Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2024

Δασμοί Τραμπ κατά Κίνας: Απαγόρευση εξαωγών γαλλίου-γερμανίου-αντιμόνιου από την Κίνα στις ΗΠΑ

Γράφει ο Δημήτρης Σκουτέρης

Είναι γνωστό ότι η Κίνα κυριαρχεί στον εφοδιασμό κρίσιμων ορυκτών που χρησιμοποιούνται σε τσιπ υπολογιστών, σε στρατιωτική τεχνολογία και σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας από τις ΗΠΑ και την ΕΕ.

Πρόσφατα η Κίνα απαγόρευσε την εξαγωγή των ορυκτών γαλλίου- γερμανίου και αντιμονίου στις ΗΠΑ ως « προειδοποιητική βολή» και όχι μόνον κατά των απειλών Τραμπ περί επιβολής Δασμών της τάξεως 60% στα κινεζικά προϊόντα που εισάγονται στην Αμερική. Τα ορυκτά αυτά έχουν κρίσιμη στρατηγική αξία δεδομένου ότι χρησιμοποιούνται στην κατασκευή τσιπ για υπολογιστές, στην στρατιωτική τεχνολογία (πχ παραγωγή εξοπλισμού νυχτερινής όρασης πυρομαχικά, πυραύλους, πυρηνικά όπλα) καθώς και σε μπαταρίες και στη βιομηχανία ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπου είναι σημαντικά για την κατασκευή ηλεκτρικών οχημάτων και ηλιακών κυψελών. Όλοι αυτοί οι τομείς είναι πολύ ευαίσθητοι για την οικονομία τόσο των ΗΠΑ , όσο και της ΕΕ.

Η Κίνα εξορυγνύει το 98% του πρωτογενούς γαλλίου, το 48% του αντιμονίου και το 91% του πρωτογενούς γερμανίου. Το πρωτογενές αναφέρεται σε «ακατέργαστες» πηγές όπως το ορυκτό μετάλλευμα. Επισημαίνεται ότι σε αρκετούς τομείς όπου χρησιμοποιούνται τα ορυκτά, δεν υπάρχουν υποκατάστατά τους.

Το γάλλιο και το γερμάνιο υπάρχουν σε πολύ χαμηλές συγκεντρώσεις ως υποπροϊόντα σημαντικών ορυκτών – γνωστά ως ιχνοστοιχεία. Η κύρια πηγή του γερμανίου είναι τα υπολείμματα από τα διυλιστήρια ψευδαργύρου και η ιπτάμενη τέφρα άνθρακα (ένα υπόλειμμα σε σκόνη που παράγεται όταν καίγεται άνθρακας σε σταθμούς παραγωγής ενέργειας).
Το γάλλιο παράγεται κυρίως ως υποπροϊόν του μεταλλεύματος βωξίτη (το οποίο είναι η κύρια πηγή για το αλουμίνιο) καθώς και ως στάδιο επεξεργασίας για την εξαγωγή αλουμινίου από βωξίτη.

Η κινεζική απαγόρευση των εξαγωγών των τριών ορυκτών στις ΗΠΑ ήταν αφ’ ενός η απάντηση της Ασιατικής Υπερδύναμης στην τρίτη κατά σειρά επιβολή κυρώσεων της Ουάσιγκτον σε βάρος των χρησιμοποιούμενων από την βιομηχανία της Κίνας ημιαγωγών (τσιπ υπολογιστών) και αφετέρου προειδοποίηση προς τον Τραμπ που απειλεί με επιβολή υψηλών δασμών. Οι ΗΠΑ ισχυρίζονται ότι θέλουν να περιορίσουν τις εξαγωγές προηγμένων τσιπ στην Κίνα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε εφαρμογές που απειλούν την ασφάλεια της Αμερικής.

Προηγμένης τεχνολογίας τσιπ θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε εφαρμογές ηλεκτρονικού πολέμου που κάνουν χρήση τεχνητής νοημοσύνης (AI) ή σε προηγμένα οπλικά συστήματα, όπως για παράδειγμα οι υπερηχητικοί πύραυλοι. Κατά το Reuters το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ διαθέτει στρατηγικά αποθέματα γερμανίου και αντιμονίου, αλλά όχι αποθέματα γαλλίου. Τον Οκτώβριο του 2024, το Αμερικανικό Γεωλογικό Ινστιτούτο (USGS) ότι η πλήρης απαγόρευση των εξαγωγών γαλλίου και γερμανίου θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλεια 3,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ στο ΑΕΠ των ΗΠΑ.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της αναστάτωσης που επέφερε στις αγορές των ορυκτών η κινεζική απαγόρευση είναι το γεγονός ότι οι τιμές του τριοξειδίου του αντιμονίου στο Ρότερνταμ εκτοξεύθηκαν κατά 228% στα 39.000 δολάρια ο μετρικός τόνος. Είναι προφανές ότι πριν καν εισέλθουμε στο 2025 βιώνουμε έναν εμπορικό πόλεμο που δεν έχει και δεν θα έχει νικητές.

Αναλογισθείτε μάλιστα ότι οι χρήσεις των ορυκτών εκτείνονται πολύ πέρα ​​από τις εφαρμογές εθνικής ασφάλειας. Το γάλλιο χρησιμοποιείται σε συσκευές φωτισμού στερεάς κατάστασης, συμπεριλαμβανομένων των διόδων εκπομπής φωτός (LED). Το γερμάνιο χρησιμοποιείται σε οπτικές ίνες και ως καταλύτης για την επιτάχυνση των αντιδράσεων που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή πολυεστέρα και PLA (ένα βιοπλαστικό). Το αντιμόνιο αξιοποιείται στην φαρμακολογία, στη μεταλλουργία (κράματα)μέχρι και στην τυπογραφία. Τα ορυκτά είναι ζωτικής σημασίας για την κατασκευή των ηλεκτρονικών συσκευών από τις οποίες βασιζόμαστε καθημερινά, όπως smartphone, οθόνες και φορητοί υπολογιστές.
Κατά συνέπεια, η απαγόρευση της Κίνας αντιπροσωπεύει μια σημαντική διακοπή της αλυσίδας εφοδιασμού για αυτά τα ορυκτά. Η χαμηλότερη πρωτογενής προσφορά δεν μπορεί να αντισταθμιστεί από τη δευτερογενή προσφορά (ανακύκλωση) βραχυπρόθεσμα, καθώς η απόδοση ανάκτησης εξακολουθεί να είναι χαμηλή και το κόστος της δεν είναι ανταγωνιστικό.

Μακροπρόθεσμα, η τεχνολογική πρόοδος σε αυτή τη διαδικασία ανάκτησης θα μπορούσε να μειώσει το κόστος της και να αυξήσει την προσφορά, μειώνοντας έτσι την εξάρτηση από τα κινεζικά ορυκτά μεταλλεύματα.

Πολιτικός Αναλυτής, skouterisd@gmail.com, @skouterisd1, https://www.facebook.com/dimitris.skouteris.94

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου