Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2019

Γιατί η ανατολική Ευρώπη έγινε ακροδεξιά;

Για τη γενιά του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου στην Ανατολική Ευρώπη, ο κομουνισμός ήταν ένας θεός «που απέτυχε» στο έργο του. 
Για τη σημερινή γενιά, τη θέση του αποτυχημένου θεού πήρε ο φιλελευθερισμός. 
Μετά την πτώση του κομουνισμού, οι υποσχέσεις του δυτικού φιλελευθερισμού για τη μετατροπή της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης δεν υλοποιήθηκαν ποτέ πλήρως. 
Και οι επιπτώσεις αυτής της ανεκπλήρωτης υπόσχεσης είναι σήμερα εμφανείς.
Η λήξη του Ψυχρού Πολέμου ένωσε τις κεντρικές και ανατολικές χώρες της Ευρώπης σε έναν κοινό στόχο: το να ενταχθούν στη Δύση. Όπως αναφέρoυν οι Ivan Krastev και Stephen Holmes στο βιβλίο τους «The Light That Failed: A Reckoning», ένα απόσπασμα του οποίου φιλοξενεί ο βρετανικός Guardian, η ενθουσιώδης αντιγραφή των δυτικών μοντέλων πολιτικής και ζωής βιώθηκε αρχικά ως απελευθέρωση. Αλλά μετά από δύο ταραγμένες δεκαετίες, τα μειονεκτήματα αυτής της πολιτικής απομίμησης έγιναν πολύ προφανή, για να μην τα δει κανείς. Έτσι όσο φουντώνει η λαϊκή δυσαρέσκεια, τόσο οι λαϊκιστές και ακροδεξιοί πολιτικοί αυξάνουν τη δημοτικότητα τους. Κάποιοι μάλιστα δεν είναι απλά λαοφιλείς αλλά έχουν καταφέρει να αναλάβουν και τα ηνία της εξουσίας, όπως έγινε στην Ουγγαρία και την Πολωνία

Στα πρώτα χρόνια μετά το 1989, ο φιλελευθερισμός συνδέθηκε με τα ιδανικά της ατομικής ευκαιρίας, της ελευθερίας μετακινήσεων, της ελευθερίας της γνώμης, της πρόσβασης στη δικαιοσύνη και της ανταπόκρισης της κυβέρνησης στις δημόσιες απαιτήσεις. Η προσπάθεια των πρώην κομουνιστικών χωρών να μιμηθούν τη Δύση μετά το 1989 χαρακτηρίστηκε με διάφορους όρους, μερικοί εκ των οποίων ήταν η αμερικανοποίηση, ο εξευρωπαϊσμός, ο εκδημοκρατισμός, η διεύρυνση, η ολοκλήρωση, η εναρμόνιση, η παγκοσμιοποίηση κ.α. Όπως και να ονόμαζε κανείς αυτή τη διαδικασία, όμως, δεν ήταν κάτι άλλο από τον εκσυγχρονισμό μέσω της μίμησης και την ευρωπαϊκή ενσωμάτωση διά της αφομοίωσης. Μετά την κατάρρευση του κομουνιστικού καθεστώτος, η φιλελεύθερη δημοκρατία έγινε μια νέα, αναπόφευκτη ορθοδοξία. Η απομίμηση των αξιών, των θεσμών και των πρακτικών της Δύσης έγινε όμως επιτακτική και υποχρεωτική, παράλληλα.

Σε ολόκληρη την κεντρική και ανατολική Ευρώπη, οι εκδοχές του φιλελευθερισμού στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη στιγματίστηκαν ανεξίτηλα από δύο δεκαετίες αυξανόμενης κοινωνικής ανισότητας, διαδεδομένης διαφθοράς και μιας ηθικά αυθαίρετης ανακατανομής του πλούτου στα χέρια ενός μικρού αριθμού ανθρώπων. Πολλές από τις δημοκρατίες που προέκυψαν από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου μετατράπηκαν σε ολοκληρωτικά καθεστώτα. Σε αυτά η πολιτική αντιπολίτευση δαιμονοποιήθηκε, παρεμποδίστηκε η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, περιφρονήθηκε η κοινωνία των πολιτών και έχασαν την επιρροή τους τα μη κυβερνητικά ΜΜΕ. 

Η οικονομική κρίση του 2008 ήταν ένα σημείο - σταθμός σε αυτή την πορεία, καθώς εμβάθυνε ανεπανόρθωτα τη δυσπιστία στις επιχειρηματικές ελίτ και τον καπιταλισμό - καζίνο, ο οποίος, κατέστρεψε σχεδόν την παγκόσμια οικονομική τάξη πραγμάτων. Έκτοτε η «φήμη» του φιλελευθερισμού δεν αποκαταστάθηκε ποτέ. Η άλλοτε εμπιστοσύνη ότι η πολιτική οικονομία της Δύσης ήταν πρότυπο για το μέλλον της ανθρωπότητας συνδέθηκε με την πεποίθηση ότι οι δυτικές ελίτ γνώριζαν τι έκαναν. Ξαφνικά έγινε προφανές ότι δεν δεν γνώριζαν τίποτα. Ως επακόλουθο οι ιδεολογικές επιπτώσεις της μεγάλης κρίσης έφτασαν να είναι πολύ πιο σημαντικές από τις οικονομικές.

Στο μεταξύ, η υιοθέτηση του νεοφιλελεύθερου και όχι φιλελεύθερου δόγματος «δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική», προκάλεσε μια ανάγκη να αποδειχτεί ότι υπάρχουν εναλλακτικές τόσο σε πολιτικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Κάπως έτσι, η ουσία της εθνικής κυριαρχίας κατέληξε να ορίζεται από την αποφασιστικότητα της ηγεσίας των χωρών αυτών να αντισταθεί στην πίεση συμμόρφωσης με τα δυτικά ιδεώδη. Τότε βρήκαν την ευκαιρία λαϊκιστές και ακροδεξιοί πολιτικάντηδες να καλέσουν σε μια αντι-φιλελεύθερη, αντι-παγκοσμιοποιημένη, αντι-μεταναστευτική και αντι-ευρωπαϊκή εξέγερση, δημιουργώντας παράλληλα εσωτερικούς «εχθρούς», ώστε να κινητοποιήσουν το κοινό τους.

Το επόμενο σημείο - σταθμός για την ακροδεξιά στροφή της κεντρο-ανατολικής Ευρώπης ήταν η προσφυγική κρίση. Στις 24 Αυγούστου 2015, η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, ανακοίνωνε την απόφασή της να ανοίξει τις πύλες της Γερμανίας σε εκατοντάδες χιλιάδες. Μόλις δέκα ημέρες αργότερα, στις 4 Σεπτεμβρίου, η ομάδα Βίσεγκραντ, αποτελούμενη από την Τσεχία, την Ουγγαρία, την Πολωνία και τη Σλοβακία, δήλωναν ότι το σύστημα ποσοστώσεων της ΕΕ για τη διανομή προσφύγων ήταν «απαράδεκτο». Οι κυβερνήσεις της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης δεν ήταν διατεθειμένες να «αγοράσουν» την ανθρωπιστική ρητορική της Μέρκελ.

Αυτή ήταν και η στιγμή που οι λαϊκιστές της περιοχής διακήρυξαν την ανεξαρτησία τους όχι μόνο από τις Βρυξέλλες, αλλά και από τον δυτικό φιλελευθερισμό και την ανοιχτότητα προς τον υπόλοιπο κόσμο. Για τους ακροδεξιούς και λαϊκιστές της Ευρώπης η προσφυγική κρίση έγινε το αποδεικτικό στοιχείο ότι ο φιλελευθερισμός αποδυνάμωσε την ικανότητα των εθνών να υπερασπιστούν τον εαυτό τους σε έναν εχθρικό κόσμο.

Για να καταλάβει όμως τη στάση των πρώην σοβιετικών χωρών στο προσφυγικό πρέπει να ανατρέξει στην πρόσφατη ιστορία τους. Μετά την πτώση του κομουνισμού και εφόσον δεν υπήρχε μαγική λύση ώστε να επιτευχθεί η δυτικοποίηση που οι περισσότεροι ονειρευόντουσαν με ταχείς ρυθμούς, οι νέοι που στήριξαν την αλλαγή πήραν τον δρόμο για εκεί που ήταν ήδη όλα διαφορετικά. Γιατί ένας νεαρός Πολωνός ή Ούγγρος να περίμενε να γίνει η χώρα του μια μέρα σαν τη Γερμανία, όταν μπορούσε να αρχίσει να ζει και να εργάζεται στη Γερμανία αύριο;

Η μαζική ροή ροή πληθυσμών την περίοδο μετά τον Ψυχρό Πόλεμο είχαν βαθιές οικονομικές, πολιτικές και ψυχολογικές συνέπειες στις χώρες καταγωγής τους. Όταν ένας γιατρός εγκαταλείπει τη χώρα του, παίρνει μαζί του κι όλους τους πόρους που έχει επενδύσει το κράτος στην εκπαίδευσή του και της στερεί τις υπηρεσίες του. Σε πολιτικό επίπεδο, η έξοδος των νέων και μορφωμένων ανθρώπων που τείνουν να είναι και πιο προοδευτικοί είχε ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των φιλελευθερων πολιτικών δυνάμεων. Τέλος δημιούργησε ένα βαθύ κι άλυτο μέχρι και σήμερα πρόβλημα, που μπορεί να το διαπιστώσει κανείς όταν ταξιδεύει στις χώρες αυτές και βλέπει υπερσύγχρονες χρηματοδοτηένες από την ΕΕ παιδικές χαρές, στις οποίες όμως δεν υπάρχουν παιδιά για να παίξουν. Όλοι οι παραπάνω παράγοντες οδήγησαν σε έναν δημογραφικό πανικό. Κάτι ανάλογο συνέβη και με το brain - drain κατά τη διάρκεια της πρόσφατης οικονομικής κρίσης.

Πώς λοιπόν εξηγείται ότι οι χώρες που οι πληθυσμοί τους πέρασαν τα σύνορα κατά ορδές στο πρόσφατο παρελθόν, έγιναν σήμερα και οι πιο ξενοφοβικές; Οι κυβερνήσεις της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, στοιχειωμένες από το φόβο της δημογραφικής κατάρρευσης, ψάχνουν λόγους για να πείσουν τους δυσαρεστημένους νέους τους να μην μεταναστεύσουν κάπου πιο δυτικά. Μπορεί η ρητορική τους να στρέφεται εναντίον της Δύσης, που άνοιξε τις πόρτες της στους πρόσφυγες από τη Συρία και την Αφρική, αλλά στα αλήθεια αυτό που φοβούνται είναι ότι οι πόρτες αυτές είναι εξίσου ανοικτές και για την αφρόκρεμα των δικών τους πολιτών. Για να τους αποτρέψουν λοιπόν να μεταναστεύσουν προς τη Δύση, πρέπει να κάνουν τη Δύση στα μάτια τους να μην μοιάζει γοητευτική. Η διάσπαση λοιπόν με αυτή και η αποκήρυξη των θεσμών της, είναι και το εργαλείο για να το πετύχουν.

Έτσι, σε αντίθεση με όσα υποστηρίζουν πολλοί σύγχρονοι θεωρητικοί, η λαϊκιστική οργή δεν αφορά τόσο την πολυπολιτισμικότητα, όσο τον ατομικισμό και τον κοσμοπολιτισμό.

Για τους ηγέτες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης, η σοβαρότερη απειλή για την επιβίωση της λευκής χριστιανικής πλειοψηφίας της Ευρώπης είναι η ανικανότητα των δυτικών κοινωνιών να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και όπως υποστηρίζουν δεν μπορούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους επειδή ο βασιλεύοντας ατομικισμός και ο κοσμοπολιτισμός υποτίθεται ότι τους τυφλώνουν και δεν «βλέπουν» τις απειλές που αντιμετωπίζουν. Έρχονται λοιπόν εκείνοι με την υπόσχεση να «ανοίξουν τα μάτια» των λαών, αντιπαρατάσσοντας σαν λύση τις ισχυρές εθνικές ταυτότητες.

Το πιο επικίνδυνο βέβαια δεν είναι ότι απορρίπτουν την ιδέα της μίμησης της Δύσης, αλλά προσπαθούν να ανατρέψουν πλήρως το αφήγημά της. «Είμαστε οι πραγματικοί Ευρωπαίοι», δηλώνει όπου βρεθεί και όπου σταθεί ο Βίκτορ Όρμπάν κι όπως υπογράμμισε σε μια ομιλία τον Ιούλιο του 2017: «Πριν από είκοσι επτά χρόνια εδώ στην Κεντρική Ευρώπη, πιστεύαμε ότι η Ευρώπη ήταν το μέλλον μας. Σήμερα αισθανόμαστε ότι είμαστε το μέλλον της Ευρώπης».

Αυτό δεν είναι όμως μια απλή δήλωση. Είναι στα αλήθεια μια απειλή…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου