Τελικά οι υπουργοί στην Ελλάδα πάντα την γλίτωναν. Ακόμη και οι δοσίλογοι. Ο Άκης Τσοχατζόπουλος αποτελεί τη μοναδική -μέχρι στιγμής- εξαίρεση. Γιατί τα θυμηθήκαμε όλα αυτά; Γιατί σαν σήμερα το 1949 με σχετικό διάταγμα πολλοί “κατοχικοί υπουργοί” τη γλίτωσαν!
Όπως και οι περισσότεροι δοσίλογοι,γερμανοτσολιάδες συνεργάτες των Γερμανών.
Διαβάστε πως:
Ο πρώτος νόμος για τη δίωξη των δοσιλόγων θεσπίστηκε πριν τα Δεκεμβριανά, αλλά αντικαταστάθηκε με τον πολύ αυστηρότερο νόμο της κυβέρνησης Πλαστήρα, στις 23 Ιανουαρίου 1945. Ο νόμος αυτός καθόριζε ότι η ευθύνη των κατοχικών κυβερνήσεων υφίστατο και χωρίς να αποδειχθεί ο δόλος για την προδοσία της πατρίδας. Προβλέφτηκαν ειδικά δικαστήρια, στα οποία την πλειοψηφία είχαν τακτικοί δικαστές.
Από τις αρχές του 1945 άρχισε η αθρόα παραπομπή των κατηγορουμένων:
• Όσοι ήταν μέλη των κατοχικών κυβερνήσεων
• Όσοι κατείχαν δημόσια θέση και έγιναν συνειδητά όργανα του εχθρού
• Όσοι συμμετείχαν συνειδητά στη μετάδοση της προπαγάνδας του εχθρού
• Όσοι ενήργησαν πιεστικά κατά του λαού
• Οι καταδότες Ελλήνων ή ξένων υπηκόων και όσοι άσκησαν πράξεις βίας εναντίον Ελλήνων οι οποίοι δρούσαν κατά του εχθρού
• Οι πληροφοριοδότες του εχθρού ή όσοι παρεμπόδισαν ελληνικές ή συμμαχικές προσπάθειες κατά του εχθρού
• Όσοι υπήρξαν αρχηγοί ή οδηγοί κίνησης η οποία έτεινε στην προσβολή της ακεραιότητας της χώρας
• Οι οικονομικοί συνεργάτες του εχθρού, οι οποίοι προκάλεσαν ζημιά στον ελληνικό λαό ή σε Έλληνες πολίτες και βοήθησαν ουσιαστικά την πολεμική προσπάθεια του εχθρού.
Εκτός από τις συνήθεις ποινές, θεσπίστηκε και το ιδιώνυμο αδίκημα της εθνικής αναξιότητας, που επέσυρε ποινή φυλάκισης από 6 μήνες έως 5 χρόνια, καθώς και ισόβια στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων. Αυτό αφορούσε τους συνεργάτες του εχθρού, οι οποίοι δεν ενέπιπταν σε κάποια από τις περιπτώσεις που προέβλεπε ο νόμος.
Το δικαστήριο όμως παρέκαμπτε το ακανθώδες θέμα των Ταγμάτων Ασφαλείας, αν και του αφιέρωσε πολλές σελίδες
Η πρώτη δίκη, όσων συμμετείχαν στις κατοχικές κυβερνήσεις, άρχισε στις 21 Φεβρουαρίου 1945, στο Εφετείο Αθηνών και η απόφαση εκδόθηκε τρεις μήνες μετά.
Σημειώνει ο Σ. Γρηγοριάδης:
Το δικαστήριο όμως παρέκαμπτε το ακανθώδες θέμα των Ταγμάτων Ασφαλείας, αν και του αφιέρωσε πολλές σελίδες. Έκρινε ότι τα Τάγματα «δεν συνεκροτήθησαν επί σκοπώ προκλήσεως εμφυλίου πολέμου, αλλά προς εμπέδωσιν της διαταραχθείσης τάξεως». Αλλά αναγνώριζε ότι «εκ της συγκροτήσεως τούτων επεδίωξε να επωφεληθεί ο εχθρός». Απέφυγε πάντως να καταλογίσει ευθύνες μεταξύ των κατηγορουμένων, «επειδή δεν ησκήθησαν εις την προκειμένην δίκην ποινικαί αγωγαί εκ μέρους παθόντων ή συγγενών των εκ των Ταγμάτων Ασφαλείας».
Το δικαστήριο επέβαλε την ποινή του θανάτου για τον κατοχικό πρωθυπουργό Τσολάκογλου και άλλους δύο, ισόβια δεσμά στους κατοχικούς πρωθυπουργούς Ράλλη και Λογοθετόπουλο, ισόβια σε τρία ακόμη πρόσωπα, φυλάκιση 20 ετών σε δύο, φυλάκιση έντεκα ετών σε τρεις, και 5 ½ ετών σε πέντε κατηγορουμένους. Έξι κατηγορούμενοι απαλλάχτηκαν.
Στην Ελλάδα δεν εκτελέστηκε κανείς από τους άνδρες αυτής της κατηγορίας (σημ: των «πολιτικών» δοσιλόγων). Και σε ελάχιστα χρόνια ήταν όλοι ελεύθεροι με διάφορα μέτρα επιείκειας
Η απόφαση θεωρήθηκε (και ήταν) εξαιρετικά επιεικής – και σε σύγκριση με ό,τι συνέβη σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με παρόμοιο πρόβλημα. Αλλά, ακόμα χειρότερη ήταν η εξέλιξη των πραγμάτων.
Σημειώνει ο Γρηγοριάδης:
Στην Ελλάδα δεν εκτελέστηκε κανείς από τους άνδρες αυτής της κατηγορίας (σημ: των «πολιτικών» δοσιλόγων). Και σε ελάχιστα χρόνια ήταν όλοι ελεύθεροι με διάφορα μέτρα επιείκειας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το Δεκέμβρη του ’44 και για δυο μήνες περίπου, οι περισσότεροι από τους κατηγορουμένους δοσιλόγους είχαν μεταφερθεί στην Αίγυπτο, για λόγους ασφαλείας. Πράγματι, στις αρχές του Δεκέμβρη ο ΕΛΑΣ κατέλαβε τις φυλακές Αβέρωφ. Από τους 253 δοσίλογους που υπήρχαν εκεί απήγαγε τους 100 (πιθανολογείται μετά βεβαιότητος η τύχη τους) ενώ οι υπόλοιποι κατάφεραν να δραπετεύσουν. Μεταξύ των 100 ήταν και δυο κατοχικοί υπουργοί, ενώ ένας ακόμα εκτελέστηκε μέσα στην κατοχή (17 Ιανουαρίου 1943) ενώ έβγαινε από το σπίτι του.
Αυτά, εν συντομία, συνέβησαν με τους «πολιτικούς» δοσίλογους. Αλλά υπήρχαν πολλοί ακόμα: Όσοι υπηρέτησαν στα Τάγματα Ασφαλείας, αλλά και όσοι υπηρέτησαν σε διάφορα ένοπλα σώματα Ελλήνων σε άμεση συνεργασία με τις κατοχικές δυνάμεις (πχ Πούλος), στην Ειδική Ασφάλεια, στο μηχανοκίνητο Σώμα Αστυνομίας Πρωτευούσης κλπ. Γράφει ο Γρηγοριάδης:
Οι ηγέτες τους παραπέμφθηκαν σε μια ατέλειωτη σειρά δικών, οι αποφάσεις συγχωνεύτηκαν κατά ομάδες κατηγοριών και τελικά οι περισσότεροι απαλλάχτηκαν.Πάντως, και στο επίπεδο αυτό, οι αποφάσεις των δικαστηρίων υπήρξαν κατά γενικό χαρακτηρισμό επιεικείς, αλλά οι ηγέτες (στρατηγός Χωροφυλακής Λάμπρου κ.α.) καταδικάστηκαν. Μαζί τους καταδικάστηκε και η καθαυτό μορφή συνεργασίας – άμεση ή έμμεση- με τις κατοχικές δυνάμεις.
Αλλά η πραγματική Νέμεσις για χιλιάδες πραγματικούς η κατ’ εκτίμησιν δοσίλογους δεν ήρθε με τις δικογραφίες, μέσα στις αίθουσες των δικαστηρίων, αλλά στους δρόμους των πόλεων και των χωριών, με τη μορφή του ξεκαθαρίσματος των λογαριασμών από τον ΕΛΑΣ ή την ΟΠΛΑ (δηλ. το ΚΚΕ) και μοναδική προβλεπόμενη ποινή το θάνατο. Τις μεγάλες εμφύλιες συγκρούσεις που ακολούθησαν την απελευθέρωση (Καλαμάτα, Μελιγαλάς, Πύλος, Γαργαλιάνοι, Μυστράς, Κιλκίς, Κούκος, Βαθύλακος, Αθήνα κ.ά.) ολοκλήρωσαν πολλές χιλιάδες άμεσες εκτελέσεις αιχμαλώτων. Ο ακριβής αριθμός των αιχμαλώτων που εσφάγησαν ως συνεργάτες των Γερμανών δεν είναι γνωστός, αλλά δεν πρέπει να είναι πολύ μικρότερος από δέκα χιλιάδες. Μια πραγματική εκατόμβη, μια απερίγραπτη σφαγή νέων ανθρώπων, η οποία οδήγησε με τη σειρά της στο τεράστιο εμφύλιο σφαγείο του 1946-49, το οποίο καταβρόχθισε σχεδόν 150.000 ανθρώπους – τον ανθό της νεολαίας εκείνης της εποχής.
Πολλές εκατοντάδες αξιωματικοί των ΤΑ (κάποιες πηγές τους ανεβάζουν σε 1000, άλλες σε 1200) επανήλθαν άμεσα στη νομιμότητα, λόγω των αναγκών που δημιουργούσε η πολιτική κατάσταση μετά τη Βάρκιζα, όπου η γενίκευση του Εμφυλίου ήταν επί θύραις. Χρησιμοποιήθηκαν λοιπόν από τις μετακατοχικές κυβερνήσεις είτε στο στρατό, είτε στη χωροφυλακή είτε στα ΜΕΑ-ΜΑΥ.
Ωστόσο, επίσημη αποκατάσταση για τον χαρακτηρισμό των ΤΑ ως «προδοτικά σώματα», που είχε γίνει από την κυβέρνηση Παπανδρέου πριν την απελευθέρωση, δεν έγινε. Δηλαδή, δεν έγινε μέχρι τη χούντα, η οποία χωρίς τυμπανοκρουσίες, με το ΝΔ 179 του 1969, τους αναγνώρισε επίσημα ως αντιστασιακούς και τη θητεία τους στα ΤΑ ως «εθνική αντίσταση». Αντιστασιακοί θεωρήθηκαν και όσοι πολέμησαν επί Κατοχής εναντίον οργανώσεων «αντεθνικώς δρασάντων και αποσκοπούντων εις την επιβολήν εν τη χώρα καθεστώτος διαφόρου του νομίμου τοιούτου» Έτσι αναγνωρίστηκε η δράση και όσων αντιπαρατέθηκαν στο ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ, στα πλαίσια του Κατοχικού Εμφυλίου. Επόμενος σταθμός το 1982: με την αναγνώριση της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης ο χουντικός νόμος καταργήθηκε, αλλά τα «κεκτημένα» (συντάξεις) διατηρήθηκαν.
Κλείνοντας το ποστ, θα αναφέρω ένα χαρακτηριστικό περιστατικό και μια αναπάντεχη διαπίστωση.
Το περιστατικό (Γρηγοριάδης):
Στις 1 Οκτωβρίου 1945 δικάστηκαν στο ειδικό δικαστήριο δοσιλόγων Ηρακλείου πέντε άτομα της ιδίας οικογένειας (οι τρεις γυναίκες) κατηγορούμενοι για συνεργασία με τον εχθρό, η οποία οδήγησε στο θάνατο 37 συγχωριανούς τους. Η απόφαση ήταν θάνατος για τη μία γυναίκα, ισόβια για τη δεύτερη, ποινές φυλάκισης για δύο και απαλλαγή για τον τελευταίο κατηγορούμενο, ο οποίος ήταν παιδί. Με την έκδοση της απόφασης το πλήθος εισέβαλε στο χώρο κράτησης, μέσα στο δικαστήριο και έσφαξε με μαχαίρια όλους τους κατηγορουμένους. Οι δικαστές κινδύνεψαν να έχουν την ίδια τύχη.
Η αναπάντεχη διαπίστωση (Καλύβας):
Επετράπη (από το ΚΚΕ) σε σλαβομακεδόνες κομιτατζήδες σε πολλές περιπτώσεις να ενσωματωθούν στο ΕΑΜ, κατά τον ίδιο τρόπο πολιτικής (και καθόλου ηθικής) επιλογής με τον οποίο εντάχτηκαν στα ένοπλα σώματα του επίσημου κράτους οι πολυπληθείς μη σλαβομακεδόνες δοσίλογοι. Αν η διαπίστωση αυτή ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, είναι χαρακτηριστική για τον τρόπο σκέψης του αριστερού πόλου στο ηρακλείτειο δίπολο δεξιάς – αριστεράς του Εμφυλίου: ήταν ο ίδιος και στους δύο πόλους – τουλάχιστον σε ό,τι αφορούσε στην αδίσταχτη αξιοποίηση κάθε διαθέσιμου ανθρώπινου πόρου, προκειμένου να εξοντωθεί ο βασικός αντίπαλος. Και ο αντίπαλος, από πολύ νωρίς, δεν συνέπιπτε με τους κατακτητές, αλλά με τους εσωτερικούς εχθρούς της κάθε παράταξης. Γι’ αυτό άλλωστε ο Εμφύλιος δεν ξεκίνησε στα 1946, στα καλά του καθουμένου, αλλά στα 1943.
Βιβλιογραφία
Τάκης Καμπύλης, Οι «άνθρωποι σκιές» του δωσιλογισμού
ΠΗΓΗ: www.pame.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου