www.tovima.gr
O Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Αντερς Φογκ Ράσμουσεν «δεν απογοητεύεται» από την άρνηση της Ρωσίας «να προσεγγίσει δημιουργικά» την Ατλαντική Συμμαχία, λέγουν πρόσωπα του στενού περιβάλλοντός του. Ο κ. Ράσμουσεν κάλεσε πρόσφατα τη Ρωσία να αρχίσει διαβουλεύσεις με στόχο την ένταξή της στη Συμμαχία και να αντιμετωπίσει το ΝΑΤΟ «όχι ως απειλή αλλά ως μέσο που θα συσπειρώνει την ευρωατλαντική κοινότητα και τη Ρωσία», όπως δήλωσε. Αλλά ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ το απέκλεισε, τουλάχιστον επί του παρόντος, τονίζοντας ότι πριν από κάθε τέτοιο ενδεχόμενο η Αμερική πρέπει να προχωρήσει σε «ουσιαστική μείωση» του πυρηνικού οπλοστασίου της και να προχωρήσουν οι αμερικανορωσικές συνομιλίες για τη μείωση των εξοπλισμών και την «εμβάθυνση των κανόνων μιας πραγματικής συνεταιριστικής συνεργασίας» των δύο χωρών. Ο ρώσος υπουργός είχε υπόψη του, και το άφησε σαφέστατα να εννοηθεί, τα προγράμματα παραγωγής μιας σειράς νέων συμβατικών όπλων μεγάλου βεληνεκούς- τα λεγόμενα «άμεσου παγκόσμιου πλήγματος»- τα οποία προωθεί η κυβέρνηση Ομπάμα με στόχο να περιορίσει και, κάποτε, να καταργήσει τα πυρηνικά όπλα της.
Γιατί λοιπόν δεν απογοητεύεται ο Γενικός Γραμματέας από μια τέτοια απάντηση; Πρώτα απ΄ όλα, λέγουν αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ, ο κ. Λαβρόφ δεν απέρριψε την πρόταση του κ. Ράσμουσεν. Απλώς έθεσε όρους, δηλαδή παρουσίασε μια ατζέντα πιθανών συζητήσεων με την Ουάσιγκτον οι οποίες δεν αποκλείεται να οδηγήσουν στην ένταξη της Ρωσίας στη Συμμαχία κάποια στιγμή. Ως έμπειρος πολιτικός ο κ. Ράσμουσεν διακρίνει ένα ρωσικό ενδιαφέρον «να μην κλείσει η πόρτα» για μια τέτοια εξέλιξη- μάλιστα αντιλαμβάνεται πρόθεση της Μόσχας να εντάξει και αυτό το ζήτημα στο πακέτο των θεμάτων που συζητούν, σε διάφορα επίπεδα, οι δύο χώρες. Αλλωστε δύο 24ωρα μετά τη δήλωση Λαβρόφ η ρωσική «Κommersant» δημοσίευσε άρθρο για τη Συνθήκη περιορισμού των πυρηνικών οπλοστασίων των δύο χωρών, στο οποίο επισημαίνει ότι «ο τερματικός σταθμός» όλων των σχετικών συζητήσεων μεταξύ των δύο χωρών θα είναι είτε η κατάργηση των στρατιωτικών συνασπισμών της μορφής του ΝΑΤΟ είτε η δημιουργία ενός «νέου πολιτικού συγκροτήματος, με οικονομικά αλλά και στρατιωτικά προγράμματα», στο οποίο θα συμμετέχουν «όλες οι χώρες, από το Βανκούβερ (του Καναδά) ως το Βλαδιβοστόκ» (της Ρωσίας). Η ιστοσελίδα της γερμανικής έκδοσης των «Financial Τimes» όπου εμφανίστηκε το άρθρο της ρωσικής εφημερίδας δέχθηκε δεκάδες σχόλια αναγνωστών που υποστηρίζουν την ιδέα για ένα νέο διακρατικό πολιτικοστρατιωτικό συγκρότημα.
Η πρόταση Ράσμουσεν και το όραμα που διατύπωσε η «Κommersant» συγκίνησαν και την Ιαπωνία. Ο πρωθυπουργός Γιούκο Χατογιάμα δέχεται πίεση αυτόν τον καιρό να προχωρήσει σε γενική αναθεώρηση των αμυντικών συμφωνιών που κατά καιρούς υπέγραψε η χώρα του με την Αμερική. Αποκαλύπτεται τώρα ότι οι συμφωνίες περιέχουν και μυστικούς όρους που θίγουν ουσιώδη δικαιώματα κυριαρχίας και επιβάλλουν ακόμη οικονομικής φύσεως περιορισμούς. Οι αποκαλύψεις δημιούργησαν ένα κλίμα που επέτρεψε τη διατύπωση προτάσεων από επιστημονικά ιδρύματα, πολιτικούς οργανισμούς και από τον πολιτικό και τον ακαδημαϊκό χώρο, οι οποίες συγκλίνουν στο ότι η Ιαπωνία μπορεί να θεμελιώσει την ασφάλειά της μετέχοντας σε ένα ευρύτερο αμυντικό σχήμα, σε έναν παγκόσμιο συνασπισμό ασφαλείας, ο οποίος βεβαίως θα περιλαμβάνει τις χώρες του ΝΑΤΟ και τη Ρωσία.
Και η Κίνα; Θα μείνει έξω από το όραμα η χώρα η οποία κατά γενική αναγνώριση θα πρωτοστατήσει σε κάθε είδους εξελίξεις ύστερα από μία το πολύ δεκαετία; Τις διαθέσεις της θα βολιδοσκοπήσει ο πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί, ο οποίος βρίσκεται αυτές τις ημέρες στην Κίνα για τα επίσημα εγκαίνια της Παγκόσμιας Εκθεσης της Σανγκάης και θα έχει συνομιλίες με τον ομόλογό του Χου Ζιντάο. Το θέμα θα έχει εξάλλου την ευκαιρία να συζητήσει μαζί του και ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα στη συνάντησή τους στη Νέα Υόρκη, στη διάσκεψη κορυφής του ΟΗΕ για τη διασπορά των πυρηνικών υλικών, στα μέσα Μαΐου. Ωστόσο οι ενδείξεις που υπάρχουν είναι αποθαρρυντικές. Η Κίνα ενδιαφέρεται αυτή τη στιγμή να εκσυγχρονίσει το πυρηνικό οπλοστάσιό της, καθώς και όλο γενικά το σύστημα των ενόπλων δυνάμεών της, και ήδη έχει απορρίψει τις προτροπές της Ουάσιγκτον να ακολουθήσει το αμερικανορωσικό παράδειγμα για την περιστολή των πυρηνικών όπλων τους. Εκθεση του Ερευνητικού Ινστιτούτου Διεθνούς Ειρήνης της Στοκχόλμης, την οποία έχει υπόψη του «Το Βήμα», σημειώνει ότι «είναι πολύ πρόωρο να περιμένουμε από το Πεκίνο να εμπλακεί σε επίσημες πολυεθνικές συνομιλίες αφοπλισμού με άλλες πυρηνικές δυνάμεις». Οι κινεζολόγοι του Ινστιτούτου πιστεύουν ότι η Κίνα «θα ακολουθήσει την οδό των ισορροπιών ανάμεσα στις δύο πυρηνικές δυνάμεις (...) θα αποφύγει δεσμεύσεις», αλλά θα τονίσει σε κάθε ευκαιρία ότι τα πυρηνικά όπλα της στοχεύουν «αποκλειστικά στην αναχαίτιση (πυρηνικού) πλήγματος» και ότι είναι «κατ΄ εξοχήν όπλο αποτρεπτικό».
TΙ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΟΙ ΛΑΟΙ
Πώς βλέπει όμως ο κόσμος τα οράματα,αυτές τις πρωτοβουλίες,ακόμη και τις αποφάσεις και τις συνθήκες για την περιστολή των πυρηνικών υλικών και των πυρηνικών όπλων ως μέσου για την εμπέδωση της παγκόσμιας ασφάλειας; Οι σχετικές δημοσκοπήσεις είναι απογοητευτικές.Στην Αμερική μόλις το 12% έδειξε θετικό ενδιαφέρον για την υπογραφή της Συνθήκης με τη Ρωσία για περιορισμό των πυρηνικών και ένα ποσοστό κάτω του 10% πιστεύει ότι η διάσκεψη κορυφής του ΟΗΕ για τα πυρηνικά θα έχει κάποιο ουσιαστικό περιεχόμενο.
Κάπως καλύτερα είναι τα ποσοστά στην Ευρώπη (21% στις επτά δυτικοευρωπαϊκές χώρες του ΝΑΤΟ) και στη Ρωσία,όπου η Συνθήκη με τις ΗΠΑ για τα πυρηνικά συγκέντρωσε 32%,αλλά οι προσδοκίες για τα αποτελέσματα της διάσκεψης του ΟΗΕ περιορίζονται στο 28,5%.Δικαιολογημένα η εφημερίδα «Le Μonde» χαιρέτισε τη Συνθήκη υπογραμμίζοντας ότι αυτή θα έχει αξία«μόνον όταν»γίνει αποδεκτή από την ανθρωπότητα ως «όργανο ασφάλειας και ειρήνης»και όχι ως«μία ακόμη συμφωνία».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου