Εσωτερικοί και εξωτερικοί παράγοντες επιφέρουν την κυριαρχία των συγκεντρωτικών έναντι των οθωμανιστών. Ο τουρκικός εθνικισμός επιλέγεται, επιβάλλεται ως βασικό μέσο «διάσωσης» της Αυτοκρατορίας (Συνέδριο 1910). Προνόμια και Διομολογήσεις καταργούνται θίγοντας ξένους κεφαλαιοκράτες και αστικά στρώματα των εθνοτήτων [ελληνικά οικονομικά συμφέροντα πλήττονται επίσης από το εμπάργκο των Νεότουρκων (1910)], πριμοδοτώντας την ανάπτυξη τουρκικής αστικής τάξης. Ο αστικός αντιμπεριαλισμός συνοδεύεται από αντεργατικούς νόμους, υιοθετώντας το γαλλικό αντιαπεργιακό νόμο του 1892 . Την εξήγηση δίνει ο Νεότουρκος υπουργός εμπορίου το 1912 στη Θεσσαλονίκη: “είναι πριν από όλα αναγκαίο να προστατευτούν τα συμφέροντα των κεφαλαιοκρατών, διότι η τουρκική βιομηχανία πρέπει να’χει ελεύθερα τα χέρια της”. Μάζες μουσουλμάνων μετακινούνται στα Βαλκάνια για να μεταβάλλουν την πληθυσμιακή σύνθεση [ο Δ.Λιθοξόου, χρησιμοποιώντας ως κριτήριο ερμηνείας γλώσσα και θρησκεία μαζί, της απογραφής του Χιλμή Πασά (1904), υπολογίζει: Εξαρχικούς Βούλγαρους 19,8%, Πατριαρχικούς Βούλγαρους 11%, Σέρβους 3,5%, Έλληνες 10,5%, Μουσουλμάνους-Εβραίους 55,2%)]. Η Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, αποκλείεται.
Ενώ Γ.Ξενόπουλος και «Διάπλαση των Παίδων» υπεραμύνονται του πατριωτισμού ως «αυτονόητη αστική αξία», ο ελληνικός αστισμός βρίσκεται παγιδευμένος στο δίλημμα «επέκταση του κράτους ή ενίσχυση του ελληνισμού της Αυτοκρατορίας» και αντιδρά το 1909. Το όνειδος της ήττας (1897) πρέπει να ξεπεραστεί. Απαιτούνται σημαντικές κοινωνικές-οικονομικές-πολιτικές μεταρρυθμίσεις και έντονη πολεμική προετοιμασία. Πρωταγωνιστής του εγχειρήματος ο Ε.Βενιζέλος. Ιδανικός εκφραστής της Μεγάλης Ιδέας, συνάντηση των εντός Ελλάδας Ελλήνων που οραματίζονται την εξάπλωση (όλοι τρέφουν ελπίδες για καλύτερες μέρες στις κατακτημένες νέες χώρες της πλούσιας γης και της αναμενόμενης οικονομικής ανάπτυξης) και των εκτός Ελλάδας Ελλήνων που χρειάζονται επιτακτικά ένα εθνικό κέντρο, ένα κράτος που θα τους προστατεύει στις διεθνείς τους δραστηριότητες και μια χώρα που να είναι το έσχατο καταφύγιο σε ώρα ανάγκης. Διεκδικούμενο πετράδι του στέμματος η Κωνσταντινούπολη (ο Γ.Βεντήρης γράφει «η Βουλή επευφήμησε τον Κωνσταντίνο, Δούκα της Σπάρτης»). Σε αυτή προσβλέπουν επίσης ο Φερδινάνδος της Βουλγαρίας, και ο Ρώσος Τσάρος. Στη Θεσσαλονίκη, εκτός των άλλων, η ελληνική διεκδίκηση της κυριότητας της πόλης προϋποθέτει την αναβάθμιση των ελληνικών οικονομικών συμφερόντων έναντι των εβραϊκών που κυριαρχούν (και προσβλέπουν σε διεθνοποίηση της πόλης για διατήρηση της δικής τους πρωτοκαθεδρίας). Αργότερα, η πολιτική εξουσία θα προσφέρει την ελληνική οικονομική υπεροχή.
Τα συμπεράσματα προκύπτουν αβίαστα. Πρώτον, στους Βαλκανικούς πολέμους, οι εκάστοτε σκοπιμότητες καθορίζουν τις συμμαχίες. Ο «προαιώνιος εχθρός» μετατρέπεται σε αναγκαίο σύμμαχο και ο χθεσινός συμπολεμιστής σε αιμοβόρο αντίπαλο. Σκοτεινό σημείο της επίσημης ιστοριογραφίας αποτελεί το σχέδιο συμφωνίας Ελλάδας-Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο μεσοδιάστημα των Βαλκανικών πολέμων. Αφήνοντας σε εκκρεμότητα το ακανθώδες ζήτημα των νησιών του Αιγαίου, προβλέπει σύμφωνα με τον Κ.Λούλο: “σε περίπτωση βουλγαρικής επίθεσης εναντίον ενός των δύο κρατών υποχρέωση για άμεση αμοιβαία βοήθεια”. Επίσης, η Ελλάδα καιροσκοπικά αποδέχτηκε τον σερβικό όρο στρατιωτικής συνδρομής σε ενδεχόμενη αυστροουγγρική επίθεση (εξασφαλίζοντας την ελληνοσερβική συμμαχία κατά Βουλγαρίας). Στο υπουργικό συμβούλιο (08/05/1913) στα ανάκτορα, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος δηλώνει: “Αυτήν την ατιμία θα την κάμω πρώτος εγώ”, (χωρίς αρνητική κυβερνητική αντίδραση), αποκαλύπτοντας ότι ο ελληνικός στρατός θα άφηνε ακάλυπτο τον σερβικό, αν του επιτίθονταν τα στρατεύματα της Δυαδικής Μοναρχίας.
Η μοιρασιά γίνεται αργότερα. Κριτήριο η προτεραιότητα κατοχής των τακτικών στρατευμάτων και οι παρεμβάσεις των Μεγάλων Δυνάμεων. Ο Ι.Κ.Μαζαράκης-Αινιάν διαπιστώνει: «από την ελληνική πλευρά, τόσο με τους Βούλγαρους όσο και με τους Σέρβους για τη σύναψη στρατιωτικής συμμαχίας, ηθελημένα και εν επίγνωσει δεν επιζητήθηκε να καθοριστεί η διανομή των εδαφών της Μακεδονίας».
Ο Β’ Βαλκανικός ξεσπά εξαιτίας της αποτυχίας μοιράσματος της Αλβανίας, μεταξύ Ελλάδας-Σερβίας (λόγω του αλβανικού εθνικισμού που εξαπλώνεται ως το Κοσσυφοπέδιο και των βλέψεων Αυστροουγγαρίας, Ιταλίας) και της βουλγαρικής αδυναμίας κατάληψης της Κωνσταντινούπολης.
Δεύτερον, τα πιο φρικιαστικά εγκλήματα επιτρέπονται για την ευόδωση των “εθνικών στόχων”. Επιδίωξη όλων «η γρήγορη προέλαση στο μακεδονικό χώρο, ώστε να αποκτηθούν όσο το δυνατό μεγαλύτερα εδαφικά πλεονεκτήματα σε αμφισβητούμενες μάλιστα περιοχές» μας λεει ο Γ. Μαργαρίτης. Οι αιχμάλωτοι είναι βάρος, ιδιαίτερα οι τραυματίες. Φαντάροι του 8ου Βουλγαρικού Συντάγματος δηλώνουν: “Τους αποτελειώναμε με τις ξιφολόγχες επί τόπου. Αυτές ήταν οι διαταγές για να μην επιβαρύνουμε τις μεταφορές μας με τραυματίες…”. Ο σέρβος βασιλιάς Πέτρος συναντώντας Αλβανούς αιχμαλώτους θα αγανακτήσει: «Τι μου χρειάζονται όλοι αυτοί; Πρέπει να εκτελεστούν- όχι με όπλα, για να μην ξοδέψουμε πολεμοφόδια, αλλά με ρόπαλα». Ο Λ.Παρασκευόπουλος, γράφει στη σύζυγο του (23/2/1913), αφού επισκέφτηκε το κατειλημμένο οθωμανικό οχυρό του Μπιζανίου: “Δυστυχώς όμως φαίνεται ότι όλους τους πληγωμένους τους εφόνευσαν”, αι ημέτεραι δυνάμεις. Τέλος ο Β.Χ.Σουρραπάς στο ημερολόγιο του καταγράφει: “εν τάγμα του 21ου συνέλαβεν το 19ον Βουλγαρικόν σύνταγμα, κατέσφαξεν το πλείστον εξ αυτών”.
Τρίτον, στο πλευρό του τακτικού στρατού πολεμούν μικρά ανεξάρτητα Σώματα Προσκόπων (αντίστοιχα Κομιτατζήδες-Τσέτνικ). Αποτελούνται από εθελοντές, Μακεδονομάχους αξιωματικούς-υπαξιωματικούς (Κ.Μαζαράκης, Αναγνωστάκος, Κατεχάκης, Σπυρομήλιος κλπ). Συλλέγουν πληροφορίες και προκαταλαμβάνουν εδάφη, εγείροντας δικαιώματα κατοχής. Σύμφωνα με τον Σ.Δραγούμη «τα αντάρτικα σώματα φέρθηκαν ελεεινά προχωρώντας μόνο όταν και όπου υπήρχε πλιάτσικο και μη κάνοντας διάκριση χριστιανικών και μουσουλμανικών χωριών». Γράφει στο ημερολόγιο του (24/01/1913): «Τριγυρνούν αντάρτες, που τους κατέβασαν όλους από το μέτωπο γιατί το Στρατηγείο διέλυσε όλα τα άταχτα σώματα. Η αταξία και απληστία τους έβλαφτε πιο πολύ παρά που ωφελούσε τις επιχειρήσεις του στρατού».
Ανάλογες σερβικές μαρτυρίες καταγράφει ο Λ.Τρότσκι, ως πολεμικός ανταποκριτής: «Εμείς, ο τακτικός στρατός τηρούμε με αυστηρότητα κάποια όρια και ποτέ δε σκοτώνουμε άτομα κάτω των δώδεκα. Δε μπορώ να πω τίποτα με σιγουριά για τους κομιτατζήδες. Στρατολογημένοι οι περισσότεροι από αργόσχολα, ακαμάτικα, φαύλα λούμπεν στοιχεία -γενικά τα κατακάθια της κοινωνίας– έχουν κάνει το φόνο, την κλεψιά και τη βία ένα άγριο σπορ. Οι στρατιωτικές αρχές βρέθηκαν σε δύσκολη θέση και δίχως να περιμένουν να τελειώσει ο πόλεμος, αφόπλισαν τους κομιτατζήδες και τους έστειλαν πίσω».
Τέταρτον, λογοκρισία και βαλκανικός τύπος κρατούν «άσπιλες» τις ένοπλες δυνάμεις, αναπτερώνοντας το «εθνικό συναίσθημα». Ταυτόχρονα, συντελείται συστηματική εθνοκάθαρση από όλους (σφαγές αμάχων, βιασμοί, πυρπολισμοί σπιτιών-αγρών-θρησκευτικών ναών, καταστροφές ολόκληρων πόλεων). Ο Δ.Γληνός εξηγεί: «Εν κυριώτατον γνώρισμα του εθνικού τούτου ιδεώδους είναι η άκρα αποκλειστικότης. Πας ομοεθνής πρέπει να περιληφθή μέσα εις τα όρια του εθνικού κράτους, αλλ’ ει δυνατόν και ουδείς μη ομοεθνής δεν πρέπει να παραμείνη εντός των ορίων του. Εάν δι οιονδήποτε λόγον παραμείνη ξένη μάζα εντός των ορίων του κράτους πρέπει ή να αφομοιωθεί ή να εκδιωχθεί ή να εκμηδενισθή».
Πέμπτον, οι μειονότητες (έχει συμφωνηθεί από το 1913 ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ χριστιανών Θράκης - μουσουλμάνων Μακεδονίας) είναι πιόνια που θυσιάζονται στην διπλωματική σκακιέρα για να υλοποιηθεί ο στόχος κατάκτησης των Αιγαιοπελαγίτικων νησιών και της Μ.Ασίας. Ο Γ.Βεντήρης διαπιστώνει: «Εις στρογγυλούς αριθμούς, η Μικρασία ήτο ίση με την Ελλάδα του 1913, αλλά πλουσιοτέρα αυτής και επί εδάφους περισσότερο γόνιμου. Γεωργικώς, ναυτικώς και εμπορικώς η ευημέρια της νεώτατης αυτής Ελλάδας παρουσιάζετο απολύτως εξασφαλισμένη. Τον πληθυσμό της Μικρασιατικής Ελλάδας θα τον απήρτιζαν το εν εκατομμύριο των αυτοχθόνων και όσοι θα συνέρρεαν εκ του εσωτερικού της χερσονήσου και από τον Πόντον».
Έκτον, αποκαλύπτεται όχι μόνο το ιμπεριαλιστικό περιεχόμενο της μεγαλοϊδεατικής πολιτικής (συνυπολογίζοντας, συμμετέχοντας στους ευρύτερους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς), αλλά και ότι οι ανταλλαγές πληθυσμών, μορφή εθνοκαθάρσεων, δεν αποτελούν συνέπεια του ρεαλισμού, αλλά συστατικό στοιχείο μιας επεκτατικής πολιτικής που σταθεροποιεί κατακτήσεις μέσω της εθνικής ομογενοποίησης. Απόληξη της είναι η συμφωνία της Λωζάνης (1923) ανταλλαγής πληθυσμών Ελλάδας-Τουρκίας, το σύμφωνο Πολίτη-Καλφώφ (1924) ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας-Βουλγαρίας (αναγνωρίζει αρχικά «Βουλγαρική μειονότητα», σύμφωνα με τον διεισδυτικό ερευνητή Τ.Κωστόπουλο), καταλήγοντας στην αντιεβραϊκή πολιτική του Μεσοπολέμου, στην βάναυση Μεταξική επιχείρηση αφομοίωσης των Σλαβομακεδόνων (πλέον) και των Τσάμηδων.
Ο ΤΑΞΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ (ΕΠΙΛΟΓΟΣ)
O ίδιος ο Βενιζέλος ομολογούσε πως ο στρατολογικός νόμος δημιουργούσε ανισότητα υπέρ των ευπόρων. Η διαφθορά των στρατολόγων πρόσφερε άφθονες ευκαιρίες πλουτισμού. Οι υγειονομικές υπηρεσίες μετατρέπονται σε βιομηχανίες λούφας των γόνων καλών οικογενειών. Διοικητήρια, επιτελεία γεμίζουν. Λειτουργούν σε δύο σειρές, πρωί–απόγευμα. Πάλι τα βύσματα περισσεύουν (Α.Μπενάκης, Θ.Υψηλάντης, Ν.Μπαλτατζής, Δ.Σακελλαρίδης, Γ.Αθηνογένης, Θ.Μελάς, Θ.Χαριτάκης, Γ.Μελάς, Λ.Ζαρίφης,Τ.Βορρές κλπ).
Δεκάδες χιλιάδες οι εθελοντές του εξωτερικού. Ο Σ.Δραγούμης όμως καταγράφει ότι στην Αποστράτευση: «οι εθελοντές που ήρθαν απ’ έξω δεν είχαν που να κοιμούνται και ξαπλώνονται στους δρόμους, πεινούν και ζητιανεύουν. Ο τρόπος που τους ξεφορτώνονται αφού τους μεταχειρίστηκαν για να χύσουν το αίμα τους, είναι εξευτελιστικός».
Οι απλοί φαντάροι πολεμούν πεινασμένοι, χωρίς τον κατάλληλο ρουχισμό, κοιμούνται στην ύπαιθρο, συχνά πεθαίνουν από το κρύο ή πέφτουν πρώτοι θύματα της χολέρας. Οι ελλείψεις του ανεφοδιασμού καλύπτονται από τις λεηλασίες. Η πτώση του ηθικού αναπληρώνεται είτε με απειλές, τιμωρίες και εκτελέσεις, είτε με το πλιάτσικο (σε αυτό συμμετέχουν χριστιανοί αγρότες, αλλά και αξιωματικοί). Ο Λ.Παρασκευόπουλος γράφει στην σύζυγο του: «Πόσους ετουφέκισα; Σκληρός δεν είμαι, αλλά διοικώ και γνωρίζω τι θέλω». Ο Ι.Δ.Παπαβασιλείου, επιτελικός αξιωματικός της ΙΙης Μεραρχίας, στέλνει στη γυναίκα του δώρο «ένα ανεμιστήρα, τον οποίο ευρήκα αδέσποτον…», ενώ ευρισκόμενος στο μέτωπο της Ηπείρου της παραγγέλνει «δύο τενεκέδες δανικό βούτυρο δια τον καφέ μου» και «κονσέρβες της Κερκύρας με ντομάτες παραγεμισμένες και ιμάμ μπαϊλντί, από τα μικρά κουτιά».
Ταξικά άνισα μοιράζεται το πολεμικό κόστος, αλλά και τα κέρδη. Όρος για την σύναψη δανείου το Μάρτιο του 1913, μεταξύ του κράτους και της Εθνικής Τράπεζας (με συμμετοχή των Ζαρίφη, Ευγενίδη, Βαλλιάνους, της Εμπορικής, της Τράπεζας Ανατολής κλπ) είναι η επέκταση του εκδοτικού προνομίου της τελευταίας σε Κρήτη, Μακεδονία, Ήπειρο, “πριν ακόμα καθορισθούν τα όρια τους και επιδικασθούν διπλωματικά στην Ελλάδα”, επισημαίνει ο Γ.Αντωνόπουλος. Ο Γ.Βεντήρης υπολογίζει τα πολεμικά κέρδη: “ο δημόσιος προϋπολογισμός ηυξήθη κατά 100 εκ.χρυσών δραχμών. Ο εμπορικός στόλος ανεπτύσσετο αλματωδώς. Η αγροτική οικονομία ήλλαξε σχεδόν όψιν. Η καπνοπαραγωγή των βορείων περιφερειών, η ελαιουργία των νήσων, η δασοκομία της Μακεδονίας έδωκαν ευρωστίαν και ποικιλίαν. Η βιομηχανία ήτο παράσητος. Τώρα καθίστατο αληθής παράγων εθνικού πλούτου. Από 115 εκ. η βιομηχανική εξαγωγή υπερέβη τα 200 εκ. χρυσών δρ.”. Βαλκάνιοι στρατιώτες-χωρικοί που προσδοκούσαν τμήμα της κατακτημένης γης, βλέπουν να μοιράζεται μεταξύ τσιφλικάδων-αξιωματικών-πολιτικάντηδων.
Τέλος, ο στόχος Σοσιαλιστικής Ομοσπονδίας στερείται επαναστατικού υποκειμένου, ενώ οι εργάτες θυσιάζουν τα ταξικά τους συμφέροντα και θυσιάζονται για τα “εθνικά”. Οι αστικές εκδοχές Βαλκανικής Ομοσπονδίας (βλέπε και Παπαναστασίου), συνεννόησης αποτυχαίνουν γιατί κάθε αστική τάξη διεκδικεί οικονομική-πολιτική πρωτοκαθεδρία και οι ιμπεριαλιστές επεμβαίνουν.
Όμως εν μέσω πολεμικού ολέθρου ανθίζει η αλληλεγγύη. Κάποιοι δηλώνουν: «Φτάνει». Στο μεσοδιάστημα των δύο πολέμων σημειώνεται απειθαρχία, στάσεις, λιποταξίες και δολοφονίες αξιωματικών (ιδιαίτερα στον βουλγάρικο στρατό). Οι στρατιώτες κουράστηκαν. Αρνούνται να αλληλοσκοτωθούν οι πρώην ομόθρησκοι σύμμαχοι-φαντάροι.
Οι εχθροπραξίες ξαναρχίζουν, αλλά στις 8 Ιουλίου 1913, Σέρβοι και Βούλγαροι στρατιώτες, σταμάτησαν να μάχονται, στον τομέα ανάμεσα Σουλτάν-Τεπέ και Γκιούσεβο. Ολόκληροι λόχοι και από τις δύο πλευρές παραδόθηκαν ως αιχμάλωτοι. Δεν υπακούουν. Απειθαρχούν. Ενώ, οι αξιωματικοί κρύβονται, εκλέγουν κοινή επιτροπή, καθορίζουν τα μεταξύ τους σύνορα, διευθετούν τις παρεξηγήσεις και κάνουν Ανακωχή.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
• Γ.ΒΕΝΤΗΡΗ, Η ΕΛΛΑΣ ΤΟΥ 1910-1920-ΙΚΑΡΟΣ
• Δ.ΒΙΣΒΙΖΗ-ΔΟΝΤΑ, ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ-ΣΑΚΚΟΥΛΑ
• Ι.ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ, ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΚΑΙ ΗΡΩΩΝ ΑΙΜΑ-ΠΕΛΕΚΑΝΟΣ
• Φ.Σ.ΔΡΑΓΟΥΜΗ, ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ (1912-1913)-ΔΩΔΩΝΗ
• ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΤΟΝ 19ο ΑΙΩΝΑ-ΘΕΜΕΛΙΟ
• ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ.
ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ-ΚΙΝΗΣΗ ΑΡΙΣΤΕΡΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ-ΑΡΧ/ΚΟΥ
• Η ΕΛΛΑΔΑ ΤΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΚΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ 1910-1914, ΕΛΙΑ.
• ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΠΌ ΤΟ ΜΕΤΩΠΟ,
ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ 1912-1913-ΕΛΙΑ
• ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ-ΒΙΒΛΙΟΡΑΜΑ.
• Δ.ΛΙΘΟΞΟΟΥ, ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΑΝΤΙΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ-ΜΕΓΑΛΗ ΠΟΡΕΙΑ
• M.MAZOWER, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΠΟΛΗ ΤΩΝ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΩΝ-ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
• Λ.ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ, ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ (1912-1913)-ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
• Λ.ΤΡΟΤΣΚΙ, ΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ 1912-1913-ΘΕΜΕΛΙΟ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου