Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2009

Πλιάτσικο από θαλάσσης

Τα ευρωπαϊκά αλιευτικά υπερπλοία εξαντλούν τα αποθέµατα των αφρικανικών θαλασσών και οδηγούν στην εξαθλίωση τους ντόπιους πληθυσµούς.

Σε ολόκληρη την Ευρώπη, αυξάνονται όσοι δυσφορούν µε τα ολοένα µαζικότερα κύµατα της παράνοµης µετανάστευσης από την Αφρική κι αναφωνούν, όπως ο πρώην Γάλλος (σοσιαλιστής) πρωθυπουργός Μισέλ Ροκάρ: «Μα δεν είναι δυνατόν να φιλοξενήσει η Γαλλία ολόκληρη τη δυστυχία αυτού του κόσµου!». Παρόµοιος ισχυρισµός δεν θα ήταν αστήρικτος εάν οι ευρωπαϊκές χώρες δεν είχαν «πάει» στη Μαύρη Ήπειρο για να λεηλατήσουν τους φυσικούς πόρους της και να βυθίσουν τους πληθυσµούς της στην εξαθλίωση και στην απόγνωση. Και δεν µιλάµε για την µακρινή, πλέον, περίοδο της αποικιοκρατίας. Μερικές περιπτώσεις που απασχόλησαν πρόσφατα τη διεθνή επικαιρότητα παρουσιάζουν ενδιαφέρον:

Ένα µεγάλο ποσοστό τού µεγάλου µεταναστευτικού κύµατος που κατακλύζει τις ακτές των Κανάριων Νήσων οφείλεται στην… υπεραλίευση στις ακτές τής Δυτικής Αφρικής από τους ευρωπαϊκούς αλιευτικούς στόλους. Μέχρι το 1982, αυτές οι θάλασσας φηµίζονταν για τον τεράστιο αλιευτικό πλούτο τους: αν και τα εκατοµµύρια των ψαράδων αλίευαν µε τα µάλλον πρωτόγονα σκάφη τους ένα πολύ µικρό ποσοστό των συνολικών αλιευµάτων, εξασφάλιζαν άφθονη τροφή και οικονοµικούς πόρους στις παράκτιες περιοχές. Όµως, στις αρχές τής δεκαετίας τού ’80, οι τιµές των τροπικών αγροτικών προϊόντων κατέρρευσαν και οι αναπτυσσόµενες χώρες υποχρεώθηκαν να υιοθετήσουν τις ακραία νεοφιλελελύθερες συνταγές τού Διεθνούς Νοµισµατικού Ταµείου και της Παγκόσµιας Τράπεζας που επέβαλαν το ξεπούληµα κάθε πλουτοπαραγωγικού πόρου για να αποπληρωθεί το εξωτερικό χρέος τους.

Έτσι, αυτές οι χώρες αναγκάστηκαν να υπογράψουν µε την Ευρωπαϊκή Ένωση µια συµφωνία µε την οποία επέτρεπαν, έναντι µιας πάγιας αµοιβής, στους ευρωπαϊκούς αλιευτικούς στόλους να ψαρεύουν µέσα στη δική τους ζώνη αποκλειστικής οικονοµικής εκµετάλλευσης (έως 200 km από τις ακτές). Αυτή η συµφωνία εξυπηρετούσε ιδιαίτερα τις ευρωπαϊκές χώρες, γιατί η εντατική αλιεία των τελευταίων δεκαετιών είχε αρχίσει να εξαντλεί σε µεγάλο βαθµό τις δικές τους θάλασσες. Αµέσως, γιγάντια αλιευτικά πλοία-εργοστάσια εξοπλισµένα µε την τελευταία λέξη τής τεχνολογίας ξεχύθηκαν σε αυτές τις ζώνες, σαρώνοντας µεγάλες εκτάσεις µε τα δίχτυά τους και οι δυτικές αγορές πληµµύρισαν φτηνό νωπό και κατεψυγµένο ψάρι. Μάλιστα, χάρη στη ραγδαία ανάπτυξη των αεροµεταφορών, τα νωπά ψάρια µεταφέρονταν αεροπορικώς.

Φυσικά, αυτή η ληστρική εκµετάλλευση άρχισε να εξαντλεί µε ταχύ ρυθµό τα –ανεξάντλητα όπως πιστευόταν εκείνη την εποχή– αποθέµατα ιχθύων. Στη Σενεγάλη, τη χώρα τής περιοχής µε τις πιο πλούσιες θάλασσες, µέσα σε 15 χρόνια, τα αποθέµατα είχαν µειωθεί κατά 75%. Πόσω µάλλον που, σύµφωνα µε τα στοιχεία τού Οργανισµού Τροφίµων και Γεωργίας (FAO), στη βιοµηχανικού τύπου αλιεία, πολύ περισσότερο από το ένα τρίτο των ψαριών που αλιεύονται ρίχνονται ξανά στη θάλασσα, καθώς δεν τα προτιµάει το καταναλωτικό κοινό των πλούσιων χωρών, ενώ ακόµα µεγαλύτερες ποσότητες µετατρέπονται σε ιχθυάλευρα για ζωοτροφές… Μάλιστα, η µεγαλύτερη καταστροφή γίνεται από τα αλιευτικά που ειδικεύονται σε ένα µόνο είδος ψαριών: έτσι, για κάθε κιλό πανάκριβης «πελαγίσιας» γαρίδας που απολαµβάνει ο δυτικός καταναλωτής, το «γαριδάδικο» ρίχνει στη θάλασσα δέκα έως είκοσι κιλά ψαριών µε µικρή εµπορική αξία, τα οποία ωστόσο δεν θα περιφρονούσαν διόλου οι ντόπιοι πληθυσµοί. Βέβαια, όλα αυτά δεν πτόησαν καθόλου την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία το 2006 υπέγραψε µε τη Μαυριτανία µια νέα συµφωνία αυτού του είδους. Αµέσως, 43 γιγάντια αλιευτικά πλοία-εργοστάσια πέρασαν στα νερά τής χώρας κι άρχισαν το πλιάτσικο.

Αυτή η δραµατική µείωση των αλιευµάτων, οδήγησε περισσότερους από 400.000 ψαράδες κι εργάτες στα ψαροκάικα της Δυτικής Αφρικής στην ανεργία (1) καταδικάζοντας πολλαπλάσιο αριθµό ατόµων (τις οικογένειές τους και τον περίγυρο) στην εξαθλίωση. Καθώς η θάλασσα και οι βάρκες τους αδυνατούσαν πλέον να τους θρέψουν, µεγάλος αριθµός άνεργων ψαράδων πούλησαν τις βάρκες τους στο κύκλωµα διακίνησης που στέλνει χιλιάδες λαθροµετανάστες στα Κανάρια Νησιά. Πολλοί µάλιστα ενεπλάκησαν «επαγγελµατικά» σε αυτό το κύκλωµα. Χιλιάδες άλλων, µπαίνουν σ’ αυτά τα καρυδότσουφλα και ρισκάρουν τη ζωή τους κυνηγώντας την ελπίδα στις χώρες που τους οδήγησαν σε αυτή την κατάσταση.


Ευρωπαϊκές… φτερούγες

Από την άλλη πλευρά, στην ίδια περιοχή, τα… ευρωπαϊκά κοτόπουλα έχουν οδηγήσει στην ανεργία και στην εξαθλίωση αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες οικογενειών πτηνοτρόφων και αγροτών. Οι κολοσσοί τής ευρωπαϊκής πτηνοτροφίας, επωφελούµενοι από τον δραστικό περιορισµό των δασµών και των τελωνειακών φραγµών που επιβάλλει ο Παγκόσµιος Οργανισµός Εµπορίου στις εισαγωγές, τις υψηλές επιδοτήσεις που χορηγεί η Ευρωπαϊκή Ένωση στον κλάδο, αλλά και την αλλαγή στις συνήθειες των δυτικών καταναλωτών που προτιµούν πλέον φιλέτα πουλερικών, εξάγουν στη Δυτική Αφρική κατεψυγµένα τα «δεύτερα κοµµάτια» (φτερούγες, λαιµό, πλάτη) που παλαιότερα προορίζονταν για τροφές κατοικίδιων. Καθώς δε το βιοτικό επίπεδο των πληθυσµών βρίσκεται σε κάθετη πτώση λόγω της παγκοσµιοποίησης, αυτό το πάµφθηνο προϊόν εκτοπίζει από την αγορά τα ακριβότερα «χωριάτικα» κοτόπουλα που παράγουν οι µικρές πτηνοτροφικές επιχειρήσεις και οι µικροαγρότες (2). Η πλειονότητα των χρεοκοπηµένων αγροτών και πτηνοτρόφων χάνει τη γη της και καταλήγει και στις παραγκουπόλεις των παραλιακών µεγαλουπόλεων. Για παράδειγµα, στο Καµερούν, µέσα σε έξι χρόνια, καταστράφηκε το 92% των πτηνοτρόφων! Για πολλούς, η µοναδική «ελπίδα» που τους έχει αποµείνει είναι να αποτολµήσουν το ταξίδι τού θανάτου προς την ευρωπαϊκή «Γη τής Επαγγελίας»…


Φοινικέλαιο της ντροπής

Στο Καµερούν και πάλι, δραστηριοποιείται ο όµιλος Μπολορέ, του µεγαλοεπιχειρηµατία και µεγιστάνα των µέσων ενηµέρωσης και στενού φίλου τού προέδρου Σαρκοζί. Μάλιστα, ο γαλαντόµος Μπολορέ διαθέτει συχνά το κότερό του ή το ιδιωτικό του αεροσκάφος για τις διακοπές τού εκλεκτού φίλου του. Φυσικά, δεν φέρεται µε ανάλογη γενναιοδωρία στις χιλιάδες εργάτες τής γιγάντιας φυτείας του (90.000 στρέµµατα) η οποία ελέγχει το 80% της εγχώριας αγοράς φοινικέλαιου: θεωρητικά, αµείβονται µε µισθούς πείνας• στην πράξη, ακόµα κι αυτοί οι µισθοί τους καταβάλλονται µε τεράστια καθυστέρηση (µερικές φορές και ποτέ στους «ενοχλητικούς») και µε σηµαντικές παρακρατήσεις για διάφορους λόγους (3). Έτσι, πολλοί από τους απηυδυσµένους εργάτες που θα ήθελαν να φύγουν, µένουν ελπίζοντας –µάταια συνήθως– ότι θα εισπράξουν κάποια στιγµή το σύνολο των καθυστερούµενων. Οι επτά καταυλισµοί που στεγάζουν τις οικογένειές τους δεν διαθέτουν ούτε νερό, ούτε χώρους υγιεινής. Κάθε βράδυ, µετά την πολύωρη δουλειά, οι εργάτες επιστρέφουν πεζοί στους καταυλισµούς τους, βαδίζοντας έως και 15 km, µια και τα τελευταία φορτηγά τής εταιρείας γυρίζουν φορτωµένα µε καρπούς. Κι αν τολµήσουν να διαµαρτυρηθούν, το διεφθαρµένο καθεστώς τής χώρας αρχίζει αµέσως την καταστολή.
Μετά από όλα αυτά, δεν είναι διόλου παράξενο το γεγονός ότι, από τους 25.000 παράνοµους µετανάστες που απελαύνει κάθε χρόνο η Γαλλία (ο Σαρκοζί έθεσε αυτόν τον ποσοτικό στόχο, επιµερισµένο αναλογικά στις κατά τόπους νοµαρχίες, ενώ οι νοµάρχες που υστερούν στην επίτευξη του «πλάνου» υφίστανται κυρώσεις), οι 2.500 (το 10%) προέρχονται από το µικρό Καµερούν.

1 Courrier International, N° 918, 5-6-08, «Comment vider la mer de ses poissons».
2 ΓΑΛΕΡΑ, τ. 13, Οκτώβριος 2006, Β. Παπακριβόπουλος, «Η επιδροµή των πουλερικών».
3 Libération, 11-3-08, «Les Camerounais exploités des palmeraies de Bolloré».


Από ψαράδες, πειρατές

Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, είναι πολύ πιθανό ότι η λεηλασία τού αφρικανικού θαλάσσιου πλούτου από τους ευρωπαϊκούς βιοµηχανικούς αλιευτικούς στόλους είχε µια απρόσµενη συνέπεια, η οποία τον τελευταίο καιρό βρίσκεται στην κορυφή τής παγκόσµιας επικαιρότητας: την αναγέννηση της πειρατείας στη Σοµαλία και στο Κέρας τής (Ανατολικής αυτή τη φορά) Αφρικής. Σύµφωνα µε τον Γερµανό Peter Lehr, καθηγητή στη Σχολή Διεθνών Σχέσεων του πανεπιστηµίου St. Andrews (1), όταν το 1991 κατέρρευσε η κυβέρνηση της χώρας και ο κρατικός µηχανισµός, οι θάλασσές της µετατράπηκαν σε ξέφραγο αµπέλι, το οποίο άρχισαν να εκµεταλλεύονται ανεξέλεγκτα οι αλιευτικοί στόλοι τής Γαλλίας και της Ιταλίας. Καθώς οι ντόπιοι ψαράδες βρέθηκαν αντιµέτωποι µε τις συνέπειες της εξάντλησης των αλιευµάτων, χρησιµοποίησαν τα σκάφη τους για τη µόνη δραστηριότητα που τους είχε αποµείνει: την πειρατεία. Αρχικά, στράφηκαν κατά του ευκολότερου στόχου, που ήταν ταυτόχρονα υπεύθυνος και για την οικονοµική καταστροφή τους: τα µεγάλα ξένα αλιευτικά σκάφη. Με την πάροδο του χρόνου, η εµπειρία που αποκόµισαν, η αγορά ταχύπλοων και η συνεργασία τους µε µέλη των παραστρατιωτικών οµάδων που λυµαίνονται τη χώρα, τους επέτρεψε να περάσουν σε άλλα επίπεδα δράσης και να µετατραπούν σε φόβητρο για το παγκόσµιο εµπόριο.
ΕΨΙΛΟΝ, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 7-12-08.

του Βασίλη Παπακριβόπουλου

Γαλέρα τ.41Φεβρουάριος 2009

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου