Όλο το πραξικόπημα στους ώμους 22 φαντάρωνΚάθε χρόνο, από το 2007, που ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος, ο ιερωμένος που το 1974 πολέμησε με όπλο στο χέρι εναντίον του πραξικοπήματος, τέλεσε για πρώτη φορά τρισάγιο στους τάφους των 22 κληρωτών καταδρομέων, που σκοτώθηκαν στην επίθεση εναντίον του Προεδρικού, η υποκρισία της πολιτικής παίρνει τη χειρότερη μορφή της. Γιατί εκδηλώνεται πάνω σε παιδιά που έχασαν τη ζωή τους χωρίς καλά-καλά να έχουν συνείδηση όσων συνέβαιναν και όσων μάθαμε εμείς πολύ αργότερα. Σαράντα χρόνια μετά, δεν είναι υγιές να φορτώνουμε το πραξικόπημα σε 22 παιδιά. Όταν μάλιστα, ανάμεσα τους ήταν θαμμένοι και στρατιώτες, που σκοτώθηκαν υπερασπίζοντας τη Δημοκρατία. Ήδη αποδείχτηκε για δύο, τον Σωτήρη Κωνσταντίνου και τον Ματθαίο Ματθαίου, που ήταν θαμμένοι ως πραξικοπηματίες.
Το 2007, σ΄ αυτή τη στήλη δημοσιεύσαμε μια μαρτυρία από έναν άνθρωπο, που ήθελε να μιλήσει όταν είδε τις αντιδράσεις για το τρισάγιο. Την επαναλαμβάνω: «Είμαι αριστερός. Στις 15 Ιουλίου 1974 υπηρετούσα τη θητεία μου στο ναυτικό, στο Πογάζι. Θέλω να σας δώσω τη μαρτυρία μου, γιατί ήμουν κι εγώ στο πραξικόπημα. Το πρωί της 15ης Ιουλίου, μας ξύπνησαν και διάλεξαν τριάντα στρατιώτες, τυχαία, όπως διάλεγαν για τις αγγαρείες. Μας έβαλαν σε φορτηγά και μας μετέφεραν στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, όπου γινόταν μάχη. Υπό τις διαταγές του περιβόητου Ντάνου εμπλακήκαμε στη γνωστή μάχη του νοσοκομείου, χωρίς καλά-καλά να ξέρουμε τι γίνεται. Εγώ πυροβολούσα ψηλά για να μην χτυπήσω κανένα. Κάποιος με κάρφωσε και ο Ντάνος ήρθε και μου έβαλε το καλασνίκοφ στο κεφάλι, απειλώντας να με εκτελέσει. Ποιος ξέρει αν άλλοι δεν έμειναν στην απειλή… Είναι αδικία να φωνάζουν σήμερα ότι αυτοί οι στρατιώτες ήταν προδότες και ούτε τρισάγιο δεν πρέπει να τους κάνει η Εκκλησία…».
Είναι η μαρτυρία ενός στρατιώτη, που επέζησε. Αν αυτός σκοτωνόταν στη μάχη του νοσοκομείου ή ακόμα και αν τον εκτελούσε ο διοικητής του επειδή πυροβολούσε ψηλά, σήμερα η πολιτική μας ηγεσία θα τον θεωρούσε πραξικοπηματία και η οικογένεια του θα κατάπινε επί 40 χρόνια την πίκρα της απόρριψης, της ρετσινιάς και του μίσους, που συντηρεί άσκοπα τόσα χρόνια η πολιτική ηγεσία για να κτίζει επί πτωμάτων, αγωνιστικό κομματικό προφίλ. Ακόμα όμως κι αν πολλοί αισθάνονται ότι αυτά τα 18χρονα παιδιά όφειλαν να ωριμάσουν μέσα σε λίγα λεπτά και να παρακούσουν τις διαταγές των αξιωματικών (μιλάμε για το 1974, μην ξεχνάτε!) και θεωρούνται ένοχοι που δεν το έκαναν, εμείς σήμερα ως πολίτες αυτής της κοινωνίας αισθανόμαστε ήσυχοι με τη συνείδηση μας για το γεγονός ότι τους φορτώνουμε το πραξικόπημα; Όταν μάλιστα, οι συνειδητοί πραξικοπηματίες, όχι μόνο δεν δικάστηκαν ποτέ, αλλά πολλοί διέπρεψαν ως πολιτικοί, επιχειρηματίες, σπουδαία στελέχη της κοινωνίας μας; Δηλαδή, περιμέναμε από 22 δεκαοκτάχρονους να αντισταθούν στο πραξικόπημα; Και να αρνούμαστε σήμερα ακόμα και την προσευχή στους τάφους αυτών των παιδιών ως να είναι αυτοί οι μεγαλύτεροι εγκληματίες; Και το χειρότερο είναι η ομαδική καταδίκη. Αυτό κι αν είναι πολιτική υποκρισία! Όλοι είναι πραξικοπηματίες και ξεμπερδέψαμε. Αλλά, αν πράγματι ήθελε η πολιτική ηγεσία να αποδοθεί δικαιοσύνη θα είχε διατάξει να ερευνηθεί μία προς μία η κάθε περίπτωση. Βολεύει όμως να τους έχουν όλους σε ομαδική καταδίκη. Έτσι, ηρωοποιούνται ομαδικά και οι υπόλοιποι, μαζί τους κι αυτοί που κρύφτηκαν την ώρα της μάχης κι αυτοί που έστελναν συγχαρητήρια τηλεγραφήματα στον Σαμψών και στην χούντα, για να παριστάνουν σήμερα τους αντιστασιακούς.