Σάββατο 19 Ιουλίου 2014

ΞΑΦΝΙΚΟΣ ΦΙΛΟΣΗΜΙΤΙΚΟΣ ΕΡΩΤΑΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΑΚΡΟΔΕΞΙΑΣ Οι νέοι «φίλοι» του Ισραήλ


ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ  1. / 2.   


Ξεχάστε όσα ξέρατε για την ευρωπαϊκή ακροδεξιά. Ενας μετά τον άλλον οι πολιτικοί της εκπρόσωποι σπεύδουν να δηλώσουν εμπράκτως τα φιλοϊσραηλινά τους αισθήματα. Ο αντισημιτισμός δεν είναι πλέον της μόδας. Πρόκειται άραγε για δομική μεταστροφή ή για συγκυριακό φαινόμενο;
 


Η επέτειος μνήμης του Ολοκαυτώματος έγινε αφορμή για να ξανάρθει στην επικαιρότητα το ζήτημα του αντισημιτισμού (και) στη χώρα μας. Εσπευσαν βέβαια όλοι να βγάλουν την ουρά τους απέξω και να «τιμήσουν το Ολοκαύτωμα», ήσυχοι που έχουν οριστικά θάψει το αντισημιτικό παρελθόν των κακών ναζιστών. Αφιερώματα σε έντυπα και τηλεοράσεις για τη φρίκη της «τελικής λύσης» και προβολή όσων βοήθησαν τους διωκόμενους Εβραίους. 

Στα τέλη του 2004, όταν είχε δημοσιευτεί η έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ η οποία κατέγραφε κρούσματα αντισημιτισμού και στην Ελλάδα, ξεσηκώθηκε και πάλι η γνωστή γκρίνια: γιατί μας κατηγορούν, αφού δεν υπάρχει αντισημιτισμός στην Ελλάδα; Από τις ποικίλες αντιδράσεις εκείνη που προκάλεσε τη μεγαλύτερη εντύπωση ήταν του Γιώργου Καρατζαφέρη. Σε δελτίο Τύπου ο αρχηγός του ΛΑΟΣ κάλεσε του Στέιτ Ντιπάρτμεντ «να παύσει επιτέλους να συγχέει τον Σιωνισμό με τον Σημιτισμό» (σ.σ. προφανώς εννοεί τον αντισιωνισμό με τον αντισημιτισμό) και πρόβαλε ένα σοβαρό επιχείρημα εναντίον όσων μιλούν για τις αντισημιτικές θέσεις του κόμματός του: «Μόλις πριν ένα μήνα ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός συμμετείχε διά του Αναπληρωτή Προέδρου, Πρέσβη κ. Γ. Γεωργίου, στις εορταστικές εκδηλώσεις Χανουκά των Εβραίων της Ελλάδος, την αντίστοιχη εορτή των Φώτων για τη δική τους θρησκεία, κατηγορούμενος απ' τους ακροδεξιούς για την ενέργεια αυτή».
Ο Λαάρχης έχει δίκιο. Το κόμμα του ήταν το μόνο που εκπροσωπήθηκε στην εβραϊκή γιορτή των Φώτων που πραγματοποιήθηκε πρώτη φορά σε ανοιχτό δημόσιο χώρο, στην πλατεία του Παλαιού Ψυχικού, χωρίς ιδιαίτερες επισημότητες. Και βέβαια οι παλιοί του συνεργάτες στη Χρυσή Αυγή ξεσηκώθηκαν να τον καταγγείλουν ότι προδίδει τα γνήσια πατριωτικά (συνεπώς και αντιεβραϊκά) αισθήματα του λαού μας.

Κατά διαβολική όμως σύμπτωση, ο κ. Καρατζαφέρης έχει ήδη εκφραστεί ανοιχτά γι' αυτή την εβραϊκή γιορτή, μόλις πριν από τρία χρόνια. Σε τηλεοπτική συζήτηση με τον Κώστα Πλεύρη είχαν δώσει ρεσιτάλ αντισημιτισμού, ξεκινώντας ακριβώς από τη Χανουκά.

Τι φιλοσημιτική μύγα τον τσίμπησε άραγε τώρα; Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν πρόκειται για απλή έκλαμψη. Λίγες μέρες αργότερα, η εφημερίδα του κ. Καρατζαφέρη θριαμβολογεί: «Τους αποστόμωσε και πάλι. Ψήφισμα του κ. Καρατζαφέρη (στο Ευρωκοινοβούλιο) κατά του αντισημιτισμού και του ρατσισμού» («Αλφα Ενα», 30/1/05). Πρόκειται λοιπόν για πραγματική μεταστροφή. Και ο κ. Καρατζαφέρης δεν είναι ο πρώτος από την παρέα της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς που το αποπειράται. 

Ο φασίστας που έγινε αρνάκι

Πρώτος πατενταρισμένος αντισημίτης που είδε το φως του είναι βέβαια ο χαρισματικός αντιπρόεδρος του Μπερλουσκόνι Τζιανφράνκο Φίνι. Ηγέτης της νεολαίας του φασιστικού MSI και στη συνέχεια αρχηγός του κόμματος, συγκρούστηκε με τους παραδοσιακούς συνεχιστές της πολιτικής του Αλμιράντε, δηλαδή τον «νεοταξίτη» Πίνο Ράουτι και την εγγονή του Ντούτσε Αλεσάντρα Μουσολίνι για να επιβάλει ένα νέο τύπο μεταφασιστικού κόμματος, την «Alleanza Nazionale» (Εθνική Συμμαχία). Ορος για την μετάλλαξη αυτή θεωρήθηκε από τον Φίνι η έμπρακτη αποστασιοποίησή του από το αντισημιτικό του παρελθόν.

Η επιχείρηση δεν ήταν εύκολη. Αρχισε πρώτα κι αυτός να επισκέπτεται μνημεία του Ολοκαυτώματος στην Ιταλία. Το 1999 κατέθεσε στεφάνι στον τοίχο των εκτελέσεων στο Αουσβιτς. Και στα τέλη του 2003 πραγματοποίησε ένα τριήμερο ταξίδι στο Ισραήλ. Αυτή τη φορά είχε εξασφαλίσει την επίσημη πρόσκληση της ισραηλινής κυβέρνησης. Επισκέφτηκε με σπαραγμό το μουσείο του Ολοκαυτώματος Γιαντ Βασέμ και γονάτισε με το παραδοσιακό σκουφάκι, την κιπά, στο κεφάλι να αποθέσει ένα στεφάνι μπροστά στην άσβεστη φλόγα. Για πρώτη φορά καταδίκασε απερίφραστα τους φυλετικούς νόμους που θέσπισε ο Μουσολίνι κατά το παράδειγμα του Χίτλερ και ζήτησε συγνώμη: «Ο ιταλικός λαός αναλαμβάνει την ευθύνη για όσα συνέβησαν μετά το 1938». Πρόσθεσε, μάλιστα, ότι η Δημοκρατία του Σαλό υπήρξε ένα «επονείδιστο κεφάλαιο της ιταλικής ιστορίας», αναφερόμενος στο κράτος-μαριονέτα της ναζιστικής Γερμανίας που στήθηκε στη βόρεια Ιταλία το 1943 και το οποίο ευθύνεται για την επιτάχυνση της δίωξης των Eβραίων και τη μεταφορά τους στα στρατόπεδα του θανάτου. 

Κατά την επίσημη συζήτησή του με τον ισραηλινό πρωθυπουργό Αριέλ Σαρόν ο Φίνι έφτασε στο σημείο να καταγγείλει τις νέες μορφές αντισημιτισμού «που κρύβονται πίσω από το πρόσχημα του αντισιωνισμού», ταυτιζόμενος έτσι με την επίσημη θέση του Ισραήλ που υποδεικνύει ως σκόπιμη και παραπλανητική τη διάκριση μεταξύ αντισιωνισμού και αντισημιτισμού. 

Μετά από όλα αυτά, ο Φίνι εμφανίζεται απαλλαγμένος από το μαύρο του παρελθόν. Στο Ισραήλ ξέσπασαν ζωηρές αντιπαραθέσεις για την επίσκεψή του, όμως ο Νταβίντ Κασούτο, πρόεδρος της ιταλικής κοινότητας στη χώρα, απέτρεψε τελικά διαδηλώσεις εναντίον του. Ο Φίνι είχε εξασφαλίσει την υποστήριξη ενός φανατικού του πολέμιου έως τότε, του Αμος Λουτσάτο, προέδρου της εβραϊκής κοινότητας στην Ιταλία. Ο Λουτσάτο τον συνόδευσε στο Ισραήλ και δήλωσε με περηφάνια ότι ο Φίνι για πρώτη φορά συνέδεσε το Ολοκαύτωμα με τον Φασισμό. 

Οι εσωκομματικοί του αντίπαλοι δεν ενθουσιάστηκαν βέβαια με τη μεταστροφή του Φίνι. Η χήρα του ιδρυτή του φασιστικού MSI Ασούντα Αλμιράντε δήλωσε εκνευρισμένη ότι δεν συμφωνεί «με τις ιστορικές απόψεις του Φίνι για τη Δημοκρατία του Σαλό. Δεν είναι ιστορικός και δεν είναι σε θέση να κρίνει αυτά που έκαναν άλλοι». Το ίδιο πληγωμένοι εμφανίζονται και οι σύντροφοί του πέραν των ιταλικών συνόρων. Σε πρόσφατο άρθρο του, ο Γερμανός Σενχούμπερ των «Ρεπουμπλικάνερ» θυμήθηκε τα λόγια που του εκμυστηρεύτηκε ο Λεπέν: «Οταν βλέπεις αυτόν τον Φίνι να θυμάσαι τον Μπαντόλιο. Οι Ιταλοί δεν τελείωσαν ποτέ έναν πόλεμο στο πλευρό εκείνου με τον οποίο τον άρχισαν». 

Φυσικά ο Φίνι δεν υπέστη αιφνίδια αντιφασιστική λοβοτομή. Απλώς έχει σαφή εικόνα των περιορισμένων δυνατοτήτων μιας ανοιχτά φασιστικής πολιτικής προπαγάνδας στο πλαίσιο της σημερινής Ευρώπης. Επιδίδεται, λοιπόν, σε έναν πόλεμο τακτικής, προσπαθώντας να παίζει ταυτόχρονα στο ταμπλό του δημοκρατικού πολιτικού τόξου, αλλά ικανοποιώντας και ορισμένα λαϊκιστικά στερεότυπα του ακροδεξιού του ακροατηρίου. Μόλις πριν από 10 χρόνια θεωρούσε τον Μουσολίνι «τον μεγαλύτερο πολιτικό του αιώνα». Μετά επισκέπτεται το Ισραήλ. Και στη συνέχεια δηλώνει πάλι ότι «ο φασισμός δεν ήταν μόνο αυτό (ενν. το Ολοκαύτωμα). Αλλά αν θέλουμε να γίνει αποδεκτό από όλους αυτό το πραγματικό κεφάλαιο της ιστορίας μας, πρέπει να αναλάβουμε την ευθύνη και για τις άλλες πλευρές του».

Υπάρχουν βέβαια εκείνοι που κρατούν τα μπόσικα. Στη σημαία του κόμματος του Φίνι, της Alleanza Nazionale, εξακολουθεί να κυματίζει το έμβλημα του φασισμού και το όνομα του MSI. Ο συνεργάτης του Φίνι και υπουργός αποδήμου «ιταλισμού» Μίρκο Τρεμάλια δηλώνει απερίφραστα: «Η φλόγα συμβολίζει τη σχέση μας με το MSI και όποιος θίξει το MSI θα έχει να κάνει μ' εμένα». Ο Τρεμάλια εκφράζει την αντίθεσή του στα φιλοϊσραηλινά ανοίγματα του αρχηγού του και επιμένει: «Εχω τη συνείδησή μου ήσυχη. Υποστηρίζω την ιστορία μου και τη Δημοκρατία του Σαλό. Ο Φίνι δεν μπορεί να διαγράψει το παρελθόν μας». Βλέπετε, ο Τρεμάλια υπήρξε εθελοντής εκείνου του καθεστώτος και εκφράζει την παλιά φρουρά του κόμματος που αποτελείται από βετεράνους του φασισμού.

Οι δημοσκοπήσεις, όμως, ενισχύουν την πολιτική διγλωσσία του Φίνι. Σε έρευνα του περιοδικού Espresso το 80% των εκλογέων του κόμματός του υποστηρίζουν ότι πρέπει να κρατηθούν αποστάσεις από το φασιστικό παρελθόν. 

Αυτά βλέπει ο Φίνι και επανέρχεται. Θέλει, λέει, η Ευρώπη να γίνει η χώρα των καθεδρικών ναών και των συναγωγών. Οι παλιοί του σύντροφοι ανατριχιάζουν. Η Αλεσάντρα Μουσολίνι εγκαταλείπει το κόμμα του και καταλήγει στη Forza Italia του Μπερλουσκόνι, όπου θεωρεί ότι εκφράζονται καλύτερα τα γνήσια φασιστικά της αισθήματα. Γιατί εδώ βρίσκεται το παράδοξο. Οσο πασχίζει ο Φίνι να αποχαρακτηριστεί από το φασιστικό του παρελθόν, τόσο ο Μπερλουσκόνι «τολμά» να εξυμνεί τον Μουσολίνι, ο οποίος κατά τον Ιταλό πρωθυπουργό «δεν σκότωσε κανέναν. Απλώς έστειλε κάποιους για διακοπές». 

Ο Παύλος που έγινε Σαούλ

Θα πει κανείς ότι η περίπτωση του Φίνι είναι εξαίρεση στον κανόνα της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς ή ότι οφείλεται στην ιδιόμορφη προσωπικότητά του και τη φιλοδοξία του να διαδεχθεί πάση θυσία τον Μπερλουσκόνι, έστω και με το τίμημα να ντυθεί κι αυτός χριστιανοδημοκράτης. Και όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Αφήνουμε κατά μέρος τις λιγότερο επιτυχημένες προσπάθειες και άλλων «μεταφασιστών» της Δύσης να εξιλεωθούν για το αντισημιτικό τους παρελθόν και φέρνουμε ένα παράδειγμα από την Ανατολική Ευρώπη. Πρόκειται για τον Βαντίμ Τουντόρ, πρόεδρο του νεοφασιστικού ρουμανικού κόμματος PRM (Parti dul Romania Mare, Κόμμα της Μεγάλης Ρουμανίας), ο οποίος εντυπωσίασε στις προεδρικές εκλογές του 2000 με το εντυπωσιακό 28,34% στον πρώτο γύρο. Τον πολιτικό αυτό περιγράφει ο μελετητής της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς Pierre Milza: «Τέως συνεργάτης της Σεκουριτάτε, πολιτικής αστυνομίας του ανατραπέντος το 1989 καθεστώτος, ο Βαντίμ Τουντόρ έχει εξελιχθεί έκτοτε σε εκφραστή ενός σφοδρού αντισημιτισμού, στρεφόμενου τόσο εναντίον των Εβραίων της Ρουμανίας όσο και της 'διεθνούς εβραϊκής μαφίας'. Δεν είναι μήπως αυτός που κατηγόρησε τον πρόεδρο Ιλιέσκου ως όργανο του σιωνιστικού καπιταλισμού; Αντιτάχθηκε επίσης πεισματωδώς στην επιστροφή των ιδιοκτησιών που είχε κατασχέσει το κομμουνιστικό καθεστώς στους εβραίους δικαιούχους τους». Οι συνεργάτες του Τουντόρ είναι κι αυτοί ενθουσιώδεις αντισημίτες. Ενας από τους συνυποψηφίους του, ο Ντουμίτρου Ντράγκομιρ, που φέρει επαξίως το παρατσούκλι Κορλεόνε, δήλωσε δημόσια ότι επιθυμεί να κάνει σαπούνι τους Εβραίους. 

Και να τώρα που αυτός ο φανατικός αντισημίτης μεταστρέφεται σε φανατικό φίλο του Ισραήλ! Πριν ένα χρόνο έκανε στην πόλη Μπράσοφ τα αποκαλυπτήρια ενός μνημείου του δολοφονημένου Ισραηλινού πρωθυπουργού Γιτζάκ Ράμπιν, λέγοντας ότι «ο Γιτζάκ Ράμπιν δεν ανήκει μόνο σ' εμένα και μόνο σ' εσάς, αλλά στην αιωνιότητα, στα παιδιά σας και στα παιδιά των παιδιών σας». 

Από την αρχή του 2004 ο Τουντόρ δήλωνε ότι «θα γίνω ο πρώτος χριστιανός πρόεδρος μιας Ρουμανίας αδελφοποιημένης με το Ισραήλ» και ζητούσε ανοιχτά συγγνώμη για τις παλιότερες αντιεβραϊκές του θέσεις. Τώρα πια εμφανίζεται ως ο καλύτερος φίλος του εβραϊκού λαού και χαρακτηρίζει τη Βίβλο ως το «Σύνταγμα του πλανήτη», ενώ φροντίζει να μειώσει τη σημασία όλων των παλιών αντισημιτικών φυλλαδίων του κόμματός του, λέγοντας ότι πρόκειται για απλά προπαγανδιστικά συνθήματα. Για να πείσει τους πιο δύσπιστους οργανώνει και μια εκδρομή «μνήμης» της νεολαίας του κόμματός του στο Αουσβιτς. 

Εδώ και αρκετούς μήνες έχει πάψει να αναφέρεται στο ιδεολογικό και πολιτικό του πρότυπο, τον δικτάτορα Ιον Αντονέσκου, τον οποίο παλιά εξυμνούσε επειδή επιχείρησε να απαλλάξει τη Ρουμανία από «τη διαλυτική δράση των Εβραίων, των Ούγγρων και όλων των διεθνών συνωμοτών» (Milza). Το καθεστώς Αντονέσκου είναι υπεύθυνο για την εξόντωση τουλάχιστον 400.000 Εβραίων.

Η μεταστροφή του Τουντόρ δεν οδήγησε σε άμεσα εκλογικά οφέλη. Στην πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση του περασμένου Νοεμβρίου ο ίδιος ήρθε τρίτος ως υποψήφιος πρόεδρος με 12,6%.

Αλλά το πιο ενδιαφέρον είναι ότι επέλεξε γι' αυτή του την κρίσιμη εκλογική μάχη την ισραηλινή εταιρεία Arad Communications. Σύμφωνα με τον ρουμανικό τύπο το κόστος αυτής της συνεργασίας υπερβαίνει τα 5 εκατ. δολ. Ο Μαξιμίλιαν Κατς, εκπρόσωπος του ρουμανικού τμήματος της ADL (Anti-Defamation League) χαρακτήρισε «αξιοκατάκριτη» και «ανυπόφορη» την υποστήριξη του Τουντόρ από την Arad Communications.

Ο Εγιαλ Αράντ, διευθυντής της εταιρείας αυτής δεν είναι ένα τυχαίο πρόσωπο. Υπήρξε σύμβουλος επικοινωνίας του Μπένζαμιν Νετανιάχου και σήμερα σύμβουλος στρατηγικής του ίδιου του Αριέλ Σαρόν. Ο Αράντ γνώρισε τον Τουντόρ μέσω του Νατί Μέιρ, ενός Ισραηλινού που είχε κατηγορηθεί για οικονομικά σκάνδαλα στη χώρα του και φυγοδικούσε στη Ρουμανία. Ο Μέρι περηφανεύεται ότι είναι αυτός που μετέστρεψε τον Τουντόρ. Ο Αράντ έβαλε τον Τουντόρ να γράψει ένα γράμμα αυτοκριτικής προς το λαό του Ισραήλ. Μετά από πολλές προσπάθειες, ο μετανιωμένος αντισημίτης συνέταξε το κατάλληλο γράμμα:

«Αυτή η επιστολή είναι μια ομολογία. Ομολογώ ως χριστιανός, ως άνθρωπος που πιστεύω στον Ιησού και ως ανθρώπινο ον. Ζητώ συγνώμη απ' το Θεό για τις παλιές μου δηλώσεις που προσέβαλαν και πλήγωσαν τον Εβραϊκό λαό. Γνωρίζω ότι ο Θεός θα με συγχωρήσει μόνο αφού πρώτα με συγχωρήσει ο λαός τον οποίο πλήγωσα και γνωρίζω ότι διέπραξα σφάλμα που αρνήθηκα το Ολοκαύτωμα που πραγματοποιήθηκε στη Ρουμανία μεταξύ 1941 και 1944 υπό το καθεστώς Αντονέσκου. Υπόσχομαι στο μέλλον να μην επιτρέψω καμιά αντισημιτική δήλωση κατά του εβραϊκού λαού στο κόμμα μου και στην εφημερίδα Μεγάλη Ρουμανία που εκδίδω. Εχω περιπέσει σε πολλές αμαρτίες και τις αναγνωρίζω».

Η εβραϊκή κοινότητα στη Ρουμανία, ο Ισραηλινός υπουργός εξωτερικών και η πρεσβεία του Ισραήλ στο Βουκουρέστι δεν φαίνεται να πείστηκαν για την ειλικρίνεια της μεταμέλειας και ζήτησαν από τον Αράντ να μην υπογράψει συμβόλαιο με τον Τουντόρ. Αυτός προχώρησε στη συνεργασία με το ακόλουθο επιχείρημα: «Εφόσον το Ισραήλ μπορεί να υπογράφει συμφωνίες με τον Αραφάτ, τότε μπορώ κι εγώ να υπογράφω με τον Τουντόρ». Το συμβόλαιό τους υπογράφηκε στις 21 Μαρτίου 2004.

Υπόθεση στερεοτύπων

Τα παραδείγματα αυτά των επιφανών αντισημιτών που μεταλλάσσονται σε υποστηριχτές του Ισραήλ μας θυμίζει ότι η κατανόηση του αντισημιτισμού -όπως και κάθε ρατσισμού- απαιτεί την αποφυγή των στερεοτύπων. Πώς μπορεί λοιπόν κανείς να ερμηνεύσει αυτή τη μεταστροφή της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς προς ανοιχτά φιλοϊσραηλινές θέσεις; 

Οσο κι αν είναι παρακινδυνευμένο, μπορούμε να επιχειρήσουμε μια πρώτη και αναγκαστική σχηματική παράθεση των λόγων αυτής της μεταστροφής.

- Υπάρχει καταρχήν μια πραγματική μετατόπιση των ρατσιστικών στερεότυπων της βάσης αυτών των πολιτικών σχηματισμών. Οι ξένοι, οι μετανάστες (ή «λαθρομετανάστες» στη γλώσσα τους) προέρχονται κατά κύριο λόγο από μουσουλμανικές χώρες, άρα η «εικόνα» του ξένου, του διαφορετικού και του απειλητικού εσωτερικού εχθρού έχει πάψει να ταυτίζεται με τον «Εβραίο».

- Η μετατόπιση των εχθρών της Δύσης σε μουσουλμανικές χώρες της Μέσης Ανατολής και της Ασίας αναδεικνύει το Ισραήλ σε προνομιακό σύμμαχο, κατά συνέπεια το απαλλάσσει από κάθε ευθύνη για την ειρήνη στην περιοχή.

- Η επικράτηση ενός νέου χριστιανικού φονταμενταλισμού συμβαδίζει με την ανάδειξη της Παλαιάς Διαθήκης και την ανάδυση ορισμένων «χριστιανό-εβραϊκών» δογμάτων, κατά το πρότυπο της Αμερικής του Μπους. Μερίδα της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς εμπνέεται από τους ακραίους νεοσυντηρητικούς των ΗΠΑ. Αυτά που βλέπουμε σήμερα στην Ευρώπη, δηλαδή την αντικατάσταση του αντισημιτισμού με ένα αντιαραβικό και αντιαφρικανικό ρατσισμό έχει παγιωθεί στις ΗΠΑ εδώ και καιρό. Προετοιμάζεται τώρα και ο αντικινέζικος ρατσισμός. 

- Το Ισραήλ, ως χώρα με στρατιωτική οργάνωση, με ισχυρή πολεμική μηχανή και θεσμοποιημένο εθνικισμό προκαλεί τον υποσυνείδητο θαυμασμό των ακροδεξιών υπερπατριωτών. 

- Υπάρχει, τέλος, και μια αυθόρμητη τάση των διάφορων φίρερ ή φιρερίσκων της ακροδεξιάς να πέφτουν στην παγίδα που οι ίδιοι έχουν στήσει τόσα χρόνια στους οπαδούς τους. Η διαρκής αναφορά σε μυστικές συνωμοσίες και πανίσχυρες οργανώσεις εβραϊκής προέλευσης τους φέρνει μπροστά σε ένα δίλημμα. Αφού «οι Εβραίοι» είναι τόσο ισχυροί, προϋπόθεση για να προκόψει κάθε πολιτικός είναι να τα έχει καλά μαζί τους! 

Οσο για την ελληνική περίπτωση, φαίνεται ότι ο κ. Καρατζαφέρης παρακολουθεί και θαυμάζει -μέσω του στενού του συνεργάτη Σπύρου Σταθόπουλου, παλιού οπαδού του MSI- την πορεία του Φίνι. Αλλά τα πρόσφατα φιλοσημιτικά του ανακλαστικά μάλλον τα οφείλει στο γεγονός ότι «έφαγε πόρτα» από την πολιτική ομάδα UEN του Ευρωκοινοβουλίου. Η ανάδειξή του σε ευρωβουλευτή συνοδεύτηκε με σοβαρές διαμαρτυρίες διεθνών οργανισμών (ανάμεσά τους και το Ελληνικό Παρατηρητήριου του Ελσίνκι) προς την UEN, στην οποία ήδη συμμετείχε ως παρατηρητής ο ΛΑΟΣ, όπως και το Λικούντ, το κόμμα του Σαρόν! Εκανε λοιπόν την ανάγκη φιλοτιμία ο κ. Καρατζαφέρης. Εφυγε πριν «τον φύγουν». Και εκ των υστέρων κατηγορεί την UEN ως σιωνιστές! 

Βέβαια επειδή η Ελλάδα είναι μικρή χώρα και η ακροδεξιά εκλογική πελατεία δεν είναι ιδιαιτέρως αναπτυγμένη, η εφημερίδα του κόμματος εξακολουθεί να φιλοξενεί ανοιχτά αντισημιτικά κείμενα και να στηρίζεται στους γνωστούς εβραιοφάγους αρθρογράφους. Αλλά τι να κάνει ο άνθρωπος όταν πρέπει να φτιάξει κόμμα με τον Πλεύρη, τον Σχινά κ.λπ.;

Αλλωστε έχει καιρό. Μέχρι να γίνει Μπερλουσκόνι ο Καραμανλής, θα έχει γίνει κι αυτός Φίνι!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου