Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2024

Τι επιφυλάσσει το μέλλον στους Παλαιστίνιους; Le Monde diplomatique

Μεταξύ σχεδίων εκτοπισμού και μαζικών αυθαίρετων συλλήψεων ώστε να ασκηθεί πίεση στον πληθυσμό, η ακροδεξιά ισραηλινή κυβέρνηση επιδιώκει να σφραγίσει οριστικά την τύχη των Παλαιστίνιων. Ποτέ, μετά το 1948, το μέλλον τους δεν έχει απειληθεί περισσότερο.
Thomas Vescovi

Δεν χρειάστηκαν παρά μερικές ώρες για να γίνει αντιληπτό ότι η εξόντωση του επικεφαλής της Χαμάς Γιαχία Σινουάρ στο νότιο τμήμα της Λωρίδας της Γάζας, στις 16 Οκτωβρίου, δεν θα έφερνε πιο κοντά το τέλος του πολέμου. «Το γεγονός αυτό δεν σηματοδοτεί το τέλος του πολέμου στη Γάζα, αλλά την αρχή του τέλους»: ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου έσπευσε να γνωστοποιήσει ότι συνεχίζει να προκρίνει τη χρήση βίας και όχι τις διαπραγματεύσεις ως το προσφορότερο μέσο για την απελευθέρωση των Ισραηλινών ομήρων. Μέσω του Χαλίλ Αλ-Χάγια, μέλους του πολιτικού γραφείου της Χαμάς και επικεφαλής της παλαιστινιακής αντιπροσωπείας στις σχετικές διαπραγματεύσεις, η άλλη πλευρά επαναβεβαίωσε ότι καμία απελευθέρωση ομήρων δεν θα συμβεί χωρίς κατάπαυση του πυρός που να περιλαμβάνει την απόσυρση του ισραηλινού στρατού από τη Λωρίδα της Γάζας, αλλά και την απελευθέρωση Παλαιστινίων κρατουμένων.

Και για τις δύο πλευρές, εκείνο που διακυβεύεται είναι η πολιτική επιβίωσή τους. Η Χαμάς δεν μπορεί να αποδεχθεί συμφωνία με μεγάλες εκπτώσεις, δεδομένου του τιμήματος που έχει πληρώσει ο πληθυσμός στη Λωρίδα της Γάζας από το βράδυ της 7ης Οκτωβρίου 2023 και μετά, αλλά και των πυκνών νεφών που συσσωρεύονται στον ορίζοντα της παλαιστινιακής υπόθεσης. Ο Νετανιάχου, από την πλευρά του, μεταξύ της δίκης του για διαφθορά και των δημοσκοπήσεων που δείχνουν αβεβαιότητα σε περίπτωση εκλογών, βαδίζει σε τεντωμένο σκοινί και επιδιώκει να διατηρήσει τη συνοχή της ακροδεξιάς συμμαχίας του.

Σε κάθε περίπτωση, η στρατηγική του Τελ Αβίβ δεν αφήνει να διαφανεί κάποια προοπτική για την επίτευξη συμφωνίας. Η ισραηλινή κυβέρνηση, αντίθετη με την ανάπτυξη διεθνούς στρατιωτικής δύναμης, αλλά και με την επιστροφή της Παλαιστινιακής Αρχής στην εξουσία, επιδιώκει τη διατήρηση μέρους τουλάχιστον των στρατευμάτων της στη Λωρίδα της Γάζας, κυρίως για να διατηρήσει τον έλεγχο όλων των σημείων εισόδου, αλλά και των συνόρων με την Αίγυπτο. Με την κατασκευή στρατιωτικών βάσεων και νέων δρόμων (στο πρότυπο του διαδρόμου της Νετσαρίμ, που χωρίζει τη Γάζα στα δύο), ο ισραηλινός στρατός φέρεται να κατέχει τουλάχιστον το 26% του παλαιστινιακού θύλακα (1). Ένα τέτοιο δίκτυο σημείων ελέγχου θα επιτρέψει τον φιλτράρισμα όσων λαμβάνουν άδεια μετακίνησης προς τον Βορρά, αλλά και την αποτελεσματικότερη διοίκηση της περιοχής.
Πρώτα «ολοκληρωτική ήττα» της Χαμάς και μετά «απο-ριζοσπαστικοποίηση»

Η μόνιμη εγκατάσταση στρατευμάτων θα μπορούσε πρωτίστως να διευκολύνει, σε επόμενη φάση, την επανεγκατάσταση εποίκων. Εδώ και αρκετούς μήνες, στο Ισραήλ πολλαπλασιάζονται οι διαδηλώσεις που ζητούν την κατασκευή οικισμών, κυρίως στο βόρειο τμήμα της Λωρίδας της Γάζας, αφού πρώτα η περιοχή «αποκαθαρθεί και εκκαθαριστεί». Η τελευταία τέτοια συγκέντρωση πραγματοποιήθηκε στις 21 Οκτωβρίου, με πρωτοβουλία του Λικούντ, δηλαδή του μεγαλύτερου κόμματος του κυβερνητικού συνασπισμού. Η δυναμική μοιάζει να επιταχύνεται στο μέτρο που προχωρά με σχεδιασμένο τρόπο η πλήρης εκκένωση του βόρειου τμήματος της Γάζας από τους σημερινούς κατοίκους της, με βάση το πρόγραμμα «Order and clean-up» («Τάξη και εκκαθάριση»), το οποίο μερικές φορές αποκαλείται «σχέδιο των στρατηγών» ή και «σχέδιο Εϊλάντ», από το όνομα του στρατηγού που το κατέστρωσε.

Μολονότι η εφαρμογή αυτού του σχεδίου από το ισραηλινό γενικό επιτελείο παραμένει αβέβαιη, έρευνα του ισραηλινού μέσου ενημέρωσης +972 Magazine αποκάλυψε τους βασικούς άξονές του, καθώς και τους στόχους του (2): την επιβολή «ολοκληρωτικής ήττας» στη Χαμάς και, στη συνέχεια, την εφαρμογή μιας «διαδικασίας αποριζοσπαστικοποίησης». Η εκδίωξη περίπου 300.000 Παλαιστινίων που ζουν ακόμη βόρεια του διαδρόμου της Νετσαρίμ θα μπορέσει να επιτρέψει την ασφυκτική πολιορκία της συγκεκριμένης περιοχής. Άλλωστε, μια διαταγή προς αυτή την κατεύθυνση εκδόθηκε στις 6 Οκτωβρίου. Η δεύτερη φάση του σχεδίου προβλέπει τον εγκλωβισμό των Παλαιστινίων μαχητών σε «κλειστές στρατιωτικές ζώνες» και τον εξαναγκασμό τους σε παράδοση για να μην πεθάνουν από ασιτία, αδιαφορώντας για την τύχη ομήρων που ενδεχομένως θα βρίσκονταν εκεί. Η στρατηγική αυτή έχει ήδη διαπιστωθεί επί του πεδίου, στο στρατόπεδο της Τζαμπαλίγια, το οποίο από τις 12 Οκτωβρίου βρίσκεται σε πολιορκία χωρίς εξόδους διαφυγής (3).

Παράλληλα, συνεχίζεται η διαδικασία μεταβίβασης της διοίκησης της Δυτικής Όχθης από τον ισραηλινό στρατό, ως δύναμη κατοχής, στον υπουργό Οικονομικών του Ισραήλ και πολιτικό εκπρόσωπο των εποίκων Μπεζαλέλ Σμότριτς. Η σχετική διαδικασία διευκολύνει ακόμη περισσότερο τον εποικισμό, οδηγώντας σε ντε φάκτο προσάρτηση των κατεχομένων. Στις 3 Ιουλίου, η ισραηλινή κυβέρνηση ενέκρινε τον σφετερισμό γαιών συνολικής έκτασης 13 τετραγωνικών χιλιομέτρων στην κοιλάδα του Ιορδάνη. Από το 1993, το Ισραήλ δεν έχει προχωρήσει σε μεγαλύτερης κλίμακας αρπαγή γης στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη.

Στο δεύτερο αυτό μέτωπο, περισσότεροι από 700 Παλαιστίνιοι έχουν βρει τον θάνατο από τις 7 Οκτωβρίου 2023, κυρίως κατά τη διάρκεια επιδρομών του ισραηλινού στρατού για «εκκαθάριση» των θυλάκων αντίστασης. Η ενίσχυση αυτής της πολιτικής εποικισμού και καταστολής επιτρέπει στον Νετανιάχου να διατηρεί τη συσπείρωση του συνασπισμού του, ενώ η εξόντωση των ηγετών της Χαμάς και της Χεζμπολάχ έχει ενθουσιάσει τους ψηφοφόρους του –και όχι μόνο. Αρκετές δημοσκοπήσεις το επιβεβαιώνουν: ο Ισραηλινός πρωθυπουργός έχει καταφέρει πλέον να καλύψει το έλλειμμα της δημοφιλίας του και, σε περίπτωση εκλογών, θα ερχόταν πρώτος, σύμφωνα με αρκετές εκλογικές έρευνες.

Χάρη στις δικές της διαδηλώσεις, η αντιπολίτευση συνεχίζει να ασκεί πίεση. Μετά την αποχώρηση δύο ηγετικών στελεχών της από το πολεμικό συμβούλιο, ο Νετανιάχου το κατάργησε στις 17 Ιουνίου 2024. Ο Μπένι Γκαντς και ο Γκάντι Έιζενκοτ, οι οποίοι απολαμβάνουν τη στήριξη αρκετών στρατηγών, καταλογίζουν στον Νετανιάχου έλλειψη σχεδίου για την περίοδο μετά το τέλος του πολέμου, καθώς και την παρεμπόδιση των διαπραγματεύσεων για την απελευθέρωση των ομήρων. Επανειλημμένα, και μάλιστα στις κρίσιμες στιγμές, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός αναμείχθηκε στις διαπραγματεύσεις, υποκύπτοντας στις πιέσεις των ακροδεξιών συμμάχων του, που απειλούν να αποχωρήσουν από τον κυβερνητικό συνασπισμό σε περίπτωση υπογραφής συμφωνίας.

Άλλωστε, ακόμη κι αν παραμεριστούν οι φασίζουσες κλίκες που ελέγχουν υπουργεία-κλειδιά, όπως το υπουργείο Εθνικής Ασφάλειας, το καθεστώς απαρτχάιντ που έχει επιβληθεί στους Παλαιστίνιους δεν θα τερματιστεί. Εκτός από τον εθνικιστή Γκαντς, ο Γιαΐρ Λαπίντ συνεχίζει να εκφράζει μια κοσμική και φιλελεύθερη σιωνιστική αντιπολίτευση, η οποία όμως δικαιολογεί τον εποικισμό με την επίκληση της «βιβλικής γης» (LCI, 6 Νοεμβρίου 2023). Ακόμη χειρότερα, σε άρθρο του στην εφημερίδα Haaretz, ο Λαπίντ προτείνει να εκχωρηθεί στους Παλαιστίνιους μια μορφή κρατικής κυριαρχίας, με την προϋπόθεση ότι «θα μας αποδείξουν πως είναι τόσο υπάκουοι όσο οι Ελβετοί, τόσο ειρηνικοί όσο οι Ολλανδοί και τόσο ήρεμοι όσο οι Αυστραλοί» (4). Με άλλα λόγια, με την προϋπόθεση ότι θα αποδεχθούν παθητικά τη στέρηση των δικαιωμάτων τους.

Δεν υποκύπτουμε στις πιέσεις και κερδίζουμε χρόνο: η στρατηγική Νετανιάχου έχει αναμφίβολα αποδώσει καρπούς. Μάλιστα, με την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, θα μπορούσε και να ξεπεράσει τις προσδοκίες του. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός ελπίζει ότι θα μπορέσει να ανασυστήσει την ιστορική συμμαχία που είχε κατορθώσει να εξοβελίσει το παλαιστινιακό ζήτημα από τη διπλωματική ατζέντα και να πολλαπλασιάσει τα χτυπήματα, όπως την εγκατάσταση της αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ ή τη διακοπή της χρηματοδότησης της Υπηρεσίας των Ηνωμένων Εθνών για τους Παλαιστίνιους Πρόσφυγες (UNWRA).
Ξεριζωμός και καταστολή με πρωτοφανείς διαστάσεις

Μόνο που, στη διεθνή σκηνή, οι Παλαιστίνιοι μπορούν να υπολογίζουν σε μια αναβαθμισμένη αλληλεγγύη. Τον Μάιο του 2024, σε έκτακτη συνεδρίαση με τη διαδικασία του επείγοντος και με ευρύτατη πλειοψηφία, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών εκδήλωσε την υποστήριξή της στους Παλαιστινίους, συστήνοντας στο Συμβούλιο Ασφαλείας να «επανεξετάσει ευνοϊκά» το ζήτημα ένταξης της Παλαιστίνης ως πλήρες μέλος στον ΟΗΕ –μετά από βέτο των ΗΠΑ έναν μήνα νωρίτερα– και αναβαθμίζοντας το καθεστώς της Παλαιστίνης ως κράτους-παρατηρητή με τη χορήγηση νέων «δικαιωμάτων και προνομίων». Στη συνέχεια, τον Σεπτέμβριο του 2024, και πάλι η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών απαίτησε τον τερματισμό της κατοχής των παλαιστινιακών εδαφών «μέσα σε διάστημα δώδεκα μηνών». Ωστόσο, την ώρα που διακυβεύεται το μέλλον του παλαιστινιακού εθνικού κινήματος, οι διαφωνίες μεταξύ των κύριων παλαιστινιακών οργανώσεων προκαλούν μεγάλη ζημιά, ακόμη κι αν προϋπήρχαν των επιθέσεων της 7ης Οκτωβρίου 2023. Οι συναντήσεις μεταξύ των παλαιστινιακών οργανώσεων που πραγματοποιήθηκαν στη Μόσχα (1η Μαρτίου 2024) και, κατόπιν, στο Πεκίνο (30 Απριλίου και τέλη Ιουλίου 2024) για την ώρα δεν φαίνεται να επιτυγχάνουν τον στόχο τους για διασφάλιση της ενότητας και προετοιμασία της μεταπολεμικής εποχής.

Ενώ ο πρόεδρος της παλαιστινιακής Αρχής Μαχμούντ Αμπάς έχει απωλέσει κάθε αξιοπιστία, με μόνο 14% θετικές γνώμες σύμφωνα με έρευνα του Palestinian Center for Policy and Survey Research (5), η ανάληψη καθηκόντων στις 14 Μαρτίου 2024 από τη νέα κυβέρνηση της Παλαιστινιακής Αρχής με επικεφαλής τον οικονομολόγο Μοχάμαντ Μουσταφά –έμπιστο του Αμπάς και πρώην στέλεχος της Παγκόσμιας Τράπεζας– προκάλεσε οργισμένες αντιδράσεις. Μετά τον ορισμό του ως πρωθυπουργού, με ανακοίνωσή της η Χαμάς κατήγγειλε αυτή την επιλογή διότι αντιβαίνει στην «εθνική συναίνεση» και δεν μπορεί παρά να οξύνει τις ενδοπαλαιστινιακές αντιθέσεις. Με μια δριμεία απάντηση, η Φατάχ παρέπεμψε τη Χαμάς στη μονομερή απόφαση να πραγματοποιηθεί η επίθεση της 7ης Οκτωβρίου 2023 και κατηγόρησε την ισλαμιστική οργάνωση ότι εξυπηρετεί «ξένους σχεδιασμούς» (6).

Με δεδομένη τη χαοτική ανθρωπιστική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ο παλαιστινιακός πληθυσμός της Γάζας, η ανάλυση των συναισθημάτων του απέναντι στη Χαμάς και τους ηγέτες της δεν μπορεί να παραλειφθεί. Πρέπει όμως να επισημανθεί και το γεγονός ότι η ισλαμιστική οργάνωση άντεξε απέναντι στην ισραηλινή εισβολή και επανέγγραψε το παλαιστινιακό ζήτημα στη διεθνή ατζέντα. Ο θάνατος του Γιαχία Σινουάρ σηματοδοτεί το τέλος ενός κύκλου, σίγουρα όμως όχι και το τέλος της Χαμάς. Όσο θεμιτή και αν είναι η άρνηση των Δυτικών να αντιμετωπίσουν το ισλαμιστικό κίνημα ως συνομιλητή –λαμβάνοντας υπόψη τα εγκλήματα που διέπραξε στο Ισραήλ– η πραγματικότητα του συσχετισμού δυνάμεων στο πεδίο παραμένει. Εκείνο που διασφαλίζει την επιβίωση της Χαμάς είναι η ικανότητά της να στρατολογεί νέα μέλη, να διατηρεί ένα ελάχιστο επίπεδο ένοπλων δραστηριοτήτων και, κυρίως, να εμφανίζεται ως παράγοντας που δεν μπορεί να παρακαμφθεί σε οποιαδήποτε συζήτηση για τη μελλοντική διακυβέρνηση της περιοχής. Πρόκειται για τρεις ικανότητες που η Χαμάς διαθέτει ακόμη, παρά τον αδιαμφισβήτητο περιορισμό των μέσων δράσης της.

Η αντοχή του ισλαμιστικού κινήματος οφείλεται επίσης στη φιγούρα του Σινουάρ, την οποία και οι ίδιοι οι Ισραηλινοί βοήθησαν να αναδειχθεί. Ενώ για πολλούς μήνες οι φήμες ήθελαν τον Σινουάρ να έχει διαφύγει στο εξωτερικό ή να κρύβεται σε υπόγεια καταφύγια, χρησιμοποιώντας ομήρους ως «ανθρώπινη ασπίδα», οι εικόνες που έδωσε στη δημοσιότητα ο ισραηλινός στρατός δείχνουν έναν άνθρωπο 62 χρόνων με στρατιωτική στολή στην πρώτη γραμμή του μετώπου, βαριά τραυματισμένο στο χέρι, με το πρόσωπο καλυμμένο με κάτι που μοιάζει με παλαιστινιακή μαντήλα, καθισμένο σε μια πολυθρόνα ενός ερειπωμένου κτιρίου, να κοιτά με σταθερό βλέμμα τον δρόνο που τον παρακολουθεί. Το βίντεο, που μεταδιδόταν ασταμάτητα και σε διάφορες εκδοχές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μετέτρεψε τον Σινουάρ σε σύμβολο. Επιπλέον, ακόμη περισσότερο από τις ηγετικές φυσιογνωμίες ή την ιδεολογία μιας οργάνωσης, η ένοπλη αντίσταση τροφοδοτείται από τη διαπίστωση της ατιμωρησίας του Ισραήλ μετά από έναν και πλέον χρόνο ενός πολέμου του οποίου ο γενοκτονικός χαρακτήρας επιβεβαιώνεται όλο και περισσότερο.

Ενώ η παλαιστινιακή κοινωνία των πολιτών βρίσκεται αντιμέτωπη με πρακτικές καταστολής και ξεριζωμού σε διαστάσεις πρωτοφανείς μετά το 1948, η Χαμάς συνεχίζει να θεωρείται ως το αντεστραμμένο είδωλο μιας Παλαιστινιακής Αρχής που, κάτω από τον έλεγχο της Φατάχ, συνεργάζεται με τις ισραηλινές αρχές και δεν ανταποκρίνεται στις διεκδικήσεις του λαού της. Από εδώ και πέρα, εάν δεν υπάρξουν διεθνείς πιέσεις για την απελευθέρωση Παλαιστινίων κρατουμένων που θα μπορούσαν να ανανεώσουν την πολιτική ηγεσία, τίποτε δεν θα μπορεί να γίνει χωρίς τη Χαμάς, ξεκινώντας από την ενότητα του παλαιστινιακού εθνικού κινήματος.

Thomas Vescovi
Υποψήφιος διδάκτορας πολιτικών επιστημών και μέλος της συντακτικής επιτροπής του ιστότοπου Yaani.fr.
Μετάφραση: Χάρης Λογοθέτης

(1) Yarden Michaeli και Avi Scharf, Road to redemption. How Israel’s war against Hamas turned into a springboard for Jewish settlement in Gaza, Haaretz, Ιερουσαλήμ, 8 Ιουλίου 2024.

(2) Meron Rapoport, A plan to liquidate northern Gaza is gaining steam, +972 Magazine, 17 Σεπτεμβρίου 2024.

(3) Mahmoud Naffakh, Nord de Gaza. L’extermination méthodique des habitants de Jabaliya, Orient XXI, 17 Οκτωβρίου 2024.


(4) Yaïr Lapid, «Israel’s hostages in Gaza are the most urgent mission», Haaretz, Ιερουσαλήμ, 28 Απριλίου 2024.


(5) Public opinion poll n° 91, Palestinian Center for Policy and Survey Research, 15 Απριλίου 2024.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου