Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2009

Η COSCO ΑΠΟ ΤΙΣ ΒΕΡΜΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ: Το ιδεόγραμμα της συμφωνίας

Πηγή: http://www.iospress.gr/

Οι κινεζικές εταιρείες είναι εξίσου πολυπληθείς με την Κίνα, γεγονός που δυσκολεύει τον ερευνητή να βρει μια άκρη σε ζητήματα ιδιοκτησίας. Ολα όμως ξεκαθαρίζουν μετά από μια βόλτα στο ...Τρίγωνο των Βερμούδων.
















Οταν το 2006 ο Ρομπέρτο Σαβιάνο εξέδωσε το βιβλίο του για την ιταλική μαφία (με αποτέλεσμα να κρύβεται ακόμα και σήμερα από τα πλοκάμια της) οι ελληνικές εφημερίδες αρκέστηκαν στη βιβλιοπαρουσίαση, δημοσιεύοντας μάλιστα το κομμάτι που αναφερόταν στην κινεζική εταιρεία Cosco. Θυμίζουμε αυτό το κομμάτι: «Στο λιμάνι της Νάπολης δραστηριοποιείται η σημαντικότερη ναυτιλιακή εταιρεία της Κίνας, η Cosco, η οποία κατέχει τον τρίτο μεγαλύτερο στόλο στον κόσμο κι έχει αναλάβει τη διαχείριση του μεγαλύτερου τερματικού σταθμού κοντέινερ, σε κοινοπραξία με την MSC, που κατέχει το δεύτερο μεγαλύτερο στόλο στον κόσμο και εδρεύει στη Γενεύη. Ελβετοί και Κινέζοι ενώθηκαν σε μια κοινοπραξία κι αποφάσισαν να επενδύσουν στη Νάπολη το μεγαλύτερο μέρος των επιχειρήσεών τους. Εδώ διαθέτουν περισσότερα από 950 μέτρα προκυμαίας, 130.000 τ.μ. για τον τερματικό σταθμό [...]. Θα έπρεπε να διευρύνουμε υπερβολικά τη φαντασία μας για να προσπαθήσουμε και μόνο να αντιληφθούμε πώς είναι δυνατόν το εύρος της κινεζικής παραγωγής να αποτίθεται στο κατώφλι του ναπολιτάνικου λιμανιού».

Πού να ήξερε ο συγγραφέας ότι, δύο με τρία μόλις χρόνια αργότερα, αυτό θα ίσχυε για το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας, τον Πειραιά. Όχι με μαφιόζικα κόλπα ή μυθιστορηματικές αναζητήσεις, αλλά με νομότυπες εμπορικές συμφωνίες το κέντρο τελικά συνάντησης της κινεζικής με την ευρωπαϊκή και βαλκανική αγορά έμελλε να είναι ο Πειραιάς. Μια offshore εταιρεία κινεζικών συμφερόντων, η «Cosco Pacific Ltd», εξασφάλισε την κύρια δραστηριότητα του ΟΛΠ Α.Ε., δηλαδή τη διοίκηση και εκμετάλλευση του Νέου Σταθμού Εμπορευματοκιβωτίων (Ν. ΣΕΜΠΟ). Η ίδια εταιρεία διαθέτει τεράστιο ναυτιλιακό στόλο κοντέινερ αλλά και μερίδια άλλων παρεμφερών εταιρειών. Ένα πλήρες μονοπωλιακό καθεστώς επιβάλλεται στον Πειραιά στο όνομα του …«υγιούς ανταγωνισμού». Τη συμφωνία υπέγραψαν οι υπεύθυνοι των δύο εταιρειών, τη σφράγισαν οι παρόντες αξιωματούχοι των δύο χωρών, την ενέκρινε η ελληνική βουλή -με ισχνή είναι αλήθεια πλειοψηφία- και τώρα όλοι τρέχουν και δε φτάνουν. Οσο για την MSC, ήταν και μάλλον θα συνεχίσει να είναι ο κύριος πελάτης του σταθμού, μια και οι οικονομικές σελίδες του Τύπου θεωρούν ότι η πρόσφατη καταγγελία της σύμβασης έγινε με στόχο την επαναδιαπραγμάτευσή της με καλύτερους οικονομικούς όρους.

Για τη συμφωνία με την Cosco ακούστηκαν πολλά. Οτι πρόκειται για μια κρατική κινεζική εταιρεία, ότι η συμφωνία είναι διακρατική και η όποια ακύρωση θα σημαίνει καταστροφή για την αξιοπιστία της Ελλάδας, ότι το δημόσιο θα ωφεληθεί περισσότερο με την ιδιωτική εταιρεία. Ως προς το τελευταίο, οι εργαζόμενοι απέδειξαν το πόσο κερδοφόρος είναι ο δημόσιος αυτός οργανισμός που τα τελευταία χρόνια ανακατασκεύασε και εκσυγχρόνισε τις προβλήτες του με χρήματα των φορολογουμένων αλλά και με ευρωπαϊκές επιδοτήσεις. Αλλά για τα υπόλοιπα;

Μια offshore εταιρεία στις Βερμούδες

Η σύμβαση λοιπόν αφορά αποκλειστικά και μόνο την παραχώρηση μιας κερδοφόρας επιχείρησης του δημοσίου σε μία offshore ΕΠΕ με έδρα τις Βερμούδες και της οποίας μεγάλο μέρος του πακέτου μετοχών κατέχει η κρατική κινεζική εταιρεία Cosco.

Αντιγράφουμε από τη Βικιπαίδεια ότι offshore (υπεράκτια) εταιρία ονομάζεται «η οικονομική οντότητα που δημιουργήθηκε για ένα συγκεκριμένο σκοπό, συνήθως βραχυπρόθεσμο και δε διαπνέεται από τη γενικά παραδεκτή αρχή του συνεχούς της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Συνήθως ο όρος αναφέρεται με σκοπό να υποδειχθούν οι επιχειρήσεις που ιδρύονται σε οικονομικά κέντρα με ένα πολύ χαμηλό επίπεδο φόρων, που συνήθως βρίσκονται σε νησιά. Συχνά ο όρος χρησιμοποιείται και ως ‘φορολογικός παράδεισος’. Αυτές οι εταιρίες χρησιμοποιούνται προκειμένου ο ιδιοκτήτης ή ο δικαιούχος να κρύψει συγκεκριμένα οικονομικά έσοδα/κέρδη, για διάφορους λόγους (όπως η ανακύκλωση βρώμικου χρήματος ή η απόκρυψη της ιδιοκτησίας). Στην πραγματικότητα, ακριβώς επειδή δεν είναι παράνομο, όλες οι πολυεθνικές έχουν offshore εταιρίες δημιουργημένες σε χώρες με ηπιότερο φορολογικό καθεστώς, για μια πιο αποδεκτή φορολόγηση των κερδών. Μπορεί να αναφέρεται σε εταιρείες ειδικού σκοπού, θυγατρικές ενός ομίλου η ακόμα και σε συγγενείς επιχειρήσεις».

Ο ιστότοπος της ΕΠΕ «Cosco Pacific Ltd» (C.P.) με έδρα τις Βερμούδες, που απέκτησε και τον Ν. ΣΕΜΠΟ για 30+5 χρόνια, ξεκινάει με την παρατήρηση ότι: «Το χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ (σ.σ. στο οποίο υπάγεται η C.P.) δεν φέρει καμιά ευθύνη για το περιεχόμενο αυτής της ανακοίνωσης, δεν επιβεβαιώνει την ακρίβεια ή την πληρότητά της και ρητά απορρίπτει κάθε ευθύνη για την όποια απώλεια προκύψει σε οιονδήποτε βασιστεί στο σύνολο ή σε τμήματα του περιεχομένου αυτής της ανακοίνωσης». Αυτό βέβαια είναι κάτι τυπικό, αλλά δεν παύει να προϊδεάζει κάπως για το είδος και τη φερεγγυότητα μιας εταιρείας.

Στη ίδια ιστοσελίδα η C.P. δηλώνει ότι είναι η πέμπτη παγκοσμίως μεγαλύτερη εταιρεία τερματικών εμπορευματικών σταθμών. Κατέχει και διοικεί τμήματα 18 σταθμών στην Κίνα και τριών σταθμών στον υπόλοιπό κόσμο. Μοναδικός σταθμός που της ανήκει κατά 100% είναι ο Πειραιάς, κάτι που δεν συμβαίνει ούτε στους σταθμούς της που βρίσκονται στην Κίνα. Οι σταθμοί του Σουέζ και της Αμβέρσας της ανήκουν μόνο κατά το 20%. Οι δικοί μας όμως εφοπλιστές και οι υπουργοί που συνόδεψαν στην Κίνα τον πρωθυπουργό ήταν κουβαρντάδες και «μεσολάβησαν» να εκχωρηθεί ολόκληρο το εμπορικό λιμάνι. Μέχρι τη στιγμή αυτή, και αν δεν ακυρωθεί ή τροποποιηθεί η συμφωνία από τη νέα κυβέρνηση, μόνο ο σταθμός του Πειραιά παρουσιάζεται διεθνώς να ανήκει αποκλειστικά σε μια ιδιωτική κινεζική εταιρεία και στους μετόχους της.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η εξαγορά του σταθμού του Πειραιά θεωρείται το κύριο επίτευγμα της C.P. το 2008, όπως προκύπτει στις ανακοινώσεις της, ενώ το σύνολο σχεδόν των υπολοίπων πράξεων αφορά συνενώσεις και συγχωνεύσεις εταιρειών. Οι μητρικές εταιρείες του ομίλου Cosco είναι πάνω από 10 ενώ οι θυγατρικές -ιδιωτικές, ημικρατικές και κρατικές- πάνω από 300.

Το 2008 (που κέρδισε τον διαγωνισμό για τον ΟΛΠ) η C.P. ανακοίνωσε ότι αύξησε το χαρτοφυλάκιό της κατά 17.7%, με αποτέλεσμα να έχει το μεγαλύτερο ρυθμό ανάπτυξης στον κλάδο. Ο πρόεδρος της εταιρείας δηλώνει ότι «ακρογωνιαίος λίθος του Ομίλου είναι ο πρώτος πλήρως ιδιόκτητος σταθμός του Πειραιά με τη συμφωνία που υπογράφτηκε ανάμεσα στην ΣΕΠ ΑΕ (πού ανήκει στην Cosco Pacific Ltd) και στον ΟΛΠ ΑΕ» και συνεχίζει: «Ο πρόεδρος της Κίνας Χιού Ζιντάου και ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Κώστας Καραμανλής παρέστησαν και έγιναν μάρτυρες της τελετής υπογραφής».

Στην ετήσια έκθεση δραστηριότητας της C.P. τονίζεται το πόσο χάρη στην γεωγραφική του θέση ο σταθμός του Πειραιά θα αποβεί πηγή κερδοφορίας για την εταιρεία και τους μετόχους της: «Ο Ομιλος φιλοδοξεί να γίνει ο Πειραιάς πύλη για την Μεσόγειο, τα Βαλκάνια και τη Μαύρη Θάλασσα συμβάλλοντας σταθερά στη ροή του χρήματος με μεγάλο ανταποδοτικό όφελος για την εταιρεία. Οι δύο προβλήτες του Πειραιά θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στην εμπορική αγορά μεταξύ Κίνας και αυτών των περιοχών, συμβάλλοντας στην επιχειρηματική ανάπτυξη της κρατικής Cosco αλλά και της C.P.».

Εδώ, δηλαδή, η ίδια η αγοράστρια εταιρεία αποσαφηνίζει το σύνθετο ιδιοκτησιακό της καθεστώς, αναφερόμενη στην μητρική κρατική εταιρεία σαν ξεχωριστή οντότητα. «Επιπλέον», συνεχίζει η ετήσια έκθεση, «η C.P. κατέχει και την παγκοσμίως δεύτερη κατά σειρά μεγαλύτερη εταιρεία leasing σε κοντέινερ με τεράστιο στόλο». Ας ελπίσουμε ότι στις φορτοεκφορτώσεις στον Πειραιά θα τηρείται αυστηρή σειρά προτεραιότητας χωρίς προνομιακή μεταχείριση των κινεζικών κοντέινερ και προϊόντων. Οσο για τις κοντινές μονάδες μεταποίησης και συναρμολόγησης, που θα είναι το επόμενο βήμα, οι έμποροι του Πειραιά ήδη δικαίως ανησυχούν.

Η εταιρική αλυσίδα δένει το λιμάνι

Συνοπτικά, οι υπηρεσίες του ΟΛΠ Α.Ε. εκχωρήθηκαν σε μία ΕΠΕ που ίδρυσε μια ΑΕ για να διαχειριστεί το λιμάνι. Στις εταιρείες δεν ισχύει η φιλολογία περί ηθικού. Είναι όμως αυτό, όχι νόμιμο, αλλά δόκιμο;

Αρχικά μια ΕΠΕ, η «Florens Group LTD», γράφτηκε στο μητρώο των εταιρειών των Βερμούδων στις 26/7/1994. Αργότερα, στις 14/2/1996, μετονομάσθηκε σε «Cosco Pacific Ltd». Η νέα αυτή ΕΠΕ, μετά τη νικηφόρα έκβαση του διαγωνισμού, σύστησε στις 10/11/2008 μια Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία ΣΕΠ ΑΕ με αποκλειστικό σκοπό την διοίκηση και εκμετάλλευση του Ν. ΣΕΜΠΟ. Μέλη του πρώτου ΔΣ της εταιρείας ΣΕΠ ΑΕ είναι 5 Κινέζοι υπήκοοι (ΦΕΚ 12698). Αυτή λοιπόν είναι η εταιρεία στην οποία εκχωρήθηκαν οι υπηρεσίες του ΟΛΠ με μια σύμβαση 2.527 σελίδων. Η C.P. κέρδισε το διαγωνισμό με σχετική ευκολία μια και οι υπόλοιποι διεκδικητές «ευγενικά» αποχώρησαν. Στα ποσά που δηλώθηκαν υπήρξαν βέβαια κάποιες διαφορές μερικών δεκάδων εκατομμυρίων και όλοι θα θυμούνται τις δηλώσεις Βουλγαράκη και τις διαψεύσεις της C.P., αλλά αυτά, πάει πέρασαν! Σημειώνουμε εδώ ότι η άλλη διαγωνιζόμενη εταιρεία, η Hutchinson με έδρα το Χονγκ Κονγκ, είναι εξίσου κινεζική και κατέχει μεγάλο ποσοστό και σε μία από της μητρικές εταιρείες της C.P. και συγκεκριμένα στην China Cosco Holdings Ltd. Όπως γνωρίζουμε, όμως, στους διαγωνισμούς είναι επιλήψιμο να συνδέονται εταιρικά οι διαγωνιζόμενοι κι αυτό αποτελεί νομικά μέχρι και αιτία ακύρωσης.

Πολυμετοχική ιδιωτική εταιρεία η Cosco Pacific

Για να δούμε τώρα πώς ακριβώς περιγράφεται η εταιρεία στη σύμβαση με τον ΟΛΠ. Κατ’ αρχάς, οι μετοχές της εταιρείας C.P. είναι ονομαστικές. «Δεν υπάρχει όμως νόμος ούτε στις Βερμούδες όπου συστάθηκε η εταιρεία ούτε και στην Κίνα η οποία να βεβαιώνει το είδος των μετοχών της εταιρείας και ότι οι μετοχές είναι ονομαστικές», λέει η σύμβαση. Η εταιρεία τηρεί έγκυρη και ενημερωμένη κατάσταση για τους μετόχους που έχουν τουλάχιστον 1% των μετοχών και η αυτή κατάσταση υποβλήθηκε στον ΟΛΠ. «Εκτός όμως των μετόχων φυσικών προσώπων υφίστανται και δύο μέτοχοι νομικά πρόσωπα με μεγαλύτερα ποσοστά. Ειδικότερα η εταιρεία HKSCC Nominees Limited κατέχει ποσοστό 57,6% των μετοχών της C.P. ενώ για τη μέτοχο αυτή είναι αδύνατη η υποβολή οποιουδήποτε στοιχείου διότι είναι εταιρεία εκπροσώπευσης μετόχων και δεν είναι ανακοινώσιμο οποιοδήποτε στοιχείο σχετικό με τις μετοχές και τους μετόχους της. Η δεύτερη μέτοχος εταιρεία είναι η Cosco Pacific Investment Holding Ltd και κατέχει το 42,05% του μετοχικού κεφαλαίου της C.P.» (σελ.1998-9). Αυτή η δεύτερη εταιρεία μέτοχος είναι που ανήκει πλειοψηφικά στην κρατική κινεζική μητρική εταιρεία COSCO. Προς τι λοιπόν τόση φροντίδα για τις διακρατικές σχέσεις αφού, αν ω μη γένοιτο η C.P. κάνει κακό τελικά στον ΟΛΠ, αυτό δεν θα έχει καμιά επίπτωση ούτε στο ΚΚ Κίνας ούτε και στις κρατικές επιχειρήσεις του;

Ενα δεύτερο σημείο άξιο προσοχής στη σύμβαση είναι η ένορκη κατάθεση του αρμόδιου ελεγκτή ότι «το δίκαιο της χώρας καταγωγής της εταιρείας (Βερμούδες) δεν επιβάλλει στην C.P. την υποχρέωση να δημοσιεύει τις οικονομικές της καταστάσεις ενώ το ίδιο ισχύει και για το δίκαιο της Κίνας». Οι ελεγκτές της εταιρείας PricewaterhouseCoopers Κίνας που έλεγξαν τα οικονομικά της (τα τρία τελευταία χρόνια) πριν υποβάλει την προσφορά της στον ΟΛΠ (σελ. 2138-9) σημειώνουν στο τέλος της έκθεσης: «Οι διαδικασίες που διενεργήσαμε περιορίστηκαν σε αυτές που είχαν συμφωνηθεί με εσάς (σ.σ. εννοεί με τους εκπροσώπους της C.P.) Σε περίπτωση που είχαμε διενεργήσει πρόσθετες διαδικασίες τότε άλλα θέματα θα μπορούσαν να έχουν υποπέσει στην αντίληψή μας και τα οποία θα είχαν αναφερθεί σε εσάς» (σελ.2149). Η έκθεση ελέγχου αξιοποιήθηκε πάντως από την C.P. για να ξεπεράσει το νομικό κώλυμα ότι, ως offshore εταιρεία, δεν θα δικαιούταν να μετάσχει στο διαγωνισμό.

Η νέα ανώνυμη εταιρεία του λιμανιού

Στη σελίδα 2.277 της σύμβασης περιγράφεται η ΑΕ την οποία έπρεπε να συστήσει η C.P. στην περίπτωση που θα κέρδιζε το διαγωνισμό. Η εταιρεία συστάθηκε με την επωνυμία ΣΕΠ Α.Ε. και με αποκλειστικό σκοπό την ανάπτυξη, λειτουργία και εκμετάλλευση των λιμενικών εγκαταστάσεων του Ν. ΣΕΜΠΟ. Μοναδικός μέτοχος της εταιρείας είναι η C.P. Τρία εκ. ευρώ ορίστηκε το ελάχιστο καταβεβλημένο μετοχικό κεφάλαιο πριν την υπογραφή της συμφωνίας. Η εταιρεία συστάθηκε στις 10/11/2008 με διάρκεια λειτουργίας 50 χρόνια, δηλαδή 20 χρόνια περισσότερα από τη διάρκεια ιδιοκτησίας του σταθμού από την κινεζική εταιρεία. Ανάμεσα στις υποχρεώσεις της, όπως περιγράφονται στο ΦΕΚ 12698, είναι και η προστασία της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας, της υγείας των εργαζομένων, η προστασία του περιβάλλοντος στο χώρο αλλά και η προστασία της εθνικής ασφάλειας και της δημόσιας τάξης! Με τρία εκατομμύρια λοιπόν μετοχικό κεφάλαιο η ΣΕΠ Α.Ε. (και 50 εκ. που δόθηκαν για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό) έγινε ο εκπρόσωπος της κινεζικής εταιρείας στο λιμάνι του Πειραιά. Ολες της οι αποφάσεις προβλέπεται να λαμβάνονται από το 6μελες Δ.Σ. Μέλη αυτού του Δ.Σ. είναι οι Σου Μιντζί κάτοικος Κίνας, Τσαν Χανγκ κάτοικος Χονγκ Κόνγκ, Λου Σαι Κιτ κάτοικος Χονγκ Κονγκ, Λι Κε Τσιάγκ κάτοικος Καλαμακίου Αττικής με άδεια αορίστου χρόνου παραμονής στην Ελλάδα (αυτός ορίστηκε και διευθύνων δύμβουλος, διαχειριστής και εκπρόσωπος της εταιρείας, ΦΕΚ 13150), Μέι Ντουμί κάτοικος Κίνας και Σουν Ζανμπό επίσης κάτοικος Κίνας. Στις 7/8/2009 (ΦΕΚ 9738) ανακοινώθηκε αύξηση κεφαλαίου της εταιρείας κατά 19.500.000 ευρώ (το ελάχιστο που απαιτούσε η σύμβαση) με την έκδοση 6,5 εκ. νέων ονομαστικών μετοχών. Ολα αυτά λίγο πριν την «επιχειρούμενη» ανάληψη της διαχείρισης και εκμετάλλευσης του σταθμού. Κάπως έτσι λοιπόν έχει το σύνολο των κινήσεων της εκχώρησης του λιμανιού στην αλυσίδα των εταιρειών που καταλήγει στη ΣΕΠ Α.Ε. υπό την απόλυτη εξουσία του πανίσχυρου διευθύνοντα συμβούλου κ. Τσιάγκ.

Απλός μάρτυρας η κυβέρνηση της Κίνας

Το ΔΣ της εταιρείας αποφάσισε ομόφωνα να δοθεί η εξουσιοδότηση στον δρ. (κάπτεν) Γουέι Τσιαφού για την υπογραφή της τελικής σύμβασης με τον ΟΛΠ (ΦΕΚ 13150). Στο σημείο αυτό άρχισε και τέλειωσε ο ρόλος του κυβερνητικού στελέχους αλλά και του κινεζικού κράτους στην υπόθεση ΟΛΠ. Η ίδια η εταιρεία, στον ετήσιο απολογισμό της, αναγγέλλει την παραίτηση του δρ. Γουέι Τσιαφού από τη θέση του προέδρου (22.7.2008) για να αφοσιωθεί στα υπόλοιπα καθήκοντά του, ενώ στη θέση του τοποθετήθηκε ο κ. Τσεν Χονγκσχένγκ με διαχωρισμό (πλέον) αυτής της θέσης από τη γενική διοίκηση, την οποία ανέλαβε ο κ. Χίου Μιντζί. Δηλαδή ούτε και τυπικά δεν υπάρχει ίχνος διακρατικής συμφωνίας έστω και σε επίπεδο προσώπων. Σε δηλώσεις του, ο νέος διαχειριστής της C.P. Χίου Μιντζί για το 2009 αναφέρει ότι «το έτος αναμένεται να καλύπτεται από πρωτοφανείς προκλήσεις. Η παγκόσμια ύφεση οπωσδήποτε θα επιβαρύνει και τις ναυτιλιακές επιχειρήσεις». Μάλιστα σημειώνει ότι μείωσε τις δαπάνες της εταιρείας κατά 37% σε σχέση με το 2008. Ο δε πρόεδρος πρόσθεσε ότι περιμένουν την κατάσταση το 2009 να είναι ακόμα χειρότερη από το τελευταίο τετράμηνο του 2008: «Η εταιρεία άρχισε τις περικοπές στα προγράμματά της κάνοντας ένα βήμα πίσω στις επενδύσεις σχεδιασμών για τα λιμάνια και στις αντικαταστάσεις κοντέινερ». Ωστόσο εκτίμησε «ότι μάλλον δεν θα επηρεαστεί από αυτό η ανάπτυξη των δύο προβλητών του Πειραιά και η εγκατάσταση θα ολοκληρωθεί σύμφωνα με την σύμβαση».

Οι μαγικοί «κινέζικοι» αριθμοί

Περίπου 2,4 δις. ευρώ έσοδα δήλωνε η ελληνική κυβέρνηση, 500 εκ. γίνανε μετά. Υπολογισμένα βέβαια όλα μαζί με τα ενοίκια που θα δοθούν σε βάθος χρόνου, με το ελάχιστο εγγυημένο ποσό που θα δοθεί αρχικά κ.λπ. Οσον αφορά όμως τα ποσά που προκύπτουν από τη σύμβαση (σελ. 2.403-5), εκτός από τα 50 εκ. που κατατέθηκαν για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό και άλλα 2.5 εκ. που προβλέπονται για έξοδα συμβούλων, ελέγχων κ.λπ., η δεσμευτική επένδυση ανέρχεται σε 45 εκ. ευρώ. Το 30% θα προέρχεται από το μετοχικό κεφάλαιο και το 70% από τραπεζικό δανεισμό. Με 50 εκ. δηλαδή παραχωρήθηκε ο ΟΛΠ που έβγαζε μέχρι τώρα 110 εκ. το χρόνο.

Ακολουθούν οι «φορολογικές παραδοχές». Για σκανδαλώδεις φοροαπαλλαγές μίλησαν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων και δεν έχουν άδικο. Από το σύνολο των λιμενικών εργασιών «έχει γίνει παραδοχή ότι μόνο 5% των συνολικών λιμενικών υπηρεσιών υπόκεινται σε ΦΠΑ» (σελ. 2406). Με λίγα λόγια, ο ΦΠΑ 19% επί των συνολικών εσόδων αφορά μόνο το 5% και μάλιστα έχει όριο επιστροφής 6 μήνες. Ειδική διάταξη προβλέπει και την απαραίτητη αναβαλλόμενη φορολογία που θα υπολογίζεται «με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα».

Ακόμα κι αν επιμένουν λοιπόν συγκεκριμένα ΜΜΕ και πολιτικά χείλη ότι η Ελλάδα θα θιγεί από πιθανή ακύρωση ή τροποποίηση της συμφωνίας και θα διαρραγούν οι σχέσεις της με την Κίνα, ένα είναι σίγουρο: κανείς δεν ξέρει ούτε ποιοί είναι οι μέτοχοι της συμβαλλόμενης C.P., ούτε πώς θα λειτουργήσουν στο λιμάνι, ούτε αν θα κερδίσει ή θα χάσει το δημόσιο. Ολοι όμως γνωρίζουν ότι σίγουρα το δημόσιο κέρδιζε με τον ΟΛΠ ΑΕ.

Ζητείται παρέμβαση του ΣτΕ

Οι εργαζόμενοι στον ΟΛΠ προσέφυγαν στις 19/10/2009 με υπόμνημά τους στο ΣτΕ, εντοπίζοντας μέσω του νομικού τους συμβούλου, καθηγητή Γ. Κατρούγκαλου, τις πιο κραυγαλέες διατάξεις της σύμβασης και καλώντας το να παρέμβει, καθώς η σύμβαση αφορά το άρθρο 106 του Συντάγματος, δηλαδή την παραχώρηση μιας ζωτικής σημασίας για την αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου δημόσιας υπηρεσίας.

Πέρα από τις επισημάνσεις του κ. Κατρούγκαλου για τους εργαζόμενους, τις συνθήκες εργασίας κ.λπ, το υπόμνημα αναφέρεται και σε κρίσιμα ζητήματα όπως:

1. Όταν έγινε η διακήρυξη δεν υπήρχε καμιά απολύτως νομοθετική βάση για την παραχώρηση δημόσιας υπηρεσίας από την ΟΛΠ σε ιδιώτη.

Το δικαίωμα παραχώρησης το απέκτησε η ΟΛΠ Α.Ε. μετά τη δημοσίευση του σχετικού άρθρου του Ν. 3654/2008 και κατά συνέπεια μήνες μετά τη διακήρυξη της παραχώρησης. Είναι γνωστό ότι «νόμος που κυρώνει αναδρομικά μια απόφαση είναι ανίσχυρος και η πράξη που κυρώνεται δεν αποκτά νομοθετική ισχύ και εξακολουθεί να υπόκειται, όπως κάθε διοικητική πράξη, στον ακυρωτικό έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας», επισημαίνει το υπόμνημα.

2. Διαπιστώνεται επίσης αντισυνταγματικότητα, λόγω παντελούς έλλειψης πρόβλεψης αποτελεσματικών όρων εποπτείας του ιδιώτη ανάδοχου από το δημόσιο, ενώ στο άρθρο 2 του καταστατικού μεταξύ των σκοπών της αναδόχου εταιρείας περιλαμβάνονται η «προστασία της εθνικής ασφάλειας και της δημόσιας τάξης».

3. Η ΟΛΠ Α.Ε. θα έχει δικαίωμα να καταγγείλει την παρούσα σύμβαση σε περίπτωση κατά την οποία η ανάδοχος ΣΕΠ Α.Ε. εγκαταλείψει τη λειτουργία και εκμετάλλευση του Ν. ΣΕΜΠΟ για συνεχές χρονικό διάστημα 15 ημερών. Σε περίπτωση που η ΟΛΠ αμφισβητήσει είτε την επικαλούμενη από την ΣΕΠ επέλευση γεγονότος ανωτέρας βίας είτε τις επικαλούμενες από την ΣΕΠ συνέπειες της αποκλειστικής προθεσμίας 7 ημερών, η διαφωνία μεταξύ των συμβαλλομένων μερών θα επιλύεται διαιτητικά σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο της παρούσας σύμβασης. Oπως επισημαίνει ο νομικός, «η διατύπωση του άρθρου είναι ασαφής, δεν προσδιορίζει εάν αφορά υπαίτια ή ανυπαίτια μερική διακοπή και ουσιαστικά δίνει τη δυνατότητα στην ανάδοχο να διακόπτει μερικώς τη λειτουργία του ΣΕΜΠΟ, με μόνη συνέπεια τη προσφυγή σε φιλικό διακανονισμό. Η ανάδοχος όμως θα μπορεί να διακόπτει σύμφωνα με τη σύμβαση και χωρίς να υπέχει καμιά ευθύνη έναντι του ΟΛΠ τη λειτουργία του ΣΕΜΠΟ ελεύθερα για συνεχή διαστήματα μέχρι 14 ημερών, χωρίς ανώτατο χρονικό όριο, ενδεχομένως και για μήνες, αρκεί να φροντίζει την 15η ημέρα να αποκαθιστά τη λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας. Αυτό από μόνο του συνιστά παράνομο όρο σε σύμβαση παραχώρησης δημόσιας υπηρεσίας, καθίσταται όμως πραγματικά σκανδαλωδώς απαράδεκτο συνταγματικά εάν συνδυαστεί με τους επόμενους όρους, κατά τους οποίους οποιαδήποτε παρέμβαση της ΟΛΠ Α.Ε. (το δημόσιο είναι άφαντο) θα επισυμβεί εφόσον δοθεί προθεσμία 50 τουλάχιστον ημερών στην ανάδοχο, ενώ εάν αυτή επικαλεστεί γεγονός ανώτερης βίας το θέμα θα παραπέμπεται στη διαιτησία».

Στο άρθρο 26.1 του σχεδίου σύμβασης που ενέκρινε το ΔΣ της ΟΛΠ ΑΕ ορίζεται ως «Γεγονός Ανωτέρας Βίας» μεταξύ άλλων και η απεργία, η οποία αποφασίζεται από αναγνωρισμένες, σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους, συνδικαλιστικές οργανώσεις. Η τελική όμως διατύπωση της σύμβασης δεν θεωρεί την απεργία ως «Γεγονός Ανωτέρας Βίας».

4. «Η ΣΕΠ δεν δύναται να εκχωρήσει οποιοδήποτε δικαίωμα ή υποχρέωση προκύπτει από την παρούσα Σύμβαση, χωρίς την προηγούμενη συναίνεση της ΟΛΠ ΑΕ, εκτός όπου ορίζεται διαφορετικά στην παρούσα Σύμβαση.

Με άλλα λόγια, ελεύθερα θα μπορούν να τροποποιούνται συμβατικά και χωρίς την παρέμβαση του δημοσίου οι περισσότεροι από τους σημαντικότερους όρους της σύμβασης, μεταξύ άλλων αυτοί που αναφέρονται στην καταγγελία αλλά και στο ανεκχώρητο! Είναι σαφές ότι με τον τρόπο αυτό, ουσιαστικά το δημόσιο απεκδύεται πλήρως των συνταγματικών ευθυνών του ως προς τη συγκεκριμένη δημόσια υπηρεσία, πράγμα προδήλως παράνομο».

5. Υπάρχει τέλος αντισυνταγματικότητα ως προς τους απόρρητους όρους της διακήρυξης. Τη στιγμή που πρόκειται για παραχώρηση δημόσιας υπηρεσίας δεν μπορεί να έχουν πλήρη γνώση μόνο «όσοι έχουν έννομο συμφέρον» δηλαδή μόνο οι συμβαλλόμενοι. «Απόρρητοι όροι σε παρόμοια σύμβαση αφορούν κάθε πιθανό χρήστη της δημόσιας υπηρεσίας ως τρίτο» τονίζει ο κ. Κατρούγκαλος, καλώντας το ΣτΕ να επέμβει αυτεπάγγελτα. Θα το κάνει;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου