Η παρουσία δεκάδων απόστρατων αξιωματικών και αναλυτών αμυντικών θεμάτων στα νυχτερινά δελτία ειδήσεων δημιουργεί εδώ και μέρες σκηνικό πολέμου στην ενημέρωση. Η διεθνής εμπειρία όμως δείχνει ότι ορισμένοι από τους αναλυτές ίσως έχουν τη δική τους ατζέντα.
Ορισμένοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ, στην περίφημη αποχαιρετιστήρια ομιλία του, όπου αναφέρθηκε στον κίνδυνο του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος, παρέλειψε την τελευταία στιγμή μια λέξη. Σύμφωνα με τον βιογράφο του, Τζέφρι Πέρετ, αρχικά ήθελε να χρησιμοποιήσει τον όρο military-industrial-congressional complex, για να συμπεριλάβει τον ρόλο του Κογκρέσου.
Αντίστοιχα ο ιστορικός Ντάγκλας Μπρίνκλεϊ υποστηρίζει ότι παραλείφθηκε το συνθετικό «επιστημονικό» και ο πανεπιστημιακός Χένρι Ζιρού το συνθετικό «ακαδημαϊκό». Οι περισσότεροι επικοινωνιολόγοι πάντως υποστηρίζουν ότι αν ζούσε σήμερα ο Αϊκ, θα έκανε λόγο για στρατιωτικό-βιομηχανικό-μιντιακό σύμπλεγμα.
Ο όρος, που πιθανότητα χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από την οργάνωση Fairness and Accuracy in Reporting, περιγράφει τις αδιαφανείς σχέσεις που έχουν τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης με την πολεμική βιομηχανία. Στόχος της ανίερης αυτής συμμαχίας είναι να παρουσιάζεται η ακρίβεια και αποτελεσματικότητα συγκεκριμένων οπλικών συστημάτων και να αποσιωπούνται πληροφορίες και εικόνες από τις απώλειες αμάχων.
Τις περισσότερες φορές ο στόχος επιτυγχάνεται από αναλυτές αμυντικών θεμάτων, οι οποίοι είτε προέρχονται από τις τάξεις των ενόπλων δυνάμεων και των μυστικών υπηρεσιών, είτε είναι απλώς υπάλληλοι κάποιας εταιρείας κατασκευής όπλων.
Στις ΗΠΑ, η μεγαλύτερη αποκάλυψη για τους αναλυτές αμυντικών θεμάτων ήρθε το 2008 από την εφημερίδα New York Times, η οποία απέδειξε ότι 75 σχολιαστές (οι περισσότεροι από τους οποίους διατηρούσαν κάποιου είδους σχέση με πολεμικές βιομηχανίες) ελέγχονταν από ομοσπονδιακές υπηρεσίες για τον ρόλο που έπαιζαν στην προώθηση οπλικών συστημάτων.
Στην κορυφή αυτής της σχέσης διαπλοκής βρισκόταν πάντα το δίκτυο NBC, το οποίο δημιουργήθηκε από την General Electric το 1926 και έκτοτε προωθεί τα προϊόντα ενός εκ των μεγαλύτερων προμηθευτών όπλων του αμερικανικού Πενταγώνου. Από τον πρώτο πόλεμο του Περσικού Κόλπου, το NBC κατηγορήθηκε ότι εκθείαζε τα οπλικά συστήματα της GE, για τα οποία η εταιρεία έλαβε τουλάχιστον δύο δισεκατομμύρια δολάρια από το υπουργείο Άμυνας.
Πέρα, δηλαδή, από τους έμμισθους αναλυτές, η GE πλήρωνε στην κυριολεξία τους μισθούς των δημοσιογράφων και των παρουσιαστών των δελτίων (σχεδόν με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο ελληνικές τράπεζες πλήρωναν, μέσω δανείων και διαφημιστικών πακέτων, τους Έλληνες τηλεσχολιαστές που ζητούσαν την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών).
Τα δελτία ειδήσεων μεγάλων αμερικανικών δικτύων θύμιζαν διαφημιστικά μηνύματα και στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, όταν στρατιές αναλυτών παρουσίαζαν οπλικά συστήματα του ΝΑΤΟ όπως τα ελικόπτερα Apache της Boeing, τα «αόρατα» μαχητικά F-117 της Lockheed κ.ά.
Για αρκετά χρόνια ο άνθρωπος-πρότυπο του στρατιωτικού-βιομηχανικού-μιντιακού συμπλέγματος ήταν ο πρώην στρατηγός Μπάρι ΜακΚάφρεϊ. Εκτός από αναλυτής στο NBC και το MSNBC, έχει τη δική του εταιρεία δημόσιων σχέσεων, ενώ παράλληλα εργαζόταν για λογαριασμό της βιομηχανίας Defense Solution, η οποία προμηθεύει τεθωρακισμένα οχήματα και άλλο εξοπλισμό στις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις.
Ο ΜακΚάφρεϊ έχει κατηγορηθεί για εγκλήματα πολέμου, αφού, σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Σίμουρ Χερς, στον πρώτο πόλεμο του Περσικού Κόλπου διέταξε τις δυνάμεις του να επιτεθούν και να αποδεκατίσουν μεραρχίες του ιρακινού στρατού που είχαν ήδη παραδοθεί. Αυτό δεν τον εμπόδισε, βέβαια, να γίνει ένας από τους σημαντικότερους τηλε-πλασιέ όπλων στον κόσμο.
Πολύ πιο πρόσφατα το αμερικανικό ίδρυμα Public Accountability Initiative αποκάλυψε ότι τουλάχιστον δέκα αναλυτές αμυντικών θεμάτων που εμφανίζονταν σε κεντρικά δελτία ειδήσεων, προωθώντας τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς στη Συρία, είτε πληρώνονταν είτε διέθεταν μετοχές σε εταιρείες που θα προμήθευαν τα όπλα τα οποία θα χρησιμοποιούνταν στις επιθέσεις. Μεταξύ των αναλυτών ξεχώριζε το όνομα του Στέφεν Χάντλεϊ, πρώην συμβούλου εθνικής ασφάλειας επί προεδρίας Τζορτζ Μπους.
Ο Χάντλεϊ εμφανίστηκε μεταξύ άλλων στο CNN, το Fox News, το Bloomberg και το MSNBC, καλώντας τον Τραμπ να βομβαρδίσει τη Συρία με πρόσχημα τη «χρήση χημικών όπλων» από το καθεστώς Ασαντ. Τα δίκτυα «ξέχασαν» να σημειώσουν ότι ο Χάντλεϊ είναι διευθυντικό στέλεχος της Raytheon και διαθέτει 11.477 μετοχές της εταιρείας, αξίας σχεδόν ενός εκατομμυρίου δολαρίων. Αμέσως μετά τον βομβαρδισμό με πυραύλους Τόμαχοκ (που κατασκευάζει η Raytheon) η χρηματιστηριακή αξία της εταιρείας αυξήθηκε κατά 2,5 δισ. δολάρια.
Μέλος, όμως, του διοικητικού συμβουλίου της Raytheon, με απολαβές άνω των 300.000 ευρώ τον χρόνο, είναι και ο αναλυτής του CBS και ναύαρχος εν αποστρατεία, Τζέιμς Γουίνεφελντ, ο οποίος ασκούσε δριμεία κριτική στον πρόεδρο Τραμπ γιατί ακύρωσε την τελευταία στιγμή τον βομβαρδισμό θέσεων του Ιράν μετά την κατάρριψη αμερικανικού drone τον Ιούνιο του 2019.
Για να καταλάβουμε πως ακόμη και ένα σχόλιο σε ένα δελτίο ειδήσεων μπορεί να μετριέται σε δισεκατομμύρια δολάρια για τις πολεμικές βιομηχανίες, αρκεί να θυμηθούμε τι συνέβη τον Ιούνιο του 2018, όταν ο Τραμπ συναντήθηκε με τον πρόεδρο της Βόρειας Κορέας, Κιμ Γιονγκ Ουν, απομακρύνοντας τα σύννεφα πολέμου που σκίαζαν τις σχέσεις των δύο χωρών: οι μετοχές της Raytheon έπεσαν κατά 2,8%, οι μετοχές της Lockheed Martin κατά 1,3%, της Northrop Grumman κατά 1,5% και της General Dynamics κατά 1,6%.
Έναν μήνα νωρίτερα το φιλικό κλίμα που είχε επικρατήσει στη συνάντηση των προέδρων της Βόρειας και της Νότιας Κορέας είχε κοστίσει στις ίδιες εταιρείες 10,2 δισεκατομμύρια δολάρια σε διάστημα μιας ημέρας.
Την επόμενη φορά λοιπόν που θα ακούσετε κάποιον στρατηγό εν αποστρατεία να χτυπά τα τύμπανα του πολέμου ή διαβάσετε ένα άρθρο για την ανάγκη να προμηθευτούμε μια ντουζίνα F-35 για να αντιμετωπίσουμε την τουρκική απειλή, μη βγάλετε αυτομάτως από τη ναφθαλίνη τη στρατιωτική στολή και το αμπέχονο. Ισως ο συγκεκριμένος κύριος, ή το κανάλι και η εφημερίδα που τον φιλοξενεί, να έχει τους δικούς του λόγους για όσα αποφάσισε να μοιραστεί μαζί μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου