Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος
(τρίτο μέρος)
Το πρώτο μέρος ΕΔΩ
Το δεύτερο μέρος ΕΔΩ
Την φοβία και την άρνηση μέρους της κοινωνίας, να αποδεχθεί τους χιλιάδες πρόσφυγες από την Μικρά Ασία που έφτασαν στην Ελλάδα μετά την κατάρρευση και την καταστροφή, υποδαύλισε μέρος του Τύπου, που εξαπέλυσε εναντίον τους σκληρή επίθεση με βαρείς χαρακτηρισμούς, φτάνοντας στο σημείο να προτείνει, όπως φορούν… κίτρινα περιβραχιόνια προκειμένου να ξεχωρίζουν για να τους αποφεύγει ο κόσμος!
Με την χώρα να είναι βαθιά διχασμένη μεταξύ Βενιζελικών (που υποστήριζαν τους πρόσφυγες) και Αντιβενιζελικών (που προτιμούσαν την μικρή πλην τίμια Ελλάδα), η εικόνα αυτή αποτυπώνεται και στον Τύπο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν ο εκδότης της «Καθημερινής», Γεώργιος Βλάχος, βαθιά αντιβενιζελικός, ο οποίος έγραψε το πασίγνωστο άρθρο με τίτλο «Οίκαδε» στις 14 Αυγούστου 1922 μία μέρα μετά την έναρξη της επίθεσης του Κεμάλ Ατατούρκ.
Σε αυτό καλούσε την ελληνική κυβέρνηση και το στρατό να εγκαταλείψουν στην τύχη τους τους Έλληνες της Ιωνίας και του Πόντου.
Ο Βλάχος ακόμη και το 1928 όταν έγραφε ή μιλούσε για τους πρόσφυγες χρησιμοποιούσε δύο λέξεις: «Αγέλη προσφύγων».
Ακόμη, ο Νίκος Κρανιωτάκης, ο φιλομοναρχικός εκδότης της εφημερίδας «Πρωινός Τύπος», το 1933 ζητούσε επιτακτικά να επιβληθεί στους πρόσφυγες να φορέσουν κίτρινα περιβραχιόνια για να τους διακρίνουν και να τους αποφεύγουν οι Έλληνες!
Σημειωτέον ότι ο Κρανιωτάκης προηγήθηκε ακόμα και των ναζιστών, οι οποίοι εφάρμοσαν την διάκριση των Εβραίων με ένα περιβραχιόνιο με το κίτρινο άστρο.
Ο αντιβενιζελικός τύπος δεν συγχώρησε ποτέ την επανεκλογή του Ελευθερίου Βενιζέλου θεωρώντας υπεύθυνους γι’ αυτό τους πρόσφυγες, οι οποίοι εξάλλου στήριζαν σύσσωμοι την Κρητικό πολιτικό.
Σε προεκλογικό κύριο άρθρο του «Εμπρός» (14.9.1928) οι πρόσφυγες κατηγορούνται για ακούσια νοθεία των εκλογών:
«Οι πρόσφυγες ελθόντες ενταύθα θύματα μιας τραγικής καταστροφής δεν εδιδάχθησαν πως πρέπει να έχουν και αυτοί γνώμην επί των κοινών, εκλέγοντες ομού μετά των άλλων τους ανθρώπους οι οποίοι θα τους διοικούν, αλλά πώς να νοθεύουν την γνώμην των άλλων.
Δεν εδιδάχθησαν πώς να ψηφίζουν ως ελεύθεροι πολίται, αλλά πώς να αλλοιώνουν την ψήφον των άλλων».
Η ίδια εφημερίδα αντιπαραβάλλει «πρόσφυγες» κι «ελληνικό λαό», ως διαφορετικές -κι αντίπαλες- κατηγορίες χαρακτηρίζοντάς τους… «ευνοηθέντας υπό της τύχης»:
«Οι Βενιζελικοί γνωρίζουν ότι ο ελληνικός λαός τους θεωρεί πραγματικούς εχθρούς του, χυδαίους απατεώνας και αγύρτας και ουδέποτε θα εκδηλώση προς αυτούς την εμπιστοσύνην του, δια τούτο δε στηρίζουν τας ελπίδας τους μόνον εις τους ευνοηθέντας υπό της τύχης και της ιδικής μας νομιμότητος πρόσφυγας» (5.8.1928).
«ΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΘΑ ΜΑΣ ΑΡΠΑΞΟΥΝ ΤΑ ΠΑΝΤΑ»
Στις 31.7.28 η εφημερίδα «Σκριπ» γράφει: «Ητο επόμενον ο Βενιζέλος να γίνη υποτελής εις τους πρόσφυγας.
Ο μέγας αρχηγός κατήντησε να αναγνωρίζη ως αρχηγόν τον κύριον εις -ίδην και -όγλου».
«Η Καθημερινή» στις 20.7.1928 «προειδοποιεί» τους γηγενείς:
«Οι γηγενείς είτε βενιζελικοί είναι είτε αντιβενιζελικοί είτε δημοκράται ή βασιλόφρονες πρέπει να γνωρίζουν ένα και το αυτό:
Οτι εφ’ όσον ψηφίζουν Βενιζέλον, ψηφίζουν κατ’ ανάγκην πρόσφυγας και εφ’ όσον ψηφίζουν πρόσφυγας ψηφίζουν την αρπαγήν και την απώλειαν της αγροτικής χθές, της κτηματικής σήμερον, της αστικής αύριον περιουσίας των.
Οι ατυχείς πρόσφυγες κατά τούτο δεν πταίουν.
Διότι κατεστράφησαν και θέλουν να ζήσουν, οπωασδήποτε, είτε εις βάρος του ενός είτε εις βάρος του άλλου.
Ημείς όμως, οι γηγενείς, τι πταίομεν;…
Διατί να υφιστάμεθα την υπέρ των προσφύγων καθολικήν αυτήν απαλλοτρίωσιν της Ελλάδος;»
Στο κύριο άρθρο της επομένης συνεχίζεται η ίδια ρητορική:
«Αλλά τα συμφέροντα των προσφύγων, κατά μοιραίαν τραγικήν δυσμένειαν, είναι ως γνωστόν τελείως αντίθετα προς τα συμφέροντα των γηγενών.
Το Κράτος αφ’ ενός μεν βρίσκεται εις αθλιεστάτην κατάστασιν, την οποίαν γνωρίζομεν -φευ- πάντες, και αφ’ ετέρου η ανάγκη της αποκαταστάσεως και αποζημιώσεως των προσφύγων καθίσταται ημέρα τη ημέρα μάλλον επιτακτική.
Τι θα συμβή άρα;
Ο Βενιζελισμός, ευρισκόμενος προ τραγικού διλήμματος, θα στραφή κατά της περιουσίας των γηγενών και θέτων επ’ αυτής βαρείαν την χείραν, θα διαμοιράση αυτήν εις τους πρόσφυγας.
Αι οικίαι και τα αστικά εν γένει κτήματα των γηγενών θα καταστούν βορά των προσφύγων.
Ζαΐμη πρωθυπουργούντος, Τουρκοβασίλη ιθύνοντος τα της Δικαιοσύνης, ο παρακαθήμενος αυτούς Κύρκος ήρξατο του έργου της αρπαγής.
Αρχήν ποιούμενος απαλλοτριώσεως των αστικών κτημάτων των γηγενών υπέρ των προσφύγων έφθασεν ουχί πλέον εις τα πρόθυρα της πόλεως, αλλ’ εις αυτήν την καρδίαν της.
Οικόπεδα γηγενών προσφύγων κείμενα εις την οδόν Αχαρνών απηλλοτριώθησαν υπέρ προσφύγων.
Επικρατούντος εκλογικώς του βενιζελισμού και εγκαθισταμένης της βενιζελικής δικτατορίας είναι εύκολον να φαντασθή τις τι πρόκειται να πράξη ο μέλλων Κύρκος.
Θρήνος και κλαυθμός θα επακολουθήση άγριος, οικίαι και οικόπεδα δια μιας μονοκονδυλιάς θα μεταβάλλωσιν ιδιοκτήτων και ενώ οι γηγενείς οδυρόμενοι θα εξέρχωνται άστεγοι εις τας οδούς, οι πρόσφυγες θ’ αποκτώσιν αστικάς εγκαταστάσεις».
Στις 30.7.1928, η «Καθημερινή» εκφράζει τη συμπάθεια της για το δράμα των προσφύων, αλλά…
«Συμπονούμεν και συμπαθούμεν τους πρόσφυγας ως ανθρώπους και αδελφούς δυστυχήσαντας και παθόντας, αλλά δεν τους θέλομεν ούτε ως ψηφοφόρους, ούτε ως εκλογείς, ούτε ως εκλεξίμους, ούτε ως πολίτας δικαιουμένους να κυβερνήσουν την Ελλάδα».
«Η Καθημερινή»… εξεγείρεται όταν οι πρόσφυγες προσπαθούν να ασκήσουν το δικαίωμα του εκλέγεσθαι:
«Με έκπληξίν μας είδομεν εις τα χθεσινά φύλλα ότι το λαϊκόν κόμμα θα περιλάβη τρεις πρόσφυγας πολιτευομένους εις τον συνδυασμόν Αθηνών.
Διατί θα τους περιλάβη;
Επί τη βάσει ποίας ηθικής και επί τη βάσει ποίας σκοπιμότητος;
Αλλά είναι Ελληνες και όμαιμοι και αδελφοί. Ας είναι και αδελφοί και εξάδελφοι.
Όταν αποκτήσουν συνείδησιν πολιτικήν και θέλησιν πολιτών ελευθέρων -πράγμα το οποίον δεν θα συμβή ποτέ- τότε θα δικαιούνται να θεωρούνται μεταξύ ημών, όχι μόνον ως εκλογείς αλλά και ως εκλέξιμοι.
Επί του παρόντος οι πρόσφυγες δεν έχουν καμμίαν θέσιν εις τους συνδυασμούς του λαϊκού κόμματος» (19.7.1928).
ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ Η ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ
Ωστόσο, την στιγμή που ένα μεγάλο μέρος του γηγενή πληθυσμού αντιμετώπιζε τους πρόσφυγες με ρατσιστικό τρόπο, η πολιτεία με τα πενιχρά μέσα που διέθετε μπόρεσε να βοηθήσει τους πρόσφυγες με τον καλύτερο τρόπο που μπορούσε.
Πολλοί ιστορικοί μάλιστα θεωρούν ότι η αποκατάσταση και αφομοίωση των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής υπήρξε το μεγαλύτερο ειρηνικό επίτευγμα του νεοελληνικού κράτους.
Το ήδη πολιτικά διχασμένο ελληνικό κράτος και οικονομικά κατεστραμμένο ελληνικό κράτος με τους περίπου 5 εκατ. κατοίκους, δέχεται ένα κύμα προσφύγων που ο αριθμός τους αγγίζει το 1,5 εκατομμύριο ανατρέποντας όλη τη δομή του.
Έτσι, στο τέλος του 1922 γίνεται αναμόρφωση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους 1922-23 (ΦΕΚ Α’ 286 27-12-1922) και στο υπουργείο Περιθάλψεως διατίθενται επιπλέον 77 εκατομμύρια δραχμές, από τα οποία τα περισσότερα θα καλύψουν προσφυγικές ανάγκες.
Συγκεκριμένα, για «επιδόματα (είχε προβλεφθεί η χορήγηση στους πρόσφυγες ενός εφάπαξ ποσού 500 δραχμών), συσσίτια, ειδικά και έκτακτα βοηθήματα προσφύγων ή και δαπάνη τη εν ασύλοις ενδιαίτησιν προσφύγων, ως και έξοδα νοσηλείας εν γένει» προβλέφθηκαν 55 εκατ. δραχμές.
Πιο αναλυτικά, ο ιστορικός Γιώργος Μαυρογορδάτος αναφέρει:
«Παρά τις καθυστερήσεις, τις ταλαιπωρίες, τις ελλείψεις και τις αδικίες, τελικά επιτεύχθηκαν οι πολλαπλοί –ανθρωπιστικοί, εθνικοί και κοινωνικοί– στόχοι που επιδιώχθηκαν.
Σώθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες υπάρξεις και τους δόθηκε η δυνατότητα ν’ αρχίσουν μια νέα ζωή.
Μετά την Καταστροφή, ο Βενιζελισμός έγινε από την πρώτη στιγμή ο μοναδικός φορέας της ενσωμάτωσης και αποκατάστασης των προσφύγων στο πλαίσιο της ελλαδικής κοινωνίας, όπως και ο μοναδικός προστάτης τους απέναντι στην εχθρότητα των γηγενών.
Τον ιστορικό αυτόν ρόλο ο Βενιζελισμός ανέλαβε πρόθυμα και προσπάθησε στη συνέχεια να μονοπωλήσει όσο έμεινε στην εξουσία, δηλαδή ουσιαστικά μέχρι το 1933.
Μόνο χάρη στον Βενιζελισμό απέκτησαν οι πρόσφυγες όσα απέκτησαν: περίθαλψη, σπίτια, χωράφια, αποζημιώσεις, αλλά και πλήρη πολιτικά δικαιώματα Ελλήνων πολιτών.
Μόνο χάρη στον Βενιζελισμό κατορθώθηκε υπό την αιγίδα της Κοινωνίας των Εθνών (ΚτΕ) η σύναψη των προσφυγικών δανείων και η συγκρότηση της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ) για την αξιοποίησή τους.
Είναι λοιπόν μύθος και πελώριο ψέμα αυτά που ακούγονται συχνά σήμερα για δήθεν παραμέληση και εγκατάλειψη γενικά των προσφύγων από το ελληνικό κράτος.
Αυτά ισχύουν μόνο για μια μικρή μειονότητά τους.
Το μεγαλύτερο μέρος (83%) ειδικά της αγροτικής προσφυγικής αποκατάστασης πραγματοποιήθηκε σε τρία μόλις χρόνια.
Η αγροτική αποκατάσταση, όπως τη συνέλαβε και τη σχεδίασε η ΕΑΠ, είχε στόχο τον εφοδιασμό κάθε προσφυγικής οικογένειας με επαρκή γη, ζώα, εργαλεία και σπίτι.
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΕ ΑΡΙΘΜΟΥΣ
Μέχρι τα μέσα του 1926, 551.936 αγρότες πρόσφυγες είχαν εγκατασταθεί οριστικά.
Το 1930, ο αριθμός αυτός είχε αυξηθεί σε 578.844 άτομα (ή 145.758 οικογένειες).
Το 1938, σε 668.316 άτομα (ή 167.079 οικογένειες), που μπορεί να θεωρηθεί τελική εκτίμηση.
Περίπου 90% του συνόλου εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία και στη Θράκη.»
Αντίθετα, η αστική αποκατάσταση προχώρησε με πολύ βραδύτερο ρυθμό. Αφορούσε σχεδόν αποκλειστικά τη χορήγηση κατοικιών, που κτίστηκαν κυρίως σε συμπαγείς συνοικισμούς γύρω από τα μεγαλύτερα αστικά κέντρα και προπαντός γύρω από την Αθήνα, τον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη, όπου συγκεντρώθηκε το 60% των «αστών» προσφύγων.
Μέχρι το 1926, μόνο 72.230 «αστοί» πρόσφυγες είχαν στεγαστεί και γίνει οικονομικά ανεξάρτητοι, σε σύγκριση με τους 551.936 αγρότες πρόσφυγες την ίδια περίοδο.
Παρά την κατασκευή περίπου 52.000 κατοικιών μέχρι το 1930, περισσότερες από 30.000 προσφυγικές οικογένειες έμεναν ακόμη σε αυτοσχέδιες παράγκες.
Το 1952 υπήρχαν ακόμη 35.248 προσφυγικές οικογένειες που δικαιούνταν αστική αποκατάσταση και ανάμεσά τους 14.241 που ζούσαν σε άθλιες παραγκουπόλεις.
Παρόλο που οι παράγκες κατεδαφίστηκαν λίγο αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1978 φαίνεται ότι απέμεναν ακόμη (!) τουλάχιστον 3.000 προσφυγικές οικογένειες που δικαιούνταν αστική αποκατάσταση, δηλαδή στέγαση.
Το μεγαλύτερο μέρος του Ελληνισμού συγκεντρώθηκε οριστικά μέσα στα ασφαλή σύνορα του εθνικού του κράτους – ασφαλή στο μέτρο ακριβώς που επιτεύχθηκε εθνική ομοιογένεια.
Ειδικά στην ελληνική Μακεδονία και ειδικότερα στις παραμεθόριες περιοχές της, μόνο ο συστηματικός προσφυγικός εποικισμός εξασφάλισε την απόκρουση πολλαπλών απειλών στο μέλλον. Από τους κοινωνικούς στόχους της αποκατάστασης των προσφύγων, αρκεί να αναφερθεί επιγραμματικά ο σπουδαιότερος: να γίνουν το ταχύτερο ιδιοκτήτες μικροαστοί της πόλης και του χωριού, στηρίγματα του αστικού καθεστώτος, και όχι προλετάριοι ανατροπείς του.
Και αυτός ο στόχος επιτεύχθηκε για την πλειονότητα των προσφύγων.
Υπήρξαν βέβαια οι εξαιρέσεις, οι αδικημένοι ή και ολότελα ξεχασμένοι της προσφυγικής αποκατάστασης.
Δεν ήσαν ωστόσο αρκετοί για μια επιτυχημένη κοινωνική επανάσταση – ούτε τότε, ούτε αργότερα.
Άλλωστε, η κοινωνική επανάσταση που δεν έγινε τότε από τους πρόσφυγες είχε γίνει πριν από αυτούς και για χάρη τους: ήταν η απόφαση που υπέγραψε ο Πλαστήρας στις 14 Φεβρουαρίου 1923, με την οποία επιτράπηκε η κατάληψη ακινήτων και πριν από την καταβολή αποζημίωσης.
Στη νεότερη Ελλάδα, ποτέ άλλοτε δεν παραβιάστηκε σε τέτοιο βαθμό το «ιερό» δικαίωμα της ιδιοκτησίας!».
Πληροφορίες
Janus.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου