute, τη νεοσυντηρητική δεξαμενή σκέψης της Ουάσιγκτον, θεωρεί ότι αυτή η βάση θα εξουδετερωνόταν αμέσως εάν γινόταν εισβολή στην Ταϊβάν: «Η Κίνα θα ξεκινούσε τη σύγκρουση από τους διαδρόμους προσγείωσης της Οκινάουα και της Κυούσου, με μια ομοβροντία βαλλιστικών πυραύλων και πυραύλων κρουζ, καθώς και με επιχειρήσεις ηλεκτρομαγνητικής και διαδικτυακής διατάραξης» (2). Από την πλευρά τους, οι ΗΠΑ επαναλαμβάνουν ότι η παρουσία των 30.000 περίπου στρατιωτικών τους είναι αναγκαία, ακόμα και αν το ζητούμενο είναι απλά και μόνο η ασφάλεια των κατοίκων της Οκινάουα. Στις 30 Οκτωβρίου 2022, ο Αμερικανός πρέσβης στην Ιαπωνία μετέβη στη βάση Χάνσεν, την έδρα των Αμερικανών πεζοναυτών, για να εγκαινιάσει μια… μεγάλη λαϊκή αγορά χάρη στην οποία οι τοπικοί παραγωγοί θα τροφοδοτούν τις οικογένειες των Αμερικανών στρατιωτών με αγροτικά προϊόντα. Δεν είναι βέβαιο ότι αυτή η ενέργεια θα αποδειχθεί αρκετή για να δημιουργήσει θετικές εντυπώσεις στους κατοίκους, η πλειονότητα των οποίων διάκειται εχθρικά προς τις αμερικανικές βάσεις (3).

Μερικές εβδομάδες νωρίτερα, τον Αύγουστο, η ιαπωνική κυβέρνηση είχε δώσει στη δημοσιότητα τη νέα της στρατηγική. Η Λευκή Βίβλος για την «Άμυνα της Ιαπωνίας 2022» παρουσιάζει την Κίνα ως μια «άνευ προηγουμένου στρατηγική πρόκληση», ως «ανταγωνιστή» που κατηγορείται ότι ανατρέπει τη γεωπολιτική και στρατιωτική ισορροπία στην περιοχή. Την κατηγορεί επίσης ότι απειλεί τις νήσους Σενκάκου, καθώς και την Ταϊβάν, την οποία η Ιαπωνία δηλώνει ότι προτίθεται να υπερασπιστεί, καθώς βρισκόταν υπό την κατοχή της μεταξύ 1895 και 1945 (4). Ως υπόλοιποι εχθροί αναφέρονται η Βόρεια Κορέα, που πολλαπλασίασε τις εκτοξεύσεις πυραύλων καθ’ όλη τη διάρκεια του 2022, και –μετά την εισβολή στην Ουκρανία– η Ρωσία, με την οποία δεν έχει ακόμα επιλυθεί η μεθοριακή διαφορά σχετικά με τις νήσους Κουρίλες, προσαρτημένες από τη Σοβιετική Ένωση μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Ωστόσο, η ανάλυση αυτή δεν γίνεται ομόφωνα δεκτή στην ιαπωνική κοινωνία. Ο Μοριγιάσου υπενθυμίζει ότι το Πεκίνο όντως αυξάνει τον στρατιωτικό προϋπολογισμό του (+7,1% για το 2022, δηλαδή 229 δισ. δολάρια, έναντι 768 δισ. για τις ΗΠΑ), αλλά υποστηρίζει ότι «ο Σι Τζινπίνγκ δεν εδραίωσε την εξουσία του για να επιδοθεί σε πόλεμο, αλλά επειδή ετοιμάζεται να λάβει αντιδημοφιλείς αποφάσεις εναντίον των ανισοτήτων. (…) Κάτι τέτοιο θα δυσαρεστήσει ιδιαίτερα τους πλούσιους Κινέζους, που συμπεριφέρονται σαν Σαουδάραβες πρίγκηπες, με τις Λαμποργκίνι τους και τις καλιφορνέζικες βίλες τους. Αν και ο Κινέζος πρόεδρος επιθυμεί να ενσωματωθεί η Ταϊβάν με φυσικό τρόπο στην Κίνα, κανένα στοιχείο της ρητορικής του δεν αφήνει να εννοηθεί ότι επιθυμεί να εισβάλλει σε αυτή. Βεβαίως, δεν αποκλείει ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ωστόσο ο πυρήνας της ρητορικής του συνίσταται στην επιστροφή στις ρίζες του κομουνισμού». Ένα σχέδιο ασύμβατο με τον πόλεμο, σύμφωνα με τον αναλυτή. Πόσο μάλλον που, «σε αντίθεση με την Ρωσία, η Κίνα έχει λιγοστό πετρέλαιο και μια σύγκρουση θα στέγνωνε την οικονομία της».

Στους κόλπους των αντιπάλων του ΦΔΚ, οι κριτικές εστιάζονται κυρίως στο μέγεθος των στρατιωτικών δαπανών και στη νέα επιθετική στρατηγική. Η στρατηγική αυτή παραβιάζει το πασιφιστικό Σύνταγμα που επέβαλε η Ουάσιγκτον στη χώρα μετά την παράδοσή της το 1945, στο οποίο όμως οι Ιάπωνες εξακολουθούν να είναι προσκολλημένοι. Ιδιαίτερα στο άρθρο 9 του Συντάγματος, που διευκρινίζει: «Ο ιαπωνικός λαός παραιτείται για πάντα από τον πόλεμο ως κυρίαρχο δικαίωμα του έθνους, καθώς επίσης και από την απειλή ή τη χρήση της βίας ως μέσο για την επίλυση διεθνών διαφορών. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, (…) δεν θα διατηρεί ποτέ χερσαίες, θαλάσσιες ή αεροπορικές δυνάμεις, όπως και οποιοδήποτε άλλο πολεμικό δυναμικό».

Προκειμένου να υπερασπιστούν την αρχή αυτή, οι ειρηνιστές διαδηλώνουν τακτικά γύρω από το Κοκάι Γκιτζίντο, το επιβλητικό κτίριο της Εθνικής Διαίτης, του ιαπωνικού Κοινοβουλίου. Ανάμεσα στους 6.000 διαδηλωτές που έχουν κατεβεί στο δρόμο ένα απόγευμα του Νοεμβρίου, μερικοί ακτιβιστές με ισχυρά μεγάφωνα αντιπαρατίθενται στους μικρούς πλαστικούς τηλεβόες των αστυνομικών. Ωστόσο, όλοι παραμένουν στη θέση τους πίσω από τη διαχωριστική γραμμή που έχει χαραχτεί στο έδαφος ή στέκονται πίσω από την κορδέλα οριοθέτησης. Οι τσέπες ενός διαδηλωτή ξεχειλίζουν από προκηρύξεις με συνθήματα όπως «Η ειρήνη δεν θα μπορέσει ποτέ να προκύψει μέσα από την ισχύ», «Η στρατιωτική επέκταση είναι δρόμος δίχως επιστροφή» ή «Μην αφήσουμε τα νησιά μας να γίνουν φρούρια». Ο διαδηλωτής, εργαζόμενος σε φιλανθρωπική οργάνωση, θεωρεί λυπηρό ότι οι διαδηλωτές είναι «κυρίως άτομα μεγάλης ηλικίας».

«Η νεολαία είναι κάπως απομονωμένη, δεν μιλάει σχεδόν καθόλου ξένες γλώσσες», εξηγεί ένας γιατρός μεγάλου νοσοκομείου του Γκοτάντα, της περιοχής του Τόκιο όπου βρίσκονται τα πανεπιστήμια. «Ζει σε κλειστό περιβάλλον, την απορροφούν τα μικροπροβλήματα της καθημερινής ζωής, χωρίς όμως να συνειδητοποιεί τις μεγάλες εξωτερικές απειλές. Θεωρεί ότι η κυβέρνηση έχει δίκιο όταν υποστηρίζει πως πρέπει να αυξήσουμε τις αμυντικές ικανότητές μας, πιστεύοντας ταυτόχρονα ότι, τελικά, θα μας σώσει ο μεγάλος Αμερικανός σύμμαχος». Σε μια γειτονική συνοικία, ο δεκαεπτάχρονος Χιροχάρου Κάμο, μέλλων φοιτητής νομικής, απολαμβάνει ένα σάντουιτς σε ένα κατάστημα κάτω από το σπίτι του. Είναι ταυτόχρονα δεκτικός στην κρατική προπαγάνδα, αλλά και επιφυλακτικός. «Εάν η κυβέρνησή μας θέλει να πολεμήσει στο πλευρό των Αμερικανών για να σώσει την Ταϊβάν, οι νεαροί Ιάπωνες δεν θα θελήσουν να πάνε στον πόλεμο. Να πάω να διώξω τους Κινέζους εισβολείς στο πλευρό των Αμερικάνων; Να μου λείπει…» Αντίθετα, σε αυτή τη χώρα όπου δεν υφίσταται στρατιωτική θητεία, ο Χιροχάρου, γιος ενός μεταλλειολόγου και μιας νοικοκυράς που παίζει στο χρηματιστήριο, θεωρεί πιθανό το ενδεχόμενο να ενταχθεί στις δυνάμεις άμυνας ως έφεδρος. «Επειδή, αν γίνει εισβολή στην Ταϊβάν, μετά θα έρθει η σειρά της Οκινάουα, κι ύστερα της Κυούσου. Τότε θα έχει έρθει η στιγμή να υπερασπιστούμε τη χώρα μας!»

Τόσο για τους πολίτες όσο και για την κυβέρνηση, οι ΗΠΑ εξακολουθούν να αποτελούν τον άξονα γύρω από τον οποίο περιστρέφονται όλα τα ζητήματα εθνικής ασφάλειας. Ο Κιμιτόσι Μοριχάρα, υπεύθυνος για την εξωτερική πολιτική στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ιαπωνίας (7,6% στις βουλευτικές εκλογές του 2021) ειρωνεύεται τους εθνικιστές του ΦΔΚ που «δεν ενδιαφέρονται να χαράξουν τον δικό τους δρόμο και δεν ντρέπονται να είναι οι υποτελείς εταίροι στη συμμαχία με την Ουάσιγκτον». Σύμφωνα με τον Κιμιτόσι, η πλέον σφοδρή κριτική που απευθύνουν οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες προς τους Αμερικανούς αφορά το Σύνταγμα, που «εμποδίζει την Ιαπωνία να δείξει την ισχύ της στέλνοντας στρατεύματα στο εξωτερικό όπως κάνουν άλλες ευημερούσες χώρες». Όταν οι κομμουνιστές –ένθερμοι οπαδοί του συνταγματικού πασιφισμού και φανατικοί πολέμιοι της αμυντικής στρατηγικής της κυβέρνησης και της αμερικανικής «πυρηνικής ομπρέλας»– πραγματοποιούν μαζικές συγκεντρώσεις, τα επιβλητικά κεντρικά γραφεία τους στη Σιμπούγια τελούν υπό την προστασία αστυνομικών. Την ημέρα της συνάντησής μας, τα φορτηγάκια των εθνικιστών περιφέρονται γύρω από το κτίριο: είναι φορτωμένα με σημαίες της αυτοκρατορικής Ιαπωνίας και της Ουκρανίας και οι οδηγοί τους ουρλιάζουν στα μεγάφωνα.
Εξελιγμένα αμερικανικά όπλα

Η στράτευση στο πλευρό των ΗΠΑ παρουσιάζεται εμφατικά από τον Τύπο ως κάτι αυτονόητο. Ο Ιτσουνόρι εξηγεί: «Η Μόσχα επιτέθηκε στην Ουκρανία επειδή θεωρούσε ότι ήταν ένα αδύναμο έθνος, το οποίο κανείς δεν θα έσπευδε να υποστηρίξει. Δεν θα επιτεθούν στην Ιαπωνία εάν διαθέτει ισχυρούς συμμάχους που θα την υπερασπιστούν» (5). Το ίδιο τροπάριο επαναλαμβάνει αδιάκοπα στο εξωτερικό ο καθηγητής Τομοχίκο Τανιγκούσι, λογογράφος και πρώην σύμβουλος του Άμπε για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Τον Νοέμβριο του 2022 ήταν προσκεκλημένος της ελβετικής Asia Society και στη συνέχεια του Συμβουλίου της Ευρώπης, κατά το τελευταίο Παγκόσμιο Φόρουμ για τη Δημοκρατία που διοργάνωσε στο Στρασβούργο. Λίγο πριν, μας είχε καλέσει να παρακολουθήσουμε ένα από τα μαθήματά του στο πανεπιστήμιο Κέιο του Τόκιο. Όταν βρέθηκε μπροστά στους φοιτητές του, πήρε πραγματικά φωτιά: «Ρωσία, Βόρεια Κορέα, Κίνα… Ποτέ άλλοτε η χώρα μας δεν είχε ταυτόχρονα απέναντί της τρεις εχθρικές πυρηνικές δυνάμεις, τρία μη δημοκρατικά έθνη. Κι αυτή η κατάσταση συμπίπτει με το γεγονός ότι η χώρα μας γερνάει και χάνει πληθυσμό, ενώ η οικονομία της δεν αναπτύσσεται αρκετά. Εξάλλου, είναι σχεδόν αδύνατο η Ιαπωνία να προχωρήσει τόσο γρήγορα όσο η Κίνα προκειμένου να αντισταθμίσει την ισχύ της. Η μόνη ορθολογική επιλογή είναι να συνεργαστεί στενά με χώρες που σκέφτονται όπως η ίδια, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, ο σύμμαχός της εδώ και πολλά χρόνια, αλλά και η Αυστραλία και η Ινδία. Κι ολοένα περισσότερο με τα ευρωπαϊκά έθνη. Η Γαλλία αποτελεί μια μοναδική περίπτωση, καθώς διαθέτει τη δεύτερη μεγαλύτερη ΑΟΖ χάρη στα εδάφη της στον Ινδικό και στον Ειρηνικό ωκεανό!».

Αναφέρεται στην έννοια της συμμαχίας Ινδικού και Ειρηνικού Ωκεανού που ανέπτυξε ο Άμπε το 2007 σε ένα λόγο του ενώπιον του ινδικού Κοινοβουλίου, επικεντρωμένο στην κινεζική στρατιωτική υπερδύναμη και στις προσπάθειες που θα πρέπει να καταβληθούν για την αντιμετώπισή της (6). Ο Ιάπωνας πρωθυπουργός παρουσίαζε με υμνητικά λόγια την ιδέα μιας «extra large» Ασίας, απλωμένης σε ολόκληρο τον Ειρηνικό Ωκεανό, συμπεριλαμβάνοντας ακόμη και την Αυστραλία και τις ΗΠΑ. Με αυτόν τον τρόπο συγκροτείται «ένας άξονας δημοκρατιών συντεταγμένων με τις ΗΠΑ εναντίον της Κίνας», αναλύει ο Κιμιτόσι. «Έτσι, όταν η Ιαπωνία αποκτά ισχυρούς πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς ως “δύναμη αποτροπής” απέναντι στην Κίνα, αυτοί θα ενσωματωθούν στη στρατηγική άμυνας Ινδικού-Ειρηνικού Ωκεανού των ΗΠΑ. Όμως, η Ουάσιγκτον δεν θα επιτρέψει ποτέ στους Ιάπωνες να τους χρησιμοποιήσουν με ανεξάρτητο τρόπο. Το γεγονός είναι πως η Ιαπωνία αποτελεί χώρα-πελάτη των Αμερικανών –τόσο στο στρατιωτικό όσο και στο οικονομικό και το διπλωματικό επίπεδο». Στην προσπάθειά της να περιορίσει κάπως αυτήν την ασυμμετρία, η ιαπωνική κυβέρνηση σκοπεύει παρ’ όλα αυτά να προχωρήσει στην ανάπτυξη ενός μαχητικού αεροσκάφους μέχρι το 2035, σε συνεργασία με την Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο (7).

Για τον κινεζικό Τύπο, η στρατιωτικοποίηση και η εντεινόμενη ενσωμάτωση της Ιαπωνίας στους σχεδιασμούς των ΗΠΑ ηχεί ως συναγερμός κινδύνου. Βέβαια, οι κινεζοϊαπωνικές σχέσεις είχαν ήδη επιδεινωθεί όταν, στις 11 Σεπτεμβρίου 2012, το Τόκιο είχε αγοράσει τρεις από τις νήσους Σενκάκου/Ντιαόγιου από τον ιδιώτη ιδιοκτήτη τους και, ανταπαντώντας, το Πεκίνο είχε πολλαπλασιάσει τις παραβιάσεις του εναέριου και του θαλάσσιου χώρου στην περιοχή (8). Οι τακτικές επισκέψεις του Άμπε στον ναό Γιασουκούνι, όπου τιμάται η μνήμη των εγκληματιών πολέμου που έδρασαν κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, σίγουρα δεν συνέβαλαν στη βελτίωση του κλίματος.

Κι όμως, κατά τη διάρκεια της αμέσως προηγούμενης περιόδου, μάλλον επικρατούσε ο κατευνασμός. Μάλιστα, ο Κινέζος πρόεδρος, μετά τη δολοφονία του Ιάπωνα πρώην πρωθυπουργού τον Ιούλιο του 2022, είχε δηλώσει: «Είχα καταλήξει σε μια σημαντική συναίνεση [με τον Άμπε] όσον αφορά την οικοδόμηση σινοϊαπωνικών σχέσεων που να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της νέας εποχής» (9). Μετά την ανακοίνωση της νέας αμυντικής στρατηγικής, ο τόνος έχει αλλάξει. Η εφημερίδα «Global Times», επίσημος εκφραστής των θέσεων του Πεκίνου, υπενθυμίζει το στρατοκρατικό και αποικιοκρατικό παρελθόν της Ιαπωνίας: «Δεδομένων των καταστροφών που έχουν προκαλέσει οι ένοπλες δυνάμεις και ο στρατιωτικός εκσυγχρονισμός της Ιαπωνίας κατά τη διάρκεια της Ιστορίας, ιδίως κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η σημερινή αλλαγή πολιτικής θα έχει επιπτώσεις στο σύνολο της ευρύτερης περιφέρειας, καθώς πολλά κράτη θα αναγκαστούν να αυξήσουν τις στρατιωτικές δαπάνες τους, κάτι που θα πυροδοτήσει μια νέα κούρσα εξοπλισμών στη Βορειοανατολική Ασία» (10).

Η Κίνα δεν είναι η μόνη που ανησυχεί για αυτήν την «αλλαγή πολιτικής». Και στη Νότια Κορέα επανέρχονται οι οδυνηρές αναμνήσεις της κατοχής από τις ιαπωνικές αυτοκρατορικές δυνάμεις, μεταξύ 1910 και 1945. Οι ιστορικές διαφορές ξαναβγαίνουν στην επιφάνεια, και ιδιαίτερα το ζήτημα με τις «γυναίκες ανακούφισης», δηλαδή τις Κορεάτισσες σκλάβες του σεξ για τον αυτοκρατορικό στρατό. Μια πραγματικότητα που αμφισβητείται από τους ολοένα πολυπληθέστερους Ιάπωνες αναθεωρητές της Ιστορίας. Έτσι, από το 2017, ο κυβερνήτης του Τόκιο αρνείται να παραστεί στις ετήσιες εκδηλώσεις για τη σφαγή τουλάχιστον 2.600 Κορεατών μεταναστών το 1923, οι οποίοι είχαν αδίκως κατηγορηθεί από τους πολίτες –με την υποστήριξη της αστυνομίας και του στρατού– ότι είχαν δηλητηριάσει πηγάδια και σχεδίαζαν επιθέσεις μετά τον σεισμό που είχε καταστρέψει μεγάλο μέρος του Τόκιο και της Γιοκοχάμα και είχε προκαλέσει τον θάνατο περισσότερων από 100.000 Ιαπώνων (11). Εξάλλου, το ιαπωνικό κράτος έχει αυξήσει αισθητά τα κονδύλια που διατίθενται για τη «στρατηγική διάδοση πληροφοριών στο εξωτερικό» (12), τα οποία διατίθενται πλουσιοπάροχα σε πανεπιστημιακές δεξαμενές σκέψης που καλούνται να αποκαταστήσουν την «ιστορική αλήθεια για την Ιαπωνία».
Η Μόσχα εντάσσεται στο εχθρικό στρατόπεδο

Οι φόβοι της Σεούλ επικεντρώνονται κυρίως στο ενδεχόμενο, ξεκάθαρα προσδιορισμένο από το Τόκιο, να χρησιμοποιηθούν οι ιαπωνικές στρατιωτικές δυνάμεις για να «πλήξουν εχθρικές βάσεις», συμπεριλαμβανομένων και των βορειοκορεατικών, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση η Νότια Κορέα θα αντιμετώπιζε άμεση απειλή. «Πώς θα μπορούσαμε να δεχτούμε μια πραγματικότητα όπου η Ιαπωνία θα επέλεγε την κορεατική χερσόνησο –σύμφωνα με το Σύνταγμα, την εθνικά κυρίαρχη επικράτειά μας [άρθρο 3 του κορεατικού Συντάγματος]– ως στόχο προληπτικών χτυπημάτων;» (13), αναρωτιέται το κύριο άρθρο της κεντρώας ημερήσιας εφημερίδας «Hankyoreh». Ακόμα και ο πολύ συντηρητικός Πρόεδρος της Δημοκρατίας Γιoυν Σεόκ-Γιουλ, που ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τη δημιουργία ενός ισχυρού και αλληλέγγυου τριγώνου με την Ιαπωνία και τις ΗΠΑ, αναγκάστηκε να κρατήσει ορισμένες αποστάσεις: «Εάν πρόκειται για ζήτημα που συνδέεται άμεσα με την ασφάλεια της κορεατικής χερσονήσου ή με τα εθνικά συμφέροντά μας, είναι προφανές ότι θα πρέπει να υπάρξουν στενές διαβουλεύσεις με εμάς ή να προηγηθεί η σύμφωνη γνώμη μας» (14).

Απ’ ό,τι φαίνεται, οι ιαπωνικές απειλές δεν εντυπωσιάζουν ιδιαίτερα την Πιονγιάνγκ. Με ακρίβεια μετρονόμου, ο πρόεδρος Κιμ Γιονγκ Ουν διατάζει τακτικά δοκιμαστικές εκτοξεύσεις διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων οι οποίοι, μετά από χίλια χιλιόμετρα τροχιάς, καταλήγουν να συντριβούν μέσα στην ιαπωνική ΑΟΖ, στα ανοιχτά της νήσου Χοκάιντο. Ο στόχος του δεν είναι η Ιαπωνία, μετριάζει τις εντυπώσεις ο κομμουνιστής Κιμιτόσι: «Οι Βορειοκορεάτες θέλουν πάση θυσία να μιλήσουν με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Έχουν μια ακατάσχετη ανάγκη να τραβούν την προσοχή». Όσο κι αν οι Δυνάμεις Αυτοάμυνας δεν αποπειρώνται να καταστρέψουν εν πτήσει αυτούς τους πυραύλους, οι Ιάπωνες ενημερώνονται με κάθε λεπτομέρεια για την απειλή, καθώς προβάλλεται εμφατικά στις οθόνες των τηλεφώνων τους ή στις ενημερωτικές γιγαντοοθόνες του μετρό και των υπερταχειών… για να δικαιολογηθούν οι καθυστερήσεις που έχουν προκύψει. Οι ιαπωνικές αρχές προειδοποιούν επίσης τις επιχειρήσεις του τομέα των κρυπτονομισμάτων για την απειλή εκ μέρους του Lazarus, της κυριότερης ομάδας Βορειοκορεατών κυβερνοεγκληματιών. Για την ώρα, όπως ακριβώς συμβαίνει και μεταξύ Πιονγιάνγκ και Ουάσιγκτον, οι συζητήσεις μεταξύ Ιαπωνίας και Βόρειας Κορέας βρίσκονται σε νεκρό σημείο.

Η Ρωσία συγκαταλέγεται πλέον στο στρατόπεδο των δηλωμένων εχθρών. Δεν συνέβαινε όμως πάντα κάτι τέτοιο. Εάν κατά τη διάρκεια της τελευταίας θητείας του (2012-2020) ο πρόεδρος Άμπε έπαιξε γκολφ πέντε φορές με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, συνάντησε εικοσιεπτά φορές τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Κάθε φορά δίνονταν υποσχέσεις για οικονομική συνεργασία, χωρίς όμως καμία συμφωνία για τη ρύθμιση της διαφοράς σχετικά με τις νήσους Κουρίλες. Αυτά τα νησιά σχηματίζουν ένα φράγμα μεταξύ του Ειρηνικού ωκεανού και της Θάλασσας του Οχότσκ, όπου περιπολούν ρωσικά πυρηνικά υποβρύχια, ενώ από το 2016 η Μόσχα έχει εγκαταστήσει εκεί ένα αντιπυραυλικό σύστημα. Εάν η Ρωσία επέστρεφε αυτά τα νησιά σε έναν σύμμαχο των ΗΠΑ, θα εξασθενούσε το επίπεδο της ασφάλειάς της.

Όσο κι αν μετά την εισβολή στην Ουκρανία ο πρωθυπουργός Κισίντα ψήφισε τους μηχανισμούς των κυρώσεων, δεν μπορεί να αρνηθεί ότι διατήρησε μια στρατηγική συνεργασία με τη Ρωσία στο όνομα της ενεργειακής ασφάλειας της χώρας του. Έτσι, αντίθετα με την αμερικανική ΕxxonMobil, οι Ιάπωνες επενδυτές διατήρησαν το μερίδιο συμμετοχής τους στη Sakhaline-II, μια εταιρεία αναζήτησης κοιτασμάτων και υπεράκτιας παραγωγής φυσικού αερίου υπό ρωσική πλειοψηφία. Οι Ιάπωνες αγοράζουν σχεδόν τα δύο τρίτα (60%) των 10 εκατομμυρίων τόνων υγροποιημένου φυσικού αερίου (ΥΦΑ, LNG) που παράγονται σήμερα εκεί. Αυτές οι ποσότητες καλύπτουν το 10% των ενεργειακών αναγκών τους: τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου που διαχειρίζεται η Sakhaline-II στη Θάλασσα του Οχότσκ είναι «εξαιρετικά σημαντικά για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας», δικαιολογήθηκε ο Ιάπωνας πρωθυπουργός.

Στην Ασία, μήπως η νέα «αμυντική στρατηγική» εγκυμονεί τον κίνδυνο να υπονομευθούν οι εμπορικές σχέσεις με τις γειτονικές χώρες, στις οποίες τόσο πολύ στηρίζεται το Τόκιο; Το 2008 υπογράφηκε μια συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών με τις δέκα χώρες-μέλη της Ένωσης Κρατών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN) (15), διευκολύνοντας κυρίως τη βιομηχανική παραγωγή σε αυτές τις χώρες για λογαριασμό ιαπωνικών εταιρειών. Ανάμεσα σε ένα πλήθος παραδειγμάτων μπορούμε να αναφέρουμε την Asics (κατασκευάζει μεγάλο μέρος των αθλητικών υποδημάτων της στην Καμπότζη από το 2013), τη Sony (διαθέτει ένα εργοστάσιο παραγωγής τηλεοράσεων home cinema στη Μαλαισία) και τη Mitsubishi (εξαγόρασε, στην Ινδονησία και στις Φιλιππίνες, δύο εταιρείες χορήγησης καταναλωτικών δανείων μέσω της εφαρμογής της για smartphone, ώστε να διευκολύνει την αγορά των αυτοκινήτων της που παράγονται εκεί). Δημιουργούνται επίσης και πολιτιστικοί δεσμοί που εκπλήσσουν, όπως στο Ανόι, όπου στον καθολικό καθεδρικό ναό Σαιν Ζοζέφ δωρήθηκε ένα τεράστιο εκκλησιαστικό όργανο από τον Δήμο του Ιτάμι (στον νομό του Χυόγκο). Σε «αντάλλαγμα», η Ιαπωνία έχει γίνει ο δεύτερος ξένος επενδυτής στο Βιετνάμ (μετά τη Σιγκαπούρη) και ο πρώτος εισαγωγέας θαλασσινών…

Η κατάσταση αυτή οδηγεί μερικές φορές το Τόκιο να υποστηρίζει κράτη που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη διεθνή σκηνή. Τον Οκτώβριο του 2022 αρνήθηκε να εγκρίνει ένα ψήφισμα που εισήχθη στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ κυρίως από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο και το οποίο στρεφόταν κατά της Σρι Λάνκα: η Ιαπωνία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος δανειστής της μετά την Κίνα. Η σχέση είναι αμοιβαία: οι αρχές της Σρι Λάνκα δεν αντέδρασαν όταν, στις 6 Μαρτίου 2021, η Βίσμα Σανταμάλι, νεαρή εκπαιδευτικός με ευαίσθητη υγεία, πέθανε μέσα στο κελί ενός κέντρου διοικητικής κράτησης της Ναγκόγια επειδή δεν της παρασχέθηκε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Κρατούνταν εκεί επί αρκετούς μήνες επειδή είχε λήξει η βίζα της, αφού προηγουμένως είχε συλληφθεί στο τοπικό αστυνομικό τμήμα, όπου είχε μεταβεί για να καταθέσει μήνυση για ενδοοικογενειακή βία. Ο θάνατός της είχε συγκινήσει ιδιαίτερα τους Ιάπωνες.

Αντίθετα με τις χώρες του ASEAN, η Ινδία δεν έχει κατορθώσει να πείσει τους Ιάπωνες επενδυτές να εγκαταστήσουν εργοστάσια στη χώρα. «Τα δύο αυτά έθνη δεν έχουν κανένα ιστορικό σοβαρών διενέξεων, κι ωστόσο οι σχέσεις τους δεν προχώρησαν ποτέ πέρα από το στάδιο της απλής αβροφροσύνης», παρατηρεί η Μέγκα Βάντβα, Ινδή ερευνήτρια στο πανεπιστήμιο Σοφία του Τόκιο. Παρά το γεγονός ότι, όπως αποδεικνύει μέσα από μια εκατοντάδα μαρτυρίες (16), οι Ινδοί μετανάστες έχουν ριζώσει στο ιαπωνικό αρχιπέλαγος. Χιλιάδες Ινδοί μηχανικοί, αγγλόφωνοι και με υψηλού επιπέδου γνώσεις στην ανάπτυξη πληροφοριακών συστημάτων, προσλήφθηκαν από ιαπωνικές νεοφυείς επιχειρήσεις χάρη σε έναν μεταναστευτικό μηχανισμό που απευθύνεται στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις: με το αποκαλούμενο «πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης» παρακάμπτεται η πολιτική της μηδενικής μετανάστευσης. Στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας, το Τόκιο και το Νέο Δελχί έχουν υιοθετήσει ένα κοινό διαστημικό πρόγραμμα για την εξερεύνηση της σκοτεινής πλευράς της Σελήνης μέχρι το 2030 –ανταγωνιζόμενες την Κίνα, την πρώτη χώρα που προσεληνώθηκε εκεί τον Ιανουάριο του 2019.
Sony εναντίον Huawei

Παρά την ευθυγράμμιση της ιαπωνικής κυβέρνησης με το στρατηγικό όραμα των ΗΠΑ, η χώρα υφίσταται τις συνέπειες των αμερικανικών κυρώσεων εναντίον της Κίνας. Η Sony για παράδειγμα, που κυριαρχεί στην παγκόσμια αγορά φωτογραφικών αισθητήρων CMOS με τους οποίους είναι εξοπλισμένα τα smartphones, δεν μπορεί πλέον να τους πουλάει στη Huawei. Ωστόσο, η Ιαπωνία δεν παύει να αποτελεί το βαρόμετρο για τις καταναλωτικές συνήθειες της κινεζικής μεσαίας τάξης.

«Δεν έχει να κάνει αποκλειστικά με την υψηλή τεχνολογία. Όσον αφορά το ντιζάιν, τη συσκευασία, τη μόδα, τα καλλυντικά κ.ο.κ., οτιδήποτε πάει καλά στην Ιαπωνία, οι Κινέζοι (αλλά και οι Ταϊβανέζοι, οι Κορεάτες και μετά οι Ταϊλανδοί) θέλουν να το καταναλώσουν και αυτοί. Είναι μια αμετάβλητη συνθήκη!», μας βεβαιώνει ο Ζερόμ Σουσάν, πρόεδρος του Γαλλικού Επιμελητηρίου της Ιαπωνίας και επικεφαλής της σοκολατοβιομηχανίας Godiva για την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα. Η Uniqlo, μια μάρκα ρούχων για το ευρύ κοινό, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα: διαθέτει 900 καταστήματα στην Κίνα (σε σύνολο 1.600 παγκοσμίως) και ανοίγει εκεί εκατό επιπλέον κάθε χρόνο. Έτσι, η Κίνα αποτελεί τη μεγαλύτερη ξένη αγορά της εταιρείας, εξασφαλίζοντας την ισχύ του ιδιοκτήτη της, του εβδομηντατριάχρονου Γιανάι Ταντάσι, του πλουσιότερου Ιάπωνα (με την περιουσία του να υπολογίζεται στα 28 δισ. δολάρια). Ο συγκεκριμένος επιχειρηματίας ξέρει να γίνεται αρεστός στο Πεκίνο, καθώς αποφεύγει τη γεωπολιτική και τα διχαστικά ζητήματα.

Από τη στιγμή που το Χονγκ Κονγκ και τα κερδοσκοπικά κεφάλαιά του έχασαν την αίγλη τους στα μάτια των ξένων επενδυτών, ακόμα και των πλούσιων Κινέζων, το Τόκιο προσπαθεί να μετατραπεί σε ελκυστικό χρηματοοικονομικό κέντρο μέσω της παροχής φορολογικών κινήτρων. Υστερεί όμως σημαντικά σε σχέση με τη Σιγκαπούρη. Ωστόσο, ελπίζει ότι θα παρουσιάσει μια καθησυχαστική λύση για την αναδίπλωση δυτικών επιχειρηματιών που νόμιζαν ότι είχαν βρει στην Κίνα το ασιατικό Ελντοράντο τους. Εξάλλου, ο Τζακ Μα, το πρώην αφεντικό της Alibaba, αυτή τη χώρα έχει διαλέξει για να περάσει με ηρεμία τα χρόνια της σύνταξής του.

Ωστόσο, γυρίζοντας απότομα την πλάτη στην ειρηνιστική πολιτική της, η Ιαπωνία παίρνει θέση στην πρώτη γραμμή εναντίον του Πεκίνου και απεμπολεί κάθε ελπίδα για αυτονομία απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτή η απίστευτη είσοδος στη μεταψυχροπολεμική εποχή συνυπάρχει ωστόσο με έναν ξέφρενο περιφερειακό δυναμισμό καθώς, από το Ανόι ώς το Κολόμπο, η γηράσκουσα χώρα έχει δημιουργήσει τους μοχλούς της μελλοντικής ανάπτυξής της. Εκεί, βρίσκεται σε άμεσο ανταγωνισμό με την Κίνα, που έχει κατοχυρώσει σημαντική παρουσία. Ήδη, οι περισσότερες ασιατικές χώρες αρνούνται να διαλέξουν μεταξύ Πεκίνου και Ουάσιγκτον, η οποία τους υπόσχεται ασφάλεια. Τι θα κάνουν με το Τόκιο;

Jordan Pouille
Δημοσιογράφος
μετάφραση: Βασίλης Παπακριβόπουλος

(1) Βλ. Michael Klare, «Washington et Pékin jouent avec le feu», «Le Monde diplomatique», Σεπτέμβριος 2022.

(2) Gabriel Dominguez, «With focus on Nansei Islands, Japan prepares for potential Taiwan conflict», «Japan Times», Τόκιο, 20 Δεκεμβρίου 2022.

(3) «60% of locals say US base burden on Okinawa “unfair”, but figure lower nationwide: Poll», «The Mainichi», Τόκιο, 12 Μαΐου 2022.

(4) «Defense of Japan 2022», Υπουργείο Άμυνας, Τόκιο, Αύγουστος 2022.

(5) «LDP national security chairman seeks open debate on US nuclear umbrella», «The Japan Times», Τόκιο, 1η Ιουνίου 2022.

(6) Βλ. Martine Bulard, «L’Alliance atlantique bat la campagne en Asie», «Le Monde diplomatique», Ιούνιος 2021.

(7) Βλ. Alexander Zevin, «Malgré le Brexit, l’introuvable souveraineté britannique», «Le Monde diplomatique», Φεβρουάριος 2023.

(8) Βλ. Olivier Zajec, «Nouvelle bataille du Pacifique autour d’un archipel», «Le Monde diplomatique», Ιανουάριος 2014.

(9) Δήλωση του Σι Τζινπίνγκ, αναρτημένη στην ιστοσελίδα του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, Πεκίνο, 9 Ιουλίου 2022.

(10) «Japan’s passage of defense documents brings country away from track of post-war peaceful development: Chinese embassy», «Global Times», Πεκίνο, 16 Δεκεμβρίου 2022.

(11) Κατά τη διάρκεια αυτής της σφαγής δολοφονήθηκαν επίσης συνδικαλιστές ηγέτες, σοσιαλιστές, κομμουνιστές και αναρχικοί. Φονεύθηκαν 6.000 Ιάπωνες.

(12) Tessa Morris-Suzuki, «Un-remembering the massacre: How Japan’s “history wars” are challenging research integrity domestically and abroad», «Georgetown Journal of International Affairs», 25 Οκτωβρίου 2021.

(13) Jung E-gil, «Yoon’s talk of freedom, solidarity and Japan’s ability to preemptively strike Korean Peninsula», «Hankyoreh», Σεούλ, 20 Δεκεμβρίου 2022.

(14) Yonhap, Σεούλ, 19 Δεκεμβρίου 2022.

(15) Δημιουργήθηκε το 1967 από την Ινδονησία, τη Μαλαισία, τη Σιγκαπούρη, την Ταϊλάνδη και τις Φιλιππίνες. Στη συνέχεια, προσχώρησε το Μπρουνέι (1984), το Βιετνάμ (1995), το Λάος και η Βιρμανία (1997) και τέλος η Καμπότζη (1999).

(16) Megha Wadhwa, Indian Migrants in Tokyo, Routledge, Λονδίνο, 2021.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου