Παρασκευή 19 Ιουλίου 2013

Η φυγή των Εβραίων επιστημόνων από την ναζιστική Γερμανία

O Γκούσταβ Μπορν ήταν 11 ετών όταν αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Γερμανία μαζί με την οικογένειά του. Εβραίος στην καταγωγή, μετά την άνοδο του ναζισμού ήταν πλέον ανεπιθύμητος εκεί. Επιμέλεια: Ευαγγελία Ασημακοπούλου 


 Όταν ο Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία, η εργασία του Μαξ Μπορν και πολλών Εβραίων συναδέλφων του, εμποδίστηκε. Η κατάληξη ήταν αυτή η πρωτοπόρα ελίτ επιστημόνων να μετατραπεί σε ομάδα που αναζητά άσυλο.
Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν συμβούλευσε την οικογένεια Μπορν να φύγει αμέσως από την χώρα, όσο ακόμη είχαν την δυνατότητα να ταξιδέψουν ασφαλείς. Η οικογένεια ακολούθησε τη συμβουλή του Αϊνστάιν και κατευθύνθηκε κατά μήκος των συνόρων, πρώτα στην Ιταλία και στη συνέχεια στην Αγγλία όπου και εγκαταστάθηκε.
Ο 92χρονος Γκουστάβ Μπορν που ζει στο Λονδίνο, κοιτάζοντας πίσω στο παρελθόν βλέπει καθαρά την έκβαση των τότε γεγονότων:
«Νομίζω ότι ο πατέρας μου ίσως να κατάλαβε την έκταση της απειλής των Ναζί. Ανάμεσα στους Εβραίους συνεργάτες του, κάποιοι το κατάλαβαν και κάποιοι όχι - τουλάχιστον για κάποιο διάστημα. Ωστόσο η κλίμακα των πράξεων των Ναζί έγινε εμφανής κατά τους πρώτους τρεις με έξι μήνες».
Όταν η οικογένεια Μπορν έφυγε από τη Γερμανία, ήξεραν ότι δε θα γυρνούσαν ξανά. Ο ναζισμός αναπτυσσόταν με ταχείς ρυθμούς και υπήρχαν δολοφονίες. «Οι γονείς μου ήταν σίγουροι πως ήταν ένα ταξίδι χωρίς γυρισμό. Ήταν δύσκολο για την οικογένεια μου να ξεριζωθεί με τέτοιο βάναυσο και επικίνδυνο τρόπο».
Ο Μπόρν θυμάται ότι ο αντισημιτισμός είχε φτάσει ακόμη και στη παιδική χαρά, όπου σε κάποια παιδιά δεν επιτρεπόταν να παίζουν μαζί του.
Μάλιστα όταν ο φυσικός Μαξ Πλανκ πήγε να επισκεφθεί τον Χίτλερ αυτοπροσώπως για να αμφισβητήσει τον αποκλεισμό των Εβραίων επιστημόνων, ο Χίτλερ των φίμωσε και δεν του επέτρεψε να μιλήσει ξανά.
Υπήρξαν όμως και θετικά παραδείγματα της ανθρώπινης φύσης, όπως διάφοροι ακαδημαϊκοί που βρέθηκαν στο πλευρό των Εβραίων συναδέλφων τους. «Ο νομπελίστας Μαξ βον Λόι ήταν ανάμεσα σε αυτούς», αναφέρει ο Γκουστάβ Μπορν.
Αργότερα, συστάθηκε το Ακαδημαϊκό Συμβούλιο βοήθειας από τον οικονομολόγο Γουίλιαμ Μπεβεριτζ, με σκοπό τη διάσωση των πολιτικά ευάλωτων, Εβραίων ακαδημαϊκών. Η οργάνωση βοήθησε 1.500 ακαδημαϊκούς να διαφύγουν από τη Γερμανία και να συνεχίσουν το έργο της έρευνας τους στη Βρετανία. Το Συμβούλιο προώθησε το σχέδιο διάσωσης, παρέχοντας τους παροχή πρακτικής υποστήριξης με μορφή επιχορηγήσεων, διαμονή και θέσεις εργασίας.
Σύμφωνα με την ένωση Εβραίων προσφύγων, περίπου 70.000 Εβραίοι έφθασαν στη Βρετανία πριν από το ξέσπασμα του πολέμου το 1939.
Η οργάνωση, που κατάφερε να παραμερίσει τους Ναζί, υποστηρίχθηκε και από άλλους ακαδημαϊκούς, όπως ο Άλμπερτ Αϊνστάιν που σε μία φορτισμένη ομιλία του στο Άλμπερτ Χολ στο Λονδίνο, τον Οκτώβριο του 1993, προειδοποίησε για τους «πειρασμούς του μίσους».
Συγκεκριμένα στην ομιλία του είχε δηλώσει ότι «σε καιρούς οικονομικής διαταραχής, όπως αυτή που διανύουμε, είναι ξεκάθαρη η ηθική δύναμη που κρύβει ο λαός. Η ελευθερία του ατόμου οδήγησε στη πρόοδο της επιστήμης. Ελευθερία χωρίς σεβασμό στην ανθρώπινη ιδιαιτερότητα είναι μια ελευθερία που δεν αξίζει».
Ο νομπελίστας πρόσφυγας Μαξ Μπορν, πήρε τη Βρετανική υπηκοότητα πριν το ξέσπασμα του πολέμου. Η οικογένεια Μπορν πήγε πρώτα στο Κέμπριτζ και μετά στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Πλήρωσε το χρέος του με τη συγγραφή ενός βιβλίου που αποτέλεσε σχολικό πρότυπο. Άλλοι πρόσφυγες, όπως ο Ρίτσαρντ Κουραντ μετακόμισαν στη Νέα Υόρκη, όπου ένα από τα κύρια κέντρα εφαρμοσμένων μαθηματικών, πήρε το όνομα του.
Οι πρόσφυγες της Γερμανίας έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στον αγώνα για την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων, κάνοντας βέβαιη τη νίκη των Ηνωμένων Πολιτειών. Το να χάσει μια τέτοια πνευματική κινητήρια δύναμη, ήταν μια αυτοπροκαλούμενη πληγή για τη ναζιστική πολεμική μηχανή.
Όμως υπήρξαν σημάδια πως μετά από όλα αυτά οι Ναζί, πιθανότατα να είχαν συνειδητοποιήσει το λάθος τους.
Το 1934, ο Μαξ Μπορν με την οικογένεια του επισκέφθηκαν το Κέμπριτζ, όπου ο Γουέρνερ Χεισενμπεργκ – νομπελίστας και παλιός συνάδελφος του Μπορν - του μετέφερε το μήνυμα πως η ναζιστική κυβέρνηση τον κάλεσε να επιστρέψει στη Γερμανία ώστε να συνεχίσει την επιστημονική εργασία του. «Η πρόσκληση έβγαλε το πατέρα μου εκτός εαυτού», θυμάται ο γιος του.
Η οικογένεια γύρισε πίσω μετά τη λήξη του πολέμου αφού ο Μπορν είχε αποσυρθεί.
Ο Γκουστάβ Μπορν, έγινε καθηγητής φαρμακολογίας στο Κινγ Κολετζ του Λονδίνου και παραμένει θερμός υποστηρικτής της εκστρατείας για τη διάσωση ακαδημαϊκών έως σήμερα, η οποία σηματοδοτεί πλέον το 80ο έτος.
Όπως υποστηρίζει η πρόεδρος του Συμβουλίου για τη παροχή βοήθειας ακαδημαϊκών προσφύγων, Αν Λονσντειλ «στη Ζιμπάμπουε, το Ιράν, το Ιράκ και τη Συρία οι ακαδημαϊκοί εξακολουθούν να χρειάζονται βοήθεια σε μέρη όπου η κοινωνία των πολιτών δεν λειτουργεί πλέον».
Αυτός ο κόσμος αποδείχθηκε εύθραυστος στην απειλή των Ναζί. Ο Γκουσταβ Μπορν αναφέρει πως «οι άνθρωποι πολύ συχνά παραβλέπουν πως η Γερμανία παρ'ότι νέα χώρα το 1930, λίγο μεγαλύτερη από 60 χρονών, δεν είχε κατασκευάσει τα θεσμικά όργανα για να μπορέσει να αντισταθεί στην ίδια της την μιλιταριστική και εθνικιστικών τάσεων πολιτική».
Είναι πλήρως συνειδητοποιημένος ότι αποτελεί πλέον έναν από τους τελευταίους ανθρώπους που μπορούν να μιλήσουν από πρώτο χέρι για αυτήν την κληρονομιά. «Είμαι λυπημένος που σχεδόν τελειώνει με εμένα. Θα ήθελα από το κόσμο, να μην ξεχάσει καταστάσεις όπως αυτή, την κατάργηση μιας χώρας από μια συμμορία απατεώνων και την θυματοποίηση αγαθών ανθρώπων με καλές προθέσεις, γιατί αυτό μπορεί να συμβεί ξανά», σχολιάζει.
ΠΗΓΗ TVXS.GR

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου