Παράδεισος για τους ναζί εγκληματίες η Ελλάδα
Σταύρος Μαλαγκονιάρης
ΕΦΣΥΝ
Ο Μέρτεν, που μεταπολεμικά είχε εξελιχθεί σε ανώτατο στέλεχος του γερμανικού υπουργείου Δικαιοσύνης, είχε συλληφθεί σε ένα ταξίδι του στη Θεσσαλονίκη. Αμέσως, οι αρχές της τότε Δυτικής Γερμανίας άρχισαν να ασκούν έντονες πιέσεις για την απελευθέρωσή του
Κοσμική ζωή και οικονομική άνεση απολάμβαναν στη μεταπολεμική Αθήνα Γερμανοί και Ιταλοί κατηγορούμενοι για εγκλήματα πολέμου, ενώ χιλιάδες αγωνιστές της Αντίστασης βρίσκονταν σε φυλακές και εξορίες προς δόξαν του μετεμφυλιακού αυταρχικού και διχαστικού κράτους!
Η μεγάλη αντίφαση προκαλούσε έντονες αντιδράσεις, ιδιαίτερα όταν αποκαλυπτόταν η παρουσία κάποιου από τους κατηγορούμενους στην Αθήνα, απ’ όπου έφευγαν ανενόχλητοι χάριν της πολιτικής της κυβέρνησης της ΕΡΕ του Κ. Καραμανλή προς χάριν της... λήθης και «εξομάλυνσης» των σχέσεων της Ελλάδας με τη τότε Δυτική Γερμανία
«Δεν είμεθα κατά της εξομαλύνσεως των σχέσεων μας με την Δυτικήν Γερμανίαν. Αλλ’ όχι δύο μέτρα και δύο σταθμά: όχι οι Γερμανοί εγκληματίαι πολέμου να είναι έξω, εκείνοι δε οι οποίοι επολέμησαν τους Γερμανούς να σήπωνται εις τας φυλακάς», είπε στη Βουλή ο Κερκυραίος δημοσιογράφος και αντιστασιακός, βουλευτής της ΕΔΑ, Γεράσιμος Πρίφτης, σε συζήτηση για τη σκανδαλώδη διαφυγή το καλοκαίρι του 1959, από τη χώρα του κατηγορούμενου για εγκλήματα πολέμου, Γερμανού Γκούνταρ Κόλβες (Gunter Golves).
Η υπόθεση Κόλβες μαζί με την ανάλογη υπόθεση του Ιταλού Πιέρο Παρίνι (Piero Parini), πολιτικού διοικητή -κατά την Κατοχή- των Ιονίων νήσων, με αποστολή την προπαρασκευή της προσάρτησής τους στην Ιταλική Αυτοκρατορία, που φαντασιωνόταν ο Μουσολίνι, υποθέσεις που αποκαλύφθηκαν, με τρία χρόνια διαφορά, από τον Τύπο, προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις και έφεραν σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση της ΕΡΕ του Κ. Καραμανλή.
Ιδιαίτερη απαξία προσέδιδε στα... ανενόχλητα ταξίδια στην Ελλάδα κατηγορούμενων για εγκλήματα πολέμου ότι την ίδια εποχή βρίσκονταν στη φυλακή λόγω πολιτικών φρονημάτων εξέχουσες μορφές της Αντίστασης, όπως ο Μανώλης Γλέζος!
Συνολικά, οι πολιτικοί κρατούμενοι ανέρχονταν το 1962, όπως είχε αναφερθεί στη Βουλή, σε 1.352!
Χρονολογικά, η πρώτη υπόθεση, που απασχόλησε ήταν τα «ταξιδάκια» του Γερμανού Κόλβες στην Αθήνα για να συμμετάσχει στο ράλι «Ακρόπολις».
Πιθανόν, η περίπτωση του Κόλβες να μην έπαιρνε τέτοιες διαστάσεις αν δεν προηγούνταν η πολύκροτη υπόθεση του υψηλόβαθμου ναζί Μαξ Μέρτεν, που αν και υπέγραψε τη μεταφορά 50.000 Εβραίων της Θεσσαλονίκης στο κολαστήριο του Αουσβιτς και ευθυνόταν για αναρίθμητες αρπαγές και λεηλασίες περιουσιών τους, αποφυλακίστηκε και έφυγε για την πατρίδα του, ανέγγιχτος, με ειδικό νόμο της κυβέρνησης Καραμανλή. Οπως φαίνεται, ο Κόλβες έφτασε για πρώτη φορά στην Αθήνα, την άνοιξη του 1958, για να πάρει μέρος στο ράλι «Ακρόπολις», που διεξήχθη 3 με 6 Απριλίου.
Μετά την αναχώρησή του για τη Γερμανία οι ελληνικές αρχές ενημερώθηκαν από κάποιον Γερμανό για την παρουσία του και εξέδωσαν, στις 10 Απριλίου, ένταλμα σύλληψης «διά φόνους, λεηλασίας και άλλα αδικήματα τα οποία διέπραξεν εις την Κρήτην κατά την διάρκεια της κατοχής». Ιδιαίτερη αναφορά έγινε στην εν ψυχρώ εκτέλεση 7 Κρητών ομήρων στη θέση Προφήτης Ηλίας, στο Ακρωτήρι Χανίων, στις 4 Ιανουαρίου 1944. Η παρουσία του στην Ελλάδα και η συμμετοχή του στο ράλι αποκαλύφθηκε από τον Τύπο ένα μήνα αργότερα.
Εκείνες τις μέρες είχε εκδοθεί και το παραπεμπτικό βούλευμα για τον προφυλακισμένο Μέρτεν «διά φόνους, λεηλασίας και ιδιοποίησιν χρυσών λιρών εις βάρος του Ισραηλίτικου στοιχείου» (εφ. «Ελευθερία» 7.5.1958).
Ο Μέρτεν, που μεταπολεμικά είχε εξελιχθεί σε ανώτατο στέλεχος του γερμανικού υπουργείου Δικαιοσύνης, είχε συλληφθεί σε ένα ταξίδι του στη Θεσσαλονίκη.
Αμέσως, οι αρχές της τότε Δυτικής Γερμανίας άρχισαν να ασκούν έντονες πιέσεις για την απελευθέρωσή του, με «μοχλό» ένα δάνειο 200 εκατομμυρίων μάρκων, που ζητούσε η Ελλάδα, και την απορρόφηση μεταναστών.
Τελικά, στις 11 Φεβρουαρίου 1959, γίνεται η δίκη του Μέρτεν, με διεθνές ενδιαφέρον, και τελειώνει με την καταδίκη του σε 25 χρόνια κάθειρξη.
Οι πιέσεις όμως των Γερμανών κλιμακώνονται. Η κυβέρνηση υποχωρεί και ψηφίζει νόμο (4016/1959), δίνοντας τη δυνατότητα να αποφυλακιστεί ο Μέρτεν, με την προϋπόθεση να εκτίσει την ποινή του στη Γερμανία. Ωστόσο, εκεί, σε νέα δίκη, αθωώθηκε «ελλείψει στοιχείων», για να παραδοθεί τελικά ο «Δήμιος της Θεσσαλονίκης» λευκός στην κοινωνία.
Αριστερά: Ο Μέρτεν, τον οποίο αποκαλούσαν «χασάπη της Θεσσαλονίκης», δικάστηκε, καταδικάστηκε αλλά αφέθηκε ελεύθερος | Δεξιά: Ο Πιέρο Παρίνι (Piero Parini), πολιτικός διοικητής των Ιονίων νήσων στην Κατοχή
Μέσα σε αυτό το κλίμα, την άνοιξη του 1959, ξανάρχεται στην Ελλάδα ο Κόλβες για να συμμετάσχει και πάλι στο ράλι «Ακρόπολις». Ομως, στις 3 Ιουνίου, κατά την αναχώρησή του από τον Πειραιά με το επιβατηγό «Αγαμέμνων» για την Ιταλία, ο υπαστυνόμος Σπύρος Βασιλάκης της Υπηρεσίας Ελέγχου Διαβατηρίων παρατηρεί ότι εκκρεμεί ένταλμα σύλληψης σε βάρος του και τον κρατάει.
Από εκείνη τη στιγμή αρχίζει μια... διελκυστίνδα παρεμβάσεων που καταλήγει στην απελευθέρωση του Κόλβες και στην ανεμπόδιστη φυγή του στη Βενετία, παρά τις επίμονες προσπάθειες του ανακριτή του Γραφείου Εγκλημάτων Πολέμου, Ιωάννη Γραφανάκη, ο οποίος αμέσως μετά θα προαχθεί αλλά θα πάρει μετάθεση για Σάμο...
Σύμφωνα με καταθέσεις και στοιχεία που αποκάλυψε ο Τύπος, μόλις έγινε γνωστή η κράτηση του Κόλβες υπήρξε διάβημα της γερμανικής πρεσβείας. Προφανώς η κυβέρνηση, μη αντέχοντας μια νέα «υπόθεση Μέρτεν», παραγκωνίζει τις δικαστικές αρχές και με εντολές των υπουργείων Εσωτερικών (όπου υπαγόταν η Αστυνομία) και Εξωτερικών, ο Γερμανός απελευθερώνεται. Η υπόθεση προκαλεί πολιτικές αναταράξεις, η κυβέρνηση εμφανίζεται «στριμωγμένη» και προβάλλει, τελικά, την εκδοχή ότι ο κατηγορούμενος για τα συγκεκριμένα εγκλήματα δεν ήταν ο Κόλβες αλλά κάποιος άλλος με παρόμοιο όνομα!
Η εκδοχή του... λάθους προβλήθηκε και το 1962, όταν προκάλεσε νέο σάλο η αποκάλυψη ότι ο Ιταλός Πιέρο Παρίνι, πολιτικός διοικητής των Επτανήσων κατά την Κατοχή, βρέθηκε στην Αθήνα και μάλιστα αγόρασε σπίτι στο Κολωνάκι, στο όνομα της δεύτερης συζύγου του.
Οπως είχε γράψει η «Αυγή», ο Παρίνι, σε βάρος του του οποίου εκκρεμούσε από το 1946 παραπεμπτικό βούλευμα για εγκλήματα πολέμου, είχε επαφές με οικονομικούς παράγοντες στην Αθήνα και διοργάνωσε δύο δεξιώσεις, η μία σε ξενοδοχείο και η άλλη στο σπίτι του, παρουσία της πρέσβειρας της Ιταλίας...
Εξαιτίας του σκανδάλου επέστρεψε στην Αθήνα η ελληνικής καταγωγής δεύτερη σύζυγός του Παρίνι, που έδωσε συνέντευξη σε εφημερίδα, προειδοποιώντας «ότι ο άνδρας της κατέχει κατάλογο καταδοτών “και αλλοίμονό τους αν τους αποκαλύψει”» (εφ. «Αυγή» 5.4.1962).
Τελικά, η κυβέρνηση απαντώντας στη Βουλή σε ερώτηση βουλευτών της ΕΔΑ (19.4.1962) αναγνώρισε ότι το όνομα του Παρίνι υπήρχε σε έγγραφο με τα ονόματα των Εγκληματιών Πολέμου, που είχε σταλεί το 1948 από το Γενικό Επιτελείο Στρατού στις Διευθύνσεις Ασφαλείας και Αλλοδαπών.
Ωστόσο, όπως γράφτηκε, «ο τότε διευθυντής της Διευθύνσεως Αλλοδαπών εκ παρανοήσεως [...] δεν εχαρακτήρισε το έγγραφον τούτο ως καταδιωκτικόν και ένεκα τούτου δεν ενημερώθησαν οι σταθμοί ελέγχου έκτοτε»!
Η «Αυγή» σχολίασε με δηκτικό τρόπο την απάντηση:
«[...] ήταν γραμμένος στα χαρτιά μας ως εγκληματίας πολέμου αλλά τα καταδιωκτικά έγγραφα δεν είχαν κοινοποιηθή κατά λάθος διότι δεν εθεωρούντο καταδιωκτικά! Ομολογουμένως περίεργα πράγματα συμβαίνουν σε αυτόν το δημοκρατικόν τόπο με τους εγκληματίες πολέμου. Ο Μέρτεν καταδικάζεται και αποφυλακίζεται, ο Κόλβες συλλαμβάνεται και απολύεται εκ λάθους και ο Παρίνι δεν συλλαμβάνεται εκ λάθους. [...] Πράγματι η Ελλάδα είναι η ιδεώδης δημοκρατία για τους... εγκληματίες πολέμου».
Για την ιστορία να πούμε ότι ο Παρίνι καταδικάστηκε, το 1945, στην Ιταλία, σε φυλάκιση 8 ετών και 4 μηνών για τη συνεργασία του με το φασιστικό καθεστώς. Αργότερα η ποινή του μειώθηκε σε τρία χρόνια και αποφυλακίστηκε με χάρη.
Σε μια ιταλική πηγή αναφέρεται ότι για εγκλήματα πολέμου στα Επτάνησα είχε αθωωθεί χωρίς να διευκρινίζεται πότε και πού έγινε η δίκη. Πάντως, φαίνεται ότι τα τελευταία χρόνια του έζησε στην Αθήνα, όπου πέθανε το 1993, χωρίς προφανώς να διώκεται είτε λόγω παραγραφής των αδικημάτων είτε για κάποιο άλλο λόγο.
Αντί επιλόγου να δανειστούμε ένα στοιχείο από διατριβή στη σχολή κοινωνικών επιστημών του Πανεπιστημίου Ταρλ στη Πράγα (Kateřina Králová, «Η αντιμετώπιση του ναζιστικού παρελθόντος στο πλαίσιο των ελληνογερμανικών σχέσεων», Πράγα 2009), ότι στην Ελλάδα «μεταξύ 1945 και 1959, μόνο 18 Γερμανοί πολίτες συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν για εγκλήματα πολέμου, εκ των οποίων οι έξι αθωώθηκαν και οι άλλοι τέσσερις δεν πήγαν καν σε δίκη. [...] το φθινόπωρο του 1951, μόνο τρεις Γερμανοί πολίτες παρέμειναν στις ελληνικές φυλακές, αριθμός σημαντικά μικρότερος από ό,τι στις άλλες πρώην κατεχόμενες χώρες του δυτικού πλέον μπλοκ. Στη συνέχεια αφέθηκαν ελεύθεροι και αυτοί.».
Αντίθετα, τότε- όπως αναφέρθηκε στη Βουλή- βρίσκονταν 4.935 πολιτικοί κρατούμενοι σε φυλακές και εξορίες, που αγωνίστηκαν κατά των κατακτητών αλλά διώχθηκαν ανηλεώς από το μετεμφυλιακό κράτος για τα φρονήματά τους [...].
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου