Πηγή: http://www.ethnos.gr/
Οι Αρχηγοί των Γενικών Επιτελείων ζητούν από τον υπουργό Αμυνας να αλλάξει το καθεστώς με το οποίο οι μεταθέσεις πρέπει να προγραμματίζονται δύο χρόνια πριν από την υλοποίησή τους.
Επιστροφή στον σκοταδισμό και την αναξιοκρατία συνιστά η απόφαση του κορυφαίου οργάνου των Ενόπλων Δυνάμεων, που απαρτίζεται από τους αρχηγούς των Γενικών Επιτελείων, να εισηγηθεί στον υπουργό Εθνικής Αμυνας την κατάργηση του νόμου «Αρσένη», με τoν οποίo καθορίζονται διαφανή κριτήρια μεταθέσεων των αξιωματικών, ορίζοντας ότι οι μεταθέσεις θα πρέπει να προγραμματίζονται τουλάχιστον δύο χρόνια πριν από την υλοποίησή τους.
Την αδιαφάνεια στα θέματα του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, και την ανάγκη υιοθέτησης ενός αξιοκρατικού και διαφανούς συστήματος προαγωγών, επισημαίνουν την ίδια ώρα απόστρατοι αξιωματικοί, κατά τη διάρκεια της ημερίδας της «Κίνησης για την Εθνική Αμυνα», που έγινε πριν από λίγες μέρες στο Πολεμικό Μουσείο.
Κατά τη διάρκεια της ημερίδας, έγινε κριτική και αυτοκριτική από ανώτατους αξιωματικούς που βρίσκονται σε αποστρατεία και συνεπώς δεν είναι πλέον «άφωνοι», αλλά μπορούν να λένε τις απόψεις τους, δικαίωμα που μέχρι σήμερα με αναχρονιστικούς νόμους δεν έχουν οι εν ενεργεία αξιωματικοί.
ΑΠΟΣΤΡΑΤΕΙΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΙΤΗΣΕΙΣ
Φυλλορροεί από ικανά στελέχη το στράτευμα
Σκληρή κριτική αλλά και αυτοκριτική για τα δρώμενα μέσα στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων άσκησε και ο αντιναύαρχος ε.α. Βασίλης Δημητρόπουλος. Στηλίτευσε και έδωσε εξηγήσεις για το πώς λειτουργούν οι μηχανισμοί της πολιτικής εξάρτησης στο στράτευμα, τάχθηκε υπέρ του στρατιωτικού συνδικαλισμού, ενώ πρότεινε αλλαγή του συστήματος αξιολόγησης και αποστρατειών ώστε να μη φυλλορροεί το στράτευμα από ικανά στελέχη. Συγκεκριμένα ανέφερε:
1 Στην ωριμότερη και την πλέον παραγωγική ηλικία των 52 περίπου ετών έχει αποστρατευθεί οικειοθελώς ή όχι το 95% των στελεχών του στρατεύματος. Το χειρότερο όμως είναι οι παραιτήσεις.
Πολύ γρήγορα πληθώρα ικανών αξιωματικών, για τους οποίους δαπανήθηκαν πολλά, για να αποκτήσουν και γνώσεις αλλά και εμπειρία, παραιτούνται. Πρόσφατη μελέτη στο ΠΝ ανέδειξε σαν κύριο αίτιο αυτού του φαινομένου την κοινωνική απαξίωση, τη δυσαρέσκειά τους για τον τρόπο χειρισμού πολλών θεμάτων, όχι μόνο σταδιοδρομικών, τη μη διάθεση των ηγεσιών τους να βάλουν μια τάξη, τη φοβία τους ότι έπειτα από 25 χρόνια θα κληθούν να εισηγηθούν για θέματα πολύ σοβαρά και μετά από λίγο θα τους καλεί συχνότατα ο εισαγγελέας να καταθέσουν, όχι γιατί δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους, αλλά γιατί τους κατηγορεί αδίκως κάποιος που βλάφτηκε από την εισήγησή τους.
Η κατάσταση δε αυτή πρόσφατα οδήγησε πολλά στελέχη, που βρίσκονται μέσα στο στράτευμα ακόμα και τώρα, να φοβούνται να πάρουν αποφάσεις, διότι η δαμόκλειος σπάθη επικρέμαται πάνω από τα κεφάλια τους.
Και εμείς, η ηγεσία, δεν υψώσαμε το ανάστημά μας να αναλάβουμε την ευθύνη, να βάλουμε πλάτες, να βάλουμε στήθη, ώστε να τους απεξαρτήσουμε από τις ορέξεις των κάθε είδους συμφερόντων. Δεν λέω, δημιουργούμε εξωτερικές οικονομίες. Δεν θα ήταν όμως καλύτερο αυτό το τόσο ικανό δυναμικό να είχε πεισθεί να παραμείνει στις ΕΔ;
Το κακό όμως είναι ότι το αυτί κανενός δεν ιδρώνει από την κατάσταση αυτή. Και στην ερώτηση γιατί παραιτείσαι η απαντήσεις είναι: Τι να κάτσω να κάνω εδώ μέσα; Ποιος μου δίνει σημασία; Τα μέσα κυριαρχούν και όχι οι αξίες και άλλα παρόμοια.
2 Μεταθέσεις. Η λειτουργία του συστήματος γίνεται με βάση το οτιδήποτε άλλο πλην της σωστής αξιοποίησης του δυναμικού που διαθέτουμε. Εκπαιδεύονται υπάλληλοι για συγκεκριμένο αντικείμενο και μετά από λίγο καιρό και πριν αποδώσουν στον τομέα που τους εκπαιδεύσαμε, μετατίθενται και τοποθετούνται σε θέσεις εντελώς άσχετες ή για αντικείμενα υποδεέστερα αυτών για τα οποία έχουν εκπαιδευτεί. Στα συμβούλια μεταθέσεων η παρουσία του δικαστικού ουδόλως βοηθά αφού είναι μία μοναχική ψήφος χωρίς δυνατότητα ανατροπής και τήρησης της αξιοκρατίας. Αβουλη η εκάστοτε ηγεσία να προτάξει το συμφέρον του όπλου της, αφού ακόμα και η διαφωνία που της δίνει ο νομοθέτης δεν είναι ισχυρή για την ανατροπή. Τα Πειθαρχικά Συμβούλια λειτουργούν όχι για την απονομή του δικαίου, αλλά κυρίως σαν συμβούλια αφέσεως αμαρτιών.
3 Αν το κριτήριο στις επιλογές μας ήταν μόνο η ικανότητα, οι δεξιότητες, οι γνώσεις και οι εμπειρίες των στελεχών και αφήναμε στην άκρη τις συμπάθειες ή τις αντιπάθειες, κάθε είδους και κάθε προέλευσης, τότε, αν γινόταν αυτό, παρήλικε να συζητήσουμε το οτιδήποτε άλλο. Δυστυχώς μέχρι και τώρα που τα λέμε αυτά οι επιλογές αυτές δεν γίνονται με το κριτήριο αυτό. Ποιος όμως φταίει γι αυτό; Φταίμε εμείς είτε επειδή καταλαβαίνουμε τις ελλείψεις μας και ομολογούμε στον εαυτό μας «άχρηστος είσαι βρες ένα στήριγμα, ένα δεκανίκι να σε περπατήσει παραμερίζοντας άλλους ικανότερούς σου, δεν πειράζει, ούτε ο πρώτος θα είσαι ούτε και ο τελευταίος». Εμείς που τρέχουμε στα γραφεία των διαφόρων για να ενημερώσουμε για τις πολιτικές πεποιθήσεις συναδέλφων μας, λέγοντας μάλιστα ότι αυτό που κάνουμε είναι σωστό, γιατί δεν καταδίδουμε πολιτικές πεποιθήσεις, αλλά καταγγέλλουμε τα κακώς κείμενα, λες και δεν υπάρχουν άλλοι τρόποι, μέσα στα στρατιωτικά πλαίσια, για να κάνουμε αυτές τις δήθεν επισημάνσεις μας.
4 Συνδικαλισμός. Παλαιότερα έβγαζα φλύκταινες όταν άκουγα το ενδεχόμενο του συνδικαλισμού του στρατιωτικού προσωπικού και ακόμα απορώ με τον εαυτό μου. Τι θα παθαίναμε αν υπήρχε κάποιας μορφής συνδικαλισμός στις Ενοπλες Δυνάμεις; Τι πάθανε στα Σώματα Ασφαλείας; Τι πάθανε οι Δικαστικοί λειτουργοί με τις Ενώσεις Δικαστών; Μήπως δεν συμφέρει; Ποιους; Γιατί; Πώς δεν δημιουργήθηκε κανένα πρόβλημα με τους πολιτικούς υπαλλήλους, αλλά αντίθετα πολλά από τα προβλήματά τους, αντανακλαστικά, επιλύθηκαν και για τους στρατιωτικούς ένεκα της δραστηριοποίησης των φορέων των πολιτικών υπαλλήλων; Κατά συνέπεια, Ενώσεις των εν ενεργεία στρατιωτικών κατά τα πρότυπα των δικαστικών λειτουργών είναι κάτι που δεν το απαγορεύει το Σύνταγμά μας. Ενώσεις που με ωριμότητα και ορθή κρίση μόνο βοήθεια μπορούν να προσφέρουν στις εκάστοτε ηγεσίες, για να επιτελέσουν το έργο τους ακόμα καλύτερα. Οποιος φοβάται τον συνδικαλισμό και αντιδρά είναι ένοχος και γι αυτό πανικοβάλλεται με την ιδέα αυτή. Αποκλεισμένοι ακόμα και λόγω δικών μας επιλογών, από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, δίχως φωνή, με μοναδική δυνατότητα τις λιγοστές φράσεις που αρθρώνουν, χωρίς όμως δομή και συνοχή, κάποιοι απόστρατοι ή οι ενώσεις μας, έχουμε ουσιαστικά αποκοπεί από την υπόλοιπη κοινωνία της πληροφόρησης και της πληροφορίας. Μα γιατί φοβάται η δημοκρατία; Δεν νομίζω ότι πρέπει. Μήπως όμως δεν υπάρχει και τότε ο φόβος είναι αιτιολογημένος;
ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΓΙΑ ΤΑ ΡΟΥΣΦΕΤΙΑ
Ψηφίσθηκε ο νόμος, δεν εκδόθηκε όμως ποτέ το σχετικό Π.Δ.
Ο νόμος 2439 του 1996 θεσπίστηκε από τον τότε υπουργό Γεράσιμο Αρσένη, με σκοπό να προχωρήσει η διαφάνεια στα θέματα της εξέλιξης των αξιωματικών στις Ενοπλες Δυνάμεις.
Το άρθρο 24 θεσπίζει κριτήρια για τις μεταθέσεις των αξιωματικών και ορίζει ότι «Με προεδρικό διάταγμα που προκαλείται από τον υπουργό Εθνικής Αμυνας έπειτα από εισήγηση του Συμβουλίου Αρχηγών Ενόπλων Δυνάμεων (Σ.Α.Γ.Ε.), καθορίζονται τα κριτήρια με βάση τα οποία θα διενεργούνται οι τοποθετήσεις και μεταθέσεις των αξιωματικών και ο προγραμματισμός τους τουλάχιστον δύο (2) έτη πριν από την υλοποίησή τους».
Δηλαδή ορίζει το αυτονόητο ότι οι Ενοπλες Δυνάμεις δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως «γιουρούσι ενός άτακτου Στρατού», αλλά θα πρέπει να υπάρχει ένας προγραμματισμός στις μεταθέσεις. Αυτό και την ηγεσία διευκολύνει, καθώς γνωρίζει δυο χρόνια νωρίτερα το πώς θα πρέπει να χειριστεί το στράτευμα, αλλά και για τους ίδιους τους ένστολους και τις οικογένειές τους είναι ευεργετικό, αφού μπορούν να προγραμματίζουν τη ζωή τους έχοντας αρκετό χρόνο στη διάθεσή τους.
Ωστόσο το προεδρικό διάταγμα το οποίο απαιτεί ο νόμος για να εφαρμοστούν τα όσα προβλέπονται δεν εκδόθηκε ποτέ από καμία κυβέρνηση, με αποτέλεσμα κάθε περίοδο μεταθέσεων να φεύγουν λίστες από τα υπουργικά γραφεία με τα ονόματα των «εχόντων προσόντα αξιωματικών» και φυσικά να εφαρμόζονται αν όχι κατά γράμμα, αλλά σε μεγάλο μέρος τους από τους εκάστοτε αρχηγούς. Με αυτό τον τρόπο οι Ενοπλες Δυνάμεις καθίστανται εξαρτώμενες από το εκάστοτε κυβερνών κόμμα, το οποίο «χαϊδεύει» τα δικά του παιδιά και εξοστρακίζει με δυσμενείς μεταθέσεις τους «αντιφρονούντες».
Απόφαση
Ετσι και οι στρατηγοί με την υπ αριθμόν 41/Σ.14/28-7-03 απόφαση προτείνουν την κατάργηση και του τελευταίου τυπικού κωλύματος, του νόμου που «καθορίζει τα κριτήρια βάσει των οποίων θα διενεργούνται οι μεταθέσεις», χωρίς να αντιπροτείνει αξιοκρατικό σύστημα μεταθέσεων.
«Πρέπει να απαλλάξουμε όχι μόνο τις Ενοπλες Δυνάμεις αλλά και το Δημόσιο από το ρουσφέτι», δήλωσε στο «Εθνος» ο αρχιτέκτονας του νόμου που προτείνεται να καταργηθεί, πρώην υπουργός Εθνικής Αμυνας Γεράσιμος Αρσένης. «Θα πρέπει να υπάρχει προγραμματισμός, ο οποίος βοηθάει και την ίδια τη Δημόσια Διοίκηση να προγραμματίζει. Το πώς θα γίνονται οι μεταθέσεις δεν είναι κάτι που δεν μπορεί να προγραμματιστεί. Γιατί άραγε να το αφήνουν σε αυθαιρεσία της τελευταίας στιγμής;» αναρωτιέται ο κ. Αρσένης.
Το γεγονός των πολιτικών παρεμβάσεων στις μεταθέσεις των αξιωματικών επισημάνθηκε από πολλούς απόστρατους αξιωματικούς κατά τη διάρκεια ημερίδας στο Πολεμικό Μουσείο, που διοργάνωσε η οργάνωση «Κίνηση για την Εθνική Αμυνα».
Στην ομιλία του ο αντισυνταγματάρχης ε.α. Νικόλαος Παπαναστάσης τόνισε χαρακτηριστικά: «Εχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που τον λαό μας καταδυνάστευε ο χαρακτηρισμός τους σε εθνικόφρονες ή μη, σε καλούς και κακούς, με αντίστοιχες επιπτώσεις σε κάθε έκφανση της ζωής τους. Ηταν δεδομένο τότε ότι για να γίνει κάποιος στέλεχος των Ε.Δ. έπρεπε να έχει δώσει δείγματα γραφής, κομμένα και ραμμένα στα μέτρα τους, τόσο ο υποψήφιος όσο και όλο του το σόι.
Σήμερα οι κυβερνώντες κομπορρημονούν για τον άνεμο δημοκρατίας και αξιοκρατίας που πνέει στα στρατόπεδα και τα επιτελεία. Είναι όμως γνωστά τα κριτήρια που ισχύουν για την εξέλιξη των στελεχών. Δεν διαφέρουν και πολύ από τότε. Σίγουρα είναι πιο στρογγυλεμένα, πιο εύπεπτα, πιο εξωραϊσμένα, πιο ευρωπαϊκά.
Περιέχονται σε πρακτικές που εφαρμόστηκαν και από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, προωθώντας στελέχη προσκείμενα κομματικά σ' αυτό. Και τότε το επιχείρημα ήταν η προσπάθεια αποκαθήλωσης του κράτους της δεξιάς και η εγκαθίδρυση της δημοκρατίας στις Ενοπλες Δυνάμεις.
Η συνέχεια είναι επίσης γνωστή. Η Ν.Δ., μετά από πολλά χρόνια εκτός κυβερνητικής εξουσίας, και τονίζω τον όρο κυβερνητικής, γιατί ήταν θέμα προσώπων που την ασκούσαν και όχι διαφοροποίηση στην ασκούμενη πολιτική, ακόμη και με επίσημες δηλώσεις πρωτοκλασάτων στελεχών της, νομιμοποίησε τον ρεβανσισμό αποκαθιστώντας και προωθώντας τα δικά της γαλάζια παιδιά. Το θέμα ήταν δηλαδή ποίος εφάρμοζε την πολιτική κι όχι τι πολιτική εφάρμοζε.
Εμπαιγμός
Η απροκάλυπτη αυτή πρακτική, ο ξεκάθαρος εμπαιγμός τόσο των στελεχών όσο και του Ελληνικού λαού, η υποκρισία και η ανακολουθία λόγου και πράξης των πολιτικών προϊσταμένων του χώρου των Ενόπλων Δυνάμεων καταδεικνύεται ανενδοίαστα, με την επιλογή του αρχηγού του ΓΕΕΘΑ Χηνοφώτη να συμμετάσχει στο ψηφοδέλτιο της Ν.Δ. στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές, ενώ ήταν ακόμη εν ενεργεία.
Κι αυτό τη στιγμή που υποκριτικά η κυβέρνηση μέσω του αρμόδιου υπουργού διατυμπανίζει και απαιτεί την αποχή των στελεχών από κομματικές τοποθετήσεις. Υπάρχει άραγε Ελληνας που να σκέφτεται ότι η επιλογή αυτή ήταν προϊόν πολιτικής παρθενογένεσης και όχι προϊόν, πρότερης της αποστρατείας, συναλλαγής;», καταλήγει ο απόστρατος αξιωματικός.
Ιωάννα Ηλιάδη
ioanna.iliadi@esiea.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου