Κυριακή 8 Μαΐου 2016

ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Ελλάς Ελλήνων Μακεδονοαμερικανών

Γεμάτη εθνική περηφάνια, η ηγεσία της «Παμμακεδονικής ΗΠΑ-Καναδά» φωτογραφίζεται με τον δικτάτορα Παπαδόπουλο κατά την επίσημη συνάντησή της μαζί του (28/8/1968) | ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΖΩΗ
Συντάκτης: Τάσος Κωστόπουλος
«Ο απόδημος Ελληνισμός και η εμπορική μας ναυτιλία συγκροτούν και υλοποιούν την έννοιαν της Μεγάλης Ελλάδος»
Γεώργιος Παπαδόπουλος (ομιλία στους εφοπλιστές), 19/3/1968
Μια από τις λιγότερο συζητημένες πτυχές της στρατιωτικής χούντας του 1967-1974 αφορά την απροκάλυπτη υποστήριξη που παρείχε στο δικτατορικό καθεστώς το πλέγμα της οργανωμένης εθνικοφροσύνης που είχε συγκροτηθεί κατά τις προηγούμενες δεκαετίες, στο πλαίσιο της καταπολέμησης του κομμουνισμού και του «από βορρά κινδύνου».
Σε αντίθεση με τους συντηρητικούς πολιτικούς, μια αξιόλογη μερίδα των οποίων κράτησε μέχρι τέλους αποστάσεις από τη χούντα, μια σειρά από στηρίγματα του μετεμφυλιακού κράτους είδαν την 21η Απριλίου όχι ως αντιδημοκρατική τομή αλλά σαν ευπρόσδεκτη αναβάθμιση της μαχητικότητας αυτού του κράτους ενάντια στον εσωτερικό εχθρό –η πάση θυσία διατήρηση του οποίου στο κοινωνικό και πολιτικό περιθώριο εγγυόταν, άλλωστε, τη δική τους ηγεμονική παρουσία, τροφοδοσία με κρατικά κονδύλια και μακροημέρευση.
Η εξήγηση αυτής της στάσης δεν είναι δύσκολο να εξηγηθεί. Από τη στιγμή που η δικτατορία των συνταγματαρχών δεν υπήρξε, σε τελική ανάλυση, παρά η αυτοαναγόρευση του προδικτατορικού βαθέος κράτους σε επίσημη ηγεσία της χώρας, τι πιο φυσικό από τη θετική ανταπόκριση του προϋπάρχοντος θεσμικού περιγύρου του βαθέος κράτους στη νέα πραγματικότητα;
Ειδικότερη -κι ακόμη πιο ενδιαφέρουσα- πλευρά του φαινομένου αποτέλεσε η συστράτευση με τη χούντα των εθνικοφρόνων οργανώσεων της διασποράς, οι ηγεσίες και τα μέλη των οποίων δεν ήταν δυνατό να ισχυριστούν αργότερα πως η στάση τους αυτή προέκυψε ως αναγκαστική υποταγή στην κρατική τρομοκρατία που είχαν επιβάλει οι πραξικοπηματίες.
Το κόστος των αντιδικτατορικών εκδηλώσεων ήταν εδώ ουσιαστικά μηδενικό (ιδίως όταν μιλάμε για ομογενείς με μόνιμη εγκατάσταση και πόρους διαβίωσης εκτός Ελλάδας), πόσο μάλλον η απλή αποφυγή ταύτισης με τη δικτατορία.
Εξ ου και οι αντιδικτατορικές φωνές του εξωτερικού υπήρξαν σε όλη την επταετία μαζικότερες και πιο ηχηρές απ’ ό,τι τα αντίστοιχα τολμήματα του εσωτερικού, τα αντιμέτωπα με την Ασφάλεια του Μάλλιου και την ΕΣΑ του Θεοφιλογιαννάκου.
Τιμώντας με τον τρόπο της την προχθεσινή 49η επέτειο της «εθνοσωτηρίου», η στήλη θα επικεντρωθεί σήμερα σε μια επιμέρους πτυχή αυτής της συμπόρευσης: το 22ο «παμμακεδονικό» συνέδριο που οργανώθηκε τον Αύγουστο του 1968 στη Θεσσαλονίκη από τις χουντικές αρχές και την υπερατλαντική «Παμμακεδονική Ενωση ΗΠΑ-Καναδά Α.Ε.», φορέα που εξακολουθεί μέχρι σήμερα να διεκδικεί πεισματικά τον ρόλο τιμητή της εθνικής ορθότητας των Ελλήνων πολιτών και των δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεών τους.

Ασκηση χουντικής προπαγάνδας

Για να κατανοηθεί πλήρως η σημασία των γεγονότων που περιγράφουμε, ο αναγνώστης πρέπει να έχει κατά νου πως την εποχή που αυτά διαδραματίζονται (καλοκαίρι του 1968) το χουντικό καθεστώς είχε μεν επικρατήσει στρατιωτικά απέναντι στους αντιπάλους του, δεν είχε όμως ακόμη σταθεροποιηθεί πολιτικά –από την άποψη, ιδίως, των διεθνών σχέσεών του.
Το αποτυχημένο κίνημα του βασιλιά (13/12/1967) ήταν ακόμη νωπό και η εκστρατεία Ελλήνων και ξένων δημοκρατών για την απομόνωση της χούντας βρισκόταν στο απόγειό της.
Ακόμη και η κυβέρνηση των ΗΠΑ είχε αναγκαστεί να παγώσει τις πωλήσεις βαρέων όπλων προς την Αθήνα, απαγόρευση που άρθηκε προσωρινά μόλις στις 25/10/1968, με πρόσχημα τη σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία (21/8/1968), και οριστικά στις 22/9/1970.
Εντονες αντιδράσεις προκαλούσαν ιδίως οι πληροφορίες για συστηματικά βασανιστήρια σε βάρος αντιφρονούντων, με τελική κατάληξη, ως γνωστόν, την αναγκαστική «αποχώρηση» (ουσιαστικά: αποβολή) της χώρας από το Συμβούλιο της Ευρώπης (12/12/1969).
Σ’ αυτή τη συγκυρία, συνέδρια όπως αυτό της «Παμμακεδονικής» (και άλλων «εθνοτοπικών» οργανώσεων των αποδήμων, π.χ. της «Παμμεσσηνιακής Ομοσπονδίας Αμερικής-Καναδά» που οργάνωσε παρόμοιο χάπενινγκ τον ίδιο μήνα στην Καλαμάτα) λειτουργούσαν ως δημόσια συνηγορία υπέρ της χούντας, τόσο στους κόλπους της διασποράς όσο και απέναντι στην παγκόσμια κοινή γνώμη.
Η προβολή τους από τον χουντικό Τύπο αποτέλεσε επίσης πρώτης τάξης προπαγανδιστικό επιχείρημα του καθεστώτος στο εσωτερικό· διαφήμιση των «ερεισμάτων» του εκτός Ελλάδας, προορισμένη ν’ αποθαρρύνει όσους αντιφρονούντες έλπιζαν ακόμη στην άσκηση πιέσεων από τις δυτικές κυβερνήσεις για τη δρομολόγηση ενός κάποιου εκδημοκρατισμού.
Η οργάνωση του συνεδρίου υπήρξε, άλλωστε, καθαρά κρατική υπόθεση. Στην οργανωτική επιτροπή του μετείχαν ο υπουργός Βορείου Ελλάδος, ο γενικός γραμματέας του υπουργείου (και μέλος του «επαναστατικού συμβουλίου» της χούντας) Νίκος Γκαντώνας, ο μητροπολίτης και ο (διορισμένος) δήμαρχος Θεσσαλονίκης, ο διευθυντής Πολιτικών Υποθέσεων του ΥΠΕΞ κι άλλοι αξιωματούχοι («Φωνή της Καστορίας» 7/7/1968).
Τους συνέδρους που έφταναν με ειδικές πτήσεις υποδέχονταν με κάθε επισημότητα στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης ο Γκαντώνας, ο νομάρχης και ο δήμαρχος («Εθνικός Κήρυξ» Ν. Υόρκης 31/7/1968)· ακόμη θεαματικότερη υποδοχή τούς επιφύλασσαν κατά τις οργανωμένες μετακινήσεις τους στην ενδοχώρα, οι κατά τόπους νομάρχες, δήμαρχοι και διοικητές Χωροφυλακής («Φωνή της Φλωρίνης» 3/8/1968).
Οπως διαπιστώνουμε από τα λεπτομερή ρεπορτάζ των ημερών, οι φιλοξενούμενοι επί της ουσίας πηγαινοέρχονταν από τη μια δεξίωση στην άλλη, με οικοδεσπότες διάφορες αρχές.
Την έναρξη των εργασιών του συνεδρίου κήρυξε αυτοπροσώπως ο β' αντιπρόεδρος της χουντικής κυβέρνησης Δημήτριος Πατίλης (πάλαι ποτέ αξιωματικός του Τάγματος Ασφαλείας Ναυπάκτου επί Κατοχής και μέλος, επίσης, του «επαναστατικού συμβουλίου»), ενώ διαβάστηκε και «χαιρετιστήριο μήνυμα» του άλλου αντιπροέδρου –του γνωστού Παττακού.

«Επιβουλές» κι «εθνοσωτήρες»

Η χούντα «εκπροσωπήθηκε» στο συνέδριο με τέσσερις υπουργούς -από αριστερά: Σπ. Λιζάρδος (Συγκοινωνιών), Γ. Βάλλης (Β. Ελλάδος), Ι. Χολέβας (Ναυτιλίας) και Δ. Πατίλης (β' αντιπρόεδρος της κυβέρνησης).
Η χούντα «εκπροσωπήθηκε» στο συνέδριο με τέσσερις υπουργούς -από αριστερά: Σπ. Λιζάρδος (Συγκοινωνιών), Γ. Βάλλης (Β. Ελλάδος), Ι. Χολέβας (Ναυτιλίας) και Δ. Πατίλης (β' αντιπρόεδρος της κυβέρνησης). | ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΖΩΗ 8/1968
Εγκαινιάζοντας το συνέδριο «μέσα εις ενθουσιώδην ατμόσφαιραν», ο Πατίλης ήταν εξαιρετικά σαφής για τη στοχοθεσία της όλης διοργάνωσης:
«Ως εκπρόσωπος της Εθνικής Επαναστατικής Κυβερνήσεως, αλλά και του προέδρου αυτής ιδιαιτέρως, σας μεταφέρω τον θερμόν των χαιρετισμόν. Η οργάνωσίς σας καλύπτει όλον τον ελληνικόν Βορράν, μίαν περιοχήν η οποία εδοκιμάσθη σκληρώς κατά το παρελθόν, μίαν περιοχήν της οποίας οι κάτοικοι ησπάσθησαν ενθουσιωδώς την Επανάστασιν, μίαν περιοχήν την οποίαν φιλοδοξούμεν να καταστήσωμεν εγκέφαλον του ελλαδικού σώματος.
»Η παραμονή σας εις την πατρίδα μεταξύ των συγγενών και φίλων σας θα σας δώση την ευκαιρίαν να διαπιστώσετε ότι η Ελλάς βαδίζει σήμερον με ταχύν ρυθμόν την οδόν της προόδου και της ευημερίας. Επιθυμούμεν, όταν με το καλόν επιστρέψητε εις την θετήν σας πατρίδα, να μεταφέρητε την αλήθειαν ταύτην» («Ελληνικός Βορράς» 6.8.1968).
Ακόμη σαφέστερος έγινε κατά την προσφώνηση των συγκεντρωμένων στη δεξίωση της ίδιας βραδιάς στη Λέσχη Αξιωματικών:
«Οταν επιστρέψητε, με το καλό, εις την υπερπόντιον ήπειρον, σας παρακαλώ να μεταφέρητε εις τα εκατομμύρια των αδελφών μας αποδήμων, χωρίς καμμίαν προκατάληψιν και χωρίς υπερβολήν, αλλά με ασκητικήν λιτότητα, τας διαπιστώσεις σας από τον νέον ρυθμόν της μητρός σας πατρίδος. [...]
»Δεν πρόκειται να εκχωρήσωμεν ουδέ σπιθαμήν της μακεδονικής γης, έστω και αν όλοι μας μεταβληθώμεν εις ολοκαύτωμα. Ο εντόπιος αναρχισμός συνεργαζόμενος και με τον παλαιοκομματισμό, είναι καιρός να το αντιληφθούν αυτό και να παύσουν να κεντρίζουν ορέξεις των κατά καιρούς Βορείων».
Η σύμπλευση «αναρχισμού» και «παλαιοκομματισμού» με τις «ορέξεις» των βορείων γειτόνων υπήρχε βέβαια μόνο στη φαντασία του πρώην ταγματασφαλίτη, συμβάδιζε όμως πλήρως με την κοσμοθεωρία των καλεσμένων του.
Στο δικό του μήνυμα, ο Παττακός πρόβαλε ένα απροκάλυπτα επεκτατικό, ψευδο-«αλυτρωτικό» μήνυμα:
«Διατηρείτε άσβεστον την φλόγαν της Φυλής πέραν των Ωκεανών, εν μέσω παντοίων και γνωστών εχθρών του γένους αγωνιζόμενοι διά την επικράτησιν της μιας και μόνης αληθείας. Οτι ο χώρος της Μακεδονίας, ολόκληρος ο γεωγραφικός χώρος ήτο και είναι ελληνικός, άλλοι δε είναι οι εισβολείς και οι δυνάσται, παλαιοί και επίδοξοι. Τούτο αποδεικνύει η ιστορία, το αποδεικνύουν οι αρχαιολογικοί χώροι, το αποδεικνύουν οι ναοί και τα μοναστήρια, το αποδεικνύουν ακόμη και σήμερον τα θλιμμένα μάτια των πέραν των συνόρων απομεινάντων αδελφών μας. [...]
»Η εθνική επανάστασις της 21ης Απριλίου, φορεύς και συνισταμένη όλων των εθνικών πόθων, οραματισμών, αλλά και μιας ρωμαλέας πραγματικότητος, ατενίζει προς υμάς ως εις ισχυρόν βραχίονα εθνικής ισχύος. Σας υποσχόμεθα ότι η πατρίς εφεξής δεν πρόκειται να σας απογοητεύση ή να σας αφήση ακαλύπτους. Υπάρχουν εδώ οι φύλακες και γρηγορούν έως ότου η Ελλάς επανεύρη οριστικώς τον δρόμον της» («Μακεδονία» 6/8/1968).
Τα ηγετικά στελέχη της Παμμακεδονικής είχαν κι αυτά μοιράσει αντίστοιχα τους ρόλους.
Την εξύμνηση της χούντας από το βήμα του συνεδρίου ανέλαβε ο πρόεδρος της οργανωτικής επιτροπής Βασίλειος Δανιήλ, τέως «ύπατος πρόεδρος» της Α.Ε. και πάλαι ποτέ υπάλληλος του αμερικανικού προξενείου:
«Εκφράζω τον θαυμασμόν μας διότι τα αδέλφια μας χύσανε ιδρώτα και ποτάμια αίματος διά να κρατήσουν την άγια αυτή χώρα ελεύθερη από τας δυνάμεις του σκότους και της βίας για να μπορούμε κι εμείς τα ξενητεμένα Ελληνόπουλα ή ακόμη και η σκέψις μας να ταξιδεύωμε κοντά σας, [...] στον προμαχώνα του ελεύθερου κόσμου που αντιμετωπίζει πάντα την εχθρική επιβουλή, την οργανωμένη χάλκευσι του ψεύδους και της συκοφαντίας. [...]
»Μαζί με την προσφοράν της αφοσιώσεώς μας προτάσσομεν μαζί σας και τα δικά μας στήθη και διαλαλούμεν εις όλον τον κόσμον ότι δεν μας τρομάζουν ούτε αι απειλές ούτε οι ψίθυροι της προπαγάνδας. Η Ελλάς σήμερα με την Εθνική της Κυβέρνησι, απηλλαγμένη από τα κακά του παρελθόντος, ούτε δειλιάζει ούτε υποχωρεί σε εκβιασμούς» («Ελληνικός Βορράς» 6/8/1968).
Ο εν ενεργεία «ύπατος πρόεδρος» Παναγιώτης Αϊβάζης επικεντρώθηκε, απ’ την πλευρά του, στη σκιαγράφηση του Μακεδονικού με σχεδόν γελοιογραφικούς όρους:
«Το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετώπισε η Παμμακεδονική και που αντιμετωπίζει καθημερινώς είναι η κακόβουλος ανθελληνική προπαγάνδα, η οποία άρχισε από την εποχή των Τσάρων και συνεχίζεται επίμονα και εντατικά από τους νεωτέρους αφέντας και δούλους του Κρεμλίνου. Φωνάζουν, υβρίζουν και συκοφαντούν την Ελλάδα.
»Κηρύττουν και προπαγανδίζουν ότι υπάρχει δήθεν “Μακεδονική εθνότης”, “Μακεδονική γλώσσα”, “Μακεδονικόν κράτος”. Προς αποτελεσματικήν αντιμετώπισιν της καταστάσεως αυτής, η Παμμακεδονική ίδρυσε ειδικόν γραφείον το οποίο ασχολείται αποκλειστικά και μόνον με την αντιμετώπισιν της ανθελληνικής προπαγάνδας».
Προσεκτικότερος, ο αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ιάκωβος κατά το σύντομο πέρασμά του από το βήμα του συνεδρίου περιορίστηκε σε πατριωτικές γενικότητες, φροντίζοντας κυρίως να κολακέψει τα τοπικιστικά συμπλέγματα του κοινού:
«Η Μακεδονία δεν είναι επαρχία. Η Μακεδονία είναι η αρχή, η αφετηρία ενός ξεκινήματος εκπολιτισμού του κόσμου» («Μακεδονία» 6/8/1968).
ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΖΩΗ 8/1968
⬑Οπου κι αν πήγαιναν οι σύνεδροι, η εθνοσωτήριος θύμιζε με κάθε επισημότητα την παρουσία της.
⬐Ακόμη και τα πούλμαν της περιοδείας τους στην ενδοχώρα ήταν, άλλωστε, στολισμένα με το πουλί της «επαναστάσεως». 
ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΖΩΗ 9/1968
Μια άλλη διασημότητα της διοργάνωσης ήταν ο βουλευτής Μασαχουσέτης Τζέιμς Μπερκ, που μετείχε στο συνέδριο ως επίσημος προσκεκλημένος της «Παμμακεδονικής» και δεν τσιγκουνεύτηκε τα καλά λόγια για το καθεστώς.
Μιλώντας π.χ. στον «Ελληνικό Βορρά» (6/8/1968), «εξέφρασε την κατάπληξίν του διά το πελώριον χάσμα που υφίσταται μεταξύ της πραγματικότητος και των συκοφαντικών διαδόσεων ωρισμένων κύκλων της διεθνούς συνοδοιπορίας, εις ό,τι αφορά την εν Ελλάδι κατάστασιν και το εθνοκρατικόν καθεστώς της Επαναστάσεως. Είθε -επέρανε- και άλλαι χώραι να ημπορούσαν να προσφέρουν εις τους πολίτας των την τάξιν, την ασφάλειαν και τας ελευθερίας που προσφέρει η Ελλάς εις τους ιδικούς της».
Παρόμοιες δηλώσεις έκανε και κατά την αναχώρησή του από την Αθήνα:
«Ο ελληνικός λαός είναι καταφανώς ευτυχής με την παρούσαν ελληνικήν Κυβέρνησιν και απηλλαγμένος παντός είδους καταπιέσεως. Τα πάντα ομιλούν υπέρ της Κυβερνήσεως και του εκτελουμένου υπό των Ελλήνων ηγετών έργου» («Εθνικός Κήρυξ» 14/8/1968).
Αυτές καθαυτές, οι εργασίες του συνεδρίου δεν απέσπασαν και πολύ την προσοχή των ΜΜΕ, ολοκληρώθηκαν δε στις 8 Αυγούστου με την επανεκλογή του Αϊβάζη ως «υπάτου προέδρου».
«Της εκλογής προεδρείου προηγήθη, φυσικά, η ομόφωνος έγκρισις των πεπραγμένων της απελθούσης διοικήσεως», διευκρινίζει χαρακτηριστικά ο «Ελληνικός Βορράς»(9/8/1968).
Αξιομνημόνευτη είναι η «ειδική τιμητική μνεία» της εν λόγω εφημερίδας από τον πρόεδρο του συνεδρίου (και τέως «ύπατο πρόεδρο») Χρήστο Ποράβα, την τελευταία μέρα του συνεδρίου.
Αφορμή το κύριο άρθρο της «Ανατομία της προδοσίας» (8/8), που «αποκαλύπτει την επιβουλήν του κομμουνιστοσλαβισμού, εν συμπράξει με τον Ανδρέαν Παπανδρέου, κατά της Μακεδονίας. Εχομεν χρέος, ετόνισεν ο κ. Ποράβας, όχι απλώς να μελετήσωμεν οι ίδιοι προσεκτικώς το άρθρον του κ. Κύρου, αλλά και να μεριμνήσωμεν ώστε να αναγνωσθή εις Αμερικήν από τα παιδιά μας, από όλους του ομογενείς, αλλά και από τους Αμερικανούς» («Ελληνικός Βορράς» 9/8/1968).
Εκ μέρους της εφημερίδας, διαβάζουμε στο ίδιο άρθρο, «απήντησεν ευχαριστών ο παρευρεθείς συντάκτης μας κ. Ν. Στάγκος» –ένας από τους 13 επαρχιακούς δημοσιογράφους που σιτίζονταν σε τακτική βάση από τα μυστικά κονδύλια της ΕΡΕ, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας.

Ο γύρος της επαρχίας

Τις επίσημες εργασίες διαδέχθηκε «ευρύτατον πρόγραμμα περιοδειών και ξεναγήσεων των ομογενών εις ιστορικούς, αρχειολογικούς και τουριστικούς χώρους της Βορείου Ελλάδος» («Ελληνικός Βορράς» 9/8/1968), λεπτομέρειες για το οποίο αντλούμε από τον ομογενειακό και -κυρίως- τον τοπικό Τύπο.
Στο Αγιο Ορος, π.χ., «επεφυλάχθη διά τους εκδρομείς θερμή υποδοχή διά κωδωνοκρουσιών» στη Μονή Βατοπεδίου, η αίθουσα υποδοχών της οποίας κοσμούνταν με φωτογραφίες όχι μόνο των τελευταίων τριών βασιλιάδων αλλά «και του αειμνήστου Μεταξά» («Εθνικός Κήρυξ» 5/9/1968).
Σε κάθε πόλη, κωμόπολη και χωριό της διαδρομής (Καβάλα, Δοξάτο, Δράμα, Σέρρες, Λαχανάς, Πέλλα, Εδεσσα, Φλώρινα, Πισοδέρι, Ανταρτικό, Κώττας, Καστοριά, Μελάς, Τσοτύλι, Σιάτιστα, Γρεβενά, Κοζάνη, Βέροια) τους συνέδρους υποδέχονταν πανηγυρικά ο νομάρχης, ο δήμαρχος, ο επιχώριος μητροπολίτης κι ο στρατιωτικός διοικητής κι ακολουθούσαν καταθέσεις στεφάνων, ομιλίες και δεξιώσεις.
Το περιεχόμενο των (δεκάδων) ομιλιών δεν έχει καταγραφεί, από τα ψιλά των τοπικών εντύπων παίρνουμε ωστόσο μια ιδέα για το όλο κλίμα.
«Κατά την διάρκειαν του γεύματος» που παραχώρησε το βράδυ της 12/8/1968 στο τοπικό «Ξενία» η νομαρχία Φλώρινας, μας διαβεβαιώνει λ.χ. ο εγχώριος «Αριστοτέλης» (τχ.71-72, σ.58), «οι ομογενείς εξεδήλωναν παντοιοτρόπως την χαράν και τον ενθουσιασμόν των διότι ευρίσκοντο εις την πατρίδα αλλά κυρίως διότι έτυχον τόσον θερμής υποδοχής εκ μέρους των Αρχών και του Λαού. Λίαν ευμενή υπήρξαν επίσης τα σχόλια δια τα επιτεύγματα της Εθνικής Κυβερνήσεως εις τον τομέα της ησυχίας και της εσωτερικής γαλήνης του τόπου».

«Πραγματική Δημοκρατία»

Το ελληνικό καλοκαίρι της «Παμμακεδονικής» ολοκληρώθηκε με επίσκεψη της ηγεσίας της στον δικτάτορα Παπαδόπουλο και πανηγυρική φωτογράφησή της μαζί του (28/8/1968).
Το περιεχόμενο των συνομιλιών τους δεν δημοσιοποιήθηκε· βασική είδηση ήταν άλλωστε η ίδια η συνάντηση.
Εξίσου εύγλωττο είναι το «αποχαιρετιστήριο μήνυμα» του «υπάτου προέδρου»Παναγιώτη Αϊβάζη που είχε ήδη δημοσιευτεί στον τοπικό Τύπο:
«Εκ μέρους της Υπάτης Δ/σεως της Παμμακεδονικής Ενώσεως Αμερικής-Καναδά, με εθνικήν υπερηφάνειαν εκφράζω τον ενθουσιασμόν μας διά την επελθούσαν πραγματικήν αλλαγήν εις τον πολιτικόν και κοινωνικόν βίον της φιλτάτης πατρίδος μας εκ της επεμβάσεως του εθνικού μας στρατού και υπό της Εθνοσωτηρίου Επαναστατικής Κυβερνήσεως της 21 Απριλίου 1967.
»Διακηρύττω προς πάσαν κατεύθυνσιν την ύπαρξιν εις την Πατρίδα μας υγιούς και πραγματικής Δημοκρατίας πλέον και την επικράτησιν πλήρους ελευθερίας, γαλήνης, τάξεως και ασφαλείας. [...] Προς πάντας απευθύνω θερμόν και εγκάρδιον πατριωτικόν χαιρετισμόν, με αισθήματα αφοσιώσεως εις την Εθν. Κυβέρνησιν, τα Ελληνοχριστιανικά ιδεώδη και τα πεπρωμένα του Εθνους και με την διαβεβαίωσιν ότι η Παμμακεδονική Αμερικής-Καναδά θα αποτελή πάντοτε τμήμα της Πατρίδος εν τη Ξένη, προκεχωρημένον φυλάκιον του Εθνους μας και ακοίμητον φρουρόν της Ελλάδος και της Μακεδονίας μας» («Φωνή της Καστορίας», 25/8/1968, σ.1).
Αλλά και ο νεοεκλεγείς «κυβερνήτης Ν. Υόρκης» της Παμμακεδονικής (και πρόεδρος των εκεί εισαγωγέων-εξαγωγέων) Γεώργιος Ζίας, μετέπειτα «ύπατος πρόεδρος» κατά το μεγαλύτερο μέρος της δικτατορίας (1971-1974), δεν πήγε καθόλου πίσω σε πρωτοσέλιδη συνέντευξή του στην ίδια εφημερίδα:
«Διακηρύττω με ιδιαιτέραν χαράν και υπερηφάνειαν ότι συναντήσαμεν εις την πατρίδα μας πλήρη τάξιν, ειρήνην, ομόνοιαν και ασφάλειαν, πράγματα τα οποία εις ουδεμίαν άλλην χώραν συναντά κανείς. Και ταύτα χάρις εις την εθνοσωτήριον επέμβασιν του ηρωικού μας στρατού και την Επαναστατικήν Κυβέρνησιν της 21 Απριλίου 1967. Οι απανταχού Ελληνες πρέπει να τους ευγνωμονούμεν».

Οι ψυχροπολεμικές ρίζες

Ενας τμηματάρχης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ κι ένας πάλαι ποτέ υπάλληλος του αμερικανικού προξενείου πρωταγωνίστησαν στο συνέδριο της Θεσσαλονίκης.
Σακελλαρίδης- Δανιήλ | ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΒΟΡΡΑΣ / ΓΑΚ- ΑΡΧΕΙΟ ΓΓΤΠ
Η πανηγυρική σύμπλευση της «Παμμακεδονικής» με τη χούντα δεν ήταν μια απροσδόκητη έκπληξη που έπεσε από τον ουρανό. Το αντίθετο, μάλιστα.
Ηδη από την ίδρυσή της το 1947, στο πλαίσιο του Δόγματος Τρούμαν, η υπερατλαντική ομογενειακή οργάνωση ήταν σημαδεμένη από το κλίμα του Ψυχρού Πολέμου κι έναν ακραίο αντικομμουνισμό/αντισλαβισμό, που δεν άφηνε και πολλά περιθώρια σεβασμού των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων.

Εδώ παπάς, εκεί Τρούμαν

Σύμφωνα με την επίσημη ιστορία της οργάνωσης, όπως παρατίθεται στην ιστοσελίδα της διά χειρός της «Υπάτου Γραμματέως» Νίνας Γκατζούλη, η ίδρυση της «Παμμακεδονικής» οφείλεται στον ίδιο τον Τρούμαν, πραγματοποιήθηκε δε κάτω από συνθήκες που θυμίζουν παραμύθι του κατηχητικού:
«Ο πατήρ Θωμάς Δανιήλ από τη Μόρφη, Κοζάνης της Δυτικής Μακεδονίας, ιερέας της Ελληνικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στην Ουάσιγκτον, ήταν επίσης και στενός φίλος του τότε Προέδρου της Αμερικής, Harry Truman. Οι δυο άνδρες ήταν τόσο στενά συνδεδεμένοι και έτρεφαν ανεκτίμητη φιλία ο ένας για τον άλλον και ο Πρόεδρος εκτιμούσε τόσο βαθιά τον πατέρα Θωμά, που του πρόσφερε χώρο γραφείου στο Λευκό Οίκο. Μια μέρα ο Πρόεδρος εξομολογήθηκε στον πατέρα Θωμά ότι στο Λευκό Οίκο υπάρχουν διαδώσεις για “τη διαμόρφωση “Μακεδονικού Κράτους” στα Βαλκάνια”.
»Χωρίς να χάσει καιρό ο πατήρ Θωμάς ειδοποίησε τον τότε Αρχιεπίσκοπο Αμερικής, Αθηναγόρα, για τα σχέδια των Σλάβων και οι Μακεδόνες κινητοποιήθηκαν αμέσως. Ετσι στις 28 Απριλίου 1946 και κατά τη διάρκεια Μακεδονικής συσκέψεως στο Detroit, γεννήθηκε η Παμμακεδονική Ενωση Αμερικής. [...] Μετά από μια σειρά συσκέψεων και διαπραγματεύσεων, στις 21 Ιανουαρίου 1947, εκκλήθη στη Νέα Υόρκη μια γενική σύσκεψη, όπου δημιουργήθηκε η πρώτη Προσωρινή Παμμακεδονική Επιτροπή. [...] Η Επιτροπή στις 21 Σεπτεμβρίου κάλεσε το πρώτο Συνέδριο της Παμμακεδονικής στο ξενοδοχείο Plaza Hotel της Νέας Υόρκης»
Η εμπιστευτική ενημέρωση του παπα-Θωμά από τον Τρούμαν για τις «διαδόσεις» περί «Μακεδονικού κράτους», δυο ολόκληρα χρόνια μετά την επίσημη σύσταση της ομόσπονδης γιουγκοσλαβικής Λ.Δ. Μακεδονίας, δεν χρειάζεται φυσικά το παραμικρό σχόλιο.
Εν έτει 2016, η ίδια επίσημη αυτοπαρουσίαση της Παμμακεδονικής παραμένει, άλλωστε, καθηλωμένη στο κλίμα (και τον ψυχισμό) του Ψυχρού Πολέμου:
«Το 1947 υιοθετήθηκε στις ΗΠΑ το Δόγμα/Σχέδιο Τρούμαν-Μάρσιαλ, σύμφωνα με το οποίο θα παρεχόταν βοήθεια στην Ελλάδα ούτως ώστε οι Ελληνες να καταπολεμήσουν το Κομμουνιστικό κίνημα το οποίο απλωνόταν με αστραπιαίο ρυθμό στον Ελλαδικό χώρο.
»Η Κυβέρνηση Τρούμαν, μέσω του προαναφερθέντος Δόγματος/Σχεδίου και η οικονομική ενίσχυση της Αμερικής μαζί με τις τόσες θυσίες του Ελληνικού λαού και το Ελληνικό αίμα που χύθηκε κατά την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου, έσωσε την Μακεδονία από τα πλοκάμια της Κομμουνιστικής απειλής».

Η εικόνα των διπλωματών

Η ταύτιση της Παμμακεδονικής και του συνεδρίου της με το καθεστώς ήταν εμφανής στα έντυπα της συμπρωτεύουσας και της μακεδονικής ενδοχώρας. Η ταύτιση της Παμμακεδονικής και του συνεδρίου της με το καθεστώς ήταν εμφανής στα έντυπα της συμπρωτεύουσας και της μακεδονικής ενδοχώρας. | 
Σοβαρότερες πληροφορίες για τα πρώτα βήματα «Παμμακεδονικής Ενώσεως ΗΠΑ-Καναδά Α.Ε.» αντλούμε από ένα «πληροφοριακό σημείωμα» του γενικού προξενείου Ν. Υόρκης (2/8/1952) που εντοπίστηκε στο αρχείο της Γενικής Γραμματείας Τύπου και Πληροφοριών.
Η οργάνωση, διαβάζουμε εκεί, «ιδρύθη τον Σεπτέμβριον 1947»· «διά την ίδρυσίν της επρωτοστάτησαν αφ’ ενός ο εν Ν. Υόρκη γουνέμπορος Τάσσος Παππάς μετά του Θ. Οικονομίδη», στελέχη του συλλόγου Καστοριέων Ν. Υόρκης, «και αφ’ ετέρου ο εν Ουασινγκτώνι δικηγόρος Γεώργιος Παπανικολάου ή Παπανικόλας και ο Ν. Μακτός».
Αναφορά της πρεσβείας της Ουάσινγκτον (5/8/1952, αρ.πρ.1167/Β/2) κατονομάζει πάλι ως πρωτεργάτες «τα εν Νέα Υόρκη σωματεία Καστοριέων αφ’ ενός και διακεκριμένους Μακεδόνες εν Νέα Υόρκη και Ουάσινγκτων αφ’ ετέρου, ως οι κ.κ. Στέφανος Λαδάς, δικηγόρος και Νομικός Σύμβουλος της Εταιρείας Coca Cola, Γ. Παπανικολάου, δικηγόρος, και Ν. Μακτός, νομομαθής υπηρετών εις το State Department».
Ο παπα-Θωμάς λάμπει κι εδώ δια της απουσίας του. Στην Παμμακεδονική μετείχαν 40 μακεδονικά σωματεία διαφόρων πόλεων, «με εγγεγραμμένα μέλη περίπου 2.000», οι δε «εκ Μακεδονίας ομογενείς» των ΗΠΑ «υπολογίζονται εις 8 έως 10.000».
«Σκοπός της Οργανώσεως ταύτης», διευκρινίζει το σημείωμα, «έχει τεθή αφ’ ενός η καταπολέμησις της βουλγαρο-γιουγκοσλαυικής προπαγάνδας και η διαφώτισις των Αμερικανών ως προς την Ελληνικότητα της Μακεδονίας και αφ’ ετέρου η παροχή ηθικής και υλικής βοηθείας εις την γεννέτειραν και τα μέλη».
Η έμπρακτη δραστηριότητά της ήταν πάντως μάλλον ατροφική: σύσταση μιας «Επιτροπής Μελετών και Δημοσιευμάτων» (που «εκτός του έργου της παρακολουθήσεως του Τύπου, εμερίμνησεν διά την εν Ηνωμέναις Πολιτείαις ευρείαν κυκλοφορίαν του βιβλίου του κ. Χ. Χρηστίδη “Macedonian Camouflage in the Light of Facts and Figures”», μιας ημιεπίσημης δηλαδή έκδοσης της Αθήνας)· συγκέντρωση 40.000 δολαρίων «επί τω σκοπώ ιδρύσεως δύο υγειονομικών κέντρων» στα Γρεβενά και το Τσοτύλι· συντήρηση 8 υποτρόφων, Ελληνοαμερικανών «εκ Μακεδονίας», στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή και στο Αμερικανικό Κολέγιο της Θεσσαλονίκης.
«Επίσης», διαβάζουμε, «κατά τα επίσημα συνέδρια των τελευταίων ετών απεστάλησαν εκ μέρους των συνέδρων διάφορα ψηφίσματα π.χ. Ψήφισμα ευγνωμοσύνης προς τον Πρόεδρον Τρούμαν και την Αμερικήν δια την προς την Ελλάδαν βοήθειαν. Ψήφισμα διαμαρτυρίας δια την εισέτι κατακράτησιν των απαχθέντων Ελληνοπαίδων. Ψήφισμα επικροτούν την πολιτικήν της Αμερικανικής Κυβερνήσεως εις το ζήτημα της Κορέας κ.λπ.».
Εκτίμηση του γενικού προξένου Σόλωνος Κοντομήτρου ήταν ωστόσο πως «η “Παμμακεδονική Ενωσις”, καταλλήλως οργανουμένη, δύναται να χρησιμοποιήση επωφελώς τας οκτώ περίπου χιλιάδας ομογενών Μακεδόνων, να εξεύρη ευχερώς τα αναγκαιούντα οικονομικά μέσα δια συνεισφοράς των πλουσιωτέρων εκ των μελών της και να αποδυθή εις συστηματικόν δυναμικόν αγώνα δια να εξουδετερώση αποτελεσματικώς την βουλγαρικήν δράσιν τόσον εν ταις Ηνωμέναις Πολιτείαις όσον και εν Καναδά».
Εξαιρετικά εύγλωττα για τους μηχανισμούς που διεκπεραίωσαν τελικά αυτή την εθνική παρέμβαση είναι μια σειρά αποκόμματα υπερατλαντικών εφημερίδων, αρχειοθετημένα στον ίδιο φάκελο της ΓΓΤΠ με τη χειρόγραφη ένδειξη «Αντίδρασις Ομογενείας».
Συντάκτης των περισσότερων απ’ αυτά, και πρωτεργάτης του χαρτοπόλεμου με την ομόλογη βουλγαρόφρονα Μακεδονική Πατριωτική Οργάνωση (MPO), ήταν ο Χαράλαμπος Σωτηρόπουλος.
Το στέλεχος δηλαδή της ΚΥΠ που επί χούντας ανέλαβε διευθυντής του Τμήματος Εθνικών Θεμάτων της υπηρεσίας, διατηρήθηκε σ’ αυτή τη θέση μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 1986 και το 1992, επί Σαμαρά και Μητσοτάκη, κλήθηκε να διαχειριστεί ξανά το Μακεδονικό (ως «Σκοπιανό», πλέον) από τη θέση του ειδικού συμβούλου του ΥΠΕΞ.

Ραντεβού στο Μόντρεαλ

«Παμμακεδονική Ενωση ΗΠΑ-Καναδά Α.Ε.»
Οι ύμνοι της «Παμμακεδονικής» προς τη χούντα δεν περιορίστηκαν στο 22ο συνέδριο της Θεσσαλονίκης.
Οπως διαπιστώνουμε από σχετικό αφιέρωμα του φλωρινιώτικου «Αριστοτέλη» (τχ.75-76), παρόμοιοι τόνοι επικράτησαν και στα χάπενινγκ του επόμενου συνεδρίου, που πραγματοποιήθηκε επί αμερικανικού εδάφους (Μόντρεαλ 3-5/7/1969).
Χαρακτηριστικό δείγμα από την περιγραφή της ομιλίας του απόστρατου ταξίαρχου Παύλου Τσάμη, διευθυντή του Κέντρου Απόδημων Μακεδόνων, σε συγκέντρωση της «Παμμακεδονικής» στο Τορόντο (9/7/1969):
«Εδωσε με πολύ συγκινητικά λόγια την εικόνα της σημερινής καταστάσεως της ζωής εις το ακραίον τμήμα της Ελλάδος. Εβεβαίωσε τους ακροατάς του ότι εις την Ελλάδα και ειδικά εις το βόρειον τμήμα της, την Μακεδονίαν, ο λαός βελτιώνει τας συνθήκας ζωής του, βλέπει μεγάλη στοργήν από την κυβέρνησιν και αισθάνεται την προστασίαν του κράτους εις όλους τους κινδύνους που διατρέχει από τις αχόρταγες βλέψεις των Σλαύων» (σ.54).
Μικρή λεπτομέρεια: το Κέντρο Απόδημων Μακεδόνων ήταν μια τυπική παρακρατική υπηρεσία της εποχής.
Συγκροτήθηκε από το ΥΠΕΞ και υπαγόταν στην Υπηρεσία Πολιτικών Υποθέσεων (από την οποία και χρηματοδοτούνταν)· τυπικά όμως αποτελούσε παράρτημα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, που πήρε και την επίσημη απόφαση για την ίδρυσή του (12/11/1966).
Τα εγκαίνιά του έγιναν επί χούντας (8/6/1967), καταργήθηκε δε το 1997 από την κυβέρνηση Σημίτη, επί υπουργίας Πάγκαλου.
Ακόμη απολαυστικότερο είναι το προσωπικό γλείψιμο του επικεφαλής της τοπικής χουντικής διοίκησης που διαπερνά το ίδιο αφιέρωμα.
«Οταν ο κ. Μπράβος μπήκε στην αίθουσα του Αγίου Γεωργίου» στο Τορόντο για τη συναυλία που οργάνωσε εκεί η «Παμμακεδονική», διαβάζουμε σε άρθρο που υπογράφει ο διευθυντής του υπερατλαντικού «Ελληνικού Βήματος» Δημήτριος Ζώτος«ξέσπασαν όλοι σε χειροκροτήματα και φωνές. Η πρώτη δική μου εντύπωση ήταν ότι ο Νομάρχης Φλωρίνης αποτελεί για κάθε Φλωριναίο ιδιαίτερο καμάρι. [..] Ως άνθρωπος κατόρθωσε να μπη στις καρδιές όλων των Φλωριναίων, σαν Ηγέτης επέτυχε να έχη ένα θαυμάσιο λαό να του προσφέρη το καλύτερο. [...] Αξέχαστες θα μείνουν οι στιγμές που μας παρέσυρε με την ομιλίαν του διά μέσου των αιώνων για όλα τα επιτεύγματα των Μακεδόνων, από της εποχής του Φιλίππου και του Αλεξάνδρου μέχρι των προσφάτων αγώνων για την απομάκρυνσιν του κομμουνισμού από τα εδάφη της Βορείου Ελλάδος. Ενας ακράτητος ενθουσιασμός συνεπήρε τους ακροατάς και εκάλυψαν τα τελευταία λόγια του κ. Μπράβου με ζητωκραυγάς υπέρ της Ελλάδος και της Παμμακεδονικής» (σ.45-6 & 55).
Από κάποια μισόλογα του ίδιου άρθρου (σ.55-6) διαφαίνεται πάντως ότι, παρά τον ενθουσιασμό του εθνικόφρονος πυρήνα, η πλειονότητα των Ελλήνων μεταναστών της πόλης, Μακεδόνων και μη, μποϊκοτάρισε το όλο event.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου