Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία προκάλεσε ένα «ντόμινο» εξελίξεων, πυροδοτώντας σενάρια ακόμα και για τρίτο παγκόσμιο πόλεμο. Τα γεγονότα επέφεραν άμεση αλλαγή στα ευρωπαϊκά στρατιωτικά σχέδια με αύξηση δαπανών για εξοπλιστικά.
Το πιο σημαντικό παράδειγμα είναι αυτό της Γερμανίας, που ανακοίνωσε ένα πρόγραμμα μαμούθ στρατιωτικών δαπανών ύψους 100 δισ. ευρώ. Η απόφαση του Βερολίνου επισφράγισε την οριστική στροφή της στην κούρσα των εξοπλισμών, προκαλώντας έντονο προβληματισμό και ανησυχία για το νέο κεφάλαιο που ανοίγεται. Μια «χρυσή εποχή» για τη βιομηχανία όπλων.
Εξάλλου, οι παγκόσμιοι κολοσσοί της παραγωγής εξοπλισμών φαίνεται ότι δεν επηρεάστηκαν καθόλου ούτε από την οικονομική κρίση που προκάλεσε η πανδημία, καθώς το 2020 οι 100 μεγαλύτερες εταιρίες έφτασαν τα 531 δισ. τζίρο, που σημαίνει μία αύξηση 1,3% σε πραγματικές συνθήκες σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο, όταν μάλιστα η παγκόσμια οικονομία συρρικνώθηκε κατά περίπου 3%. Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από τα δεδομένα της έρευνας του Ινστιτούτου Έρευνας για τη Διεθνή Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI).
Αυτός ήταν κατά σειρά ο έκτος συνεχόμενος χρόνος που σημειώνουν αύξηση τζίρου οι 100 μεγαλύτερες εξοπλιστικές εταιρίες. Αθροιστικά η άνοδος είναι 17% σε σχέση με το 2015, ο οποίος ήταν και ο πρώτος χρόνος που το SIPRI συμπεριέλαβε στις έρευνες και τις εταιρίες παραγωγής εξοπλισμών από την Κίνα. Εξαιρουμένων μόνο ορισμένων ρωσικών (ο τζίρος τους υποχώρησε κατά 6,5%) και γαλλικών (-7,7%) ομίλων, οι πολεμικές βιομηχανίες άλλων χωρών κατέγραψαν αύξηση πωλήσεων την περασμένη χρονιά.
Η εποχή της πανδημίας
Η πώληση όπλων αυξήθηκε κατά την διάρκεια του πρώτου χρόνου της πανδημίας, παρά το γεγονός ότι η παγκόσμια οικονομία συρρικνώθηκε κατά 3,1 τοις εκατό. Η Αλεξάντρα Μαρκστάινερ , ερευνητής του SIPRI είπε σχετικά με αυτό ότι «Οι γίγαντες της βιομηχανίας των όπλων θωρακίστηκαν σε μεγάλο βαθμό, λόγω της διαρκής ζήτησης στρατιωτικών αγαθών και υπηρεσιών από τις κυβερνήσεις», ενώ πρόσθεσε ότι «Σε πολλά μέρη του κόσμου οι δαπάνες σε στρατιωτικό εξοπλισμό αυξήθηκαν, ενώ πολλές κυβερνήσεις επιτάχυναν ακόμη και τις πληρωμές στις βιομηχανίες των όπλων, ώστε να μετριάσουν τον αντίκτυπο της οικονομικής κρίσης που προκλήθηκε από την COVID-19».
Οι «Κυρίαρχοι του Παιχνιδιού» στη βιομηχανία στρατιωτικού εξοπλισμού
Οι ΗΠΑ για ακόμη μία φορά κατέχει τις περισσότερες εταιρίες που βρίσκονται στις 100 μεγαλύτερες της βιομηχανίας. Όλες μαζί οι πωλήσεις των 42 εταιριών των ΗΠΑ συγκέντρωσαν 285 δισ., δηλαδή μία αύξηση του 1,9 τοις εκατό σε σχέση με το 2019, το οποίο αποτελεί το 54 τοις εκατό των συνολικών πωλήσεων των 100 μεγαλύτερων εταιριών. Χαρακτηριστικό στοιχείο είναι ότι από το 2018 οι 5 πρώτες εταιρίες της βιομηχανίας όπλων έχουν την βάση τους στις ΗΠΑ.
Η αμερικανική βιομηχανία όπλων διανύει ένα κύμα συγχωνεύσεων και εξαγορών. Αυτό συμβαίνει γιατί θέλουν να διευρύνουν την ποικιλία των προϊόντων τους και έτσι να αποκτήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα όταν επιβάλλουν προσφορές για συμβόλαια. Η κ. Μαρκστάινερ αναφέρει σχετικά ότι «Αυτή είναι μία τάση που περισσότερο εμφανίζεται στον τομέα των διαστημικών εξοπλισμών. Οι εταιρίες Northrop Grumman και KBR είναι μερικές από τις εταιρίες που έχουν ενσωματώσει στο δυναμικό τους άλλες εταιρίες υψηλής αξίας που ειδικεύονται στον διαστημικό εξοπλισμό τον τελευταίο χρόνο».
Η Κίνα έρχεται στην δεύτερη θέση με πέντε εταιρίες που βρίσκονται στις 100 μεγαλύτερες της βιομηχανίας. Οι εταιρίες αυτές συγκέντρωσαν περίπου 66,8 δις το 2020, δηλαδή 1,5 τοις εκατό περισσότερο από το 2019. Οι πωλήσεις αυτές αποτελούν το 13% του συνολικού αριθμού πωλήσεων από τις 100 μεγαλύτερες εταιρίες για το 2020, γεγονός το οποίο τοποθετεί την Κίνα αμέσως μετά τις ΗΠΑ και μία θέση πάνω από το Ηνωμένο Βασίλειο που βρίσκεται τρίτο στην κατάταξη.
Ο Δρ. Ναν Τιαν, κύριος ερευνητής της SIPRI, δήλωσε ως «Τα τελευταία χρόνια οι εταιρίες παραγωγής στρατιωτικού εξοπλισμού στην Κίνα έχουν επωφεληθεί από τα προγράμματα στρατιωτικού εκσυγχρονισμού της χώρας και εστιάζουν στην ενθάρρυνση των ιδιωτικών εταιριών να επενδύσουν, να αναπτύξουν και να παράγουν στρατιωτικό εξοπλισμό», ενώ πρόσθεσε ότι οι εταιρίες της Κίνας «έχουν γίνει από τους πιο ανεπτυγμένους παραγωγούς στρατιωτικής τεχνολογίας στον κόσμο».
Όσον αφορά την Ευρώπη εκπροσωπείται από 26 εταιρίες στις 100 μεγαλύτερες, οι οποίες εκφράζουν το 21 τοις εκατό των συνολικών πωλήσεων ή 109 δισ. Οι 7 από αυτές είναι βρετανικές, οι οποίες σημείωσαν πωλήσεις ύψους 37,5 δις το 2020, δηλαδή 6,2 τοις εκατό αύξηση σε σχέση με το 2019, ενώ η BAE System η μόνη ευρωπαϊκή εταιρία που βρίσκεται στις 10 πρώτες θέσεις αύξησε τις πωλήσεις της κατά 6,6 τοις εκατό δηλαδή κατά 24 δις δολάρια.
Η διευθυντής του SIPRI, Δρ. Λούσι Μπερό Σουντρό αναφέρει ότι «Οι 7 εταιρίες που εκπροσωπούν τη Γαλλία στις 100 μεγαλύτερες της βιομηχανίας σημείωσαν πτώση κατά 7,7 τοις εκατό σε πωλήσεις», ενώ πρόσθεσε ότι « Αυτό είναι απόρροια της απότομης μείωσης της παράδοσης των Rafale από την εταιρία Dassault. Ωστόσο, οι πωλήσεις όπλων της Safran αυξήθηκαν, λόγω των αυξημένων πωλήσεων συστημάτων παρακολούθησης και πλοήγησης.
Στην Γερμανία οι 4 εταιρίες που βρίσκονται στις 100 μεγαλύτερες έφτασαν τα 8.9 δις δολάρια σε πωλήσεις το 2020, δηλαδή μία αύξηση 1,9 τοις εκατό σε σχέση με το 2019. Όλες μαζί οι εταιρίες αποτελούν το 1,7 τοις εκατό των συνολικών πωλήσεων των 100 μεγαλύτερων εταιριών. Η Rheinmetall - η μεγαλύτερη εταιρία παραγωγής στρατιωτικού εξοπλισμού στη Γερμανία- σημείωσε αύξηση 5,2 τοις εκατό,ενώ η ShipbuilderThyssen krupp, αντιθέτως, σημείωσε πτώση 3,7 τοις εκατό.
Η πτώση της Ρωσίας
Οι 9 εταιρίες της Ρωσίας που βρίσκονται στις 100 μεγαλύτερες σημείωσαν πτώση 6,5 τοις εκατό σε σχέση με το 2019 και συγκεκριμένα 1,8 δις δολάρια λιγότερα. Το γεγονός αυτό δείχνει να συνεχίζει την μόνιμη πτώση των ρώσικων εταιριών από το 2017 όπου και έφτασαν στους υψηλότερους αριθμούς τους. Οι Ρώσικες εταιρίες αποτέλεσαν το 5 τοις εκατό των συνολικών πωλήσεων των 1000 μεγαλύτερων εταιριών της βιομηχανίας.
Οι εταιρίες από τη Ρωσία σημείωσαν μερικές από τις μεγαλύτερες πτώσεις. Σε αυτό συνέβαλαν η διακοπή του κρατικού Εξοπλιστικού Προγράμματος της ρώσικης κυβέρνησης 2011-2020, αλλά και οι καθυστερήσεις παράδοσης εξοπλισμών λόγω της πανδημίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Almaz-Antey και η United Shipbuilding Corporation είδαν τις; πωλήσεις τους να μειώνονται κατά 31 και 11 τοις εκατό αντίστοιχα. Αντιθέτως, η United Aircraft Corporation αύξησε τις πωλήσεις της κατά 16 τοις εκατό.
Επιπλέον, στην εικόνα αυτή των ρώσικων εταιριών συνέβαλε και η κυβερνητική πολιτική που θέλει τις εταιρίες να έχουν αυξήσει το μερίδιό τους στα μη στρατιωτικά προϊόντα στο 30% μέχρι το 2025 και στο 50% μέχρι το 2030.
Κάποια ακόμη σημαντικά στοιχεία από την έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας για τη Διεθνή Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI):
Οι 3 Ισραηλινές εταιρίες που βρίσκονται στις 100 μεγαλύτερες της βιομηχανίας στρατιωτικών εξοπλισμών έφτασαν τα 10,4 δις δολάρια σε πωλήσεις το 2020 ή 2 τοις εκατό του συνόλου.
Οι 5 Ιαπωνικές εταιρίες που βρίσκονται στις 100 μεγαλύτερες της βιομηχανίας στρατιωτικών εξοπλισμών έφτασαν τα 9,9 δις δολάρια συνολικά σε πωλήσεις το 2020 ή το 1,9 τοις εκατό του συνόλου.
Οι 4 εταιρίες από την Νότιο Κορέα που βρίσκονται στις 100 μεγαλύτερες της βιομηχανίας στρατιωτικών εξοπλισμών έφτασαν τα 6,5 δις δολάρια συνολικά σε πωλήσεις το 2020 και αύξησαν τον τζίρο τους κατά 4,6 τοις εκατό σε σχέση με πέρυσι.
Οι 3 εταιρίες από την Ινδία που βρίσκονται στις 100 μεγαλύτερες της βιομηχανίας στρατιωτικών εξοπλισμών αύξησαν τις πωλήσεις τους κατά 1,7 τοις εκατό. Η Ινδική κυβέρνηση μείωσε σημαντικά το 2020 την εισαγωγή στρατιωτικών εξοπλισμών, για να αποκτήσει μεγαλύτερη αυτονομία που θα βασίζεται στη δική της παραγωγή εξοπλισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου