Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος
Η ιστορία είναι άγνωστη, κι αν όχι ξεχασμένη, όπως και η εποχή που διαδραματίζεται…
H χώρα που μόλις έχει βγει από τον αδελφοκτόνο εμφύλιο, ετοιμάζεται να στείλει μια πολεμική δύναμη στην μακρινή Ασιατική χερσόνησο-κάτω από την ομπρέλα του ΟΗΕ- προκειμένου να συνδράμει τους Αμερικανούς να αποκρούσουν τους βορειοκορεάτες που επιχειρούν, υποστηριζόμενοι από την ΕΣΣΔ και την Κίνα, να καταλάβουν την Νότια Κορέα.
Το αντάλλαγμα ήταν η είσοδος της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ.
Στις 11 Νοέμβριου αναχωρεί το Εκστρατευτικό Σώμα Ελλάδος (ΕΚΣΕ).
Αποτελείτο από ένα ενισχυμένο Τάγμα Πεζικού και ένα Σμήνος της Αεροπορίας, το 13ο Σμήνος Μεταφορών, με αεροσκάφη C-47 Dakota.
Το Σμήνος συγκροτήθηκε στα μέσα Οκτωβρίου 1950 και αναχώρησε για την Κορέα στις 11 Νοεμβρίου του ίδιου έτους. Το αποτελούσαν 7 αεροσκάφη της 355 Μοίρας Μεταφορών, που είχε έδρα την Αεροπορική Βάση της Ελευσίνας και προσωπικό από διάφορες ειδικότητες.
Το ενισχυμένο Τάγμα Πεζικού είχε δύναμη 1.000 περίπου ανδρών.
Ανάμεσα τους και ο στρατιώτης Κωνσταντίνος Χλέτσος.
«ΓΙΑΤΙ ΠΗΓΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΕΑ»
Πριν από λίγο καιρό ο Χλετσος αφηγήθηκε τα όσα πέρασε στην κόλαση της Κορέας, αιχμάλωτος και τραυματίας στα χέρια των βορειοκορεατών.
Μια μαρτυρία-ντοκουμέντο.
« Κατάγομαι από το χωριό Λίχνα της Λήμνου.
Γεννήθηκα το 1928, κατετάγην στο Πεζικό το 1950 και συγκεκριμένα στο Μηχανικό με την ειδικότητα του σκαπανέα-ναρκαλιευτή.
Αρχικά, έλαβα τη βασική και τακτική εκπαίδευσή μου στην Κρήτη και αργότερα εκπαιδεύτηκα ως ναρκαλιευτής και σαμποτέρ στο ΚΕΜΧ, στο Ναύπλιο, για χρονικό διάστημα δύο μηνών.
Κατόπιν, πήρα μετάθεση για το 521ο Τάγμα Πεζικού της 9ης Μεραρχίας. Διοικητής μου εκεί, ήταν ο Αναστάσιος Κούβελας, ηπειρώτης στην καταγωγή. Μετέπειτα, βρέθηκα στα Γιαννιτσά και από εκεί στην Καστανιά της Βέροιας.
Στο Βέρμιο και δη στην Παναγιά Σουμελά κάναμε άρση ναρκών.
Εκείνη την περίοδο, είχε ιδρυθεί η 5η Μεραρχία στην Κρήτη και πιο αναλυτικά στου Κοκκίνη το Χάνι, με αποτέλεσμα να πάρω απόσπαση για εκεί.
Τότε, είχε έρθει μια ΝΑΤΟϊκή εγκύκλιο, βάσει της οποίας θα έπρεπε να πάνε ορισμένοι εθελοντές στην Κορέα.
Το περιεχόμενό της, μας το κοινοποίησαν οι αξιωματικοί.
Εγώ, ήμουν ήδη στο Στρατό 22 μήνες, επομένως δεν είχα καμιά δουλειά στην Κορέα.
Έλα όμως, που ζητούσαν ένα άτομο της ειδικότητάς μου και δυστυχώς δεν υπήρχε νεότερος από μένα…
Υπήρχαν άτομα, ωστόσο ήταν παντρεμένοι και προστάτες οικογενείας. Επομένως, πήραν άτομα από την 19η ΕΣΣΟ και πάνω.
Ο πατέρας μου είχε 10 παιδιά κι επομένως ο κλήρος έπεσε σε μένα.
Εκείνη την εποχή, δεν μπορούσες να φέρεις αντιρρήσεις, διότι υπήρχε και η Μακρόνησος, κ.λπ.
Δεν μπορούσες να κάνεις διαφορετικά, καθότι με είχαν χαρακτηρίσει στο παρελθόν και αριστερό, χωρίς να έχω την παραμικρή ιδέα.
Τέλος πάντων, μας πήγαν στη Βουλιαγμένη, λάβαμε μια εκπαίδευση κι έπειτα με ένα αρματαγωγό – επιβατηγό πλοίο, ξεκινήσαμε για την Κορέα.
ΤΡΑΥΜΑΤΙΑΣ ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΣ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ
Μετά από δυο-τρεις μέρες πήγαμε περίπολο μάχης και την τρίτη φορά επιτεθήκαμε.
Τότε, τραυματίστηκα στο μηρό από σφαίρα.
Έσπασε το πόδι μου, γύρισε, και το βρήκα στην… πλάτη μου.
Πιο αναλυτικά, καθώς πήγα να αλλάξω θέση στο ύψωμα, έπεσα σε ένα λάκκο με το κεφάλι προς τα κάτω και τα πόδια μου προς την πλάτη.
Εκεί με βρήκε μια σφαίρα με συνέπεια να δημιουργηθεί ένα συντριπτικό επιπλεγμένο κάταγμα.
Εγώ είχα τραυματισθεί περίπου στις 02:00 τα χαράματα.
Την επόμενη μέρα, γύρω στις 09:00 το πρωί υπολογίζω, με βρήκανε οι Βορειοκορεάτες, μέσα στο χαράκωμα.
Τότε, είπε αυτός που είχε το αυτόματο στον άλλον που είχε χειροβομβίδες, να μου ρίξει μια, μέσα στο χαράκωμα.
Εγώ τους καταλάβαινα από τα νοήματα που έκαναν.
Ο δεύτερος έκανε νόημα στον πρώτο, ότι είχε μόνον δύο χειροβομβίδες, επομένως θα έπρεπε να μου ρίξει αυτός με το αυτόματο.
Είχε ένα ρωσικό αυτόματο με το σαλίγκαρο ( ο γεμιστήρας σε σχήμα μύλου) από κάτω, που έπαιρνε 30 σφαίρες.
Μου έριξε σε τρεις δόσεις…
Η νοοτροπία του πολέμου ήταν: «σκότωσε τον πριν σε σκοτώσει».
Δεν ξέρεις τι γίνεται στον πόλεμο. Λοιπόν, από μια απόσταση ελάχιστων μέτρων μόνο, μου έριξε τρεις φορές και αστόχησε!!!
Πέρασαν οι σφαίρες πάνω από το κεφάλι μου, περίπου 10 πόντους, χτύπησαν πίσω μου και γέμισα χώμα ολόκληρος.
Εγώ, τους κοίταγα με ανοικτά τα μάτια. Δεν πίστευα αυτό που έγινε!!!
Έλεγα ότι δεν θέλω να πεθάνω έτσι, ωστόσο ήθελα να μείνω με τα μάτια ανοικτά.
Τους συγχώρησα γιατί κι εγώ να ήμουν, το ίδιο θα έκανα.
Ήταν 6 Αυγούστου του 1952.
Κατόπιν, με πήρανε μια νύχτα χωρίς φεγγάρι, περάσαμε ένα ποτάμι, μπήκαμε σε ένα «καρνάβαλο» (αυτοκίνητο) και φτάσαμε σε ένα βουνό, το ξημέρωμα. Εκεί, με αφήσανε σε ένα αμπρί (σκαμμένο βουνό όπου πάνω είχε κλαριά, φύλλα, κορμούς, κ.λπ.).
Ήμουν μαζί με άλλους τραυματίες και ταξιδεύαμε για δύο νύκτες.
Φτάσαμε σε μια ρεματιά, όπου υπήρχε ένα δωμάτιο 2,5 x 2,5 με κλειδώσανε και φύγανε.
Έξω είχε πολύ κρύο, ενώ στο δωμάτιο είχε ένα αεράκι γλυκό ίσα ίσα να σε «κόβει» στη μέση.
Μετά από μισή ώρα, άρχισα να κοκαλώνω.
Τότε, θυμήθηκα αυτά που μας έλεγε ένας δάσκαλος στο σχολείο ότι οι Εσκιμώοι όταν κρυώνουν κάνουν κινήσεις για να ζεσταθούν.
Έτσι κι εγώ έξυνα το κεφάλι μου και χτυπιόμουν μέχρι το πρωί, όπου και με βρήκαν!
Εν τω μεταξύ, καθώς μας πήγαιναν εκεί, έτυχε να πέσει μια κονσέρβα από κάποιον Βορειοκορεάτη, την οποία πήρα και την έκρυψα.
Το πρόβλημα ήταν ότι δεν μπορούσα να την ανοίξω.
Την άλλη μέρα το πρωί με παίρνουν από εκεί και με ανεβάζουν σε ένα υψωματάκι, όπου είχε πολύ ήλιο.
ΑΥΠΝΟΣ ΕΠΙ ΜΕΡΕΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΟΝΟΥΣ
Αργότερα μας πήγανε σε ένα βουνό, όπου υπήρχε ένα νοσοκομείο, για τη νοσηλεία των τραυματιών.
Εκεί, κάθισα περίπου 35 μέρες.
Εν τω μεταξύ, σε όλο αυτό το διάστημα, το πόδι μου δεν είχε μπει σε γύψο.
Απλά είχα τρία σανίδια – τάβλες να το στηρίζουν.
Εγώ καθόμουν ξαπλωμένος σε μια ψάθα και προσπαθούσα να μην κοιμάμαι για να μην ενοχλήσω το πόδι.
Κάθε πρωί έβγαζα τη λερωμένη γάζα, έβαζα το σπασμένο πόδι μου στην ευθεία με το άλλο έβαζα την νέα γάζα, και το έσφιγγα όσο μπορούσα.
Έπειτα, με πήρανε από εκεί και με στείλανε σε ένα καλύτερο νοσοκομείο. Να φανταστείτε ότι μετά από τρεις μήνες τραυματίας, κοιμήθηκα για πρώτη φορά σε κρεβάτι.
Στο μέρος αυτό και ύστερα από δύο ημέρες με βάλανε σε χειρουργείο.
Ανοίξανε το πόδι μου και κάνανε μια απόξεση του οστού μέχρι κάτω.
Το ίδιο βράδυ και την επόμενη ημέρα δεν κοιμήθηκα από τους πόνους.
Έβαλα το χέρι μου να δω και συνειδητοποίησα ότι το πόδι μου ήταν γεμάτο πύων και αίμα.
Αμέσως, φώναξα τους νοσοκόμους, αυτοί τους ιατρούς και τελικά διαπίστωσαν ότι είχαν σαπίσει τα ράμματα και πως το πόδι μου είχε μολυνθεί.
Τελικά συνήλθα.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΦΙΑΛΤΗ
Κατά το Πάσχα, λοιπόν, παρατήρησα μια αλλαγή στη συμπεριφορά των Βορειοκορεατών.
Μας δώσανε τσιγάρα, μας καλομιλούσαν κ.ά.
Κατόπιν, μας είπανε ότι έγινε συνθηκολόγηση και ότι κάποιοι θα φύγουνε…
Εμείς ήμασταν διστακτικοί διότι είχαμε την εντύπωση ότι θα μας παίρνανε για εκτέλεση.
Θυμάμαι τους άλλους κρατούμενους που μας φώναζαν:
«Take it easy, man».
Ήθελαν να μας πούνε να προσέχουμε. Τέλος πάντων, μας πήγανε με κάτι αυτοκίνητα σε κάποιο μέρος έξω, όπου μας δώσανε κρασί, ούζο, ψωμί, γλυκό. Κάναμε μπάνιο, ντυθήκαμε καλά κ.ά. Καθίσαμε καμιά δεκαριά ημέρες εκεί και μας ψυχαγωγούσανε.
Στο τέλος, ήρθε και η ανταλλαγή και έτσι τελείωσε η περιπέτειά μου στην Κορέα.
Εν τω μεταξύ, εμένα, όλο αυτό το διάστημα με είχανε για νεκρό!
Είχε λάβει και σχετικό επίσημο συλλυπητήριο έγγραφο η οικογένειά μου.
Να φανταστείτε ότι ο πατέρας μου έπαιρνε σύνταξη για τον θάνατό μου! Ύψους 240.000 δραχμών το 1952.
Πολλά λεφτά για την εποχή αυτή.»
Πηγές
Παναγιώτης Λίακος
ΜΥΣΤΑΓΩΓΙΑ-ΜΥΘΑΓΩΓΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου