Η δυναμική υποστήριξη των Παλαιστινίων από τις αραβικές χώρες μοιάζει παρελθόν. Στρατιωτική αδυναμία, πολιτική και οικονομική στρατηγική σύμπλευσης με το Ισραήλ και φίμωση της κοινής γνώμης έχουν ως αποτέλεσμα την παθητικότητα απέναντι στη συνεχιζόμενη αιματοχυσία στη Γάζα.
Akram Belkaïd
«Οι Άραβες έχουν συνεννοηθεί να μην συνεννοηθούν ποτέ». Από το Ραμπάτ και το Κάιρο μέχρι το Αμμάν, την Ντόχα και τη Μουσκάτ στο Ομάν, όλοι γνωρίζουν το διάσημο απόφθεγμα που αποδίδεται στον στοχαστή Ιμπν Χαλντούν (1332-1406) και αναφέρεται συχνά για να εκφράσει δυσαρέσκεια για τις έριδες, τις διχόνοιες ή τις συγκρούσεις που διαμόρφωσαν την ιστορία της αραβικής Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής από τα μέσα του 20ού αιώνα μέχρι και σήμερα. Όμως, η ισραηλινή στρατιωτική επέμβαση στη Γάζα ανατρέπει το αξίωμα: τόσο πολύ οι 22 χώρες του Αραβικού Συνδέσμου ομονοούν αυτή τη φορά για να μην κάνουν τίποτε. Κάθε «επείγουσα» σύνοδος του Αραβικού Συνδέσμου επικυρώνει την απραξία του, παρά τα κάποια πυροτεχνήματα, παρά τα πομπώδη τελικά ανακοινωθέντα. Σαν να τους βλέπουμε μπροστά μας: γύρω από ένα μεγάλο στρογγυλό τραπέζι, εξοχότητες και κοιλαράδες, στρατάρχες-πρόεδροι, πρώην πολέμαρχοι που κατέληξαν αξιοσέβαστοι ηγέτες, αρσενικά που εξελέγησαν με πολύ κομψό ή με υπερβολικά «αρσενικό» τρόπο, συζητούν με σοβαρό ύφος πριν απορρίψουν το ισραηλινό επιχείρημα περί «νόμιμης άμυνας» και απαιτώντας ταυτόχρονα –εξυπακούεται– «τον άμεσο τερματισμό» των εχθροπραξιών (11 Νοεμβρίου 2023).
Και από εκεί και πέρα, τι; Η προοπτική μιας στρατιωτικής ανταπάντησης; Έκκληση για διεθνείς κυρώσεις σε βάρος του Ισραήλ, παρόμοιες με τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία μετά την εισβολή της στην Ουκρανία; Ριζική αναθεώρηση της διαδικασίας εξομάλυνσης των σχέσεων με το Ισραήλ μέσω και –γιατί όχι– της διακοπής των διπλωματικών σχέσεων με το Τελ Αβίβ; Μείωση των επενδύσεων των κρατικών επενδυτικών ταμείων των μοναρχιών του Κόλπου στις ΗΠΑ, ώστε οι Αμερικανοί να σταματήσουν τις παραδόσεις βομβών και πυρομαχικών στους Ισραηλινούς; Πετρελαϊκό εμπάργκο, όπως το 1973, μετά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ; Μπα, τίποτε από όλα αυτά! Παρά μόνο μια αόριστη υποστήριξη στην προσφυγή της Νότιας Αφρικής στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο προκειμένου να εμποδιστεί ο ισραηλινός στρατός να διαπράξει γενοκτονία στη Γάζα.
Η τακτική των υπεκφυγών δεν είναι και πολύ καινούργια. Το 2018, ο Αραβικός Σύνδεσμος είχε συνεδριάσει για να επεξεργαστεί επειγόντως –όπως πάντα– και μετά από πολλές άκαρπες διαβουλεύσεις, ένα «στρατηγικό σχέδιο» για να αντιταχθεί στην απόφαση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να μεταφέρει από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ την αμερικανική πρεσβεία στο Ισραήλ. Μα τον Αλλάχ, η απάντηση θα ήταν τρομερή! Έξι χρόνια αργότερα, αγνοείται η τύχη του σχεδίου…
Ο απολογισμός της επίθεσης του Ισραήλ στη Γάζα φέρεται να ξεπερνά πλέον τους 30.000 νεκρούς, χωρίς να υπολογίζονται οι αγνοούμενοι και οι τραυματίες. Η προοπτική εκδίωξης μέρους του πληθυσμού της Γάζας προς τη χερσόνησο του Σινά αρχίζει να διαγράφεται πιο καθαρά. Πώς να εξηγηθεί μια τόσο παθητική στάση από την πλευρά των αραβικών χωρών; Ίσως, πρώτα απ’ όλα, λόγω της στρατιωτικής αδυναμίας τους. Καμία αραβική πρωτεύουσα δεν θα επιθυμούσε στρατιωτική αντιπαράθεση με έναν αντίπαλο του οποίου έχει εσωτερικεύσει την ανωτερότητα –συνδεδεμένη και με την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών– όποιες ανοησίες κι αν λέγονται περί του δημοκρατικού Ισραήλ, περιστοιχισμένου από δικτατορίες που ονειρεύονται να του επιτεθούν.
Ακόμη και η Χεζμπολάχ, μια ισχυρή οντότητα που επιβάλλει τη θέλησή της στο κράτος του Λιβάνου, παραμένει επιφυλακτική και προτιμά να περιορίζεται σε μια σύγκρουση χαμηλής έντασης, παρά τις καθημερινές προκλήσεις του Τελ Αβίβ. Για πολύ καιρό, η Συρία και η Αίγυπτος έπαιζαν τον ρόλο των περιφερειακών δυνάμεων που ήταν σε θέση να αντιταχθούν στη βούληση του Ισραήλ να τροποποιήσει το καθεστώς και τις συνθήκες ζωής των Παλαιστινίων. Η Συρία, καταρρακωμένη μετά από δέκα και πλέον χρόνια εμφυλίου πολέμου, υφίσταται την παρουσία διάφορων ξένων στρατευμάτων στο έδαφός της –αμερικανικών, ιρανικών, ρωσικών και τουρκικών– αλλά και τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς που στοχεύουν τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις της Χεζμπολάχ ή των Ιρανών Φρουρών της Επανάστασης, χωρίς να μπορεί να απαντήσει. Όσο για την Αίγυπτο, εδώ και πολύ καιρό όσοι χαράσσουν στρατηγική στο Τελ Αβίβ έχουν πάψει να την χαρακτηρίζουν «νότιο μέτωπο». Βέβαια, όπως επισημαίνει ο ερευνητής Τεουφίκ Ακλιμαντός, οι αιγυπτιακές ένοπλες δυνάμεις «εξακολουθούν να θεωρούν το Ισραήλ ως εχθρό», αλλά την ίδια στιγμή εκτιμούν ότι «η ειρήνη είναι ένας καλύτερος τρόπος να αντιμετωπίσουν τον εχθρό αυτόν –ή να προστατευθούν απέναντί του» (1). Με άλλα λόγια, ο καλύτερος τρόπος να αντιμετωπίσουν τον αντίπαλο θα ήταν να αποφύγουν τις προστριβές μαζί του…
Τις τελευταίες εβδομάδες, ο Αιγύπτιος πρόεδρος Αμπντέλ Φατάχ Αλ-Σίσι πολλαπλασίασε τις προειδοποιήσεις για τις συνέπειες μιας ενδεχόμενης εκδίωξης των κατοίκων της Λωρίδας της Γάζας προς το βόρειο Σινά. Η σθεναρή αυτή στάση οφείλεται κυρίως στον τρόμο μπροστά στο ενδεχόμενο διαχείρισης δεκάδων χιλιάδων προσφύγων. Στο εσωτερικό αυτού του προσφυγικού πληθυσμού θα σχηματιστούν, αναγκαστικά, ένοπλοι πυρήνες που θα θελήσουν να συγκρουστούν με το Ισραήλ, σε μια συγκυρία αστάθειας στη χερσόνησο του Σινά λόγω της παρουσίας ένοπλων ομάδων που συνδέονται με το Ισλαμικό Κράτος (ISIS), αλλά και των αποσχιστικών τάσεων ορισμένων φυλών Βεδουΐνων, που καταγγέλλουν διακρίσεις σε βάρος τους και τον γενικότερο παραγκωνισμό τους. Παρ’ όλα αυτά, τίποτε δεν εγγυάται ότι η Αίγυπτος δεν θα αποδεχθεί τελικά να φιλοξενήσει τους πρόσφυγες από τη Γάζα σε μια ουδέτερη ζώνη. Θα χρειαζόταν, αναμφίβολα, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση να δείξουν τη χρηματοπιστωτική γενναιοδωρία τους απέναντι σε μια χώρα που στενάζει κάτω από το βάρος ενός εξωτερικού δημόσιου χρέους ύψους 165 δισεκατομμυρίων δολαρίων (από τα οποία τα 43 δισεκατομμύρια θα πρέπει να αποπληρωθούν φέτος). Το Κάιρο, από το οποίο λείπουν τουλάχιστον 20 δισεκατομμύρια δολάρια για να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις του, βρίσκεται σε ατέρμονες διαπραγματεύσεις με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το οποίο –τι έκπληξη!– απαιτεί υποτίμηση της αιγυπτιακής λίρας και ιδιωτικοποιήσεις για να ανοίξει το πουγκί του. Η υποδοχή των εκτοπισμένων της Γάζας από την Αίγυπτο θα μπορούσε να παρακινήσει τον μεγάλο θησαυροφύλακα να δείξει λίγο μεγαλύτερη επιείκεια.
Η ανατροπή του συσχετισμού δυνάμεων στο εσωτερικό της μεγάλης αραβικής οικογένειας εξηγεί, μεταξύ άλλων, και την απραξία της. Από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) έχουν αναλάβει τα ηνία και επιβάλλουν τη θέλησή τους. Η εποχή όπου η Αλγερία, το Ιράκ, η Συρία και η Υεμένη είχαν συγκροτήσει ένα μέτωπο άρνησης που επέβαλε τις απόψεις του στις υπόλοιπες αραβικές χώρες έχει παρέλθει οριστικά. Τα ΗΑΕ δεν δίστασαν να καταδικάσουν αμέσως την επίθεση της Χαμάς, στις 7 Οκτωβρίου 2023. Μικρή χώρα με λιγοστό πληθυσμό (οι πολίτες των Εμιράτων υπολογίζονται σε λιγότερους από 500.000), αλλά εξαιρετικά πλούσια, τα Εμιράτα έχουν υιοθετήσει μια φιλοπόλεμη θεώρηση της ευρύτερης περιοχής, που περνά μέσα από τη στρατηγική εγγύτητα με το Ισραήλ (2). Για τα ΗΑΕ, δεν τίθεται ζήτημα αμφισβήτησης των συμφωνιών του Αβραάμ (2020), που συνήφθησαν υπό την αιγίδα των ΗΠΑ. Το Αμπού Ντάμπι βλέπει τη στρατιωτική και οικονομική συμμαχία με το Ισραήλ –του οποίου είναι ο μεγαλύτερος περιφερειακός εταίρος– ως την εγγύηση ανάσχεσης του ιρανικού επεκτατισμού, την ώρα που η συνέχιση της αμερικανικής παρουσίας στην περιοχή γίνεται όλο και πιο αβέβαιη. Αλλά και ως τη διασφάλιση ότι έχει το πεδίο ελεύθερο στην Υεμένη και στο Κέρας της Αφρικής για να επεκτείνει την επιρροή του, ακόμη και σε βάρος των τοπικών πληθυσμών. Διότι, για τα Εμιράτα, όπως και για το Μαρόκο, που επίσης τις έχει υπογράψει, οι συμφωνίες του Αβραάμ εγγυώνται την ατιμωρησία. Η εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ σημαίνει την ανοχή της Δύσης απέναντι στην καταπάτηση των ατομικών ελευθεριών και των πολιτικών δικαιωμάτων. Και υποστήριξη από τα φιλο-ισραηλινά λόμπι στο αμερικανικό Κογκρέσο.
Πρόκειται για μια πραγματικότητα που δεν έχει διαφύγει από τον Μοχάμεντ Μπεν Σαλμάν («MBS»), τον ισχυρό πρίγκηπα διάδοχο και πρωθυπουργό της Σαουδικής Αραβίας. Βέβαια, ο μελλοντικός μονάρχης οφείλει να λαμβάνει υπόψη τα 37 εκατομμύρια συμπολίτες του. Και έτσι, διαβεβαιώνει σταθερά ότι καμία επίσημη εξομάλυνση με το Ισραήλ δεν θα γίνει χωρίς τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους. Το Ριάντ, όμως, παραμένει πολύ συγκρατημένο ως προς την αποδοκιμασία του ισραηλινού πολέμου στη Γάζα, καθώς ο «MBS» ήδη αντλεί οφέλη από την ανεπίσημη προσέγγιση που εξελίσσεται μεταξύ της χώρας του και του Ισραήλ εδώ και τουλάχιστον δέκα χρόνια. «Είναι ένας ηγέτης με όραμα (…), ο οποίος έχει κάνει πολλά πράγματα που έχουν κάνει τον κόσμο καλύτερο», έλεγε ακόμα και πρόσφατα για τον Σαουδάραβα πρίγκηπα ο Τζάρεντ Κούσνερ, γαμπρός και πρώην ανώτατος σύμβουλος του Τραμπ (3). Οι συγγενείς του δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι, που δολοφονήθηκε και τεμαχίστηκε μέσα στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη τον Οκτώβριο του 2018 από πληρωμένους εκτελεστές σταλμένους από το Ριάντ, σίγουρα θα εκτιμήσουν αυτό το εγκώμιο…
Και τι πιστεύουν για όλα αυτά οι αραβικοί λαοί, οι οποίοι συχνά περιγράφονται με τον γενικευτικό όρο «αραβικό πεζοδρόμιο»; Στο ζήτημα της Παλαιστίνης, όπως και στις υποθέσεις εσωτερικής πολιτικής, δεν έχουν καμία ευκαιρία να εκφραστούν. Είτε πρόκειται για χώρες που έχουν προχωρήσει στην εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ είτε όχι, οι διαδηλώσεις αλληλεγγύης είναι είτε απαγορευμένες είτε αυστηρά ελεγχόμενες, μέσα στην ατμόσφαιρα καταστολής που κυριαρχεί μετά την «αραβική άνοιξη». Οι διαδηλώσεις αυτές, οι οποίες παρακολουθούνται πάντοτε πολύ στενά για να αποφευχθούν έκτροπα, μοιάζουν αστείες εάν συγκριθούν με τις συγκεντρώσεις του αγανακτισμένου πλήθους που κατεβαίνει στους δρόμους στο Λονδίνο, τη Νέα Υόρκη, την Άγκυρα ή την Τζακάρτα.
Απομένει το Διαδίκτυο, όπου η ανωνυμία επιτρέπει να εκφραστεί ολόψυχη αλληλεγγύη προς τη Γάζα. Ο παγκόσμιος ψηφιακός ιστός μοιάζει σίγουρα να είναι ο χώρος όπου τα φιλοπαλαιστινιακά αισθήματα εκφράζονται περισσότερο. Αλλά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κυκλοφορεί και η επιχειρηματολογία που προβάλλουν τα αραβικά καθεστώτα για να δικαιολογήσουν την παθητική στάση τους. Στη Σαουδική Αραβία, ιμάμηδες επικαλούνται χωρία του Κορανίου για να εξηγήσουν ότι η Παλαιστίνη είναι γη και των Εβραίων ή για να επιρρίψουν στη Χαμάς, όπως και στους Αδελφούς Μουσουλμάνους, το σύνολο της ευθύνης για το δράμα που εκτυλίσσεται. Άλλοι επιμένουν στην πολυπλοκότητα του ζητήματος και στην ανάγκη να επικρατήσει εμπιστοσύνη στην οξυδέρκεια των ηγετών. Η προπαγάνδα αυτού του είδους επεκτείνεται και στα Εμιράτα, την ώρα που η χρυσή νεολαία του Κόλπου δεν κρύβει πλέον τον ενθουσιασμό της για το Τελ Αβίβ και τη νυχτερινή ζωή του, αφού δεν μπορούν να μεταβούν στην όχι πια και τόσο φιλόξενη Βηρυτό.
Υπογράφοντας τη συνθήκη ειρήνης μεταξύ Ισραήλ και Αιγύπτου (1979), ο Αιγύπτιος πρόεδρος Ανουάρ Αλ-Σαντάτ θεωρούσε ότι ο λαός του θα τον ευγνωμονούσε επειδή ανέκτησε τη χερσόνησο του Σινά που είχε καταληφθεί το 1967 από τους Ισραηλινούς. Πλήρωσε με τη ζωή του το γεγονός ότι υπέγραψε ξεχωριστή συμφωνία ειρήνης με το Ισραήλ, εντάσσοντας την τύχη των Παλαιστινίων σε μια απλή εξίσωση κόστους-οφέλους. Το μέλλον θα δείξει τις συνέπειες της εγκατάλειψης της Γάζας από τους Άραβες ηγέτες, που μοιάζουν να βιάζονται να περάσουν σε άλλα θέματα. Εκτός εάν μια σφαγή μεγάλης κλίμακας στη Ράφα τούς υποχρεώσει επιτέλους να δράσουν.
Akram Belkaïd
Αρχισυντάκτης της «Le Monde diplomatique»
Μετάφραση: Βασίλης Παπακριβόπουλος
(1) Tewfik Aclimandos, «De l’armée égyptienne. Éléments d’interprétation du “grand récit” d’un acteur-clé du paysage national», «Revue Tiers Monde», τ. 222, Παρίσι, 2015.
(2) Βλ. Éva Thiébaud, «Vertige guerrier aux Émirats arabes unis», «Le Monde diplomatique», Μάρτιος 2021.
(3) Erin Doherty και Dave Lawler, «Kushner calls MBS “visionary leader” who has made the world better», 13 Φεβρουαρίου 2024, www.axios.com.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου