Έχουν περάσει δύο και πλέον χρόνια από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με τους ισχυρισμούς της Δύσης, ότι η Ρωσία θα είναι το επόμενο Τρίτο Ράιχ και ότι μετά την Ουκρανία θα υπάρξει συνέχεια, να απέχουν μακράν από το να είναι αλήθεια. Η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική, οι Ρώσοι όχι μόνο δεν απειλούν οποιοδήποτε κράτος στην Ευρώπη, αλλά αποδείχτηκε τελικά πως δεν μπορούν καν να καταλάβουν το Χάρκοβο, μια πόλη 50 χιλιόμετρα από τα σύνορά τους! Το αφήγημα όμως αρχικά λειτούργησε μεταξύ άλλων, με σκοπό τον εκφοβισμό των δυτικών κοινωνιών, ώστε να συνηγορήσουν και να αποδεχθούν τις κυρώσεις, τις αποστολές οπλισμού και τις επιπτώσεις στο βιοτικό τους επίπεδο.
Παρ’ όλα αυτά το αφήγημα ακόμη χρησιμοποιείται, από δυτικούς αξιωματούχους, με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να προειδοποιεί: «Δεν θα αποδεχθούμε ποτέ μια στρατιωτική δύναμη με αυτοκρατορικές φαντασιώσεις να στέλνει τα άρματα μάχης της να περάσουν διεθνή σύνορα». Με πιο «προχωρημένη» φαντασία η υπουργός Εξωτερικών του Βελγίου Χάτζα Λαμπίμπ υποστήριξε: «Δεν είναι καθόλου απίθανο το σενάριο να δούμε ρωσικά τανκ στις Βρυξέλλες». Με αυτό το επιχείρημα προσπάθησε να δικαιολογήσει την ανάγκη αποστολής όπλων στην Ουκρανία. Σημειώνεται ότι το Βέλγιο θα παραδώσει 30 μαχητικά αεροσκάφη F-16 στην Ουκρανία έως το 2028, καθώς και ότι τα πρώτα από αυτά αναμένεται να παραδοθούν εντός του 2024.
Παραμένει μια περιφερειακή σύγκρουση
Μέσα σε λίγες μέρες από τη ρωσική εισβολή, τα δυτικά ΜΜΕ άρχισαν να τα σενάρια που χαρακτήριζαν ουσιαστικά την εισβολή σαν ένα πόλεμο παγκόσμιας κατάκτησης. Για παράδειγμα, ο Μάθιου Κρένιγκ στο Foreign Policy δήλωσε, ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν είχε δείξει ξεκάθαρο ενδιαφέρον για την «ανάσταση της πρώην Ρωσικής Αυτοκρατορίας και ότι άλλες ευάλωτες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, όπως η Πολωνία, η Ρουμανία ή τα κράτη της Βαλτικής, μπορεί να είναι τα επόμενα θύματα». Ο Κρένιγκ κατέληξε αμέσως στο συμπέρασμα, ότι ο στρατιωτικός προϋπολογισμός των ΗΠΑ πρέπει να διπλασιαστεί. Ο Τζον Στόρι του Ινστιτούτου Στρατηγικής Πολιτικής της Αυστραλίας αναρωτήθηκε: «Θα είναι τα επόμενα θύματα τα κράτη της Βαλτικής και η Ανατολική Ευρώπη;» επαναλαμβάνοντας τη γραμμή, ότι τα ρωσικά τανκς θα μπορούσαν να κυλήσουν στην κεντρική Ευρώπη. Ήταν ξεκάθαρο από την αρχή ότι η Ρωσία(και όχι μόνο), δεν είχε ποτέ την ικανότητα να διατηρήσει την κατοχή περιοχών που δεν περιέχουν ήδη αρκετά μεγάλο αριθμό Ρώσων εθνοτικών ή φιλορώσων κατοίκων. Αυτό αποδεικνύει και η απώλεια των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, μετά την πτώση της ΕΣΣΔ.
Διαφοροποίηση από την πολιτική των ΗΠΑ
Φαίνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου δεν ενδιαφέρεται να κάνει θυσίες για να εφαρμόσει την πολιτική των ΗΠΑ στην Ουκρανία και ότι πολλοί βλέπουν την εγγενή υποκρισία πίσω από τις αιτιάσεις για τις επεκτατικές βλέψεις της Ρωσίας και τις αναφορές των ΗΠΑ για σεβασμό της εθνικής κυριαρχίας. Αυτό το «έργο» έχει παιχθεί πολλές φορές στο παρελθόν. Οι εισβολές και οι πολεμικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ εναντίον του Ιράκ, του Αφγανιστάν, της Λιβύης και της Συρίας έχουν καταστήσει σαφές, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες υιοθετούν την παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας ανεξάρτητων χωρών, όταν αυτό συμβαδίζει με τα συμφέροντά τους. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το καθεστώς της Ουκρανίας υποστήριξε την εισβολή στο Ιράκ και έστειλε τουλάχιστον πέντε χιλιάδες στρατιώτες, για να βοηθήσουν τις ΗΠΑ να καταλάβουν αυτό το κυρίαρχο κράτος.
Η ηγεσία σε αυτές τις χώρες απλά δεν είναι διατεθειμένη να φτωχοποιήσει τον πληθυσμό της και να ταυτισθεί με την πολιτική της Ουάσιγκτον. Τι σημαίνουν όλα αυτά για τη Ρωσία; Σημαίνει ότι μερικές από τις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου έχουν σηματοδοτήσει, ότι δεν έχουν σχέδια να αποκόψουν τη Ρωσία από την παγκόσμια οικονομία και ότι αρνούνται να αποκοπούν από το ρωσικό πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και τα ρωσικά τρόφιμα. Ως αποτέλεσμα οι κυρώσεις -οι πιο σκληρές που έχουν χρησιμοποιηθεί από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο- δεν στάθηκαν ικανές να «αλλάξουν το παιχνίδι». Αντίθετα, οι κυρώσεις έχουν δημιουργήσει πρόσθετο κίνητρο για τα κράτη να βρουν τρόπους να παρακάμψουν τις αμερικανικές κυρώσεις στο μέλλον.
Όπως σημειώνει η Αγκάθι Ντεμαράις στο Foreign Policy: «Η Ρωσία, το Ιράν, η Κίνα και άλλες χώρες που βρίσκονται σε αντίθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες διπλασιάζουν τις προσπάθειες ενδυνάμωσης των οικονομιών τους κατά των κυρώσεων. Αυτά τα μέτρα έχουν ελάχιστη σχέση με την καταστρατήγηση των κυρώσεων. Αντίθετα, αντιπροσωπεύουν προληπτικά βήματα για να καταστήσουν τις πιθανές μελλοντικές οικονομικές κυρώσεις, εντελώς αναποτελεσματικές».
Τέτοιοι μηχανισμοί περιλαμβάνουν τις προσπάθειες αποδολαριοποίησης, την ανάπτυξη εναλλακτικών λύσεων στο SWIFT και τη δημιουργία ψηφιακών νομισμάτων από τις κεντρικές τράπεζες. Όσο περισσότερο οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν την οικονομική τους ισχύ ως όπλο ενάντια σε άλλα καθεστώτα, τόσο περισσότερο αυτό θα ωθήσει τα καθεστώτα του κόσμου να βρουν τρόπους να απελευθερωθούν από τον χρηματοοικονομικό κόσμο με επίκεντρο τις ΗΠΑ. Αυτές οι προσπάθειες θα ασκήσουν πτωτική πίεση στο δολάριο τα επόμενα χρόνια.
Η πολιτική αλλαγής καθεστώτος
Οι ΗΠΑ γενικά εφάρμοζαν την πολιτική της «αλλαγής καθεστώτος» για μικρές, φτωχές χώρες που δεν είναι σε θέση να αντισταθούν. Ωστόσο, μετά τη ρωσική εισβολή, πολλοί δυτικοί σχολιαστές άρχισαν να ζητούν αλλαγή καθεστώτος και στη Ρωσία. Όχι μόνο οι προοπτικές για αλλαγή καθεστώτος σε μια χώρα με πυρηνικά όπλα είναι γεμάτες τεράστιους κινδύνους, αλλά πολλοί παρατηρητές αναγνωρίζουν το γεγονός ότι η ανατροπή του Πούτιν είναι πιο εύκολο να ειπωθεί παρά να γίνει. Ούτε μια τέτοια κίνηση θα εγγυηθεί, ότι το καθεστώς του Πούτιν θα αντικατασταθεί από ένα καθεστώς που θα διάκειται ευνοϊκά προς τη Δύση. Στην πραγματικότητα, η νέα κυβέρνηση θα μπορούσε εύκολα να είναι «χειρότερη» για τα πρότυπα του ΝΑΤΟ. Στο χάος που θα αναδυόταν στην περίπτωση ανατροπής του Πούτιν, το πιθανότερο η Δύση να αναζητούσε ένα νέο Πούτιν, ώστε να μπορούν να βρεθούν ισορροπίες! Επίσης, πολύ συχνά, οι πόλεμοι δεν τερματίζονται με τον αφανισμό του ενός στρατοπέδου. Μερικές φορές, η επιδίωξη ολοκληρωτικής νίκης μπορεί να οδηγήσει σε στρατηγικά αδιέξοδα.
Εκείνοι που προωθούν την ανάγκη για πόλεμο πλήρους κλίμακας και «χωρίς ειρήνη μέχρι την ολοκληρωτική νίκη», διαπράττουν ένα εγκληματικά τεράστιο λάθος, που έχει αποδειχθεί ότι είναι ιδιαίτερα δαπανηρό σε ζωές, κεφάλαια, υποδομές για την Ουκρανία, και οικονομικά επιζήμιο πρωταρχικά για την Ευρώπη. Η επικρατούσα άποψη στη Δύση είναι, ότι η κύρια ευθύνη για αυτόν τον πόλεμο βαρύνει τη ρωσική κυβέρνηση, που αποφάσισε να εισβάλει στην Ουκρανία. Όμως οι ιστορικοί του μέλλοντος με τη ψυχρή ματιά που θα τους προσδώσει ο χρόνος, δεν θα απαλλάξουν τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ από τη μομφή, ότι προσπάθησαν να ενσωματώσουν την Ουκρανία στη Δύση, απειλώντας έτσι εκείνα που οι Ρώσοι, όπως και ένας μακρύς κατάλογος δυτικών εμπειρογνωμόνων (μεταξύ των οποίων και ο τωρινός διοικητής της CIA Γουίλιαμ Μπερνς), αντιλαμβάνονται και περιγράφουν ως «ρωσικά ζωτικά συμφέροντα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου