Η συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ είναι επιβολή του Ελληνικού κράτους!
Και φυσικά εξυπηρετεί το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ-ΕΕ
Το κείμενο που αναδημοσιεύουμε έχει μεγάλη σημασία.
Και φυσικά εξυπηρετεί το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ-ΕΕ
Το κείμενο που αναδημοσιεύουμε έχει μεγάλη σημασία.
Γιατί, αφορά την Εφημερίδα των Συντακτών, που δρώντας ξεκάθαρα ως κομματικό όργανο του ΣΥΡΙΖΑ κινείται πλέον με όρους "εθνικής πλειοδοσίας", αποκαλύπτοντας ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μπορεί να εξυπηρετήσει καλύτερα τα αστικά συμφέροντα και την "προνομιακή" σχέση της ελληνικής άρχουσας τάξης με τις ΗΠΑ!
Δεύτερον, πρόκειται για ένα κείμενο του Αλέξη Ηρακλείδη, ενός οργανικού διανοούμενου του αστικού συστήματος εξουσίας, που κρατά ήρεμο προφίλ και χαμηλούς τόνους. Έχει σημασία λοιπόν -και για αυτό ακριβώς επιλέγεται ο συγκεκριμένος άνθρωπος- για να περιγράψει την σοβαρή επιτυχία του Ελληνικού κράτους, που με συνέχεια και συνέχεια εξυπηρέτησε και εξυπηρετεί μια πολιτική γραμμή που την χαρακτηρίζει η επιθετικότητα!
Μακεδονικό: μια ανέλπιστη ελληνική νίκη
Μακεδονικό: μια ανέλπιστη ελληνική νίκη
EUROKINISSI/ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ
Συντάκτης: Αλέξης Ηρακλείδης*
Η φόρμουλα λύσης που πρόσφατα βρέθηκε στο Μακεδονικό ήταν ανέλπιστη και φάνταζε αδύνατη πριν από λίγους μήνες. Η διπλωματική αυτή επιτυχία της Ελλάδας ξεπέρασε κάθε ρεαλιστική ελληνική προσδοκία. Κατόρθωσε το ακατόρθωτο, όχι μόνο την αλλαγή του ονόματος, αλλά και την εξασφάλιση του erga omnes και την αλλαγή εδαφίων του Συντάγματος. Δεν πρόκειται καν για μία λύση «θετικού αθροίσματος», με δύο κερδισμένους, χωρίς νικητές και ηττημένους, κερδισμένους και χαμένους, που ήταν το ζητούμενο, αλλά για λύση που γέρνει σαφώς υπέρ της ελληνικής πλευράς. Ας δούμε γιατί.
Πρώτον, είναι η πρώτη φορά στην παγκόσμια Ιστορία που ένα κράτος αναγκάζεται να αλλάξει το όνομά του επειδή αυτό απαιτεί ένα άλλο κράτος. Ο αυτοπροσδιορισμός είναι αναφαίρετο ανθρώπινο δικαίωμα και, σε επίπεδο εθνών, βασική πτυχή της θεμελιώδους αρχής της αυτοδιάθεσης των λαών. Κατά συνέπεια, είναι πολύ δύσκολα κατανοητό διεθνώς ένα ξένο κράτος να απαιτεί αλλαγή ονόματος, και μάλιστα στην περίπτωση αυτή ύστερα από 75 χρόνια (τρεις γενιές) χρήσης του από το εν λόγω έθνος.
Δεύτερον, υπάρχουν οι θεμελιώδεις αρχές του αναγκαστικού διεθνούς δικαίου (jus cogens) που είναι οι αρχές της κυριαρχίας, της ανεξαρτησίας και της μη ανάμειξης στα εσωτερικά των κρατών (π.χ. Σύνταγμα, πολίτευμα, κυβέρνηση) που ισχύουν στη διεθνή κοινωνία και στο διεθνές δίκαιο από την επαύριο της Συνθήκης της Βεστφαλίας (1648), για την ακρίβεια από το 1700 και μετά, τις οποίες κάλλιστα θα μπορούσε να επικαλεστεί η γειτονική χώρα για να μην αλλάξει το όνομα ή το Σύνταγμά της, και αν το έκανε θα έβρισκε μεγάλη διεθνή ανταπόκριση.
Τρίτον, σε ό,τι αφορά τον έναν από τους δύο ελληνικούς ισχυρισμούς για την ανάγκη αλλαγής του ονόματος, δηλαδή τα περί αλυτρωτισμού της γειτονικής χώρας, δεν πείθουν σχεδόν κανέναν εκτός Ελλάδας.
Αδυνατούν να αντιληφθούν πώς μία τόσο μικρή, φτωχή, αδύναμη, περίκλειστη και εθνοτικά διχασμένη χώρα, με ελάχιστες ένοπλες δυνάμεις και εξοπλισμούς, μπορεί να απειλήσει την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας, μιας χώρας που είναι θωρακισμένη ώς τα δόντια, εθνοτικά ομοιογενής όσο καμία άλλη χώρα των Βαλκανίων, με εξαιρετική γεωγραφική θέση (θάλασσα παντού, άπειρα νησιά, μεγάλα βουνά κατάλληλα για την άμυνα, όπως φάνηκε και με το έπος του ’40) και μέλος των δύο πλέον ισχυρών και ελιτίστικων περιφερειακών διεθνών οργανισμών (Ε.Ε. και ΝΑΤΟ).
Ετσι, οι συνομιλητές των Ελλήνων (σύμμαχοι, εταίροι και πολλοί άλλοι) κατέληξαν να θεωρούν τους Ελληνες, ειδικά κατά τη δεκαετία του 1990 (τότε που η Αθήνα αρνούνταν πεισματικά την ονομασία Μακεδονία, τα παράγωγά της ή τη σύνθετη ονομασία), στην καλύτερη περίπτωση γραφικούς, στη χειρότερη παρανοϊκούς.
Τέταρτον, σε ό,τι αφορά τον άλλο ελληνικό ισχυρισμό, τα περί σφετερισμού της ελληνικής κληρονομιάς, το «Μακεδονία» και «Μακεδόνες» δεν αντιστοιχεί με το Ελλάδα και Ελληνες. Η μακεδονική διάσταση αποτελεί μέρος της ελληνικής ταυτότητας, κληρονομιάς και επικράτειας, όχι το σύνολό της όπως συμβαίνει με το γειτονικό έθνος. Γι’ αυτούς αποτελεί τον βασικό προσδιορισμό της εθνικής τους ταυτότητας.
Το γνωστό «το «όνομά μας είναι η ψυχή μας» που έχουν επικαλεστεί διάφοροι Ελληνες εθνικιστές από το 1992 μέχρι σήμερα, ισχύει πολύ περισσότερο για τους γείτονες. Και πάντως ουδέποτε ζήτησαν αποκλειστικότητα ως προς το όνομα. Το βέβαιο είναι ότι το Βόρεια Μακεδονία είναι γι’ αυτούς μεγάλη θυσία, σχεδόν ατιμωτική, και πολλοί από αυτούς, εθνικιστές αλλά και μη εθνικιστές, αναρωτιούνται: αξίζει ένα έθνος που παζαρεύει για την ίδια του την ταυτότητα και την αλλάζει;
Μία πιο ισομερής λύση θετικού αθροίσματος θα ήταν η εξασφάλιση μόνο του Βόρεια Μακεδονία και όχι και το erga omnes και η αλλαγή του Συντάγματος, το οποίο δεν κάνει λόγο για αλυτρωτισμό, αλλά για απλό ενδιαφέρον για τους εθνοτικούς της αδελφούς, όπως άλλωστε πράττει και το ελληνικό Σύνταγμα. Επιπλέον, μία διεθνής συμφωνία υπερτερεί των συνταγματικών διατάξεων, όποιες και να είναι. Μία άλλη ισομερής λύση θετικού αθροίσματος θα ήταν το Makedonija, στα σλαβομακεδονικά, συν το erga omnes και οι αλλαγές στο Σύνταγμα.
Καταλήγοντας η μεγάλη –σχεδόν υπέρμετρη– ελληνική διπλωματική νίκη ίσως κρύβει, ακριβώς επειδή είναι ετεροβαρής (με νικητή την Ελλάδα), μία αχίλλειο πτέρνα: μπορεί τελικά να μη γίνει αποδεκτή από τους Σλαβομακεδόνες, όσο σημαντικά και να είναι τα «καρότα» (η ένταξη στο ΝΑΤΟ και οι ενταξιακές στην Ε.Ε.) που χρυσώνουν το επώδυνο γι’ αυτούς χάπι.
* Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο και συγγραφέας του προσεχούς βιβλίου «Εθνικά θέματα και εθνοκεντρισμός: μία κριτική στην ελληνική εξωτερική πολιτική» (Ι. Σιδέρης)
Η συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ είναι μια αντιδραστική συμφωνία που επιβάλλουν το ελληνικό κράτος-ΝΑΤΟ-ΕΕ
Η συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ είναι μια αντιδραστική συμφωνία, με την οποία η ελληνική αστική τάξη και το ελληνικό κράτος επιβάλλονται σε μια κατά πολύ ασθενέστερη οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά χώρα, με αντάλλαγμα να μην εμποδίσουν την ένταξή της στους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Τους τελευταίους μήνες το θέμα ανακινήθηκε λόγω της προσπάθειας να διευθυνθεί η παρουσία του ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια, στο πλαίσιο και του γεωστρατηγικού ανταγωνισμού του δυτικού ιμπεριαλισμού με τον ρωσικό.
Η ελληνική κυβέρνηση βρήκε την ευκαιρία να επιβάλλει την αλλαγή του ονόματος της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, να διεκδικήσει τον ρόλο του Διαμεσολαβητή και του βασικού εκπροσώπου του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στην περιοχή, να επιβεβαιώσει την πολιτική και οικονομική κυριαρχία του ελληνικού καπιταλισμού επί της γειτονικής χώρας.
Η ελληνική κυβέρνηση βρήκε την ευκαιρία να επιβάλλει την αλλαγή του ονόματος της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, να διεκδικήσει τον ρόλο του Διαμεσολαβητή και του βασικού εκπροσώπου του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στην περιοχή, να επιβεβαιώσει την πολιτική και οικονομική κυριαρχία του ελληνικού καπιταλισμού επί της γειτονικής χώρας.
Τσίπρας και Κοτζιάς μιλούν για δίκαιη λύση, την ίδια στιγμή που κυβερνητικά στελέχη κυνικά ομολογούν ότι δεν υπάρχει προηγούμενο στην ιστορία κατά το οποία μια χώρα να υποχρεώθηκε να αλλάξει το όνομά της για χάρη μιας άλλης. Εκτός από την αλλαγή του ονόματος σε «Βόρεια Μακεδονία», η συμφωνία επιβάλλει στη γείτονα χώρα να αποκηρύξει τη μακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα, η οποία έχει διωχθεί συστηματικά από το ελληνικό κράτος εδώ και δεκαετίες. Επιβάλλει ακόμα να ορκιστεί η γειτονική χώρα ότι η γλώσσα της δεν έχει σχέση με τα αρχαία ελληνικά, να ξηλώσει αγάλματα, να ορκιστεί ότι οι Μακεδόνες δεν έχουν σχέση με τον Μέγα Αλέξανδρο – λες και ήταν δυνατόν σε μια τόσο πολυφυλετική περιοχή όσο είναι τα Βαλκάνια να γνωρίζει κανείς από ποιον κατάγεται. Με τη συμφωνία, ο ΣΥΡΙΖΑ υλοποιεί την «εθνική γραμμή» του Καραμανλή και την επιδίωξη της ηγεμονικής σήμερα μερίδας της ελληνικής αστικής τάξης για «λύση» του ζητήματος, με την Ελλάδα να έχει καθαρά το πάνω χέρι και με τη διεύρυνση των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών των οποίων η Ελλάδα είναι οργανικό μέρος.
Από την άλλη πλευρά, απηχώντας της απόψεις μιας ακόμα πιο συντηρητικής μερίδας της αστικής τάξης και κυρίως του εθνικισμού του συρμού που θεωρεί προδοσία οποιαδήποτε χρήση του όρου «Μακεδονία» από μια περιοχή που λέγεται έτσι εδώ και πάνω από έναν αιώνα, η δεξιά και η ακροδεξιά φωνάζουν για εθνική προδοσία. Η ΝΔ του Μητσοτάκη επιλέγει τη «λαϊκή δεξιά» πλευρά του εαυτού της έναντι της φιλελεύθερης κοσμοπολίτικης πλευράς της. Ο Μπαρμπαρούσης της ΧΑ καλεί ανοιχτά τον στρατό σε πραξικόπημα. Οι ακροδεξιές εφημερίδες ζητάν εκτελέσεις των «προδοτών». Νέα εθνικιστικά συλλαλητήρια ετοιμάζονται.
Η αντιπολίτευση στη Βουλή απαντά στον εθνικισμό του Κοτζιά με ακόμα περισσότερο εθνικισμό. Αυτό δεν αφορά μόνο την ακροδεξιά, τη δεξιά και το «Κέντρο» (ΠΑΣΟΚ, Ένωση Κεντρώων), αλλά και το ΚΚΕ, που αναπαράγει τον εθνικιστικό μύθο περί αλυτρωτισμού των Σκοπίων και δηλώνει πρώτο συμμετοχή στην υπεράσπιση της (καπιταλιστικής) πατρίδας.
Η ένταξη της Δημοκρατίας της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ και στα Βαλκάνια δεν θα φέρει περισσότερη σταθερότητα και συνεργασία στην περιοχή, αλλά περισσότερα σύννεφα πολέμου, μεγαλύτερη έξαρση των εθνικισμών. Η ελληνική επιβολή στη γειτονική χώρα δίνει αέρα στα πανιά και των εκεί εθνικιστών. Κοτζιάς, Τσίπρας και Καμμένος θέλουν να δείξουν τον ίδιο τσαμπουκά και προς την Τουρκία, αναζωπυρώνοντας τον επικίνδυνο ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό με την κυβέρνηση Ερντογάν.
Η ελληνική εργατική τάξη, τα φτωχά στρώματα, η νεολαία, έχουν μόνο να χάσουν από την κούρσα των εθνικισμών. Τα δικαιώματα και τις ανάγκες της δεν τα απειλεί το όνομα με το οποίο αυτοπροσδιορίζεται μια άλλη χώρα. Τα απειλούν η λιτότητα, τα μνημόνια, οι ελληνικές κυβερνήσεις και οι σύμμαχοί τους, ΕΕ, ΔΝΤ και ΝΑΤΟ. Η διεθνιστική αλληλεγγύη και η άμεση συνεργασία Ελλήνων, Μακεδόνων, Αλβανών εργαζομένων είναι η μόνη λύση ενάντια στους εθνικισμούς, τον ιμπεριαλισμό και την καπιταλιστική εκμετάλλευση. Η αναγνώριση της γειτονικής χώρας με το όνομα που επιλέγει, καθώς και της μακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα, είναι προϋπόθεση για μια τέτοια διεθνιστική συνεργασία.
ΑΝΤΙΠΟΛΕΜΙΚΗ ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου