Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2025

Η ακροδεξιά άνοδος έχει αιτίες και βάζει καθήκοντα…

Dreamstime.com © Elmar Gubisch
Η ακροδεξιά άνοδος έχει αιτίες και βάζει καθήκοντα…
Σεραφείμ Ι. Σεφεριάδης*

Ευχαριστούμε θερμά για την παρουσία σας στην αποψινή συνάντηση της Ενωτικής Πρωτοβουλίας ΜέΡΑ25 | Ανατρεπτική Οικολογική Αριστερά Θεσσαλονίκης, σε μια περίοδο εξαιρετικά κρίσιμη, καθώς βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα ιδιαίτερα ρευστό, πλην άκρως δυστοπικό πολιτικό σκηνικό που, σφιχταγκαλιασμένο με το αντίστοιχα φρικώδες μιντιακό,
• δεν νομιμοποιεί μόνο την καθημερινή ληστρική επιδρομή που όλες και όλοι μας βιώνουμε από μια ισχνή αλλά αδίστακτη ολιγαρχία –στο φόντο, βέβαια και του εγκλήματος των Τεμπών, και της απόλυτης πια αποκάλυψης αυτού του ανέκδοτου που η ευυπόληπτη γραμματεία αποκαλεί «κράτος δικαίου»–

• δεν βυθίζει μόνο τα λαϊκά στρώματα στην απόγνωση (αλλά έχει ο καιρός γυρίσματα –ήδη το βλέπουμε και θα το δούμε ακόμη περισσότερο)

• απειλεί επίσης και τη δυνατότητά μας να σκεπτόμαστε…

Ίσως το τελευταίο να μην είναι αυτό που πρώτα έρχεται στο νου, είναι όμως, κατά τη γνώμη μου, κάτι εξαιρετικά σημαντικό –αυτήν τη δυνατότητά μας να σκεπτόμαστε είναι που με ιδιαίτερη επιμονή (και συστηματικότητα) χτυπάει το σύστημα… με κομβικό βέβαια πυλώνα και αρωγό τα κανάλια των ολιγαρχών. Κι αυτό είναι κάτι που πρέπει διαρκώς να αντιπαλεύουμε. Εκεί αποσκοπούμε και σήμερα, αυτό είναι που επιδιώκει και η Ενωτική μας πρωτοβουλία με συναντήσεις όπως η αποψινή: επιδιώκουμε ακριβώς την παραγωγή έλλογης ύλης για μια τέτοιου είδους αντίσταση.

Για το θέμα μας, την απειλή της ακροδεξιάς και του νεο-φασισμού, αφορμή δεν είναι ούτε απλώς η νίκη Τραμπ και η άνοδος του AfD στις γερμανικές εκλογές, ούτε καν η εν γένει ακροδεξιά ενίσχυση το τελευταίο διάστημα. Το φαινόμενο έχει πολύ μεγαλύτερη χρονική διάρκεια, έχει –αυτό που λέμε– δομικά χαρακτηριστικά. Άλλωστε το συζητούμε συχνά, είναι από τα αγαπημένα θέματα των εν γένει δημοσιολογούντων, όμως –συχνά, αν όχι κατά κανόνα– από τις περισσότερες συζητήσεις όλων αυτών λείπει η ουσία. Είναι, δηλαδή, αναλύσεις –κάποιες ανάμεσά τους ενδεχομένως καλλιεπείς–που παγιδεύονται (όταν δεν το κάνουν επίτηδες) σε μιαν ανώδυνη περιγραφικότητα, χωρίς να αναδεικνύουν τις αιτίες του φαινομένου. Λες και δεν έχουμε την ιστορική εμπειρία του Μεσοπολέμου, λες και πρώτη φορά μας συμβαίνει, λες και δεν ξέρουμε τι είναι και τι επιχειρούν φασισμός και Ακροδεξιά στις διάφορες μορφές που παίρνουν.

Όλες λοιπόν αυτές οι αναλύσεις που μιλούν για την Ακροδεξιά και δείχνουν να ανησυχούν ή και να την καταγγέλλουν, χωρίς όμως ποτέ να μας λένε ούτε τι πραγματικά φταίει ούτε και τι πρέπει να κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε την απειλή, είναι, τολμώ να πω, όχι μόνο λύση στο πρόβλημα, είναι κομμάτι του προβλήματος και μάλιστα οργανικό!

Ξέρετε βέβαια, ότι δεν είναι η περίπτωσή μας· δεν είναι η περίπτωση του πολιτικού χώρου που διοργανώνει την αποψινή εκδήλωση. Κι αυτό φαίνεται πρώτα και κύρια στον πραξιακό υπότιτλο της αποψινής εκδήλωσης, σ’ αυτό το Πώς να αντιμετωπίσει η Αριστερά την άνοδο της ακροδεξιάς στον κόσμο και στην Ελλάδα…

Στην τοποθέτησή μου θέλω να αναφερθώ σε κάποιες κρίσιμες κατά τη γνώμη μου διαστάσεις του προβλήματος, προσπαθώντας μάλιστα να αποφύγω άμεσο σχολιασμό της τρέχουσας επικαιρότητας.

Ι
Το πρώτο στο οποίο θέλω να αναφερθώ αφορά τη βασική καταβολή του φαινομένου, την πηγή αν θέλετε του προβλήματος που –αν το σκεφτούμε– είναι μεν γνωστή, αν όμως δεν την αναδείξουμε, κινδυνεύουμε μέσα στην πολυπραγμοσύνη μας να τη χάσουμε.

Η ακροδεξιά και ο φασισμός λοιπόν δεν αναδύονται λόγω της μετανάστευσης, ή λόγω του αντιεμβολιαστικού λόγου, ή λόγω κάποιων ειδικών πολιτισμικών χαρακτηριστικών που έχουν οι κοινωνίες (αυτοί είναι παράγοντες υπαρκτοί αλλά είναι εμβόλιμοι), αλλά εξαιτίας της αξεπέραστης συστημικής κρίσης του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, του καπιταλισμού της καταστροφής όπως είχε γράψει πριν 15 χρόνια η Naomi Klein –μιας κρίσης, που με τις πολιτικές του ακραίου κέντρου, ολοένα μετασχηματίζεται, αλλά όχι μόνο δεν επιλύεται (έχει μάλιστα τελευταία προκύψει και ένας νέος όρος που αναφέρεται στο φαινόμενο, η permacrisis –η διαρκής κρίση), αλλά και δεν είναι δυνατόν να επιλυθεί χωρίς ρήξη, χωρίς συστημική υπέρβαση. Και, μια και το λέω, επιτρέψτε μου επ’ αυτού να θυμίσω κάτι που έγραψε ο Μπέρτολντ Μπρεχτ, στο

Πέντε δυσκολίες για να γράψει κανείς την αλήθεια του 1935:
…[Ο] φασισμός [έγραφε] δεν μπορεί να πολεμηθεί παρά σαν καπιταλισμός στην πιο ωμή και καταπιεστική του μορφή, σαν ο πιο θρασύς και ο πιο δόλιος καπιταλισμός.
Έτσι είναι και σήμερα, και είναι νομίζω κάτι που πρέπει πάντα να τονίζουμε…

ΙΙ
Τι ακριβώς όμως γίνεται σε τέτοιες περιόδους καπιταλιστικής κρίσης; Γίνεται το εξής απλό –που είναι μια δεύτερη βασική διάσταση του προβλήματος. Και για να γίνω λίγο παραστατικός, φανταστείτε ένα σπίτι που καίγεται ή πνίγεται (στην ωραία μας Ελλάδα έχουμε και από τα δυο) και όλοι οι κάτοικοι ψάχνουν οδό διαφυγής: αυτό είναι που κατά βάση συμβαίνει! Καθώς η απελπισία και η οργή των ανθρώπων εντείνονται, μεγάλες μερίδες του πληθυσμού αναζητούν εναγώνια διέξοδο: διέξοδο, δηλαδή, από τις επιπτώσεις των πολιτικών των απανταχού της γης Μπάιντεν, Σολτς ή Μακρόν.

Πράγματα όπως η ουσιαστική κατάλυση του εργατικού δικαίου, η φτώχεια και η διαρκής ανασφάλεια (προπαντός, αν και όχι αποκλειστικά για τη νέα γενιά), η έκρηξη των ανισοτήτων και ο επιδεικτικός πλουτισμός μιας ολοένα και πιο αντιπαραγωγικής μερίδας του κεφαλαίου που ολοένα και αποθρασύνεται –με μια λέξη, μια γενικευμένη κατάσταση ζόφου από την οποία κάθε εχέφρων άνθρωπος αναζητά διέξοδο. Τέτοια διέξοδο διατείνεται ότι προσφέρει η ακροδεξιά και ο φασισμός.

Και πρέπει σε κάθε τόνο και με όσο πιο δυνατή φωνή έχουμε, όχι μόνο να διακηρύσσουμε αλλά και να τεκμηριώνουμε πώς και γιατί αυτή η δήθεν αντι-συστημική επαγγελία είναι απολύτως ψευδής. Και για να γυρίσω σ’ αυτό που έλεγα πριν, παρότι τα τελευταία χρόνια έχουν χυθεί ποτάμια μελάνι για το θέμα ακροδεξιά, ελάχιστο μόνο τμήμα τους αναδεικνύει ότι η ακροδεξιά

• πρεσβεύει απηνή πόλεμο ενάντια στον ελεύθερο συνδικαλισμό
• στηρίζει συστηματικά και αδιάλειπτα την εργοδοσία και τη συρρίκνωση των εργασιακών δικαιωμάτων
• και βέβαια ρίχνει πάντα το φταίξιμο σε εξιλαστήρια θύματα –το μετανάστη, το μουσουλμάνο, τον Ρομά –κατά κανόνα τον πιο αδύναμο. (Αυτό, μάλιστα, το τελευταίο, η επίθεση στον αδύναμο, αποτελεί βασικό στοιχείο του ακροδεξιού συντακτικού σκέψης –ας το αναλογιστούμε κι ας μας προβληματίσει, ας προβληματίσει ειδικά όσους ξιφουλκούν εναντίον του ούτω αποκαλούμενου δικαιωματισμού: ζητήματα, βέβαια, υπάρχουν και εκεί, όμως η απάντηση δεν μπορεί να είναι ποτέ ούτε η διολίσθηση στον εθνικισμό ούτε βέβαια η υιοθέτηση της αντιμετανατευτικής ατζέντας)…

Με μια φράση, λοιπόν, η ακροδεξιά
• όχι μόνο αντισυστημική δεν είναι, είναι το ακριβώς αντίθετο: είναι μια δύναμη βαθιά και απόλυτα συστημική που
• όχι μόνο κανενός είδους λύση στα προβλήματα δεν επιδιώκει αλλά, λειτουργώντας ως κυματοθραύστης της λαϊκής αγανάκτησης, στοχεύει στην αυταρχική εξισορρόπηση του συστήματος.

Και δεν πρέπει βέβαια να ξεχνούμε ότι τις λειτουργίες αυτές δεν τις προωθούν μόνο οι ίδιοι οι ακροδεξιοί, τις προωθεί και τις προλειαίνει από πολλού και το ίδιο το Κράτος του ακραίου Κέντρου. Διότι τι άλλο παρά επίμονη προώθηση του ακροδεξιάς οπτικής ήταν και είναι πράγματα όπως το τείχος στον Έβρο, ο διάχυτος λόγος περί «λαθρομετανάστευσης», τα εκάστοτε μηρυκάσματα του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, η συγκάλυψη του εγκλήματος στην Πύλο (που, μετά τις αποκαλύψεις του Συνηγόρου του Πολίτη, να δούμε πού θα καταλήξει κι αυτό), και τόσα άλλα;

ΙΙΙ
Προκύπτει όμως εδώ ένα κομβικό ερώτημα: καλά, όλα αυτά δεν τα καταλαβαίνει ο κόσμος; Πώς και αποδέχεται την ακροδεξιά ως διέξοδο στα προβλήματά του; Μήπως λοιπόν πράγματι έχουμε αυτήν την διαβόητη συντηρητικοποίηση (για να μην πω τον εκφασισμό) των μαζών;

Είναι ένα κρίσιμο ερώτημα –τμήμα ενός ευρύτερου αφηγήματος που εγώ τουλάχιστον εμμονικά απορρίπτω– και που προφανώς δεν τα πάει καλά, ιδιαίτερα μετά τις πρόσφατες κινητοποιήσεις «οξυγόνο» –τις συντελεσμένες και όσες επέρχονται με τη γενική απεργία της Παρασκευής 28/2. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, είναι ένα ερώτημα υπαρκτό και πρέπει να μας απασχολήσει. Τι ισχύει λοιπόν εδώ;

Όπως μόλις έλεγα, Κράτος, παρατρεχάμενοι δημοσιολογούντες, και χειραγωγούμενα ΜΜΕ, συστηματικά εξοικειώνουν τον κόσμο με τις ακροδεξιές αναλυτικές κατηγορίες. Αυτό είναι αδιαμφησβήτητο γεγονός και σε έναν αξιοσημείωτο βαθμό εξηγεί τις περιστάσεις μας. Υπάρχει όμως μια ακόμη, εξίσου σημαντική διάσταση, εξόχως πολιτική και εξόχως δυσάρεστη, που διόλου δεν έχει να κάνει με τα λαϊκά στρώματα και την κοινωνία, αλλά με τις ανεπάρκειες της θεσμικής, της κατ’ όνομα όπως λέω Αριστεράς που έχει από καιρό πάψει να οραματίζεται –συνεπώς και να προτείνει– έναν άλλο κόσμο πέρα από τον καπιταλισμό. Αντιθέτως, αυτή η κατ’ όνομα αυτή Αριστερά έχει είτε ολότελα υποστείλει το σοσιαλιστικό στόχο (όταν δεν τον λοιδορεί κιόλας) –το όραμα, δηλαδή, της κοινωνικής ιδιοκτησίας των βασικών μέσων παραγωγής και του έλλογου σχεδιασμού τους– είτε τον έχει μεταθέσει σε ένα απροσδιόριστο μέλλον χωρίς σύνδεση ή επαφή με το παρόν.

Υποστηρίζω λοιπόν πως δεν είναι διόλου υπερβολή να πούμε ότι, σε τελική ανάλυση, για την άνοδο της ακροδεξιάς και του φασισμού ευθύνονται οι ανεπάρκειες της Αριστεράς –με το κύριο βέβαια μερίδιο της ευθύνης να επιμερίζεται στην εκάστοτε κυρίαρχη πτέρυγά της. Η άνοδος της ακροδεξιάς είναι, με άλλα λόγια, πρόβλημα πολιτικής δεν είναι πρόβλημα κοινωνίας, που οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε κατά μέτωπον και μάλιστα «άμεσα». Διότι, αν δεν το κάνουμε εμείς, τότε καθόλου να μην εκπλαγούμε αν δούμε την ακροδεξιά να αναπτύσσεται ακόμη περισσότερο.

Μια όμως και αναφέρομαι στις ευθύνες της Αριστεράς, να κάνω δυο εμβόλιμα συναφή σχόλια, ένα λίγο «ακαδημαϊκό», και ένα πιο άμεσα πολιτικό. Το ακαδημαϊκό αφορά την εν γένει διαχείριση του προβλήματος της αιτιότητας των κοινωνικών φαινομένων, το ερώτημα, δηλαδή, του ποιος είναι κάθε φορά ο κρίσιμος αιτιώδης παράγοντας ενός φαινομένου (ή μιας εξέλιξης) από επιστημονική οπτική –από την οπτική δηλαδή του ενεργού δρώντα (διότι επιστημονικό δεν είναι αυτό που διαρκώς προβάλλεται –ότι επιστημονική είναι η έρευνα που διεξάγεται χωρίς αξίες, είναι, αντίθετα, εκείνη που έχει μιαν εύρωστη πραξιακή οπτική, ικανή να μας καθοδηγεί στο πώς θα πραγματοποιήσουμε αυτό που κάθε φορά επιδιώκουμε παρεμβαίνοντας στην πραγματικότητα).

Στο πλαίσιο αυτό θέλω, λοιπόν, να μοιραστώ μαζί σας την οπτική ενός μεγάλου ιστορικού του 20ού αιώνα, του Robin George Collingwood, που υποστήριζε ότι αν αφήσουμε ένα σώμα να πέσει, κρίσιμος αιτιώδης παράγοντας δεν είναι ο νόμος της βαρύτητας (που ισχύει ό,τι κι αν εμείς κάνουμε), αλλά το ότι το αφήσαμε από το χέρι μας. Τέτοιος αιτιωδώς κρίσιμος είναι και ο ρόλος της ανεπαρκούς Αριστεράς των ημερών μας. Η ανεπαρκής Αριστερά είναι το χέρι που αφήνει την συστημική κρίση (το Νόμο της Βαρύτητας) να προκαλέσει την πτώση των κοινωνιών (δηλαδή την άνοδο της αντιδραστικής ακροδεξιάς…).

Πηγαίνοντας τώρα στο πιο άμεσα πολιτικό, επιτρέψτε μου να αναφερθώ και να παραθέσω από μια πρόσφατη επιφυλλίδα μου για το θέμα (δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών, στις 7 Φεβρουαρίου), με τίτλο «Η κοινωνία είναι εδώ –η Αριστερά;». Βασική επιδίωξή της ήταν να διατυπώσει αυτό που εγώ τουλάχιστον (αλλά –προφανώς– όχι μόνο εγώ) αντιλαμβάνομαι ως κρίσιμα καθήκοντα της Αριστεράς. Έλεγα εκεί ότι η εικόνα μιας «συντηρητικοποιημένης κοινωνίας» (που τόσο συχνά την επικαλούμαστε για να εξηγήσουμε την άνοδο της ακροδεξιάς) είναι μεν μια εικόνα ζοφερή, είναι όμως, ταυτόχρονα, και μια εικόνα γλυκόπικρα καθησυχαστική –μια και αφήνει την Αριστερά στη θαλπωρή της δικής της αυτοεπιβεβαίωσης: της αίσθησης ότι, ενώ η Αριστερά έχει καταφέρει να εκφράσει τις κοινωνικές αγωνίες, αυτή η «κοινωνία» υπολείπεται, διότι –πολύ απλά– δεν καταλαβαίνει...

Υποστήριζα, λοιπόν, ότι αυτή η προσέγγιση δεν είναι μόνο ένα ασυγχώρητο, ένα –επιτρέψτε μου– ανόητο λάθος, αποκαλύπτει επίσης, για όσους την επικαλούνται, και ελλιπή κατανόηση του ρόλου της Αριστεράς –που, έχοντας προκύψει από δράσεις και αγώνες των «αποκάτω», επιφορτίζεται με το καθήκον της γενίκευσης και πολιτικοποίησης των αιτημάτων τους! Θέλω λοιπόν σήμερα να υποστηρίξω ότι όσοι πολιτικά ενεργοί έτσι σκέπτονται, πολύ απλά, δεν έχουν καταλάβει το ρόλο που καλούνται να διαδραματίσουν. Διότι σε περιστάσεις όπως η σημερινή, η σοβαρή Αριστερά καλείται να εκπέμψει το μήνυμά της συγκεκριμένα και μαχητικά –ένα μήνυμα που, αν εμπνεύσει (και όποτε εμπνέει), οι κινηματικές δράσεις κλιμακώνονται και αφήνουν πολιτικό αποτύπωμα· αν πάλι όχι, επέρχεται απογοήτευση, αποστράτευση, και στη συνέχεια άνοδος της ακροδεξιάς.

Γενναιόδωρος όπως πάντα, πρόσθετα όμως ότι κρίσιμο είναι το τι κάνουμε τώρα, στον από ’δω και πέρα χρόνο. Και εδώ τα ερωτήματα είναι τόσο επιτακτικά όσο και αμείλικτα. Δηλαδή:
• κινητοποιείται η Αριστερά –όπου και όσο μπορεί– ώστε να αναδείξει τις συστημικές καταβολές των κοινωνικών αδιεξόδων και των αγωνιών, πολιτικοποιώντας τη λαϊκή αγανάκτηση;
• συνδέει την ενστικτώδη αντίσταση των λαϊκών στρωμάτων με τις δικές της προτάσεις και τα οράματα;
• ή μήπως αναπαύεται στη γνώριμή της αναμονή –μέχρι η κοινωνική δυναμική ξεφουσκώσει ώστε, εκ του ασφαλούς πλέον, να επανακάμψει ο λόγος περί «συντηρητικοποίησης» για να «εξηγηθεί» η άνοδος της ακροδεξιάς;

Αλλά για να ολοκληρώσω…

ΙV
Πάντοτε θεωρούσα ότι ο αγώνας ενάντια στην ακροδεξιά και το φασισμό είναι ένας αγώνας που μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο για τη δημιουργία της μαζικής ανατρεπτικής Αριστεράς που χρειαζόμαστε ώστε να μην επαναληφθούν με όρους ακόμη μεγαλύτερης τραγωδίας οι εξελίξεις του Μεσοπολέμου. Είχα γράψει κάποτε ότι αυτό απαιτεί την πλοήγηση ανάμεσα σε δυο εξίσου επισφαλείς οπτικές: την αποφυγή δηλαδή

• είτε της υποτίμησης της ακροδεξιάς απειλής ως ιδιαίτερου ζητήματος (ουσιαστικά της ακύρωσής του μέσα από μια δήθεν υπερ-πολιτικοποίηση που διατείνεται ότι δεν μας ενδιαφέρει ο ειδικός αγώνας ενάντια τους ακροδεξιούς και τους φασίστες, ενδιαφέρει μόνο αυτό που ευφάνταστα αποκαλείται «στρατηγικός σοσιαλισμός» –ένας σοσιαλισμός στη δευτέρα παρουσία, χωρίς ρηξιακές μεταβατικές δράσεις στο παρόν)…
• είτε, της απο-πολιτικοποποίησης: της τάσης δηλαδή να μην αναφέρονται ποτέ οι συστημικές καταβολές της ακροδεξιάς, και να μην αναδεικνύονται ποτέ οι δεσμοί της με το βαθύ κράτος, έτσι που να δίνεται η εντύπωση ότι σκοπός του αντιφασιστικού αγώνα είναι να προστατέψει το σύστημα από τα «άκρα».

Αυτές τις δυο παγίδες πρέπει να αποφύγουμε. Ξεκινώντας από το άμεσο καθήκον της αντιμετώπισης της ακροδεξιάς και του φασισμού εκεί όπου εμφανίζονται, οφείλουμε πάντα να προβάλλουμε την πραγματική εναλλακτική –έναν κόσμο χωρίς εκμετάλλευση. Αυτά και η συγκρότηση της μαζικής ανατρεπτικής Αριστεράς είναι νομίζω στόχοι που αλληλοπροϋποτίθενται αν θέλουμε να αντιστρέψουμε το ζοφερό κλίμα των ημερών. Δεν είναι βέβαια κάτι απλό, γι’ αυτό παλεύουμε καθένας και καθεμία με τις δυνάμεις που έχουμε, να ξέρετε όμως ότι υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για μια επιτυχή έκβαση…

*Εισήγηση στην εκδήλωση με θέμα «Ακροδεξιά, Πώς να αντιμετωπίσει η Αριστερά την άνοδό της στον κόσμο και την Ελλάδα» που διοργάνωσε η Ενωτική Πρωτοβουλία ΜέΡΑ25 | Ανατρεπτική Οικολογική Αριστερά Θεσσαλονίκης την Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2025.

Ο Σεραφείμ Ι. Σεφεριάδης είναι Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Life Member στο Πανεπιστήμιο του Cambridge (CLH) και Διευθυντής του Εργαστηρίου Συγκρουσιακής Πολιτικής (https://lcp.panteion.gr/), μέλος της ΠΓ της Ενωτικής Πρωτοβουλίας ΜέΡΑ25

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου