Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2025

Άρης Χατζηστεφάνου: Ο καπιταλισμός προκαλεί δομικά την προπαγάνδα



Την προπαγάνδα που είναι «εγγεγραμμένη στο DNA των αλγόριθμων και των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων» αναζητά στο νέο του βιβλίο Προπαγάνδα και Παραπληροφόρηση στο ίντερνετ (εκδόσεις Τόπος) ο Άρης Χατζηστεφάνου. Τρία χρόνια μετά το πρώτο βιβλίο της σειράς, ο δημοσιογράφος και συγγραφέας μιλά στο Πριν για τη μετάβαση σε μια εποχή «αντικειμενικοποιημένης» παραπληροφόρησης μέσω ΑΙ και τις οργανωμένες επιχειρήσεις παραπληροφόρησης που εκπορεύονται κυρίαρχα από τη Δύση.
Συνέντευξη στον Γιώργο Μουρμούρη

▶ Τα δύο βιβλία σου τιτλοφορούνται «Προπαγάνδα και Παραπληροφόρηση». Τι ακριβώς σημαίνουν αυτές οι δύο έννοιες;

Την περίοδο που γράφτηκαν και τα δύο βιβλία, τόσο στη διεθνή βιβλιογραφία όσο και στη δημόσια συζήτηση της φιλελεύθερης Δύσης, οι όροι «προπαγάνδα» και «παραπληροφόρηση» σήμαιναν ουσιαστικά ένα πράγμα: φάρμες από bots και trolls της Ρωσίας – άντε και της Κίνας στην καλύτερη περίπτωση – οι οποίες υποτίθεται ότι ανέτρεπαν τον «καλύτερο δυνατό κόσμο» της φιλελεύθερης αστικής δημοκρατίας.

Στο πρώτο βιβλίο προσπάθησα να ανατρέψω αυτή την αφήγηση, επισημαίνοντας ότι τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης εξακολουθούν να παράγουν τις μεγαλύτερες ποσότητες προπαγάνδας και παραπληροφόρησης. Και στο δεύτερο βιβλίο εξηγώ ότι, παρότι υπάρχουν κράτη που ασκούν συστηματικά τέτοιες πρακτικές, δεν είναι η Ρωσία εκείνη που πρωταγωνιστεί. Όχι επειδή θέλω να τη δικαιολογήσω – η Ρωσία προσπαθεί, αλλά δεν τα καταφέρνει. Οι βασικοί παραγωγοί προπαγάνδας ήταν και παραμένουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, και τις τελευταίες δεκαετίες και το Ισραήλ. Έτσι, αλλάζει και η οπτική από την οποία επιχειρεί να ορίσει κανείς τι είναι προπαγάνδα και παραπληροφόρηση.

Η διαφορά στο δεύτερο βιβλίο είναι ότι, πέρα από τις οργανωμένες κρατικές επιχειρήσεις, αναζητώ την προπαγάνδα που είναι εγγεγραμμένη στο DNA των αλγορίθμων και πλέον των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων. Αυτά αναπαράγουν σχέσεις εξουσίας – πρωτίστως ταξικές – επειδή εκπαιδεύτηκαν πάνω σε υλικό που αντανακλά αυτές τις ιεραρχίες. Αυτό καθιστά την προπαγάνδα τους πολύ πιο δύσκολο να εντοπιστεί και να αντιμετωπιστεί, ακόμη και από τους ίδιους τους ανθρώπους που τα σχεδιάζουν.

Όταν ο όγκος των δεδομένων εκπαίδευσης προέρχεται, όπως παραδέχτηκε κάποτε το ίδιο το ChatGPT, από «λευκούς, πλούσιους άντρες», τότε τα στερεότυπα που ενσωματώνονται είναι αναπόφευκτα σεξιστικά, ταξικά, φυλετικά. Και εκεί μπαίνουμε πλέον σε έναν νέο κόσμο.

▶ Πόσο έχει αλλάξει το διαδίκτυο τα τελευταία χρόνια; Ποιοι ήταν οι βασικοί κόμβοι;

Καταρχάς, να πω ότι αν και η κατάσταση του διαδικτύου σήμερα είναι τραγική, θεωρώ πως έχουμε καλύτερες δυνατότητες ενημέρωσης απ’ ό,τι είχαμε πριν από δέκα ή εκατό χρόνια. Γενικώς, τις μεγάλες αλλαγές τις παρακολουθώ κυρίως μέσα από την πορεία της Google, η οποία διαμορφώνει και διαμορφώνεται από τον σύγχρονο καπιταλισμό.

Ξεκίνησε, θεωρητικά, με καλές προθέσεις ως μια απλή μηχανή αναζήτησης, αλλά στην πορεία μετατράπηκε σε διαφημιστική εταιρεία. Από εκεί και πέρα, όλο το ίντερνετ άλλαξε: ο χρήστης μετατράπηκε σε προϊόν που παράγει πληροφορίες, τις οποίες η Google – σχεδόν μονοπωλιακά – αξιοποιεί για να πουλά στοχευμένες διαφημίσεις. Αυτό επηρέασε τα πάντα: από τα αποτελέσματα αναζήτησης και το τι εμφανίζεται ψηλότερα, μέχρι το πώς φτιάχνεται μια ιστοσελίδα, πώς γράφεται ένας τίτλος, τι περιεχόμενο παράγεται, ώστε να ανταμείβεται από το AdSense.

Εκεί είδαμε και την εμφάνιση των clickbait τίτλων, των οποίων όμως, όπως εξηγώ, η εποχή έχει περάσει και ποτέ δεν λειτούργησαν πραγματικά. Το πρόβλημα άλλωστε δεν ήταν ότι «ο κόσμος τσιμπάει». Ήταν ότι ο αλγόριθμος του Facebook κατηύθυνε την κίνηση σε τέτοια θέματα – και όχι ότι κάποια μάζα άβουλων χρηστών αντιδρούσε μηχανικά στον κάθε τίτλο.

Αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη αλλαγή: η απόλυτη διαφημιστικοποίηση του διαδικτύου. Τώρα βρισκόμαστε στη δεύτερη, τον λεγόμενο «θάνατο του κλικ» – στην πραγματικότητα, τον θάνατο του link. Και αυτό γιατί με τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης, οι πλατφόρμες δεν θέλουν ο χρήστης να φεύγει από το περιβάλλον τους. Κλέβουν απροκάλυπτα την παραγωγή δημοσιογράφων και απλών χρηστών, την παρουσιάζουν ως δική τους μέσα από summaries και AI απαντήσεις, και γενικά κινούνται προς έναν κόσμο χωρίς links.

Αυτό αποτελεί την πιο άμεση απειλή για τη δημοσιογραφία σήμερα, με όλα τα προβλήματά της και χωρίς να θέλω να τη δικαιολογήσω. Μεγάλες και ιστορικές εκδοτικές μονάδες κινδυνεύουν να εξαφανιστούν, επειδή έχει κοπεί η ροή επισκεψιμότητας που εξασφάλιζε την επιβίωσή τους. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Atlantic ανακοίνωσε πρόσφατα στους συντάκτες του ότι πρέπει να λειτουργούν σαν να μην πρόκειται να έρθει ούτε ένας αναγνώστης από τη Google.

Αυτό σημαίνει ακόμη μεγαλύτερο μονοπωλιακό έλεγχο της πληροφόρησης από πέντε-έξι πλατφόρμες και δημιουργία ενημέρωσης δύο ταχυτήτων. Οι πλούσιοι θα συνεχίσουν να έχουν πρόσβαση σε ποιοτική ενημέρωση, πληρώνοντας ακριβότερα. Οι υπόλοιποι θα καταναλώνουν «σαβούρα ΑΙ» – το λεγόμενο AI slop – η οποία μάλιστα, με τη μείωση των πρωτογενών πηγών, θα αρχίσει να κανιβαλίζει τον εαυτό της, αναπαράγοντας τα δικά της δεδομένα σε ένα καθοδικό σπιράλ.

Γι’ αυτό λέω ότι ο καπιταλισμός προκαλεί δομικά την προπαγάνδα. Δεν χρειάζεται ένας δημοσιογράφος ή ένας αρχισυντάκτης που συνειδητά κάνει προπαγάνδα· μπορεί να προκύψει μηχανικά, χωρίς καν να το αντιλαμβάνονται οι υπάλληλοι της Google.

Γι’ αυτό και όλη η μάχη πλέον δίνεται γύρω από τον έλεγχο των αλγορίθμων και των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων. Το είδαμε καθαρά στην περίπτωση του TikTok: επειδή ήταν η μόνη κινεζική πλατφόρμα που δεν είχε προτεραιότητα τη φίμωση όσων μιλούσαν για τη γενοκτονία στη Γάζα – όχι επειδή η Κίνα είναι «καλή», αλλά επειδή δεν ήταν προτεραιότητα της κινεζικής κρατικής πολιτικής – έγινε η βασική πηγή ενημέρωσης μιας νεότερης γενιάς, η οποία είδε τις εικόνες της φρίκης.

Αυτό ήταν ένας από τους πιο κρίσιμους λόγους – εκτός των γεωπολιτικών – που το ισραηλινό λόμπι στις ΗΠΑ, μαζί με τον Μπάιντεν και τον Τραμπ, πίεσαν να περάσει ο έλεγχος του αλγορίθμου στην Oracle, δηλαδή στα χέρια του Λάρι Έλισον, ίσως του πιο φιλοϊσραηλινού βαρόνου των μέσων ενημέρωσης. Το παιχνίδι λοιπόν παίζεται πλέον στο επίπεδο του αλγορίθμου: ποιος θα ελέγχει τους αλγορίθμους.

▶ Πώς λειτουργούν οι αλγόριθμοι; «Απλώς» προωθούν περιεχόμενο βάσει προτιμήσεών μας ή διαμορφώνουν τάσεις;

Οι αλγόριθμοι αναπαράγουν αυτό που περιέγραφα προηγουμένως: σχέσεις εξουσίας και στερεότυπα, τα οποία για να αντιμετωπιστούν θα χρειαζόταν κάτι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «αντεστραμμένος ρατσισμός». Για να αντιστρέψεις δηλαδή στερεότυπα και διακρίσεις που προκύπτουν ιστορικά από την αποικιοκρατία, θα έπρεπε να εφαρμόσεις πολιτικές που στηρίζουν όσους βρίσκονται ήδη σε μειονεκτική θέση. Αντί γι’ αυτό, ο αλγόριθμος, επειδή μαθαίνει από το παρελθόν, τείνει να ενισχύει αυτά τα στερεότυπα, όχι να τα αμβλύνει. Μας πηγαίνει, δηλαδή, προς τα πίσω.

Σε σχέση με τη συλλογή δεδομένων, εδώ υπάρχει ένα τεράστιο ζήτημα που η Αριστερά πρέπει να συζητήσει σοβαρά. Έχουμε μια τεχνοφοβία που είναι μεν δικαιολογημένη, καθώς τα δεδομένα συλλέγονται από πέντε ή επτά πολυεθνικές, αλλά μας οδηγεί σε λάθος τρόπο σκέψης.

Οι πληροφορίες πρέπει να συλλέγονται· απλώς πρέπει να είναι ανωνυμοποιημένες. Και σήμερα υπάρχουν οι τεχνικές για να γίνει αυτό. Τις χρειαζόμαστε ως κοινωνία, με τον ίδιο τρόπο που χρειαζόμαστε εξετάσεις αίματος ή τη μέτρηση της θερμοκρασίας.

Το παράδειγμα που φέρνω είναι το εξής: θα ήταν ευχής έργον αν όλοι οι μαύροι κάτοικοι των υποβαθμισμένων περιοχών του Ντιτρόιτ φορούσαν έξυπνα ρολόγια, ώστε να γνωρίζουμε ότι τον Αύγουστο παρουσιάζουν αυξημένα καρδιακά προβλήματα. Προβλήματα που ξεκινούν από τη δεκαετία του ’60, όταν οι περιοχές τους υποβαθμίστηκαν συστηματικά. Αυτό δεν είναι οργουελικό – εφόσον τα δεδομένα αυτά δεν ανήκουν σε μια ιδιωτική εταιρεία. Αντίθετα, είναι ο τρόπος για να αντιμετωπίσεις τα προβλήματα που εσύ ο ίδιος, ως σύστημα, δημιούργησες.

Δυστυχώς, υπάρχει μια αντίληψη ότι φοβόμαστε μόνο το «1984», ενώ δεν βλέπουμε τις νέες δυστοπίες που έχουν ήδη διαμορφωθεί γύρω μας.

▶ Ποιος είναι ο βασικός προβληματισμός γύρω από την ΑΙ όσον αφορά την προπαγάνδα και την παραπληροφόρηση; Είναι ίσως η «αντικειμενικοποίηση» ταξικά, πολιτικά ή ιδεολογικά φορτισμένων θέσεων;

Καταρχάς, δεν πρόκειται περί «νοημοσύνης». Μιλάμε για εφαρμογές που ξεκινούν από μία λέξη και, με στατιστικά μοντέλα, προσπαθούν να εντοπίσουν επαναλαμβανόμενα μοτίβα ώστε να προβλέψουν ποια θα είναι η επόμενη. Όπως εξηγεί ο Τσόμσκι, αυτό είναι πρωτόγονο σε σχέση με την ανθρώπινη νοημοσύνη – και όλα αυτά πέραν από την καταστροφή που η ΑΙ προξενεί στο περιβάλλον.

Ωστόσο είναι γεγονός ότι σε ορισμένες λειτουργίες κάνει θαύματα – από το να παράγει αξιοπρεπέστατες μεταφράσεις ως το να συνοψίζει ολόκληρα βιβλία μέσα σε δευτερόλεπτα. Μιλάμε για εργαλεία που μπορούν πραγματικά να απελευθερώσουν την ανθρωπότητα από καθημερινές αγγαρείες.

Ωστόσο, τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα δεν έχουν σχεδιαστεί για να λένε την αλήθεια. Δεν ήταν ποτέ αυτός ο στόχος τους. Ο στόχος ήταν να παράγουν ένα λογικοφανές αποτέλεσμα. Αυτό είναι το δομικό πρόβλημα. Πλέον βλέπουμε και παρεμβάσεις στο τι ακριβώς θα είναι αυτό το αποτέλεσμα. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι το Grok, η πλατφόρμα ΑΙ του Ίλον Μασκ. Ο Μασκ δήλωσε ότι το σύστημα μπορεί να εκπαιδευτεί μέσα από το timeline του Twitter, το οποίο ο ίδιος είχε ανοίξει σε φασιστικές και νεοναζιστικές οργανώσεις. Έτσι, το Grok άρχισε να εξυμνεί τον Χίτλερ ή να αναπαράγει αντισημιτικά σχόλια.

Στη συνέχεια μάθαμε ότι ο ίδιος ο Μασκ έδωσε εντολή το σύστημα να συμβουλεύεται παλαιότερες δικές του συνεντεύξεις και ομιλίες πριν απαντήσει σε σύνθετα ερωτήματα. Εκεί είδαμε να επαναλαμβάνει αφηγήσεις περί δήθεν «γενοκτονίας των λευκών» στη Νότια Αφρική.

Το τελευταίο στάδιο, στο οποίο πρωτοστατεί το Ισραήλ, είναι οι προσπάθειες παρέμβασης στο ποια δεδομένα λαμβάνει ως εισροή ένα μεγάλο γλωσσικό μοντέλο. Μπορούν, για παράδειγμα, να δημιουργήσουν χιλιάδες ιστοσελίδες που δεν προορίζονται για ανθρώπους· δεν τους ενδιαφέρει να τις διαβάσουμε εμείς. Τους ενδιαφέρει να τις «διαβάσουν» τα bots των μοντέλων, ώστε να επηρεάσουν το αποτέλεσμα.

Έτσι, ενώ το πρόβλημα είναι δομικό, πλέον έχουμε και νέες μορφές στοχευμένης παρέμβασης.

Ξαναλέω, όμως: είμαι απολύτως ενθουσιασμένος από αυτά που μπορεί να προσφέρει η ΑΙ – τη μετάφραση, τη σύνοψη, την αυτοματοποίηση της γνώσης. Απλώς πρέπει να μάθουμε ότι θα κάνει λάθη, όπως κάθε τέτοιο μοντέλο, και – το σημαντικότερο – να τη βγάλουμε από τα χέρια των ιδιωτικών εταιρειών, ώστε να μην υπάρχουν αυτού του τύπου οι παρεμβάσεις.

▶ Αναφέρεσαι σε «φούσκα» της ΑΙ. Ποιες θα ήταν οι συνέπειες ενδεχόμενης κατάρρευσης αυτής της «φούσκας» και τι θα μπορούσε να την πυροδοτήσει;

Σε ό,τι αφορά την προπαγάνδα και την παραπληροφόρηση, ο μεγάλος κίνδυνος – όπως έχουμε δει και σε όλες τις προηγούμενες φούσκες – είναι πως μια κατάρρευση θα οδηγήσει σε μαζικές συγχωνεύσεις. Αυτό σημαίνει ακόμη μεγαλύτερη συγκέντρωση ισχύος σε ακόμη λιγότερες εταιρείες και, τελικά, σε ακόμη λιγότερους ανθρώπους. Με άλλα λόγια, μετά το σκάσιμο της φούσκας, ένα ήδη προβληματικό τοπίο θα γίνει ακόμη πιο μονοπωλιακό.

Ως προς το τι μπορεί να πυροδοτήσει την κατάρρευση, ο μηχανισμός είναι πλέον τόσο χαοτικός που θα μπορούσε να είναι σχεδόν οτιδήποτε. Το είδαμε πρόσφατα με το DeepSeek: η κυκλοφορία ενός καλύτερου και φθηνότερου γλωσσικού μοντέλου αρκούσε για να προκαλέσει πανικό στις χρηματαγορές. Κάτι παρόμοιο θα μπορούσε κάλλιστα να λειτουργήσει ως σπίθα.

Για τις συνέπειες στην οικονομία, οι απόψεις διίστανται. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι ακόμη και το χειρότερο σενάριο δεν θα θυμίζει το 2008, καθώς δεν υπάρχει εμπλοκή της αγοράς ακινήτων. Αλλά πλέον, με την τεράστια διασύνδεση των αγορών, κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος.

▶ Στο βιβλίο σου επιλέγεις να επικεντρώσεις την κριτική σου στη Δύση. Γιατί;

Καταρχήν, όταν οι πέντε μεγαλύτερες πλατφόρμες είναι αμερικανικές ή υπό αμερικανικό έλεγχο, είναι αστείο να αναζητούμε την πηγή της προπαγάνδας στη Βόρεια Κορέα, την Κίνα ή τη Ρωσία. Όχι γιατί αυτές οι χώρες δεν έχουν μηχανισμούς προπαγάνδας και παραπληροφόρησης στο διαδίκτυο – φυσικά και έχουν. Είδαμε, για παράδειγμα, ακόμα και τον Πριγκοζίν της Wagner να δημιουργεί ένα αντίστοιχο τμήμα λίγο πριν δολοφονηθεί.

Αλλά η κυρίαρχη προπαγάνδα, αυτή που διαμορφώνει το παγκόσμιο περιβάλλον ενημέρωσης, είναι πρωτίστως δυτική – και τα τελευταία χρόνια, σε πολύ μεγάλο βαθμό, ισραηλινή. Όλοι όσοι στελέχωναν τις ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες και ειδικά τις μονάδες όπως η 8200 – η ισραηλινή εκδοχή της NSA, που χτίστηκε κυριολεκτικά με τα «σαπάκια» των υπολογιστών του Πενταγώνου από τον Ψυχρό Πόλεμο – αποτέλεσαν τον πυρήνα από τον οποίο ξεπήδησαν εταιρείες που ανέπτυξαν εργαλεία κατασκοπείας όπως το Predator, το Pegasus κ.ά.


Η Γάζα αποτελεί case study για την προπαγάνδα του 21ου αιώνα. Μας δείχνει ότι μπορεί να καθυστερήσει τη διάδοση της πληροφορίας, αλλά όχι να τη σταματήσει

Πολλοί από αυτούς μετακινήθηκαν σε ισραηλινές start-up, οι οποίες στη συνέχεια απορροφήθηκαν από τη Silicon Valley. Έτσι, σήμερα βλέπουμε πρώην στελέχη του ισραηλινού στρατού σε καίριες θέσεις όλων των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών. Γι’ αυτό λέω ότι το παιχνίδι της προπαγάνδας και της παραπληροφόρησης είναι δυτικό.

Βεβαίως υπάρχουν ισχυροί μηχανισμοί μέσα στην Κίνα και στη Ρωσία για τον έλεγχο του εσωτερικού τους πληθυσμού. Η μεγάλη διαφορά όμως είναι ότι οι αμερικανικές επιχειρήσεις προπαγάνδας είναι παγκόσμιες· ό,τι κάνουν, επηρεάζει όλον τον πλανήτη. Οι άλλες χώρες παίζουν κυρίως ένα τοπικό παιχνίδι το οποίο, το τονίζω, οφείλεται στο μέγεθός τους και στην ανικανότητά τους να ασκήσουν μεγαλύτερη επιρροή – κάτι που θα ήθελαν, αν είχαν τη δυνατότητα.

▶ Προχωράς και σε μια «κριτική της κριτικής» προς το διαδίκτυο και τα social media, όσον αφορά π.χ. τη ρητορεία γύρω από τα echo chambers. Γιατί;

Θεωρώ ότι όλη αυτή η συζήτηση γεννήθηκε μετά το 2016 και την επικράτηση του Τραμπ, όταν οι φιλελεύθεροι Δημοκρατικοί – της Χίλαρι Κλίντον αρχικά και στη συνέχεια του Μπάιντεν και της Κάμαλα Χάρις – προσπάθησαν να αποδώσουν τη δική τους αποτυχία σε έναν εξωγενή παράγοντα. Έτσι προέκυψε το αφήγημα περί ρωσικών bots, περί «τοξικών» social media, περί θαλάμων ιδεολογικής αντήχησης όπου τάχα ακούμε μόνο τον εαυτό μας.

Αντί να πουν στον κόσμο το προφανές: Ότι η άνοδος του Τραμπ οφείλεται πρωτίστως στις τεράστιες ανισότητες που δημιουργεί το καπιταλιστικό σύστημα· ανισότητες που παράγουν εντάσεις και συγκρούσεις και, σε συνδυασμό με την ουσιαστική απουσία Αριστεράς, σπρώχνουν τα λαϊκά στρώματα προς την ακροδεξιά. Το έχουμε δει αυτό παντού – από τη Βραζιλία μέχρι τη Γαλλία και αλλού.

Χρειάστηκε, λοιπόν, να υπάρξει μια δαιμονοποίηση ακόμη και της ίδιας της τεχνολογίας. Το αφήγημα ήταν ότι «εμείς δημιουργήσαμε τον καλύτερο δυνατό κόσμο και εσείς δεν μπορείτε να καταλάβετε πόσο καλά θα έπρεπε να ζείτε· απλώς επηρεάζεστε από το ίντερνετ».

Ωστόσο, όλες οι έρευνες δείχνουν ότι η ρωσική προπαγάνδα του 2016 είχε μηδαμινή επίδραση στο εκλογικό αποτέλεσμα. Νεότερες έρευνες δείχνουν ότι τα echo chambers πράγματι υπάρχουν, αλλά η επίδρασή τους είναι πολύ μικρή σε σχέση με αυτό που πιστεύαμε.

Και το σημαντικότερο: ο κόσμος δεν ζει στο ίντερνετ. Όσο κι αν φοβόμαστε ότι είμαστε κολλημένοι σε μια οθόνη, στην πραγματικότητα δεχόμαστε μηνύματα από πολλαπλές πηγές και έχουμε πολύ πιο σφαιρική εικόνα της πραγματικότητας.

Άρα, το γιατί ψηφίζει ο κόσμος Τραμπ δεν πρέπει να το αναζητήσουμε στο ίντερνετ. Πρέπει να το αναζητήσουμε έξω, στην κοινωνία.

▶ Τι μας διδάσκει η Γάζα για την προπαγάνδα, την παραπληροφόρηση αλλά και την αντίσταση σε αυτές;

Η Γάζα αποτελεί ένα case study για την προπαγάνδα του 21ου αιώνα. Εκεί χρησιμοποιήθηκαν όλα τα διαθέσιμα μέσα – τόσο οι παραδοσιακές τεχνικές προπαγάνδας όσο και οι σύγχρονες, που περιλαμβάνουν την προσπάθεια ελέγχου ακόμη και των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων.

Αυτό που μας δείχνει, όμως, είναι ότι μπορείς να καθυστερήσεις τη διάδοση της πληροφορίας, αλλά δεν μπορείς να την σταματήσεις. Αν δεν υπήρχαν αυτές οι επιχειρήσεις ελέγχου, ο κόσμος πιθανότατα θα είχε αντιδράσει νωρίτερα και θα είχε περιθωριοποιήσει – τουλάχιστον στη συνείδησή του – το Ισραήλ. Παρ’ όλα αυτά, δύο χρόνια μετά βλέπουμε ότι πλέον αντιμετωπίζεται ως κράτος-παρίας από την πλειονότητα των ανθρώπων στον πλανήτη.

Ακόμη και στις Ηνωμένες Πολιτείες, πάνω από το 50% της κοινής γνώμης τάσσεται πλέον με την πλευρά των Παλαιστινίων – κάτι που μπορεί σε εμάς να φαίνεται μικρό, αλλά είναι πρωτοφανές στην ιστορία των αμερικανοϊσραηλινών σχέσεων.

Άρα, η προπαγάνδα δεν είναι ο καθοριστικότερος παράγοντας στη διαμόρφωση των αντιλήψεων. Οφείλουμε να την αντιλαμβανόμαστε και να την αντιμετωπίζουμε χωρίς να θεωρούμε ότι είμαστε πιόνια σε ένα παιχνίδι όπου δεν υπάρχει αντίδραση. Υπάρχει – και μας το δίδαξαν ξανά οι Παλαιστίνιοι.

▶ Υπάρχουν, εν σπέρματι έστω, ανατρεπτικές δυνατότητες στη σημερινή κατάσταση; Και αν ναι, ποιες είναι;

Οι δυνατότητες είναι «τρομακτικές», με την καλή και την κακή έννοια. Παρά τον τεράστιο, πραγματικά τρομακτικό έλεγχο που ασκείται σήμερα στο διαδίκτυο, μπορείς πλέον για παράδειγμα, στον δικό μου τομέα, να πραγματοποιήσεις μια παραγωγή που παλαιότερα θα απαιτούσε δεκάδες ή εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ. Σήμερα μπορείς να φτιάξεις ένα ντοκιμαντέρ με ελάχιστο κόστος και να πας κόντρα στην κυρίαρχη αφήγηση. Ποτέ δεν είχαμε περισσότερα διαθέσιμα εργαλεία για να το κάνουμε αυτό. Υπάρχουν άνθρωποι που τα αξιοποιούν – και έτσι δημιουργείται ένας πραγματικός ανταρτοπόλεμος ενημέρωσης. Αυτή είναι η θετική πλευρά.

Η αρνητική πλευρά είναι η ισχύς που έχουν αποκτήσει οι μεγάλες πλατφόρμες – και γι’ αυτό πρέπει να μιλήσουμε ανοιχτά για το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς. Δεν μπορεί το 90–95% των αναζητήσεων στο διαδίκτυο να περνάει από μια και μόνο εταιρεία, τη Google. Χρειάζεται κοινωνικοποίηση αυτών των υποδομών.

Μας έχουν μάθει να φοβόμαστε ακόμη και την ιδέα της κοινωνικοποίησης, ενώ δεν είναι κάτι τόσο ριζοσπαστικό. Πριν από έναν αιώνα θα ήταν το πρώτο που θα σκεφτόταν το ίδιο το σύστημα: ότι τέτοια μονοπώλια, με τέτοιο βαθμό ελέγχου, δεν μπορούν να υπάρχουν. Το ίδιο το σύστημα θα τα είχε σπάσει με κάποιο τρόπο.

Σήμερα, όμως, δεν μπορούν να σπάσουν. Και η λύση δεν είναι να δημιουργήσουμε «πολλά Facebook» ή «πολλά Twitter». Ήδη δεν μπορούμε να διαχειριστούμε τον αριθμό των πλατφορμών που υπάρχουν.

Αυτό που χρειάζεται είναι ο κοινωνικός έλεγχος. Δεν ξέρω αν θα πάρει τη μορφή ενός «ΟΗΕ» που θα επιβλέπει τις πλατφόρμες – και ξαναλέω ότι αυτό δεν είναι ριζοσπαστική ιδέα. Είναι κάτι που μπορεί να επιτευχθεί μέσα στα επόμενα χρόνια και θα είναι απλώς ένα εργαλείο.

Δεν είναι δηλαδή το όραμά μας να δημιουργήσουμε έναν «ΟΗΕ του Facebook», αλλά θα είναι το πρώτο βήμα για να σπάσει το μονοπώλιο. Και μέσα σε εκείνον τον χώρο που θα δημιουργηθεί, αφού σπάσει, θα μπορέσουμε να δώσουμε τη μεγάλη μάχη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου