Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2020

Εξοπλισμοί, μίζες και σκάνδαλα

Στις επίμαχες συζητήσεις, κεντρικός είναι ο ρόλος της Γαλλίας, που ενδιαφέρεται να κλείσει συμφωνία με την Ελλάδα για την αγορά εκ μέρους μας των γαλλικών μαχητικών «Ραφάλ»
Εξοπλισμοί, μίζες και σκάνδαλα
Η παρατεταμένη νευρικότητα της Τουρκίας, οι απειλές και οι παράνομες ενέργειες του Ταγίπ Ερντογάν σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο δεν εντείνουν απλά τις ανησυχίες για ένα ατύχημα ή ένα θερμό επεισόδιο, αλλά ταυτόχρονα προσφέρουν μια καλή δικαιολογία προκειμένου ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό από τα χρήματα των φορολογουμένων να δαπανηθεί για μια γενναία ενίσχυση των αμυντικών δαπανών.

Σε ένα πρόγραμμα-μαμούθ για την αγορά νέων εξοπλιστικών προγραμμάτων, την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων οπλικών συστημάτων της χώρας αλλά και την αύξηση του αριθμού των επαγγελματικών στελεχών των ενόπλων δυνάμεων μέσω προσλήψεων οπλιτών είναι έτοιμη να προχωρήσει η κυβέρνηση της Ν.Δ.

Η παρατεταμένη νευρικότητα της Τουρκίας, οι απειλές και οι παράνομες ενέργειες του Ταγίπ Ερντογάν σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο δεν εντείνουν απλά τις ανησυχίες για ένα ατύχημα ή ένα θερμό επεισόδιο, αλλά ταυτόχρονα προσφέρουν μια καλή δικαιολογία προκειμένου ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό από τα χρήματα των φορολογουμένων να δαπανηθεί για μια γενναία ενίσχυση των αμυντικών δαπανών.

Από τις διακηρύξεις θωράκισης της εθνικής ασφάλειας, στα αστρονομικά ποσά που κατέληξαν σε συγκεκριμένες τσέπες μέσω υπεράκτιων εταιρειών

Δεν είναι εξάλλου η πρώτη φορά που μια κυβέρνηση διαπνέεται από μια τέτοια λογική, μπαίνοντας σε ένα κυνήγι εξοπλισμών στο όνομα της αποτελεσματικότερης θωράκισης της εθνικής ασφάλειας. Εχει συμβεί και στο παρελθόν σε ανάλογες συγκυρίες έντασης ή κρίσεων με τους εξ Ανατολών μας γείτονες, με συνέπεια οι τότε πολιτικές ηγεσίες να προβούν σε παρόμοιες αγορές, ξοδεύοντας αστρονομικά ποσά. Μάλιστα -και αυτό συνιστά την ακόμη μεγαλύτερη πληγή- αρκετές φορές σημαντικό μέρος των χρημάτων που υποτίθεται θα πήγαιναν για υπερσύγχρονα στρατιωτικά μέσα κατέληγαν μέσω υπεράκτιων εταιρειών σε συγκεκριμένες τσέπες πολιτικών ή άλλων μεσαζόντων με τη μορφή μίζας. Τα σκάνδαλα είναι πολλά και ακόμη νωπά στη μνήμη των πολιτών…


Με αυτή την αφορμή, η «Εφ.Συν.» ανοίγει τον φάκελο των εξοπλιστικών προγραμμάτων, ξεκινώντας από το σήμερα και φτάνοντας μέχρι τις πρώτες τέτοιες ενέργειες κυβερνήσεων τη δεκαετία του ’80.
Δέκα δισ. για αεροσκάφη και πυραύλους


Την πρόθεση της Ν.Δ. να «επενδύσει» σε εξοπλισμούς γνωστοποίησε αρχικά πριν από μία εβδομάδα ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας

Την πρόθεση της Ν.Δ. να «επενδύσει» σε εξοπλισμούς γνωστοποίησε αρχικά πριν από μία εβδομάδα ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας. Οπως ανέφερε σε δηλώσεις του, απόφαση της κυβέρνησης είναι να ενισχύσει την εθνική άμυνα και εντολή του πρωθυπουργού είναι η αύξηση της αποτρεπτικής ισχύος των ενόπλων δυνάμεων».

Σύμφωνα με πληροφορίες, τα κονδύλια που θα διατεθούν τα επόμενα 10 χρόνια για τον λόγο αυτό θα φτάσουν ώς και τα 10 δισ. ευρώ, σε μια εποχή κατά την οποία αντίστοιχα αυξημένες είναι οι ανάγκες για πόρους στο δημόσιο σύστημα υγείας λόγω κορονοϊού, στην Παιδεία, καθώς και στην οικονομία που βυθίζεται στην ύφεση.

Περισσότερο αποκαλυπτικός ήταν στη συνέχεια ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, ο οποίος, ως εκ των στενότερων συνεργατών του πρωθυπουργού, είθισται να προαναγγέλλει τις αποφάσεις που ανακοινώνει κατόπιν οριστικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης. «Στόχος μας είναι η αναβάθμιση των οπλικών μας συστημάτων και στον αριθμό και στην επιχειρησιακή ικανότητα», τόνισε ο κ. Γεραπετρίτης, για να διευκρινίσει ότι η κυβέρνηση διεξάγει διαπραγματεύσεις με πολλές δυνάμεις, έχοντας «μενού επιλογών» για την αναβάθμιση των υφιστάμενων οπλικών συστημάτων και την αγορά νέων, με πρόθεση ισχυροποίησης και της αμυντικής βιομηχανίας της χώρας μας.
Γαλλικό ενδιαφέρον

Loic Venance, pool via AP

Στις επίμαχες συζητήσεις, κεντρικός είναι ο ρόλος της Γαλλίας, που ενδιαφέρεται να κλείσει συμφωνία με την Ελλάδα για την αγορά εκ μέρους μας των γαλλικών μαχητικών «Ραφάλ». Αν και αρμόδιοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι επιχειρούν να κρατήσουν θολό το τοπίο, λέγοντας ότι δεν υπάρχει καμία τελική συμφωνία, εντούτοις μόνο τυχαία δεν είναι η τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν την Τετάρτη ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος με τη Γαλλίδα ομόλογό του, Φλοράνς Παρλί, όπου -σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές- συζητήθηκε η κοινή βούληση Αθήνας και Παρισιού να ενισχυθεί η ελληνογαλλική αμυντική συνεργασία.

Κατά την ίδια γραμμή πληροφόρησης, η 20λεπτης διάρκειας επικοινωνία Παναγιωτόπουλου-Παρλί κατά κύριο λόγο αφορούσε τα τρέχοντα εξοπλιστικά προγράμματα των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, ενώ, εκτός από το ενδεχόμενο αγοράς μαχητικών «Ραφάλ», φέρεται να εξετάστηκε και η προοπτική υπογραφής σύμβασης υποστήριξης των μαχητικών αεροσκαφών «Μιράζ» με ανταλλακτικά, ο εκσυγχρονισμός των πυραύλων «Exocet», αλλά και των πυραύλων μακρού πλήγματος «Scalp».

Από την πλευρά του, μια πρόγευση για την προμήθεια νέων εξοπλισμών έδωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, κάνοντας λόγο για τρία επίπεδα, τα οποία θα παρουσιάσει αναλυτικά ο πρωθυπουργός στις 12-13 Σεπτεμβρίου στη Θεσσαλονίκη. «Το πρώτο είναι τα αμιγώς εξοπλιστικά προγράμματα, στα οποία έχουν προτεραιότητα οπλικά συστήματα, τα οποία είναι πιο άμεσα επιχειρησιακά έτοιμα», σημείωσε ο Στέλιος Πέτσας και συνεχίζοντας αναφέρθηκε σε προσλήψεις προσωπικού των ενόπλων δυνάμεων και τρίτον, στην εξυγίανση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας.

ΓΡ.ΤΥΠΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ/EUROKINISSI

Κυβέρνηση και Πεντάγωνο εμφανίζονται να επιθυμούν η ενίσχυση να είναι άμεση και προς αυτή την κατεύθυνση αναζητούν υλικό το οποίο θα μπορεί να διατεθεί σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Αυτός φέρεται να είναι άλλωστε και ο λόγος που εγκαταλείπεται το ενδεχόμενο αγοράς των φρεγατών «Belharra». Τέλος, με δεδομένο ότι στις 10 του μήνα πραγματοποιείται στην Κορσική η σύνοδος των χωρών του Νότου, δεν αποκλείεται η πρώτη ελληνογαλλική συμφωνία για το έκτακτο εξοπλιστικό πρόγραμμα της χώρας μας να κλειδώσει στο νησί όπου γεννήθηκε ο Ναπολέων Α' ο Βοναπάρτης και στο περιθώριο των εργασιών, οι Κυριάκος Μητσοτάκης και Εμανουέλ Μακρόν να δώσουν τα χέρια.
Οι δυο μεγάλες... «αγορές του αιώνα»

Το πρόγραμμα που θα αποκαλούνταν για πρώτη φορά «η αγορά του αιώνα» ανακοινώθηκε στις 6 Μαρτίου του 1985 από τον τότε πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου και αφορούσε την αγορά 40 αεροσκαφών F-16 και 40 Μιράζ 2000 και θα ξεπερνούσε τα 200 δισεκατομμύρια δραχμές.

Το Ανώτερο Αεροπορικό Συμβούλιο της Πολεμικής Αεροπορίας την προηγούμενη χρονιά είχε ζητήσει την αγορά F-18 -τύπος αεροπλάνου που ήταν άγνωστος στην τουρκική πλευρά και για τα οποία θα υπήρχε ομοιοτυπία στη συντήρηση και στην εκπαίδευση. Ομως ο Ανδρέας Παπανδρέου, φοβούμενος την πιθανότητα αμερικανικού εμπάργκο στο μέλλον, αλλά και για πολιτικούς λόγους, επέλεξε να αγοραστούν και γαλλικά μαχητικά, εάν και ήταν ακριβότερα από τα αμερικανικά F-16 που τελικά επελέγησαν. Ετσι ενεπλάκη στην αγορά ο Λιβανέζος πρίγκιπας Αντνάν Κασόγκι, ο οποίος εκπροσωπούσε τα γαλλικά αεροσκάφη και ακόμη και σήμερα στα επιτελεία της Π.Α. λέγεται ότι ήταν αυτός που δίδαξε στους Ελληνες ισχυρούς το know how των μιζών και των offshore εταιρειών.

Τα μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα αποτέλεσαν και μεγάλες πληγές για την πολιτική και οικονομική ζωή της χώρας μας.

Παρ' όλα αυτά, και σύμφωνα με όσα δείχνουν τα στοιχεία, οι δαπάνες για τους εξοπλισμούς τα μετέπειτα χρόνια κινούνταν σε περιορισμένα ετήσια επίπεδα. Το 1990 η δαπάνη για τους εξοπλισμούς ήταν 1,8 δισ. ευρώ, όμως το 1997, έναν χρόνο μετά την τραγωδία στα Ιμια (30 Ιανουαρίου 1996) και με κυβέρνηση Κώστα Σημίτη, εκτινάσσεται στα 4,5 δισ. και μεταξύ 1998 και 2006 κινείται μεταξύ 5 και 5,5 δισ. ευρώ ετησίως. Τα προγράμματα αποκτούν, για δεύτερη φορά, τον... τίτλο «αγορά του αιώνα».

Παρατηρείται, δηλαδή, ότι μετά τα Ιμια οι αγορές εκτοξεύτηκαν, καθώς αναδείχθηκε από τις στρατιωτικές ηγεσίες ότι παρά τις αγορές των προηγούμενων δεκαετιών η άμυνα της χώρας είχε «τρύπες». Υπολογίζεται ότι μεταξύ 1996-2006 εκταμιεύτηκαν για εξοπλισμούς περισσότερα από 25 δισ. ευρώ, αλλά οι παραγγελίες ήταν μεγαλύτερες. Το βαρύ κλίμα που δημιούργησε η τραγωδία των Ιμίων οδήγησε και στη συγκατάθεση της αξιωματικής αντιπολίτευσης ώστε να συναινέσει στα εξοπλιστικά προγράμματα και ο Μιλτιάδης Εβερτ επισκεπτόταν τότε συχνά το Πεντάγωνο. Ηταν ίσως το μόνο θέμα στο οποίο η κυβέρνηση Σημίτη είχε ευρύτερη στήριξη.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι κυριότεροι πωλητές οπλικών συστημάτων μεταξύ 1998 και 2008 ήταν οι ΗΠΑ - Γερμανία - Γαλλία, αφού οι τρεις χώρες απορροφούσαν τα τρία τέταρτα των ελληνικών παραγγελιών. Το 1998 οι Αμερικανοί κάλυπταν το 58% των ελληνικών εξοπλισμών και οι Γερμανοί περίπου το 30%. Στη συνέχεια περιορίστηκαν στο 43% και στο 20%, αντίστοιχα, με τους Γάλλους να κινούνται γύρω στο 12%.

Το 48% των εξοπλιστικών δαπανών ξοδεύτηκε για αεροσκάφη, το 17% για υποβρύχια, το 15% για πυραυλάκατους, το 8% για άρματα και το 5% για αντιαεροπορικά συστήματα. Ειδικότερα, τα μεγάλα ποσά δόθηκαν για τα αεροσκάφη F-16 (πάνω από 2,8 δισ. ευρώ, ΗΠΑ), για αγορά και εκσυγχρονισμό υποβρυχίων (πάνω από 2,4 δισ. ευρώ, Γερμανία), για τα Mirage και πυραύλους (περίπου 2 δισ. ευρώ, Γαλλία), για τα αντιαεροπορικά Patriot (1,1 δισ. ευρώ, ΗΠΑ), για συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης (530 εκατ. ευρώ, Σουηδία - Βραζιλία), για τα αντιαεροπορικά TOR-Μ1 (510 εκατ. ευρώ, Ρωσία), για πυραύλους (430 εκατ. ευρώ, Γαλλία) και για πυραυλάκατους (415 εκατ. ευρώ Βρετανία - συμπαραγωγή).

https://www.efsyn.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου