Η επιτάχυνση των διαδικασιών ένταξης της Ουκρανίας άνοιξε και πάλι το ζήτημα της διεύρυνσης της Ε.Ε. Όμως τίποτα δεν καταδεικνύει ότι η Ευρώπη είναι έτοιμη για μια νέα διεύρυνση. Αντίθετα, τα προβλήματα από την προηγούμενη είναι ακόμα υπαρκτά.
Benoît Bréville
Από την ελληνική έκδοση της Le Monde diplomatique
Όταν, το πρωί της 28ης Φεβρουαρίου 2022, τέσσερις ημέρες μετά την έναρξη της ρωσικής επίθεσης, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι παρότρυνε μέσω Facebook την Ευρωπαϊκή Ένωση να εντάξει τη χώρα του «χωρίς καθυστέρηση με ειδική διαδικασία», κανείς δεν πήρε πραγματικά στα σοβαρά το θέμα. Ίσως μόνο η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η οποία εκστασιάστηκε αμέσως: «Είναι δικοί μας, τους θέλουμε μαζί μας!». Αλλά ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, υπενθύμισε ότι υπάρχουν κανόνες και ότι η Ουκρανία θα έπρεπε να τους τηρήσει. Ο κ. Ζελένσκι υπέβαλε λοιπόν επίσημη αίτηση για το καθεστώς του υποψήφιου μέλους. Κάτι που η Τουρκία χρειάστηκε δώδεκα χρόνια για να αποκτήσει, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη έξι, η Αλβανία, πέντε. Για την Ουκρανία τέσσερις μήνες ήταν αρκετοί.
Ανταποκρινόμενοι τόσο γρήγορα, οι αρχηγοί κρατών των είκοσι επτά θέλησαν να καταδείξουν τη δυτική ενότητα, την αμέριστη υποστήριξή τους προς το Κίεβο. Επιπλέον, δεν δεσμεύονταν για πολλά: η διαδικασία θα έπαιρνε «αρκετές δεκαετίες», εξήγησε τότε ο Εμμανουέλ Μακρόν. Και όμως, στις 8 Νοεμβρίου, η Επιτροπή συνέστησε την επίσημη έναρξη της διαπραγματεύσεων με το Κίεβο και τη Μολδαβία. Ο κ. Ζελένσκι θα ήθελε να ολοκληρωθεί η διαδικασία το 2026, ενώ ο κ. Μισέλ μιλάει για το 2030. Ημερομηνίες που μπορεί να είναι και εφικτές εάν η διαδικασία συνεχιστεί με τον ίδιο φρενήρη ρυθμό.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες επαναλαμβάνουν ότι δεν τίθεται θέμα ξεπουλήματος της ιδιότητας του μέλους της Ένωσης. Σε αντίθεση όμως με τις προηγούμενες υποψήφιες χώρες, η Ουκρανία δεν αξιολογείται ως προς την ικανότητά της να επιτύχει τα περίφημα κριτήρια –σε θέματα καταπολέμησης της διαφθοράς, σεβασμού του κράτους δικαίου, υπεράσπισης των μειονοτήτων, ισοσκελισμένου προϋπολογισμού κ.ο.κ.– αλλά σύμφωνα με τις γεωπολιτικές εκτιμήσεις τη στιγμής. Προτεραιότητα στην δεκαετίες του 1990 και 2000, η ιδέα της διεύρυνσης φαινόταν να έχει τεθεί στο συρτάρι εδώ και μια δεκαετία, εκτός από τη Γερμανία, της οποίας η οικονομία ωφελήθηκε σε τεράστιο βαθμό από το άνοιγμα στη Ανατολή. Σε άλλα κράτη μέλη, η διεύρυνση ήταν συνώνυμη με το κοινωνικό και φορολογικό ντάμπινγκ, την παράλυση των θεσμών, την κακοφωνία στη διεθνή σκηνή.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία ανακάτεψε την τράπουλα. Η διεύρυνση είναι τώρα στην ατζέντα κάθε Συνόδου Κορυφής. Συζητάμε για μια Ένωση τριάντα έξι χωρών, με την Ουκρανία και τη Μολδαβία αλλά και με τη Γεωργία και τα Δυτικά Βαλκάνια. «Μια πολιτική ζωτικής σημασίας για την Ευρωπαϊκή Ένωση», σύμφωνα με την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, για την αντιμετώπιση της ρωσικής και κινεζικής επιρροής στις παρυφές της ηπείρου. Όμως, τα αναπάντητα ερωτήματα συσσωρεύονται: πώς θα διαμοιραστούν τα κεφάλαια από το Ταμείο Συνοχής, οι επιδοτήσεις από την κοινή γεωργική πολιτική, οι έδρες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα χαρτοφυλάκια των Επιτρόπων και τόσα άλλα θέματα; Πώς μπορεί να αποφευχθεί η παράλυση σε τομείς που απαιτούν ομοφωνία; Φροντίζοντας να κρατούν τα θέματα αυτά μακριά από τον εθνικό διάλογο σε κάθε χώρα, οι Ευρωπαίοι ηγέτες απαντούν μιλώντας για μία εκ των προτέρων τροποποίηση των θεσμών. Μια υπόσχεση στον αέρα: τι είδους μεταρρύθμιση θα μπορούσε να ικανοποιήσει ταυτόχρονα την Ελλάδα και τη Γερμανία, την Ισπανία και την Πολωνία, την Πορτογαλία και την Ουγγαρία;
Η Ευρώπη τη δεκαετία του 1990 ήταν διαιρεμένη μεταξύ των κρατών του Βορρά, που βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή της τεχνολογικής και βιομηχανικής ανάπτυξης, και των κρατών του Νότου, με αδύναμα νομίσματα, εξαρτώμενα από τον τουρισμό και τη γεωργία. Σε αυτό το οικονομικό χάσμα, η διεύρυνση της δεκαετίας του 2000 πρόσθεσε ένα δεύτερο, μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Από τη μία πλευρά, οι σχετικά υψηλοί μισθοί, τα πιο προηγμένα συστήματα κοινωνικής προστασίας και η προσήλωση σε μια ορισμένη ευρωπαϊκή αυτονομία. Από την άλλη, μια δεξαμενή φθηνού εργατικού δυναμικού και μια πεισματική φιλοαμερικανική στάση: εμμονικές με τη ρωσική απειλή, οι χώρες της Βαλτικής και της Κεντρικής Ευρώπης βασίζονται στο ΝΑΤΟ για την ασφάλειά τους.
Έτσι, η Γηραιά Ήπειρος γράφει το μέλλον της ενισχύοντας τα λάθη του παρελθόντος: ένα αυξανόμενο αίσθημα οικονομικής ανασφάλειας στις εργατικές τάξεις της Δύσης, ένα αίσθημα υποτέλειας, αποικισμού, που δεν κατονομάζεται ως τέτοιος στην Ανατολή. Χωρίς να αναφέρουμε τη συνεχώς αυξανόμενη υποταγή της Ένωσης σε μια αμερικανική αυτοκρατορία σε παρακμή. Η Ευρώπη διαλύεται ενόσω διευρύνεται.
Benoît Bréville
Διευθυντής της «Le Monde diplomatique»
μετάφραση: Βάλια Καϊμάκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου