Τρίτη 21 Ιουλίου 2020

Μια εμπειρία αγώνα ενάντια στα εθνικιστικά κηρύγματα στο στρατό

Μετά τη μαρτυρία του Νίκου Πελεκούδα για το Κίνημα στον Στρατό και τις αντιστάσεις των φαντάρων.
Ακολουθεί μια ακόμη.
Αυτή τη φορά του συναγωνιστή Μάνου Σκούφογλου 
Μια εμπειρία αγώνα ενάντια στα εθνικιστικά κηρύγματα στο στρατό 

Μάνος Σκούφογλου 

Σχεδόν μια δεκαετία μετά τη θητεία μου στον Στρατό Ξηράς, αισθάνομαι την ανάγκη να μιλήσω επώνυμα για ορισμένα περιστατικά, που αφορούν όχι μόνο τους τότε συναδέλφους μου, αλλά και τις επόμενες σειρές.
Γιατί δυστυχώς στο στρατό δεν έχουν αλλάξει και πολλά πράγματα, ευτυχώς, όμως, πολλοί φαντάροι εξακολουθούν να αγωνίζονται για τα δικαιώματά τους στο στρατό, και δεν υποτάσσονται στην ιδέα ότι ο στρατός δεν έχει συνδικαλισμούς και δημοκρατίες. 

Τα ονόματα των υπαιτίων αξιωματικών και υπαξιωματικών στα περιστατικά που αναφέρονται δεν χρειάζεται να επαναληφθούν: όσοι έπρεπε να καταγγελθούν επώνυμα, καταγγέλθηκαν όταν τα γεγονότα ήταν ακόμα νωπά. Σκοπός αυτού του κειμένου δεν είναι να ανακυκλώσει αντιπαλότητες τις οποίες θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει προσωπικές, αλλά να δείξει ότι στον στρατό μπορούμε και πρέπει να διεκδικούμε. 

Μπήκα στο Κέντρο Εκπαίδευση Μηχανικού στο Ναύπλιο το φθινόπωρο του 2011. Πριν τη θητεία μου, είχα ρωτήσει την Επιτροπή Αλληλεγγύης Στρατευμένων – Δίκτυο Ελεύθερων Φαντάρων Σπάρτακος για τα δικαιώματα των φαντάρων, καθώς και για τα μέσα που διαθέτουν οι φαντάροι για να τα διεκδικούν. Η επαφή αυτή υπήρξε το πιο κρίσιμο στοιχείο της θητείας μου. 

Από τις πρώτες κιόλας μέρες στο Κέντρο φάνηκε το πόσο εξευτελιστικά αντιμετωπίζει ο στρατός τους νέους που στρατεύονται υποχρεωτικά. Οι τουαλέτες ήταν σε αδιανόητη κατάσταση, τουλάχιστον για τους τελευταίους 20 αιώνες της ανθρώπινης ιστορίας. Υπαξιωματικοί ξέσπαγαν τα νεύρα τους στους φαντάρους, με βρισιές, παράλογα παραγγέλματα και καψόνια. Και κάποιο απόγευμα, όλος ο λόχος οδηγήθηκε με στρατιωτικά παραγγέλματα σε έναν υπαίθριο χώρο συγκέντρωσης. Διαταχθήκαμε να κάνουμε απόλυτη ησυχία, και αν οι παριστάμενοι υπαξιωματικοί άκουγαν ή νόμιζαν ή ήθελαν να νομίζουν ότι άκουγαν κάτι, μας σήκωναν, έδινα παράγγελμα «οκλαδόν πριν πέσει ο αναπτήρας μου», και καθώς αυτό φυσικά είναι αδύνατο, μας σήκωναν και το επαναλάμβαναν αρκετές φορές μέχρις ότου οι 500 συγκεντρωμένοι φαντάροι ποδοπατηθούν αρκετά. Ποιος ήταν ο σκοπός όλης αυτής της ιστορίας τελικά; Να παρακολουθήσουμε την παρουσίαση ενός ιδιώτη, ο οποίος διαφήμιζε και πουλούσε την πραμάτεια του με βιβλία «επιβίωσης», σαν αυτό να αποτελούσε μέρος κάποιας στρατιωτικής εκπαίδευσης. Η σκανδαλώδης εκμετάλλευση των Κέντρων Εκπαίδευσης για την πώληση μιλιταριστικών συγγραμμάτων τελευταίας διαλογής από κάποιον ιδιώτη, που μπορεί να φανταστεί κανείς τι διασυνδέσεις διέθετε για να το κάνει αυτό, δημοσιοποιήθηκε, φυσικά, από το Δίκτυο Ελεύθερων Φαντάρων Σπάρτακος κι έφτασε μέχρι το γραφείο του τότε ΥΕΘΑ. Ταυτόχρονα, σε συνεννόηση με ορισμένους συναδέλφους που μοιράζονταν την ίδια οργή για την απαράδεκτη αυτή υπόθεση, βγήκα παραπονούμενος στην πρωινή αναφορά, ενώπιον όλων. 

Πολύ πιο σοβαρά αποδείχτηκαν τα πράγματα, όμως, όταν τοποθετήθηκα πια στη μονάδα μου, στην 30 Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία στον Λαγό Έβρου. Εκεί βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μια εντελώς ανοιχτή εθνικιστική και πολεμοχαρή προπαγάνδα, ιδίως στο πλαίσιο του ΣΠΕΝ (Σχολείο Προκεχωρημένης Εκπαίδευσης Νεοσυλλέκτων). Χρειάζεται να θυμηθεί κανείς σε ποια εποχή έγιναν όλα αυτά: το 2011, αμέσως μετά το πρώτο μνημόνιο, το μεσοπρόθεσμο, την απεργία του Μάη του 2010, το κίνημα των πλατειών και τις απεργίες και καταλήψεις του Οκτώβρη του 2011 - ο διοικητής της ταξιαρχίας, άλλωστε, είχε φροντίσει να μας υπογραμμίσει στην υποδοχή ότι είναι καιρός για εθνική ενότητα και θυσίες, ότι δηλαδή είναι χρέος των εργαζομένων να αποδεχτούν το μνημόνιο και τη λιτότητα για το καλό της πατρίδας, δηλαδή των ελλήνων καπιταλιστών. Αλλά και σε μια εποχή κατά την οποία η Χρυσή Αυγή ξεκινούσε την άνοδό της, που θα την έφερνε λίγους μήνες μετά στη Βουλή. Ένας μεγάλος αριθμός στρατιωτικών ήταν ενθουσιασμένοι με την άνοδο του ναζισμού και δεν το έκρυβαν καθόλου. 

Στο ίδιο το ΣΠΕΝ ξεχώρισαν δύο περιστατικά. Στο πρώτο, κάποιος νεαρός απόφοιτος της Σχολής Ευελπίδων, ανθυπίλαρχος ακόμα, θεώρησε πατριωτικό του καθήκον να μας υπενθυμίζει ότι είναι «απίστευτα εθνικιστής», ότι οι πολιτικοί είναι προδότες κλπ, να παπαγαλίζει δηλαδή όλη την τότε ρητορική των ναζί. Όταν επεσήμανα ότι πρόκειται για απαγορευμένη πολιτική προπαγάνδα στο στρατό, ο ανθυπίλαρχος και οι φίλοι του ξεκίνησαν μια εκστρατεία προπηλακισμού, στις επίσημες αναφορές αλλά και σε ανεπίσημες συζητήσεις, όταν ήμουν παρών αλλά και όταν ήμουν απών. Με καταχώρησαν ως «αναρχοκομμούνι». 

Τότε ήταν που ο ανθυπίλαρχος συνέλαβε μια ιδέα που θεώρησε πολύ έξυπνη, αλλά του γύρισε μπούμερανγκ. Μια μέρα, με κάλεσε να βγω από την παράταξη και να διαβάσω μπροστά σε όλους αποσπάσματα Ελλήνων εθνικιστών τα οποία υποτίθεται ότι αποδείκνυαν ότι ο ενθικισμός δεν είναι πολιτική τοποθέτηση. Ανάμεσα στους συγγραφείς, βέβαια, ήταν ο Ίωνας Δραγούμης αλλά και ο πρώην πρωθυπουργός και πραξικοπηματίας Γεώργιος Κονδύλης - φαντάζομαι πως ο νέος αξιωματικούς δεν θεωρούσε τους πρωθυπουργούς ή τους πραξικοπηματίες πολιτικά πρόσωπα. Είπα ότι θεωρώ τη διαταγή προσπάθεια προσωπικού εξευτελισμού και προσβολή της αξιοπρέπειάς μου, και ότι εφόσον υποχρεωθώ να υπακούσω θα βγω παραπονούμενος στην αναφορά και στους ανωτέρους του μέχρι να δικαιωθώ. Όμως αυτό το οποίο γελοιοποίησε την παράσταση που είχε στήσει ο αξιωματικός ήταν η αλληλεγγύη ενός μεγάλου αριθμού συναδέλφων, που με υπερασπίστηκαν ανοιχτά. Πολλοί από αυτούς ήταν άνθρωποι χωρίς πολιτική εκπαίδευση, χωρίς καν συγκεκριμένη τοποθέτηση, και οι οποίοι είχαν μόλις τελειώσει το σχολείο, χωρίς να τους δίνεται καμία δυνατότητα να σπουδάσουν. Θα το συναντήσει κανείς αυτό συχνά στο στρατό: άνθρωποι με ελάχιστες παραστάσεις αποδεικνύονται πιο μαχητικοί και αλληλέγγυοι από ορισμένους οι οποίοι διεκδικούν γαλόνια πολιτικοποίησης ή και επαναστατικότητας σε πιο εύκολες καταστάσεις. 

Το γεγονός ήταν ότι ο αξιωματικός αναδιπλώθηκε, αναίρεσε τη διαταγή, διάβασε μόνος του μερικές γραμμές εν μέσω διαμαρτυριών, μας είπε να θυμηθούμε τι έλεγε ο Ιωάννης Μεταξάς, για να προσθέσει μετά από νέα γιουχαΐσματα ότι αυτός, βέβαια, δεν τα συμμερίζεται απαραιτήτως. Το περιστατικό δημοσιοποιήθηκε επίσης από το Δίκτυο Ελεύθερων Φαντάρων Σπάρτακος. 

Ακόμα πιο σημαντική ήταν η παρέμβαση του Δικτύου στο δεύτερο περιστατικό, το οποίο έδειξε, άλλωστε, ότι η εθνικιστική προπαγάνδα στο στρατό δεν έχει να κάνει μόνο με τον υπέρμετρο ζήλο των νεαρών αξιωματικών, που φουσκώνουν σαν διάνοι και διαγκωνίζονται για το ποιος θα φανεί πιο μάχιμος πατριώτης, αλλά έρχεται από τα πάνω. Ο ίδιος ο τότε διοικητής της Ταξιαρχίας επέβλεπε την τελευταία μέρα του ΣΠΕΝ και συνέλαβε την εξής άσκηση: πάνω στον Έβρο και σε απόσταση αναπνοής από τις σκοπιές στη γειτονική Τουρκία, οι νεοσύλλεκτοι έπρεπε να στοιχίζονται με τα όπλα σε χαμηλή ετοιμότητα, να στρέφονται προς τις τουρκικές σκοπιές και να φωνάζουν απαντώντας σε ερωτήσεις των ανωτέρων τους, που ήταν συγκεκριμένα «το βλέπετε αυτό;» - «μάλιστα» - «αυτό είναι προσωρινά Τουρκία». Τι δουλειά έχει ένας αξιωματικός να προπαγανδίζει την εισβολή σε μια ξένη χώρα, έστω κι αν υποθέσουμε ότι ήταν σχήμα λόγου; Και τι δικαίωμα έχει, για να παίξει το ηλίθιο εθνικιστικό παιχνίδι του, να εκθέτει τόσους φαντάρους στον κίνδυνο μιας ένοπλης εμπλοκής, εάν οποιοσδήποτε έκανε μια παραπάνω κίνηση ή βλακεία. 

Στην περίπτωση αυτή, το να αναφερθούμε στους ανωτέρους του Ταξίαρχου, που είχε την άμεση προσωπική ευθύνη για το περιστατικό, ήταν πρακτικά αδύνατο, γιατί θα έπρεπε να πάμε στη Μεραρχία στο Διδυμότειχο, και η διοίκηση του στρατοπέδου δεν είχε καμία διάθεση να το επιτρέψει. Η παρέμβαση του Δικτύου Ελεύθερων Φαντάρων Σπάρτακος έδωσε δημοσιότητα στο θέμα. Οι αξιωματικοί, που κοιτάνε καθημερινά τις δημοσιεύσεις του Δικτύου, σκύλιασαν, έβρισαν, απείλησαν όσους «διαρρέουν παράνομα πληροφορίες» από το στρατόπεδο – αλλά η άσκηση δεν επαναλήφθηκε ποτέ μέχρι το τέλος της θητείας μου, ούτε στη δική μας ούτε σε κάποια άλλη σειρά. 

Αναφέρω αυτά τα τρία περιστατικά όχι γιατί είναι εξαίρεση στον κανόνα, αλλά μάλλον επειδή είναι ο κανόνας στον στρατό, έναν μηχανισμό που για πρωταρχικό του στόχο έχει να επιβάλει τη σταθερότητα του καπιταλιστικού συστήματος και τα συμφέροντα της ελληνικής άρχουσας τάξης με τη δύναμη των όπλων. Δεν ήταν καν τα μόνα περιστατικά που συνέβησαν στη δική μου θητεία, και με τα οποία ασχολήθηκε το Δίκτυο Ελεύθερων Φαντάρων Σπάρτακος. Τα αναφέρω κυρίως γιατί δείχνουν ότι και μέσα στο στρατό, όπου φαίνεται να μην υπάρχει καμία ελευθερία κινήσεων και όπου η διαταγή των ανωτέρων είναι νόμος, μπορούμε να διεκδικούμε και να πετυχαίνουμε νίκες. 

Ασφαλώς υπήρξαν κάποιες συνέπειες από την προσωπική μου συμμετοχή στις διεκδικήσεις μέσα στη μονάδα, αλλά και από τη συνεργασία με το Δίκτυο Ελεύθερων Φαντάρων Σπάρτακος. Συνέπειες που αφορούσαν τη δική μου καθημερινότητα κατά τη διάρκεια της θητείας (οι λεπτομέρειες δεν ενδιαφέρουν, όλοι έχουν περάσει δύσκολα στον στρατό), αλλά και την καθημερινότητα όλων. 

Η ομαδική τιμωρία είναι πάγια τακτική στο στρατό, παρότι τυπικά απαγορεύεται. Για να την επιβάλουν, τα στελέχη έχουν στη διάθεσή τους ένα πολύτιμο νόμιμο όπλο μαζικού εκβιασμού: το πρόγραμμα. Το πρόγραμμα της καθημερινότητας του φαντάρου είναι τέτοιο ώστε να εξωθεί κάθε κανονικό άνθρωπο στα βιολογικά και ψυχολογικά του όρια μέσα σε λίγες μέρες, για αυτό και δεν εφαρμόζεται πλήρως παρά μόνο κατ’ εξαίρεση. Έτσι, οι διοικητές μπορούν να επικαλούνται πάντα ότι αυτοί είναι ανεκτικοί και με τους φαντάρους και τους τη χαρίζουν, αλλά αν οι φαντάροι είναι αχάριστοι, θα επιβληθεί το πρόγραμμα. Έτσι, μόλις υπάρξει κάποια διεκδίκηση ή καταγγελία, η τυπική απάντηση είναι να τεντώνουν το στρατόπεδο. Προφανώς, αυτό έχει ως σκοπό να πειθαρχούν οι φαντάροι, να μαθαίνουν να υπακούν σήμερα στο στρατό, αύριο στο αφεντικό τους στη δουλειά. Όμως, έχει και έναν δεύτερο σκοπό: να στρέφουν τον «απλό» φαντάρο εναντίον των πιο διεκδικητικών, των «ταραξιών». Πιέζεσαι από την ασφυκτική καθημερινότητα, τα βάζεις με αυτόν που έκανε φασαρία και μας έμπλεξε όλους – αυτός είναι ο μηχανισμός. 

Πρέπει να γίνει σαφές, όμως, ότι η λογική να θέλει κανείς την ησυχία του δεν πάει καθόλου μακριά. Αν σήμερα θεωρεί κανείς ότι η άδικη συμπεριφορά, η καταπίεση και η εκμετάλλευση δεν τον αφορούν, είναι σχεδόν βέβαιο ότι αργά ή γρήγορα θα βρεθεί ο ίδιος στη θέση να την υποστεί, και τότε θα έχει ανάγκη την αλληλεγγύη και τη συλλογικότητα. Αν σήμερα μάθει ότι η αξιοπρέπεια και η συναδελφικότητα έχουν και κάποιο κόστος, αύριο θα είναι πρόθυμος να αναλάβει για το κοινό καλό των καταπιεσμένων το ίδιο κόστος και στον εργασιακό του χώρο, στην περιοχή του, παντού. Από αυτή τη άποψη, ο στρατός είναι σχολείο – ένα δυσάρεστο και σκληρό σχολείο, αν και πολλές φορές το ίδιο ισχύει και για το κανονικό σχολείο. 

Επειδή διεκδικήσαμε, μπορεί να υποχρεώθηκε η μονάδα μας να τηρήσει πρόγραμμα και να ταλαιπωρηθήκαμε παραπάνω απ’ ό,τι εάν πειθαρχούσαμε αδιαμαρτύρητα στους ανωτέρους. Όμως, δεν υποχρεωθήκαμε ξανά σ τη θητεία μας να κάνουμε επικίνδυνα μιλιταριστικά γυμνάσια, να υποστούμε εθνικιστικά κηρύγματα, να δούμε συναδέλφους να διαπομπεύονται. Θεωρώ ότι οι περισσότεροι συνάδελφοι το κατανόησαν αυτό και το έκαναν με την καρδιά τους.
ΔΙΚΤΥΟ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΦΑΝΤΑΡΩΝ ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΣΤΡΑΤΕΥΜΕΝΩΝ
ΤΗΛ. ΕΠΙΚ. 6932 955437  
diktiospartakos.blogspot.com 
diktiospartakos@hotmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου