Σάββατο 29 Μαρτίου 2014

Απεργία της Μινεάπολη Teamsters του 1934

Open battle between striking teamsters armed with pipes and the police in the streets of Minneapolis.Ανοικτή μάχη μεταξύ των teamsters χτυπήματος που οπλίζονται με τους σωλήνες και της αστυνομίας στις οδούς της Μινεάπολη.
Στην Αμερική του ’30 αναπτύχθηκε ένα πολύ μεγάλο κίνημα αντίστασης μέσα από το οποίο οι εργάτες κατάφεραν να κερδίσουν αυξήσεις, καλύτερες συνθήκες εργασίας και να ξαναστήσουν τα συνδικάτα τους.
Από την απεργία των εκπαιδευτικών στο Σικάγο το 1933 όπου οι διαδηλωτές έσπαγαν τους κλοιούς της αστυνομίας πετώντας τους βαριά βιβλία και αυτή των εργατών στις φυτείες βαμβακιού στην κοιλάδα Χοακίν. Μέχρι τις μαζικές καταλήψεις του 1937 όπου γεννήθηκαν σαν απάντηση στις αστυνομικές εφόδους που ήθελαν να διαλύσουν τις απεργιακές φρουρές.

Καταλήψεις έγιναν τότε σε όλους σχεδόν τους κλάδους. Στην υφαντουργία, τη χαλυβουργία, τα καπνεργοστάσια, τα ξενοδοχεία, τα ταχυδρομεία, τα λιμάνια, τα σινεμά, τα πολυκαταστήματα- όπως αυτή των έφηβων γυναικών στη Woolworth-, την αυτοκινητοβιομηχανία- σαν τους εργάτες της General Motors στο Μίσιγκαν- και αλλού.
Το ’34 ήταν αναμφισβήτητα η χρονιά της αντεπίθεσης όπου οι εργάτες αυτοκινητοβιομηχανίας του Τολέδο, οι φορτηγατζήδες της Μινεάπολις και οι λιμενεργάτες του Σαν Φρανσίσκο έδωσαν σκληρές μάχες που πήραν εξεγερσιακά χαρακτηριστικά. Πρόκειται για ένα κύμα αγώνων που έβαλε πολλά καινούρια στοιχεία στην ιστορία του εργατικού κινήματος. Από την αμείωτη αποφασιστικότητα των πρωταγωνιστών του μέχρι την εφευρετικότητα σε σχέση με την περιφρούρηση και τη συμπαράσταση. Κάθε απεργία αυτής της περιόδου έχει να προσφέρει χρήσιμα παραδείγματα, θα αναφερθούμε ωστόσο συγκεκριμένα στην απεργία διαρκείας των φορτηγατζήδων της Μινεάπολις που κράτησε από το Φλεβάρη μέχρι τον Αύγουστο του 1934 και πέτυχε μια καθοριστική νίκη για τη συνέχεια.

Aγρια καταστολή

Χρειάζεται παράλληλα να θυμηθούμε πως αυτή η συνέχεια δεν ήταν καθόλου μια εύκολη ιστορία. Η αρχή της δεκαετίας βρήκε τα αμερικάνικα συνδικάτα αποδεκατισμένα, με την πλειοψηφία του κόσμου στην απόγνωση του απόηχου του Κραχ του 1929. Το σκηνικό συμπληρωνόταν από την τεράστια ανεργία, το θεσμοθετημένο ρατσισμό, την άγρια καταστολή από την αστυνομία αλλά και ένα δίκτυο από ιδιωτικούς ντετέκτιβ και πράκτορες που όχι μόνο παρακολουθούσαν τις κινήσεις των εργατών αλλά δεν δίσταζαν να ανοίγουν πυρά εναντίον των απεργών, να οργανώνουν δολοφονίες. Οι αμερικάνοι εργοδότες εξαπέλυσαν μια λυσσασμένη επίθεση τόσο στα συνδικάτα όσο και στην αριστερά.
Ο στόχος ήταν μια Αμερική “ελεύθερη από συνδικάτα” και γι'αυτό το λόγο όλοι οι θεσμοί έκαναν τα στραβά μάτια σε φαινόμενα όπως της σημερινής Μανωλάδας. Τα αφεντικά πολλές φορές χρησιμοποιούσαν φράχτες, προβολείς, έστηναν μέχρι και δικιά τους αστυνομία που επέβλεπε τους εργάτες- για παράδειγμα στα ανθρακορυχεία- και αντιμετώπιζε κάθε προσπάθεια οργάνωσής τους μέχρι και με πυροβολισμούς. Αριστεροί, μαχητικοί συνδικαλιστές που βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή διώκονταν και φυλακίζονταν.
Η εργατική τάξη είχε να αντιμετωπίσει και τη στάση των συνομοσπονδιών. Η AFL, η Αμερικάνικη Συνομοσπονδία Εργατών, έπαιζε καταστροφικό ρόλο. Δεν ήταν απλά κατά των απεργιών και εχθρική προς την αριστερά. Είχε φτάσει στο σημείο να υπερασπίζεται ανοιχτά τα δικαιώματα των καπιταλιστών, απαγόρευε στους μαύρους εργάτες να εγγραφούν στα συνδικάτα, είχε οργανώσει πολλές φορές επιθέσεις σε απεργούς στο πλευρό της αστυνομίας.
Παρ’όλες αυτές τις δυσκολίες η εργατική τάξη κατάφερε να ξεπεράσει τα εμπόδια και να οργανώσει ένα από τα μεγαλύτερα κινήματα του περασμένου αιώνα.


Ογδόντα χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τον αγώνα των φορτηγατζήδων της Μινεάπολις, αυτόν που έμεινε γνωστός στην ιστορία ως teamsters rebellion. Τα αιτήματα της απεργίας ήταν απλά: αναγνώριση του συνδικάτου και αυξήσεις στους μισθούς. Ήταν ωστόσο αιτήματα ζωτικής σημασίας, αφορούσαν όλους τους κλάδους, συνέδεαν όλους τους βιομηχανικούς εργάτες. Την ίδια χρονιά βγήκαν σε απεργία οι εργάτες στην αυτοκινητοβιομηχανία του Τολέδο και οι λιμενεργάτες του Σαν Φρανσίσκο.

Η πρώτη απεργία του κλάδου, που έγινε στις 7 Φλεβάρη του 1934 χρειάστηκε να είναι πολύ καλά οργανωμένη για να πετύχει και να οδηγήσει σε ξεσηκωμό ολόκληρο τον κλάδο των μεταφορών. Είχε προηγηθεί το άνοιγμα του συνδικάτου στους αποθηκάριους για το δυνάμωμα των σωματείων. Χρησιμοποιήθηκαν χάρτες των ανθρακαποθηκών, ορίστηκαν απεργιακές φρουρές. Για να αντιμετωπιστεί η απεργοσπασία που οργανωνόταν από τη Συμμαχία Πολιτών- την πιο δυνατή εργοδοτική οργάνωση που έλεγχε 800 επιχειρήσεις- η περιφρούρηση ήταν κινητή. “Η τακτική που έκρινε την τύχη της απεργίας ήταν πνευματικό τέκνο- έμπνευση- ενός απλού αχθοφόρου” όπως αναφέρει ο John Newsinger στο βιβλίο του “Η αμερικάνικη εργατική τάξη τη δεκαετία του '30- Αντεπίθεση”. Ήταν μια λύση για να αντιμετωπιστεί η δυσκολία οργάνωσης 67 στατικών περιφρουρήσεων, μία για κάθε αποθήκη άνθρακα. Γι'αυτό το λόγο φορτηγά της ομοσπονδίας γυρνούσαν όλη μέρα στους δρόμους σταματώντας τα απεργοσπαστικά.
Η μέρα στέφθηκε με επιτυχία, κλείνοντας 65 από τις 67 αποθήκες. Επόμενος στόχος ήταν το άπλωμα της απεργίας και το κλείσιμο της αγοράς της πόλης. Χρειάστηκε μεγάλη προετοιμασία και το στήσιμο ενός ολόκληρου μηχανισμού. Στις 16 του Μάη στηνόταν κεντρική τροφοδοσία των απεργών με εθελοντές από το Συνδικάτο Σερβιτόρων- Μαγείρων, ιατρικό κέντρο με γιατρούς, νοσοκόμες κι εθελοντές, ενώ στο αρχηγείο στήθηκε ασύρματος που παρακολουθούσε τις κινήσεις της αστυνομίας και ομάδες εφήβων με μηχανάκια λειτουργούσαν ως πληροφοριοδότες. Στην περιφρούρηση συμμετείχε και το Γυναικείο Βοηθητικό Σώμα που το στελέχωναν οι γυναίκες των απεργών και συμπαραστάτριες. Με αυτό τον τρόπο απάντησαν όταν η αστυνομία επιτέθηκε 5 μέρες μετά και 900 απεργοί μέσα στο φορτηγά του συνδικάτου οδήγησαν με φόρα πάνω στους μπάτσους και τους βοηθούς τους. Την επόμενη μέρα εκατοντάδες οικοδόμοι κατέβηκαν σε απεργία συμπαράστασης και βοήθησαν στο να καθαρίσει η περιοχή, δίνοντας τη μάχη που έμεινε γνωστή στην ιστορία ως η “μάχη της τρεχάλας”.
Η Συμμαχία των εργοδοτών αναγκάστηκε να ξεκινήσει τις διαπραγματεύσεις, υπό την αιγίδα του Όλσον- κυβερνήτη, μέλος του Εργατοαγροτικού κόμματος. Ο Όλσον, ενώ είχε κληθεί για να υπερασπιστεί τα δικαιώματα των εργατών, εξακολουθούσε να είναι κυβερνήτης ενός αστικού κράτους που δε μπορούσε να ανεχτεί τόσο μαχητικά συνδικάτα που ξέφευγαν από τον έλεγχο και μάλιστα είχαν στην ηγεσία τους τους τροτσκιστές. Η ενίσχυση των τροτσκιστών και η συνέχιση της απεργίας θα είχε αντίκτυπο στην ίδια του την καριέρα. Έτσι, αφήνοντας τους φορτηγατζήδες να πιστεύουν πως οι εργοδότες αποδέχονταν τα αιτήματά τους για τις εργασιακές σχέσεις και την ύπαρξη του συνδικάτου, στην ουσία η κάθε πλευρά εξακολουθούσε να εννοεί με διαφορετικό τρόπο το τί σήμαινε “εσωτερική εργασία”. Η μικρή ανακωχή που συμφωνήθηκε στις 25 Μάη έληξε γρήγορα, όταν η ηγεσία του συνδικάτου αντιλήφθηκε πως είχε εξαπατηθεί. Η δεύτερη αναμέτρηση ξεκίνησε στα μέσα του Ιούλη όπου εν τω μεταξύ το συνδικάτο είχε μαζικοποιηθεί. Η βδομαδιάτικη εφημερίδα του, Organizer, είχε γίνει πλεόν καθημερινή για να απαντάει στην αντικομμουνιστική προπαγάνδα εναντίον των τροτσκιστών. Η κλιμάκωση της καταστολής οδήγησε σε μια αιματηρή σύγκρουση με απολογισμό δύο νεκρούς και 69 τραυματίες. Στη συνέχεια ο Όλσον κήρυξε στρατιωτικό νόμο βγάζοντας την εθνοφρουρά στους δρόμους και η Συμμαχία έκδοσε άδειες κυκλοφορίας για τα απεργοσπαστικά φορτηγά. Η αντίσταση δεν σταμάτησε. Οι φορτηγατζήδες αποκέντρωσαν τις δράσεις τους, βρήκαν άσυλο σε βενζινάδικα και ξεκίνησαν μαζικά σαμποτάζ στους απεργοσπάστες. Έτσι, η εθνοφρουρά κατέφτανε στα σημεία των επιθέσεων για να βρει ξυλοδαρμένους απεργοσπάστες, κατεστραμμένα φορτηγά και τους απεργούς άφαντους. Μέσα σε λίγες μόνο ώρες το αρχηγείο της Εθνοφρουράς δέχτηκε πεντακόσιες κλήσεις για βοήθεια.

Η εργοδοσία υποχωρεί

Ο Όλσον αποφάσισε να μπουκάρει στο αρχηγείο του συνδικάτου και να συλλάβει την ηγεσία του. Μετά από λίγο αναγκάστηκε να τους απελευθερώσει καθώς όλο και περισσότεροι εργάτες ζητούσαν απάντηση στην καταστολή με γενική απεργία. Καταλάβαινε πως αν παρατραβήξει την κόντρα με τους εργάτες, θα κινδύνευε να χάσει την θέση του. Κρατώντας λοιπόν ίσες αποστάσεις από τους απεργούς και τη Συμμαχία Πολιτών διέταξε την Εθνοφρουρά να την πέσει και στο αρχηγείο των δεύτερων. Ακολούθησε συνάντηση του Όλσον με τον Ρούζβελτ τον Αύγουστο όπου αποφάσισαν να απειλήσουν τις τράπεζες με απόσυρση των δανείων της ομοσπονδιακής κυβέρνησης από αυτές και έτσι η αντίσταση των εργοδοτών τσακίστηκε.
Η απεργία αυτή νίκησε ενάντια σε όλες τις προβλέψεις. Όπως επισημαίνει ο Farrell Dobbs στο βιβλίο του “ teamsters rebellion”, έγιναν κάποιες καθοριστικές επιλογές. Η μεγάλη προετοιμασία που ενέπλεξε ένα πολύ μεγαλύτερο δυναμικό από αυτό του συνδικάτου, η κινητή περιφρούρηση που τσάκισε στην κυριολεξία πολλές φορές την αστυνομική καταστολή και το κάλεσμα σε γενική απεργία συμπαράστασης. Η γενική απεργία μπορεί να μην κερδήθηκε, το κάλεσμά της όμως κατάφερε να κινητοποίησει άλλους κλάδους από τα κάτω. Ο Dobbs υπήρξε πρωτεργάτης σ’αυτή τη μάχη, ηγετικό μέλος του συνδικάτου και μέλος της τροτσκιστικής Κομμουνιστικής Λίγκας η οποία βρέθηκε επικεφαλής των teamsters στις εκλογές του 1933 λίγους μήνες πριν την απεργία.
Πρόκειται για μια αποφασιστική νίκη των φορτηγαζήδων αλλά και ολόκληρου του κλάδου των μεταφορών. Από αυτές τις απεργίες που αποδεικνύουν πως το πείσμα, η οργάνωση, το άπλωμα της συμπαράστασης είναι απαραίτητα συστατικά για τη νίκη.
ΠΗΓΗ ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου