Σάββατο 4 Μαΐου 2019

Το λιμάνι του Πειραιά στη μέση ενός ακήρυχτου «πολέμου» ΗΠΑ - Κίνας

Ουάσιγκτον και Πεκίνο ερίζουν για την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο οικονομικό - και όχι μόνο - γίγνεσθαι. Στο μέσο αυτή της σύγκρουσης, βρίσκεται και το λιμάνι του Πειραιά, το οποίο αναμένεται να καταστεί κεντρικός κόμβος στον... δρόμο του μεταξιού.
Οι οικονομικοί, εμπορικοί και γεωπολιτικοί συσχετισμοί, αναμφίβολα, βρίσκονται σε μία περίοδο εκ βάθρων αναδιαμόρφωσης. Η πάλαι ποτέ αμερικανική πρωτοκαθεδρία αμφισβητείται περισσότερο από ποτέ, ενώ ταυτόχρονα, η ανάσα του «Κόκκινου Δράκου» είναι κάτι παραπάνω από καυτή.
Βαλκάνια, Μεσόγειος, Ευρώπη είναι μερικές από τις γωνιές του πλανήτη, όπου το κινεζικό κεφάλαιο έχει διεισδύσει, αναλαμβάνοντας σημαντικές επιχειρηματικές και οικονομικές πρωτοβουλίες.
Η πολυεπίπεδη, ως εκ τούτου, σύγκρουση μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ είναι έκδηλη και αποτυπώνεται σε κάθε ευκαιρία. Η απώλεια του αμερικανικού «μονοπωλίου», άλλωστε, τρομάζει τον Λευκό Οίκο, ο οποίος αντιδράει, αν μη τι άλλο, σπασμωδικά (σ.σ. επιβολή δασμών και υιοθέτηση κυρώσεων).
Από την πλευρά τους, οι Βρυξέλλες παρατηρούν με… αμηχανία τις εξελίξεις, με την ανησυχία για τη «κινεζική διείσδυση», τα αμερικανικά αντίμετρα και το διεθνές εμπόριο, να βαίνει αυξανόμενη και κλιμακούμενη.
Μέσα σ' αυτό το κλίμα, η κινεζική Cosco έχει αποφασίσει να καταστήσει το λιμάνι του Πειραιά ως κύρια πύλη εισόδου στη νοτιοανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, συνιστώντας μία από τις πλέον πολυπροβεβλημένες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα της κρίσης.


© ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Γ.Τ. ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ/ ANDREA BONETTI

Σ' αυτήν, όμως, ορθώνεται το ένα πρόσκομμα μετά το άλλο, με τελευταίο την πρόσφατη απόφασητου Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ), η οποία θέτει «μπλόκο» στο master plan της Cosco, συνολικής αξίας 600 εκατομμυρίων ευρώ. Πρόκειται για ένα μεγαλεπήβολο επενδυτικό σχέδιο, το οποίο προβλέπει μία σειρά αναπτυξιακών έργων, όπως η δημιουργία εμπορικών κέντρων, ξενοδοχείου, χώρου στάθμευσης κ.α.

Τα «αθώα θύματα» του πολέμου

«Είναι πολύ πιθανό, τα επόμενα λίγα χρόνια, η Κίνα να αποτελεί τον μεγαλύτερο "παίχτη" του παγκόσμιου συστήματος, ελέγχοντας ένα μεγάλο μέρος των εμπορικών και οικονομικών συναλλαγών. Η πρόοδος της κινεζικής οικονομίας μπορεί να συγκριθεί μόνο με ένα άλογο κούρσας» εκτιμάει, μεταξύ άλλων, ο Χρήστος Νίκας, καθηγητής στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών των Πανεπιστημίου Μακεδονίας.

Κληθείς, μάλιστα, να σχολιάσει τις εξελίξεις στο διεθνές σύστημα ισορροπιών, διαπιστώνει μία συνεχή προσπάθεια του Πεκίνου να υπερσκελίσει την Ουάσιγκτον σε κάθε επίπεδο. Και ενδεχομένως, να μην αργήσει να το κάνει —αν δεν το έχει ήδη πράξει.

«Ο εμπορικός "πόλεμος" κλιμακώνεται με ταχείς ρυθμούς, καθώς ΗΠΑ και Κίνα προσπαθούν να ανταγωνιστούν ο ένας τον άλλο και να αναλάβουν τα ηνία του παγκόσμιου εμπορίου. Και αυτό, όπως κι αν έχει, επηρεάζει πολλές χώρες» δηλώνει, παράλληλα, μιλώντας στο Sputnik.

Δεν παραλείπει, δε, να αναγνωρίσει ότι αυτός ο πόλεμος επηρεάζει και τη Γηραιά Ήπειρο, η οποία «δέχεται τα πυρά, χωρίς να ευθύνεται και να εμπλέκεται άμεσα». «Οι χώρες της Ευρώπης έχουν στρατηγική σημασία στο διεθνές οικονομικό σύστημα, καθώς αποτελούν τον συνεκτικό κριό μεταξύ Ανατολής και Δύσης» προσθέτει.

Έτσι, όπως επισημαίνει ο κ. Νίκας, η Ευρώπη — χωρίς να το επιθυμεί — βρίσκεται στο μέσο αυτής της σινο-αμερικανικής εμπορικής σύγκρουσης, με τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. να καλούνται να διαχειριστούν τις επιπτώσεις αυτής της διαμάχης. Και φυσικά, η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση.

«Δεν αποκλείεται το σενάριο των έξωθεν πιέσεων»

«Πράγματι υπάρχουν πολλές ανησυχίες για την αυξανόμενη παρουσία κινεζικών επιχειρηματικών ομίλων στην Ευρώπη και ο Πειραιάς σαφέστατα εντάσσεται σ' αυτή την κατηγορία» σχολιάζει, επικουρικά, ο επικεφαλής του Ασιατικού Τμήματος του Ινστιτούτου Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων (ΙΔΟΣ), Πλάμεν Τόντσεφ, μιλώντας στο Sputnik.



Εξάλλου, κατά τον ίδιο, η ανησυχία Βρυξελλών και Ουάσιγκτον για τις επενδύσεις του Πεκίνου είναι κάτι παραπάνω από έκδηλη, κάτι το οποίο αντανακλάται σε κάθε ευκαιρία.

Στις 9 Απριλίου, επί παραδείγματος — όπως υπενθυμίζει ο κ. Τόντσεφ — Ευρωπαϊκή Ένωση και Κίνα είχαν διμερείς επαφές, με στόχο την αναπροσαρμογή της στρατηγικής εταιρικής σχέσης των δύο πλευρών. Ωστόσο, οι διαπραγματεύσεις μόνο εύκολες δεν ήταν, κάτι το οποίο αποτυπώθηκε και στο κοινό ανακοινωθέν.

Στο πλαίσιο αυτό, ταυτόχρονα, δεν παραλείπει να αναφερθεί στις ενστάσεις της Κομισιόν για τις κινεζικές επενδύσεις στη γειτονική Ιταλία, ενώ ιδιαίτερη μνεία κάνει και στην υπόθεση των νέων δικτύων «5G», ένα ζήτημα το οποίο έχει εγείρει σοβαρές επιφυλάξεις και από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

«Οι ΗΠΑ έχουν αντιταχθεί απροκάλυπτα στην απόφαση της Ιταλίας να υπογράψει μνημόνιο συνεργασίας με την Κίνα. Την ίδια ώρα, διεξάγονται δύσκολες διαπραγματεύσεις για την αποφυγή ενός εμπορικού πολέμου ΗΠΑ — Κίνας, ενώ συγχρόνως υπάρχει ένταση γύρω από τις τηλεπικοινωνίες 5ης γενιάς και τη μεγάλη κινεζική εταιρεία Huawei» εξηγεί, χαρακτηριστικά, ο κ. Τόντσεφ.

Υπενθυμίζεται ότι η Ουάσιγκτον έχει αποκλείσει τη Huawei από τον δημόσιο διαγωνισμό για την εγκατάσταση του νέου ασύρματου δικτύου «5G», κατηγορώντας την εταιρεία ότι ενεργεί για λογαριασμό της κινεζικής κυβέρνησης, προβαίνοντας σε πράξεις «κατασκοπείας». Μάλιστα, οι ΗΠΑ ασκούν αντίστοιχες πιέσεις και προς τις ευρωπαϊκές χώρες, και ιδίως προς τη Γερμανία.

Από την πλευρά του, ο Θεόδωρος Πελαγίδης, καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς και ανώτερος εταίρος στο Ινστιτούτο Brookings, κάνει ειδική αναφορά στην Ελλάδα και στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα:

«Ευρωπαίοι και Αμερικανοί πρέπει να γνωρίζουν ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε μία εντελώς ιδιαίτερη κατάσταση. Είναι χρεωμένη και έχει ανάγκη τις ξένες επενδύσεις. Επομένως, δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μία ευρωπαϊκή περιοχή που απειλείται από την έφοδο των Κινέζων».

Ο έγκριτος πανεπιστημιακός δε, προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, επαναλαμβάνει την ανάγκη ολοκλήρωσης του master plan της Cosco, ενώ ξεκαθαρίζει ότι δεν θα πρέπει να φοβόμαστε τις επενδύσεις από χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ.

«Οικονομικός μαρασμός»

Την ίδια ώρα, ο πρόεδρος του Ελληνοκινεζικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, Κωνσταντίνος Γιαννίδης, προειδοποιεί για τον κίνδυνο ενός «οικονομικού μαρασμού» σε μία ενδεχόμενη ακύρωση του master plan της Cosco.

Ένα τέτοιο σενάριο «θα σήμαινε τον οικονομικό μαρασμό του εμπορικού κόσμου της περιοχής του Πειραιά και όχι μόνο» συμπληρώνει, μιλώντας στο Sputnik και εξηγεί:

«Δεν θα υλοποιηθούν τα σχέδια που έχουν προταθεί, δεν θα ενισχυθεί το ΑΕΠ, δεν θα υπάρξουν νέες θέσεις εργασίας, δεν θα συμβάλλει στη μείωση του δημόσιου χρέους και θα καταστεί τροχοπέδη στην τόνωση της ανταγωνιστικότητας της εθνικής οικονομίας».


© AFP 2019 / GREG BAKER

Στο ίδιο μήκος κύματος, ο κ. Πελαγίδης σπεύδει να εξάρει τα πολλαπλά οφέλη του επενδυτικού σχεδίου της Cosco στο επίνειο της Αθήνας, καλώντας την κυβέρνηση να μην χάσει ακόμη μία ευκαιρία.

«Ο κινεζικός κολοσσός επιθυμεί να επενδύσει ευρύτερα, περιλαμβάνοντας υποδομές για την κρουαζιέρα και επομένως, κέντρα εμπορίου και αναψυχής» υπογραμμίζει, ενώ ειδική μνεία πραγματοποιεί στη στρατηγική επιλογή των Κινέζων να καταστήσουν τον Πειραιά λιμάνι αφετηρίας για την κρουαζιέρα.

«Αυτό θα ωθήσει τις εταιρείες να ψάχνουν εγχώριους προμηθευτές για τους χιλιάδες επιβάτες, δίνοντας ώθηση στην εγχώρια παραγωγή και την οικονομία του Πειραιά και της Αττικής».

Το αντίπαλο «δέος» στην Τεργέστη

Πρόσφατα, Κίνα και Ιταλία υπέγραψαν δεκάδες διμερείς συμφωνίες, ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζει η πρόθεση του Πεκίνου για επενδύσεις στο λιμάνι της Τεργέστης. Παρότι, ο τρέχων όγκος των εμπορευματοκιβωτίων που διακινούνται μέσω του ιταλικού λιμένα, υπολείπεται σημαντικά του αντίστοιχου όγκου στον Πειραιά, οι ανησυχίες στην Ελλάδα είναι έκδηλες.

«Με προβληματίζει η πρόσφατη σύμβαση που υπεγράφη μεταξύ Κίνας και Ιταλίας, ιδίως για το αν θα προωθηθούν οι τεθέντες στόχοι της Cosco για το λιμάνι του Πειραιά» παρατηρεί ο κ. Γιαννίδης, παραπέμποντας παράλληλα, στο πρόσφατο «μπλόκο» του ΚΑΣ στο master plan της κινεζικής εταιρείας.

Όπως εξηγεί, χαρακτηριστικά, τα συνεχόμενα προσκόμματα, τα οποία ορθώνονται από την ελληνική πλευρά, ενδεχομένως θα συνεπάγονται την επενδυτική εστίαση της Cosco σ' άλλα λιμάνια, όπως αυτό της Τεργέστης, με ταυτόχρονη επιβράδυνση των επενδυτικών ρυθμών στον ΟΛΠ. 

Ωστόσο, ο κ. Τόντσεφ δεν συμμερίζεται αυτές τις ανησυχίες και εμφανίζεται καθησυχαστικός.

Επικαλούμενος δε, πληροφόρηση από την ηγεσία της Cosco, ξεκαθαρίζει ότι ο κινεζικός κολοσσός εξετάζει μία συνδυασμένη χρήση των δύο λιμένων, του Πειραιά και της Τεργέστης, στα οποία θα μπορούσαν να διαμετακομίζονται διαφορετικού είδους φορτία, χωρίς βέβαια, να αποκλείεται και το σενάριο της συνεργασίας, ιδίως ως προς τον τομέα της κρουαζιέρας.

«Απίθανη η αποχώρηση της Cosco»

Παρά τα αλλεπάλληλα εμπόδια σε μία από τις μεγαλύτερες ξένες επενδύσεις, η Cosco — όπως ομονοούν όλοι — είναι απίθανο να εγκαταλείψει την Ελλάδα.

«Η παρουσία των Κινέζων στην Ελλάδα έχει επενδυθεί με μεγάλο κεφάλαιο και από τις δύο χώρες» επισημαίνει ο κ. Τόντσεφ, στέλνοντας μήνυμα για μία ευρύτερη και συνεκτική στρατηγική προσέλκυση ξένων επενδύσεων.


© ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : KONSTANTINOS TSAKALIDIS / SOOC

Όσον αφορά το επίμαχο ζήτημα του ΚΑΣ, ο ίδιος προβλέπει την επίτευξη ενός συμβιβασμού, μέσω της διαπραγμάτευσης Αθήνας — Πεκίνου και της τροποποίησης της αρχικής πρότασης της Cosco.

«Η επένδυση πιστεύω ότι θα προχωρήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο» σπεύδει να υπερθεματίσει ο κ. Πελαγίδης, ενώ την ίδια αισιοδοξία συμμερίζεται και ο κ. Γιαννίδης, ο οποίος εκτιμάει ότι «τα προβλήματα θα ξεπεραστούν στο πλαίσιο μίας αμοιβαίας αποδεκτής λύσης» και ότι «οι επενδύσεις της Cosco στην Ελλάδα θα συνεχιστούν, συνιστώντας έναν οδηγό για την προσέλκυση νέων επενδύσεων από το εξωτερικό».

Αυτό άλλωστε, αντικατοπτρίστηκε και στην πρόσφατη επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στο Πεκίνο, με τον Έλληνα πρωθυπουργό να χαιρετίζει και να επιδοκιμάζει τη σημασία των κινεζικών επενδύσεων στην πορεία ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου