Δευτέρα 9 Μαΐου 2022

Η πολιτική και οικονομική κρίση στο Πακιστάν: Νέο πεδίο περιφερειακής αστάθειας;

Η πολιτική και οικονομική κρίση στο Πακιστάν: Νέο πεδίο περιφερειακής αστάθειας;
* Ειρήνη Γιαννοπούλου, Πολιτική Επιστήμονας, μεταπτυχιακή φοιτήτρια Διεθνών Σχέσεων ΕΚΠΑ – Η ανάλυση περιλαμβάνεται στο 5ο Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ, που δημοσιεύεται στο www.enainstitute.org

Η πολιτική ζωή στο Πακιστάν, ήδη από την ανεξαρτησία του από τη Βρετανική Αυτοκρατορία τo 1947, χαρακτηρίζεται από έντονη πολυπλοκότητα, αντιπαλότητα μεταξύ των κυρίαρχων πολιτικών οικογενειών και καθοριστική παρέμβαση του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών. Πιο συγκεκριμένα, ο κοινοβουλευτισμός και η συνταγματική διακυβέρνηση κλονίστηκαν ουκ ολίγες φορές στη χώρα, με τον στρατό να καταλαμβάνει την εξουσία μέσω πραξικοπημάτων σχεδόν για τρεις διαδοχικές περιόδους διάρκειας περίπου δέκα ετών η καθεμία, από τα τέλη της δεκαετίας του ’50 έως και το 2008 -με κάποια ολιγοετή διαλείμματα εύθραυστης δημοκρατίας. Σήμερα, η Ισλαμική Δημοκρατία του Πακιστάν φέρει το πολίτευμα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, με τον Πρωθυπουργό να είναι αρχηγός της κυβέρνησης και τον Πρόεδρο αρχηγός του κράτους. Ο πάνω από 220 εκατομμύρια πληθυσμός της χώρας εκπροσωπείται από τα δύο κοινοβουλευτικά νομοθετικά σώματα, την Εθνοσυνέλευση (Κάτω Βουλή) και τη Γερουσία (Άνω Βουλή). Τα τρία πιο ισχυρά κόμματα στη χώρα είναι το Πακιστανικό Κίνημα για τη Δικαιοσύνη με αρχηγό τον Ίμραν Χαν, η Πακιστανική Μουσουλμανική Λίγκα με αρχηγό τον Σεμπάζ Σαρίφ (της ισχυρής πολιτικής οικογένειας Σαρίφ της περιφέρειας Πουντζάμπ) και το κεντροαριστερό σοσιαλδημοκρατικό Λαϊκό Κόμμα του Πακιστάν με αρχηγό τον Μπιλαουάλ Μπούτο Ζαρντάρι (της ισχυρής πολιτικής οικογένειας Μπούτο-Ζαρντάρι της περιφέρειας Σιντ).


Στις εκλογές του 2018 νικητής ήταν ο διεθνούς φήμης πρωταθλητής του πακιστανικού εθνικού αθλήματος κρίκετ, με έντονη φιλανθρωπική δραστηριότητα, Ίμραν Χαν, ο οποίος με τη βοήθεια μικρών κομμάτων (και για πολλούς με καθοριστική εμπλοκή επιφανών αξιωματούχων του στρατού υπέρ του) σχημάτισε κυβέρνηση και νίκησε τον Σαρίφ και τον Μπούτο. Η νίκη του Πακιστανικού Κινήματος για τη Δικαιοσύνη θεωρήθηκε πως θα μπορούσε να αποτελέσει μια νέα σελίδα στη εσωτερική και εξωτερική πολιτική του Πακιστάν έπειτα από δεκαετίες εναλλαγής κυβερνήσεων ανάμεσα στη Μουσουλμανική Λίγκα των Σαρίφ και τους κοσμικούς σοσιαλδημοκράτες των Μπούτο, με ενδιάμεσα στρατιωτικά καθεστώτα. Στην προεκλογική του εκστρατεία ο Χαν υποσχόταν πως θα απελευθέρωνε τη χώρα από της διεφθαρμένες πολιτικές ελίτ, καθιστώντας εκείνους που έπρεπε υπόλογους για υπεξαίρεση και διασπάθιση δημόσιου χρήματος και για πολιτικές αυθαιρεσίες. Παράλληλα, υποστήριζε πως βασικό του μέλημα ήταν η δημιουργία «ισλαμικού κοινωνικού κράτους» και η αντιμετώπιση της σοβαρότατης οικονομικής κρίσης που μάστιζε τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα, αλλά και τη μεσαία τάξη, εξαιτίας του ραγδαία αυξανόμενου πληθωρισμού, της κατακόρυφης πτώσης του πακιστανικού ρούπι, καθώς και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής και τη διαμόρφωση ευκαιριών για τη νέα γενιά.

Σύμφωνα με το Trading Economics, το δημόσιο χρέος του Πακιστάν το 2020 αποτελούσε το 86% του ΑΕΠ της χώρας, ενώ ο πληθωρισμός παρουσιάζει σταθερή αύξηση όντας παράλληλα και ο υψηλότερος στη Νότια Ασία, ξεπερνώντας το 13% τον Απρίλιο του 2022. Το ποσοστό φτώχειας είναι υψηλό και αυξάνεται σταθερά. Η πανδημία δεν βοήθησε στην αντιμετώπιση των κοινωνικοοικονομικών ζητημάτων της χώρας, ενώ η πολιτική, οικονομική και ανθρωπιστική κρίση στο γειτονικό Αφγανιστάν είχε αρνητικές συνέπειες και για το Πακιστάν. Ήδη από το 2019 η πακιστανική κυβέρνηση δεσμεύτηκε στο ΔΝΤ, λαμβάνοντας δάνειο διάσωσης 6 δισ. δολαρίων. Η εγχώρια οικονομική συνθήκη έδωσε τη δυνατότητα στους πολιτικούς αντιπάλους του Χαν και σε μια μερίδα της πακιστανικής κοινωνίας να ισχυριστεί πως ο Πρωθυπουργός δεν κατάφερε να εκπληρώσει τις υποσχέσεις του για ουσιαστική μεταρρύθμιση και οικονομική εξυγίανση. Αποκορύφωμα της δυσαρέσκειας ήταν το αίτημα των κομμάτων της αντιπολίτευσης στην Εθνοσυνέλευση για ψήφο δυσπιστίας προς τον Χαν, λόγω μη χρηστής διακυβέρνησης και αδυναμίας αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης, ειδικά του πληθωρισμού και της ακρίβειας βασικών αγαθών, όπως τα καύσιμα και τα τρόφιμα.

Φοβούμενος πως θα έχανε την ψήφο εμπιστοσύνης ο Χαν αιτήθηκε στον Πρόεδρο Αλβί να διαλύσει τη Βουλή και να καλέσει σε εκλογές. Ο Πρωθυπουργός υποστήριζε πως η έκκληση σε ψήφο δυσπιστίας ήταν μια καλά σχεδιασμένη σκευωρία της αντιπολίτευσης και του στρατού εναντίον του στην οποία είχαν εμπλακεί ενεργά οι Ηνωμένες Πολιτείες. Παρά την αρχική υποστήριξη του στρατού προς τον Χαν κατά την εκλογή του, υποστηρίζεται πως υπήρξε ρήξη μεταξύ τους τους περασμένους μήνες, γεγονός που συνέβαλε στην «απονομιμοποίησή» του, επιβεβαιώνοντας παράλληλα τον ισχυρό ρόλο του στρατού στην πακιστανική πραγματικότητα.


Έπειτα από έντονες πολιτικές αντεγκλήσεις και εκατέρωθεν ισχυρισμούς για βαθιά συνταγματική και πολιτική κρίση, η αντιπολίτευση απευθύνθηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο προκειμένου εκείνο να εξετάσει τη νομιμότητα του αιτήματος του Πρωθυπουργού για διάλυση της Βουλής. Ομόφωνα το Δικαστήριο αποφάνθηκε για την αντισυνταγματικότητα του αιτήματος και, ως εκ τούτου, η ψηφοφορία για εμπιστοσύνη ή μη στην κυβέρνηση του Κινήματος Δικαιοσύνης διενεργήθηκε στην Εθνοσυνέλευση στις αρχές Απριλίου. Πράγματι, ο Χαν δεν έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης και προσωρινός Πρωθυπουργός έγινε ο αρχηγός του δεύτερου ισχυρότερου κόμματος, της Μουσουλμανικής Λίγκας, Σεμπάζ Σαρίφ. Έτσι, ο Χαν έγινε ο πρώτος Πρωθυπουργός που έχασε ψήφο εμπιστοσύνης από την πακιστανική Κάτω Βουλή, αλλά προστέθηκε στη μακροσκελή λίστα αρχηγών κυβέρνησης της χώρας που δεν ολοκλήρωσαν την πενταετία.

Ήδη από τις αρχές της πολιτικής κρίσης, δεκάδες χιλιάδες Πακιστανοί, με μεγάλο ποσοστό αυτών να ανήκουν στη νέα γενιά, κατέβαιναν τακτικά στους δρόμους πολλών πόλεων, από το Καράτσι μέχρι το Ισλαμαμπάντ, διαδηλώνοντας υπέρ του Χαν και τις διατήρησής του στην εξουσία και κατά της επανόδου της διεφθαρμένης ελίτ, κάνοντας επίσης λόγο για συνωμοσίες ξένων δυνάμεων κατά της ηγεσίας του Κινήματος Δικαιοσύνης, με το αντιαμερικανικό αίσθημα να είναι βασικό χαρακτηριστικό των διαδηλώσεων. Εν αντιθέσει, δεν υπήρξε αντίστοιχη λαϊκή στήριξη στην αντιπολίτευση και το νέο Πρωθυπουργό Σαρίφ. Μάλιστα, μετά την έκδοση της έρευνας των Panama Papers το 2016, ο πρώην Πρωθυπουργός της χώρας και αδερφός του Σεμπάζ Σαρίφ, Ναουάζ Σαρίφ, και τα παιδιά του καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης από ένα έως δέκα έτη και σε χρηματική ποινή άνω των 10 εκατομμυρίων δολαρίων με κατηγορίες για επί δεκαετίες διαφθορά και ξέπλυμα χρήματος σε offshore εταιρίες στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους. Ο τωρινός Πρωθυπουργός υποστήριξε την οικογένειά του και χαρακτήρισε τις κατηγορίες ως «αντιδημοκρατικές», εντείνοντας στην κοινή γνώμη την εντύπωση περί αναξιοπιστίας του. Επομένως, θεωρείται από πολλούς αναλυτές πως στις επόμενες εκλογές του 2023 ο Σαρίφ δε θα μπορέσει να αποκτήσει εύκολα την εύνοια των ψηφοφόρων, σε αντίθεση με τον Χαν που, διαθέτοντας και αντιπολιτευτική εμπειρία από τη δεκαετία του ’90, ήδη, ως ένα βαθμό, την έχει, καθώς αυτοπαρουσιάζεται ως αδικημένος και θύμα της στρατιωτικής και αμερικανικής εμπλοκής στα πολιτικά πράγματα.

Εξωτερική πολιτική, στρατός και αλλαγή κυβερνήσεων

Η βασική παράμετρος που διαχρονικά έχει αποτελέσει σημείο ρήξης μεταξύ του στρατού και των κυβερνήσεων είναι η εξωτερική πολιτική. Σε ό,τι αφορά τις ινδοπακιστανικές σχέσεις, για το στρατό, η ινδική ηγεμονία στην περιοχή και κυρίως το ζήτημα της διαφιλονικούμενης περιοχής του Κασμίρ αποτελεί πρώτιστο ζήτημα ασφάλειας για τη χώρα. Η όξυνση των εντάσεων στο Κασμίρ κατά τη διακυβέρνηση Χαν δυσχέρανε τις ινδοπακιστανικές σχέσεις, ιδίως από το ’19 κι έπειτα, παρά κάποιες αρχικές συζητήσεις για οικονομικές συμφωνίες. Αντιθέτως, η Πακιστανική Μουσουλμανική Λίγκα έχει μια πολιτική παρακαταθήκη προσεγγίσεων με την Ινδία, σε μια προσπάθεια εξομάλυνσης και σταθεροποίησης των διπλωματικών και οικονομικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Πολλοί, επομένως, αναμένουν εκ νέου επαφές με τη γειτονική ισχυρή δύναμη κατά την ηγεσία Σαρίφ. Είναι σημαντικό στο σημείο αυτό να αναφερθεί πως πρόκειται στο επόμενο διάστημα να διοριστεί νέος Αρχηγός του Στρατού στο Πακιστάν, μετά την άρνηση του έως τώρα αρχηγού Μπάτζουα για ανανέωση της θητείας του. Έτσι, το ενδεχόμενο για μια επαναπροσέγγιση Σαρίφ και στρατού, ιδίως όσον αφορά τα θέματα εξωτερικής πολιτικής, παραμένει ανοιχτό – αλλά όχι βέβαιο.

Αν και το Πακιστάν τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχει αποτελέσει έναν από τους σημαντικότερους συμμάχους των ΗΠΑ στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας και παρά το γεγονός πως η αμερικανική οικονομική βοήθεια προς αυτό έχει ξεπεράσει τα έξι δισ. δολάρια τα τελευταία έτη, οι σχέσεις της κυβέρνησης Χαν με τις ΗΠΑ, ιδίως μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Τ. Μπάιντεν, χαρακτηρίζονται από αλλεπάλληλες ταραχές. Ο Χαν χαρακτήρισε τη συμμαχία του Πακιστάν με τις ΗΠΑ για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας ως μια από τις πιο μελανές σελίδες στη σύγχρονη ιστορία της χώρας, ενώ μετά την απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν, ο πρώην πλέον Πρωθυπουργός έδωσε συγχαρητήρια στους Ταλιμπάν για την απελευθέρωση της χώρας από τα αμερικανικά δεσμά.

Βασικό μέλημα του Πακιστάν επί Χαν, ιδίως μετά την επάνοδο των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, ήταν (τουλάχιστον έως την ανατροπή Χαν) η διατήρηση της σταθερότητας στην περιοχή, η επικέντρωση στη διμερή και πολυμερή διπλωματική δίοδο για τη σταθεροποίηση των νέων συσχετισμών ισχύος στη Νότια Ασία και η αποφυγή εμπλοκής σε διεθνείς ανταγωνισμούς. Έτσι, στηρίζεται στις ήδη καλές και στέρεες πολιτικές και οικονομικές σχέσεις με την Κίνα και τη διεύρυνση των σχέσεων με το Ιράν και τη Ρωσία. Μάλιστα, η ουδέτερη στάση της πρώην κυβέρνησης του Πακιστάν ως προς την ουκρανική κρίση και η μη ακύρωση της κανονισμένης συνάντησης Πούτιν-Χαν στο Κρεμλίνο για την υπογραφή ενεργειακής συμφωνίας την ίδια μέρα με την έναρξη της ρωσικής επέμβασης στην Ουκρανία, θεωρήθηκε από πολλούς ως «το κερασάκι στην τούρτα» για τη δυσαρέσκεια του στρατού και των ΗΠΑ για τις επιλογές του Χαν στην εξωτερική πολιτική.

Εσωτερική αστάθεια και αβεβαιότητα για το μέλλον

Το Πακιστάν βρίσκεται σε μια εξαιρετικά στρατηγική γεωγραφική θέση, είναι πυρηνική δύναμη, έχει έναν καλά εκπαιδευμένο στρατό και μια από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες παραγωγής όπλων παγκοσμίως, ενώ είναι μια από τις πολυπληθέστερες χώρες στον κόσμο. Επομένως, οι επιλογές των κυβερνήσεων της χώρας σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής παίζουν σημαντικό ρόλο στους συσχετισμούς ισχύος σε περιφερειακό, αλλά και διεθνές επίπεδο, καθιστώντας τη χώρα έναν σημαντικό συνομιλητή για τις περιφερειακές δυνάμεις, αλλά και για τις ΗΠΑ. Η παρούσα, όμως, πολιτική κρίση στο Πακιστάν αναδεικνύει τις δομικές και βαθιές πολιτικές αδυναμίες στο εσωτερικό του κράτους και κυρίως σε σχέση με την κυριαρχία του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών στη χάραξη πολιτικής. Η περαιτέρω ενίσχυση τζιχαντιστικών τρομοκρατικών οργανώσεων στο Πακιστάν και η δυσαρέσκεια του λαού για την πολιτική κρίση αναδεικνύουν την έντονη αστάθεια που επικρατεί σε κοινωνικό επίπεδο. Οι επόμενοι μήνες έως τις εκλογές θα αποτελέσουν μεταβατική περίοδο για τη χώρα, όπου πιθανώς οι εντάσεις μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, του στρατού, των παραστρατιωτικών οργανώσεων, αλλά και εξωτερικών ισχυρών δρώντων θα οξυνθούν, αφήνοντας μικρά περιθώρια στο Σαρίφ να ασκήσει συμπαγή εσωτερική και εξωτερική πολιτική. Η ευρεία αστάθεια στο Πακιστάν δύναται να επηρεάσει σημαντικά την περιοχή της Νότιας και Κεντρικής Ασίας, με την αφγανική και ουκρανική κρίση να είναι στο επίκεντρο των διπλωματικών συζητήσεων. Σε αυτές τις συνθήκες, ο λαός του Πακιστάν παραμένει ο πιο άμεσα και μακροχρόνια επηρεασμένος από τους πολιτικούς ανταγωνισμούς και την ανικανότητα αντιμετώπισης των οξύτατων οικονομικών προβλημάτων της χώρας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου