Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2012

Παρουσίαση εκδήλωσης ΕΛΙΑΜΕΠ με θέμα: «Τα επόμενα βήματα στις σχέσεις Ελλάδας – πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας», 10/01/2012

Το ΕΛΙΑΜΕΠ αποτελεί ίσως την σημαντικότερη δεξαμενή σκέψης για το ελληνικό  κατεστημένο. Ανεξάρτητα την άποψη μας για αυτό και την εκ διαμέτρου αντίθετη ταξική οπτική θέασης των πολιτικών εξελίξεων, έχει αξία να παρακολουθήσουμε την συζήτηση που γίνεται ανάμεσα σε καταξιωμένα μέλη της αστικής πανεπιστημιακής-διπλωματικής κοινότητας και του αστικού πολιτικού προσωπικού, που όχι μόνο έχουν βαρύνουσα άποψη, αλλά έχουν εμπλακεί και στο χειρισμό κρίσιμων ζητημάτων.
Η εκδήλωση που οργανώθηκε από το ΕΛΙΑΜΕΠ επικεντρώθηκε στις εξελίξεις που ακολουθούν την καταδικαστική απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης όπου στις 5/12/2011 καταδίκασε το ελληνικό κράτος για παραβίαση της Ενδιάμεσης Συμφωνίας της Νέας Υόρκης, ενώ ακολουθεί η πρόσκληση από το Μάθιου Νίμιτς, ειδικό διαπραγματευτή του ΟΗΕ, για επανέναρξη των συνομιλιών των δύο χωρών μετά από ένα χρόνο απραξίας.
Στην παρουσίαση των εισηγήσεων επισημαίνεται η ανάγκη να καθοριστεί η στρατηγική που πρέπει να ακολουθήσει το ελληνικό κράτος εφεξής.  Με την αφορμή αυτή το ΕΛΙΑΜΕΠ διοργάνωσε στις 10/1/2012 ανοιχτή συζήτηση με θέμα «Τα επόμενα βήματα στις σχέσεις Ελλάδας-πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας». με τη συμμετοχή του Δρα Ευάγγελου Κωφού, Ειδικού Συμβούλου ΕΛΙΑΜΕΠ, πρώην Εμπειρογνώμονα Πρεσβευτή Βαλκανικών Υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, κ. Αλέξανδρου Μαλλιά, Πρέσβη ε.τ., Ειδικού Συμβούλου ΕΛΙΑΜΕΠ και κ. Γιώργου Κουμουτσάκου, ευρωβουλευτή. Τη συζήτηση συντόνισε ο Δρ.Θάνος Ντόκος, Γενικός Διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ.
Το ΕΛΙΑΜΕΠ εισηγητικά εκτιμά ότι «η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης αλλάζει τα δεδομένα και ουσιαστικά μεταθέτει τον άξονα της στρατηγικής της Ελλάδας από το χώρο του διεθνούς δικαίου που κατά κύριο λόγο τοποθετούνταν μέχρι σήμερα, στο χώρο της πολιτικής. Η απόφαση του Δικαστηρίου, αν και καταδικαστική όσον αναφορά τη στάση της Ελλάδας στο Βουκουρέστι, δεν αφορά το ζήτημα της ονομασίας αλλά αντίθετα η απόφαση προτρέπει στην επίλυση του ζητήματος υπό τον ΟΗΕ». Περιγράφει την ανάγκη “να τονιστεί εκ νέου από την ελληνική πλευρά η πραγματική φύση του ζητήματος  που δεν αφορά μόνο τη χρήση του ονόματος «Μακεδονία» και των παραγώγων του, αλλά κυρίως άπτεται των λεπτών ζητημάτων της ταυτότητας τόσο των κατοίκων της ΠΓΔΜ όσο και των κατοίκων της περιφέρειας της Μακεδονίας στην Ελλάδα. Το θέμα της «ονομασίας» αφορά επίσης τον τρόπο χρήσης  της ιστορίας και τον τερματισμό της εσκεμμένης παραποίησης ιστορικών στοιχείων με στόχο τη δημιουργία ενός ‘εθνικού μύθου’  και τέλος αφορά τον τερματισμό της προώθησης αλυτρωτικών θέσεων που υποσκάπτουν την καλή γειτονία αλλά και το ευρωπαϊκό όραμα για την περιοχή.   Οι πάγιες θέσεις της Ελλάδας παραμένουν επομένως καταρχήν σταθερές, στη γραμμή που υιοθετήθηκε το 2007 για «μία ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό erga omnes» με την παράλληλη στήριξη όλων  των γειτονικών χωρών στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής προοπτικής των Δ. Βαλκανίων”.
Από την παραπάνω παρουσίαση είναι ξεκάθαρη η προσπάθεια να παρουσιαστούν τα αστικά-ταξικά συμφέροντα ως «εθνικά» και επισημαίνεται το αδιέξοδο της αστικής πολιτικής που εξετάζει τα πάντα με όρους κέρδους και επέκτασης. Κανείς δεν ξεχνά ότι οι κυβερνήσεις των ΠΑΣΟΚ-ΝΔ διεξήγαγαν δύο φορές οικονομικό πόλεμο-εμπάργκο ενάντια στη Δημοκρατία της Μακεδονίας, ενώ οι συνομιλίες Μιλόσεβιτς-Μητσοτάκη έθεσαν ζήτημα μοιρασιάς του αδύναμου γειτονικού κράτους μεταξύ Ελλάδας-Νέας Γιουγκοσλαβίας. Και αργότερα, το 2001, κατά τη διάρκεια της εμφύλιας σύγκρουσης μεταξύ Σλαβικής πλειοψηφίας και αλβανικής μειονότητας υπήρξε το σενάριο διεκδίκησης τμήματος του κράτους σε περίπτωση διάλυσης του. Όμως πρέπει να θυμόμαστε πάντα ότι το νεαρό κράτος υπήρξε τμήμα του «Βαλκανικού Ζωτικού Χώρου της Ισχυρής Ελλάδας» του Σημίτη και του Καραμανλή, παρέδωσε το σύνολο σχεδόν των σημαντικών του υποδομών σε Έλληνες καπιταλιστές και είδε τους Έλληνες εργαζόμενους από τη Βόεια Ελλάδα της ανεργίας, να μεταναστεύουν καθημερινά το πρωί και να επιστρέφουν το βράδυ στις εστίες τους, για να εργαστούν στα ελληνικής ιδιοκτησίας εργοστάσια της Γείτονος ανασφάλιστοι και με το μισό μεροκάματο.
Φυσικά τα παραπάνω είναι λεπτομέρειες για τους εισηγητές του ΕΛΙΑΜΕΠ που όμως κρατούν αποστάσεις από την πολιτική Καραμανλή - Μπακογιάννη χαρακτηρίζοντας την τακτική της Ελλάδας στο Βουκουρέστι ως «αμφιλεγόμενη» καθώς οδήγησε στην παραπομπή και καταδίκη της Ελλάδας από το Δικαστήριο της Χάγης, που δημιούργησε επίσης ένα σημαντικό κεκτημένο το οποίο σήμερα παραμένει παγιωμένο. Συνέδεσε δηλαδή την είσοδο της χώρας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ με την επίλυση του ζητήματος της ονομασίας. Για τους αστούς αναλυτές «το κεκτημένο αυτό είναι σημαντικό να διατηρηθεί και να ενισχυθεί ενόψει δε και της επικείμενης Σύνοδο Κορυφής της συμμαχίας του ΝΑΤΟ στο Σικάγο».
Σύμφωνα με τους εισηγητές «ιδιαίτερη σημασία έχει τέλος και η στάση της Ελλάδας αναφορικά με την «Ενδιάμεση Συμφωνία» του 1995, βάση και τις οποίας προήλθε η καταδίκη της Ελλάδας. Αν και υπάρχει σχετική ομοφωνία στην άποψη ότι η Ενδιάμεση Συμφωνία είναι προβληματική και ελλειμματική, η καταγγελία της από μέρους της Ελλάδας θα είχε ουσιαστικό νόημα μόνο εάν γινόταν στο πλαίσιο μίας ολοκληρωμένης και μακροπρόθεσμης στρατηγικής εξωτερικής πολιτικής στο θέμα αυτό και όχι εάν γίνει ως αντίδραση στο αρνητικό αποτέλεσμα της Χάγης».
Το βασικό ζητούμενο για τον ελληνικό αστικό κόσμο είναι ο συμβιβασμός: «για την εξεύρεση μίας συμβιβαστικής λύσης με σεβασμό προς τις δύο πλευρές και η σύναψη μίας τελικής συμφωνίας που θα είναι ικανή να αντικαταστήσει τη συμφωνία του 1995 μέσα σε δώδεκα μήνες όπως προβλέπεται από τα άρθρα της υπάρχουσας ενδιάμεσης συμφωνίας κλείνοντας έτσι το ζήτημα της ονομασίας».
Εμείς παραμένουμε πιστοί στην άποψη μας για την καταδίκη της κρατικής πολιτικής του ελληνικού και μακεδονικού κράτους, καταγγέλλουμε τον εθνικισμό της επίσημης αστικής πολιτικής που έπαιξε και παίζει και στα δύο κράτη τον ίδιο εχθρικό για τους λαούς ρόλο και τονίζουμε:
Αναγνωρίζουμε στον κόσμο της εργασίας το αυτονόητο δικαίωμα να αναπροσδιορίζεται όπως επιθυμεί! 
Από τις εισηγήσεις όμως αποκαλύπτεται και μια βαθύτερη αλήθεια, εξαιρετικά κρίσιμη για το αστικό πολιτικό σύστημα εξουσίας: η «Λαϊκή Κυριαρχία» στο πλαίσιο της αστικής δημοκρατίας, της Δικτατορίας δηλαδή της Αστικής Τάξης, είναι πουκάμισο αδειανό. Οι λέξεις «εθνική ανεξαρτησία και λαϊκή κυριαρχία» αποτελούν μέρος του κατεστημένου ιδεολογικού οπλοστασίου, ιδιαίτερα του ΠΑΣΟΚ που ξεκλήρισε εκλογικά και οργανωτικά την καθεστωτική αριστερά,  ενσωμάτωσε και αποπροσανατόλισε τον κόσμο της εργασίας από το εντεινόμενο κοινωνικό ζήτημα. Όμως οι εκλογές, το αστικό Κοινοβούλιο, το Δημοψήφισμα, όλοι οι διαθέσιμοι θεσμοί επιβεβαίωσης  της ανύπαρκτης «Λαϊκής Κυριαρχίας» υποτάσσονται πάντα στους χειρισμούς άσκησης της αστικής πολιτικής. Και πως θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά αφού απέναντι στον κόσμο των αστών δε προβάλλει η απειλή της επαναστατικής ανατροπής τους, αλλά μια αριστερά των εθνικών συμβουλίων, των οικουμενικών συγκυβερνήσεων,  των εκλογικών ψευδαισθήσεων ή ακόμη και των εθνικιστικών συλλαλητηρίων όπως ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ. Ποιος ξεχνά την Γ.Γ. του ΚΚΕ Α.Παπαρήγα όταν καλούσε τον πρωθυπουργό Κ.Σημίτη να εκμεταλλευτεί τα μπλόκα της αγροτιάς για καλύτερη εθνική διαπραγμάτευση στο πλαίσιο της Ε.Ε. Και φυσικά ο Σημίτης διέταζε τα ΜΑΤ να ξεφουσκώσουν τα λάστιχα των τρακτέρ οδηγώντας σε ήττα τις κινητοποιήσεις που ηγούνταν Πατάκης και Μπούτας, προσφέροντας λουλούδια στα ΜΑΤ!    
Ακολουθούν τα σημαντικότερα τμήματα των εισηγήσεων:
 ΕΛΙΑΜΕΠ : '' ΤΑ ΕΠΟΜΕΝΑ ΒΗΜΑΤΑ ΣΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΩΗΝ ΓΙΟΥΓΚΟΣΛΑΒΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ''      Σημειώσεις  παρέμβασης πρέσβη ε.τ. Αλέξανδρου Μαλλιά
-Σημερινή συζήτηση επίκαιρη και αναγκαία. Απόφαση Διεθνούς Δικαστηρίου Χάγης ορόσημο για Εξωτερική Πολιτική Ελλάδος  στη  μεταπολιτευτική περίοδο. Είμαστε η γενιά  διπλωματών,   δημοσιογράφων, πολιτικών  που γαλουχήθηκε  με το όραμα της Χάγης. Για πρώτη φορά στην μεταπολεμική ιστορία , η Ελλάδα εσυρθη στην Χάγη. ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΣΟΒΑΡΟ ΠΛΗΓΜΑ στην ήδη τρωθεισα αξιοπιστία της χώρας μας. Oι επιπτώσεις  της  Απόφασης της 5ης Δεκεμβρίου  υπερβαίνουν τις σχέσεις μας με την π.Γ.Δ.Μ.
-Για να   προσδιορίσουμε τα επόμενα βήματα μας έναντι της π.Γ.Δ.Μ.  πρέπει πρώτα να γνωρίζουμε που βρισκόμαστε σήμερα .Η ανάλυση μου είναι η ακόλουθη:
ΠΡΩΤΟΝ :Η Εξωτερική  πολιτική  της Ελλάδος αντανακλά τη σημερινή εικόνα , πραγματικές δυνατότητες , δυναμικό και κύρος  της χώρας μας. Μάλιστα, για πρώτη φορά μετά  την χούντα, η Ελλάδα είναι σε φάση  βαθειάς κρίσης εμπιστοσύνης με τους φυσικούς  της εταίρους , την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σήμερα έχουν κλονιστεί και οι τρεις  εγερτήριες- πολιτικές  αρχές  με  τις οποίες κυβερνήθηκε η Ελλάδα   για μια τριακονταετία. Συγκεκριμένα:  Έχει κλονιστεί η αξιοπιστία του  ''ανήκουν εις την Δύσιν'' του Κωνσταντίνου Καραμανλή  που  σήμερα τείνει να ερμηνευτεί και να εφαρμοστεί μόνο  ως οιονεί εμπράγματο δικαίωμα η απαίτηση  εκ μέρους  των   μνημονιακών εταίρων μας. Έχει κλονιστεί  στα μάτια των Ελλήνων  το  σύνθημα  '' η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες''  του Ανδρέα Παπανδρέου μιας και όλοι αναγνωρίζουν , έστω και αν την απορρίπτουν , ότι τελούμε υπό  διεθνή κηδεμονία. Με περιορισμό της  κυριαρχίας που από το οικονομικό χώρο έχει πλέον επεκταθεί και στον χώρο  που αποκαλούμε συμβατικά  ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Έχει  επίσης κλονιστεί  η   θέση  του Κώστα Σημίτη  ''Μια ισχυρή Ελλάδα μέσα σε μια ισχυρή Ευρώπη''. Δεν είναι πολλοί αυτοί  που  πιστεύουν -εκτός συνόρων κυρίως- ότι η σημερινή Ελλάδα είναι ισχυρή. Ακόμη δε λιγότεροι στην Ελλάδα και στην Ευρώπη πιστεύουν πως η  Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ισχυρή. Επιπλέον, η  Ε.Ε. μέσα από την κατ' ευφημισμό ''διαχείριση'' της ελληνικής κρίσης έχει χάσει το θεμέλιο της ενοποιητικής προσπάθειας  που αποτέλεσε  πόλο έλξης και όραμα τριών γενιών ευρωπαίων πολιτών  από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια που συνοψίζεται σε τρεις λέξεις: ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΑΞΙΕΣ , ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ. Αξίες , όχι βέβαια χρηματιστηριακές ή συναλλαγματικές.
ΔΕΥΤΕΡΟΝ:Η απουσία ισχυρού και με αυτοπεποίθηση εργαλείου εξωτερικής πολιτικής που ως φυσικό φορέα έχει το Υπουργείο Εξωτερικών.
ΤΡΙΤΟΝ : Η Απόφαση  του Δ.Δ.Χ. ,επιβάλλει την αναθεώρηση  του πλαισίου που οριοθετεί και θεσμοθετεί τις σχέσεις και την  πολιτική μας έναντι της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας , όπως αυτή είχε  δρομολογηθεί από την Ενδιάμεση  Συμφωνία. Εξηγώ το σκεπτικό.
Κατ' αρχήν , κάθε  διμερής συμφωνία αντανακλά τη δυνατότητα σύγκλισης υπό δεδομένες συνθήκες . Είναι ένας συμβιβασμός. Η Ενδιάμεση Συμφωνία ήταν ένας δύσκολος συμβιβασμός και για τις δυο πλευρές. Δεν ήταν όμως η τελική συνθήκη. Αυτή τουλάχιστον την ερμηνεία δέχτηκαν και τα δυο μέρη   στο άρθρο 23 παρ. 2. Στην Ελλάδα , ουδέποτε ερμηνεύθηκε η περιεβλήθη τον τύπο  διεθνούς Συνθήκης η οποία, κατά το Σύνταγμα, προϋποθέτει κύρωση από την Βουλή. Με την Απόφαση της Χάγης , η Ελλάδα καταδικάστηκε λόγω παραβίασης μιας Συνθήκης  η οποία-όχι τυχαία-δεν έχει τύχει της συνταγματικά επιβαλλόμενης κύρωσης. Δεν συνιστά νόμο. Δεν έχει δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Έχουμε πλέον ένα πολιτικό και συνταγματικό ζήτημα.
Η Απόφαση του Δικαστηρίου  εκδόθηκε μεν  με αφορμή την ελληνική στάση στο Βουκουρέστι, πλην , όμως, καλύπτει όλο το χρονικό διάστημα ισχύος της Ενδιάμεσης Συμφωνίας από το 1995 μέχρι και την  κρίση της υπόθεσης από το Δικαστήριο. Δηλαδή αφορά στην εφαρμογή της Συμφωνίας επί 16 χρόνια.
Πιστεύει δηλαδή κανείς ότι  θα μπορούσε να προσφύγει σήμερα η Ελλάδα, για παραβιάσεις της Ενδιάμεσης Συμφωνίας από την ΠΓΔΜ που πιστεύουμε ότι έγιναν προ της 5ης Δεκεμβρίου 2011; Όχι. Το Δικαστήριο έχει τελεσιδικήσει. Η Απόφαση του είναι δεσμευτική. Η  Απόφαση του Δικαστηρίου , πέραν και εκτός  της απόρριψης η μη αποδοχής  των ελληνικών επιχειρημάτων ,έχει ερμηνεύσει και αποφανθεί κατά τρόπο  μη θετικό για την Ελλάδα  σε σειρά θεμελιωδών άρθρων της Ενδιάμεσης Συμφωνίας , που αποτελέσαν από το 1992 τη ραχοκοκαλιά των ελληνικών  στόχων και δεδομένων  στο πλαίσιο των  μεσολαβητικών προσπαθειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης  αρχικά ( Πινέιρο) και των Ηνωμένων Εθνών εν συνέχεια ( Βανς-Οουεν 1993).
 Ενδεικτικά μνημονεύω τα άρθρα : 5  (συνομιλίες για  το όνομα-στάση πΓΔΜ), 6 (παρ.1 έγερση μειονοτικού), 7 (εχθρικές δραστηριότητες και προπαγάνδα, σύμβολα ιστορικής  και πολιτιστικής  κληρονομίας), 11 (μη άρνηση Ελλάδος σε ένταξη πΓΔΜ σε διεθνείς οργανισμούς). Για το σύνολο των άρθρων αυτών  η Απόφαση του Δικαστηρίου είτε έχει  αποδεχτεί  τις θέσεις των Σκοπίων , είτε  δεν έχει αποδεχτεί  τα επιχειρήματα  και πειστήρια των Αθηνών.
Την προσεχή εβδομάδα, μετά ουσιαστική απραξία δυο ετών,  επαναλαμβάνονται  οι συνομιλίες υπό τον κ. Μάθιου Νιμιτς . Ακριβώς λογω της ''αρνητικής'' δυναμικής που προκάλεσε η Απόφαση του Δικαστηρίου . Η  πλευρά της π.Γ.Δ.Μ.  θα προσέλθει πολιτικά ενισχυμένη, έχοντας υπέρ αυτής και την  ερμηνεία της παρ. 2 της Απόφασης 817 του Συμβουλίου Ασφαλείας . Για πρώτη φορά μετά την υιοθέτηση της από το Συμβούλιο Ασφαλείας στις 7 Απριλίου 1993. Να γιατί υποστηρίζω ότι η Απόφαση της Χάγης σηματοδοτεί  και την μετάβαση από το ΔΙΚΑΙΟ  στην ΠΟΛΙΤΙΚΗ.
Η Ελλάδα έχει να  κάνει τις εξής  επιλογές:
Α) Να δεσμεύεται από την Ενδιάμεση Συμφωνία η οποία, εφεξής, δεν εξυπηρετεί , δεν στηρίζει και  δεν επιτρέπει να προωθηθούν να συμφέροντα στις σχέσεις της με την  πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Πέραν του ζητήματος του  άρθρου 11, κατέρρευσε και η σημασία σειράς  θεμελιωδών διατάξεων της. Με βάση τα πραγματικά γεγονότα και την αλλαγή του συσχετισμού δυνατοτήτων προτείνω την σύμφωνα με το Άρθρο 23 παρ.2 καταγγελία της Ενδιάμεσης Συμφωνίας. Το δικαίωμα αυτό έχουν και τα δυο μέρη. Ταυτόχρονα , η Ελλάδα θα γνωστοποιήσει  κατ' αρχήν προς την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας , αλλά και προς κάθε ενδιαφερόμενο και μη τρίτο, ότι  οι  δώδεκα μήνες  ισχύος της Ενδιάμεσης Συμφωνίας είναι αρκετοί για να βρεθεί λύση στο όνομα . Πρέπει να σκεφθούμε την αποκατάσταση της ισορροπίας που έχει ανατραπεί σε βάρος μας.
Β) Η Ελλάδα οφείλει και μπορεί να επικαλεσθεί την παράγραφο 3 του Διατακτικού της Απόφασης 845 ( 18 Ιουνίου 1993) του Συμβουλίου Ασφαλείας , ενημερώνοντας  τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών  ότι αποδέχεται το Σχέδιο Συνθήκης  Vance-Owen ως  ισχυρή βάση για την  διευθέτηση της εκκρεμότητας για το όνομα.
Θυμίζω ότι μόνο το  σχέδιο  αυτό  που  περιείχε  και την ονομασία '' Νοva Makedonija', για όλες τις χρήσεις , έχει  υιοθετηθεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Στην Απόφαση 845 , το Συμβούλιο Ασφαλείας ...''commends to the parties  as a sound basis for the settlement of their difference the   proposals set forth  in annex  V to the report of the Secretary-General''.
Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν την στιγμή αυτή άριστες επιλογές.  Όταν υπήρχαν τις  αρνηθήκαμεΌπως αρνηθήκαμε και έγκαιρες επισημάνσεις και  εισηγήσεις  σε  σχέση  με την Χάγη. Η διαδικασία που προτείνω συνάδει με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ελλάδος και ανοίγει μια νέα προοπτική για την διαφύλαξη των συμφερόντων μας .                                   
Και μια λέξη για το δημοψήφισμα. Η προσφυγή σε δημοψήφισμα , όπως τουλάχιστον το προωθεί ο Γκρούεφσκι  και υιοθέτησε  πλέον και η σοσιαλδημοκρατική  αντιπολίτευση , δεν είναι απλά ένας   προσωπικός πολιτικός ελιγμός. Είναι ένα ισχυρό διπλωματικό μέσο που η κυβέρνηση των Σκοπίων  χρησιμοποιεί    προκειμένου να μεγιστοποιήσει τα κέρδη της  στην διαπραγμάτευση.
Υπό τους Όρους αυτούς, ήρθε νομίζω η στιγμή να υιοθετήσει και η Ελλάδα ανάλογη θέση. Ουτως η αλλώς  ,με βάση το σημερινό  πολιτικό κομματικό  συσχετισμό , κανένα πολιτικό κόμμα δε  θα μπορεί να σηκώσει κυβερνητικά και   κοινοβουλευτικά  μόνο του το πολιτικό βάρος μιας λύσης. Εάν  διεξαχθεί δημοψήφισμα στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας ,θα πρέπει να γνωρίζουν  όλοι , από τώρα, ότι με δημοψήφισμα θα κριθεί και η τύχη  μιας συμφωνίας και στην  Ελλάδα.

ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ. ΤΑ ΕΠΟΜΕΝΑ ΒΗΜΑΤΑ  Εισήγηση Ευαγγέλου Κωφού. 
Η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (ΔΔΧ) είχε προγραφεί, 16 χρόνια νωρίτερα, όχι στη Χάγη, αλλά, στη Νέα Υόρκη, στις 13 Σεπτεμβρίου 1995 με ένα αδιέξοδο κείμενο, γνωστό πλέον ως «Ενδιάμεση Συμφωνία». Ένα κείμενο που απέφευγε να ρυθμίσει το «πρόβλημα του ονόματος», αλλά άνοιγε κερκόπορτες που πριόνιζαν κυριαρχικά  δικαιώματά μας. Σήμερα,10 Ιανουαρίου 2012, η παρούσα Κυβέρνηση χρεώνεται ήδη με 35 μέρες επέκτασης  του χρόνου λήξης της «Ενδιάμεσης Συμφωνίας».   Με τη δέουσα πολιτική και νομική προπαρασκευή είναι ανάγκη πάραυτα να αρχίσει η διαδικασία σύνταξης της «Οριστικής Συμφωνίας».
Με την ανακοίνωση της απόφασης του ΔΔΧ συγκράτησα δυο σχόλια που εξέφραζαν εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις.  Το πρώτο από το κόμμα «Δράση» διατύπωνε την ελπίδα ότι «ο πρωθυπουργός…… θα θελήσει  να απεμπλέξει την Ελλάδα από τη «γάγγραινα του Μακεδονικού».  Το άλλο, του αρχηγού του ΛΑΟΣ κ. Καρατζαφέρη, που δηλώνει πιστός στην παραδοσιακή γραμμή του 1992, δηλ. «ούτε Μακεδονία, ούτε τα παράγωγά της» ειδ΄ άλλως αποχωρεί από τη σημερινή κυβέρνηση. Σεβαστές οι θέσεις και  των δύο, κι ίσως απηχούν σημαντικά τμήματα της κοινής γνώμης. Ωστόσο, δεν οδηγούν σε λύση. Γιατί, ούτε η μία, ούτε η άλλη λαμβάνει υπ’ όψη τον παράγοντα των άμεσα ενδιαφερόμενων— δηλαδή των λαών των δύο χωρών και της έντονης συναισθηματικής φόρτισής τους γι αυτό που ονομάζουν ταυτότητά τους.  Η «Δράση», φαίνεται να παρακάμπτει τις ευαισθησίες των Μακεδόνων μας (και κατ΄ επέκταση, των Ελλήνων) και ο ΛΑΟΣ, τις αντίστοιχες, εδραιωμένες πλέον, ευαισθησίες των Makedontsi. 
Εδώ και λίγα χρόνια, η επίσημη ελληνική θέση για το κρατικό όνομα της Γείτονος, , με συναίνεση των δύο μεγάλων κομμάτων έχει διατυπωθεί ως εξής:  “Ένα όνομα, με γεωγραφικό προσδιορισμό, για όλες τις χρήσεις (erga omnes)».  Πάνω σ΄ αυτόν τον καμβά, πλέκονται πλείστα όσα σενάρια, χωρίς αποτέλεσμα. Από τη δική μου οπτική θα επισημάνω τέσσερα σημεία:
Πρώτον, το πρόβλημα δεν είναι νομικό αλλά πολιτικό
Δεύτερο, το πρόβλημα δεν είναι απλά «το όνομα του γειτονικού κράτους».  Ενδιαφέρει τα δύο γειτονικά κράτη, αλλά και τους δύο λαούς. Ας μην ξεχνάμε ότι για την Ελλάδα, το θέμα είναι ζωτικής σημασίας για τη Περιφέρεια της Μακεδονίας μας, δηλ. το 1/4 του ελληνικού εδάφους και, αντίστοιχα, πάνω από το 1/4  του ελληνικού πληθυσμού της χώρας.[1]
Τρίτο. Οι ελληνικές ενστάσεις δεν είναι κάτι το «δυσνόητο» όπως ισχυρίζονται κάποιοι τρίτοι που προβληματίζονται με την εμμονή των Ελλήνων για το όνομα ενός ξένου κράτους. Είναι ενστάσεις για τη  συμπεριφορά του γειτονικού κράτους που επιχειρεί να μονοπωλεί το μακεδονικό όνομα και τα παράγωγά του διεθνώς, χωρίς κανένα προσδιορισμό.  Και τούτο, παρόλο που με το ίδιο όνομα υπάρχει η σημαντικά μεγαλύτερη σε έκταση και πληθυσμό  «Ελληνική Μακεδονία» της οποίας τα  τρία τμήματα της ---Δυτική Μακεδονία, Κεντρική Μακεδονία και Δυτική Μακεδονία-Θράκη είναι αναγνωρισμένες με το όνομα αυτό ως  περιφέρειες της ΕΕ .[2] 
Τέταρτο.  Αλλά το σοβαρότερο είναι η συνεχιζόμενη από τη πολιτική ηγεσία της Γείτονος  καλλιέργεια, στο εσωτερικό της χώρας, αλλά και εμμέσως σε διεθνές επίπεδο, ενός κλίματος  αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας στα μακεδονικά μας εδάφη. Σ΄ αυτό προστίθεται η τακτική της μονοπώλησης του μακεδονικού ονόματος, μέσω της οποίας επιδιώκεται η οικειοποίηση διαχρονικά κάθε τι το μακεδονικό, στο χώρο (δηλ. το έδαφος), στο χρόνο (ιστορία),  στους λαούς που έζησαν στην περιοχή και στα αγαθά της διαχρονικής πολιτιστικής τους δημιουργίας .
Με βάση τα όσα ανέφερα, το κύριο αίτημα της ελληνικής πλευράς  προς τη γείτονα δεν είναι άλλο παρά αποδοχή --όχι μόνο στα λόγια αλλά και στην πράξη-- της Ελληνικής Μακεδονίας ως αναπόσπαστου τμήματος του ελληνικού κράτους, αλλά και ο σεβασμός της ιστορικής και πολιτιστικής ταυτότητας του ελληνικού λαού, ιδιαίτερα των Μακεδόνων μας.  Αυτό σημαίνει ότι:
(α) Θα πρέπει πλέον να δοθεί τέλος στις θεωρίες που έχουν καθιερωθεί στην εκπαιδευτική διαδικασία της γείτονος-- από το νηπιαγωγείο ως το πανεπιστήμιο--, ότι πέραν του γεωγραφικού χώρου της ΠΓΔΜ, η Ελληνική Μακεδονία, αλλά και τμήμα της ΝΔ Βουλγαρίας καθώς και λωρίδα αλβανικού εδάφους, αποτελούν τμήματα μιας ενιαίας tatkovina (πατρίδας) του λαού τους. Και τούτο γιατί εμφυτεύουν στις νέες γενεές της χώρας τους αισθήματα ιστορικής αδικίας και αλυτρωτισμού.
(β) Ωσαύτως, θα πρέπει επιτέλους να τερματιστεί η προκλητική προσπάθεια «σλαβοποίησης» της εικόνας ολόκληρου του ελληνικού μακεδονικού χώρου –όπου με χάρτες και πάσης φύσης έντυπα,  εμφανίζονται ανύπαρκτα πλέον σλαβικά τοπωνυμία, (ακόμα και ο «Ήλιος της Βεργίνας»  έγινε «Ήλιος του Κούτλες» από άγνωστο στην περιοχή των αρχαίων Αιγών σλαβικό νόμισμα).
(γ)  Είναι επίσης καιρός, πλέον, να τεθεί στο χρονοντούλαπο της ιστορίας ο όρος Egejska Makedonija με τον οποίο συνεχίζουν να προσδιορίζουν την «Ελληνική Μακεδονία», όχι μόνο σε τουριστικά έντυπα αλλά και σε επίσημες εγκυκλοπαίδειες, σε συλλογικές φοιτητικές εργασίες, αλλά και στο Διαδίκτυο..  Με τον όρο αυτό, επιδιώκεται η καθιέρωση και παγίωση της φαντασιακής εικόνας της «μεγάλης, αλύτρωτης Μακεδονίας” με επίκεντρο την ΠΓΔΜ.[3]
Αυτή η εικόνα της ενιαίας μακεδονικής tatkovina, μοιραίως επεκτείνεται και οδηγεί στην υφαρπαγή της ελληνικής μακεδονικής ιστορίας και πολιτιστικής κληρονομιάς.  Μιας «υφαρπαγής» που στις μέρες μας έχει να επιδείξει «φαραωνικά» επιτεύγματα κακογουστιάς στα πλαίσια της πολιτικής της antiquizatsia (αρχαιοποίηση)[4] .  Στο θέμα αυτό, έχω την αίσθηση ότι η ελληνική πλευρά, δεν φαίνεται να θέλησε να αντιμετωπίσει πολιτικά το ζήτημα αυτό, διακατεχόμενη προφανώς από αίσθημα ιστορικής «γαλαντομίας»[5]. Και ναι μεν, θα συμφωνήσω ότι τα θέματα αυτά έχουν τη δική τους λογική και γίνονται δεκτά ή απορρίπτονται από τη φύση τους[6].  Στην περίπτωση όμως των ιστορικών μετονομασιών αεροδρομίων κλπ, θα έπρεπε να προσεχθεί η έμμεση, αλλά σαφής, πολιτική στόχευση της επιλογής ορισμένων ονομασιών. Γιατί δεν πρόκειται απλά για οικειοποίηση ιστορικο-πολιτιστικών προσωπικοτήτων, αλλά, μέσο αυτών,  και ελληνικών εδαφών. Ακούεται ίσως ως υπερβολή.  Ιδού όμως ένα παράδειγμα: Η μετονομασία του αεροδρομίου Αχρίδος σε αεροδρόμιο «Απόστολος Παύλος» αποφασίστηκε με το ιστορικό επιχείρημα ότι η πρώτη χριστιανική εκκλησία στην Ευρώπη ιδρύθηκε στην … «πατρίδα» τους τη Μακεδονία.  Δηλ. οι Φίλιπποι, η Θεσσαλονίκη και η Βέροια του 1ου αι. μΧ, ως χώρος, θεωρείται και προβάλλεται διεθνώς ως πατρίδα των Makedontsi του 21ου αι.!
Όσα προαναφέρθηκαν με οδηγούν σήμερα σε ορισμένες προτάσεις. Ήδη σημείωσα την άμεση δήλωση λήξης  της ισχύος της «Ενδιάμεσης» και ταυτόχρονα έναρξη διαπραγμάτευσης για τη σύνταξη της «Οριστικής Συμφωνίας». Μιας συμφωνίας που θα διατηρήσει πλείστα όσα άρθρα της «Ενδιάμεσης» προβαίνοντας στις αναγκαίες τροποποιήσεις, όπου αυτές κρίνονται αναγκαίες.  Στο σημείο αυτό, θεωρώ σκόπιμο να επανεπισκευθούμε το αρχικό μακροσκελές κείμενο συμφωνίας μεταξύ των δύο κρατών που είχαν συντάξει στη Νέα Υόρκη, τον Μάιο του 1993 οι εκπρόσωποι του ΓΓ του ΟΗΕ, οι Cyrus Vance και Lord Owen σε εκτέλεση της απόφασης 817/1993 του Σ.Α.  Ένα κείμενο που είχε την κατ΄ αρχή σύμφωνη γνώμη των δύο αντιπροσωπειών.  Πάνω σ’ εκείνο το κείμενο στηρίχθηκε αργότερα η Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995, δυστυχώς με αρκετές αβλεψίες από ελληνικής πλευράς.  (Σημειώνω ότι το κρατικό όνομα που είχε προταθεί τότε ήταν “Republika Nova Makedonija”)
Προσωπικά  πιστεύω ότι το όνομα πρέπει να είναι οικείο στους γείτονες και, κυρίως, να προσδιορίζει σαφώς το χώρο επί του οποίου η γείτων ασκεί νομική κυριαρχία.  Θυμούμαι ότι προ ετών ο κ.. Νίμιτς, εφαίρετο ότι είχε προτείνει τρία ονόματα.  North”, “Upper” “Vardar” Macedonia.  Για όποιον ξέρει καλά την ιστορία του Μακεδονικού του 20ου αι., μία απ΄ αυτές πληροί απολύτως τις παραπάνω προδιαγραφές.
Τέλος, σε ότι αφορά θέματα ταυτότητας των πολιτών, αυτά μπορούν να γίνουν σεβαστά, αλλά σε βάση αμοιβαιότητας και διακριτά από τα αντίστοιχα στοιχεία ταυτότητας των Μακεδόνων μας.  Οι γείτονές μας, έχουν ένα ισχυρό όπλο: το κρατικό όνομα ενός ανεξάρτητου κράτους.  Χωρίς να κινήσουν το δάκτυλό τους, το όνομα αυτό, με τα παράγωγα του, έρχεται και επικαλύπτει πολιτικά, εδαφικά, πολιτιστικά, οικονομικά, ακόμα και ιστορικά γεγονότα, και βέβαια ένα λαό ολόκληρο, εντός και εκτός της χώρας τους.  Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν,  γιατί υπάρχει τόση ένταση εδώ από τους Μακεδόνες μας στη Μακεδονία και στη Διασπορά.  Δεν θα επιτευχθεί λύση συναινετική στο «Name Issue” αν παράλληλα δεν βρούμε τρόπο αντιμετώπισης του ζητήματος αυτού.  Οι λαοί, εκτός από το χώρο όπου ζούν ή έχουν γεννηθεί, είναι συναισθηματικά περισσότερο δεμένοι  με την όποια ταυτότητά τους— ανεξάρτητα πως την απέκτησαν. 
Κλείνω με μια πρακτική πρόταση.  Το «Μακεδονικό» θα το έχουμε μπροστά μας για καιρό. Μια ματιά στη μπλογκόσφαιρα και κυρίως σε ιστότοπους κύρους όπως η Wikipedia θα σας πείσει.  Την τελευταία διετία έχουν σημειωθεί τεράστιες τροποποιήσεις στο λήμμα «Μακεδονία». Αρκεί να αναφερθεί ότι πρόσφατα προστέθηκε  η ύπαρξή στην Ελλάδα μειονότητας 100000-110000 «Μακεδόνων» (δηλ. Makedontsi)! Είναι όντως εντυπωσιακή η γεννητικότητα κάποιων ουράνιων φαινομένων… Και ο νοών νοείτω
Και η πρόταση.  Ανάγκη, με πρωτοβουλία του ΥΠΕΞ να οργανωθεί ένα team  ευρείας σύνθεσης με συμμετοχή ιστορικών, διπλωματών, νομικών, πολιτικών επιστημόνων, επιχειρηματιών  και σοβαρών ομογενών, που μαζί με τα επιστημονικά ιδρύματα της Μακεδονίας μας θα στηρίξουν τις κρατικές προσπάθειες για ένα νέο περιβάλλον δημιουργικών σχέσεων στη βαλκανική μας γειτονιά, και πέρα από το Μακεδονικό.  Η Αθήνα είναι μακριά.  Ενεργοποιείστε και εμπιστευθείτε τη Θεσσαλονίκη που φέτος, μαζί με τη Μακεδονία μας γιορτάζουν τα 100χρονα του ελεύθερου ελληνικού βίου τους.
"Τα επόμενα βήματα στις σχέσεις Ελλάδας -  ΠΓΔΜ" ΟΜΙΛΙΑ κ. Γ.Σ. ΚΟΥΜΟΥΤΣΑΚΟΥ
Στο μέσον μιας γενικότερης εξαιρετικά δυσμενούς συγκυρίας για τη χώρα μας, η πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου της Χάγης είναι μια δύσκολη στιγμή στην μακρά πορεία επίλυσης ενός δύσκολου ζητήματος. "Του μακεδονικού",  που στη σύγχρονη μορφή του αφορά πρωτίστως στον καθορισμό της οριστικής ονομασίας της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην απόφαση 817 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Μια εξαιρετικά δύσκολη -οδυνηρή- στιγμή ήταν άλλωστε η αποδοχή από την Ελλάδα της προβληματικής, ετεροβαρούς, Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995. Βάσει αυτής προσέφυγε η κυβέρνηση Γκρουέφσκι κατά της χώρας μας. Καθ' υπερβολήν, όχι όμως και αδίκως, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι μεγάλο μέρος της  ετυμηγορίας της 5ης Δεκεμβρίου του 2011, ουσιαστικά είχε ήδη συνταχθεί από τον Σεπτέμβριο του 1995. 
 Είναι επίσης προφανές ότι η ετυμηγορία του δεν αλλοιώνει ούτε μεταβάλλει τη βαρύνουσα σημασία της ομόφωνης Απόφασης των Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι το 2008.  Η απόφαση εκείνη -η οποία είχε και έχει την αποδοχή όλων των πολιτικών δυνάμεων και σύσσωμης της ελληνικής κοινωνίας-  ανήγαγε την επίλυση του ζητήματος σε προϋπόθεση ένταξης, τονίζοντας ότι "…η ΠΓΔΜ θα προσκληθεί μόλις επιτευχθεί μια αμοιβαίως αποδεκτή λύση στο ζήτημα της ονομασίας". Έκτοτε, η ξεκάθαρη αυτή θέση επαναλήφθηκε αυτολεξεί το 2009 και το 2010. Επιβεβαιώθηκε πρόσφατα -μετά την Απόφαση του Δικαστηρίου-  στις 9 Δεκεμβρίου. Είχαν προηγηθεί οι κατηγορηματικές δηλώσεις του Γ.Γ. του ΝΑΤΟ, κ. Ράσμουσεν.  Η βασική "λογική" του Βουκουρεστίου αντανακλάται και στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που αφορούν στην έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της πΓΔΜ με την ΕΕ. Και αυτές επιβεβαιώθηκαν στην  πρόσφατη σύνοδο του Δεκεμβρίου.
Έχει διαμορφωθεί λοιπόν ένα πολύτιμο κεκτημένο. Ένα εξαιρετικά χρήσιμο διαπραγματευτικό εφόδιο. Κατ' ουσίαν, η ομόφωνη απόφαση του Βουκουρεστίου επανέφερε την ισορροπία στη διαπραγμάτευση. Ισορροπία που είχε ανατρέψει το Νοέμβριο του 2004 σε βάρος της συμμάχου Ελλάδας, η τουλάχιστον επιπόλαιη απόφαση των Ηνωμένων Πολιτειών να αναγνωρίσουν την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία με το λεγόμενο συνταγματικό της όνομα.   Το κεκτημένο του Βουκουρεστίου, λοιπόν, πρέπει να διαφυλαχθεί με κάθε προσπάθεια.
Η λογική "λύση-ένταξη"  λειτουργεί ως ισχυρή προτροπή προς τη πΓΔΜ και ειδικότερα προς τον κ. Γκρουέφσκι και την Κυβέρνησή του, να φανούν επιτέλους λιγότερο αδιάλλακτοι, λιγότερο προκλητικοί, λιγότερο αντιπαραγωγικοί, ώστε να μας συναντήσουν "στο μέσο της διαδρομής" στο οποίο τους περιμένουμε από το 2007. Όταν δηλαδή η Ελλάδα έκανε το μεγάλο βήμα της οριοθέτησης της ελληνικής θέσης στο γνωστό πλαίσιο: "μια σύνθετη γεωγραφική ονομασία με ισχύ έναντι όλων (erga omnes)".
Το πλέον σαφές μήνυμα, που στέλνει το Δικαστήριο για το μέλλον, είναι ότι υπάρχει υποχρέωση διαπραγμάτευσης με καλή πίστη υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ με σκοπό την επίτευξη συμφωνίας σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην Απόφαση 817 του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Συνοψίζω σε τρεις λέξεις τους βασικούς άξονες πάνω στους οποίους εκτιμώ ότι θα πρέπει να κινηθεί η πολιτική μας από εδώ και στο εξής.
Διαφύλαξη - Διαπραγμάτευση - Δέσμευση.
Η διαφύλαξη αναφέρεται στην απόφαση του Βουκουρεστίου.  Ήδη από ορισμένες πλευρές προωθείται η άποψη  ότι η ένταξη στο ΝΑΤΟ καθώς και στην ΕΕ είναι αλληλένδετα κεφαλαιώδη στοιχεία για την Ευρωατλαντική προοπτική που έχει υιοθετήσει η πΓΔΜ. Στο πλαίσιο αυτό υποστηρίζεται ότι η προσεχής Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Σικάγο, το Μάιο προσφέρει μια σημαντική ευκαιρία για να σημειωθεί περαιτέρω πρόοδος. Ενδεικτική αυτής της τάσης είναι η πρόταση ψηφίσματος που έχει κατατεθεί προς έγκριση στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, από το Βρετανό Σοσιαλιστή, Richard Howitt.
Τη διαφύλαξη του κεκτημένου του Βουκουρεστίου υπηρετεί επίσης η ξεκάθαρη προς όλους βούληση της Ελλάδας να συμμετέχει σταθερά, ενεργά και εποικοδομητικά στις υπό τον ΟΗΕ διαπραγματεύσεις, που  ξεκινούν και πάλι σε μερικές μέρες στη Νέα Υόρκη.
Διαπραγμάτευση λοιπόν, στη βάση της γνωστής θέσης μας "σύνθετη γεωγραφική ονομασία με ισχύ έναντι όλων erga omnes" . Ανοίγω παρένθεση (και υπογραμμίζω ότι δεν θα πρέπει να υπάρχουν ασάφειες ή να επιτρέπονται παρανοήσεις για το ενιαίο και αδιαίρετο αυτής της θέσης, που δεν διασπάται και δεν τεμαχίζεται)Κλείνει η παρένθεση.
Για να έχει, όμως, σοβαρή προοπτική αίσιας έκβασης αυτή η διαπραγμάτευση, πρέπει να διεξάγεται σε ατμόσφαιρα αποφυγής εντάσεων και προκλήσεων κάθε μορφής.  Η έως τώρα εμπειρία δείχνει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι η κυβέρνηση Γκρουέφσκι έχει αναγάγει τις προκλήσεις έναντι της Ελλάδας σε συστατικό στοιχείο της διαπραγματευτικής της τακτικής. Επαναπαυμένη στις 133 διμερείς αναγνωρίσεις με το λεγόμενο συνταγματικό όνομα, η κυβέρνηση Γκρουέφσκι «βολεύεται»  στη διαιώνιση της σημερινής κατάστασης,  εκτιμώντας ότι τελικά ο χρόνος εργάζεται προς όφελος των επιδιώξεών της.
Η Ελλάδα θα πρέπει λοιπόν να απαιτήσει τη δέσμευση των Σκοπίων ότι δεν θα προβούν με ενέργειες ή παραλείψεις σε οιασδήποτε μορφής πρόκληση που θα μπορούσε να διαταράξει την απαραίτητη για την ευόδωση των διαπραγματεύσεων ατμόσφαιρα ηρεμίας και μετριοπάθειας. Σε αντίθετη περίπτωση -και αυτό θα πρέπει να καταστεί σαφές προς όλους- η Ελλάδα θα μπορούσε άμεσα να προχωρήσει σε καταγγελία της Ενδιάμεσης Συμφωνίας.
Στο σημείο αυτό δύο μόνο λόγια για το κρίσιμο ζήτημα της καταγγελίας της Ενδιάμεσης Συμφωνίας και το χρόνο που θα μπορούσε ενδεχομένως να γίνει.  Δεν είμαι επί της αρχής αντίθετος στην πιθανότητα μιας τέτοιας καταγγελίας. Ταυτόχρονα όμως δεν μπορώ να την αποδεχτώ αυτόματα ως αποτελεσματικό χειρισμό.
Μια τέτοια κίνηση εκ μέρους της Ελλάδας δεν πρέπει να έχει τη μορφή ανακλαστικής αντίδρασης σε κάποια αρνητική εξέλιξη. Θα πρέπει να υπάρχει μια πλήρως επεξεργασμένη πολιτική που να απαντάει στο καίριο ερώτημα "και μετά την καταγγελία, τί;".
Περιορίζομαι σε δύο επισημάνσεις.
Πρώτη: Θα πρέπει το συντομότερο να συσταθεί μέσα στο Υπουργείο Εξωτερικών μια ειδική, ευάριθμη ομάδα με μορφή Task Force που θα παρακολουθεί με τρόπο ολοκληρωμένο και συνεκτικό όλες τις πτυχές -πολιτικές, οικονομικές νομικές και επικοινωνιακές- των σχέσεών μας  με την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατίας της Μακεδονίας.
Δεύτερη: Η διαπραγματευτική μας πολιτική θα πρέπει να ασκείται αποκλειστικά και μόνο στο πλαίσιο της υπό τον ΟΗΕ διαπραγμάτευσης, με αποδέκτη απευθείας τον επίσημο διαμεσολαβητή. Παράλληλοι δίαυλοι και ημιεπίσημοι ή ανεπίσημοι "ενδιάμεσοι και απεσταλμένοι"  δεν προσφέρουν τίποτε άλλο από το να θολώνουν, τελικά, τις διαπραγματευτικές θέσεις και τα μηνύματα της χώρας.
Αντιπαραγωγικές θεωρώ επίσης τις, "έτσι, χωρίς πρόγραμμα", συναντήσεις Κορυφής που γίνονται για να γίνουν, χωρίς να μπορούν να παράγουν συγκεκριμένα αποτελέσματα. Τέτοιες συναντήσεις Κορυφής, που γίνονται για το θεαθήναι έχουν τελικά αρνητικό αντίκτυπο στη διαπραγματευτική διαδικασία.
Ο κ. Γκρουέφσκι πάντα επιδίωκε τέτοιες ανούσιες, επικοινωνιακής στόχευσης συναντήσεις, ώστε να καλλιεργείται η ψευδής εντύπωση "business as usual". Τις επιδιώκει και θα συνεχίσει να τις επιδιώκει. Μέσα σε αυτές, και μέσα από αυτές ο κ. Γκρουέφσκι αναζητεί άλλοθι για τη συνεχιζόμενη αδιαλλαξία του.
Και μία καταληκτική επισήμανση. Το γεγονός ότι σεβόμαστε το Δικαστήριο δεν μας στερεί το δικαίωμα να κρίνουμε τις αποφάσεις του. Στη συγκεκριμένη απόφαση το Δικαστήριο, μεταξύ άλλων, σε πολλές περιπτώσεις αγνόησε πλούσιο αποδεικτικό υλικό σχετικά με τον αλυτρωτισμό και την εχθρική προπαγάνδα των Σκοπίων όπως σχολικά εγχειρίδια, χάρτες μεγάλης Μακεδονίας κλπ. Η αιτιολογία που χρησιμοποίησε ήταν πολλές φορές ελλιπής, αυστηρά  φορμαλιστική, ενίοτε δε κυρίως πολιτική και δευτερευόντως νομική.
ΑΝΤΙΠΟΛΕΜΙΚΗ ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ
ΤΗΛ. ΕΠΙΚ. 6932955437
Diktiospartakos.blogspot.com








[1] (Σύμφωνα με την εθνική στατιστική του 2001 η Μακεδονία κατέχει 34.170 τ.χλ. επί συνόλου 132.000 τ.χμ. (δηλ. 1/4), με πληθυσμό 2,450,000 κατοίκους επί συνόλου 11.000.000 (δηλ. ¼ και κάτι.)
[2] Και κάτι άλλο, που φοβάμαι ξεχνάμε και εμείς να υπενθυμίζουμε Ότι, μετά από αιώνες απουσίας, το μακεδονικό όνομα, επανήλθε για πρώτη φορά το 1913 ως «Γενική Διοίκηση Μακεδονίας» του Ελληνικού Βασιλείου, και χρειάσθηκαν 30 ολόκληρα χρόνια  μετά,για να εμφανισθεί νέος μακεδονικός διοικητικός όρος, «η ΛαΪκή Δημοκρατία της Μακεδονίας» στα πλαίσια της νεοσύστατης γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας
[3] Βλ. τόμους Νέας Ιστορικής Εγκυκλοπαίδειας της Ακαδημίας Επιστημών, (δήθεν απεσύρθη αλλά κυκλοφορεί ευρύτατα σε cd). Tο συλλογικό έργο,The Name Issue.  Greece and Macedonia 782 σελίδων των φοιτητών/καθηγητών της Νομικής Σχολής Σκοπίων (έκδοση 2009). Tην History of theMacedonian People, του Ινστιτούτου Εθνικής Ιστορίας, 2008, σ.342),  καθώς και το ογκώδες έργο του Vance StojcevMilitary History of (Macedonia(σ.774 και παράρτημα χαρτών σ. 136 ) 2004 που διδάσκεται σε στρατιωτικές σχολές στην ΠΓΔΜ και το εξωτερικό. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι όλα αυτά τα έργα είναι μεταφρασμένα και κυκλοφόρησαν μετά τα μέσα της δεκαετίας του 2005.
[4] Antiquizatsia ονομάζεται ειρωνικά στην ΠΓΔΜ η πολιτική Γκρούεφσκι για την αρχαιοποίηση της ταυτότητας των σημερινών Makedontsi
[5] Κατά το  λεξικό Μπαμπινιώτη: «γαλαντόμος είναι αυτός που φέρεται με αβρότητα και γενναιοδωρία».
[6] (π.χ. οι τουρκικές υπερβολές της δεκαετίας του 1950 και πέραν για την τουρκική καταγωγή του Ομήρου κλπ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου