Πέμπτη 7 Μαΐου 2015

Ένας άλλος κόσμος είναι ορατός (και εφικτός) στη Θεσσαλονίκη: Τρία συνεργατικά εγχειρήματα μιλούν στο alterthess



Στα χρόνια της κρίσης ομάδες νέων ανθρώπων επέλεξαν –ίσως να ήταν και μονόδρομος- να ξεκινήσουν να δουλεύουν ισότιμα, συνεργατικά και χωρίς αφεντικά. Νέοι άνθρωποι που βασίζονται στις αξίες της αλληλεγγύης, της συνεργασίας, και της μη εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Μια εικόνα που δείχνει ότι ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός. Εμείς σήμερα – πρωτομαγιά- σας παρουσιάζουμε τρείς τέτοιες ομαδες από τη Θεσσαλονίκη.
Ακυβέρνητες Πολιτείες
Ο Χρήστος, ο Λευτέρης, η Λίνα, η Ματίνα και η Ελίζα από τον Οκτώβρη του 2013 έφτιαξαν ένα χώρο που η πόλη έχει αγαπήσει. Εφτιαξαν ένα ζεστό βιβλιοπωλείο και καφέ που μπορείς να βρεις τίτλους που σε άλλη περίπτωση δεν θα έβρισκες αλλά και πολύτιμες συμβουλές για τις νέες κυκλοφορίες. Οι Ακυβέρνητες Πολιτείες που βρίσκονται επί της Σβώλου στο κέντρο της Θεσσαλονίκης ήταν ένας χώρος που μας έλειπε.
«Οι περισσότεροι από εμάς ήμασταν εργαζόμενοι στον κλάδο του βιβλίου για πολλά χρόνια όταν ήρθε η κρίση και μεταξύ άλλων ο κλάδος χτυπήθηκε πολύ βάναυσα με απολύσεις και κλεισίματα επιχειρήσεων. Η ιδέα προέκυψε αφενός από την ανάγκη να παραμείνουμε σε κλάδο που γνωρίζαμε, αγαπούσαμε και είχαμε αφιερώσει ένα μεγάλο μέρος της ζωής μας ήδη. Το κέντρισμα ήταν το πετυχημένο αντίστοιχο παράδειγμα στην Αθήνα, οι εκδόσεις των συναδέλφων, που ξεκίνησε σαν εκδοτικός οίκος αλλά έχει γίνει σήμερα ένα πολύ πετυχημένο βιβλιοπωλείο», λέει ο Χρήστος.

«Όταν ξεκινήσαμε ήμασταν όλοι άνεργοι και τα λεφτά από αποζημιώσεις και το ταμείο ανεργίας τελείωναν οπότε θα ήταν μεγαλύτερο ρίσκο να εξακολουθούμε να χτυπάμε πόρτες σε μια εποχη που η ανεργία είχε χτυπήσει κόκκινο ειδικά στους νέους. Ήταν με ένα τρόπο προφανές και αναγκαίο να γίνει. Περισσότερο είδαμε ότι δεν γίνεται αλλιώς. Δεν γίνεται να βρίσκουμε δουλειές για 100 και 150 ευρώ το μήνα», μου απαντά όταν τον ρωτάω πως αποφάσισαν να πάρουν το ρίσκο σε μια εποχή κρίσης. 

«Από την άλλη κάποιοι το είχαμε πολύ καιρό στο μυαλό μας ότι μια τέτοια προσπάθεια θα έπιανε στη Θεσσαλονίκη. Θεωρήσαμε ότι υπάρχει κάποιο κενό. Είχαμε φίλους που όταν πηγαίναμε στην Αθήνα στα Εξάρχεια γυρνούσαμε με 2-3 σακούλες με βιβλία. Μία ιδέα ενος βιβλιοπωλείου που θα είχε αυτό το κομμάτι της λογοτεχνίας και της φιλοσοφικής παραγωγής που δεν το βρίσκει κανείς εύκολα στις αλυσίδες του βιβλίου και στα μεγάλα βιβλιοπωλεία θα είχε ένα κομμάτι του αναγνωστικού κοινού. Για την ώρα έχουμε δικαιωθεί ως προς αυτό» προσθέτει.

«Όταν ξεκινήσαμε να σχεδιάζουμε τις Ακυβέρνητες Πολιτείες δεν ήμασταν όλοι φίλοι μεταξύ μας. Είχαμε κοινα βιώματα, ήμασταν γνωστοί και πολλές φορές συναγωνιστές στο σωματείο.Τώρα πια νομίζω ότι έχουμε δεθεί πολύ σαν ομάδα, εξαρτώμαστε και στηρίζουμε ο ένας τον άλλο. Για μένα είναι η καλύτερη δουλειά που έχω κάνει ποτέ στη ζωή μου» λέει ο Χρήστος για την ομάδα. 

«Δε λέω ότι είναι εύκολο. Ίσα ίσα έχει στιγμές που κάποια πραγμα μπορεί να είναι πιο χρονοβόρα, πιο δύσκολα γιατί δεν αποφασίζει ένας αλλά όλοι μαζί αλλά νομίζω ότι αυτό τα κάνει πιο αποτελεσματικά γιατί βάζουμε σε αυτό όλο μας το είναι και τη θέληση. Από την άλλη βοηθάει ότι οι ρυθμοί δουλειάς μας είναι πάρα πολύ ανθρωπίνοι και δεν συγκρίνονται με τους ρυθμούς δουλειάς που έχω συναντήσει σε άλλα βιβλιοπωλεία», προσθέτει.

«Αυτό δε σημαίνει ότι δεν κάνουμε επαγγελματική δουλειά», ξεκαθαρίζει και προσθετει πως αυτό φαίνεται στη στήριξη που δείχνει στο βιβλιοπωλείο τόσο το αναγνωστικό κοινό όσο και η συνεργασία με όλους σχεδόν τους σημαντικούς εκδοτικούς οίκους αλλά και η συνεργασια ως αποθήκη χοντρικής με δεκάδες βιβλιοπωλεία σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα. 

«Αυτά δείχνουν ότι η έλλειψη αφεντικού δεν σημαίνει και έλλειψη επαγγελματισμού. Κάποιος μπορεί να είναι καλός στη δουλειά του χωρίς καταναγκασμό», λέει ο Χρήστος.

Όσον αφορά τις δυσκολίες που συναντούν μου λέει πως είναι πάρα πολλές και ιδιαίτερα οικονομικής φύσης. Βασικό πρόβλημα είναι η δυσκολία του αναγνωστικού κοινού να έρθει σε επαφή με το βιβλίο λόγω κρίσης. Επίσης η επίθεση που δέχονται τα μικρά βιβλιοπωλεία από τις μεγάλες αλυσίδες των εκδοτικών οίκων και των μεγάλων βιβλιοπωλείων που είναι μια προσπάθεια, όπως λέει ο Χρήστος, που ξεκίνησε με την άρση της ενιαίας τιμής του βιβλίου και συνεχίζεται με τη προσπάθεια να κλείσουν τα μικρά βιβλιοπωλεία και να καρπωθούν όλο το κομμάτι της κίνησης τα μεγάλα βιβλιοπωλεία.

Τέλος μεγάλο ζήτημα αποτελεί η φορολογία. «Εμείς είμαστε ΚΟΙΝΣΕΠ, ήμασταν άνεργοι, που με το υστέρημα μας φτιάξαμε μια επιχείρηση χωρίς επιδότηση και στήριξη από το κράτος. Φορολογούμαστε και εμείς 26% από το πρώτο ευρώ και αν τα βάλει κανείς κάτω τα νούμερα θα δει ότι ο μεγαλύτερος συνέταιρος στην επιχείρηση ειναι το κράτος, παίρνοντας τη μερίδα του λέοντος μέσω της φορολογίας». 

«Εμείς είμαστε κομμάτι ενός ευρύτερου ρεύματος που εχει γεννηθεί στην ελληνική κοινωνία: των συνεργατικών εγχειρημάτων, αυτών που δεν έχουν σχέσεις μισθωτής εργασίας, λειτουργούν με ισονομία, ισότητα και άμεση δημοκρατία στο εσωτερικό τους και με το παράδειγμά τους προσπαθούν να αποδείξουν ότι μπορούν να υπάρχουν επιχειρήσεις στο συγκεκριμένο κλάδο που να λειτουργούν χωρίς αφεντικά», μου λέει όταν τον ρωτώ πως βλέπει το μέλλον των αυτοδιαχειριζόμενων εγχειρημάτων.

«Από εκεί και πέρα αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχει αυτοδιαχείριση αμυντικού χαρακτήρα -όπως εμείς- που βγαίνει μέσα από την ανάγκη για την επιβίωση και λειτουργεί μέσα στα υφιστάμενα πλαίσια της “επιχειρηματικότητας” και μπορεί να βοηθήσει με την έννοια του παραδείγματος όμως υπάρχει και η εργατική αυτοδιαχείριση επιθετικού χαρακτηρια στη πρώτη γραμμή της αντεπίθεσης που είναι οι καταλήψεις των μέσων παραγωγής, η παραγωγή στα χέρια των ίδιων των εργαζομένων με σπουδαιότερο παράδειγμα στη χώρα μας το εργοστάσιο της ΒΙΟ.ΜΕ», καταλήγει.


Loopo Studio

Ο Βαγγέλης, ο Βασίλης, η Μαϊτα και ο Μιχαήλ τέσσερις συμφοιτητές από την Αρχιτεκτονική Σχολή του ΑΠΘ αποφάσισαν το 2012 να ανοίξουν ένα Αρχιτεκτονικό γραφείο. Σήμερα είναι 28 χρονών και έχουν φτιάξει ένα όμορφο γραφείο στη πλατεία Μοριχόβου.

«Δε θέλαμε να είμαστε εργαζόμενοι κάπου υπό τις παρούσες συνθήκες, γιατί δεν υπηρχε η δυνατότητα να πληρωθείς κανονικά, έτσι η μόνη επιλογή που είχαμε ήταν αφενός να μείνουμε στην Ελλάδα γιατί έξω θα αναγκαζόμασταν να δουλεύουμε σε αρχιτεκτονικό γραφείο και αφετέρου να κάνουμε κάτι ολοι μαζί γιατί αλλιώς ούτε θα ηταν βιώσιμο οικονομικά και ούτε θα έβγαινε η δουλειά», λένε όταν τους συναντώ στο γραφείο τους.

Μάλιστα οι τρεις τους δούλευαν ως πρακτικάριοι σε ένα αρχιτεκτονικό γραφείο για κάποιους μήνες και όταν ολοκλήρωσαν τη πρακτική πήραν την απόφαση να ακολουθήσουν ένα άλλο μοντέλο και να ξεκινήσουν μόνοι τους κάτι από την αρχή.

«Ξεκινήσαμε όλοι μαζί, παράγουμε την ίδια δουλειά, συναποφασίζουμε, και επιλέγουμε όλοι μαζί τα projects που αναλαμβάνουμε», λένε με απλά λόγια για το μοντέλο καθημερινής λειτουργίας τους και προσθέτουν «δεν νοούνταν άλλος τρόπος οργάνωσης του γραφείου». 

Τα παιδιά κάνουν ιδιαίτερη αναφορά στη στήριξη που έχουν από την αρχή από το οικογενειακό τους περιβάλλον στις δυσκολίες που έχουν συναντήσει.

Σήμερα μάλιστα έχουν καταφέρει να συντηρούν το γραφείο και τα έξοδα ασφάλισής τους ενώ αν και έχουν ακόμη δρόμο για να καταφέρουν να επιβιώνουν εξ ολοκλήρου δηλώνουν αισιόδοξοι.

Σύμφωνα με την ομάδα των νέων αρχιτεκτόνων ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα σήμερα είναι τα έξοδα της ασφάλισης τα οποία είναι 1.000 ευρώ ανά εξάμηνο το άτομο, γεγονός που σημαίνει ότι πρέπει να δίνουν 8.000 ευρώ το χρόνο. Επίσης και η φορολογία τους είναι στο 26% από το πρώτο ευρώ παρότι μόλις έχουν ξεκινήσει το γραφείο τους. Την ίδια στιγμή όπως μου λένε οι αμοιβές έχουν πέσει πολύ και είναι ανεξέλεγκτες από όταν καταργήθηκαν οι ελάχιστες αμοιβές που καθορίζονταν από το ΤΕΕ.

Τους ρωτάω αν γύριζαν στο 2012, αν θα έκαναν την ίδια επιλογή.

«Το ίδιο θα επιλέγαμε γιατί ελπίζεις ότι κάποια στιγμή θα μπορείς να βιοπορίζεσαι από αυτό συνδυάζοντάς το με μια καλύτερη ποιότητα επαγγελματικής ζωής και το αισιόδοξο είναι ότι συνεχώς αυξάνονται τα projects. Μπορεί ακόμα να μην επαρκούν αλλά πάει όλο και καλύτερα. Αυτό σε κάνει να πιστεύεις ότι σύντομα θα βελτιωθεί η οικονομική κατάσταση του γραφείου», απαντούν. 

«Είμαστε σε ένα χώρο που δεν έχουμε ανταγωνισμό μεταξύ μας αλλά διάθεση αλληλεγγύης, να μοιραστείς αγωνίες και άγχη και αυτό το κάνει πιο εύκολο από το να είσαι σε έναν επισφαλή χώρο εργασίας. Η συνολική αντιμετώπιση των προβλημάτων είναι πιο εύκολη όταν τη διαχειρίζεται μια ομάδα από ότι αν ήσουν μόνος σου και δούλευες με δομή ιεραρχίας», προσθέτουν.

Πριν τους αποχαιρετήσω τους ρωτάω αν έχουν και άλλα παραδείγματα συμφοιτητών τους οι οποίοι επιχείρησαν να κάνουν κάτι αντίστοιχο στη Θεσσαλονικη.

«Όλοι είναι έξω. Στη Θεσσαλονίκη τουλάχιστον αυτή τη στιγμή από το δικό μας κύκλο δεν υπάρχει κάποιος που να έχει κάνει αντιστοιχη επαγγελματική επιλογή. Η συντριπτική πλειοψηφία είναι στο εξωτερικό», απαντούν.

«Δεν έχουν μαζικά τη διάθεση συνεργασίας, συγκρότησης ομάδας, αμοιβαίας εμπιστοσύνης για να ξεκινήσουν κάτι», μου απαντούν όταν τους ρωτάω γιατί δεν βλέπουμε και άλλα τέτοια παραδείγματα. 

«Θεωρούμε ότι υπάρχει χώρος για να δοκιμαστεί. Και εμείς το δοκιμάζουμε αλλά είναι αισιόδοξα τα πράγματα όσο περνά ο χρόνος», καταλήγουν.


Υπόγειο

Εννιά νέοι άνθρωποι πριν λίγες ημέρες, το Μάρτιο του 2015, αποφάσισαν να φτιάξουν ένα χώρο που όπως λένε έλειπε από τη πόλη: το Υπόγειο, ένα μαγαζί με αγάπη για τη μουσική. Το Υπόγειο που βρίσκεται στην οδό Μελενίκου είναι καθημερινά ανοιχτό με βραδιές με live μουσική, με βραδιές με djs ενώ λειτουργεί και σαν μπαρ.

«Η ιδέα ξεκίνησε από τα Φεστιβάλ Αυτοδιαχείρισης» λέει ο Χρήστος και εξηγεί πως μετά από συζητήσεις προέκυψε η ομάδα. Το εγχείρημα φιλοδοξεί στο μέλλον να γίνει βιοποιριστικό και θέτει το πρόταγμα της αυτοδιαχείρισης στο επίκεντρο.

«Υπάρχει η ανάγκη ενός fair deal στη πόλη, ανάμεσα στους καλλιτέχνες και στα μέρη στα οποία παίζουν. Όχι ανάγκη μόνο, υπάρχει μια σχέση εκμετάλλευσης. Εμείς θέλουμε να υπάρχει μία ισότιμη σχέση στο μέτρο του δυνατού ανάμεσα σε αυτόν που προσφέρει μουσική και σε αυτόν που έχει το μαγαζί», μου λέει.

Όσον αφορά την επιλογή της μουσικής ο Παντελής μου «είμαστε ανοιχτοί σε όλα τα είδη». 

«Μας αρέσουν οι συναυλίες. Θεωρούμε ότι λείπει από τη πόλη ένας χώρος που κάποιος να μπορεί να ακούσει το πολύ πλούσιο υλικό που έχει να μας προσφέρει η πόλη στη μουσική. Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη που πάντα είχε τέτοια κουλτούρα. Αυτό είναι ένα κοινό αίσθημα στους ανθρώπους που αγαπάνε και ακούνε τη μουσική», λέει ο Παντελής.

Τους ρωτάω αν ένα τέτοιο επάγγελμα θα μπορούσε να τους «ζήσει». 

«Όλα τα επαγγέλματα είναι ικανά για να βιοπορίσουν τον άνθρωπο. Κάποια στιγμή στο μέλλον πιστεύουμε ότι θα μπορούσαμε χωρις να εκμεταλλευόμαστε άλλους και χωρίς να μας εκμεταλλεύονται να βιοποριζόμαστε με ένα αξιοπρεπή τρόπο», απαντά ο Παντελής.

Όταν ρωτάω για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν παίρνω μια αισιόδοξη απάντηση από τον Παντελή: «Δεν υπάρχουν δυσκολίες που δε λύνονται με επικοινωνία. Μέσα από τις δημοκρατικές διαδικασίες της συνέλευσης του εγχειρήματος μπορούν να ξεπεραστούν τα πάντα, όταν υπάρχει συλλογική κουλτούρα». 

Την ομάδα την ένωσε ο σαφής ορισμός των στοχων των συμμετεχόντων. «Βρεθήκαμε σαν μια ομάδα που είχε στόχο να κάνει αυτό που κάνουμε. Ειναι αρκετά πρωτότυπο μιας συνεργασίας να μη προηγείται μια φιλία. Είναι πιο αυστηρή, πιο σαφής η σχέση», λέει.

Όσον αφορά τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν στο ξεκίνημα μου λένε πως τους εντυπωσίασε το πόσο υψηλό ήταν το αρχικό κόστος του εγχειρήματος. 

«Το κόστος της κατασκευής για να γίνει μία σωστή δουλειά με κατάλληλες ηχομονώσεις και εξαερισμό, με τρόπο που να σέβεται τους πελάτες, τους γείτονες και τους μουσικούς. Το κόστος είναι εντυπωσιακά υψηλό. Έτσι μας έγινε σαφές γιατί ένας τέτοιος χώρος έλειπε από τη πόλη μας. Γιατί υπήρχαν τρομακτικές δυσκολίες για να υπάρξει».

Προς το παρόν το Υπόγειο δεν έχει εισιτάριο. «Προσπαθούμε να μην έχουμε αλλά οι οικονομικές δυσκολίες συντήρησης του εγχειρήματος είναι μεγάλες. Ελπίζουμε να μην αναγκαστούμε στο μέλλον να βάλουμε».

«Αυτό που πρέπει να είναι σαφές είναι ότι δεν υπάρχει πλουτισμός κάποιου. Οι τιμές δεν είναι εκμετάλλευσης αλλά είναι μέρος μιας διαδικασίας που έχει να κάνει με την επιβίωση του εγχειρήματος. Αυτό είναι μια κουλτούρα που πρέπει να φτιαχτεί και προς τους πελάτες» λένε.

Τους ρωτάω πως πιστεύουν ότι μπορεί κάποιος να μάθει το εγχείρημά τους. Η απάντηση κοινή: Από τους ικανοποιημένους ανθρώπους που θα έρθουν και θα αισθανθούν το fair deal.

Κατερίνα Μπακιρτζή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου