Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2025

«Καταναλώστε», «δουλέψτε» και «σώστε»… την κυβέρνηση


Άγιες, ακριβές μέρες…

Αναλυτές, μαγαζάτορες, βουλευτές περιμένουν την περίοδο των γιορτών για να βγάλουν συμπεράσματα για την περιβόητη ανάπτυξη της χώρας και τις επιδόσεις της κυβέρνησης. Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά εκλαμβάνονται ως μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να «κυκλοφορήσει χρήμα» στην αγορά. Ότι θα κυκλοφορήσει, βέβαια, είναι δεδομένο.
Πρώτον, ένα μικρό μα επαρκώς καλοταϊσμένο τμήμα της κοινωνίας έχει την οικονομική άνεση να «ανοιχτεί» σε αγορές και να ξοδέψει σε καλά ξενοδοχεία και εστιατόρια. Δεύτερον, το κατά πολύ μεγαλύτερο υπόλοιπο τμήμα αξιοποιεί το «δώρο» (εάν δεν εργάζεται στο δημόσιο ή δεν εκβιαστεί να το επιστρέψει) για να «καλύψει» τρύπες (ρούχα, οικιακές συσκευές, σέρβις), ίσως και να «ξεσκάσει» λίγο από μία καθημερινότητα σφικτή, γεμάτες στερήσεις.

«Τέλος καλό, όλα καλά» θα σκεφτούν οι υπέρμαχοι της κυβέρνησης. Οι πλούσιοι και οι τουρίστες στηρίζουν την εστίαση και το λιανεμπόριο και οι φτωχοί «κουτσά-στραβά» παίρνουν μία ανάσα.

«Κούφια» ανάγνωση που πατάει σε ένα «κούφιο» μοντέλο οικονομικής… ανάπτυξης, που αποδέχεται τον πληθωρισμό σαν κάτι θεόσταλτο. Και φέτος θα υπάρξει συζήτηση για την εορταστική ακρίβεια και φέτος, όμως, θα προσπαθήσουν να μας πείσουν «πως δεν γίνεται να κάνουμε κάτι».

Η ΙΝΚΑ Γενική Ομοσπονδία Καταναλωτών Ελλάδας εκτιμά το κόστος για ένα χριστουγεννιάτικο τραπέζι στα 187 ευρώ για τέσσερα άτομα. Πέρυσι, εκτιμούσε το κόστος για το ίδιο τραπέζι σε μόλις 156! Τα παραδοσιακά γλυκίσματα βλέπουν κι αυτά άνοδο, παρότι τα βασικά υλικά τους και τα βούτυρα εμφανίζονται σταθεροποιημένα. Όσο για τις σοκολάτες, η πτώση που καταγράφεται στο κακάο μετά την εκθετική του αύξηση, δεν θα προλάβει να κάνει την εμφάνισή της εντός εορτών.

«Καλά Χριστούγεννα», λοιπόν, μας εύχεται η κυβέρνηση που αρνείται να επέμβει στην ελεύθερη αγορά, που αφήνει μικρούς μαγαζάτορες να «πνίγονται» υπό το βάρος των ενεργειακών εξόδων και των ενοικίων, δίνοντας αβάντα στους μεγάλους ομίλους, και που αδιαφορεί πως ο μισθός (αλλά και το δώρο) μία που μπαίνει μία που βγαίνει!

Χρίστος Κρανάκης

Χριστουγεννιάτικη αφαίμαξη των μισθωτών προβλέπεται και φέτος! Η κυβέρνηση ελπίζει σε πρόσκαιρη αύξηση της καταναλωτικής κίνησης, αλλά αυτή θα έρθει κυρίως γιατί ο πολύς κόσμος περιμένει το δώρο να καλύψει τα βασικά.

«Καταναλώστε, δώστε και σώστε» τραγούδαγαν οι Βανδαλούπ κάποια χρόνια πριν. Το «Καταναλώστε» ήταν μία κραυγή κατά της εμπορευματοποίησης της μουσικής, ο παραπάνω στίχος όμως, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι το κυβερνητικό μότο γι’ αυτά τα Χριστούγεννα. Η επαρχία στενάζει -το δείχνουν τα αγροτικά μπλόκα-, οι μικρομεσαίοι δυσκολεύονται να ανταγωνιστούν τους ισχυρότερους ανταγωνιστές τους -ξεπηδούν νέες, δημόσιες και οργανωμένες διαφωνίες με την κυβερνητική πολιτική-, η ακρίβεια παραμένει νούμερο ένα θέμα στην ελληνική κοινωνία… «Καταναλώστε, δώστε και σώστε», λοιπόν, είναι η ευχή του κυβερνητικού επιτελείου για την περίοδο, μπας και κοπάσει λίγο η γκρίνια του… λαουτζίκου.

Ο κόσμος φυσικά θα καταναλώσει και καλά θα κάνει! Είναι έμφυτη τάση του ανθρώπου να προσπαθεί να περάσει καλύτερα, να κοινωνικοποιηθεί κ.ο.κ., όσο δύσκολη κι αν είναι η κατάσταση γύρω του. Παρόλα αυτά, δεν παύει να συνιστά κοροϊδία το να ζητάς από έναν λαό που πνίγεται στη θηλιά του πληθωρισμού να «καταναλώσει»! Άραγε πόσοι άνθρωποι στη χώρα δεν «καταναλώνουν» μία ή άλλη σχεδόν μονομιάς τον χαμηλό μισθό τους; Δεν συνιστά δηλαδή «επιλογή» το δώρο Χριστουγέννων να «φτουρήσει» για αποταμίευση. Άλλωστε, οι χώροι δουλειάς έχουν γεμίσει από τέτοια αστεία: «Σέρβις το αμάξι μόνο τα Χριστούγεννα!», «-Πού θα πάει το δώρο σου; -Στη ΔΕΗ!».

Η κυβέρνηση βρίσκεται πολύ μακριά από την «πραγματική» κοινωνία. Αδυνατεί να καταλάβει το μέγεθος της υποτίμησης της εργασίας σε μία συνθήκη εκρηκτικού κόστους ζωής. Οι φίλοι της και οι πιο πολλοί ψηφοφόροι της ανήκουν σε ένα ζωντανό μεν, αλλά σκληρά μειοψηφικό ποσοστό.

Η προτροπή προς τον καταναλωτισμό και τη φευγαλέα καλοπέραση, δεν μπορεί να αλλάξει τα πραγματικά οικονομικά δεδομένα. Η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να μεταφράσει την αυξημένη κίνηση στις γιορτές ως δείκτη κοινωνικής ευημερίας. Ακόμα, όμως, κι αν η φετινή αγοραστική κινητικότητα είναι υψηλή, αυτό δεν μπορεί να μεταφραστεί σε μία καθολική, οριζόντια και με διάρκεια οικονομική αντοχή της κοινωνίας. Αποκαλυπτικό παράδειγμα, πιθανότατα, να αποτελέσουν τα νούμερα της φετινής Black Friday (ειδικά όταν δημοσιοποιηθούν πλήρως). Η πρώτη εικόνα που έρχεται είναι διφορούμενη: τα μεγάλα καταστήματα -που δαπανούν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ και ανθρώπινους πόρους στο στήσιμο τεράστιων διαφημιστικών εκστρατειών- φαίνεται πως καταγράφουν άνοδο (ειδικά) στις διαδικτυακές παραγγελίες. Η αύξηση στον τζίρο των «μεγάλων» του λιανεμπορίου» κατά την Black Friday σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στις νέες (αναγκαστικές) καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων να περιμένουν και να «κυνηγάνε» (περισσότερα από τα προηγούμενα χρόνια) τις εκπτωτικές περιόδους. Από την άλλη, βέβαια, πολύ πιο απαισιόδοξοι εμφανίζονται οι μικρομεσαίοι ιδιοκτήτες που -σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις- δεν είδαν τα μαγαζιά τους να γεμίζουν ούτε εντός της συγκεκριμένης περιόδου.


Συνεπώς, το μεγαλύτερο τμήμα του τζίρου της Black Friday δεν είναι ότι κυκλοφόρησε «οριζόντια» στην κοινωνία (όπως ποτέ δεν γίνεται βέβαια στον καπιταλισμό), αλλά περισσότερο ακολούθησε μία ανοδική πορεία από τα χαμηλότερα στρώματα των εργαζομένων στα χέρια των ολιγοπωλίων. Τα λεφτά αυτά φυσικά δεν επιστρέφονται παρά σε ελάχιστο βαθμό, καθώς (και) τα αφεντικά στο λιανεμπόριο πληρώνουν ιδιαίτερα χαμηλούς μισθούς, άκρως δυσανάλογους με την κερδοφορία τους.

Για όλους τους παραπάνω λόγους, ό,τι κι αν «γράψει» η αγορά κατά τα Χριστούγεννα δεν θα μπορεί να μεταφραστεί με ποιοτικούς όρους σε οικονομική ευμάρεια ή αντοχή των λαϊκών στρωμάτων.




Το «βάρος» των γιορτών πέφτει στους εργαζόμενους στο εμπόριο!

Αυτό στο οποίο, όμως, σίγουρα θα μεταφραστεί είναι η όξυνση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων στο εμπόριο και τις συναφείς υπηρεσίες. Για τους/τις εργαζόμενους/ες σε αυτές τις θέσεις, το μότο της κυβέρνησης αλλάζει σε «δουλέψτε και σώστε». Άλλωστε, κάποιος πρέπει να θυσιαστεί για να επιδείξει «έργο» η κυβερνητική πολιτική. «-Δεν δίνει ο κόσμος εύκολα λεφτά; -Ας ανοίξουμε τρεις Κυριακές κι ας αυξήσουμε τη διάρκεια του εορταστικού ωραρίου!». Βρέθηκε η λύση! Άλλωστε οι εμποροϋπάλληλοι είναι κακοπληρωμένοι -παρότι πολλοί δουλεύουν σε μεγαθήρια του κλάδου που «σβήνουν» εκατομμύρια-, ας δουλέψουν παραπάνω μπας και πιάσουν έναν βιώσιμο μισθό! Βέβαια, αν θέλει ο εργοδότης η υπερωρία μετατρέπεται σε… ρεπό, μιας και η Επιθεώρηση Εργασίας είναι άφαντη!

Το διπλό μέτωπο (Black Friday – Χριστούγεννα) που καλούνται να αντιμετωπίζουν κάθε χρόνο οι εργαζόμενοι/ες στο εμπόριο, σημαίνει ένα σερί τουλάχιστον δύο μηνών, εντατικοποιημένης εργασίας και ξεχειλωμένων/σπαστών ωραρίων, χωρίς αυτά να πληρώνονται ούτε ευρώ παραπάνω! Το ιδεολόγημα -που έχει εμποτιστεί σε σημαντικό βαθμό και στην κοινωνία- ότι η προστασία της αγοράς είναι θέσφατο βαραίνει τις πλάτες των εργαζομένων.

Μία σύγκριση ανάμεσα στο φετινό εορταστικό ωράριο και εκείνο προ 15ετίας είναι ενδεικτική: Το εορταστικό (προαιρετικό;) ωράριο στην Αθήνα για το 2025 ξεκίνησε στις 11/12, το 2010 ξεκίνησε στις 16/12, δηλαδή πέντε μέρες αργότερα (τα Σαββατοκύριακα δεν επηρέαζαν). Το 2025 τα μαγαζιά θα είναι ανοιχτά τρεις Κυριακές, έναντι μίας το 2010. Ακόμα, το 2025 προβλέπεται ρεπό (ή ημέρα ανάπαυσης), υποχρεωτικά μεν σε κάποια άλλη εργάσιμη ημέρα της ίδιας εβδομάδας δε, για όσους εργάζονται Κυριακές, ενώ το 2010 τη Δευτέρα μετά την εργάσιμη Κυριακή τα μαγαζιά παρέμειναν καθολικά κλειστά λόγω της απασχόλησης τους την προηγούμενη μέρα. Περιττό να πούμε πως το 2025 οι πραγματικοί μισθοί των εμποροϋπαλλήλων έχουν μειωθεί, ενώ οι συνθήκες ελαστασφάλειας έχουν παγιωθεί!

Οι άγιες μέρες των Χριστουγέννων, για ακόμα μία φορά δεν προβλέπονται και τόσο «άγιες». Εθνική ευθύνη το να καταναλώσεις το πενιχρό σου δώρο, πριν το «φάει» ο πληθωρισμός και δεν… πιάσει τόπο, εθνική ευθύνη και το να δουλέψεις πάνω από οκτώ ώρες και τρεις Κυριακές. Η κυβέρνηση στο πνεύμα των Χριστουγέννων, προσπαθεί να πλάσει εικόνες «ανάπτυξης». Πίσω από τις βιτρίνες όμως, κρύβεται η κοινωνική πλειονότητα που δουλεύει σκληρά με μοναδική ανταπόδοση μία στιγμή πρόσκαιρης διασκέδασης. Αδύναμη να αποταμιεύσει, να μεγαλώσει αξιοπρεπώς παιδιά και να αγοράσει σπίτι, καταδικασμένη να ζήσει χειρότερα από τους προγόνους της, περνάει και αυτές τις γιορτές με το άγχος της επιβίωσης και την έλλειψη προοπτικής. «Αντίδοτο» η ταξική αλληλεγγύη και ο αγώνας που πρέπει να συντονίσει τα πλατιά στρώματα της κοινωνίας που τίποτα δεν θα κερδίσουν από τις αυξήσεις των χριστουγεννιάτικων πωλήσεων, παρά μόνο από την επιβολή της πραγματικής αύξησης των μισθών και της μείωσης του κόστους ζωής.





Να πάρουμε πίσω τις Κυριακές μας!

Η κατάργηση της κυριακάτικης αργίας αποτέλεσε ένα μεθοδευμένο και κλιμακούμενο σχέδιο από πλευράς αστικής μπάντας. Πρώτα άνοιξε η δημόσια συζήτηση: «και τι πειράζει μία Κυριακή;», μετά ξεκίνησε η καταστολή και η προκλητική παρουσία της ΕΛΑΣ σε κινητοποιήσεις, διαδηλώσεις και μοιράσματα που διοργάνωναν τα σωματεία και το Συντονιστικό δράσης ενάντια στην κατάργηση της Κυριακάτικης Αργίας, ενώ τώρα έχει εμπεδωθεί πως τα καταστήματα θα ανοίγουν τρεις Κυριακές μέσα στο διάστημα των εορτών.

Το ζήτημα της κυριακάτικης αργίας ήταν κάτι που απασχόλησε έντονα το εργατικό κίνημα και ειδικά τους εργαζόμενους του εμπορίου. Το 2014, ο ΣΥΒΧΨΑ προχώρησε σε κάλεσμα προς εργατικά σωματεία και συλλογικότητες ανέργων/εργαζομένων με στόχο τη δημιουργία συντονιστικού δράσης. Το Συντονιστικό δράσης ενάντια στην κατάργηση της Κυριακάτικης Αργίας, παρενέβη – από κοινού με άλλα εργατικά σχήματα – στις «μάχες» των Κυριακών. Δράσεις αντιπληροφόρησης, αποκλεισμοί καταστημάτων και διαμαρτυρίες ανήμερα Κυριακής, κάποιες φορές συνδυαστικά με προκηρυγμένη απεργία της ΟΙΥΕ, συνέθεταν ένα σκηνικό άμεσης και ουσιαστικής ρήξης με τον αντεργατικό κυκεώνα που ετοιμαζόταν εκείνα τα χρόνια. Σε πολλές περιπτώσεις, οι δράσεις αυτές αντιμετωπίστηκαν με αστυνομικές επιθέσεις ή προκλητική παρουσία και εργοδοτικές προκλήσεις.




Πλέον, η εργοδοσία προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τους ευνοϊκότερους συσχετισμούς που καθιέρωσαν τα μνημόνια και όλες οι μετέπειτα κυβερνήσεις. Το «να δουλεύεις Κυριακή» για σημαντικό μέρος της κοινωνίας στις μέρες μας δεν προκαλεί εντύπωση. Όπως σε λίγα χρόνια – αν δεν ανατραπεί – δεν θα προκαλεί εντύπωση το 13ωρο.



Ο σύγχρονος καπιταλισμός στηρίζει την υπερσυσσώρευση του κέρδους του στη διάλυση των εργατικών κεκτημένων και την αφαίμαξη της εργασιακής δύναμης. Όπως η αύξηση/ελαστικοποίηση των ωραρίων και η κατάργηση/υποτίμηση των συλλογικών συμβάσεων δημιουργούν ένα εργασιακό περιβάλλον, όπου η εργασία μετατρέπεται σε συνεχές «καθήκον» και τα δικαιώματα σε «πολυτέλεια», έτσι και η κατάργηση της κυριακάτικης ανάπαυσης στοχεύει ευθέως στην ποιότητα ζωής των εργαζομένων, στο όνομα της εκτίναξης του ιδιωτικού κέρδους. Κοινωνικές αξίες του παρελθόντος που «κοστίζουν», θεωρούνται «αναχρονιστικές» και οι συνδικαλιστές/στριες που διαμαρτύρονται «εκτός εποχής».

Στη σημερινή συνθήκη κυριαρχεί έντονα το στοιχείο της υποχώρησης από εργατικά κεκτημένα και αξίες. Βέβαια υπάρχουν αντιλήψεις που αναδύονται, οι οποίες αντιλαμβάνονται τη ματαιότητα του να δουλεύεις όλη μέρα, κάθε μέρα και μάλιστα για να παίρνεις ελάχιστα. Οι κάλπες σε σωματεία αυξάνονται και αρκετά εκλογικά αποτελέσματα ενισχύουν τις αριστερές παρατάξεις. Ταυτόχρονα, όπου κλάδοι προχωρούν σε αποφασιστικές και μαζικές απεργίες, αποκομίζουν την κοινωνική στήριξη και – συχνά – κατακτούν μεγάλες νίκες (βλ. ΠΕΝΕΝ).

Η μάχη της Κυριακής δεν έχει λήξει και θα επανέλθει απότομα στο προσκήνιο!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου