Η Ανοιχτή Συνέλευση Σάμου καταγγέλλει άλλη μια επιχείρηση απαγωγής και επαναπροώθησης προσφύγων και μεταναστών από τις ακτές και το ΚΥΤ της Σάμου που συνέβη το Σεπτέμβρη του 2020, για την οποία η Ελλάδα έχει καταγγελθεί στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Όπως σημειώνει η Ανοιχτή Συνέλευση, το περιστατικό αποτελεί "άλλη μια απόδειξη ότι και στις ακτές της Σάμου μασκοφόροι τρομοκράτες Έλληνες λιμενικοί πραγματοποιούν μυστικές, παράνομες και δολοφονικές επιχειρήσεις επαναπροώθησης προσφύγων και μεταναστών, ενώ άλλοι συνάδελφοί τους απαγάγουν παιδιά 15 και 16 χρονών από το στρατόπεδο εξόντωσης προσφύγων (ΚΥΤ) στο Βαθύ και τους πετάνε στη θάλασσα.
Ακολουθεί μεταφρασμένη η αναλυτική σχετική καταγγελία της Aegean Boat Report που έχει κατατεθεί μαζί με τα αποδεικτικά στοιχεία και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ τουλάχιστον μια απάντηση!
ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ σεβασμό στη ζωή και δικαιοσύνη για τα θύματα αυτού του ακήρυχτου πολέμου, της κρατικής βίας και τρομοκρατίας, καθώς και να αποκαλυφθεί ολόκληρη η συμμορία που πραγματοποιεί καθημερινά εκατοντάδες δολοφονικές επιχειρήσεις!"
Η καταγγελία της ABR:
Σε άλλο ένα σοκαριστικό περιστατικό παραβίασης του διεθνούς δικαίου, δυο παιδιά χτυπήθηκαν, ληστεύτηκαν και εξαναγκάστηκαν να επιβιβαστούν σε μια πλαστική λέμβο από τις ελληνικές αρχές, παρά τους επανειλημμένους κυβερνητικούς ισχυρισμούς ότι δεν πραγματοποιούνται επαναπροωθήσεις προσφύγων από την Ελλάδα στην Τουρκία.
Δύο παιδιά απομακρύνθηκαν βίαια από το στρατόπεδο προσφύγων στο Βαθύ της Σάμου και αφέθηκαν να πλέουν μόνα τους σε μια μικρή πλαστική λέμβο από την ελληνική ακτοφυλακή.
Η Aegean Boat Report τεκμηρίωσε την υπόθεση, την έφερε στο GLAN (Διεθνές Δίκτυο Νομικής Δράσης) και παρείχε τα περισσότερα αποδεικτικά στοιχεία. Η ABR ερευνά και παρέχει στοιχεία σχετικά με επαναπροωθήσεις σε μέσα ενημέρωσης σε όλη την Ευρώπη. Αυτή είναι η πρώτη υπόθεση που καταθέσαμε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ECtHR).
Η καταγγελία έχει πλέον υποβληθεί στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ECtHR) από το Global Legal Action Network (GLAN), εκ μέρους ενός από αυτά τα παιδιά.
Περίπου στις 3.30 π.μ. στις 8 Σεπτεμβρίου, 18 άνθρωποι ξεκίνησαν με μια πλαστική βάρκα από μια απομακρυσμένη παραλία στο Κουσάντασι της Τουρκίας, ελπίζοντας να φτάσουν στο ελληνικό νησί της Σάμου. Σχεδόν τρεις ώρες αργότερα, στις 6.20 π.μ., οι 12 ενήλικοι μαζί με έξι παιδιά έφτασαν στη βραχώδη ακτή του Ακρωτηρίου Πράσο, στη βορειοανατολική Σάμο.
Στις 10 π.μ., επικοινώνησαν με την Aegean Boat Report. Η ομάδα βρισκόταν σε μια απομακρυσμένη, απόκρημνη περιοχή του νησιού και χρειαζόταν βοήθεια.
Μια έγκυος γυναίκα είχε τραυματιστεί στα πόδια και η ομάδα είχε αρκετά μικρά παιδιά. Σαν αποτέλεσμα, δεν μπορούσαν να φύγουν από την περιοχή χωρίς βοήθεια.
Δύο αγόρια ηλικίας 15 και 16, άφησαν το γκρουπ για να προσπαθήσουν να βρουν και να φέρουν βοήθεια.
Αφού η ομάδα τεκμηρίωσε την τοποθεσία της με φωτογραφίες, βίντεο και δεδομένα τοποθεσίας, η Aegean Boat Report επικοινώνησε με την λιμενική αρχή της Σάμου στις 11.58 π.μ., και τους ενημέρωσε για την τοποθεσία των νέων αφίξεων, προκειμένου να βρεθούν και να μεταφερθούν στην κοντινότερη τοποθεσία καραντίνας στο νησί.
Εξαιτίας της απομακρυσμένης περιοχής που έφτασαν και του δύσκολου εδάφους, έπρεπε να απομακρυνθούν από την περιοχή με πλοίο, κάτι που αργότερα θα αποδεικνυόταν καταστροφικό.
Η Aegean Boat Report είχε συνεχή επικοινωνία με τις νέες αφίξεις, παρακολουθώντας ζωντανά την τοποθεσία τους, και λαμβάνοντας τακτικές ενημερώσεις τοποθεσίας, βίντεο και φωτογραφίες όσο περίμεναν να εντοπιστούν.
Στη 1.23μ.μ. ενημέρωσαν την Aegean Boat Report ότι ένα σκάφος που περιέγραψαν ως γκρι στο κάτω μέρος και λευκό στην κορυφή, είχε φτάσει.
Στη 1.33μ.μ., έστειλαν στην Aegean Boat Report φωτογραφίες του σκάφους, το οποίο ταυτοποιήσαμε ως το παράκτιο περιπολικό σκάφος τύπου Lambro-57, LS 604, που ανήκει στην ελληνική ακτοφυλακή και έχει έδρα τη Σάμο.
Το περιπολικό σκάφος Lambro παρέμενε στάσιμο και ανέμενε, επειδή δεν είχε διασωστική λέμβο και δεν μπορούσε να πλησιάσει στην ακτή εξαιτίας των βράχων στην περιοχή.
Μετά από περίπου 30 λεπτά, έφτασε ένα δεύτερο μεγαλύτερο σκάφος, με πορτοκαλί κορυφή και μπλε βάση. Αυτό αναγνωρίστηκε ότι είναι η σωστική λέμβος τύπου Lambro Halmatic 60 lifeboat, SAR-513, που ανήκει στην ελληνική ακτοφυλακή και έχει επίσης έδρα στη Σάμο.
Μια κόκκινη μονοκινητήρια διασωστική λέμβος RIB αναπτύχθηκε από το σκάφος SAR, πήγε στο παράκτιο περιπολικό σκάφος όπου παρέλαβε δύο άντρες και στη συνέχεια κατευθύνθηκε προς την ακτή, στην τοποθεσία όπου περίμεναν οι νέες αφίξεις.
Η ομάδα μετακινήθηκε ανά δύο άτομα κάθε φορά μέσω της μικρής κόκκινης λέμβου RIB, μέχρι που 14 άτομα ανέβηκαν στο σκάφος SAR.
Ένας από τους άντρες που ήρθαν από το παράκτιο περιπολικό σκάφος φορούσε πολιτικά ρούχα, μπλε σορτσάκι και ένα λευκό t-shirt με ένα αστυνομικό σήμα όπως περιέγραψαν μέλη της ομάδας. Ήταν θυμωμένος, ισχυριζόμενος ότι τέσσερα άτομα έλειπαν και ρωτούσε πού είχαν πάει.
Κανείς δεν του είχε πει ότι η ομάδα αποτελούνταν από 18 άτομα. Ο μόνος τρόπος να το γνωρίζει αυτό ήταν μέσω των πληροφοριών που δόθηκαν στην λιμενική αρχή Σάμου από την Aegean Boat Report.
Η ομάδα επίσης ανέφερε ότι ο άντρας κουβαλούσε ένα μικρό σακίδιο, είχε μικρή γενειάδα και δύο τατουάζ, ένα στο δεξί του χέρι και ένα πίσω από το πόδι του. Ένα από τα τατουάζ του έμοιαζε σαν τείχος κάστρου με πύλες και στο σακίδιό του είδαν ένα όπλο.
Σε ένα μικρό νησί σαν τη Σάμο, κάποιος με αυτή την περιγραφή που δουλεύει με ή για την αστυνομία θα πρέπει να είναι εύκολο να βρεθεί.
Η αστυνομία στη συνέχεια έψαξε την περιοχή και μετά από μία ώρα επέστρεψαν με δύο ανθρώπους που βρήκαν. Αυτοί οι άνθρωποι απειλούνταν με όπλο από τον άντρα που περιγράφηκε παραπάνω και δεν είχα άλλη επιλογή από το να ακολουθήσουν τις εντολές του.
Τα 15 και 16 χρονών αγόρια που είχαν αφήσει το γκρουπ για να βρουν βοήθεια, δεν βρέθηκαν.
Σε όσους μεταφέρθηκαν στο SAR της ελληνικής ακτοφυλακής ζητήθηκε να παραδώσουν τα δελτία ταυτότητας και τα τηλέφωνά τους.
Ο αστυνομικός που περιγράφηκε παραπάνω, με το όπλο και τα τατουάζ, έσυρε από τα μαλλιά στο κατάστρωμα μια γυναίκα μεγάλης ηλικίας, όταν ανακάλυψε ότι δεν είχε παραδώσει το τηλέφωνό της.
Μετά από αυτό, τους ανάγκασαν όλους να ξεγυμνωθούν και να απομείνουν μόνο με τα εσώρουχά τους. Ακόμα και οι γυναίκες και τα παιδιά έπρεπε να υπομείνουν αυτή την απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση. Διάφορα τηλέφωνα και προσωπικά έγγραφα κατασχέθηκαν. Κανένα δεν επιστράφηκε.
Οι ιδιοκτήτες των τηλεφώνων εξαναγκάστηκαν να δώσουν στους αστυνομικούς τους κωδικούς των τηλεφώνων τους.
Σε ένα τηλέφωνο που ανήκε σε έναν άντρα, βρήκαν την επικοινωνία μέσω Whatsapp με την Aegean Boat Report. Αυτό και πάλι εξόργισε τον άντρα με τα τατουάζ, ο οποίος πήρε τον ιδιοκτήτη αυτού του τηλεφώνου στο πίσω μέρος του σκάφους και τον χτύπησε σοβαρά. Ο χτυπημένος άντρας παρατήρησε ότι ο αστυνομικός με τα τατουάζ τον βιντεοσκοπούσε ενώ τον χτυπούσε.
Η τελευταία επικοινωνία που έλαβε η Aegean Boat Report στο Whatsapp από τις νέες αφίξεις, ήταν μια θέση τους που στάλθηκε στις 2.37μ.μ. Αυτή η θέση ήταν μια τοποθεσία μέσα στη θάλασσα, 130 μέτρα από τις βραχώδεις ακτές του ακρωτηρίου Πράσο.
Η ζωντανή τοποθεσία ήταν ακόμα ενεργή σε αυτό το τηλέφωνο, και η Aegean Boat Report κατέγραψε τη θέση του καθώς κινούνταν αρχικά ανατολικά, στην συνέχεια και πάλι δυτικά του ακρωτηρίου Πράσο. Η τελευταία ανανεωμένη τοποθεσία ήρθε στις 3.12μ.μ.. Μετά από αυτό, το τηλέφωνο βγήκε εκτός δικτύου και η επικοινωνία χάθηκε.
Η τουρκική ακτοφυλακή (TCG) περισυνέλλεξε και διέσωσε 16 ανθρώπους από μια πλωτή σκηνή (life raft) που έπλεε έξω από το Κουσάντασι της Τουρκίας, την επόμενη μέρα, 9 Σεπτεμβρίου, στις 03.40π.μ.
Αρκετοί από τους διασωθέντες στις φωτογραφίες που δημοσίευσε η τουρκική ακτοφυλακή ήταν οι ίδιοι με εκείνους στις φωτογραφίες και τα βίντεο από το ακρωτήριο Πράσο στη Σάμο. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία για το ότι είναι οι ίδιοι άνθρωποι και για το ποιοι τους έφεραν σε αυτή την εν δυνάμει επικίνδυνη για τη ζωή τους κατάσταση.
Αναφορά της τουρκικής ακτοφυλακής:
Από μαρτυρία που έλαβε η Aegean Boat Report, η ομάδα εξήγησε ότι βρισκόταν στο ελληνικό σκάφος SAR για περισσότερες από 8 ώρες, και ότι μόλις σκοτείνιασε αναγκάστηκαν να επιβιβαστούν στην πλωτή σκηνή (life raft). Όσοι επιχείρησαν να αντισταθούν ή δίστασαν, πετάχτηκαν από το ελληνικό σκάφος στη σχεδία.
Η ελληνική ακτοφυλακή τους άφησε να πλέουν αβοήθητοι στη θάλασσα. Δεν τους έδωσαν σωσίβια, ούτε καν στα παιδιά. Οι άνθρωποι, ενώ παρασύρονταν, μόνοι και χωρίς κανέναν εξοπλισμό προστασίας της ζωής τους, ήταν τρομοκρατημένοι.
Μια γυναίκα που κατάφερε να κρύψει ένα τηλέφωνο στην πάνα του μωρού της, κάλεσε την τουρκική ακτοφυλακή να τους βοηθήσει.
Η ομάδα παρατήρησε ότι ο άντρας με τα τατουάζ επεστράφη στο περιπολικό σκάφος με τη μικρή κόκκινη λέμβο RIB προτού το σκάφος SAR εγκαταλείψει την περιοχή. Φαίνεται ότι ήταν ο επικεφαλής της επιχείρησης, μιλούσε συνεχώς στο τηλέφωνό του και φαινόταν να παίρνει εντολές από κάποιον άλλο, ίσως τον αρχηγό του λιμενικού σώματος στη Σάμο, Δημήτρη Τσινιά.
Τα δύο αγόρια που άφησαν το γκρουπ για να βρουν βοήθεια, παρατήρησαν από την άκρη ενός λόφου δύο σκάφη στην περιοχή που είχαν φτάσει, και υπέθεσαν ότι οι συνταξιδιώτες τους είχαν βρεθεί και διασωθεί.
Από απόσταση είπαν ότι ήταν δύσκολο να δουν καθαρά τα σκάφη αλλά τα περιέγραψαν το ένα σαν λευκό και το άλλο πορτοκαλί.
Η πεζοπορία των αγοριών προς την πόλη της Σάμου ήταν δύσκολη. Είχε πολύ ζέστη, δεν γνώριζαν την περιοχή και το έδαφος ήταν δύσκολο.
Αργά το απόγευμα έφτασαν στους λόφους πάνω από το Βαθύ, κοντά σε κάτι που περιέγραψαν σαν «πύργους κινητής τηλεφωνίας». Εκεί, τράβηξαν πολλές φωτογραφίες με τους εαυτούς τους να δείχνουν χαμηλά προς το στρατόπεδο προσφύγων στο Βαθύ, με την πόλη της Σάμου στο φόντο. Ξεκάθαρα βρίσκονταν στη Σάμο.
Βράδιαζε όταν έφτασαν στο στρατόπεδο. Ζήτησαν φαγητό από κάποιους ανθρώπους και τους έδωσαν νερό, τσάι και λίγο φαγητό.
Οι άνθρωποι που τους έδωσαν φαγητό, είπαν στα αγόρια ότι θα μπορούσαν επίσης να μείνουν στη σκηνή τους μέχρι το πρωί, ώστε να μπορέσουν να καταγραφούν την επόμενη μέρα.
Το επόμενο πρωί, τα αγόρια κατέβηκαν στη σειρά για το φαγητό, εκεί συνάντησαν τρεις εκπροσώπους της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR), δύο γυναίκες και έναν, όπως είπαν, ‘πολύ σωματώδη άντρα’. Όλοι τους φορούσαν γιλέκα της Ύπατης.
Επειδή τα ονόματα των αγοριών δεν υπήρχαν στις λίστες του στρατοπέδου, δεν τους δόθηκε φαγητό. Ήθελαν να κάνουν ντους και οδηγήθηκαν στα ντους από έναν άντρα στην ουρά για το φαγητό.
Βγαίνοντας από τα ντους, στις 10π.μ. περίπου, τράβηξαν μια φωτογραφία και πολύ σύντομα δύο άντρες με πολιτικά τους πλησίασαν, λέγοντας ότι ήταν εκεί για να τους πάνε να καταγραφούν.
Δεν ανέφεραν την ταυτότητά τους αλλά είπαν ότι ήταν υπεύθυνοι για τις καταγραφές στο στρατόπεδο. Τα αγόρια πιστεύουν ότι ήταν αστυνομικοί.
Μεταφέρθηκαν σε μια τοποθεσία δίπλα στην ουρά για το φαγητό, και μέσα σε ένα μέρος που περιέγραψαν ως ‘παρόμοιο με αστυνομικό τμήμα’.
Εκεί, έβλεπαν οθόνες, κάμερες, άντρες με στολή, με χειροπέδες και όπλα. Πρόκειται για το αστυνομικό τμήμα εντός του Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) στο Βαθύ.
Οι υπάλληλοι με τα πολιτικά τους ρώτησαν ποια γλώσσα μιλούν και τα παιδιά τους είπαν Νταρί. Σύντομα, οι άντρες είχαν έναν μεταφραστή στο τηλέφωνο.
Τα αγόρια ρωτήθηκαν για κάποια βασικά προσωπικά στοιχεία – την ηλικία τους, εθνικότητα και με ποιους είχαν συνταξιδέψει. Απάντησαν ότι ήθελαν να κάνουν αίτηση για άσυλο, ήταν 15 και 16 χρονών, από το Αφγανιστάν και ότι ταξίδευαν μόνοι τους. Οπότε, ο υπάλληλος που έκανε την συνέντευξη γνώριζε ότι ήταν ασυνόδευτοι ανήλικοι αιτούντες άσυλο και σε κάθε περίπτωση όποιος δει τα αγόρια εύκολα καταλαβαίνει ότι δεν υπάρχει περίπτωση να τους περάσει κάποιος κατά λάθος για ενήλικες.
Είναι εξαιρετικά πιθανό να γνώριζαν οι αξιωματικοί ότι αυτά ήταν τα δύο αγόρια που είχαν εξαφανιστεί από το Πράσο την προηγούμενη μέρα κι ότι η ομάδα των 16 με τους οποίους είχαν έρθει τα αγόρια είχε ήδη επιστραφεί βίαια στην Τουρκία από την ελληνική ακτοφυλακή.
Ο αστυνομικός που τους έκανε τη συνέντευξη έβγαινε συχνά από το δωμάτιο για να μιλήσει με κάποιον, πιθανότατα κάποιον ανώτερο αξιωματικό.
Τα αγόρια έμειναν περίπου μία ώρα στο αστυνομικό τμήμα, πριν τους πουν περί τις 11.15π.μ. ότι θα τους πήγαιναν να απομονωθούν για λίγες μέρες και μετά θα τους απελευθέρωναν.
Τους συνόδεψαν εκτός του αστυνομικού τμήματος από μια πίσω πόρτα που οδηγούσε εκτός του στρατοπέδου και περπάτησαν περίπου 10 λεπτά μέχρι ένα γκρι αυτοκίνητο όπου δύο άλλοι άντρες με πολιτικά και ένας άλλος σε μοτοσικλέτα τους περίμεναν.
Είπαν στα αγόρια να μπουν στο αυτοκίνητο. Δεν τους δόθηκε καμιά πληροφορία για το πού τους πηγαίνουν και οι άντρες στο αυτοκίνητο δεν αποκάλυψαν την ταυτότητά τους, αλλά τα αγόρια υπέθεσαν ότι και αυτοί δούλευαν για την αστυνομία.
Τους οδήγησαν προς το λιμάνι του Βαθέως, με την μοτοσικλέτα να ακολουθεί πίσω τους. Λιγότερο από 10 λεπτά μετά, το αυτοκίνητο άρχισε να κινείται προς ένα πάρκινγκ δίπλα στο λιμάνι αλλά τελικά άλλαξε κατεύθυνση και συνέχισε ευθεία στον δρόμο.
Διέταξαν τα αγόρια να κρατήσουν τα κεφάλια τους χαμηλά και να κρυφτούν στα πίσω καθίσματα. Άκουσαν τους άντρες να λένε κάτι που πιστεύουν ότι ήταν ‘οργάνωση’ και καταλάβαιναν ότι έχουν αγχωθεί.
Τα αγόρια πίστευαν ότι αυτό συνέβη λόγω ενός αυτοκινήτου στο πάρκινγκ του λιμανιού, που πιστεύουν ότι ανήκε σε μια ΜΚΟ, και ότι οι αστυνομικοί δεν ήθελαν μέλη αυτής της οργάνωσης να δουν τα αγόρια στο αυτοκίνητό τους.
Σταμάτησαν το αυτοκίνητο και περίμεναν μερικά λεπτά, μέχρι που το αυτοκίνητο ‘της οργάνωσης’ έφυγε, και στη συνέχεια τα αγόρια οδηγήθηκαν στο λιμάνι. Η ώρα τώρα ήταν περίπου 12 το μεσημέρι.
Έβγαλαν τα αγόρια από το αυτοκίνητο και τα οδήγησαν σε ένα λευκό και γκρι σκάφος, το οποίο αμέσως είδαν ότι είναι ένα ελληνικό λιμενικό σκάφος και το οποίο αργότερα αναγνωρίστηκε ως παράκτιο περιπολικό σκάφος τύπου Lambro-57.
Το σκάφος είχε πλήρωμα περίπου πέντε ατόμων, όλα ντυμένα με σκουρόχρωμες στολές.
Οι αξιωματικοί έψαξαν τα αγόρια και κατάσχεσαν τα κινητά τους τηλέφωνα και χρήματα, πριν τους περάσουν χειροπέδες δένοντάς τα μεταξύ τους.
Οι άντρες είπαν στα αγόρια να κοιτάνε κάτω και τα χτύπησαν στο πρόσωπο πολλές φορές ενώ το σκάφος κινούνταν προς την Τουρκία.
Μετά από λίγο, περίπου στη 1.30μ.μ., το σκάφος σταμάτησε και ένας άντρας φούσκωσε μια μικρή γκρι πλαστική βάρκα, όσο ένας άλλος τους έβγαζε τις χειροπέδες.
Ο τελευταίος είχε ένα γκλομπ και απειλούσε τα αγόρια ότι θα τα χτυπήσει αν κουνηθούν.
Τα αγόρια αναγκάστηκαν να μπουν στη μικρή πλαστική βάρκα, χωρίς σωσίβια, και αφέθηκαν από την ελληνική ακτοφυλακή να επιπλέουν.
Το σκάφος της ελληνικής ακτοφυλακής ανέπτυξε ταχύτητα και έφυγε, όπως φαίνεται σε ένα βίντεο που εξασφάλισε η Aegean Boat Report από μια κάμερα παρακολούθησης στην τουρκική ακτή του Bayrakadasi. Η ώρα σε αυτό το βίντεο είναι 2μ.μ.
Η βάρκα στην οποία αφέθηκαν τα αγόρια δεν είχε μηχανή και έπρεπε να κάνουν κουπί με τα χέρια τους για να καταφέρουν να φτάσουν στην τουρκική ακτή.
Το ελληνικό λιμενικό σώμα άφησε αυτά τα δύο αγόρια μόνα τους σε μια μικρή πλαστική βάρκα χωρίς σωσίβια ή οποιοδήποτε μέσο προώθησης, παρόλο που γνώριζαν ότι ήταν μόλις 15 και 16 χρονών.
Η τουρκική ακτοφυλακή περισυνέλλεξε δύο αγόρια από μια μικρή πλαστική βάρκα έξω από το Κουσάντασι, στις 9 Σεπτεμβρίου, στις 2.40μ.μ.
Οι φωτογραφίες που δημοσίευσε η τουρκική ακτοφυλακή δείχνουν ότι πρόκειται για τα ίδια αγόρια που είναι στις φωτογραφίες που τράβηξαν στο λόφο πάνω από το Βαθύ της Σάμου.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους και καμία αμφιβολία περί του ποια ήταν αυτά τα δύο ανήλικα που βρέθηκαν σε αυτή την απειλητική για τη ζωή τους κατάσταση.
Αναφορά της τουρκικής ακτοφυλακής:
Τα αγόρια οδηγήθηκαν στο αστυνομικό τμήμα στο Aydin, όπου συνάντησαν την ομάδα των 16 ανθρώπων με τους οποίους είχαν ταξιδέψει από την Τουρκία στη Σάμο, και οι οποίοι είχαν επαναπροωθηθεί την προηγούμενη μέρα και διασωθεί από την τουρκική ακτοφυλακή από μια πλωτή σχεδία.
Η ομάδα των 18 ανθρώπων οδηγήθηκε στο Aydin Removal Centre, όπου κρατήθηκαν για 9 μέρες έως ότου αφεθούν ελεύθεροι.
Και οι δύο υποθέσεις – οι 16 άνθρωποι που επαναπροωθήθηκαν από το ακρωτήρι Πράσο της Σάμου στις 8 Σεπτεμβρίου, και η βίαιη επιστροφή δύο αγοριών από το ΚΥΤ στο Βαθύ της Σάμου την επόμενη μέρα, 9 Σπετεμβρίου – ήταν γνωστές στην Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα (MSF).
Οι υπεύθυνοι της Ύπατης Αρμοστείας στη Σάμο είχαν λάβει λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με την επιστροφή των ανηλίκων, αλλά για κάποιο λόγο δεν το ανέφεραν στα κεντρικά της οργάνωσής τους στην Αθήνα. Αυτή η αδυναμία τους να αναφέρουν μια σοβαρή υπόθεση που σχετίζεται με δύο αγόρια δημιουργεί ερωτήματα που ίσως πρέπει να απαντηθούν.
Ομοίως, το γραφείο της Ύπατης Αρμοστείας στο στρατόπεδο στο Βαθύ είναι ακριβώς δίπλα στο αστυνομικό τμήμα, οπότε είναι πιθανόν ότι, το λιγότερο, οι τρεις υπάλληλοι της Ύπατης Αρμοστείας θα είδαν τα αγόρια όταν μεταφέρονταν στο αστυνομικό τμήμα.
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έλαβαν πληροφορίες σχετικά με την παράνομη επιστροφή των δύο ανηλίκων από το Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης της Σάμου από την Aegean Boat Report στις 11 Σεπτεμβρίου. Το ανέφεραν στις αρμόδιες αρχές και την Ύπατη Αρμοστεία. Περαιτέρω ενέργειες των ΓΧΣ, αν υπήρξαν, είναι άγνωστες προς το παρόν, εφόσον μέχρι στιγμής δεν έχει εκδοθεί καμιά επίσημη δήλωση από τους ΓΧΣ.
Αυτές είναι δύο από έναν ανησυχητικά αυξανόμενο αριθμό υποθέσεων που το Aegean Boat Report έχει καταγράψει, οι οποίες δείχνουν ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι πρόθυμη να ξεπεράσει οποιοδήποτε όριο, ασχέτως του πόνου στον οποίο υποβάλλουν ευάλωτους αθώους ανθρώπους, αρκεί να μπορεί να προωθεί την πολιτική της ατζέντα.
Αυτές οι επαναπροωθήσεις, μαζί με εκατοντάδες ακόμα μόνο κατά τον τελευταίο χρόνο, παραβιάζουν ευθέως το διεθνές, ευρωπαϊκό, ακόμα και το ελληνικό δίκαιο. Η σημερινή ελληνική κυβέρνηση φαίνεται να πιστεύει ότι τίποτα από αυτά δεν την αγγίζει, και η Ε.Ε. μέχρι στιγμής δεν έχει αντιδράσει.
Όσο δεν αμφισβητείται σε πολιτικό και νομικό επίπεδο, η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται αποφασισμένη να συνεχίσει να παραβιάζει το νόμο και να διακινδυνεύει τις ζωές αθώων αντρών, γυναικών και παιδιών που αναζητούν ασφάλεια.
Βίντεο από την υπόθεση στη σελίδα της Aegean Boat Report:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου