Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2025

Υπαξιωματικοί: Από οπλονόμοι, ραχοκοκαλιά των Ενόπλων Δυνάμεων

Η ιστορική και κοινωνική διαδρομή των υπαξιωματικών από τον 19ο αιώνα έως σήμερα – πώς οι οπλονόμοι έγιναν η ραχοκοκαλιά των Ενόπλων Δυνάμεων – Τι θέλει να διαλύσει ο Νίκος Δένδιας

Ποιοι κράτησαν τις μονάδες όρθιες από την Πίνδο ως την Κύπρο; Η αθέατη ιστορία των υπαξιωματικών δείχνει πώς η τεχνογνωσία και η καθημερινή ηγεσία νίκησαν την απόσταση ανάμεσα στη διαταγή και την πράξη

Η ιστορία των υπαξιωματικών στον ελληνικό στρατό είναι ταυτόχρονα ιστορία κοινωνικής κινητικότητας, στρατιωτικής οργάνωσης και πολιτισμικών αλλαγών.

Παρότι στη δημόσια μνήμη κυριαρχούν οι ανώτατοι βαθμοί, οι υπαξιωματικοί αποτέλεσαν και αποτελούν τον λειτουργικό πυρήνα της καθημερινής στρατιωτικής ζωής, καθώς γεφυρώνουν την απόσταση ανάμεσα στη στρατηγική απόφαση και την πράξη στο πεδίο. Η διαδρομή από τον «οπλονόμο» του 19ου αιώνα έως τον σημερινό υπαξιωματικό αποτυπώνει τις μεταβολές του κράτους, της τεχνολογίας και της κοινωνίας.

Οπλονόμοι και πρώιμη συγκρότηση (19ος αιώνας)

Στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, η συγκρότηση τακτικού στρατού ακολούθησε ευρωπαϊκά πρότυπα. Ο θεσμός του οπλονόμου αναδείχθηκε ως ο ενδιάμεσος κρίκος πειθαρχίας και εκπαίδευσης σε επίπεδο λόχου: επιβλέπει, εφαρμόζει τις διαταγές, διασφαλίζει την τάξη.

Οι πρώτοι οπλονόμοι προέρχονταν συχνά από λαϊκά στρώματα και αποκτούσαν στρατιωτικό κύρος μέσα από την υπηρεσία και όχι από προϋπάρχουσα εκπαίδευση.

Η σταδιακή θεσμοθέτηση σχολών υπαξιωματικών από τα τέλη του 19ου αιώνα και η ευθυγράμμιση με γαλλοβαυαρικά πρότυπα έδωσαν στον ρόλο σαφέστερο πλαίσιο καθηκόντων, βαθμολόγησης και εξέλιξης.
Βαλκανικοί Πόλεμοι και Μεσοπόλεμος: συνοχή, επαγγελματοποίηση

Η μαζική στράτευση των ετών 1912–1913 κατέστησε τους υπαξιωματικούς κρίσιμους για τη συνοχή των μονάδων.
Διαχειρίστηκαν στρατιώτες διαφορετικής ηλικίας και καταγωγής, ανέλαβαν την πρακτική καθοδήγηση μικρών τμημάτων και τη ρουτίνα που κρατά έναν στρατό λειτουργικό σε εκστρατεία.

Στον Μεσοπόλεμο ιδρύεται η Προπαρασκευαστική Σχολή Υπαξιωματικών και η στρατιωτική σταδιοδρομία γίνεται ορατή οδός κοινωνικής ανόδου για νέους από αγροτικά και εργατικά περιβάλλοντα.

Η είσοδος στη Σχολή Υπαξιωματικών σήμαινε πειθαρχημένη εκπαίδευση, σταθερό μισθό και κοινωνικό κύρος σε τοπικές κοινότητες, κάτι που αποτυπώνεται σε οικογενειακές αφηγήσεις και τοπικές μνήμες.

Η οπτική της δημόσιας ιστορίας αναδεικνύει εδώ την έννοια της συλλογικής μνήμης: οι υπαξιωματικοί μεταφέρουν βιώματα τάξης και τόπου, που διαπλέκονται με την υπηρεσιακή ταυτότητα. Όπως υπογραμμίζει η Ρίκη Βαν Μπουσχότεν, η μνήμη των «κάτω» κοινωνικών στρωμάτων παραμένει συχνά αθέατη αν δεν αναζητηθεί με εργαλεία προφορικής ιστορίας και κοινοτικών αρχείων.

Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος: ηγεσία «από κοντά»

Στον ελληνοϊταλικό πόλεμο, ο υπαξιωματικός καθοδηγεί μικρές ομάδες σε ορεινό περιβάλλον, κρατά ρυθμό, πειθαρχία και ενσυναίσθηση. Οι μαρτυρίες βετεράνων μιλούν για τον «λοχαγό της καθημερινότητας»: τον άνθρωπο που ήταν δίπλα στον στρατιώτη, όχι μόνο για τις εντολές αλλά και για το ηθικό.

Ψυχρός Πόλεμος: τεχνογνωσία και κοινωνική ένταξη

Μετά τη λήξη του καταστροφικού Εμφυλίου Πολέμου ιδρύθηκε τον Νοέμβριο 1949 η Προπαρασκευαστική Σχολή Υπαξιωματικών στην Πάτρα. Τον Ιούλιο του 1950 η σχολή με εντολή του Αλέξανδρου Παπάγου μετονομάστηκε σε Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών, τίτλο που διατηρεί μέχρι και σήμερα.

Η σταθερότητα των ενόπλων δυνάμεων και ο εκσυγχρονισμός τους έφεραν νέες ειδικότητες: τεχνικοί, μηχανικοί, ηλεκτρονικοί. Ο υπαξιωματικός γίνεται φορέας τεχνογνωσίας, απαραίτητος για τη συντήρηση οπλικών συστημάτων και την εφαρμογή νέων δογμάτων.

Στο επίπεδο της δημόσιας ιστορίας, ο Χάρης Αθανασιάδης προτείνει να δούμε πώς η κοινωνία κατανοεί τον εαυτό της μέσα από θεσμούς όπως ο στρατός: ο υπαξιωματικός δεν είναι μόνο ένας ρόλος ιεραρχίας, αλλά και οικογενειάρχης, μέλος τοπικών σωματείων, πολίτης μιας κοινότητας με συγκεκριμένες ανάγκες και προσδοκίες.

Μεταπολίτευση: μνήμη, αναγνώριση, διεκδικήσεις

Η εμπειρία της Κύπρου το 1974, με απώλειες και ηρωισμούς, αναδιαμορφώνει τη συλλογική μνήμη για τον ρόλο των υπαξιωματικών. Στη μεταπολιτευτική Ελλάδα ωριμάζουν ταυτόχρονα αιτήματα για καλύτερες συνθήκες εργασίας, θεσμική αναγνώριση, αξιοκρατική εξέλιξη. Η ανάδυση ενώσεων και συλλογικών φορέων δηλώνει ένα νέο κεφάλαιο θεσμικής ορατότητας.

Ο Αντώνης Λιάκος μάς υπενθυμίζει ότι η ιστορία των θεσμών δεν είναι μόνο ιστορία κανόνων: είναι και ιστορία κοινωνικών ομάδων, με τις υλικές και συμβολικές τους διεκδικήσεις — στέγαση, εκπαίδευση παιδιών, πρόσβαση σε υγεία, μεταθέσεις που επηρεάζουν οικογενειακή ζωή.
Σήμερα: επαγγελματοποίηση και «σιωπηλή» ηγεσία

Στον 21ο αιώνα, η επαγγελματοποίηση και οι τεχνολογικές απαιτήσεις διευρύνουν τον ρόλο: από την ηγεσίαμικρών τμημάτων έως εξειδικευμένα τεχνικά καθήκοντα υψηλής ευθύνης. Η παρουσία υπαξιωματικών σε ειδικότητες αιχμής (επικοινωνίες, συντήρηση σύγχρονων πλατφορμών, κυβερνοασφάλεια) μετακινεί το βάρος από την «πειθαρχική επίβλεψη» στη «γνώση που λειτουργεί».

Η δημόσια ιστορία —όπως επισημαίνει ο Πολυμέρης Βόγλης— οφείλει να φωτίζει τις «σιωπηλές πλειοψηφίες».

Για δεκαετίες, οι υπαξιωματικοί εργάστηκαν στην αφάνεια της καθημερινότητας του στρατεύματος. Η καταγραφή προφορικών μαρτυριών, που βρίσκεται σε εξέλιξη, η τεκμηρίωση αρχείων και η διασταύρωση με τοπικές συλλογικές μνήμες αποτελούν προϋποθέσεις για να ενταχθεί η εμπειρία τους στη δημόσια σφαίρα.

Συνολικά, η διαδρομή από τον οπλονόμο έως τον σημερινό υπαξιωματικό δείχνει έναν θεσμό που προσαρμόζεται και εξελίσσεται μαζί με την κοινωνία.

Η αναγνώριση αυτής της συνέχειας δεν είναι μόνο στρατιωτική ανάγκη. Είναι και κοινωνικό χρέος, ώστε η συλλογική μνήμη να περιλαμβάνει όσους κράτησαν —και κρατούν— την καθημερινή λειτουργία του στρατεύματος.
ΒιβλιογραφίαΓεώργιος Σανιδάς, Ο Ελληνικός Στρατός τον 19ο Αιώνα (Αθήνα: Εκδόσεις Σιδέρης, 1998), 45–47.
Κώστας Κολιόπουλος, Ο Στρατός στην Ελλάδα του 19ου αιώνα (Αθήνα: Ποιότητα, 2002), 112.
Ιωάννης Κολιόπουλος, Βαλκανικοί Πόλεμοι (Θεσσαλονίκη: Βάνιας, 1991), 201.
Ανδρέας Καρδαράς, Η Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών (Τρίκαλα: ΣΜΥ, 2005), 56–60.
Riki van Boeschoten, Η Μνήμη, η Ιστορία, η Σιωπή (Αθήνα: Πλέθρον, 1997), 34.
Σπύρος Λιναρδάτος, Ο πόλεμος του ’40 (Αθήνα: Θεμέλιο, 1980), 122–124.
Χρήστος Χατζηβασιλείου, Ο Ψυχρός Πόλεμος και η Ελλάδα (Αθήνα: Παπαζήση, 2004), 87.
Χάρης Αθανασιάδης, Δημόσια Ιστορία: Μια Εισαγωγή (Αθήνα: Gutenberg, 2015), 29.
Αντώνης Λιάκος, Αποκλίνουσες Τραγωδίες (Αθήνα: Πόλις, 2011), 54.
Νικόλαος Χριστοδούλου, Σύγχρονη Στρατιωτική Κοινωνιολογία (Αθήνα: Σάκκουλας, 2018), 101–103.
Πολυμέρης Βόγλης, Κοινωνικές Όψεις του Εμφυλίου Πολέμου (Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 2014), 15.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου