Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2016

Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων ΕΕ με ΗΠΑ – Η νέα τεχνική οικονομικής διακυβέρνησης


Η Ευρωπαϊκή Ένωση διαπραγματεύεται σήμερα μια εμπορική και επενδυτική συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής τη γνωστή με το όνομα «Transatlantic Trade and Investment Partnership» – Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων – ή ΤΤΙΡ. Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα της ΕΕ «ως προς το ΤΤΙΡ η Επιτροπή θέλει να θεσπίσει ένα σύστημα προστασίας των επενδύσεων και έναν τρόπο για την επίλυση των διαφορών μεταξύ των ιδιωτικών εταιρειών και των κυβερνήσεων», με την πρόφαση «ότι είναι μια πραγματική βελτίωση σε σχέση με την τρέχουσα πρακτική». 
Στα Ηνωμένα Έθνη, η ΕΕ έχει προωθήσει το πρώτο σύστημα παγκόσμιων κανόνων για να κάνει πιο διαφανή το ISDS – Investor-State Dispute Settlement (Επίλυση Διαφορών Επενδυτή και Κράτους). Ουσιαστικά πρόκειται για την επίλυση των διαφορών που συνδέονται με επενδύσεις μεταξύ των ιδιωτών επενδυτών και των κυβερνήσεων.

Μεταξύ άλλων οι συζητήσεις αφορούν τις υπηρεσίες δημόσιας υγείας, εκπαίδευσης και υδάτων της Ευρώπης, τα τρόφιμα και την περιβαλλοντική ασφάλεια, τους τραπεζικούς/χρηματοπιστωτικούς κανονισμούς, την προστασία προσωπικών δεδομένων και την απασχόληση.

Ένα βασικό ζήτημα στο πλαίσιο της διαβούλευσης είναι κατά πόσον η προτεινόμενη προσέγγιση της ΕΕ για ΤΤΙΡ θα επιτύχει τη σωστή ισορροπία μεταξύ της προστασίας των επενδυτών και της διασφάλισης του δικαιώματος και της δυνατότητας της ΕΕ να ρυθμίζει το δημόσιο συμφέρον. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι διαβεβαιώνουν ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν θα εξετάσει μια συμφωνία η οποία θα μειώσει τα πρότυπα και κανόνες της ή θα περιορίσει το δικαίωμα μιας κυβέρνησης, κράτους-μέλους της ΕΕ ή ακόμη και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, να ρυθμίζει την αγορά και το δημόσιο συμφέρον.

Σε γενικές γραμμές, πολλοί αναγνωρίζουν τις προσπάθειες της ΕΕ για τη βελτίωση του συστήματος προστασίας των επενδύσεων, αλλά θεωρούν για διάφορους λόγους πως η προσέγγιση είναι ανεπαρκής. Αρχικά, ένας σημαντικός αριθμός από συνδικάτα και μια μεγάλη ομάδα από Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) τονίζουν την ανάγκη να ενισχυθεί το δικαίωμα ρύθμισης προς το δημόσιο συμφέρον. Ορισμένοι ζητούν περισσότερες και μεγαλύτερες υποχρεώσεις των επενδυτών, ιδίως σε σχέση με τα ανθρώπινα δικαιώματα, τους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς κανονισμούς και γενικότερα την εταιρική κοινωνική ευθύνη.

Στην επιχειρηματική κοινότητα, παρά τη γενική υποστήριξη για ένα πιο περιεκτικό και συνεκτικό σύστημα ISDS, που να χαρακτηρίζεται από διαφάνεια και ηθική, υπάρχουν ανησυχίες ότι η προσέγγιση της ΕΕ θα μπορούσε να μειώσει το επίπεδο προστασίας των επενδυτών σε σύγκριση με τις υπάρχουσες επενδυτικές συμφωνίες και ότι αυτό θα έκανε την ΕΕ λιγότερο ελκυστική για τις ξένες επενδύσεις.

Ανησυχίες, επίσης, εκφράζονται προς την κατεύθυνση ότι η προσβασιμότητα στο μηχανισμό ISDS παραμένει de facto ένα προνόμιο κυρίως των μεγάλων επιχειρήσεων, καθώς το κόστος και η πολυπλοκότητα του το καθιστούν δύσκολο για τους μικρούς ιδιώτες επενδυτές να καταφεύγουν σε αυτό. Ένας μηχανισμός επίλυσης διαφορών πιο κατάλληλος για τις ΜΜΕ θεωρείται επιθυμητός.

Ο στόχος των διαπραγματεύσεων για τις επενδύσεις αφορούν τις διατάξεις της απελευθέρωσης και της προστασίας των επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων του μικτού χαρτοφυλακίου και των ακινήτων, με βάση τα υψηλότερα επίπεδα απελευθέρωσης και πρότυπα και κανόνες προστασίας που τα δύο μέρη διαπραγματεύθηκαν μέχρι σήμερα. Πρακτικά καθιερώνεται και ισχυροποιείται το δικαίωμα των επενδυτών να προσφεύγουν στους μηχανισμούς επίλυσης διαφορών μεταξύ επενδυτή και κράτους ακόμη και σε επίπεδο περιφερειακού ή τοπικού δικαστηρίου.

Πιο συγκεκριμένα αναφέρεται ότι η επίλυση των διαφορών μεταξύ κρατών θα πρέπει να συμπεριληφθεί, αλλά δεν πρέπει να παρεμβαίνει στο δικαίωμα των επενδυτών να προσφύγουν στους μηχανισμούς επίλυσης διαφορών μεταξύ επενδυτή και κράτους. Θα πρέπει να παρέχεται στους επενδυτές το ευρύτερο φάσμα διαιτησίας, όπως είναι σήμερα διαθέσιμο στο πλαίσιο διμερών επενδυτικών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών. Ο μηχανισμός επίλυσης διαφορών μεταξύ επενδυτή και κράτους πρέπει να περιέχει διασφαλίσεις έναντι αδικαιολόγητων ή προδήλως αβάσιμων αξιώσεων. Θα πρέπει να εξεταστεί η δυνατότητα δημιουργίας ενός δευτεροβάθμιου μηχανισμού που θα εφαρμόζεται για την επίλυση των διαφορών επενδυτή και κράτους στο πλαίσιο της συμφωνίας, και με την κατάλληλη σχέση μεταξύ ISDS και εσωτερικών ένδικων μέσων.

Με λίγα λόγια επιτρέπουν σε πολυεθνικές εταιρείες να μηνύσουν κυβερνήσεις εάν οι πολιτικές των δεύτερων προκαλούν απώλεια κερδών στις πρώτες. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι μη εκλεγμένες πολυεθνικές εταιρείες μπορούν να υπαγορεύουν τις πολιτικές αλλά και νομοθεσίες στις δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις. Υποτίθεται πως πρόκειται για «συμφωνίες ελευθέρου εμπορίου και επενδύσεων», επωφελείς για όλους. Στην πραγματικότητα είναι προσεκτικά κρυμμένες, μυστικές συμφωνίες, που παραδίδουν σε ιδιωτικές επιχειρήσεις τον έλεγχο της νομοθεσίας κυρίαρχων κυβερνήσεων.

Η εμπιστοσύνη, συνθήκη του πράττειν, μεταμορφώνεται σε δυσπιστία όλων απέναντι σε όλους και αποκρυσταλλώνεται έπειτα σε απαίτηση «ασφάλειας». Οι «ηθικές» έννοιες του καλού και του κακού, της εμπιστοσύνης και της δυσπιστίας μεταφράζονται σε φερεγγυότητα και αφερεγγυότητα. Η φερεγγυότητα είναι επομένως το μέτρο της «ηθικότητας» του ανθρώπου.

Αποκαλύφθηκε πρόσφατα ότι με τον Διατλαντικό Συνεταιρισμό, το Εθνικό Σύστημα Υγείας της Βρετανίας θα τεθεί στη δικαιοδοσία ιδιωτικών δικαστηρίων του συνεταιρισμού, ως υπόλογο στην ιδιωτική ασφάλιση υγείας, και θα μπορεί να ενάγεται από ιδιωτικές επιχειρήσεις για αποζημίωση, με ενδεχόμενη συνέπεια και το κλείσιμό του. Επίσης, στη Βρετανία τα Ταχυδρομεία πουλήθηκαν, με εικονικό αντίτιμο, σε ιδιωτικά συμφέροντα με πολιτικές διασυνδέσεις. Με τα ίδια εικονικά αντίτιμα παρακολουθούμε μέρος της Ελληνικής περιουσίας να παραδίδεται σε ιδιωτικά συμφέροντα. Τέλος, ένας από τους λόγους της κλιμάκωσης των αμερικανικών στρατιωτικών δαπανών είναι η ιδιωτικοποίηση μεγάλου μέρους του Αμερικάνικου στρατού.

Ακούμε και διαβάζουμε διάφορους να μας λένε ότι τα ανωτέρω είναι αποτέλεσμα «τεχνοκρατικών κυβερνήσεων». Δεν πρόκειται, όμως, τόσο για «τεχνοκρατικές κυβερνήσεις» όσο για νέες «τεχνικές κυβερνήσεις», αυταρχικές και κατασταλτικές, σε ρήξη με τον κλασικό φιλελευθερισμό. «Τεχνικές κυβερνήσεις» που στοχεύουν στην επιμήκυνση του χρόνου εργασίας, την αύξηση της απλήρωτης εργασίας, τους χαμηλούς μισθούς, τις περικοπές σε όλες τις υπηρεσίες, τις συνθήκες επισφαλούς ζωής και απασχόλησης, τη μείωση του προσδόκιμου ζωής. Επιστρέφουμε σε μια κατάσταση καθαρά φεουδαρχική, όπου ένα κομμάτι εργασίας οφείλεται εκ των προτέρων στον άρχοντα – επιστρέφουμε στην υποδουλωμένη εργασία.

Κατά τον Μισέλ Φουκώ, η πολιτική εξουσία του κυρίαρχου, ασκείται ουσιαστικά σε μια επικράτεια (και πάνω σε υποκείμενα δικαιωμάτων) που κατοικείται επίσης από οικονομικά υποκείμενα, τα οποία, αντί να κατέχουν δικαιώματα, έχουν οικονομικά συμφέροντα. Για να είναι εφικτή η διακυβέρνηση, ανάμεσα στην οικονομία και το πολιτικό σύστημα, ο Γάλλος διανοούμενος μας λέει ότι, πρέπει να εισαχθεί το κράτος πρόνοιας· ανάμεσα στα πολιτικά δικαιώματα και τα οικονομικά συμφέροντα πρέπει να εισαχθούν τα κοινωνικά δικαιώματα.

Έχουμε βγει εντελώς από τη λογική των ατομικών και συλλογικών δικαιωμάτων και έχουμε μπει στη λογική των πιστώσεων (των επενδύσεων του ανθρώπινου κεφαλαίου). Η διακυβέρνηση της οικονομίας προϋποθέτει δραστικούς περιορισμούς της δημοκρατίας και μια εξίσου δραστική περιστολή των προσδοκιών των κυβερνωμένων. Παρατηρούμε σήμερα εξ ολοκλήρου στη χώρα μας αλλά και γενικότερα πολύ έντονα σε όλη την Ευρώπη, τις εθνικές κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια να είναι απλοί εκτελεστές αποφάσεων και προθεσμιών που αποφασίζονται αλλού, έξω από το πλαίσιο αυτού που αποκαλείται ακόμη «εθνική κυριαρχία». Το κεφάλαιο αναλαμβάνει ένα ριψοκίνδυνο πρόγραμμα, καθώς αποδυναμώνει το κράτος, θεμελιώδη μηχανισμό πολιτικού ελέγχου και μορφοποίησης της υποκειμενικότητας, ενώ συγχρόνως οξύνει την ταξική πάλη.

Φωτογραφία: independent.co.uk

http://www.dotnews.gr/

Γιάννης Κίτσος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου