Βασίλης Βασιλικός 1934-2023
Εκείνος που ήταν πολύ περισσότερα από «ο συγγραφέας του “Ζ”»
ΕΦΣΥΝ
Πέθανε στα 89 του χρόνια μία από τις πιο εμβληματικές φυσιογνωμίες των γραμμάτων και του δημόσιου βίου, ταυτισμένος με την υπόθεση Λαμπράκη που αποτύπωσε πιστά, ταυτισμένος όμως και με μια νέα λογοτεχνική γραφή, με την οραματική σχέση με τα κοινά και τη διαρκή ευαισθησία της Αριστεράς ● Τόσο το βιβλίο «Ζ» όσο και η ταινία έγιναν σύμβολο αγώνων αλλά και αναγνώρισης μιας αλήθειας την οποία αγνοούσε ακόμη και η πλειονότητα των Ελλήνων (και ίσως να την αγνοεί ακόμα). Ενδεικτικό είναι πως το «Ζ» του Βασιλικού μαζί με τον «Αλέξη Ζορμπά» του Νίκου Καζαντζάκη είναι τα δύο ελληνικά βιβλία που επέλεξε ο Guardian να συμπεριλάβει στη λίστα «με τα 1.000 βιβλία που πρέπει να διαβάσει κανείς» (2009).
Aλλαξε τη ζωή πολλών. Γιατί άλλαξε το βλέμμα τους. Οχι εκατοντάδων. Εκατοντάδων χιλιάδων, σε όλο τον κόσμο... Αρκεί αυτό για να χαρακτηρίσει σπουδαίο έναν άνθρωπο; Οχι. Γιατί αυτό έκανε και ο Κίσινγκερ, που πέθανε την ίδια μέρα με τον Βασίλη Βασιλικό - χθες. Τι άλλο χρειάζεται λοιπόν; Να στρέφεις το βλέμμα του άλλου προς το υψηλό. Οχι προς το ποταπό, το γελοίο, το εξουσιαστικά εγκληματικό. Αυτά (και λίγα λέμε) έκανε ο Κίσινγκερ. Ο Βασίλης Βασιλικός έκανε ακριβώς το αντίθετο: ήταν δημιουργός και μας έμαθε πώς να «κοιτάμε», πέρα από τα κυρίαρχα αφηγήματα του κάθε εγκληματία Κίσινγκερ. Η τραγική σύμπτωση είναι πως πέθαναν και οι δύο την ίδια μέρα. Αλλά, όπως μας είπε λίγη ώρα μετά τον θάνατο του Β. Βασιλικού ο Πολ Λάβερτι, ο σεναριογράφος των περισσότερων ταινιών του Κεν Λόουτς (που είναι στην Αθήνα, καθώς με την ταινία «Η τελευταία παμπ» έκανε πρεμιέρα χθες το Ευρωπαϊκό Πανόραμα): «Ξέρω πολύ καλά ποιος από τους δύο θα πάει στην κόλαση και ποιος στον παράδεισο, κι ας μην πιστεύω σε τίποτα από τα δύο. Γιατί ξέρω ποιος έκανε χώρες ολόκληρες κολαστήρια για την ανθρώπινη ζωή και αξιοπρέπεια και ποιος μας έδειξε, ακριβώς αντιδιαμετρικά, την ομορφιά, το μεγαλείο της συντροφικότητας στους αγώνες, την ίδια την “ανθρωπινότητά” μας».
Ναι. Ο Βασίλης Βασιλικός μάς έδειξε την ανθρωπινότητά μας. Το μυθιστόρημά του «Ζ» για τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη τον έκανε παγκοσμίως γνωστό, όπως και τον ίδιο τον Λαμπράκη, καθώς το βιβλίο έγινε εξαιρετική ταινία από τον Κώστα Γαβρά και εκατομμύρια άνθρωποι έμαθαν τι συνέβαινε στην Ελλάδα με το παρακράτος αρχές του ‘60 και τι οδήγησε (με την «ευγενική χορηγία» των ΗΠΑ) στο δικτατορικό καθεστώς των συνταγματαρχών λίγα χρόνια μετά. Τόσο το βιβλίο όσο και η ταινία έγιναν σύμβολο αγώνων αλλά και αναγνώρισης μιας αλήθειας την οποία αγνοούσε ακόμη και η πλειονότητα των Ελλήνων (και ίσως να την αγνοεί ακόμα).
Ενδεικτικό είναι πως το «Ζ» του Βασιλικού μαζί με τον «Αλέξη Ζορμπά» του Νίκου Καζαντζάκη είναι τα δύο ελληνικά βιβλία που επέλεξε ο Guardian να συμπεριλάβει στη λίστα «με τα 1.000 βιβλία που πρέπει να διαβάσει κανείς» (2009). Συνακόλουθα, είναι ένας από τους δέκα πιο πολυμεταφρασμένους Ελληνες λογοτέχνες, σύμφωνα με την UNESCO (σε υψηλότατη θέση μετά τους Καβάφη, Καζαντζάκη, Ρίτσο). Το συνολικό του έργο ξεπερνούσε βέβαια τα 120 βιβλία (κυρίως πεζά αλλά και ποιητικές συλλογές και θεατρικά έργα), πολλά μεταφρασμένα, πολλά βραβευμένα. Στον κατάλογο των δεκάδων διακρίσεών του και το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Γραμμάτων 2016.
«Θα γράψουν “Πέθανε ο συγγραφέας του Ζ”»
ΑΠΕ ΜΠΕ
«Ηδη ξέρω από τώρα τον τίτλο της ημέρας του θανάτου μου (να χτυπήσω ξύλο!) στην εφημερίδα International Herald Tribune, “Author of Z dies”, ή στη Suisse “Mort de l’ecrivain de Z”, ένα μονόστηλο, φαντάζομαι -αν και δεν είναι σίγουρο και αυτό- ευελπιστώ όμως, γιατί έχω τον μικρότερο τίτλο στην ιστορία του ευρωπαϊκού μυθιστορήματος τα τελευταία διακόσια χρόνια…» έγραφε ο ίδιος στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του «Μνήμη από μελάνι». «Ανήκω στην κατηγορία των ανθρώπων», συνέχιζε, «που αυτά που θυμούνται είναι αυτά που έχουν γράψει, όχι αυτά που έχουν ζήσει - κι αυτό δεν είναι πάντα ευχάριστο»...
Και ναι. Ο Βασίλης Βασιλικός ήταν πολυγραφότατος συγγραφέας. Εγραψε δεκάδες βιβλία, συμμετείχε σε συλλογικούς τόμους. Ωστόσο δεν είχε τόσο δίκιο, καθώς σε όλα του τα βιβλία υπάρχει κάτι το αυτοβιογραφικό. Οπως και το βαθιά πολιτικό, κοινωνικό και ερωτικό. Αλλά και το χιούμορ, ο αυτοσαρκασμός και η ειρωνεία που μόνο όσοι έχουν πραγματικά γνώση της Ιστορίας και της θέσης τους μέσα σε αυτήν μπορούν να υποστηρίξουν. Ταυτόχρονα, ήταν από τους λίγους και τους πρώτους (σε τέτοια κλίμακα) που κατέλυσε την παραδοσιακή γραμμική αφήγηση τόσο ως ύφος γραφής όσο και χρονικής συνέχειας των γεγονότων - ναι, η γραφή του ήταν και κινηματογραφική, αλλά και ερευνητική/δημοσιογραφική.
Γεννημένος στην Καβάλα στις 18 Νοεμβρίου 1934 (πέθανε χθες, 30/11, λίγες μέρες μετά τα 89α γενέθλιά του), μεγάλωσε ήδη έχοντας πολιτικές επιρροές, καθώς ο πατέρας του Νικόλαος Βασιλικός (από τη Θάσο) ήταν βουλευτής στο Κόμμα των Φιλελευθέρων το 1936. Η απερίγραπτα σκληρή βουλγαρική κατοχή ανάγκασε την οικογένεια να μετακομίσει στη Θεσσαλονίκη, όπου ο ίδιος σπούδασε Νομικά. Ταξίδεψε στις ΗΠΑ και συνέχισε τις σπουδές του (σενάριο στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ και τηλεσκηνοθεσία στη Σχολή της RCA στη Νέα Υόρκη) έως το 1961.
Με την επιβολή της δικτατορίας το 1967 έζησε αυτοεξόριστος στο εξωτερικό (Ιταλία, Γαλλία, Νέα Υόρκη) και εργάστηκε εκεί έως το 1994, με ένα «διάλειμμα» όταν ήρθε στην Ελλάδα το 1981 και ανέλαβε καθήκοντα αναπληρωτή γενικού διευθυντή της ΕΡΤ, επί κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου, στήνοντας μια δημόσια τηλεόραση που ήταν πιο ελεύθερη από ποτέ και προβάλλοντας ταινίες και προγράμματα που ανάλογά τους σήμερα (40 χρόνια μετά) φαίνεται αδιανόητο να προβληθούν είτε από τις ιδιωτικές είτε από τις δημόσιες τηλεοπτικές συχνότητες. Διετέλεσε πρέσβης της Ελλάδας στην UNESCO (1996-2004). Στις βουλευτικές εκλογές του 2015 τοποθετήθηκε επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας της εκλογικής συνεργασίας Πράσινοι-Δημοκρατική Αριστερά και στις βουλευτικές εκλογές του 2019 τέθηκε επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ, με τον οποίο και εξελέγη. Ηταν άλλωστε χαρακτηριστικό του Βασιλικού η οραματική ενασχόλησή του με τα κοινά που κάποτε εκφραζόταν και πέραν της πολικής. Χαρακτηριστική ήταν η αφοσίωσή του στο όνειρο της δεύτερης συζύγου του (μετά την πρώτη του, τη Μιμή, ο πρόωρος θάνατος της οποίας τον είχε οδηγήσει στην απόγνωση και έφερε το βιβλίο «Το τελευταίο αντίο»), της υψιφώνου Βάσως Παπαντωνίου, για τη δημιουργία Ακαδημίας Λυρικής Τέχνης «Μαρία Κάλλας».
Πέρα από το συγγραφικό του έργο, έγραψε το σενάριο της ταινίας «Ζ» του Κώστα Γαβρά που στηρίχθηκε στο δικό του βιβλίο, συνεργάστηκε με τον Νίκο Κούνδουρο στο σενάριο της ταινίας «Μικρές Αφροδίτες» και εργάστηκε ως βοηθός σκηνοθέτη σε ξένες παραγωγές και ακόμα ως σκηνοθέτης ντοκιμαντέρ, σεναριογράφος, επιμελητής σεναρίων, εισηγητής σεναρίων στην Arte (1990-1993) και δημοσιογράφος.
Η πρώτη του δημοσίευση ήταν στην εφημερίδα «Μακεδονία» το 1949, όπου είχε στείλει ποιήματά του. Οσο για το πρώτο του μυθιστόρημα, «Τα σιλό», αυτό γράφτηκε την ίδια περίοδο, αλλά δημοσιεύτηκε αρκετά χρόνια μετά και ως θέμα είχε τη βουλγαρική κατοχή. Το πρώτο μυθιστόρημά του που εκδόθηκε (1953, στα 29 του χρόνια) ήταν «Η διήγηση του Ιάσονα», που έλαβε καλές κριτικές και είχε επιρροές από την αρχαία ελληνική γραμματεία. Επιστρέφοντας από τις ΗΠΑ, εξέδωσε την τριλογία του «Το φύλλο», «Το πηγάδι» και «Τ’ αγγέλιασμα» (1961), που θεωρείται (και ορθώς) από τα σημαντικότερα λογοτεχνικά έργα της μεταπολεμικής περιόδου του 20ού αιώνα. Η τριλογία του βραβεύτηκε (Βραβείο Ουράνη) και χαρακτηρίστηκε το αντίστοιχο της ροκ μουσικής της δεκαετίας του ‘60 στη λογοτεχνία: Στο «Φύλλο», η φύση εκδικείται τους ενοίκους μιας πολυκατοικίας που συμβιβάζονται με την καταστροφή της. Στο «Πηγάδι», η γη εκδικείται εκείνους που την απαρνούνται, εμμένοντας στην ψευδαίσθηση της τεχνολογίας, και στο «Αγγέλιασμα», η ζωή εκδικείται όσους εναποθέτουν τις ελπίδες τους σε μια άλλη ζωή (εκείνη των αριστερών οραμάτων). «Ο Βασιλικός εξέφρασε με καινούργια, μοντέρνα γλώσσα, μια γλώσσα πυκνή και πολυσήμαντη, τη διάλυση, τη σύγχυση, την απογοήτευση, τη διαμαρτυρία, τη φυγή - ό,τι χαρακτηρίζει και ό,τι αποτελεί την τετάρτη διάσταση της αινιγματικής εποχής του» είχε γράψει τότε ο ακαδημαϊκός και νεοελληνιστής Λίνος Πολίτης. «Δεν περιμένω να κρυώσει το γεγονός για να το μετουσιώσω σε λογοτεχνία. Εγώ κάνω ό,τι μπορώ ενώ βράζει. Κρύο, ξενέρωτο, αναπολημένο ή ιστοριογραφημένο, δεν με ενδιαφέρει. Γι’ αυτό δεν μπορώ να γράψω ιστορικό μυθιστόρημα παρά ως παρωδία, ως θυμηδία. Μπορώ να κάνω το παρόν παρελθόν. Αλλά το παρελθόν δεν μπορώ να το ξαναζωντανέψω», έλεγε ο ίδιος.
Ο ίδιος έλεγε επίσης: «Βαρέθηκα να ακούω για τα πρώτα βιβλία μου. Γίνεται εχθρός μου όποιος αναφέρεται στην Τριλογία. Τον μισώ. (Για το “Ζ” όχι.)» Και θεωρούσε ως σπουδαιότερο έργο του το μυθιστόρημα «Γλαύκος Θρασάκης», το οποίο άρχισε να γράφει την περίοδο της δικτατορίας και η οριστική του έκδοση κυκλοφόρησε το 2017 («Τόπος»). «Αγαπώ αυτό το βιβλίο περισσότερο απ’ όσα έχω γράψει. Ο λόγος είναι απλός: είναι το μόνο μυθιστόρημα που υιοθετώ απόλυτα σαν έκφραση του εγώ ως τρίτου [...] Θα το έλεγα βιομυθιστόρημα, αυτομυθιστόρημα ή και αντιβιογραφία [...] Ο Γλαύκος Θρασάκης με συντροφεύει από τις αρχές της δεκαετίας του 1970» έχει πει σε μια συνέντευξή του.
«Ενα φυγόκεντρο μυθιστόρημα (το απονενοημένο διάβημα του συγγραφέα)» το είχε χαρακτηρίσει ο σπουδαίος Κώστας Καλφόπουλος, εξηγώντας: «Με τον Γλαύκο Θρασάκη, ο συγγραφέας, στην πρώτη επιστροφή του στα πάτρια, επιχειρεί το δικό του salto mortale μέσα στη δίνη των μεταβατικών καιρών (αποκατάσταση της δημοκρατίας, νομιμοποίηση και ηγεμονία της Αριστεράς, πολιτική και πολιτιστική επικυριαρχία των μικροαστικών στρωμάτων, καταναλωτισμός κ.ά.), προσφεύγοντας στην αναζήτηση του “άλλου εαυτού” μέσα από τη βιογραφική κατασκευή».
Η τελευταία πολιτική του δήλωση
ΑΠΕ/ΜΠΕ
Στην Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ στις 25 Μαΐου, μετά την πρώτη ήττα του κόμματος, έφτασε μια σελίδα λευκό χαρτί μ' ένα σημείωμα που μοιράστηκε από κάποιον συνεργάτη του Βασίλη Βασιλικού πριν ξεκινήσει η διαδικασία. Ελεγε:
Αγαπητοί Σύντροφοι,
Η Αυτογνωσία που προέρχεται από την παρατήρηση και τη Διαίσθηση του επερχόμενου κινδύνου, δεν ερμηνεύεται πάντα στη σωστή Διάσταση. Η μη τηρούμενη Δεοντολογία, η Υβρις και η απαξίωση στο αίτημα της Προοδευτικής Συμμαχίας, δεν τιμά κανέναν.
Η Νέα Δημοκρατία νίκησε και είναι συνυπεύθυνοι εκείνοι που θεωρούν εαυτούς νικητές, επειδή αύξησαν τα ποσοστά των ψήφων τους.
Ας είναι υπερήφανοι που σπρώχνουν τον Λαό σε πύρρειες νίκες, στο πεζοδρόμιο και στις διαμαρτυρίες.
Το Αίτημα παραμένει.
Η Δημοκρατία πληγωμένη
η Δικαιοσύνη παροπλισμένη
Ο Πολιτισμός Τουριστική Ευφορία
Και ο Λαός: Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία.
Μια Τραγική Φιγούρα
Βασίλης Βασιλικός
«Με πνίγουν τα μικροπράγματα της καθημερινότητας»
Ο βραβευμένος συγγραφέας ποιητής και σκηνοθέτης Βασίλης Βασιλικός μιλάει από το βήμα μετά την παραλαβή του τίτλου ως επίτιμου διδάκτορα στο τμήμα Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών στην ειδική τελετή αναγόρευσης, Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2015. | ΑΠΕ ΜΠΕ/ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΒΛΑΧΟΣ
Με τα λόγια του ίδιου
Ο Βασιλικός είχε δηλώσει πολλές φορές ότι δυσκολευόταν να συγγράψει στην Ελλάδα: «Με πνίγουν τα μικροπράγματα της καθημερινότητας» τον ακούμε να λέει στο «Μονόγραμμα». «Περισσότερο απ’ όλα ότι στην Ελλάδα προσπαθούμε να φέρουμε τον άλλο στα δικά μας μέτρα, ώστε να αποφύγουμε τη σύγκριση. Πάρτε για παράδειγμα την ιστορία του Αλέκου Παναγούλη και την απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα Γεώργιου Παπαδόπουλου στις 13 Αυγούστου 1968. Τότε έγινε μια τεράστια προσπάθεια να φανεί ότι ο Παναγούλης ήταν “βαλτός” και πληρωμένος πράκτορας που ενεργούσε για λογαριασμό ξένων, ανθελληνικών δυνάμεων, και όχι ότι επρόκειτο για ένα θαρραλέο παλικάρι που σε αντίθεση με πολλά εκατομμύρια Ελλήνων που ζούσαν τότε ανεχόμενοι, αν όχι υποστηρίζοντας, το καθεστώς, τόλμησε όχι μόνο να αντισταθεί στη χούντα, αλλά να στοχεύει στο κεντρικό της πρόσωπο. Βέβαια, η γενναία στάση του Παναγούλη, που άντεξε τα βασανιστήρια που ακολούθησαν τη σύλληψή του, διέψευσε πλήρως όλη αυτή την προσπάθεια συκοφάντησής του και κατέρρευσε η προσπάθειά τους να μικρύνουν τον Παναγούλη ως προσωπικότητα, αλλά και ως αντιδικτατορικό, δημοκράτη αγωνιστή».
Με τον Παναγούλη τον έδενε μια σχέση ζωής. Ο ίδιος θυμόταν στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο «Η μνήμη επιστρέφει με λαστιχένια πέδιλα» (εκδ. Κέδρος): «Σε όλη τη διάρκεια της επάρατης Χούντας, που το μεγαλύτερο κακό ήταν η εφτάχρονη παραμονή της, υπήρξα “παναγουλικός”. Οταν με ρωτούσαν σε ποια παράταξη ανήκα, απαντούσα “είμαι με τον Αλέκο Παναγούλη”».
Και μετά τη δολοφονία του: «Σε δυο μέρες πληθώρα τηλεγραφημάτων, από τους τριάντα τρεις εκδότες μου του “Ζ”, μου ζητούσαν το καινούργιο “Ζ”, για τον Παναγούλη. Με πλήρωναν προκαταβολικά όσα λεφτά ήθελα. Ο λόγος που τους έπιασε αυτό το αμόκ ήταν ένα σκίτσο που δημοσιεύτηκε πρωτοσέλιδο στη Le Monde, τη γαλλική εφημερίδα, δείχνοντας ένα Mirafiori να ντεραπάρει και τα λάστιχα να γράφουν στην άσφαλτο ένα ζιγκ ζαγκ στο σχήμα του Ζ. Το σκίτσο, με την επιτυχημένη αναφορά στην υπόθεση Λαμπράκη, έκανε τον γύρο του κόσμου. Και οι εκδότες ξύπνησαν από τον λήθαργό τους εκλιπαρώντας με, με τέλεξ και τηλεγραφήματα, για το Ράμπο Νο 2. Μπορούσα να εκμεταλλευτώ την περίσταση, να γεμίσω τις τσέπες μου λεφτά και να τους δώσω μια πατάτα στο πιάτο, με σάλτσα Μπάλτσα. Δεν το έκανα. Τους αρνήθηκα κατηγορηματικά. Ημουν πολύ κοντά στον Αλέκο, για να τον δω σαν θέμα βιβλίου. Τον Λαμπράκη ποτέ δεν τον είχα γνωρίσει. Τους ανθρώπους σου, που αγαπάς, δεν τους σκέφτεσαι σαν κείμενο. Το κείμενο είναι πάντα μια προδοσία».
Κάποια από τα βιβλία του
Επάνω αριστερά, η τριλογία του Β. Βασιλικού μαζί με την έκδοση της «Εφ.Συν.» τον Μάιο του 2020. Και μερικά από τα εξώφυλλα των βιβλίων του Β. Βασιλικού που φιλοξένησε η «Εφ.Συν.»
«Υπάρχουν όνειρα. Ο κομήτης του Χάλλεϋ» (εκδ. Κέδρος, 2022), «Ντίβα. Το χρονικό μιας μαρτυρίας που δεν γράφτηκε» (εκδ. Αγρα, 2021), «Η μνήμη επιστρέφει με λαστιχένια πέδιλα» (εκδ. Κέδρος, 2021), «Κ» (Νίκας / Ελληνική Παιδεία Α.Ε., 2021), «Σ.Ξ.Γ.: Σχολή ξένων γλωσσών» (εκδ. Παρέμβαση, 2020), «Ο θάνατος του Αμερικάνου» (Νίκας / Ελληνική Παιδεία Α.Ε., 2020), «Ο άνθρωπος με το άδειο» (εκδ. Διάπλαση, 2020), «Το πηγάδι» (εκδ. Τόπος, 2020), «Η απολογία του Ζ» (Νίκας / Ελληνική Παιδεία Α.Ε., 2020), «Τ’ αγγέλιασμα» (Τόπος, 2020), «Το φύλλο» (Τόπος, 2020), «Ποιήματα» (Ιωλκός, 2020), «Οι ρεμπέτες και άλλες ιστορίες» (Κέδρος, 2019), «Σκανδιναβικό σταυρόλεξο» (Dolce, 2019), «Ο ασβός» (Διάπλαση, 2019), «Το θαυματουργό νερό» (Νίκας / Ελληνική Παιδεία Α.Ε., 2018), «Χωρίς μαγνητόφωνο» (της Σταυρούλας Παπασπύρου, όπου υπάρχει συνέντευξη του εκλιπόντος, εκδ. Πόλις, 2018), «Μάθημα ανατομίας» (Ποικίλη Στοά, 2018), «Το ημερολόγιο της Μικρασιατικής Εκστρατείας» (του Νίκου Βασιλικού, όπου υπάρχει το κείμενο του Βασίλη Βασιλικού για τη Δίκη των Εξ, εκδ. Πατάκη, 2018), «Τα καμάκια» (Στερέωμα, 2018), «Το τελευταίο αντίο» (Διάπλαση, 2018), «Ο ιατροδικαστής» (Ιωλκός, 2017), «Η Ελλάδα ταξιδεύει, ολοένα ταξιδεύει - Ο ποιητικός χάρτης της Ελλάδας» (Συλλογικό, σε επιμέλεια και ανθολόγηση Θανάση Νιάρχου, εκδ. Ιωλκός, 2017), «Για τον Αντώνη Φωστιέρη» (συλλογικό έργο, ανθολόγηση: Θεοδόσης Πυλαρινός, εκδ. Αιγαίον, 2017), «Ζ - Φανταστικό ντοκιμαντέρ ενός εγκλήματος» (εκδ. Gutenberg, 2016), «18 κείμενα για τον Γιάννη Μαρή» (Συλλογικό σε επιμέλεια Κώστα Θ. Καλφόπουλου, εκδ. Πατάκης, 2016), «Ημερολόγιο Θάσου» (εκδ. Gutenberg, 2015), «Ιστορίες ταχυδρομείου» (Συλλογικό, Ελληνικά Ταχυδρομεία, 2014), «Περί λογοτεχνίας και άλλων δαιμονίων» (Συλλογικό, εκδ. Gutenberg, 2014), «Νεανική αλληλογραφία 1954 - 1960» (Τόπος, 2014), «Θύματα ειρήνης» (εκδ. Γκοβόστη, 2014), «Η μυθολογία της Αμερικής» (Γκοβόστης, 2012), «Ερως ανίκατε μάχαν» (Σύγχρονοι Ορίζοντες, 2012), «8 ½. Πρόζες, μυθοπλασίες, ντοκουμέντα: 1968-1970» (Παπαζήσης, 2012), «Οι φωτογραφίες» (Αλτερ Εγκο Μ.Μ.Ε. Α.Ε., 2012), «Η διήγηση του Ιάσονα» (Γκοβόστης, 2011), «Μνήμη από μελάνι» (Διόπτρα, 2011), «Οι γάτες της Rue d’ Hauteville» (Πατάκης, 2010) κ.ά.
Φιλοσοφικές σπουδές
Ο Βασιλικός θαύμαζε τον Ζαν-Πολ Σαρτρ για τη θεωρητική του κατάρτιση, τις φιλοσοφικές του σπουδές, το στιβαρό και ευρύ μορφωτικό του επίπεδο και το γεγονός ότι ποτέ δεν κατέφυγε σε κάποιου είδους μεταφυσική προκειμένου να ερμηνεύσει τα πράγματα (κάτι που στηλιτεύει και ο ίδιος στα βιβλία του). Αλλά και ο Νίκος Πουλαντζάς ήταν ένας κοντινός του άνθρωπος, με τον οποίο συζητούσαν για ώρες «ώστε να καλύψω τα δικά μου θεωρητικά κενά από τον πλέον καταξιωμένο μελετητή του μαρξικού έργου» όπως έλεγε. Δεν ήταν θαυμαστής ή φίλος μόνον των διανοητών. Θαύμαζε τον Τσιτσάνη και πήγαινε πολύ συχνά στο «Χάραμα» να τον ακούσει και τον Στέλιο Καζαντζίδη - και τους δύο του τους είχε γνωρίσει ο στενός του φίλος Γιώργος Λιάνης.
Πάντα αρνούνταν τον χαρακτηρισμό «στρατευμένος συγγραφέας/καλλιτέχνης» και έφερνε ως παράδειγμα την προσέγγιση του Σαρτρ για τους ζωγράφους της Αναγέννησης. Αυτό που υπάρχει για τον Βασιλικό είναι ο καλλιτέχνης, ο διανοούμενος, ο συγγραφέας που μετέχει στο γίγνεσθαι του κοινωνικού συνόλου με τομές. Αυτό πίστευε ο Βασιλικός και αυτόν τον δρόμο ακολούθησε, παραμένοντας όλα τα χρόνια σε μια βαθιά βιωματική σχέση με το παρόν. «Δεν γράφουμε για την αιωνιότητα, γράφουμε για το τώρα», είχε τονίσει σε αφιέρωμα των Γιώργου και Ηρώς Σγουράκη στην ΕΡΤ.
Με την αποκατάσταση της δημοκρατίας στη χώρα μας επέστρεψε, αλλά απογοητεύτηκε πολύ σύντομα, καθώς περίμενε ότι η περιπέτεια της επτάχρονης δικτατορίας, μαζί με όλες τις υπόλοιπες που είχαν προηγηθεί, θα είχαν συμβάλει στην πολιτική ωρίμανση του λαού. Γι’ αυτό και πολύ γρήγορα, εντός δύο μηνών, ξαναέφυγε για το εξωτερικό. Αυτό ήταν μεγάλο πλήγμα για τον ίδιο, καθώς δεν πίστευε στους καλλιτέχνες-κοσμοπολίτες. Αντίθετα, θεωρούσε ότι όσο πιο πολύ δεμένος είσαι με τον τόπο σου, τόσο καλύτερα μπορείς να τον εκφράσεις και έτσι να γίνεις διεθνούς φήμης. Γι’ αυτό και συνέχισε να γράφει στα ελληνικά και όχι στα γαλλικά ή τα αγγλικά, γλώσσες που γνώριζε πολύ καλά. Επίσης, ποτέ δεν ενέδωσε στο να γράψει κάτι που θα περίμεναν για την Ελλάδα οι ξένοι εκδότες, λόγω των καταστάσεων που την είχαν φέρει στην επικαιρότητα. Οπως έχει τονίσει, «το ζήτημα είναι ο συγγραφέας να είναι παρών και αδέσμευτος, να μην υποτάσσεται σε ενέργειες κομματικής πίστης ή τραπεζικής πίστης». Η νεοελληνική λογοτεχνία τότε ήταν σχετικά άγνωστη στο εξωτερικό, με ελάχιστες γνωστές εξαιρέσεις όπως αυτές του Καβάφη, του Καζαντζάκη και του Σεφέρη. Τέλος, δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τα βιβλία του σε καλύτερα και χειρότερα: «Ολα έχουν γραφτεί υπηρετώντας συγκεκριμένες οργανικές ανάγκες».
Συλλυπητήριο μήνυμα για την απώλεια του Βασίλη Βασιλικού μεταξύ πολλών άλλων έστειλε η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, η οποία ανέφερε πως πληροφορήθηκε με «οδύνη» τον θάνατο του «αγαπητού της φίλου», ο οποίος ήταν «κοσμοπολίτης, με κοινωνική συνείδηση και ενεργό δράση στην πολιτική ζωή του τόπου, δεινός αφηγητής, τεχνίτης της ελληνικής γλώσσας, που προσέγγιζε την ελληνική κοινωνία με δημοσιογραφική οξυδέρκεια, διεισδύοντας στις πολιτικές καταστάσεις, αναλύοντας με δεινότητα τα κοινωνικά προβλήματα, με αποτέλεσμα τα βιβλία του να χρησιμεύουν εσαεί ως μαρτυρίες εποχών πολιτικής ανωμαλίας».
Η ιστορία του «Ζ»
Μαζί με τον Κώστα Γαβρά | ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΥΡΩΝΑ
Το «Ζ: Φανταστικό ντοκιμαντέρ ενός εγκλήματος» εκδόθηκε το 1966, έναν χρόνο πριν από τη χούντα, και αναφέρεται στη δολοφονία του μοναδικού Γρηγόρη Λαμπράκη από παρακρατικούς το 1963 στη Θεσσαλονίκη. Ο Κώστας Γαβράς έκανε το βιβλίο ταινία τρία χρόνια μετά (1969). Σύμφωνα με τον ίδιο τον συγγραφέα, ο Μίμης Δεσποτίδης, ο αείμνηστος αγωνιστής που τότε μαζί με τον άλλο σπουδαίο Θόδωρο Μαλικιώση είχαν δημιουργήσει τις εκδόσεις «Θεμέλιο», του ζήτησε να γράψει κάτι για τον Λαμπράκη, ενώ ταυτόχρονα του έδωσε τον απόρρητο φάκελο της δικογραφίας: «Δύο χρόνια παιδεύτηκα με την έρευνα, ενώ ο ίδιος μού έφερε όλο το υλικό της ανάκρισης του Σαρτζετάκη, σε φωτοτυπίες, κάπου σαράντα κούτες (πώς το βρήκε, ποτέ δεν τον ρώτησα), μα το βιβλίο δεν μπορούσα να το γράψω. Τελικά, έπειτα από τρία χρόνια βρήκα την πρώτη φράση και το “Ζ” τελείωσε σε 28 μέρες…» είχε πει στον δημοσιογράφο Δημήτρη Γκιώνη.
Τα πραγματικά ονόματα των πρωταγωνιστών της δολοφονίας έχουν αντικατασταθεί με σατιρικά προσωνύμια: το «Αρχηγόσαυρος» φωτογραφίζει τον δωσίλογο Γιοσμά (ή Φον Γιοσμάς, αφού στη διάρκεια της Κατοχής είχε φορέσει και γερμανική στολή), επικεφαλής της οργάνωσης «Καρφίτσα», ο Γκοτζαμάνης είναι ο Γιάγκος Γκοζγκουρίδης, ο Εμμανουηλίδης ο Βάγγος, ο Αντώνης Πιτσώκος που ξυλοφόρτωσε τον Τσαρουχά («Πηρουχάς» στο βιβλίο) λέγεται «Θηριόσαυρος».
«Στο “Ζ” ήταν σαν να γράφουμε στον τοίχο “Κάτω η δικτατορία”» είχε δηλώσει αργότερα ο Κώστας Γαβράς. Την ίδια εποχή που έψαχναν χρηματοδότηση για να γυριστεί το βιβλίο ταινία, είχε γίνει πρόταση στον Γαβρά να σκηνοθετήσει τον «Νονό»! Ο Γαβράς αρνήθηκε, όπως έκανε και με κάθε άλλη πρόταση που του έκαναν εκείνο τον καιρό, καθώς είχε μοναδικό σκοπό να κάνει το «Ζ». Τελικά, «Ο Νονός» σκηνοθετήθηκε από τον Φράνσις Φορντ Κόπολα και οι δύο ταινίες έμειναν στην Ιστορία, «γράφοντας» η κάθε μία τη δική της. Για το “Ζ” συζήτησαν ακόμη και με τον παραγωγό των ταινιών «Τζέιμς Μποντ». Αυτός τους πρότεινε να είναι οι Κινέζοι που δολοφονούν τον ήρωα της ταινίας (ό,τι να ‘ναι!), ο Γαβράς αρνήθηκε, οι συζητήσεις τελείωσαν. Γενικά, όπως αναφέρει ο Βασιλικός στην εκπομπή «Μονόγραμμα», αρκετοί παραγωγοί είχαν δείξει ενδιαφέρον, αλλά καθώς προχωρούσαν οι συζητήσεις, πάντα «έπεφτε» ένα τηλεφώνημα και οι συζητήσεις διακόπτονταν απότομα.
Κώστας Γαβράς, ο βουβός αποχαιρετισμός
Το «τελευταίο αντίο» είπαν, όπως αποδείχτηκε, τις προηγούμενες μέρες ο Βασίλης Βασιλικός και ο Κώστας Γαβράς, ο οποίος βρισκόταν στην Αθήνα από την περασμένη Κυριακή και μέχρι χθες τα ξημερώματα. Οταν έμαθε ότι ο Βασίλης Βασιλικός νοσηλευόταν στο νοσοκομείο, τον επισκέφτηκε μαζί με τη γυναίκα του Μισέλ Γαβρά-Ρέι.
«Τον αποχαιρέτησε» μας είπε στενός φίλος του σκηνοθέτη και μας περιέγραψε τη σκηνή του που του μετέφερε ο Κώστας Γαβράς. Οι δυο τους συνδέθηκαν στενά με την ταινία «Ζ» και διατήρησαν τη φιλία τους όλα αυτά τα χρόνια. Ο Κώστας Γαβράς, επίτιμος δημότης Περιστερίου, παρευρέθη στην προβολή της ταινίας «Ζ» την περασμένη Τρίτη (28/11) αλλά και στη συζήτηση που ακολούθησε στο κινηματοθέατρο του Περιστερίου που φέρει το όνομά του. Χθες ταξίδεψε για το Παρίσι και απευθείας για άγνωστο σε εμάς προορισμό για αναζήτηση χώρων, όπως μάθαμε, καθώς εργάζεται πάνω στο σενάριο της καινούργιας ταινίας του.
Β.ΤΖ.
Ενα ιδιαίτερο «αντίο»
ΑΠΕ/ΜΠΕ
Ο Βασίλης Βασιλικός άφησε το αποτύπωμά του σε πολλούς από εμάς, η «Εφ.Συν.» όμως επιδίωξε το προσωπικό σημείωμα μερικών απ' όσους τον γνώρισαν και αυτό το αποτύπωμα καθόρισε και ένα κομμάτι της ζωής τους.
Νίκος Παπανδρέου (ευρωβουλευτής ΠΑΣΟΚ)
«Ο Βασίλης Βασιλικός ήταν εκείνος που μου έδωσε το έναυσμα να γίνω συγγραφέας. Διάβασε το πρώτο μου ακόμη αδημοσίευτο διήγημα με τίτλο "Χαρακτογραφία ενός Σοσιαλιστή", με πρωταγωνιστή τον κολλητό μου Θόδωρο Νάνο. Οταν τον γνώρισε τον Νάνο (πανύψηλος), χαμογέλασε. Του Βασίλη τού άρεσαν το κυνικό χιούμορ του φίλου μου και η έντονη προσωπικότητά του.
"Αυτός ο τρομερός σου φίλος», μου είπε μετά, "είναι ο Κατσίμπαλής σου". Ως γνωστό ο Κατσίμπαλης ο ίδιος δεν έγραψε ποτέ, αλλά ενέπνευσε τη θρυλική γενιά της δεκαετίας του τριάντα. Τόσο πολύ ώστε ο Μίλερ έχρισε τον Κατσίμπαλη "Κολοσσό του Αμαρουσίου" στο ομότιτλο βιβλίο του. Μια μέρα με βρήκε ο Βασίλης και μου είπε να ξεχάσω τον δυσανάγνωστο αρχικό μου τίτλο, γιατί είχε να μου προτείνει καλύτερο: "Ο Νάνος της Εκάλης!".
Στο Ψυχικό όπου έμενε για αρκετά χρόνια πριν παντρευτεί, μου εξιστόρησε ένα γεγονός που συνέβη με την επιστροφή από το Παρίσι μετά την πτώση της χούντας. Είχε ήδη βιβλία πολλά, φυσικά και τη μεγάλη επιτυχία του "Ζ" με το έργο του Γαβρά, αλλά δεν τον αναγνώριζε κανείς φατσικά. Στους δρόμους στην Αθήνα ήταν πρόσωπο άγνωστο.
Ετσι μια μέρα, μου είπε, στάθηκα στη Σόλωνος να δω αν πουλιέται κάνα βιβλίο μου. Τότε ζυγίζανε και πουλάγανε τα βιβλία στα πεζοδρόμια με το κιλό. Και έτσι άκουσε έναν πωλητή να λέει σε πελάτη: "Ο Ντοστογιέφσκι και ο Τολστόι σου έφτασαν στα 4,5 κιλά. Να σου βάλω και κάνα μισό κιλό Βασιλικό να το στρογγυλέψουμε;» Και γέλασε ο ίδιος με το παράλογο της ιδέας ότι τα βιβλία του πουλιούνται σαν μπανάνες με το κιλό. Η αυτογνωσία και ο αυτοσαρκασμός είναι το δείγμα ενός ευφυούς ανθρώπου.
Αξιος εκπρόσωπος του σύγχρονου πολιτισμού μας, αντιστασιακός σαν τη Μελίνα και τον Μίκη, διαμόρφωσε τη σύγχρονη ελληνική συνείδησή μας με τα πολλά του έργα, τα περισσότερα με θέματα από την ελληνική πραγματικότητα. Κάθε στοιχείο της ζωής το κατέγραφε με χιούμορ και μάτι διεισδυτικό. Ετσι έγραψε για το "μαγικό νερό" του Καματερού, για τα "Καμάκια" του Ναυπλίου, για το "Ελικόπτερο" που δεν μπορούσε να αγοράσει το κράτος (από την εμπειρία του στην ΕΡΤ) και για τον Κοσκωτά (με το βιβλίο του "Κ").
Το ΠΑΣΟΚ και ο Ανδρέας ο ίδιος τον τίμησαν με θέση στην ΕΡΤ (εντολή Ανδρέα) και μετά με άλλα 8 χρόνια στο φυσικό του στοιχείο στο Παρίσι με τους φίλους Γάλλους συγγραφείς ως πρέσβη στην UNESCO.
Παρά τις μεγάλες του επιτυχίες σε πολλούς τομείς δεν πήραν ποτέ αέρα τα μυαλά του. "Η άδεια ντουλάπα είναι όρθια. Η γεμάτη ντουλάπα σκύβει" λέει μια παροιμία. Γεμάτος ο Βασίλης μας, εγώ υποκλίνομαι στο έργο του και στον αντιστασιακό αγώνα του. Χειροκροτώ έναν σεμνό διανοούμενο μποέμ. Χαιρετώ τον μεγάλο μας συγγραφέα και φίλο όλη της Ελλάδας».
Δημήτρης Παναγιωτάτος (σκηνοθέτης)
«Αγαπημένε μου Βασίλη,
Οι πάντες σε γνωρίζουν από το "Ζ", όμως εγώ σε έμαθα από τις "Φωτογραφίες", που διάβασα έφηβος, κι όταν βρεθήκαμε στην ΕΡΤ σού έδωσα το βιβλίο για να μου γράψεις αφιέρωση. Σε γνώρισα καλύτερα μέσα από την κοινή ζωή μας στην τηλεόραση κι ακόμα πιο βαθιά από την τριλογία σου "Το φύλλο, το πηγάδι, τ’ Αγγέλιασμα", που την έκανα σειρά, τη "Σιλένα", που την έκανα ταινία, και τις ατέλειωτες συζητήσεις μας για τον έρωτα και τη γυναίκα. Κάθε φορά που σου έλεγα ότι στο βάθος ήσουν ένας κατεξοχήν ερωτικός συγγραφέας, έβλεπα τα μάτια σου να λάμπουν κι ένα φωτεινό χαμόγελο στα χείλια σου. Γιατί για σένα και ο έρωτας ήταν πολιτικός όσο και το "Ζ", και ο έρωτας μπορεί να είναι επαναστατικός, αφού εκεί όλα τα "μου" μπορούν και γίνονται "μας". Σου γράφω αυτά τα λίγα, αιχμάλωτος της συγκίνησης. Τα περισσότερα, τα δικά μας, μιας κοινής ζωής χρόνων στην τηλεόραση και μιας άσβηστης φιλίας, θα σου τα στείλω αργότερα...».
Μαρία Φαραντούρη
«Η περίοδος που συνδέθηκα με τον Βασίλη ήταν τον καιρό της χούντας, όταν βρισκόμασταν όλοι εξόριστοι στο Παρίσι. Μάλιστα μου έρχεται τώρα στη μνήμη η πρώτη ξενάγηση, όταν πήγα, που μου έκαναν μαζί με τον Θόδωρο Πάγκαλο στον Πύργο του Αϊφελ. Ο Κώστας Γαβράς γύριζε τότε το "Ζ" που τραγούδησα "Το παλικάρι έχει καημό" και το "Γελαστό παιδί". Είμαστε μια ανήσυχη, δημιουργική παρέα. Βρισκόμασταν συνέχεια, συζητούσαμε, διοργανώναμε και συμμετείχαμε σε αντιδικτατορικές δράσεις. Ο Βασίλης ήταν πάντα παρόν σε όσα αφορούσαν την Ελλάδα και τον αγώνα κατά της χούντας. Σε φοιτητικές κινητοποιήσεις, σε συναυλίες, σε συγκεντρώσεις ακόμα και σε σπίτια, όταν μαζεύαμε υπογραφές όχι μόνο από απλό κόσμο, αλλά και από προσωπικότητες. Τότε κάναμε πιο στενή παρέα με τον Βασίλη και τον θυμάμαι χαρούμενο γιατί μεταφραζόταν το "Ζ" σε πολλές γλώσσες. Είμαστε ένας κύκλος που μεγάλωνε. Μετά βγήκε και ήρθε ο Μίκης, αργότερα η Μερκούρη από την Αμερική.
Υπήρχε πάθος και ποτέ δεν θα ξεχάσω την αλληλεγγύη του κόσμου, τη συμπαράσταση στον αγώνα μας με την ποίηση, τη μουσική, ένα γράμμα, έναν λόγο. Είναι πολύ πυκνή εκείνη η περίοδος της Ιστορίας. Ξέραμε ότι κάποια στιγμή θα πέσει η χούντα και θα μπει σε μια ιστορικότητα το τραγούδι μας, η ταινία. Βιώναμε και καταλαβαίναμε από τότε την αξία του βιβλίου, της ταινίας, της μουσικής, του τραγουδιού, ότι δεν ήταν απλά επίκαιρο, με προσωρινότητα, αλλά κάτι που θα μείνει στη μνήμη των ανθρώπων. Ο Βασίλης Βασιλικός σημάδεψε την εποχή με την παρουσία του και τα βιβλία του, με την πίστη του στη δημοκρατία. Επαιξε σημαντικούς ρόλους σε δύσκολες στιγμές. Τέλος, τον θυμάμαι πόσο συμπαραστάθηκε και στήριξε τον αγώνα της γυναίκας του, της Βάσως Παπαντωνίου, για τη δημιουργία της Ακαδημίας Λυρικής Τέχνης Μαρία Κάλλας».
Ηλίας Λιβάνης (εκδότης)
«Είμαστε οικογενειακώς συντετριμμένοι. Μεγάλη η στενοχώρια μας γι’ αυτήν την απώλεια. Τι να πω; Τεράστια πνευματική προσωπικότητα, μεγάλος λογοτέχνης διεθνούς εμβέλειας και κύρους. Πόσους τέτοιους ανθρώπους είχαμε; Πόσους έχουμε; Τα βιβλία του άφησαν εποχή και εκπροσώπησαν διεθνώς τα βάσανα και τα δεινά -αλλά όχι μόνο αυτά- του Ελληνα. Δυστυχώς ο Βασίλης Βασιλικός είναι αναντικατάστατος. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να εμφανιστεί ξανά μια τέτοια προσωπικότητα. Πρέπει το ελληνικό κράτος να φροντίσει να αποτίσει τις τιμές που αξίζουν σ’ έναν τέτοιο πνευματικό άντρα».
Β. Βασιλικός, ένας μεγάλος φίλος της «Εφ.Συν.»
Ο Βασίλης Βασιλικός υπήρξε κορυφαίος συγγραφέας και δημιουργός, σε ελληνικό και διεθνές επίπεδο, αλλά και πνευματικός άνθρωπος που τολμούσε πάντα να παίρνει θέση και να την υποστηρίζει, όχι μόνο μέσα από τα έργα του, αλλά και ως ενεργός πολίτης.
Πρωτοπόρος και ρηξικέλευθος, ευαίσθητος και βαθιά πολιτικός συγγραφέας, άνοιξε νέους δρόμους στον τρόπο γραφής. Με ανοιχτές τις κεραίες του στην κοινωνία. Σφοδρός αντίπαλος κάθε τυραννίας, όπως και της πολιτικής αντίδρασης και της κοινωνικής συντήρησης.
Σε αυτό το σύντομο σημείωμα θα περιοριστώ στην ανεκτίμητη στήριξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών», στην οποία πρόσφερε γενναιόδωρα πολλά από τα βιβλία του που κυκλοφόρησαν κατά καιρούς ως ένθετα.
Μου τηλεφωνούσε συχνά, ανάλογα με την πολιτική συγκυρία ή σε κάποιες επετείους, για να προτείνει να δώσουμε στους αναγνώστες μας ορισμένα από τα βιβλία του που ταίριαζαν στην περίπτωση. Και βέβαια φρόντιζε πάντα να εξασφαλίζει από τους εκδότες του ότι δεν θα επιβαρυνθεί οικονομικά η εφημερίδα.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ ότι κάθε φορά που συναντιόμασταν, εκτός από τις συζητήσεις μας για τις πολιτικές εξελίξεις, με ρωτούσε πάντα «πώς πάει η εφημερίδα;»
Πριν από λίγες ημέρες στην τελευταία τηλεφωνική επικοινωνία μας συμφωνήσαμε να τα πούμε σύντομα από κοντά. Δεν προλάβαμε.
Η «Εφ.Συν.» έχασε έναν μεγάλο φίλο.
Νικόλας Βουλέλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου