Οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας και της Τουρκίας, κατά τη συνάντησή τους στην Αθήνα στα μέσα Μαΐου, θα «σφραγίσουν» τη βούληση των κυβερνήσεών τους για πιο στενή συνεργασία, υποσχέθηκαν την Πέμπτη στην Αγκυρα ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Δ. Δρούτσας και ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Α. Νταβούτογλου.
Οι δύο υπουργοί κατά τη μακρά συνάντηση που είχαν στην Αγκυρα, παρουσίασαν έναν πακτωλό αποφάσεων και μέτρων, που σε άλλες συναντήσεις ήταν αντικείμενο των συνομιλιών των πρωθυπουργών.
Ετσι οι κ.κ. Δρούτσας και Νταβούτογλου ξεκαθάρισαν το τοπίο με ανακοινώσεις που αφορούν στη στενή συνεργασία των δύο κυβερνήσεων σε επίπεδο υπουργείων, το ετήσιο χρονοδιάγραμμα συναντήσεων των πρωθυπουργών και υπουργών Εξωτερικών, ενώ δεν παρέλειψαν να προσθέσουν και άλλα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) στο ήδη παραφουσκωμένο καλάθι αμοιβαίων μέτρων που συμφωνούνται αλλά δύσκολα υλοποιούνται.
Στην πραγματικότητα στην Αγκυρα αποφασίστηκε να εφαρμοστεί στην πράξη και στην περίπτωση της Αθήνας το «μοντέλο Νταβούτογλου», δηλαδή ο τρόπος προσέγγισης της Τουρκίας με τους προβληματικούς γείτονές της. Με αυτόν τον τρόπο, τα επίμαχα διμερή προβλήματα και οι μεγάλες διαφορές επικαλύπτονται από διάφορες πτυχές διμερούς και αμοιβαίως επωφελούς συνεργασίας και κινούνται στο περιθώριο, έως ότου οι δύο κυβερνήσεις «τα καταργήσουν» εφαρμόζοντας στην πράξη τη θεωρία των «μηδενικών προβλημάτων».
Στοιχεία αυτού του μοντέλου ήταν εμφανή στη συνάντηση των δύο υπουργών την περασμένη Πέμπτη. Κανένας εκ των δύο στις δηλώσεις του δεν κατονόμασε το Αιγαίο και τα προβλήματά του. Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών αναφέρθηκε στο Αιγαίο μόνον σε απάντησή του σε σχετική ερώτηση.
Αυτό όμως δεν απέτρεψε τον κ. Νταβούτογλου να κάνει με τον δικό του ιδιόμορφο πολιτικό λόγο σαφέστατη αναφορά στις τουρκικές θέσεις. «Είμαστε δύο γείτονες που μοιραζόμαστε το ίδιο στενό (δηλαδή το Αιγαίο), μπορεί να έχουμε τις διαφορές μας, αλλά εμείς δεν θα το εγκαταλείψουμε ποτέ», είπε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας σε άλλη αποστροφή του λόγου του ότι απέναντι στις «αμοιβαίες απειλές»(!) εμείς θέλουμε τα αμοιβαία συμφέροντα.
Ετσι τα προβλήματα που δημιουργεί η Τουρκία στο Αιγαίο στον εναέριο και τώρα πια και στο θαλάσσιο χώρο «στοιβάχθηκαν» σε έναν από τους πολλούς τομείς συνεργασίας, στις περίφημες «διερευνητικές επαφές» Ελλάδας και Τουρκίας, που ξεκίνησαν επί κυβέρνησης Σημίτη και έχουν φτάσει αισίως τις 30 συναντήσεις χωρίς κανένα βεβαίως αποτέλεσμα.
Ο κ. Δρούτσας επέμεινε ότι οι διερευνητικές επαφές θα ασχοληθούν μόνον με τη νομική διαφορά της υφαλοκρηπίδας. Αλλά ο κ. Νταβούτογλου έκλεισε πονηρά το μάτι και επέμεινε ότι το θέμα είναι ο «καθορισμός της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας» που συνδέεται και με άλλα θέματα στο Αιγαίο. Αυτό που σαφώς περιγράφει ο τούρκος υπουργός είναι η τουρκική θέση σύμφωνα με την οποία τα ελληνικά νησιά στο Αιγαίο επικάθονται στην ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα της Τουρκίας και επομένως δεν έχουν δική τους υφαλοκρηπίδα.
Επιπροσθέτως όμως, οι μέχρι τώρα διερευνητικές επαφές Ελλάδας - Τουρκίας ασχολούνται με την υφαλοκρηπίδα, αλλά και το εύρος του ελληνικού εναέριου χώρου και με τα θαλάσσια σύνορα και με τις γκρίζες ζώνες. Επομένως, είναι μάλλον απίθανο οι «νέες» διερευνητικές επαφές να διαγράψουν τα υπόλοιπα θέματα πλην της «νομικής διαφοράς» της υφαλοκρηπίδας.
Είναι όμως προφανές ότι η επαναπροσέγγιση Ελλάδας - Τουρκίας δεν σκοπεύει να «κολλήσει» και πάλι σε αναζήτηση λύσεων σε παγιωμένα προβλήματα, με κίνδυνο να αυξηθεί η δυσαρέσκεια, αλλά και η πιθανότητα έντασης στο Αιγαίο. Αντιθέτως, οι δύο πρωθυπουργοί στη συνάντησή τους τον Μάιο δεν έχουν άλλη επιλογή από τη «μείωση της έντασης στο Αιγαίο», με ανάλογα «μέτρα».
«Τα μέτρα» αυτά -στρατιωτικής φύσης κυρίως- είναι πολύ φυσικό να έχουν ως υπόβαθρο την κακή οικονομική κατάσταση της Ελλάδας και την ανάγκη εξοικονόμησης χρημάτων και από τις δύο πλευρές. Ηδη η τουρκική πλευρά έχει διαδώσει την ανάγκη «μείωσης είτε εξοπλιστικών δαπανών είτε και της μείωσης των εξοπλισμών των δύο χωρών, πάντα κατ' αναλογίαν».
Το περίγραμμα αυτό μπορεί να εμφανίζεται ελκυστικό εκ πρώτης όψεως. Ομως, «τα μέτρα» θα εφαρμοστούν μόνον σε χώρο με ελληνική κυριαρχία ή άσκησης διεθνούς ελέγχου από την Ελλάδα, ενώ η Τουρκία θα μειώσει μόνον «κατ' αναλογίαν» με την Ελλάδα στρατιωτικές δαπάνες και εξοπλισμούς, που ελάχιστα θα επηρεάσουν τη συνολική ισχύ των δυνάμεών της.
Ομως το πρόσθετο βάρος για την Ελλάδα είναι ότι αυτή τη στιγμή τουλάχιστον, με την οικονομική αδυναμία της, δεν έχει ούτε τις δυνάμεις αλλά ούτε και τα εργαλεία να «πιέσει» την Τουρκία σε ορθολογικές συμφωνίες. Το πολυδιαφημισμένο «όπλο» της ευρωπαϊκής προσαρμογής της Τουρκίας έχει προ πολλού ξεφύγει από τα χέρια της Ελλάδας, το ίδιο και η «πίεση» προς την Τουρκία για τη λύση του Κυπριακού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου