Καθημερινή
Ένα ενδεχόμενο το οποίο παλαιότερα θα εθεωρείτο αδιανόητο εικάζεται ότι θα συζητήσουν ο Γάλλος πρόεδρος, Νικολά Σαρκοζί, και ο Βρετανός πρωθυπουργός, Ντέηβιντ Κάμερον, σύμφωνα με δημοσίευμα των Times, σε συνάντησή που θα λάβει χώρα το Νοέμβριο: το διαμοιρασμό της χρήσης των αεροπλανοφόρων τους.
Η επίσημη θέση του βρετανικού υπουργείου Άμυνας - ως αντίδραση στο δημοσίευμα- είναι ότι πρόκειται για απλές εικασίες, ωστόσο, σύμφωνα με πηγή που επικαλούνται οι Times, ήταν πάρα πολλές οι επιλογές που τέθηκαν επί τάπητος κατά την επίσκεψη του υπουργού Άμυνας, Λίαμ Φοξ, στο Παρίσι, και μία εξ αυτών ήταν και αυτή περί κοινής χρήσης των αεροπλανοφόρων. Στο δημοσίευμα επίσης αναφέρεται ότι η πρόταση θα ανακοινωθεί επίσημα κατά τη συνάντηση που θα λάβει χώρα ανάμεσα στον Ντέηβιντ Κάμερον και τον Νικολά Σαρκοζί το Νοέμβριο.
Οι λόγοι πίσω από την πρόταση, εάν αληθεύει, είναι οικονομικοί, καθώς, εάν συμβεί κάτι τέτοιο, η Μ. Βρετανία θα μπορέσει να ματαιώσει ή να υποβαθμίσει τη ναυπήγηση ενός από τα δύο αεροπλανοφόρα που ήδη κατασκευάζονται (κλάσης «Queen Elizabeth» ) για να ενισχύσουν το Βασιλικό Ναυτικό, εξοικονομώντας 5,2 δισεκατομμύρια λίρες.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, τα βρετανικά και τα γαλλικά σκάφη θα επιχειρούν υπό καθεστώς στενής συνεργασίας για να «προστατέψουν τα συμφέροντα των δύο χωρών». Το σχέδιο προβλέπει ότι ένα από τα τρία σκάφη (δύο βρετανικά και ένα γαλλικό) θα βρίσκεται πάντα εν υπηρεσία στη θάλασσα. Επίσης, ειδικά πρωτόκολλα θα δημιουργηθούν για να ρυθμίζουν «ειδικές» περιπτώσεις αμιγώς βρετανικού ή γαλλικού συμφέροντος (περιπτώσεις όπως, για παράδειγμα, η κρίση των Φώκλαντ το 1982).
Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, πηγή του Ουάιτχολ δήλωσε ότι «ο Λίαμ ξεκαθάρισε ότι απαιτείται μεγαλύτερος βαθμός συνεργασίας για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις του σημερινού κόσμου. Το πλεονέκτημα είναι ότι, ακόμα και αν έχουμε μόνο ένα δικό μας αεροπλανοφόρο, πάλι θα έχουμε τη δυνατότητα επίδειξης ναυτικής ισχύος».
Ωστόσο, φαίνεται ότι υπάρχει κάποιος σκεπτικισμός- αν και λιγότερος από ό,τι αναμενόταν, τουλάχιστον από βρετανικής πλευράς: ο βουλευτής των Συντηρητικών και πρώην στρατιωτικός Πάτρικ Μέρσερ δήλωσε ότι εξετάζονται όλες οι επιλογές: «είναι ένας επικίνδυνος κόσμος, οφείλουμε να προστατέψουμε την εθνική μας ασφάλεια, οπότε εξετάζουμε τα πάντα…αλλά πρέπει να πω ότι το να ενώσουμε τις ναυτικές μας δυνάμεις με αυτές των Γάλλων ίσως να μην είναι η πιο άμεση και λογική επιλογή που έχουμε, αλλά όπως και να έχει, αν μπορεί να γίνει και να ξεπεραστούν οι δυσκολίες, όπως το πώς μπορεί να ασκηθεί αποτελεσματική και ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική όταν κάποια από τα πιο ισχυρά μέσα πίεσής μας υπάγονται σε κάποια άλλη χώρα, [οφείλουμε να την εξετάσουμε]».
Η επίσημη θέση του υπουργείου είναι ότι είναι πολύ νωρίς ακόμα για να ειπωθεί κάτι με βεβαιότητα: «ο υπουργός Άμυνας ξεκαθάρισε ότι θα πρέπει να ληφθούν κάποιες πολύ δύσκολες αποφάσεις, αλλά η εξαιρετικά σύνθετη διαδικασία εξέτασης των θεμάτων στρατηγικής άμυνας και ασφαλείας θα ολοκληρωθεί το Σεπτέμβριο. Οποιαδήποτε εικασία αυτή τη στιγμή είναι αβάσιμη».
Το Βασιλικό Ναυτικό αυτή τη στιγμή έχει εν ενεργεία δύο αεροπλανοφόρα, τα HMS Ark Royal και HMS Illustrious και το γαλλικό ένα, το Charles de Gaulle (R91).
Οι λόγοι πίσω από την πρόταση, εάν αληθεύει, είναι οικονομικοί, καθώς, εάν συμβεί κάτι τέτοιο, η Μ. Βρετανία θα μπορέσει να ματαιώσει ή να υποβαθμίσει τη ναυπήγηση ενός από τα δύο αεροπλανοφόρα που ήδη κατασκευάζονται (κλάσης «Queen Elizabeth» ) για να ενισχύσουν το Βασιλικό Ναυτικό, εξοικονομώντας 5,2 δισεκατομμύρια λίρες.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, τα βρετανικά και τα γαλλικά σκάφη θα επιχειρούν υπό καθεστώς στενής συνεργασίας για να «προστατέψουν τα συμφέροντα των δύο χωρών». Το σχέδιο προβλέπει ότι ένα από τα τρία σκάφη (δύο βρετανικά και ένα γαλλικό) θα βρίσκεται πάντα εν υπηρεσία στη θάλασσα. Επίσης, ειδικά πρωτόκολλα θα δημιουργηθούν για να ρυθμίζουν «ειδικές» περιπτώσεις αμιγώς βρετανικού ή γαλλικού συμφέροντος (περιπτώσεις όπως, για παράδειγμα, η κρίση των Φώκλαντ το 1982).
Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, πηγή του Ουάιτχολ δήλωσε ότι «ο Λίαμ ξεκαθάρισε ότι απαιτείται μεγαλύτερος βαθμός συνεργασίας για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις του σημερινού κόσμου. Το πλεονέκτημα είναι ότι, ακόμα και αν έχουμε μόνο ένα δικό μας αεροπλανοφόρο, πάλι θα έχουμε τη δυνατότητα επίδειξης ναυτικής ισχύος».
Ωστόσο, φαίνεται ότι υπάρχει κάποιος σκεπτικισμός- αν και λιγότερος από ό,τι αναμενόταν, τουλάχιστον από βρετανικής πλευράς: ο βουλευτής των Συντηρητικών και πρώην στρατιωτικός Πάτρικ Μέρσερ δήλωσε ότι εξετάζονται όλες οι επιλογές: «είναι ένας επικίνδυνος κόσμος, οφείλουμε να προστατέψουμε την εθνική μας ασφάλεια, οπότε εξετάζουμε τα πάντα…αλλά πρέπει να πω ότι το να ενώσουμε τις ναυτικές μας δυνάμεις με αυτές των Γάλλων ίσως να μην είναι η πιο άμεση και λογική επιλογή που έχουμε, αλλά όπως και να έχει, αν μπορεί να γίνει και να ξεπεραστούν οι δυσκολίες, όπως το πώς μπορεί να ασκηθεί αποτελεσματική και ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική όταν κάποια από τα πιο ισχυρά μέσα πίεσής μας υπάγονται σε κάποια άλλη χώρα, [οφείλουμε να την εξετάσουμε]».
Η επίσημη θέση του υπουργείου είναι ότι είναι πολύ νωρίς ακόμα για να ειπωθεί κάτι με βεβαιότητα: «ο υπουργός Άμυνας ξεκαθάρισε ότι θα πρέπει να ληφθούν κάποιες πολύ δύσκολες αποφάσεις, αλλά η εξαιρετικά σύνθετη διαδικασία εξέτασης των θεμάτων στρατηγικής άμυνας και ασφαλείας θα ολοκληρωθεί το Σεπτέμβριο. Οποιαδήποτε εικασία αυτή τη στιγμή είναι αβάσιμη».
Το Βασιλικό Ναυτικό αυτή τη στιγμή έχει εν ενεργεία δύο αεροπλανοφόρα, τα HMS Ark Royal και HMS Illustrious και το γαλλικό ένα, το Charles de Gaulle (R91).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου