Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2015

Παιχνίδια γεωπολιτικής και εξουσίας με τους πρόσφυγες

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσπαθεί να επηρεάσει διεθνείς οργανισμούς και να επανενεργοποιήσει το Δουβλίνο για την Ελλάδα
του Αποστόλη Φωτιάδη
Αν θέλει κάποιος να αντιληφθεί τις πολιτικές μεθοδεύσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην προσφυγική κρίση, μπορεί να ξεκινήσει από την πρώτη πρόταση της Ανακοίνωσης που εξέδωσε την Τετάρτη (14.10.2015), εν αναμονή της σχετικής συνόδου αρχηγών κρατών: «Τους πρώτους εννέα μήνες του χρόνου πάνω από 710.000 –πρόσφυγες, εκτοπισμένοι και άλλοι μετανάστες– βρήκαν τον δρόμο τους προς την Ευρώπη, τάση που αναμένεται να συνεχιστεί»· και, στον αριθμό αυτό, παραθέτει ως υποσημείωση: «μεγέθη δημοσιευμένα από την Frontex στις 13 Οκτωβρίου 2015».
 Πράγματι, μία ημέρα πριν, ο οργανισμός είχε δημοσιεύσει στην ιστοσελίδα του κείμενο με τίτλο «710.000 μετανάστες μπήκαν στην Ευρώπη τους πρώτους εννέα μήνες του 2015». Την ίδια κιόλας μέρα, και μετά το κράξιμο στο διαδίκτυο σχετικά με τον τρόπο υπολογισμού του αριθμού αυτού, η Frontex κυνικά παραδέχεται ότι διπλομετράει όσους εισέρχονται από τα ελληνικά σύνορα και μετά ξανά από τα ουγγρικά ή κροατικά. Αργότερα, θα προσθέσει και μια σχετική επισήμανση στο τέλος του κειμένου. Όλα αυτά, όμως, δεν αφορούν την Επιτροπή. Αναρωτιέται λοιπόν κανείς: Ξέρει η Επιτροπή πόσοι έχουν μπει φέτος στην Ε.Ε; Η σωστή απάντηση είναι: Μπορεί να ξέρει, μπορεί και όχι — αλλά αυτό δεν έχει ιδιαίτερη σημασία.

ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΣΤΟΝ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΟ ΣΤΑΘΜΟ ΤΗΣ ΓΕΥΓΕΛΗΣ, 28.7.3015. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: DIMITAR DILKOFF/AFP

Αυτό που ξέρει σίγουρα η Επιτροπή είναι ότι έχει μπροστά της πολύ λίγο χρόνο για να αποκαταστήσει τα ερείπια του μηχανισμού ελέγχου των πληθυσμιακών ροών που κατέρρευσε φέτος τον Μάρτιο. Δεν είναι τυχαίο ότι σε πολλές αποστροφές του λόγου του ο υπερεπίτροπος Γιούνκερ αναφέρεται σε μια διορία έξι μηνών για να πραγματοποιηθούν οι σχεδιασμοί της Επιτροπής. Η πρόβλεψη είναι ότι την επόμενη άνοιξη, καθώς ο πόλεμος στην Συρία θα γίνεται ολοένα και πιο περίπλοκος, θα έχουμε ακόμα μεγαλύτερη προσέλευση προσφύγων, και η Επιτροπή θέλει να είναι έτοιμη να διαχειριστεί την κατάσταση.

Αν μπούμε, για λίγο, στη θέση του Γιούνκερ ή της Μέρκελ θα αισθανθούμε, χωρίς αμφιβολία, την πίεση του χρόνου. Έτσι μπορούμε να ερμηνεύσουμε την ένταση με την οποία η Επιτροπή, συνεπικουρούμενη από τη Γερμανία, την Αγγλία, τη Γαλλία και μικρότερες χώρες που συχνά υιοθετούν τον ρόλο «δορυφόρων», ανοίγουν το προσφυγικό. Επί της ουσίας, από τα τέλη Αυγούστου μέχρι τις αρχές Οκτωβρίου, η Επιτροπή έβαλε στο τραπέζι το σύνολο των ζητημάτων που επηρεάζουν και επηρεάζονται από την προσφυγική κρίση, σε μια προσπάθεια να συγκροτήσει ένα στέρεο μηχανισμό ελέγχου. Σε αντίθεση όμως με την πρόβλεψη πολλών μελετητών ότι διανύουμε την περίοδο που η Ευρώπη θα μετακινηθεί από το αποτυχημένο μοντέλο της «εξωτερίκευσης των μεταναστευτικών ροών» (της πολιτικής που φροντίζει να διατηρήσει, ή να ωθήσει, τις ροές εκτός των εξωτερικών συνόρων της Ε.Ε.) σε ένα άλλο μοντέλο κατανομής των βαρών με δόσεις ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, δεν είναι διόλου βέβαιο ότι η Επιτροπή σκοπεύει να εγκαταλείψει το πρώτο μοντέλο. Μπορεί απλώς, πάνω από τις τεχνικές λεπτομέρειες, που διαιωνίζουν το μοντέλο της «εξωτερίκευσης», να προβάλει τον μηχανισμό επανεγκατάστασης ως απόδειξη ευρωπαϊκής αλληλεγγύης.

Ο κυνισμός του τρόπου σκέψης των επιτρόπων και των ηγετών των βορειοευρωπαϊκών χωρών μπορεί να εντοπιστεί στις τεχνικές λεπτομέρειες και στους βυζαντινισμούς που αναπτύσσουν ώστε να εντάξουν σε αυτή την πολιτική τους ακόμα και διεθνείς οργανισμούς με τεχνογνωσία αλλά και νομιμοποιητικό ρόλο. Μερικά παραδείγματα:

Για να ενταχθεί μια εθνοτική κατηγορία στις διαδικασίες του μηχανισμού επανεγκατάστασης πρέπει στα μέλη της να έχει αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα κατά ποσοστό –κατά ευρωπαϊκό μέσο όρο– 75%. Αναμφίβολα πρέπει να υπάρχει κάποιο όριο, ώστε να είναι λειτουργική η διαδικασία της επανεγκατάστασης, ωστόσο οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι το συγκεκριμένο όριο (75%) αποκλείει τους Αφγανούς, οι οποίοι, αν και δεν ομολογείται, θεωρούνται οι λιγότερο εντάξιμοι και πιο ανεπιθύμητοι πρόσφυγες.

Ειδικά για την Ελλάδα, η Επιτροπή έχει ανακοινώσει ότι θα εκκινήσει διαδικασίες επανέναρξης των επιστροφών μέσω της Συνθήκης του Δουβλίνου (οι επιστροφές, σε αντίθεση με ό,τι λένε οι περισσότεροι Έλληνες πολιτικοί, έχουν παγώσει από το 2011).[1]Μάλιστα, επιδιώκει να έχει ολοκληρώσει τη σχετική αξιολόγηση μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου, ώστε ο μηχανισμός να ενεργοποιηθεί στο τέλος του έτους. Παρότι ο ίδιος ο Φρανς Τίμερμαν, αντιπρόεδρος της Επιτροπής, παραδέχθηκε πως υπάρχει αντίφαση, καθώς ο ένας μηχανισμός θα παίρνει (επανεγκατάσταση) και ο άλλος θα φέρνει (Δουβλίνο), είναι σαφές, στη συλλογιστική της Επιτροπής, ότι ο πρώτος δεν θα λειτουργήσει χωρίς τη σκιά του δευτέρου. Το σκεπτικό, ωστόσο, που στηρίζει την επανέναρξη επιστροφών μέσω Δουβλίνου, όπως περιγράφεται στην Ανακοίνωση της Επιτροπής –η οποία ουσιαστικά τις προεξοφλεί– συνιστά μια επινόηση της πραγματικότητας. Όπως βεβαίωνε η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) στην αρχή του έτους, οι συνθήκες στην Ελλάδα δεν είναι τέτοιες ώστε να επανέλθουμε στο καθεστώς επιστροφών.

Και εδώ μπαίνουμε σε ακόμη βαθύτερα νερά. Η Επιτροπή όχι μόνο το επιδιώκει, καθώς είναι απαραίτητο συστατικό του νέου συστήματος ελέγχου που οικοδομεί, αλλά επιζητεί και την ανάλογη νομιμοποίηση γι’ αυτού του είδους τη θεσμική ακροβασία. Βέβαια, την προηγούμενη εβδομάδα ο ύπατος αρμοστής του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, ΑντόνιοΓκουτιέρεζ, επιβεβαίωσε από την Αθήνα ότι ο οργανισμός δεν έχει αλλάξει τη θέση του επ’ αυτού· ωστόσο, η θητεία του Γκουτιέρεζ ολοκληρώνεται στο τέλος του 2015 και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι πολλά από τα υψηλόβαθμα στελέχη της UNHCR θα απαντούσαν το ίδιο.

Έχοντας αντιληφθεί τη σημασία της UNHCR, η Επιτροπή την πολιορκεί εδώ και μήνες, από όταν άνοιξε ο δρόμος των Δυτικών Βαλκανίων και οι πρόσφυγες άρχισαν να συρρέουν στη Βιέννη και το Μόναχο. Από τότε η Επιτροπή έχει κατευθύνει στην UNHCR δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, εντάσσοντας τη ως συνέταιρο σε δράσεις στη Βόρεια Αφρική, τα Δυτικά Βαλκάνια και την Ελλάδα, πολλές από τις οποίες, πίσω από την εξωραϊστική ρητορική τους, ουσιαστικά αποσκοπούν στην ανακοπή των ροών –μεταναστευτικών αλλά και προσφυγικών– προς την Ευρώπη. Επίσης, το καλοκαίρι, η Επιτροπή διεκδίκησε μεγαλύτερο ρόλο στις διαδικασίες λήψης απόφασης της UNHCR (στην οποία έχει ρόλο παρατηρητή), με βασικό μοχλό ότι είναι ο δεύτερος χρηματοδότης της, καλύπτοντας το 30% του προϋπολογισμού της. (Βέβαια, στο ποσό συνυπολόγιζε όχι μόνο τα λεφτά της Επιτροπής αλλά και όλα τα χρήματα που διμερώς καταθέτουν στον οργανισμό τα κράτη-μέλη της Ε.Ε.). Το αίτημα απορρίφθηκε μία μέρα προτού ο ύπατος αρμοστής πάρει το αεροπλάνο για την Αθήνα, αλλά το θέμα δεν τελείωσε… Η Επιτροπή θα επανέλθει στην προσπάθειά της να ελέγξει την UNHCR υποστηρίζοντας ως διάδοχο του Γκουτιέρεζ την προταθείσα από την Δανία πρώην πρωθυπουργό της χώρας Χεέλεν Θόρνινγκ Σμιντ, η οποία στην τελευταία προεκλογική της καμπάνια είχε υιοθετήσει σαφείς αντιμεταναστευτικές-αντιπροσφυγικες θέσεις.

Δεν είναι λοιπόν ούτε οι πρόσφυγες ούτε η λύση της κρίσης οι προτεραιότητες της Επιτροπής, αλλά η δυνατότητα γεωπολιτικού ελέγχου. Στο πλαίσιο αυτό μπορούμε να εντάξουμε και τη σημασία που αποδίδει η Επιτροπή στις κοινές ελληνοτουρκικές επιχειρήσεις για τους πρόσφυγες στο Αιγαίο. Παρότι αυτό που επιδιώκει η Επιτροπή είναι οι όσο το δυνατόν λιγότερες αφίξεις προσφύγων στα ελληνικά νησιά, δεν προτείνει η αποτροπή να γίνεται στα τουρκικά παράλια, αλλά επιλέγει πολιτικές που διευθετούν τον ενδιάμεσο χώρο των συνόρων.

Στα αποτελέσματα του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων, συναντάμε μια φωτογραφική παράγραφο που προεξοφλεί πως μια χώρα που αποτυγχάνει στη διαδικασία του μηχανισμού αξιολόγησης Σένγκεν θα υποχρεούται να δεχτεί βοήθεια από τις έκτακτες επιχειρήσεις RABIT της Frontex. Την έναρξη μιας τέτοιας επιχείρησης στο Αιγαίο ζητούν εδώ και μήνες επίμονα από την Ελλάδα η Επιτροπή και αρκετά κράτη-μέλη. Με άλλα λόγια, εάν επιβληθούν διμερείς επιχειρήσεις και εφόσον η Ελλάδα αποτύχει στις αξιολογήσεις του μηχανισμού τον επόμενο καιρό (όπως είναι πολύ πιθανό), η Επιτροπή μέσω της Frontex θα μπορεί να αποκτήσει την υψηλή εποπτεία του χώρου και να επιβάλει την δική της πολιτική.

Υπάρχει, ωστόσο, μια λεπτομέρεια που δεν υπολογίζει η γεωπολιτική στρατηγική της Επιτροπής: οι συνομιλητές της και οι χώρες-εργαλεία με τις οποίες παράγει σχεδιασμό βρίσκονται σε βαθιά κρίση. Και ο πολιτικός χρόνος έχει τέτοια συμπύκνωση που σε έξι μήνες ο σχεδιασμός του νέου μηχανισμού που ετοιμάζει η Επιτροπή μπορεί να έχει τιναχθεί στον αέρα.

Ο Αποστόλης Φωτιάδης είναι δημοσιογράφος και διατηρεί το μπλογκapostolisfotiadis.wordpress.com και στο twitter το ακάουντ @Balkanizator. Από τις εκδόσεις Ποταμός κυκλοφορεί το βιβλίο του «Έμποροι των συνόρων. Η νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική επιτήρησης» (2015).

[1] Το 2011 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καταδίκασε την Ελλάδα για απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση Αφγανού (υπόθεση M.S.S.). Κατόπιν τούτου, πολλά κράτη-μέλη ανέστειλαν τη μεταφορά υπηκόων τρίτων χωρών στην Ελλάδα με βάση τις ρυθμίσεις του Κανονισμού Δουβλίνο ΙΙ.

https://enthemata.wordpress.com/2015/10/18/fotiadis-7/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου