
Μετά από πολύ καιρό, είναι η αλήθεια, είδα ένα άρθρο από δυτική πηγή που να αναλύει ουσιαστικά τη δομική στρατιωτική ικανότητα της Ρωσίας. Είναι το άρθρο της Dara Massicot, που δημοσιεύεται στο Foreign Affairs (Νοεμβρίου/Δεκεμβρίου 2025).
Η συγκεκριμένη παρουσιάζεται ως ανώτερη ερευνητής στο Πρόγραμμα Ρωσίας και Ευρασίας του Carnegie Endowment for International Peace. Υπήρξε προηγούμενα ανώτερη ερευνητής Πολιτικής στο RAND Corporation και αναλυτής στο Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ. Οι τίτλοι αυτοί δεν προδιαθέτουν για μία μεροληπτική στάση υπέρ της Ρωσίας.
Η Massicot περιγράφει τις αμφιταλαντεύσεις σχετικά με τις δυνατότητες επί του πεδίου της Ρωσίας στη διάρκεια αυτών των ετών. Πόσοι, άλλωστε, από εμάς δεν έχουμε χρησιμοποιήσει επιχειρήματα που προσπαθούν να ερμηνεύσουν την καθυστέρηση έκβασης αυτού του πολέμου;
Από το 2022, η Ρωσία, σύμφωνα με το άρθρο, έχει ξεκινήσει μια συστηματική προσπάθεια ανάλυσης της πολεμικής της εμπειρίας, άντλησης συμπερασμάτων και διάχυσής τους σε ολόκληρες τις ένοπλες δυνάμεις. Μέχρι τις αρχές του 2023, είχε οικοδομήσει ένα περίπλοκο οικοσύστημα μάθησης, το οποίο περιλαμβάνει τη βιομηχανική αμυντική βάση, τα πανεπιστήμια και τους στρατιώτες σε όλα τα επίπεδα διοίκησης. Το τελικό αποτέλεσμα είναι νέες τακτικές στο πεδίο της μάχης, καταγεγραμμένες σε προγράμματα εκπαίδευσης και εγχειρίδια μάχης, και χρήση βελτιωμένων όπλων.
Οι Ρώσοι για να ανταπεξέλθουν στις ουκρανικές επιθέσεις, προχώρησαν σε μία σειρά από ενέργειες: πρόσθεσαν αυτοσχέδιες θωρακίσεις στα οχήματα, ανέπτυξαν νέες τεχνικές παραλλαγής και υιοθέτησαν τακτικές μικρών ομάδων επίθεσης, μεταξύ πολλών άλλων προσαρμογών.
Οι στρατιώτες αντάλλασσαν εμπειρίες ανεπίσημα μέσω κοινωνικών δικτύων, κλειστών καναλιών και αυτοεκδιδόμενων εγχειριδίων. Αυτού του τύπου η ανεπίσημη, πρόσωπο με πρόσωπο ή μονάδα με μονάδα μάθηση αποτέλεσε το πρώτο στάδιο της πολεμικής προσαρμογής. Το δεύτερο στάδιο της μάθησης περιλάμβανε τη θεσμοθέτηση αυτών των αλλαγών: αναθεώρηση προγραμμάτων εκπαίδευσης, προμηθειών και των επιχειρησιακών δογμάτων.
Όταν έγινε σαφές ότι ο πόλεμος θα διαρκούσε, πέρασαν από την αυθόρμητη προσαρμογή στο πεδίο στη συστηματική προσπάθεια συλλογής και αξιοποίησης της εμπειρίας της μάχης.
Το 2022, ο στρατός διέταξε ειδικούς αξιωματικούς και ερευνητές να σταλούν σε προκεχωρημένα κέντρα διοίκησης, ώστε να παρατηρούν τον πόλεμο όσο το δυνατόν πιο κοντά και να καταγράφουν την απόδοση των στρατευμάτων.
Οι ερευνητές αυτοί μελέτησαν τα αποτελέσματα των μαχών, ανέλυσαν αρχεία διοικητών και πήραν συνεντεύξεις από προσωπικό, συντάσσοντας αναλυτικές εκθέσεις. Μετά από επιπλέον αξιολόγηση, οι λεγόμενες «αναφορές μαθημάτων που αντλήθηκαν» (lessons learned) κοινοποιήθηκαν στα πολεμικά επιτελεία του Ροστόφ, στο Γενικό Επιτελείο της Μόσχας, στα αρχηγεία των επιμέρους κλάδων, στις στρατιωτικές ακαδημίες, στις αμυντικές βιομηχανίες και στην ερευνητική κοινότητα.
Έκτοτε, το οικοσύστημα μάθησης της Ρωσίας έγινε ακόμη πιο εκτεταμένο.
Στη Μόσχα ήδη λειτουργούν πάνω από 20 επιτροπές αφιερωμένες στην εφαρμογή των προτάσεων που προκύπτουν από το μέτωπο και από τους ερευνητές.
Τα αποτελέσματα φάνηκαν, καθώς, ενώ στον πρώτο χρόνο του πολέμου τα ρωσικά συστήματα παρουσίαζαν συνεχώς βλάβες εξαιτίας της πρόχειρης συντήρησης, των βιομηχανικών ελαττωμάτων και των σφαλμάτων σχεδίασης- ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν ο τομέας του ηλεκτρονικού πολέμου (EW): μια επιθεώρηση εκατοντάδων ρωσικών συστημάτων αποκάλυψε ελαττώματα στο 30% αυτών, η συχνότερη αιτία ήταν η χαμηλή ποιότητα των ηλεκτρονικών εξαρτημάτων, ειδικά των κυκλωμάτων-, στη συνέχεια τα πράγματα βελτιώθηκαν.
Πώς κατέστη αυτό δυνατό; Το Υπουργείο Άμυνας χαλάρωσε τους κανονισμούς, μειώνοντας τον χρόνο Έρευνας και Ανάπτυξης (R&D). Οργάνωσε συναντήσεις με τις αμυντικές βιομηχανίες, ώστε να διασφαλίσει ότι λαμβάνουν ανατροφοδότηση από το μέτωπο και προσαρμόζουν ανάλογα τα προϊόντα τους. Παράλληλα, τεχνικοί των αμυντικών εταιρειών στάλθηκαν στις κατεχόμενες περιοχές της Ουκρανίας για επισκευές, δοκιμές και αναφορές επίδοσης του εξοπλισμού, όπως είχαν κάνει παλαιότερα στη Συρία, όταν η Ρωσία υποστήριζε το καθεστώς Άσαντ. Από τις αρχές του 2023, το Κρεμλίνο ενέταξε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα στο πλαίσιο της εθνικής αμυντικής προσπάθειας, βελτιώνοντας τη συνεργασία μεταξύ στρατιωτικών και πολιτικών μηχανικών στα πεδία δοκιμών και εκπαίδευσης. Η ρωσική κυβέρνηση εγκαινίασε επίσης πρωτοβουλίες ενίσχυσης των νεοφυών επιχειρήσεων (startups) στον αμυντικό τομέα, επιδιώκοντας να προωθήσει την καινοτομία.
Αυτές οι πρωτοβουλίες εξηγούν τις αυξημένες δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Ουκρανία τον τελευταίο ενάμιση χρόνο.
Το 2022 και το 2023, το Κίεβο μπορούσε σχετικά εύκολα να πλήττει ρωσικά κέντρα διοίκησης, αποθήκες και γραμμές ανεφοδιασμού. Σήμερα, όμως, τα ρωσικά ηλεκτρονικά αντίμετρα και η βελτιωμένη αεράμυνα καθιστούν τέτοιες επιθέσεις πολύ πιο δύσκολες. Οι ρωσικές επιθέσεις με drones και πυραύλους γίνονται πλέον πιο μαζικές και πολύπλοκες.
Η Ρωσία έχει εισαγάγει αρκετές εκπαιδευτικές αλλαγές ως αποτέλεσμα της εμπειρίας της στην Ουκρανία. Έχει κάνει τους προσομοιωτές πιο ρεαλιστικούς και έχει αναδιαμορφώσει τα μαθήματα τακτικής πρώτων βοηθειών. Διδάσκει πλέον τους στρατιώτες πώς να χειρίζονται οχήματα σε ένα περίπλοκο — και από τις δύο πλευρές — περιβάλλον μάχης γεμάτο drones, καθώς και πώς να διεξάγουν μικρές επιθετικές ενέργειες ενταγμένες σε ευρύτερες επιθέσεις με τεθωρακισμένα — και τα δύο κρίσιμες δεξιότητες σε έναν πόλεμο όπου οι γραμμές βρίσκονται υπό συνεχή επιτήρηση από το Κίεβο (Δεδομένου ότι η Ουκρανία μπορεί να παρατηρεί σε μεγάλο βαθμό τις ρωσικές κινήσεις στο πεδίο, οι μικρές, διακριτικές ομάδες επίθεσης είναι απαραίτητες για να υπερκεράσουν τις αμυντικές θέσεις του εχθρού.)
Από την αρχή του πολέμου, το Κίεβο άντεξε σε σημαντικό βαθμό επειδή διατήρησε ένα θετικό πλεονέκτημα καινοτομίας—πλεονέκτημα που πλέον εξασθενεί. Οι Ουκρανοί γνωρίζουν καλά ότι δεν μπορούν να νικήσουν τον ρωσικό στρατό μόνο με αριθμούς. Παρά ταύτα, η ρωσική διαδικασία μάθησης έχει ένα κρίσιμο ελάττωμα — ένα ελάττωμα που εξηγεί το χάσμα ανάμεσα στην ενεργητική μάθηση που επιχειρείται στα επιτελεία, στα ερευνητικά κέντρα και σε ορισμένες αμυντικές εταιρείες, και στην ζοφερή πραγματικότητα που συναντούν οι στρατιώτες στην πρώτη γραμμή. Ενώ η Ρωσία δείχνει ικανότητα στο να αποκτά, αναλύει και διαδίδει την εμπειρία μάχης, παραμένει προβληματική στην εφαρμογή των συστάσεων — και, συνακόλουθα, στο να εξασφαλίσει ότι οι οδηγίες της τηρούνται. Για παράδειγμα, προτάθηκε να ανασχεδιαστεί το σύστημα ποιοτικού ελέγχου ώστε να αντιμετωπιστούν οι πολλαπλές αποτυχίες και σφάλματα· ωστόσο αυτό δεν έχει ακόμα υλοποιηθεί.
Υπάρχουν επίσης πεδία στα οποία η Μόσχα δυσκολεύεται να μάθει εντελώς — κυρίως στην πειθαρχία και στην επαγγελματική συμπεριφορά, τομείς που χρόνια έχουν παραμεληθεί αλλά είναι ουσιώδεις για την αποτελεσματικότητα μάχης. Συνεπώς, η ποιότητα του προωθημένου προσωπικού παραμένει υπερβολικά ανομοιογενής. Ορισμένες μονάδες διαθέτουν ικανούς διοικητές· άλλες έχουν ηγέτες που κακοποιούν ή εγκαταλείπουν τους υφισταμένους τους. Γειτονικές μονάδες αποτυγχάνουν να συντονιστούν, με συνέπεια περιττές απώλειες κατά τις αλλαγές ή τους ελιγμούς. Οι μονάδες δυσκολεύονται να ομογενοποιηθούν όταν ανασυντίθενται — κάτι που συμβαίνει συχνά, καθώς oι ρωσικές δυνάμεις συνεχίζουν να υφίστανται τεράστιες απώλειες. Μερικά μέλη του προσωπικού υφίστανται βία και παραμέληση εντός των μονάδων τους. Άλλοι δέχονται σκληρές ποινές για παραβάσεις, όπως το να τους δένουν σε δέντρα ή να τους αφήνουν σε ανοιχτές τάφρους.
Το ρωσικό επιτελείο γνωρίζει πολύ καλά ότι το ουκρανικό πεδίο μάχης είναι εκτενώς επιτηρούμενο από drones και ότι είναι σχεδόν αδύνατο να συγκεντρωθούν μεγάλες δυνάμεις για μια τεθωρακισμένη επίθεση χωρίς να υποστούν πλήγματα. Σε στρατιωτικά περιοδικά αναγνωρίζεται ευθαρσώς ότι οι παραδοσιακές μεγάλες διατάξεις πλέον «δεν χρησιμεύουν ως βασική συνθήκη για την επίτευξη της επιτυχίας». Ο στρατός έχει αρχίσει να απομακρύνεται από τη χρήση μεγάλων τεθωρακισμένων σχηματισμών και να υιοθετεί όλο και περισσότερο μικρές ομάδες επίθεσης. Η ηγεσία έχει προσθέσει νέες μονάδες drones, αποσπάσματα επίθεσης και αναγνωρίσεως ώστε να ξεπερνά τις προετοιμασμένες ουκρανικές άμυνες. Παρότι αυτές οι αλλαγές δυσκολεύουν τα ουκρανικά αντίμετρα και μερικές φορές οδηγούν σε τοπικά ρωσικά επιτεύγματα, συνοδεύονται από εξαιρετικά υψηλές απώλειες· οι μικρές αυτές ομάδες δεν μπορούν να καταλάβουν και να κρατήσουν έδαφος όπως θα έκανε ένας μεγάλος, συγκεντρωμένος σχηματισμός. Ωστόσο, το Κρεμλίνο επιμένει ότι ο πόλεμος πρέπει να συνεχίσει με αυτόν τον τρόπο.
Στην αρχή της εισβολής το 2022, ο ρωσικός στρατός υποτίμησε την ικανότητα και τη θέληση της Ουκρανίας να αντισταθεί. Ο εξοπλισμός του δεν ήταν πάντοτε κατάλληλος, ορισμένα συστήματα απέτυχαν πανηγυρικά· οι στρατιώτες δεν είχαν εκπαιδευτεί κατάλληλα για τις αποστολές τους (ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν τους είχε καν γνωστοποιηθεί ότι θα πήγαιναν στον πόλεμο). Ακόμη και η διατακτική αλυσίδα παρουσίασε σημαντικά προβλήματα.
Ωστόσο οι παρατηρητές δεν πρέπει πλέον να κρίνουν τον ρωσικό στρατό αποκλειστικά με βάση εκείνη την αρχική φάση. Από τότε, ο στρατός έχει μεταμορφωθεί σε έναν οργανισμό μάθησης· οι προσαρμογές στο πεδίο συνιστούν μόνον ένα κομμάτι της ευρύτερης εκπαιδευτικής δραστηριότητας. Η Μόσχα αποκτά, αναλύει και διαχέει την εμπειρία μάχης και επιδιώκει συστηματικά να την θεσμοθετήσει· προετοιμάζεται παράλληλα για μια περίοδο μεταρρυθμίσεων μετά τον πόλεμο. Κατανοεί ότι ο χαρακτήρας του πολέμου αλλάζει, και ότι ο ίδιος ο στρατός πρέπει ν’ αλλάξει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου