Πέμπτη 21 Σεπτεμβρίου 2023

Γιατί τα βρετανικά μέσα λένε τη μισή αλήθεια για το δράμα της Λιβύης

Γιατί τα βρετανικά μέσα λένε τη μισή αλήθεια για το δράμα της Λιβύης

Του Τζόναθαν Κουκ για το Declassified UK

Η πραγματικότητα πίσω από την τρέχουσα εξωτερική πολιτική της Δύσης, το σήμα κατατεθέν της οποίας είναι τις τελευταίες δύο δεκαετίες η «Ευθύνη Προστασίας», είναι δυστυχώς εξαιρετικά εμφανής στην καταστροφή που προκάλεσαν οι πλημμύρες στη Λιβύη.

Πολλές χιλιάδες έχουν σκοτωθεί ή αγνοούνται στο λιμάνι της Ντέρνα, αφότου δύο φράγματα που προστάτευαν την πόλη σπάσαν υπό το σφυροκόπημα της Καταιγίδας Daniel. Τεράστιες οικιστικές εκτάσεις στην περιοχή, ακόμα και στη Βεγγάζη έχουν συντριβεί.

Η ίδια η καταιγίδα θεωρείται μια ακόμα απόδειξη μιας κλιμακούμενης κλιματικής κρίσης, που αλλάζει ταχέως τα καιρικά μοτίβα σε όλο τον κόσμο και κάνει καταστροφές σαν την πλημμύρα της Ντέρνα πιθανότερες.

Όμως η έκταση της καταστροφής δεν μπορεί απλά να αποδοθεί στην κλιματική αλλαγή. αν και η μιντιακή κάλυψη των γεγονότων αποκρύπτει προσεκτικά αυτό το σημείο, οι ενέργειες της Βρετανίας 12 χρόνια πριν -τότε που διαλαλούσε την ανθρωπιστική της ανησυχία για τη Λιβύη- είναι στενα συνδεδεμένες με το τωρινό μαρτύριο της Ντέρνα.

Τα φράγματα που καταρρέουν και οι παραπαίουσες προσπάθειες αρωγής, επισημαίνουν ορθά οι παρατηρητές, είναι το αποτέλεσμα ενός κενού εξουσίας στη Λιβύη: Δεν υπάρχει κεντρική αρχή ικανή για την διακυβέρνηση της χώρας.

Αλλά υπάρχουν λόγοι που η Λιβύη είναι τόσο ανεπαρκώς προετοιμασμένη για να αντιμετωπίσει μια καταστροφή. Και η Δύση είναι βαθιά αναμεμειγμένη σε αυτό.

Το να αποφεύγεις να αναφερθείς σε αυτούς τους λόγους, όπως κάνει η δυτική δημοσιογραφική κάλυψη, αφήνει το κοινό με μια ψευδή και επικίνδυνη εντύπωση: πως κάτι λείπει από τους Λίβυους, ή ίσως από τους Άραβες και τους Αφρικανούς, που τους καθιστά εγγενώς ανίκανους να χειριστούν καταλλήλως τα ζητήματά τους.

«Δυσλειτουργικές πολιτικές»

Η Λιβύη είναι πράγματι άνω κάτ, γεμάτη αντιμαχόμενες πολιτοφυλακές και με δύο αντίπαλες κυβερνήσεις να διαγκωνίζονται για τη εξουσία εν μέσω μιας γενικής ατμόσφαιρας ανομίας. Ακόμα και πριν από αυτή την τελευταία καταστροφή, οι διαγωνιζόμενοι ηγέτες της χώρας δυσκολεύονταν να αντιμετωπίσουν την από μέρα σε μέρα διαχείριση των ζωών των πολιτών τους.

Αλλιώς, όπως σχολίασε ο ανταποκριτής του BBC για θέματα Ασφάλειας Φρανκ Γκάρντνερ, η κρίση «επιδεινώθηκε από τις δυσλειτουργικές πολιτικές της Λιβύης, μιας χώρας τόσο πλούσιας σε φυσικούς πόρους κι ωστόσο τόσο απελπισμένα στερούμενης της ασφάλειας και της σταθερότητας που οι άνθρωποί της λαχταρούν».

Τα μέσα, εξαπολύουν αυτούς τους χαρακτηρισμούς κατά ριπάς

Παράλληλα, ο Κουέντιν Σόμερβιλ, ο ανταποκριτής του BBC για τη Μέση Ανατολή, εξέφερε την άποψη πως «υπάρχουν πολλές χώρες που θα μπορούσαν να διαχειριστούν μια τέτοιας έκτασης πλημμύρα, αλλά καμία με τα προβλήματα της Λιβύης. Πέρασε μια μακρά και επώδυνη δεκαετία: εμφύλιοι, τοπικές συγκρούσεις, η ίδια η Ντάρνα να καταλαμβάνεται από το Ισλαμικό Κράτος και την πόλη να βομβαρδίζεται για να απομακρυνθούν από εκεί».

Σύμφωνα με τον Σόμερβιλ, ειδικοί είχαν εκ των προτέρων προειδοποιήσει πως τα φράγματα βρίσκονταν σε κακή κατάσταση. «Μέσα στο χάος της Λιβύης αυτές οι προειδοποιήσεις δεν εισακούστηκαν», πρόσθεσε.

«Δυσλειτουργία», «χάος», «αντιμετωπίζουσα προβλήματα», «ασταθής», «διαιρεμένη». Το BBC και τα υπόλοιπα κατεστημένα μέσα, εξαπολύουν αυτούς τους όρους κατά ριπάς.

Η Λιβύη εμπίπτει σε αυτό που οι αναλυτές αρέσκονται να αποκαλούν failed state. Όμως, αυτό που το BBC και τα υπόλοιπα δυτικά μίντια έχουν προσεκτικά αποφύγει να αναφέρουν είναι το γιατί.

Αλλαγή καθεστώτος

Πάνω από μια δεκαετία πριν, η Λιβύη είχε μια ισχυρή, επαρκή, αν και πολύ καταπιεστική, κεντρική κυβέρνηση υπό τον δικτάτορα Μουαμάρ Καντάφι. Τα έσοδα της χώρας από το πετρέλαιο χρησιμοποιούνταν για την παροχή δωρεάν εκπαίδευσης και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Ως εκ τούτου, η Λιβύη είχε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά εγγραμματοσύνης και ένα από τα υψηλότερα κατά κεφαλήν εισοδήματα στην Αφρική.

Όλα αυτά αλλάξαν του 2011, όταν το ΝΑΤΟ επιδίωξε να αξιοποιήσει το δόγμα «Ευθύνη Προστασίας» (“Responsibility to Protect”), ή εν συντομία R2P, για να δικαιολογήσει την πραγματοποίηση ενεργειών που ισοδυναμούσαν με μια παράνομη επιχείρηση αλλαγής καθεστώτος υπό την κάλυψη μιας εξέγερσης.

Η υποτιθέμενη «ανθρωπιστική επέμβαση» στη Λιβύη αποτέλεσε μια περισσότερο εκλεπτυσμένη εκδοχή της ομοίως παράνομης εισβολής «Σοκ και Δέος» στο Ιράκ οκτώ χρόνια νωρίτερα.

Τότε, οι ΗΠΑ και η Βρετανία ξεκίνησαν έναν επιθετικό πόλεμο χωρίς εξουσιοδότηση από τα Ηνωμένα Έθνη, βασιζόμενες στην εντελώς κίβδηλη υπόθεση πως ο ηγέτης του Ιράκ, Σαντάμ Χουσεΐν, κατείχει κρυφά αποθέματα όπλων μαζικής καταστροφής.

ΗΔύση κατασκεύασε ένα πρόσχημα για να εμπλακεί άμεσα στη Λιβύη

Στην περίπτωση της Λιβύης, αντίθετα, η Βρετανία και η Γαλλία, υποστηριζόμενες από τις ΗΠΑ, αναδείχθηκαν περισσότερο επιτυχείς στο να πάρουν ένα ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο προέβλεπε ένα περιορισμένο εύρος καθηκόντων να προστατεύσουν άμαχους πληθυσμούς από την απειλή επίθεσης και να επιβάλλουν μια ζώνη απαγόρευσης πτήσεων.

Οπλισμένη με το ψήφισμα, η Δύση κατασκεύασε ένα πρόσχημα για να εμπλακεί άμεσα στη Λιβύη. Ισχυρίστηκαν πως ο Καντάφι προετοιμάζει μια σφαγή αμάχων στο προπύργιο των ανταρτών, τη Βεγγάζη. Στο ανατριχιαστικό παραμύθι προστέθηκε ακόμα και ότι ο Καντάφι εξόπλιζε στρατιώτες με Viagra προκειμένου να τους ενθαρρύνει να πραγματοποιήσουν μαζικούς βιασμούς.

Όπως και στην περίπτωση των όπλων μαζικής καταστροφής του Ιράκ, οι ισχυρισμοί ήταν εντελώς ατεκμηρίωτοι, όπως συμπέρανε και μια επιτροπή διεθνών σχέσεων του βρετανικού κοινοβουλίου πέντε χρόνια μετά, το 2016. Η έρευνα της επιτροπής κατέληξε στο ότι «η υπόθεση πως ο Μουαμάρ Καντάφι θα μπορούσε να έχει διατάξει τη σφαγή αμάχων στη Βεγγάζη δεν υποστηριζόταν από τα διαθέσιμα στοιχεία».

Η έκθεση συμπλήρωνε πως «το τεσσαρακονταετές ιστορικό απαίσιων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Καντάφι δεν περιελάμβανε μεγάλης κλίμακας επιθέσεις σε Λίβυους πολίτες».

Εκστρατείες βομβαρδισμών

Αυτή, ωστόσο, δεν ήταν και η άποψη που ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον και τα μέσα ενημέρωσης διέχεαν στην κοινή γνώμη όταν οι Βρετανοί βουλευτές ψήφισαν υπέρ της υποστήριξης ενός πολέμου στη Λιβύη τον Μάρτιο του 2011. Μόνο 13 βουλευτές εναντιώθηκαν.

Ανάμεσά τους, ο απλός βουλευτής τότε, Τζέρεμι Κόρμπιν, που τέσσερα χρόνια μετά θα εκλεγόταν ηγέτης της αντιπολίτευσης των Εργατικών, πυροδοτώντας μια εκτεταμένη καμπάνια σπίλωσης του από το βρετανικό κατεστημένο.

Όταν το ΝΑΤΟ ξεκίνησε την «ανθρωπιστική επέμβασή», ο αριθμός των νεκρών από τη σύγκρουση στη Λιβύη υπολογιζόταν από τον ΟΗΕ σε όχι πάνω από 2.000. Έξι μήνες μετά υπολογιζόταν πιο κοντά στις 50.000, με αμάχους να αποτελούν ένα σημαντικό μέρος των θυμάτων.

Επικαλούμενο την υπαγορευόμενη από την Ευθύνη του για Προστασία αποστολή του, το ΝΑΤΟ υπερέβη κατάφορα τους όρους του ψηφίσματος του ΟΗΕ, οι οποίοι απέκλειαν συγκεκριμένα «μια ξένη δύναμη κατοχής οποιασδήποτε μορφής». Δυτικά στρατεύματα, μεταξύ των οποίων βρετανικές ειδικές δυνάμεις, ενήργησαν στο έδαφος, συντονίζοντας τις δράσεις αντάρτικων πολιτοφυλακών που εναντιώνονταν στον Καντάφι.

Παράλληλα, νατοϊκά αεροσκάφη πραγματοποίησαν εκστρατείες βομβαρδισμού που συχνά σκότωναν τους ίδιους ακριβώς τους αμάχους που το ΝΑΤΟ δήλωνε πως είναι εκεί για να προστατεύσει.

Επρόκειτο για μια ακόμα παράνομη δυτική επιχείρηση ανατροπής καθεστώτος – με αυτή εδώ να ολοκληρώνεται με τη βιντεοσκόπηση του Καντάφι να κατακρεουργείται στο δρόμο.

Σκλαβοπάζαρα

Η αυτοσυγχαιρούμενη διάθεση στις πολιτικές και δημοσιογραφικές τάξεις της Βρετανίας με το λουστράρισμα των «ανθρωπιστικών» διαπιστευτηρίων της Δύσης, ήταν πρόδηλη στα μέσα ενημέρωσης.

Ένα άρθρο του Observer, διακήρυσσε: «Μια αξιέπαινη επέμβαση. Ένα ελπιδοφόρο μέλλον» Ο Ντείβιντ Όουεν, πρώην υπουργός Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου, έγραψε στην Daily Telegraph: «Στη Λιβύη αποδείξαμε ότι η επεμβάσεις μπορούν ακόμα να λειτουργήσουν».

Λειτούργησε όμως;

Πριν δυο χρόνια, ακόμα και το αρχι-νεοσυντηρητικό Atlantic Council, το απόλυτα έμπιστο της Ουάσινγκτον think tank, παραδέχθηκε πως «οι Λίβυοι είναι φτωχότεροι, εκτεθειμένοι σε μεγαλύτερο κίνδυνο, και σε περιοχές της χώρας βιώνουν την ίδια ή και περισσότερη πολιτική καταπίεση σε σύγκριση με την διακυβέρνηση του Καντάφι».

Το Atlantic Council προσέθετε τότε πως «η Λιβύη παραμένει πολιτικά διχασμένη και σε κατάσταση επιδεινούμενου εμφυλίου πολέμου. Οι συχνές διακοπές στην πετρελαιοπαραγωγή εν μέσω λειψής συντήρησης των υποδομών των κοιτασμάτων έχει κοστίσει στη χώρα χαμένα έσοδα αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων».

Η ιδέα πως το ΝΑΤΟ προβληματίστηκε ποτέ πραγματικά για την ευημερία των Λίβυων αποδείχθηκε απατηλή αμέσως αφότου σφαγιάστηκε ο Καντάφι. Η Δύση αμέσως εγκατέλειψε τη Λιβύη, παραδίδοντάς την στον επικείμενο εμφύλιο πόλεμό της, σε αυτό που ο Ομπάμα περιέγραψε γλαφυρά ως «shit show» [χαρακτηρισμός αντίστοιχος του ελληνικού «μπουρδέλο»]. Τα ΜΜΕ, που ήταν τόσο βέβαια για τους ανθρωπιστικούς σκοπούς της επέμβασης, έχασαν κάθε ενδιαφέρον για τις μετά τον Καντάφι εξελίξεις.

Η Λιβύη σύντομα κατακλύστηκε από πολέμαρχους, και μετατράπηκε σε μια χώρα, που σύμφωνα τις προειδοποιήσεις οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα σκλαβοπάζαρα ξεκίνησαν ξανά να ανθίζουν.

Όπως σημείωσε εν παρόδω ο Σόμερβιλ του BBC, το κενό εξουσίας που προέκυψε σε μέρη όπως η Ντέρνα προσέλκυσε σύντομα περισσότερο βίαιες και εξτρεμιστικές οργανώσεις όπως οι αποκεφαλιστές του Ισλαμικού Κράτους.

Αφερέγγυοι σύμμαχοι

Παράλληλα όμως με το κενό εξουσίας στη Λιβύη που εξέθεσε τους πολίτες της σε τόσα μαρτύρια, υπάρχει και το αξιοσημείωτο κενό στον πυρήνα της δημοσιογραφικής κάλυψης της πλημμύρας από τα δυτικά ΜΜΕ.

Κανείς δε θέλει να εξηγήσει γιατί η Λιβύη είναι τόσο ανεπαρκώς προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει την καταστροφή, γιατί η χώρα είναι τόσο διαιρεμένη και χαοτική.

Όπως και κανείς δε θέλει να εξηγήσει γιατί η για «ανθρωπιστικούς» λόγους

επέμβαση της Δύσης στο Ιράκ και η διάλυση του στρατού και της αστυνομίας του οδήγησε σε πάνω από ένα εκατομμύριο νεκρούς Ιρακινούς και εκατομμύρια ακόμα αστέγων και εκτοπισμένων.

Αυτό το μοτίβο επαναλαμβάνεται

Ή γιατί η Δύση συμμάχησε με τους πάλαι ποτέ αντιπάλους της – τους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους και της αλ-Κάιντα- απέναντι στη συριακή κυβέρνηση, προκαλώντας και πάλι τον εκτοπισμό εκατομμυρίων ανθρώπων και τη διαίρεση της χώρας.

Η Συρία ήταν όσο απροετοίμαστη είναι τώρα η Λιβύη να αντιμετωπίσει τον μεγάλο σεισμό που χτύπησε τις βόρειες περιοχές της μαζί με τη νότια Τουρκία τον περασμένο Φεβρουάριο.

Αυτό το μοτίβο επαναλαμβάνεται επειδή εξυπηρετεί την διεκδίκηση πλήρους παγκόσμιας ηγεμονίας και ελέγχου των φυσικών πόρων από την υπό την ηγεσία της Ουάσινγκτον Δύση, ή αυτό που οι χαράσσοντες την πολιτική της αποκαλούν κυριαρχία από κάθε άποψη.

Ο ανθρωπισμός είναι το επικάλυμμα -για τη διατήρηση της ευπείθειας του δυτικού κοινού-, καθώς οι ΗΠΑ και οι νατοϊκοί συμμάχοι στοχοποιούν ηγέτες πλουσίων σε πετρέλαιο χωρών στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική που θεωρούνται αφερέγγυοι ή απρόβλεπτοι, όπως ο Καντάφι της Λιβύης και ο Σαντάμ Χουσεΐν του Ιράκ.

Ένας ξεροκέφαλος ηγέτης

Η από τα WikiLeaks δημοσίευση διπλωματικών τηλεγραφημάτων στα τέλη του 2010 αποκαλύπτει μια εικόνα της ασταθούς σχέσης της Ουάσινγκτον με τον Καντάφι. «Ασταθής» είναι και ο χαρακτηρισμός που καταγράφεται να αποδίδει παραδόξως ο Αμερικανός πρέσβης στην Τρίπολη στον Λίβυο ηγέτη.

Δημοσίως, οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ ήταν πρόθυμοι να χαριεντίζονται με τον Καντάφι, προσφέροντάς του στενό συντονισμό ασφάλειας απέναντι στις ίδιες ακριβώς αντάρτικες δυνάμεις που σύντομα θα υποστήριζαν στο πλαίσιο της επιχείρησης αλλαγής καθεστώτος.

Άλλα τηλεγραφήματα όμως αποκαλύπτουν βαθύτερους προβληματισμούς σχετικά με την ξεροκεφαλιά του Καντάφι, συμπεριλαμβανομένων και των φιλοδοξιών του να οικοδομηθούν Ηνωμένες Πολιτείες της Αφρικής για τον έλεγχο των φυσικών πόρων της Ηπείρου και την ανάπτυξη μιας ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής.

Η Λιβύη έχει τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου στην Αφρική και αυτός που έχει τον έλεγχό τους και επωφελείται από είναι ιδιαίτερα σημαντικός για τα δυτικά κράτη.

Τα τηλεγραφήματα που διέρρευσαν στα WikiLeaks απαρίθμησαν αμερικανικές, γαλλικές, ισπανικές και καναδικές πετρελαϊκές που αναγκάστηκαν να επαναδιαπραγματευτούν συμβόλαια με πολύ λιγότερο ευνοϊκούς όρους που τους κόστισαν πολλά δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ η Ρωσία και η Κίνα διασφάλισαν νέες δυνατότητες ερευνών για κοιτάσματα.

Ακόμα πιο ανησυχητικό για τις ΗΠΑ ήταν το προηγούμενο που δημιουργούσε ο Καντάφι, φτιάχνοντας ένα «νέο υπόδειγμα για τη Λιβύη, το οποίο διαχέεται σε έναν αυξανόμενο αριθμό πετρελαιοπαραγωγών χωρών».

Αυτό το προηγούμενο ανετράπη αποφασιστικά μετά την πτώση και τον θάνατο του Καντάφι. Όπως ανέφερε το Declassified, αφού περίμεναν την ώρα τους, οι βρετανικοί πετρελαϊκοί κολοσσοί BP και Shell επέστρεψαν στα πετρελαιοχώραφα της Λιβύης το περασμένο έτος.

Το 2018, ο τότε Βρετανός πρέσβης στη Λιβύη, Φρανκ Μπέικερ, έγραψε ενθουσιωδώς για το πώς το Ηνωμένο Βασίλειο βοηθούσε στο να φτιαχτεί ένα περιβάλλον που επιτρέπει περισσότερο εμπόριο και επενδύσεις και στην ανάδειξη ευκαιριών για τη βρετανική τεχνογνωσία να βοηθήσει στην ανοικοδόμηση της Λιβύης».

Αυτό έρχεται σε αντίθεση με προηγούμενες κινήσεις του Καντάφι να καλλιεργήσει στενότερους στρατιωτικούς και οικονομικούς δεσμούς με τη Ρωσία και την Κίνα, συμπεριλαμβανομένης και της παραχώρησης πρόσβασης στο λιμάνι της Βεγγάζης για τον ρωσικό στόλο. Σε ένα διπλωματικό τηλεγράφημα του 2008, ο Καντάφι αναφέρεται να έχει «εκφράσει την ικανοποίησή του για το ότι η αυξημένη ισχύς της Ρωσίας μπορεί να λειτουργήσει ως ένα αναγκαίο αντίβαρο στην ισχύ των ΗΠΑ».

Υποταγή ή τιμωρία

Ήταν αυτοί οι παράγοντες που κάναν την πλάστιγγα στην Ουάσινγκτον να γύρει κατά της συνέχισης της κυβέρνησης του Καντάφι και που έκαναν τις ΗΠΑ αποφασιστικότερες στο να αρπάξουν την ευκαιρία να τον ανατρέψουν στηρίζοντας τις δυνάμεις των ανταρτών.

Η ιδέα πως η Ουάσινγκτον ή το Λονδίνο ενδιαφέρονταν για την ευημερία των απλών Λίβυων έχει διαψευστεί από μια δεκαετία αδιαφορίας για τα δεινά τους – που αποκορυφώνονται στο τωρινό μαρτύριο στη Ντέρνα.

Η προσέγγιση της Δύσης στη Λιβύη, όπως και στο Ιράκ, τη Συρία και το Αφγανιστάν ήταν να την προτιμά βυθισμένη στο βάλτο της διαίρεσης και της αστάθειας παρά να επιτρέψει σε έναν ισχυρό ηγέτη να δρα ευθαρσώς, να απαιτεί έλεγχο επί των φυσικών πόρων και να εγκαθιδρύει συμμαχίες με αντίπαλα κράτη, δημιουργώντας ένα προηγούμενο που θα μπορούσαν να ακολουθήσουν και άλλα κράτη.

Στα μικρά κράτη απομένει μια μόνο επιλογή: υποταγείτε ή πληρώστε το βαρύ τίμημα.

Όταν ο Καντάφι κατακρεουργήθηκε στο δρόμο, οι γεμάτες αίμα εικόνες κυκλοφόρησαν σε όλο τον κόσμο. Τα βάσανα των απλών Λίβυων κατά την τελευταία δεκαετία, αντίθετα, έμειναν μακριά από τη δημοσιότητα.

Τώρα, με την καταστροφή στην Ντέρνα, ο γολγοθάς τους είναι στο προσκήνιο. Με τη βοήθεια όμως δυτικών ΜΜΕ όπως το BBC, τα αίτια της κατάστασής τους παραμένουν τόσο θολά, όσο και τα νερά της πλημμύρας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου