Τετάρτη 16 Αυγούστου 2017

Πώς η επέκταση του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος στην Ευρώπη αλλάζει ριζικά την Ε.Ε.

AP PHOTO / GEERT VANDEN WUNGAERT

Συντάκτης: Αποστόλης Φωτιάδης
Μέρος 1ο
Μια επίτροπος ενθουσιάζεται ακούγοντας «νέα» που ήδη ξέρει
Στο συναισθηματικά φορτισμένο λόγο του για την Κατάσταση της Ενωσης, τον Σεπτέμβριο του 2016, ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, μιλά για τις υπαρξιακές απειλές που αντιμετωπίζει το έργο ζωής του, η Ε.Ε. Ζητά από τους Ευρωπαίους πολιτικούς να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις με καινοτόμο αποφασιστικότητα προκειμένου να διατηρηθεί ο ευρωπαϊκός «τρόπος ζωής».
Η «Ηπια Ισχύς δεν είναι αρκετή» για να αντιμετωπιστούν οι σύγχρονες απειλές, θα πει o Γιούνκερ, πριν τονίσει ότι μια ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική είναι επειγόντως απαραίτητη. «Για να είναι ισχυρή η ευρωπαϊκή άμυνα, η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία πρέπει να καινοτομεί. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο θα προτείνουμε πριν από το τέλος του έτους ένα Ευρωπαϊκό Ταμείο Αμυνας, το οποίο θα ενισχύσει την έρευνα και την καινοτομία».

Το πρώτο πράγμα που ακαριαία ενισχύεται από την αναφορά του Γιούνκερ είναι ο ενθουσιασμός της επίτροπου για τη Βιομηχανία, Ελζμπιέτα Μπιενκόφσκα, που «τιτιβίζει» στο twitter: «Καλά νέα για την αμυντική βιομηχανία: νέο Ευρωπαϊκό Αμυντικό Ταμείο πριν από το τέλος του έτους!»

Η αλήθεια είναι ότι στα λεγόμενα του Γιούνκερ δεν υπάρχουν νέα ούτε για την αμυντική βιομηχανία, αλλά ούτε και για την Μπιενκόφσκα. Ενάμιση χρόνο πριν, τον Μάρτιο του 2015, η Μπιενκόφσκα είχε δημιουργήσει μια ομάδα προσωπικοτήτων (Group of Personalities - GoP) η οποία θα συμβούλευε την Επιτροπή σχετικά με τον τρόπο υποστήριξης και προώθησης της έρευνας στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας.

Το μείγμα προσώπων που προσκλήθηκαν σε αυτήν την πολιτική πρωτοβουλία ήταν σοβαρά ονόματα και τακτικοί επισκέπτες στα φόρα της βιομηχανίας και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Πολιτικοί, ακαδημαϊκοί, think-tankers και όλοι οι σημαντικοί διευθύνοντες σύμβουλοι της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, συμπεριλαμβανομένων των Indra, Saab, Airbus Group, BAE Systems, Finmeccanica (μετονομάστηκε σε Leonardo).

Μαζί και πολύ έμπειροι άνθρωποι με σοβαρή επιρροή σε θέματα εξωτερικής και αμυντικής πολιτική της Ε.Ε., ισχυροί υποστηρικτές των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και των ευρω-ατλαντικών σχέσεων όπως ο Σουηδός Καρλ Μπιλντ αλλά και ο διαχρονικός υποστηρικτής της στρατιωτικοποίησης της Ε.Ε., ευρωβουλευτής του Ευρ. Λαϊκού Κόμματος Μίκαελ Γκέλερ.

Η εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τις εξωτερικές υποθέσεις και αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φεντερίκα Μογκερίνι, υπεύθυνη και για μερικές από τις σημαντικότερες αποστολές στρατιωτικού χαρακτήρα της Ε.Ε. στο εξωτερικό, θα είναι επίσης παρούσα.

Η αναφορά που προέκυψε τον Φεβρουάριο του 2016 από τη διεργασία της ομάδας της Μπιενκόφσκα έχει τίτλο «Ευρωπαϊκή Ερευνα στον Τομέα της Αμυνας». Εισηγητής είναι το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Μελετών Ασφάλειας (EUISS), ένας οργανισμός της Ε.Ε. που ασχολείται με την ανάλυση σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας.

Εχοντας υπ’ όψιν ποιοι συγκροτούν αυτήν την ομάδα, δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι η αναφορά προτείνει μια θεσμική αναθεώρηση που θα έφερνε στην πρώτη γραμμή της αμυντικής πολιτικής τη βιομηχανία και τους αγαπημένους της συνομιλητές. Ούτε ότι προβλέπει μια «Προπαρασκευαστική Δράση» μεταξύ 2017 και 2020 ως ένα βήμα που θα οδηγήσει στην ενσωμάτωση ενός νέου Ευρωπαϊκού Ταμείου για έρευνα στον τομέα της άμυνας στον επόμενο προϋπολογισμό της Ε.Ε. (μετά το 2020).

Οι προτάσεις δεν είναι στον αέρα, αφού όλα αυτά θα ακολουθήσουν στον δρόμο που ήδη χαράσσει ένα πιλοτικό σχέδιο το οποίο ήδη έχει «θεσπιστεί στον προϋπολογισμό της Ε.Ε. για το 2015» και προβλέπει 1,5 εκατομμύριο ευρώ για προγράμματα έρευνας στον τομέα της άμυνας.

Η έκθεση πρότεινε επίσης τη δημιουργία ενός ειδικού συμβουλευτικού οργάνου (Advisory Board) που θα υποστηρίζει την Επιτροπή κατά τη χάραξη της πολιτικής της για την έρευνα στον τομέα της άμυνας και την ενσωμάτωση αυτής στον τακτικό προϋπολογισμό της. Αυτό θα περιλαμβάνει εμπειρογνώμονες στον τομέα της άμυνας και εκπροσώπους εξειδικευμένων φορέων, προκειμένου να δομηθεί ο διάλογος «για την οδική χαρτογράφηση μεταξύ του κλάδου (του τελικού προμηθευτή) και των κρατών-μελών (οι έμπιστοι πελάτες)».

Συνιστάται επίσης στην Επιτροπή να αναζητήσει τη βοήθεια εξειδικευμένων φορέων «όπως ο Σύνδεσμος Αεροδιαστημικών και Αμυντικών Βιομηχανιών της Ευρώπης» (ASD) για την επιλογή εκπροσώπων στο συμβουλευτικό όργανο. Το ASD είναι το βασικό δίκτυο, ή απλούστερα λόμπι, που αντιπροσωπεύει τα συμφέροντα γιγάντων της στρατιωτικής βιομηχανίας στις Βρυξέλλες.

Μεταξύ των μελών του συναντά τις Airbus, Finmeccanica, Saab, Thales, Safran και BAE Systems καθώς και πολλές εθνικές ενώσεις που εκπροσωπούν τα βιομηχανικά τους συμφέροντα.

Παρότι τα συμπεράσματα του GoP της Μπιενκόφσκα προτείνουν μια σειρά από πολιτικές καινοτομίες, δεν υπήρχε τίποτα νέο στην τακτική που πρότειναν. Πριν από δεκαπέντε χρόνια η Ευρ. Επιτροπή και η βιομηχανία είχαν χρησιμοποιήσει την ίδια μέθοδο για να ανοίξουν τον δρόμο προς τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό για τον τομέα εσωτερικής ασφάλειας.

Και τότε ένα πιλοτικό ερευνητικό πρόγραμμα στον τομέα της ασφάλειας μοχλεύθηκε σε Προπαρασκευαστική Δράση έως ότου στον επόμενο προϋπολογισμό της Ε.Ε. (2014-2020) δίπλα στα χρήματα της έρευνας για την ασφάλεια που πολλαπλασιάστηκαν προστέθηκε το Ταμείο για την Εσωτερική Ασφάλεια (Internal Security Fund), προβλέποντας 3,5 δισ. για την προμήθεια βιομετρικών μηχανισμών μέσων συνοριακής επιτήρησης και άλλων προϊόντων ασφαλείας.

Μια έκθεση που είχε αναθέσει σε ειδικούς η Επιτροπή Ελευθεριών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η επιτροπή LIBE, επέκρινε έντονα από το 2014 τις ομάδες προσωπικοτήτων και τα συμβουλευτικά όργανα καθώς και ομάδες εργασίας όπου η πολιτική ασφάλειας και άμυνας υλοποιήθηκε ως μια «κλειστή κοινότητα με συμφέροντα όσον αφορά την ανάπτυξη τεράστιου περιθώριου κέρδους για τη βιομηχανία» η οποία «έχει επιτυχώς καθορίσει τις παραμέτρους και τη λογική της χρηματοδότησης της Ε.Ε. για την έρευνα στο τομέα ασφαλείας».

Η αναφορά της LIBE επίσης προέβλεπε ότι «στο μέλλον η χρηματοδότηση της έρευνας για την ασφάλεια θα τεθεί κυρίως στην υπηρεσία της βιομηχανίας αντί της κοινωνίας».

Η σύγκριση μεταξύ του GoP που δημιούργησε η Μπιενκόφσκα και εκείνου που πριν από δεκαπέντε χρόνια έθεσε τον οδικό χάρτη για την ενσωμάτωση της ατζέντας της εσωτερικής ασφάλειας από όπου εκκινεί η διείσδυση σε πόρους του προϋπολογισμού της Ε.Ε. είναι αποκαλυπτική.

Στην έκθεση «Ερευνα για μια ασφαλή Ευρώπη», που υποβλήθηκε στην Επιτροπή το 2004, φιγουράρουν τα προφίλ διευθυντικών στελεχών μεγάλων κατασκευαστών εξοπλισμών.

Μεταξύ άλλων, η Finmeccanica, η AirBus Group (τότε γνωστή ως EADS), η Thales, η Indra, η BAE Systems, ο αντιπρόεδρος της Siemens και ο τότε επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Χαβιέ Σολάνα, που ανέλαβε καθήκοντα έχοντας πριν υπηρετήσει τα προηγούμενα πέντε χρόνια ως επικεφαλής του ΝΑΤΟ.

Εισηγητής ήταν ξανά η EUISS, ενώ πάλι υπάρχουν εμπειρογνώμονες και βουλευτές του Ευρωκοινοβουλίου για την ολοκλήρωση του μείγματος καθώς και ο, πανταχού παρών, Καρλ Μπιλντ.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: ένας παλιός αντίπαλος που έγινε καλός φίλος των «γερακιών»

Η πληρότητα δεν φαίνεται να είναι το ισχυρό σημείο της υπο-επιτροπής Ασφάλειας και Αμυνας (SEDE) του Ευρωκοινοβουλίου. Τα αρχειοθετημένα βίντεο των συνεδριάσεών της δείχνουν συχνά ένα μικρο αριθμό ευρωβουλευτών να ακούνε εμπειρογνώμονες σε θέματα ασφαλείας ή γεωπολιτικούς αναλυτές που περιγράφουν ένα κόσμο «Μαντ Μαξ» πέρα από τα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε. Στη συνέχεια οι εκπρόσωποι των Ευρωπαίων πολιτών παρεμβαίνουν με γενικά πολιτικά σχόλια.

Σπάνια υπάρχει αρκετός χρόνος για ερωτήσεις και απαντήσεις. Τα δημοφιλέστερα ζητήματα για τα μέλη της SEDE φαίνεται να είναι ένα μενού φόβου μπροστά σε υπαρξιακές απειλές: την ισλαμική τρομοκρατία, τον απομονωτισμό του Τραμπ και, ειδικά για τους ευρωβουλευτές των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, την «επιθετική και διχαστική ατζέντα του Πούτιν» κατά της Ε.Ε.

Παρά το γεγονός ότι τα οργανωμένα συμφέροντα δρομολόγησαν τη στρατιωτικοποίηση πολλών από τις χρηματοροές του προϋπολογισμού της Ε.Ε. χρόνια πριν αυτά τα ζητήματα αναδειχτούν ως κεντρικά, αυτό δεν φαίνεται να εμποδίζει αρκετούς βουλευτές του Ε.Κ. να προσαρμόσουν την αφήγησή τους.

«Ακόμα λιγότερο και από την αποτελεσματική άσκηση πιέσεων, θα υποστήριζα ότι η πλειοψηφία των ευρωβουλευτών και των ενδιαφερομένων σε αυτά τα όργανα καθοδηγούνται από μια αίσθηση φόβου και την ανάγκη να βρουν γρήγορες λύσεις, κατά την άποψή μου, σε δομικά προβλήματα διαρθρωτικής ασφάλειας» λέει η Μπόντιλ Βαλέρο, ευρωβουλευτής με τους Πράσινους και εκπρόσωπός τους στη SEDE αλλά και την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων (AFET).

Οι δύο αυτοί θεσμοί έχουν μετατραπεί σε οχήματα για την αιχμαλώτιση και απομόνωση της συζήτησης για τις πολιτικές άμυνας και ασφάλειας. «Οταν απευθυνθήκαμε σε άλλες επιτροπές για την έρευνα ή τον προϋπολογισμό, μας είπαν ότι δεν ήταν οι ειδικοί στο θέμα» θα πει η Λετίσια Σεντού, υπεύθυνη προγράμματος του Ευρωπαϊκού Δικτύου για την Καταπολέμηση του Εμπορίου Οπλων (ENAAT), μια μικρή συμμαχία οργανώσεων που εναντιώνονται στην άκριτη επέκταση των εξοπλιστικών προγραμμάτων.

Ομως το Ε.Κ. δεν ήταν πάντα τόσο φιλικό έδαφος για το αναδυόμενο στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα. Ανοίγοντας τον δρόμο για μια πολιτική ασφάλειας της Ε.Ε. από το 2004 και για μια δεκαετία η βιομηχανία και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αντιμετώπισαν «σημαντικές αντιθέσεις και σοβαρά εμπόδια στο εσωτερικό του Ευρωκοινοβουλίου» θυμάται ο Ben Hayes, ένας Αγγλος εμπειρογνώμονας σε ζητήματα ασφάλειας που για χρόνια συνεργάστηκε με τα ερευνητικά κέντρα Statewatch και Transnational Institute.

«Η κριτική από τους βουλευτές του Ε.Κ. στις επιτροπές ήταν συχνά έντονη και τα διάφορα επιμέρους έργα επιτήρησης που προωθήθηκαν από την Επιτροπή, όπως το PNR και το Smart Border (γνωστό πια ως Entry-Exit System), χρειάστηκαν χρόνια για να περάσουν από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να λάβουν πολιτική έγκριση» θυμάται.

Αυτή τη φορά ο μετασχηματισμός από την ατζέντα της εσωτερικής ασφάλειας στη σκληρή στρατιωτικοποίηση δεν θα βρει τέτοιες αντιστάσεις. Το Ε.Κ. είχε μετατραπεί σε πολύ πιο φιλικό έδαφος. Οι παραδοσιακές πολιτικές διαχωριστικές γραμμές δεν εξηγούν την τρέχουσα ισορροπία, δεδομένου ότι πολλές φορές οι σοσιαλδημοκράτες και οι φιλελεύθεροι μοιράζονται πανομοιότυπες αφηγήσεις με τους χριστιανοδημοκράτες και άλλους συντηρητικούς του Ευρ. Λαϊκού Κόμματος.

Τα τεκμήρια επίσης δεν φαίνονται να αποτελούν προτεραιότητα κατά την εκτίμηση του μεγέθους μιας απειλής. Η ίδια η EUISS (οργανισμός της Ε.Ε. με ρόλο εισηγητή και στις δύο καίριες αναφορές) αναφέρει ότι το 2016 η Ε.Ε. των 28 επένδυσε 206 δισεκατομμύρια ευρώ στην άμυνα και η Ρωσία 42 δισεκατομμύρια ευρώ, σχεδόν τα ίδια με τη Γαλλία (43 δισεκατομμύρια ευρώ).

Η Ρωσία και η Ε.Ε. είχαν αυξημένες δαπάνες +4% από το 2012, με 14 κράτη-μέλη της Ε.Ε. να αυξάνουν τις αμυντικές τους δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ από το 2014. Ωστόσο στην πλειονότητα των δημόσιων αναφορών γύρω από το ζήτημα συστηματικά συναντά κανείς το επιχείρημα ότι η εντατική μείωση εξοπλιστικών δαπανών των κρατών-μελών της Ε.Ε. τα τελευταία χρόνια τις καθιστά ευάλωτες και οφείλει να αναστραφεί.

Το βήμα για αυτή την αλλαγή πορείας συντονίζουν μεγάλα κράτη-μέλη της Ε.Ε., των οποίων η στρατιωτική βιομηχανία και ο ηγεμονικός ρόλος τους αναμένεται να είναι οι μεγάλοι επωφελούμενοι από τη διεύρυνση την πολιτικής για την Αμυνα και το νέο γεωπολιτικό τοπίο μέσα στο οποίο αυτή θα εξελιχθεί.

Οι υπουργοί Αμυνας της Γερμανίας και της Γαλλίας παρενέβησαν για να προωθήσουν τη στενότερη συνεργασία της Ε.Ε. στον τομέα της άμυνας με ένα διμερές Σχέδιο Δράσης που υποβλήθηκε υπ’ όψιν της Μογκερίνι, στις 11 Σεπτεμβρίου 2016.

Ωστόσο η δυναμική χτιζόταν ταυτόχρονα σε πολλά επίπεδα. Την εποχή που η ομάδα της Μπιενκόφσκα ολοκλήρωνε τα καθήκοντά της, ξεκινούσαν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αρκετές παράλληλες στοχευμένες κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Μια πρώτη προερχόταν από τον ευρωβουλευτή της ALDE και πρώην υπουργό Εξωτερικών της Εσθονίας, Ουρμας Πάετ.

Η πρωτοβουλία του Πάετ για τη συγγραφή μιας αναφοράς ήταν μια συνηθισμένη κοινοβουλευτική διαδικασία που χρησιμοποιούν πολιτικές ομάδες οι οποίες επιθυμούν να προωθήσουν συγκεκριμένες ατζέντες, τα Own Initiative Reports ή INI.

To ΙΝΙ του Πάετ επικεντρώθηκε στη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Ενωσης (European Defense Union - EDU). Η άποψή του για την κατάσταση της ασφάλειας στην Ε.Ε. δεν αποκλίνει από την κυρίαρχη. «Ο κύριος λόγος για τη δημιουργία της EDU είναι η επιδείνωση της κατάστασης ασφάλειας στη γειτονιά της Ευρώπης, αλλά και στην ίδια την Ευρώπη αν σκεφτούμε τις τρομοκρατικές επιθέσεις τα τελευταία χρόνια» απαντά όταν ερωτάται γιατί πήρε την πρωτοβουλία και συνεχίζει:

«Είναι ζωτικής σημασίας η Ε.Ε. και τα κράτη-μέλη της να αξιοποιήσουν όλες τις δυνατότητές τους, την εμπειρία και τις ικανότητές τους για να ενισχύσουν την ασφάλεια της Ευρώπης. Και μία από τις προϋποθέσεις για την ενίσχυση της ασφάλειάς μας είναι η συνεργασία στον τομέα της άμυνας μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε., δηλαδή η EDU».

Την ίδια περίοδο ο σοσιαλδημοκράτης και αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Ιωάννης Μιρτσέα Πάσκου, ασχολείται με την ετήσια κοινοβουλευτική έκθεση για την Πολιτική Ασφάλειας και Αμυνας (που συνήθως αναφέρεται ως ετήσια έκθεση για την CSDP).

Ο Πάσκου, πρώην υπουργός Αμυνας της Ρουμανίας, είναι επίσης μέλος μιας σημαντικής οργάνωσης με επιρροή στο Ευρωκοινοβούλιο που προωθεί θέματα ασφάλειας και άμυνας με το όνομα Kangarou. Το όνομα έχει επιλεγεί για την ομάδα «λόγω της ικανότητάς του ζώου [καγκουρό] να κάνει μεγάλα άλματα πάνω από οποιοδήποτε εμπόδιο, αν και έχει μόνο μια μικρή τσέπη».

Ο Μίκαελ Γκέλερ, ο μοναδικός ευρωβουλευτής που συμμετείχε και στο GoP της Μπιενκόφσκα, είναι πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου τού Kangarou Group. Ο Γκέλερ είναι επίσης εκπρόσωπος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος για την Αμυνα και την Ασφάλεια και γνωστός υπέρμαχος της διεύρυνσης στην πρόσβαση της αμυντικής βιομηχανίας στα χρηματοδοτικά εργαλεία της Ε.Ε.

Οι αναφορές των Πάετ και Πάσκου, οι οποίοι εμπλέκονται στις επιτροπές AFET και SEDE (όπως και ο Γκέλερ), θα ακολουθήσουν το μακροσκελές γραφειοκρατικό ταξίδι τους σε υπο-επιτροπές και κοινοβουλευτικές ομάδες εργασίας, για να εγκριθούν τελικά από την Ολομέλεια του Ε.Κ. με μία μέρα διαφορά. Του Πάετ στις 22 Νοεμβρίου 2016, του Πάσκου στις 23. Και οι δύο, λιγότερο ή περισσότερο, αναπαράγουν τα βασικά επιχειρήματα της αναφοράς της ομάδας της Μπιενκόφσκα.

Πρότειναν όμως διάφορες επιπλέον καινοτομίες, συμπεριλαμβανομένης μιας πλήρους θεσμικής δομής για την ανάληψη και εφαρμογή της αμυντικής πολιτικής της Ε.Ε., τη συγκρότηση ενός Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αμυνας, καθώς και την καλλιέργεια της ικανότητας της Ε.Ε. να αναπτύξει ένοπλες δυνάμεις σε ζώνες κρίσης.

Οι κοινοβουλευτικές εκθέσεις δεν είναι δεσμευτικές για την Επιτροπή, λέει η Βαλέρο, «ωστόσο, στην πρώτη παράγραφο της πρότασής της για ένα ευρωπαϊκό σχέδιο δράσης στον τομέα της άμυνας, θα βρείτε μια αναφορά στην Αναφορά για την Ευρωπαϊκή Αμυντική Ενωση (υποσημείωση 4). Αυτό είναι πολύ ξεκάθαρο και σημαίνει ότι η Επιτροπή και η σοσιαλιστική, φιλελεύθερη, συντηρητική πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο προσπαθούν σαφώς να ενδυναμώσουν και να ενθαρρύνουν ο ένας τον άλλον».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου