Κυριακή 18 Μαΐου 2014

Από τη λογοκλοπή του ονόματος «Νέα Δημοκρατία» μέχρι σήμερα

galeraΠηγή: Διονύσης Ελευθεράτος – «Πριν»
Την κινηματογραφική «κάλπικη λίρα» θυμίζει, εδώ και δεκαετίες, το σλόγκαν «Νέα Ελλάδα», για το οποίο ερίζουν εσχάτως Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ: η Νέα Ελλάδα γυρίζει από στόμα σε στόμα, μεταμορφώνεται σαν τον χαμαιλέοντα αναλόγως των πεποιθήσεων των εκάστοτε «χειριστών» της, αλλάζει περιεχόμενο κι αξίες χρήσης. Αναλλοίωτη μένει μόνο μία παράμετρος εξ όσων επαναφέρει στο προσκήνιο, μαζί με τη δική της επανεμφάνιση, η Νέα Ελλάδα: η φαιδρή θρασύτητα. Εν προκειμένω του Αντ. Σαμαρά.
«Παίζοντας τα ρέστα του», εμπαίζει και αυτές ακόμη τις μνήμες των ανθρώπων: διατείνεται ότι του… έκλεψαν το σύνθημα «Νέα Ελλάδα», που έχουν ακούσει – κι εν μέρει έχουν φωνάξει σε δρόμους και πλατείες- γενιές ολόκληρες! Σε ποιο ακριβώς υποθηκοφυλακείο ή κτηματολογικό γραφείο το είχε κατοχυρωμένο ο ανεκδιήγητος, που αφού μεγαλούργησε σανπλάστης «πρωτογενών πλεονασμάτων» ανακαλύπτει και το θεσμό της… τριτογενούς, τεταρτογενούς ή και χιλιογενούς πατέντας;

Αφήστε που πολλαπλασιάζει την ιλαρότητα η ιδιότητα του Σαμαρά ως αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας… Διότι ο ίδιος ο τίτλος του κόμματος προέρχεται από μια «διακριτική» λογοκλοπή την οποία έκανε ο ιδρυτής του Κ. Καραμανλής το 1974: με τον όρο «Νέα Δημοκρατία» το ΚΚΕ προσδιόριζε ένα ειδικό «στάδιο» του προγράμματος του, το οποίο είχε εγκριθεί στο 9ο Συνέδριο του κόμματος τον Δεκέμβριο του 1973, δηλαδή αρκετούς μήνες πριν από από την πτώση της χούντας. Ε, προτού νομιμοποιήσει ο «εθνάρχης» το ΚΚΕ, αποφάσισε να παρακρατήσει τον όρο «Νέα Δημοκρατία» – κάτι σαν καταβολή «πνευματικού παράβολου» για τη διαδικασία νομιμοποίησης.
Αλλά και η Νέα Ελλάδα παραπέμπει σε αυτούς τους… παλιομπολσεβίκους, οι οποίοι προτού καταφέρουν να αρπάξουν τα σπίτια του κοσμάκη (αυτά ντε που υπερασπίζεται τώρα με νύχια και με δόντια ο Σαμαράς, για λογαριασμό των ιδιοκτητών τους), έσπευσαν να επιτάξουν κάθε δυνατό συνδυασμό όρων της ελληνικής γλώσσας. Αποτέλεσμα: δυσκολεύονταν ή και δυσκολεύονται ακόμη να εκφραστούν οι υπόλοιποι, οι «καλοί», οι «εθνικόφρονες», όσοι συναπάρτιζαν τη «σιωπηρή πλειοψηφία» της πρώιμης Μεταπολίτευσης, οι «νοικοκύρηδες» των 80s, ο «μεσαίος χώρος» των 90s και ο συνδυασμός «υπεύθυνων» κι «εθνικοφρόνων» (τύπου Μπαλτάκου) των ημερών μας.
Ω, ναι – και τη Νέα Ελλάδα οι κόκκινοι την άρπαξαν: ήταν ο τίτλος της εφημερίδας την οποία εξέδιδε το ΚΚΕ από τις πρώτες ημέρες της Μεταπολίτευσης μέχρι τη νομιμοποίησή του και την επανακυκλοφορία του Ριζοσπάστη. Είδατε χάλια; Οικειοποιούνταν τα «αναρχοκομμούνια» κάθε ικμάδα της ελληνικής γλώσσας κι ο «καθώς πρέπει» κόσμος δεν τολμούσε να μιλήσει.
«Έπειτα από το 1974, αν ήσουν δεξιός δεν μπορούσες να βρεις γκόμενα» είπε κάποτε ο Δ. Σαββόπουλος. Αναρωτηθήκατε πώς στην ευχή συνέβαινε αυτό σε μια εποχή κατά την οποία ο Καραμανλής κυβερνούσε έχοντας λάβει στις εκλογές 55% και κατόπιν 42%; Γινόταν επειδή δεν μπορούσες καν να «ψήσεις» τη «λεγάμενη». Δεν σου είχαν αφήσει οι αριστεροί λέξεις ελεύθερες. Βραδινή βόλτα βγαίνατε, για τ” αστέρια της μιλούσες κι εκείνη ήταν ικανή να σε ρωτήσει αν είχες διαβάσει το Ένα παιδί μετράει τ” άστρα του Μ. Λουντέμη. Κι αν ακόμη δεν ξενέρωνες εσύ ξενέρωνε αυτή με την ασχετοσύνη σου. Ήταν το καταχθόνιο σχέδιο των αναρχοκομμουνιστο κουλτουριάρηδων για να σε κάνουν να φαίνεσαι ή τελικά να γίνεσαι «μινάρας».
Βγήκε λοιπόν και η «Νέα Ελλάδα» από το κουκουέδικο ναυπηγείο κι άρχισε να αρμενίζει… Το ΠΑΣΟΚ την έκανε Ελλάδα Νέα για να φτιάχνει ρίμα με το «εμπρός, Ανδρέα», η Αριστερά την τιμούσε σταθερά. Από τα 80s και εντεύθεν βεβαίως παρουσιάστηκαν κι άλλες Ελλάδες. Η «μεγάλη» του Ρόμπερτ Γουίλιαμς και της Γαλάζιας Γενιάς – «μεγάλη», διότι ψήλωνε χάρη στα ξυλοπόδαρα της θρησκείας και της Νέας Δημοκρατίας. Κατόπιν είδαμε την «ισχυρή» του Σημίτη και του Χρηματιστηρίου και ταυτοχρόνως παρατηρούσαμε τον Κωστάκη που έψαχνε με το φακό την «καλύτερη», η οποία κάπου υπήρχε και «τη θέλαμε».
Κι εκεί που τείναμε να πιστέψουμε ότι η Νέα Ελλάδα παραδιδόταν σιγά σιγά στα αζήτητα, σαν άχρηστο μεταπολιτευτικό κατάλοιπο, άρχισαν ξάφνου να την επικαλούνται οι πλέον φανατικοί «νεκροθάφτες» της Μεταπολίτευσης. «Συμφωνία για τη Νέα Ελλάδα», συνέθεσε ο Λοβέρδος, οραματισθείς ίσως μια χώρα απαλλαγμένη από συντάξεις και οροθετικές γυναίκες που κυκλοφορούν ελεύθερες.
Νέα Ελλάδα θέλει τώρα κι ο Σαμαράς που ήδη «έφτιαξε» μια χώρα, της οποίας ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός αριθμεί όσους και το 1961 (μόλις 3,6 εκατ. ανθρώπους). Μια χώρα που από πλευράς ύδρευσης – ενέργειας επιστρέφει στις εποχές της Ούλεν και της Πάουερ. Μια χώρα που φλερτάρει με την ιδέα ενός ασφαλιστικού συστήματος προπολεμικής «ποιότητας». Μια χώρα που αναζητά τα «αναπτυξιακά» της δόγματα κάπου μεταξύ του νόμου 2687 του 1953 και των συμβάσεων της χούντας. Μια χώρα της οποίας το καταρρακωμένο σύστημα υγείας «επιτυγχάνει» την αναβίωση της ατάκας των συντοπιτών του Μαυρογιαλούρου: «αν αρρωστήσουμε, γινόμαστε καλά μόνοι μας ή τα κακαρώνουμε».
Ο Αντωνάκης θέλει αυτή τη «Νέα Ελλάδα». Άραγε θα απορεί όταν βρεθεί στον πολιτικό Καιάδα;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου