Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2015

Slavoj Zizek, ανάμεσα στους δύο φετιχισμούς (κυνισμός και φονταμενταλισμός)

Παρά τις ξεπουλημένες πολιτικές τοποθετήσεις του Zizek τα τελευταία χρόνια, από την υποστήριξη της πολιτικής ΗΠΑ-Ε.Ε στην Ουκρανία μέχρι την στήριξη, μετεκλογικά, του μνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ με τη λογική πως αυτός αποτελεί κάποιου είδους...''ανταρτοπόλεμο'' μέσα στην Ε.Ε, οι αναλύσεις του σλοβένου διατηρούν ακόμα τη χρηστική τους αξία, για την κατανόηση της εποχής από μια ψυχαναλυτική σκοπιά. Δώστε ιδιαίτερη προσοχή στο σχηματάκι στο τέλος.
Κυνισμός και φονταμενταλισμός, λοιπόν.
Slavoi Zizek, Πρώτα σαν Τραγωδία και μετά σαν Φάρσα, εκδόσεις Scripta, σελ. 101 και επ.
Aνάμεσα στους δύο φετιχισμούς 
Πώς είναι δυνατόν η ιδεολογία να εμφανίζεται ως το αντίθετό της, ως μη ιδεολογία; Πρόκειται για μια εξέλιξη, η οποία συναρτάται προς μιαν αλλαγή στον επικρατούντα τρόπο λειτουργίας της ιδεολογίας. Στη δήθεν ''μεταιδεολογική'' εποχή μας, η ιδεολογία λειτουργεί ολοένα και περισσότερο με φετιχιστικό τρόπο, εν αντιθέσει προς τον συμπτωματικό τρόπο με τον οποίο λειτουργούσε παραδοσιακά. 
Σε αυτό τον δεύτερο, το ιδεολογικό ψεύδος που δομεί την αντίληψή μας για τη πραγματικότητα απειλείται από συμπτώματα τα οποία αποτελούν "επιστροφές του απωθημένου''-ρωγμές στον ιστό του ιδεολογικού ψεύδους-ενώ το φετίχ είναι ουσιαστικά ένα είδος envers [αντιθέτου] του συμπτώματος. Δηλαδή το σύμπτωμα είναι εξαίρεση που διαταράσσει την επιφάνεια της ψευδαίσθησης, το σημείο όπου εκρήγνυται η απωθημένη Άλλη Σκηνή, ενώ το φετίχ είναι η ενσάρκωση του Ψεύδους που μας επιτρέπει να αντέξουμε την αβάσταχτη αλήθεια. Πάρτε το παράδειγμα του θανάτου ενός αγαπημένου προσώπου: στην περίπτωση ενός συμπτώματος, ''απωθώ'' αυτό το θάνατο, προσπαθώ να μην το σκέφτομαι, αλλά το απωθημένο τραύμα επιστρέφει ως σύμπτωμα. Στην περίπτωση ενός φετίχ, αντίθετα, αποδέχομαι ''ορθολογικά'' πλήρως το θάνατο, κι ωστόσο αγκιστρώνομαι στο φετίχ, σε κάποιο στοιχείο που ενσαρκώνει για μένα την απάρνηση του θανάτου. Κατ'αυτή την έννοια, ένα φετίχ μπορεί να διαδραματίζει τον λίαν εποικοδομητικό ρόλο του να μας επιτρέπει να αντεπεξέλθουμε σε μια σκληρή πραγματικότητα. Οι φετιχιστές δεν είναι ονειροπόλοι, χαμένοι στο δικό τους προσωπικό κόσμο, είναι ανένδοτοι ''ρεαλιστές'', ικανοί να αποδεχτούν την κατάσταση των πραγμάτων επειδή, αγκιστρούμενοι στο φετίχ τους, έχουν τη δυνατότητα να μετριάζουν τον αντίκτυπο της πραγματικότητας.
Κατ'αυτήν ακριβώς την έννοια, το χρήμα είναι, για τον Μάρξ, ένα φετίχ. Προσποιούμαι ότι είμαι ένα έλλογο, ωφελιμιστικό ενεργούν υποκείμενο, το οποίο έχει πλήρη συνείδηση της κατάστασης των πραγμάτων, αλλά ενσαρκώνω την απαρνημένη πεποίθησή μου στο χρήμα-φετίχ...Κάποιες φορές, η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στα δύο είναι σχεδόν αδιόρατη. Ένα αντικείμενο μπορεί να λειτουργεί ως σύμπτωμα (μιας απωθημένης επιθυμίας) και, σχεδόν ταυτόχρονα, ως φετίχ (το οποίο ενσαρκώνει την πεποίθηση που επίσημα απαρνούμαστε). Ένα υπόλειμμα του νεκρού προσώπου, φερ'ειπείν-όπως ένα ρούχο του-μπορεί να λειτουργήσει τόσο ως φετίχ (σ'αυτό, το πρόσωπο συνεχίζει κατά μαγικό τρόπο να ζει) όσο και ως σύμπτωμα (η οχληρή λεπτομέρεια που θυμίζει διαρκώς το θάνατό του). Δεν είναι αυτή η αμφίσημη ένταση ανάλογη εκείνης ανάμεσα στο φοβικό και το φετιχιστικό αντικείμενο; Ο δομικός ρόλος είναι και στις δύο περιπτώσεις ο ίδιος. Αν αυτό το εξαιρετικό στοιχείο θιγεί, ολόκληρο το σύστημα καταρρέει. Δεν καταρρέει μόνο το ψευδές σύμπαν του υποκειμένου, αν αναγκαστεί να αντιμετωπίσει το νόημα του συμπτώματός του. Ισχύει επίσης το αντίθετο, δηλαδή η ''ορθολογική'' αποδοχή της κατάστασης των πραγμάτων από το υποκείμενο εξανεμίζεται, όταν του στερήσουν το φετίχ του.
Ο ''δυτικός βουδισμός'' είναι ακριβώς ένα τέτοιο φετίχ. Μας δίνει τη δυνατότητα να μετέχουμε πλήρως στο φρενιτιώδες καπιταλιστικό παιχνίδι, ενώ συγχρόνως συντηρεί την αντίληψη ότι δεν εμπλεκόμαστε αληθινά σε αυτό, αφού γνωρίζουμε πολύ καλά πόσο ευτελές είναι το όλο θέαμα, αφού εκείνο που πραγματικά μετράει είναι η γαλήνη του εσωτερικού Εαυτού μας, στην οποία ξέρουμε ότι μπορούμε ανά πάσα στιγμή να αποσυρθούμε...Διευκρινίζοντας περαιτέρω αυτή τη διεργασία, πρέπει να σημειώσουμε ότι ένα φετίχ μπορεί να λειτουργεί κατά δύο αντίθετους τρόπους: αφενός, ο ρόλος του μπορεί να παραμένει ασύνειδος. Αφετέρου, το υποκείμενο μπορεί να σκεφτεί ότι εκείνο που έχει πραγματικά σημασία είναι το φετίχ, όπως στην περίπτωση του δυτικού βουδισμού, χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι η ''αλήθεια'' της ύπαρξής του έγκειται σε εκείνες ακριβώς τις κοινωνικές σχέσεις τις οποίες τείνει να αντιπαρέρχεται ως απλό παιχνίδι.
Ένας άλλος διαχωρισμός ανάμεσα στους δύο διαφορετικούς τρόπους λειτουργίας του φετιχισμού είναι ακόμη πιο σημαντικός. Ο προαναφερθείς επιτρεπτικός-κυνικός φετιχισμός πρέπει να αντιδιασταλεί προς τον λαϊκιστικό-φασιστικό φετιχισμό. Ας εξηγήσουμε τον πρώτο από αυτούς τους τρόπους αντιπαραβάλλοντας, για μια ακόμη φορά, την ιδεολογική συσκότιση της πραγματικότητας που συνεπάγεται αυτός προς την ιδεολογική συσκότιση που συνεπάγεται ο λαικιστικός-φασιστικός φετιχισμός. Ο πρώτος ενέχει μια ψευδή οικουμενικότητα. Το υποκείμενο τάσσεται υπέρ της ελευθερίας ή της ισότητας, χωρίς να συνειδητοποιεί τις σιωπηρές επιφυλάξεις που, από την ίδια τη μορφή τους, περιορίζουν την εμβέλεια αυτών των αρχών (το ότι αναγνωρίζει προνομιούχο θέση σε ορισμένα κοινωνικά στρώματα. Σε αυτούς που είναι πλούσιοι, ή άντρες, ή που ανήκουν σε ορισμένη κουλτούρα κλπ.). Ο δεύτερος ενέχει μια παρανόηση τόσο της φύσης του ανταγωνισμού όσο και του εχθρού. Ο ταξικός αγώνας μετατίθεται, επί παραδείγματι, στον αγώνα κατά των Εβραίων, με αποτέλεσμα η οργή του λαού για την εκμετάλλευση που υφίσταται να εκτρέπεται από τις καπιταλιστικές σχέσεις καθαυτές και να στρέφεται εναντίον της ''εβραικές συνωμοσίας''. Συνεπώς, για να το θέσουμε με απλοικά ερμηνευτικούς όρους, στην πρώτη περίπτωση, όταν το υποκείμενο λέει ''ελευθερία και ισότητα'', στη πραγματικότητα εννοεί ''ελευθερία του εμπορίου, ισότητα ενώπιον του νόμου'' κλπ., και στην δεύτερη περίπτωση, όταν το υποκείμενο λέει ''οι Εβραίοι είναι η αιτία των δεινών μας'', στη πραγματικότητα εννοεί ''το μεγάλο κεφάλαιο είναι η αιτία των δεινών μας'' (βλ. σ.σ μετωνυμία, μεταφορά). Η ασυμμετρία είναι εμφανής. Για να το θέσουμε και πάλι με απλοικούς όρους: στην πρώτη περίπτωση, το ρητό ''καλό'' περιεχόμενο (ελευθερία/ισότητα) συγκαλύπτει το σιωπηρό ''κακό'' περιεχόμενο (ταξικά και άλλα προνόμια και αποκλεισμοί), ενώ στη δεύτερη περίπτωση, το ρητό ''κακό'' περιεχόμενο (αντισημιτισμός) συγκαλύπτει το σιωπηρό ''καλό'' περιεχόμενο (ταξική πάλη, μίσος για την εκμετάλλευση).
Όπως μπορούμε να δούμε καθαρά, η βαθύτερη δομή αυτών των δύο περιπτώσεων ιδεολογικής συσκότισης είναι και πάλι εκείνη του ζεύγους σύμπτωμα/φετίχ: οι σιωπηροί περιορισμοί (επί της ελευθερίας/ισότητας) είναι τα συμπτώματα του φιλελεύθερου εξισωτισμού (μεμονωμένες επιστροφές της απωθημένης αλήθειας), ενώ ο ''Εβραίος'' είναι το φετίχ των αντισημιτών φασιστών (βλ. όμως κάποιες να αναγνωρίζει την καταστατική εξαίρεση πχ ανελευθερία ρητά. Εδώ κυνισμός, δημόσια δρα ωσάν να ήταν έτσι, ενώ παραδέχεται το ψέμα). Αυτή η ασυμμετρία έχει καίριες συνέπειες για την κριτικο-ιδεολογική διαδικασία της αποσυσκότισης. Στην περίπτωση του φιλελεύθερου εξισωτισμού, δεν αρκεί να προβάλλουμε το παλιό μαρξιστικό επιχείρημα για το χάσμα που χωρίζει την ιδεολογική εμφάνιση της οικουμενικής δικαιικής μορφής από τα επιμέρους συμφέροντα που ουσιαστικά συντηρούν αυτή τη μορφή, όπως είθισται να κάνουν οι πολιτικώς ορθοί κήνσορες αριστερόθεν. Το αντεπιχείρημα ότι η μορφή δεν είναι ποτέ ''απλώς μορφή'', αλλά ότι έχει τη δική της δυναμική, που διατυπώθηκε από θεωρητικούς όπως ο Κλόντ Λεφόρ [Claude Lefort] και Ζάκ Ρανσιέρ [Jacques Ranciere], είναι απολύτως βάσιμο-η αστική ''τυπική'' ελευθερία ήταν εκείνη που έθεσε σε κίνηση τη διαδικασία ''υλικών'' πολιτικών διεκδικήσεων και πρακτικών, από τον συνδικαλισμό μέχρι τον φεμινισμό. Πρέπει να αντισταθούμε στον κυνικό πειρασμό να την υποβαθμίσουμε σε απλή αυταπάτη, η οποία συγκαλύπτει μια διαφορετική πραγματικότητα. Κάνοντας κάτι τέτοιο θα πέφταμε στην παγίδα της παλιάς σταλινικής υποκρισίας, η οποία κορόιδευε την ''απλώς τυπική'' αστική ελευθερία-αν ήταν όντως απλώς τυπική και αν δεν μπορούσε να διαταράξει τις αληθινές εξουσιασικές σχέσεις, τότε γιατί το σταλινικό καθεστώς δεν επέτρεψε μια τέτοια ελευθερία; Γιατί φοβήθηκε τόσο;
Η ερμηνευτική αποσυσκότιση είναι, συνεπώς, εν προκειμένω σχετικά εύκολη, αφού κινητοποιεί την ένταση μεταξύ μορφής και περιεχομένου. Για να είναι συνεπής προς τις αρχές του, ένας ''έντιμος'' φιλελεύθερος δημοκράτης θα πρέπει να παραδεχτεί ότι το περιεχόμενό τους διαψεύδει τη μορφή τους και, συνακόλουθα, θα πρέπει να ριζοσπαστικοποιήσει τη μορφή (το εξισωτικό αξίωμα) εφαρμόζοντας πιο πιστά το περιεχόμενο (η κύρια εναλλακτική οδός είναι η καταφυγή στον κυνισμό: ''Ξέρουμε ότι ο εξισωτισμός είναι ένα ανέφικτο όνειρο, γι'αυτό ας προσποιηθούμε ότι είμαστε εξισωτιστές, ενώ θα αποδεχόμαστε σιωπηρά τους αναπόφευκτους περιορισμούς...'').
Στην περίπτωση του ''Εβραίου'' ως φασιστικού φετίχ, η ερμηνευτική αποσυσκότιση είναι πολύ πιο δύσκολη (επιβεβαιώνοντας, με αυτό το τρόπο, την κλινική διαίσθηση ότι ένας φετιχιστής δεν είναι δυνατόν να κλονιστεί από μια ερμηνεία του ''νοήματος'' του φετίχ του-οι φετιχιστές αισθάνονται ικανοποιημένοι από τα φετίχ τους, δεν νιώθουν καμιά ανάγκη να απαλλαγούν από αυτά). Από την άποψη της πρακτικής πολιτικής, αυτό σημαίνει ότι είναι σχεδόν αδύνατο να ''διαφωτίσουμε'' έναν εργάτη ο οποίος υφίσταται εκμετάλλευση και θεωρεί υπεύθυνους για τη δυστυχία του ''τους Εβραίους''-εξηγώντας του ότι οι ''Εβραίοι'' είναι ο λάθος εχθρός, ο οποίος προβάλλεται τεχνηέντως από τον αληθινό του εχθρό (την άρχουσα τάξη), προκειμένου να συγκαλύψει τη πραγματική διαπάλη-και να στρέψουμε έτσι τη προσοχή του από τους ''Εβραίους'' στους ''καπιταλιστές''. (Ακόμη και στο εμπειρικό επίπεδο, ενώ πολλοί γερμανοί κομμουνιστές προσχώρησαν στους ναζί στις δεκαετίες του 1920 και του 30', και ενώ πολλοί απογοητευμένοι γάλλοι κομμουνιστές ψηφοφόροι έχουν στραφεί τις τελευταίες δεκαετίες στο Εθνικό Μέτωπο του Λεπέν [Jean-Marie Le Pen], το αντίθετο συνέβη πολύ σπάνια]. Το παράδοξο συνεπώς είναι ότι, για να το θέσουμε με χονδροειδείς πολιτικούς όρους, ενώ το υποκείμενο της πρώτης συσκότισης είναι κατά κύριο λόγο ο εχθρός (ο φιλελεύθερος ''bourgeois'', που νομίζει ότι αγωνίζεται για την οικουμενική ισότητα και ελευθερία) και ενώ τα υποκείμενα της δεύτερης μυθοποίησης είναι κατά κύριο λόγο ''οι δικοί μας'' (οι ίδιοι οι μη προνομιούχοι, που εξαπατώνται και στρέφουν την οργή τους εναντίον του λάθος στόχου), η αποτελεσματική, έμπρακτη ''αποσυσκότιση'' είναι πολύ πιο εύκολη στην πρώτη περίπτωση απ'ό,τι στη δεύτερη.
Η σύγχρονη ηγεμονική ιδεολογική σκηνή μοιράζεται, συνεπώς, ανάμεσα σε αυτούς τους δύο τρόπους λειτουργίας του φετιχισμού, στον κυνικό και τον φονταμενταλιστικό, που αμφότεροι μένουν απρόσβλητοι από την ''ορθολογική'' αποδεικτική κριτική. Ενώ ο φονταμενταλιστής αντιπαρέρχεται (ή τουλάχιστον, δεν εμπιστεύεται) την επιχειρηματολογία, αγκιστρούμενος τυφλά στο φετίχ του, ο κυνικός προσποιείται ότι δέχεται την επιχειρηματολογία, αλλά αντιπαρέρχεται τη συμβολική αποτελεσματικότητά της. Με άλλα λόγια, ενώ ο φονταμενταλιστής (δεν πιστεύει τόσο, όσο) ''γνωρίζει'' άμεσα την αλήθεια που ενσαρκώνει το φετίχ του, ο κυνικός μετέρχεται τη λογική της απάρνησης (''γνωρίζω πολύ καλά, όμως...''). Μπορούμε, συνεπώς, να κατασκευάσουμε έναν πίνακα, αποτελούμενο από τέσσερις θέσεις (ή στάσεις απέναντι στην ιδεολογία): (1) φιλελεύθερη, (2) κυνική φετιχιστική (3) φονταμενταλιστική φετιχιστική (4) ιδεολογικο-κριτική. Διόλου απρόσμενα, συγκροτούν ένα σημειωτικό τετράγωνο, όπως εκείνο που εισηγήθηκε ο Γκρέιμας [Algirdas Julien Greimas], στο οποίο οι τέσσερις θέσεις κατανέμονται σε δύο άξονες: σύμπτωμα-φετίχ, ταύτιση-απόσταση.

(ταξικές μηχανές-το σχήμα από τον Kirk Boyle, πριν συνεχίσουμε με τον Zizek) :



(συνέχεια Zizek)

Τόσο ο φιλελεύθερος όσο και ο επικριτής της ιδεολογίας κινούνται στο επίπεδο του συμπτώματος. Ο πρώτος είναι εγκλωβισμένος σε αυτό, ο δεύτερος υπονομεύει διά της ερμηνευτικής ανάλυσης. Τόσο ο λαικιστής φετιχιστής όσο ο κυνικός παραμένουν αγκιστρωμένοι στα φετίχ τους. Ο πρώτος άμεσα, ο δεύτερος υπό τον τύπον απάρνησης. Τόσο ο λαικιστής φετιχιστής όσο και ο φιλελεύθερος ταυτίζονται άμεσα με την κατάστασή τους (αγκιστρούμενοι στο φετίχ τους, παίρνοντας στα σοβαρά τα επιχειρήματα που υποστηρίζουν τους οικουμενικούς ιδεολογικούς ισχυρισμούς τους), ενώ τόσο ο κυνικός όσο και ο επικριτής της ιδεολογίας αποστασιοποιούνται από την κατάστασή τους (φετιχιστική απάρνηση της κριτικής ερμηνείας).http://bestimmung.blogspot.gr/2015/09/slavoj-zizek.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου