Ο υπουργός Ν. Κοτζιάς στο βήμα και στο πάνελ της εκδήλωσης, ένθεν και ένθεν του συγγραφέα Ν. Μέρτζου, ο Ευάγγ. Βενιζέλος και ο Στ. Θεοδωράκης
Συντάκτης: Τάσος Κωστόπουλος, Δημήτρης Ψαρράς
Οταν εξαγγέλθηκε η εκδήλωση στον χώρο του υπουργείου Εξωτερικών για να παρουσιαστεί το νέο βιβλίο του Νικολάου Μέρτζου «Το Μακεδονικό» με ομιλητές τους Ν. Κοτζιά, Ευάγγ. Βενιζέλο και Στ. Θεοδωράκη, οι περισσότεροι σκέφτηκαν ότι επρόκειτο για μια απόπειρα εύσχημης αποκατάστασης του συγγραφέα, μετά το φιάσκο της παρασημοφόρησής του από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στον ίδιο χώρο τον Ιούνιο του 2017.
Η περσινή απόφαση του υπουργείου Εξωτερικών και της Προεδρίας της Δημοκρατίας να τιμηθεί ο κ. Μέρτζος τελικά ματαιώθηκε (επισήμως «αναβλήθηκε» η τελετή) μετά τις αντιδράσεις των αντιστασιακών οργανώσεων, της πλειοψηφίας των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και μερίδας του Τύπου. Ηταν πράγματι τουλάχιστον άκομψο, αν όχι σκανδαλώδες, τη χρονιά που έκλεινε μισός αιώνας από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου να επιβραβεύεται από την πολιτεία ο αντιπρόεδρος της «Συμβουλευτικής Επιτροπής», δηλαδή της διορισμένης «Βουλής» του δικτατορικού καθεστώτος.
Γεννήθηκε επίσης η απορία τι θα μπορούσαν να πουν οι τρεις εξέχοντες πολιτικοί για αυτό το βιβλίο που μόλις κυκλοφόρησε και όχι μόνο είναι σημαδεμένο από την προσωπική ψυχροπολεμική ματιά του συγγραφέα, αλλά βρίθει λαθών, ιστορικών, πραγματολογικών αλλά και ορθογραφικών και τυπογραφικών, σημάδι της βιασύνης να εκδοθεί στην παρούσα συγκυρία.
Αυτή η βιασύνη θα έπρεπε να μας προϊδεάσει. Γιατί τελικά η προχτεσινή εκδήλωση στο αμφιθέατρο «Γιάννος Κρανιδιώτης» του υπουργείου Εξωτερικών δεν αφορούσε το βιβλίο ούτε καν τον τιμώμενο συγγραφέα. Η παρουσίαση λειτούργησε ως αφορμή για μια πολιτική συνάντηση κορυφής, με τον συγγραφέα να παίζει τον ρόλο του οικοδεσπότη (και κυρίως του εμψυχωτή) για την άμεση επίτευξη μιας εθνικής συναίνεσης που θα οδηγήσει στην επίλυση του «Μακεδονικού».
Κάποια στιγμή ο κ. Μέρτζος επισήμανε ότι γι’ αυτόν σημασία είχε «το γεγονός ότι μετά από μια πρόσφατη περίοδο αντεγκλήσεων, βρέθηκαν εδώ, στο κέντρο της λήψης αποφάσεων και της διαμορφώσεως της εθνικής στρατηγικής, στο υπουργείο Εξωτερικών ο κ. Βενιζέλος, ο κ. Θεοδωράκης και ο κ. Κοτζιάς για να μιλήσουν».
Στο κοινό της εκδήλωσης ξεχωρίζουν ο εκπρόσωπος της Αρχιεπισκοπής, ο Τ. Κουίκ των ΑΝ.ΕΛΛ., οι οποίοι ως γνωστόν διαφωνούν με τη γραμμή της κυβέρνησης στην οποία συμμετέχουν και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών, Π. Μολυβιάτης |
Και πρόσθεσε με νόημα ότι μεταξύ άλλων παρόντων βουλευτών «είναι εδώ ο αδελφικός μου φίλος, συνάδελφος παλιός και συναγωνιστής Τέρενς Κουίκ». Η επισήμανση είχε ιδιαίτερη σημασία, εφόσον ο κ. Κουίκ δεν είναι μόνο υφυπουργός Εξωτερικών, αλλά εκπροσωπεί στην κυβέρνηση το κόμμα του κ. Καμμένου, ο οποίος το ίδιο πρωί είχε επαναλάβει στον «ΑΝΤ1» την απόλυτη αντίθεσή του σε οποιαδήποτε λύση με σύνθετη ονομασία.
Αξιοσημείωτη ήταν και η παρουσία του Πέτρου Μολυβιάτη, πρώην υπουργού Εξωτερικών και εκτελεστή της πολιτικής διαθήκης του Κωνσταντίνου Καραμανλή, καθώς και εκπροσώπου του αρχιεπισκόπου.
Πρώτος μίλησε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος ανέλυσε το ζήτημα από ιστορική, πολιτική και νομική σκοπιά. Εξ αρχής ξεκαθάρισε ότι «μεγαλύτερη σημασία από το βιβλίο έχει η απάντηση στο ερώτημα αν πράγματι τώρα υπάρχει ένα γνήσιο momentum που επιτρέπει μια οριστική λύση του περιβόητου ονοματολογικού προβλήματος».
Η απάντησή του ήταν έμμεση αλλά θετική. Στην εμπεριστατωμένη ομιλία του δεν απέφυγε να προχωρήσει σε δυσάρεστες διαπιστώσεις, όπως ότι είναι επικίνδυνο να θεωρούμε τους συμβολισμούς σημαντικότερους από την πραγματικότητα, καθώς και ότι οι διαδικασίες εθνογένεσης έχουν πάντοτε «έντονο τεχνητό και ιδεολογικό χαρακτήρα».
Ο κ. Βενιζέλος επέκρινε παράλληλα και την «ελληνική ακηδία, δηλαδή την αδράνεια της μακράς περιόδου του ψυχρού πολέμου από το 1945 έως το 1991, όταν υπήρχε δίπλα μας ομόσπονδο κράτος στο πλαίσιο της Γιουγκοσλαβίας, με το όνομα Μακεδονία που λειτουργούσε και ως μηχανισμός εθνογένεσης».
Σαφής θέση του ήταν ότι ελληνική εθνική γραμμή δεν είναι πλέον εκείνη που αποφασίστηκε το 1992 στην ιστορική σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Η γραμμή αυτή μεταβλήθηκε «εν τοις πράγμασι» από τον Απρίλιο του 1993 με την ένταξη της ΠΓΔΜ στον ΟΗΕ, «με ένα σύνθετο όνομα χωρίς γεωγραφικό προσδιορισμό», κάτι που «έγινε δεκτό και υποστηρίχθηκε από τότε από όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις μέχρι σήμερα».
Το ελληνικό εμπάργκο
Δεν απέφυγε ο κ. Βενιζέλος να αναφερθεί και στο εμπάργκο που επέβαλε η χώρα μας στην ΠΓΔΜ το 1994, μια πολιτική της οποίας η πατρότητα αποδίδεται στον ίδιο από τον τότε εμπειρογνώμονα του ΥΠΕΞ Ευάγγελο Κωφό, λέγοντας ότι σκοπός ήταν «να αντιμετωπιστεί μια κατάσταση που είχε δημιουργηθεί [σ.σ. δηλαδή να καταλαγιάσει η εθνικιστική υστερία] και να τεθούν ξανά οι βάσεις μιας προσέγγισης».
Ο ομιλητής εξήγησε ότι η απαιτούμενη αναθεώρηση του Συντάγματος της ΠΓΔΜ πρέπει να είναι το αποτέλεσμα μιας διεθνούς συμφωνίας «που θα δεσμεύει τα δύο μέρη, ανεξαρτήτως εσωτερικών πολιτικών αλλαγών» και θύμισε ότι η ενδιάμεση συμφωνία προκάλεσε αλυσίδα συνταγματικών αναθεωρήσεων στη γειτονική χώρα.
Καταλήγοντας, ο κ. Βενιζέλος ανέλυσε τους τρόπους με τους οποίους θα επιτευχθεί μια οριστική λύση «με σύνθετη ονομασία, με γεωγραφικό προσδιορισμό στα σλαβικά –και αμετάφραστο κατά προτίμηση– που δεν θα αφήνει κενά και παρεξηγήσεις ως προς τη συνοπτική της απόδοση και κυρίως θα ισχύει, όπως έχουμε πει λατινιστί, erga omnes, έναντι πάντων». Στη συνέχεια «θα λυθούν όλα τα τεχνικά προβλήματα που αφορούν τη γλώσσα, τα προϊόντα, την ιθαγένεια και ούτω καθεξής».
Ο κ. Θεοδωράκης ήταν ο μόνος από τους τρεις ομιλητές που έκανε χρήση ορισμένων παραθεμάτων από το βιβλίο κι επέκρινε όσους δυναμιτίζουν την προοπτική της επίλυσης. «Να βρεθούμε μαζί με την κυβέρνηση της ΠΓΔΜ στο ίδιο τραπέζι και να καταλήξουμε σε μία λύση», ήταν η προτροπή του. Θύμισε ότι «το 1991 όλοι έδιναν καταφατική απάντηση στο ερώτημα αν συμφέρει την Ελλάδα η ύπαρξη αυτού του κράτους στα βόρεια σύνορά μας. Αλλά η απάντηση αυτή ήταν για πολλούς μόνο στα λόγια.
Αντί να συμβάλουμε στην ευημερία και τη σταθερότητα αυτού του μικρού κράτους, κάποιοι άρχισαν να το αντιμετωπίζουν ως εχθρικό. Εννοώ αυτούς που η σκέψη τους είναι στο κέρδος τους είτε προσωπικό είτε πολιτικό. Σήμερα, 27 χρόνια μετά, το ερώτημα είναι πάλι το ίδιο. Το 1993 δεν προσέξαμε την είσοδο της χώρας αυτής στον ΟΗΕ και οι γείτονές μας πήραν μια σύνθετη ονομασία χωρίς γεωγραφικό προσδιορισμό».
Τα 25 χρόνια που κύλησαν από τότε, κατά τον κ. Θεοδωράκη, ήταν χαμένα για την Ελλάδα. «Κηρύξαμε το εμπάργκο και κέρδισαν οι λαθρέμποροι, ενώ όλες οι χώρες αναγνώριζαν η μία μετά την άλλη την ΠΓΔΜ με το όνομα Μακεδονία. Ο Ζάεφ κάνει σήμερα μερικά θετικά βήματα. Και εδώ κάποιοι επιχειρούν να αποτρέψουν αυτή τη θετική πορεία της γειτονικής χώρας. Και δυστυχώς, σ’ αυτούς τους κάποιους πέρα από τους συνήθεις υπόπτους του εθνικολαϊκισμού εμπλέκονται και πολλοί άλλοι.
Δυσάρεστη έκπληξη η μεταστροφή του αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου, που τη μια στιγμή έλεγε όχι στα συλλαλητήρια και την άλλη ναι». Ο επικεφαλής του Ποταμιού επισήμανε ότι η κυβέρνηση έχει «δυόμισι γραμμές για το “Μακεδονικό”», εξηγώντας ότι εννοεί τη διαφορά μεταξύ Τσίπρα-Καμμένου και μια διαφορετική απόχρωση στο ζήτημα από τον Ν. Κοτζιά.
Ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Κοτζιάς έθεσε το ερώτημα: «Θέλουμε μια γειτονική χώρα σταθερή που να θεωρεί εμάς καλούς της φίλους, ή θέλουμε μια χώρα σε αστάθεια ώστε να ενισχυθούν άλλοι αλυτρωτισμοί; Το ζήτημα είναι ιστορικό. Δεν είναι σημερινό. Η ονομασία υπάρχει εδώ και έναν αιώνα, ενώ Μακεδονία συγκροτημένη σε πολιτική οντότητα υπάρχει εδώ και εβδομήντα χρόνια, ως Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας και εν συνεχεία Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Ο κ. Κοτζιάς αναφέρθηκε στα ντοκουμέντα της ΕΟΚ, «στα οποία οι υπέρμαχοι του μεγάλου εθνικισμού, όπως ο πρώην υπουργός Εξωτερικών, υπέγραφαν έγγραφα με τον όρο Δημοκρατία της Μακεδονίας». Στη συνέχεια υπενθύμισε ότι όχι μόνο 142 χώρες έχουν αναγνωρίσει την ΠΓΔΜ μ’ αυτό το όνομα, αλλά και όλα τα διεθνή μέσα ενημέρωσης κάνουν χρήση αυτού αποκλειστικά του ονόματος. Και εξήγησε ότι είναι παράλογο να θεωρεί κανείς πως αν γίνει αποδεκτή μια σύνθετη ονομασία, αυτό ισοδυναμεί με παράδοση της ελληνικής Μακεδονίας και της Θεσσαλονίκης.
Σύμφωνα με τον κ. Κοτζιά, εξίσου παλιά είναι και η αναφορά σε «μακεδονική γλώσσα». Ο υπουργός Εξωτερικών έκανε βέβαια τη διευκρίνιση ότι δεν υπήρχε γραπτή γλώσσα μέχρι τη δεκαετία του 1940. «Η γραπτή γλώσσα συσκευάστηκε, όπως κάνουμε κι εμείς προσπάθειες να συσκευάσουμε την πομάκικη γλώσσα. Και αυτή η γλώσσα αναγνωρίστηκε το 1977 από τον ΟΗΕ ως μακεδονική, και μάλιστα στη συνδιάσκεψη του ΟΗΕ στην Αθήνα».
Τα διδάγματα από την πρόσφατη και την παλιότερη ιστορία μας είναι σαφή: «Το 2008 η κυβέρνηση πέτυχε μια μεγάλη συμμαχία πάνω στις θέσεις μας, αλλά αντί να αξιοποιήσουμε αυτή την επιτυχία, βγήκαμε και πανηγυρίζαμε για ένα βέτο που δεν χρειάστηκε να το βάλουμε, με αποτέλεσμα να καταδικαστούμε από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Οι μεγάλες φωνές κοστίζουν, ιδιαίτερα αν είσαι παράφωνος. Μας κόστισαν και το 1897 και στη Μικρασιατική Καταστροφή».
Κατά τον κ. Κοτζιά, οφείλουμε να αναγνωρίζουμε ότι υπάρχει μια ευρύτερη γεωγραφική περιοχή που λέγεται Μακεδονία. «Δεν ανήκει σ’ εμάς. Δεν τη μοιράσαμε η δική μας γενιά. Μοιράστηκε το 1913».
Πυκνός... αλυτρωτισμός
Οσο για το όνομα, αυτό είναι που «συμπυκνώνει τον αλυτρωτισμό. Και είναι σημαντικό ότι ορισμένα από τα σύμβολα του αλυτρωτισμού, όπως η ονομασία του αεροδρομίου ή του κεντρικού δρόμου, άρχισαν να περιορίζονται. Και δεν θεωρώ θαρραλέο να μη μας το αναγνωρίζουν αυτό εκείνοι που το θεωρούσαν θεμελιακό αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Ή να μας θέτουν για τη διαπραγμάτευση ζητήματα τα οποία οι ίδιοι ουδέποτε έθεσαν όταν διαπραγματεύονταν».
Η κρίσιμη επιλογή είναι ότι «εμείς θέλουμε να υπάρχει αυτή η χώρα. Δεν θέλουμε να υποταγεί σε δαγκάνες τρίτων. Δεν ανοίξαμε την υπόθεση επειδή κάποιος μας πίεσε, αλλά επειδή πιστεύουμε ότι είναι εθνικό μας συμφέρον αυτή η χώρα να υπάρχει με ειρήνη και ασφάλεια. Η Ελλάδα είναι μια μικρή χώρα, αλλά έχει αυξημένες ευθύνες για την περιοχή, όπου είμαστε η ισχυρότερη δύναμη».
Πού σκοντάφτει, λοιπόν, η επίλυση; «Υπάρχει μια τρέλα στην περιοχή. Ο ίδιος επιχειρηματίας που περιμένει πώς και πώς να έρθουν οι “Σκοπιανοί” στο μαγαζί του, κατεβαίνει στα συλλαλητήρια. Να θυμόσαστε ότι δεν μας ενοχλούνε μόνο, ενοχλούμε κιόλας. Πρέπει να προχωρήσουμε σε μια συμφωνία που δεν θα είναι σάπια. Το όνομα πρέπει να είναι σύνθετο με γεωγραφικό προσδιορισμό, ώστε να διακρίνεται από την ελληνική Μακεδονία και να μην προσβάλλει καμιά από τις δύο πλευρές».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε η αποστροφή του λόγου του κ. Κοτζιά, για τη βαθιά του πίστη από την ιστορία και την πείρα του: «Αν κάνεις διαπραγματεύσεις κι επιβάλεις μια λύση που η άλλη πλευρά δεν θέλει και απλώς της επιβλήθηκε, γεννιέται ο ιστορικός αναθεωρητισμός». Πρόκειται για υπόμνηση του γεγονότος ότι οι ταπεινωτικές συνθήκες ειρήνης του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου έφεραν τον Δεύτερο.
Η αναφορά αυτή συνιστά διακριτική αλλά εύστοχη αποκήρυξη της ιστορικής επιχειρηματολογίας που επιστρατεύτηκε από το ΥΠΕΞ την προηγούμενη δεκαετία, προβάλλοντας ως ιστορικό προηγούμενο εξαναγκασμού μιας χώρας να αλλάξει ονομασία.
Ως μοναδικό τέτοιο παράδειγμα εντοπίστηκε η Αυστρία του 1919, που αναγκάστηκε από τους νικητές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου να εγκαταλείψει την αρχική της ονομασία «Deutsche Östreich» (δηλαδή «Ανατολικό Γερμανικό Κράτος»), απορρίπτοντας το πρώτο συνθετικό («Γερμανικό»), προκειμένου ν’ αποφευχθεί η μελλοντική ένωση των δύο «γερμανικών κρατών» σ’ ένα ισχυρότερο − και όχι επειδή, όπως ανιστόρητα υποστήριξε ο στρατηγός Φράγκος στο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης, διαμαρτυρήθηκε δήθεν το (ηττημένο) Βερολίνο για τον «σφετερισμό» του ονόματός του.
Η «μη Γερμανία»
Τελικά, βέβαια, η απορρόφηση της ακατονόμαστης «μη Γερμανίας» από την υπόλοιπη όχι μόνο δεν αποφεύχθηκε, αλλά υλοποιήθηκε κάτω από τους χειρότερους δυνατούς όρους – από ένα ολοκληρωτικό εθνικιστικό καθεστώς, επικεφαλής του οποίου βρισκόταν ένας Αυστριακός καγκελάριος του Γερμανικού Ράιχ.
Κατά τη γνώμη του υπουργού, «πατριωτισμός είναι η αναζήτηση ενός συμβιβασμού με μια σύνθετη ονομασία, η οποία θα ισχύει erga omnes, αλλά και στο εσωτερικό της ΠΓΔΜ, προκειμένου να αποφευχθεί η διαιώνιση των τριβών. Η αναθεώρηση του Συντάγματος είναι σημαντική όχι μόνο για μας, αλλά και για το εσωτερικό της ΠΓΔΜ, διότι υπάρχει περίπτωση κάποιος επόμενος Γκρούεφσκι να εγκαλέσει τη σημερινή τους κυβέρνηση που διαπραγματεύθηκε αλλαγή στο όνομά τους, αντίθετη με το ισχύον Σύνταγμα».
Και για να μη μείνει κανείς με την απορία για τον πραγματικό σκοπό της εκδήλωσης, ο Ν. Μέρτζος ζήτησε κλείνοντας από τον υπουργό Εξωτερικών να καλέσει άμεσα για ενημέρωση, διαβούλευση και τελική απόφαση όλους τους πολιτικούς αρχηγούς, προκειμένου να προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις και να βρεθεί λύση, «διότι τώρα οι καιροί ου μενετοί».https://www.efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου