Ο Μαξίμ Γκόρκι έλεγε στους Μικροαστούς του:
“Φοιτητής σημαίνει μαθητευόμενος κι όχι ρυθμιστής στη ζωή. Αν κάθε νεαρός στα είκοσί του χρόνια θέλει να γίνει κανονιστής της τάξης, τότε όλα θα γίνουν άνω-κάτω. [...] Σπούδασε, γίνε μάστορας στη δουλειά σου και τότε συζήτα... ως τότε όμως, κάθε ένας έχει κάθε δικαίωμα στις συζητήσεις σου να σου πει κάνε μόκο”.1
Οι γραμμές αυτές στηλιτεύουν το συντηρητικό, αντιδραστικό πνεύμα των ανθρώπων που ενοχλούνται από οτιδήποτε διαταράσσει το υψηλό ιδανικό της τάξης, από ό,τι απειλεί να ταράξει την επιβεβαίωση των προσωπικών τους αξιών. Στην πραγματικότητα, των ανθρώπων που ενοχλούνται από τον ριζοσπαστισμό, από την εξέλιξη που νιώθουν πως ξεφεύγει μέσα από τα χέρια τους, από την απώλεια του ελέγχου. Γιατί αυτό είναι το πάθος του μικροαστού: ο έλεγχος.
Μιλάμε για λέξεις που μπήκαν στο χαρτί στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Το θεατρικό έργο του Γκόρκι ανέβηκε στο σανίδι πρώτη φορά το 1902. Από το τότε έτρεξε πολύ νερό στο αυλάκι, κι όσο κι αν η ηρακλήτεια ρήση αντηχεί, θυμίζοντας επιμόνως πως δεν μπορείς να πλυθείς δυο φορές στο ίδιο ποτάμι, φαίνεται πως πάντα θα υπάρχουν αυτοί που θα αρνούνται αυτήν την αλήθεια, που θεωρούν πως πολύ κακώς αφήσαμε πίσω μας εκείνα τα χρόνια, που πάντα θα προσπαθούν να γυρίσουν στη θαλπωρή των γνώριμων νερών της συντήρησης και του ελέγχου.
Ένας τέτοιος αντιηρακλείτιος θόρυβος είναι αυτός που υψώνει αυτές τις μέρες πάνω από το Πανεπιστήμιο ο -κατά την ατυχία του ιδρύματος και την κακή επιλογή των φορέων του- πρύτανης του ΕΚΠΑ. Ο άνθρωπος που επικαλείται την νομιμότητα, ενώ βρίσκεται στη θέση του επειδή τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης του Ιδρύματος απαγόρευσαν παρανόμως τη συμμετοχή άλλης υποψήφιας στις εκλογές. Ο επικαλούμενος την νομιμοφροσύνη, που καταγγέλεται από την Επιθεώρηση Εργασίας πως δεν επέτρεψε την είσοδο των ελεγκτών της στο χώρο ευθύνης του και πως, κατά παράβαση της εργατικής νομοθεσίας, κλείδωσε τους εργαζόμενους μέσα στο πανεπιστήμιο, με κίνδυο ακόμη και για τη σωματική τους ακεραιότητα. Ο νομιμόφρων που ως διορισμένος κυβερνητικός επίτροπος στη ΝΕΡΙΤ δεν έχει βρει μισή κουβέντα να πει για τις αντιθεσμικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης στο έργο της, για την απαγόρευση μετάδοσης ομιλιών και την πολυδάπανη υπερπροβολή της δραστηριότητας του πρωθυπουργού.
Ο κύριος πρύτανης όμως, μας τα είπε ευθέως. Η μικροαστική του πρεμούρα για να εκδηλώσει το πάθος του για την τάξη και τον έλεγχο τον έκανε να εκτεθεί. “Δεν μπορεί ο καθένας να μπαίνει χωρίς άδεια στο Πανεπιστήμιο. Αν ερχόταν κανείς στο σπίτι σας θα τον αφήνατε να περάσει έτσι;” διερωτήθηκε ενώπιον του τηλεοπτικού κοινού. Για να το άλλάξει, όταν του επισημάνθηκε πως το Πανεπιστήμιο δεν είναι το σπίτι του, λέγοντας πως “το Πανεπιστήμιο ανήκει στους καθηγητές και τους φοιτητές του”. Πολύ ενδιαφέρον αυτό, στ΄ αλήθεια. Γιατί όταν ολόκληρη η πανεπιστημιακή κοινότητα ήταν εναντίον του νόμου Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου, όταν δεν υπήρχε ούτε ένας Σύλλογος καθηγητών, εργαζομένων και φοιτητών που να έχει ταχθεί υπέρ του νόμου, τότε η επωδός των υποστηρικτών του, όπως ο κ. Φορτσάκης, ήταν πως “τα Πανεπιστήμια δεν ανήκουν στους καθηγητές και στους φοιτητές, αλλά στην κοινωνία που τα πληρώνει”! Αν λοιπόν τα Πανεπιστήμια ανήκουν στην κοινωνία, τότε κανείς δεν μπορεί να απαγορεύσει σε έναν πολίτη την είσοδο στο Πανεπιστήμιο. Αν, από την άλλη, το Πανεπιστήμιο ανήκει στην πανεπιστημιακή κοινότητα, τότε ο κ. Φορτσάκης πρέπει να παραιτηθεί αμέσως, διότι είναι πρύτανης με βάση έναν νόμο στον οποίο η συντριπτική πλειονότητα της πανεπιστημιακής κοινότητας έχει αντιταχθεί!
Να λοιπόν που τρία χρόνια μετά, καταλαβαίνουν όλοι γιατί η κυβέρνηση κατήργησε το πανεπιστημιακό άσυλο. Όχι για λόγους ασφαλείας, όχι για να ελεγχθούν οι παράνομες πράξεις. Το εμπόριο ναρκωτικών δίνει και παίρνει στο κέντρο της πόλης, εκεί που κανένα άσυλο δεν υπάρχει. Ξαναμπαίνει στα σχολεία, επειδή η κυβέρνηση απέλυσε τους σχολικούς φύλακες. Αν η κυβέρνηση ήθελε φύλαξη στα πανεπιστήμια θα μπορούσε να μην απολύει διοικητικούς, να προσλαμβάνει υπαλλήλους φύλαξης και όχι να δίνει τη φύλαξη με πανάκριβη εργολαβία -35% πιο δαπανηρή από το κόστος των υπαλλήλων- σε φουσκωτούς σεκιουριτάδες με στολές και αλεξίσφαιρα που σε κοιτάνε σαν επίδοξο κλέφτη σε πολυκατάστασημα ή σαν τρομοκράτη. Το άσυλο δεν καταργήθηκε “για να μην κάνουν κουμάντο στο Πανεπιστήμιο οι μειοψηφίες”, όπως μας έλεγαν, ενώ σήμερα κάνει κουμάντο ένας άνθρωπος μόνος του. Όχι, ο στόχος δεν ήταν η ασφάλεια του Πανεπιστημίου. Ο στόχος ήταν η ασφάλεια του συστήματος. Ο στόχος ήταν να δείχνουμε ταυτότητα για να μπούμε στο Πανεπιστήμιο. Για να μείνει η κοινωνία έξω από το Πανεπιστήμιο και το Πανεπιστήμιο μακρυά από την κοινωνία.
Ο κ. Φορτσάκης αυτές τις μέρες παίρνει εκδίκηση από την ίδια την ιστορία του Πανεπιστήμιου. Του θεσμού που δημιουργήθηκε μέσα από τη σύγκρουση με τις εξουσίες, την πολιτική, τη θρησκευτική, τα κατεστημένα της οικονομίας και της γνώσης, με όσους διαχειρίζονταν τον φόβο των ανθρώπων. Είναι η εικόνα όλων αυτών που έρχονται από πίσω του και προσπαθούν να ξεριζώσουν τη δημοκρατική και κοινωνικά ευαίσθητη παγκόσμια παράδοση του Πανεπιστημίου. Αυτών που θέλουν να καίγεται έξω η κοινωνία και εμείς μέσα στα ιδρύματα να κυνηγάμε πεταλούδες. Που θέλουν ένα Πανεπιστήμιο-φροντιστήριο, ένα σκέτο εκπαιδευτήριο. “Το Πανεπιστήμιο είναι για να γίνονται τα μαθήματα και η έρευνα, τίποτε άλλο” μας είπε ο μικροαστός μας πρύτανης. Ποιο Πανεπιστήμιο ονειρεύεται, αλήθεια; Ένα Πανεπιστήμιο στο οποίο δεν έχουν θέση οι συζητήσεις, οι εκδηλώσεις, οι πολιτικές και πολιτιστικές δραστηριότητες; Που το έχει δει αυτό; Έχει σπουδάσει ο ίδιος σε κάποιο τέτοιο Πανεπιστήμιο; Γιατί ξέρουμε πολύ καλά, πως οι καθηγητές μας σπούδασαν σε Πανεπιστήμια που δεν μάθαιναν στους ανθρώπους πως να είναι απλώς εξειδικευμένοι εργαζόμενοι. Σπούδασαν σε Πανεπιστήμια όπου υπήρχαν συλλογικότητες, όπου οι άνθρωποι συζητούσαν και δρούσαν. Ξέρουμε πως μερικά από τα μεγαλύτερα Πανεπιστήμια του κόσμου φέρουν περήφανα στην ιστορία τους πολύ μεγάλες εξεγέρσεις που συνέβησαν στο εσωτερικό τους και τα έδεσαν με όσα γίνονταν έξω από τους τοίχους τους. Ξέρουμε πως αν τα Πανεπιστήμια είναι “μόνο για διδασκαλία και έρευνα”, δηλαδή αν είναι μόνο για όσα προβλέπει ο φετφάς και του πρωτόκολλο του υπουργείου, αν δεν χωράνε καθόλου την αυτενέργεια και την πρωτοβουλία των ανθρώπων, αν δεν χωράει την κριτική σκέψη και δράση, αν δεν χωράει την πρακτική συμμετοχή στα όσα συμβαίνουν στην κοινωνία, τότε ο κ. Φορτσάκης μόλις πέταξε έξω από τη λίστα των Πανεπιστημίων τη Σορβόνη, το Μπέρκλευ, το Πολυτεχνείο της Αθήνας και μερικές εκατοντάδες ακόμη. Και ασφαλώς, θα τρομάξουμε αν σκεφτούμε πως θα ήταν η ιστορία, πως θα ήταν σήμερα οι κοινωνίες των ανθρώπων, αν είχαν ευθυγραμμιστεί με τις επιταγές τωνΜικροαστών γονυκλινούντων θαυμαστών της κάθε εξουσίας, της κάθε εποχής.
Και για να το τελειώνουμε. Το ερώτημα “σε ποιον ανήκει το πανεπιστήμιο;” είναι απλώς λάθος. Γιατί το πανεπιστήμιο δεν είναι ούτε υποστατικό ούτε υποζύγιο για να ανήκει. Είναι κτήμα, αλλά είναι κτήμα δημόσιο. Είναι “ένα από τα πλέον αναπαλοτριώτα του έθνους κτήματα”, όπως μας έλεγε ο Αδαμάντιος Κοραής για τη γλώσσα. Ο ίδιος Κοραής που αφορίστηκε από την Εκκλησία επειδή δίδασκε διάφορα ανατρεπτικά που διασάλευαν την τάξη της εποχής του. Γιατί δεν έμενε απλώς στην διδασκαλία και την έρευνα των παραδεδεγμένων. Κι εμείς δεν θα αφήσουμε κανέναν να μας πάει εκεί πίσω. Δεν φοβόμαστε από τις κραυγές του πληγωμένου τέρατος, ξέρουμε πως είναι ετοιμοθάνατο, για αυτό ουρλιάζει, για αυτό μας φοβερίζει αυτό το ανόσιο κι αποκρουστικό σύστημα που φεύγει από τα πράγματα, που νιώθει πως χάνει το πιο ζωτικό του στοιχείο, αυτό για το οποίο πάλεψε όλη του τη μικροαστική ζωή: τον έλεγχο. Ε, αυτά λοιπόν τελείωσαν. Συγχαρητήρια. Καταφέρατε να γίνουν όλα ανεξέλεγκτα.
1Μαξίμ Γκόρκι, Οι Μικροαστοί, Κοροντζή, Αθήνα, 1980, σελ. 50.
https://barikat.gr/content/o-k-fortsakis-kai-i-ekdikisi-ton-mikroaston
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου