Πηγή: http://www.politikokafeneio.com/
II. ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ
Α. ΝΕΚΡΟΙ:
Βαρύς υπήρξεν ο φόρος του αίματος εις νεκρούς και τραυματίας ο καταβληθείς δια την καταστολήν δια την καταστολήν της εξεγέρσεως του Πολυτεχνείου. Και των μεν τραυματιών τον αριθμόν, ήγγισε, μετά βεβαιότητας μάλλον, η έρευνα. Ανεξιχνίαστος, όμως, παραμένει εισέτι ο ακριβής αριθμός των νεκρών. Σύντονοι κατεβλήθησαν προς την κατεύθυσιν ταύτην προοπάθειαι και πέραν των αμέσως η εμμέσως περιερχομένων εις γνώσιν μου έκκλησις δια του Τύπου δημοσία διετυπώθη, όπως καταγγελθώσιν ή αναφερθώσι περιπτώσεις θανάτων ή και εξαφανίσεων ατόμων συνεπεία των γεγονότων του Πολυτεχνείου. Και είναι αληθές ότι ουδέν περιοτατικόν κατηγγέλθη. Δεν αντλείται, όμως εντεύθεν απόδειξις περί ανυπαρξίας τοιούτων. Διότι κατά τη διαδρομήν της ερεύνης εβεβαιώθησαν ή και απλώς επιθανολογήθησαν περιστατικά εδραιούντα παρ' εμοί την πεποίθησιν ότι οι νεκροί εκ των γεγονότων του Πολυτεχνείου υπήρξαν περισσότεροι των επισήμως ανακοινωθέντων. Δι' ο και κατανοώ τα ελατήρια της σιωπής των παθόντων.
Περί πάντων τούτων, όμως, αναλυτικώτερον, ως ακολούθως, αφού προηγουμένως τονισθεί ότι ουδείς απολύτως εκ των σπουδαστών του Πολυτεχνείου εφονεύθη κατά το ανωτέρω τριήμερον (οράτε υπ' αριθμ. 33437 /11.10.74 έγγραφον της Συγκλήτου του Πολυτεχνείου προς υμάς).
α) Επισήμως ανακοινωθέντες νεκροί είναι οι ακόλουθοι
1. Διομήδης Ιωάννου Κομνηνός, ετών 17, μαθητής. Εφονεύθη έξωθι του Πολυτεχνείου περί ώρα 22.15' της 16.11.73. Βασίμως πιθανολογείται ότι δράστης του φόνου τούτου είναι ο προεκτεθείς Συνταγματάρχης.
2. Βασίλειος Παναγιώτου Φαμέλλος, ετών 26. Εφονεύθη εγγύς του υπουργείου Δημοσίας Τάξεως περί ώρα 22.30' της 16.11.73, βληθείς προφανώς υπό τίνος των εκ του υπουργείου πυροβολούντων.
3. Toril Engelend, σπουδάστρια, Νορβηγίς. Εφονεύθη εις την πλατείαν Αιγύπτου περί ώρα 23.30'της 16.11.1973 παρ' αγνώστου δράστου.
4. Γεώργιος Ανδρέου Σαμούρης, σπουδαστής, ετών 22. Εφονεύθη υπ' αγνώστου εις άγνωστον σημείον εξ επαφής περί το μεσονύκτιον της 16.11.1973 και το πτώμα του μετεφέρθη και απερρίφθη εις την διασταύρωσιν των οδών Καλλιδρομίου και Ζωσιμάδων (Κατάθεσις υπ' αριθμ. 137).
5. Αλέξανδρος Ευστρατίου Σπαρτίδης, ετών 16, μαθητής. Εφονεύθη επί της οδού Κότσικα (παρόδου Πατησίων) την 10.20 ώραν της 17.11.1973, βληθείς υπό στρατιωτών εκ του κτιρίου του ΟΤΕ.
6. Μάρκος Δημητρίου Καραμάνης, ετών 23. Εφονεύθη ευρισκόμενος εις την επί της οδού Πατησίων και Αιγύπτου 1 πολυκατοικίαν την 10.30 ώραν της 17.11.1973, βληθείς ομοίως υπό στρατιωτών εκ του κτιρίου του ΟΤΕ.
7. Βασίλειος Καράκας, Τούρκος υπήκοος, ετών 43. Εφονεύθη εις την πλατείαν Αιγύπτου περί ώραν 13.00' της 17.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος μάχης.
8. Δημήτριος Θεοφ. Θεοδώρας, ετών 6. Εφονεύθη επί της οδού Ορεινής Ταξιαρχίας Ζωγράφου περί ώραν 13.30 της 17.11.1973, βληθείς υπό στρατιώτου ευρισκομένου έμπροσθεν του Ναού του Αγίου Θεράποντος.
9. Βασιλική Φωτίου Μπεκιάρη, ετών 17. Εφονεύθη ευρισκομένη εις την ταράτσα της επί της οδού Μεταγένους 8 - Νέος Κόσμος οικίας της περί ώρα 12.30' της 17.11.1973, δεχθείσα εις την κεφαλήν της βλήμα αδέσποτον άρματος.
10. Γεώργιος Αλεξάνδρου Γεριτσίδης, ετών 48, εφοριακός υπάλληλος. Εφονεύθη ευρισκόμενος εν Ν. Λιοσίοις προς εκτέλεσιν υπηρεσίας περί ώραν 12.15' της 17.11.1973 δεχθείς ομοίως βλήμα αδέσποτον άρματος μάχης εις την κεφαλήν.
11. Νικόλαος Πέτρου Μαρκουλής, ετών 25. Εφονεύθη παρά την πλατείαν Βάθης περί ώραν 11.00'της 17.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος μάχης.
12. Στυλιανός Αγαμ. Καραγεώργης, ετών 19, εργάτης. Ετραυματίσθη θανασίμως επί της οδού Πατησίων, έμπροσθεν του κινηματογράφου ΕΛΛΗΝΙΣ, περί ώρα 10.00'της 17.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος και απεβίωσεν εις το ΚΑΤ την 30.11.1973.
13. Ανδρέας Στεργίου Κουμπος, ετών 63. Ετραυματίσθη σοβαρώς διερχόμενος την οδό Καποδιστρίου περί ώρα 14.00' της 18.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος και απεβίωσε την 30.1.1974.
14. Μιχαήλ Δημήτριου Μυρογιάννης, ετών 20. Εφονεύθη εις την διασταύρωσιν των οδών Πατησίων και Στουρνάρα περί ώραν 13.30' της 18.11.73, βληθείς δια περιστρόφου εις την κεφαλήν και
15. Κυριάκος Δημητρίου Παντελάκης, ετών 45, δικηγόρος. Ετραυματίσθη σοβαρώς επί της οδού Γλάδστωνος περί ώραν 12.40' της 18.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου επί της οδού Πατησίων άρματος και απεβίωσεν την 18.12.1973.
β) Νεκροί πλήρως βεβαιωθέντες:
1. Σπύρος Κοντομάρης, δικηγόρος. Απεβίωσεν τας απογευματινός ώρας της 16.11.73 ευρισκόμενος επί της οδού Γεωργίου Σταύρου, συνέπεια θανατηφόρου επενέργειας των ριπτομένων υπό της αστυνομίας αερίων (κατάθ. υπ' αριθμ. 93).
2. Αικατερίνη Αργυροπούλου, ετών 75. Ετραυματίσθη σοβαρώς ενώ ευρίσκετο εις την εν Αγ. Αναργύροις οικίαν της περί ώραν 11.00' της 17.11.1973, δεχθείσα αδέσποτον βλήμα άρματος και απεβίωσεν κατά μήνα Μάιον 1974 και
3. Δημήτριος Παπαϊωάννου, ετών 60, ιδιωτικός υπάλληλος. Απεβίωσεν την μεσημβρίαν της 17.11.1973 εκ προσφάτου εμφράγματος του μυοκαρδίου κατά την ιατροδικαστικήν έκθεσιν σοβαρώς όμως, υπό της συζύγου του αμφισβητούμενης και υποστηριζούοης ότι ο σύζυγος της απεβίωσεν είτε βληθείς δι' όπλου, είτε υποστάς συγκοπήν εκ των ριπτομένων αερίων, καταθεσάσης δε ότι μόνον εις το Νεκροταφείον της επετράπη να πλησιάσει απλώς και να ατενίσει το πρόσωπον του νεκρού συζύγου της.
γ) Νεκροί βασίμως προκύπτοντες:
1. Ο ιατρός - χειρουργός Γεώργιος Γρηγοριάδης, μετά λόγου γνώσεως καταθέτει ότι ο ίδιος προσωπικώς αντελήφθη και διεπίστωσεν ιατρικώς τον θάνατον (2) δύο αγνώστων νέων, πληγέντων: Του μεν ενός εις την πλατείαν Βικτωρίας περί ώραν 11.00' της 17.11.1973 δια βλήματος περιστρόφου υπό Ανθυπασπιστού της Χωροφυλακής ριφθέντος, του δε ετέρου εις την οδόν Γ Σεπτεμβρίου περί ώραν 12.00' της 18.11.1973 δια βλήματος διερχομένου άρματος (κατάθ. υπ' αριθμ. 25).
2. Η μάρτυς Παναγ. Παπακυριακού καταθέτει περί θανάσιμου τραυματισμού μικράς κορασίδος, ηλικίας 9 περίπου ετών, εις την γωνίαν των οδών Πατησίων και Κλωναρίδου περί ώραν 14.00 της 17.1.1.1973 εκ βλημάτων διερχομένου άρματος, εξ ων και η ιδία ετραυματίσθη βαρύτατα (κατάθ. υπ' αριθμ. 168).
3. Ο φοιτητής Λεωνίδας Ανωμερίτης, καταθέτει περί θανάσιμου τραυματισμού νεαράς μαθήτριας, εντός του χώρου του Πολυτεχνείου ευρισκόμενης, περί ώρα 11.45' της 16.11.1973, δια βλήματος ριφθέντος εκ του εκτός του Πολυτεχνείου χώρου (κατάθ. υπ. αριθμ. 32).
4. Ο Φαρμακοποιός Αλέξανδρος Παναγόπουλος καταθέτει ότι, ότε προ του μεσονυχτίου της Παρασκευής 16.11.1973, επεσκέφθη μετά της συζύγου του το Πολυτεχνείον προς παροχήν υπηρεσιών εις τους τραυματίας και εισήλθεν εις το αυτόθι υπάρχον πρόχειρον ιατρείον, ιδίοις όμμασιν αντελήφθη την ύπαρξιν (3) τριών νεκρών και μιας γυναικός θανασίμως τραυματισθείσης, τα τραύματα των οποίων σαφώς περιγράφει. Προσθέτει δε ότι εκ μελών της Συντονιστικής Επιτροπής Φοιτητών έλαβε την πληροφορίαν ότι είχαν και οκτώ (8) εισέτι νεκρούς, τα πτώματα των οποίων είχον τοποθετηθεί και εφυλάσσοντο εις παρακείμενον χώρον ίνα μη υποπέσουν εις αντίληψιν των σπουδαστών και προκληθή πανικός (κατάθ. υπ' αριθμ. 245).
5. Περί των ανωτέρω νεκρών σαφώς καταθέτουν και σπουδασταί, μέλη της Συντονιοτικής Επιτροπής, οι οποίοι και περιγράφουν με ενάργειαν τα τραύματα τα οποία έκαστος των νεκρών συναδέλφων των έφερεν (Οράτε καταθέσεις υπ' αριθμ. 41,45 και 217). Και ναι μεν ο εις εκ των ανωτέρω μαρτύρων (217) καταθέτει και περί τα είκοσι δύο (22) πτωμάτων, άτινα ο ίδιος ούτος προσωπικώς αντελήφθη, περιστατικόν όπερ δεν επεβεβαιώθη, πλην σοβαροί διάτην αλήθειαν των κατατιθεμένων προκύπτουν ενδείξεις εκ της προεκτεθείσης καταθέσεως Αλέξ. Παναγοπούλου, όστις και αναφέρει ότι αντελήφθη θάλαμον υπό του περιβόητου Πίμπα - πράκτορας της ΚΥΠ (κατάθ. υπ' αριθμ. 29 και 176 μετά μαγνητοταινίας) - φρουρούμενον, εις ον υπήρχον άνθρωποι δήθεν κοιμώμενοι, ων, όμως, η στάσις και η όλη εμφάνισις εις πολλάς τον ανωτέρω μάρτυρα ενέβαλεν υποψίας (οράτε κατάθεσιν). Ανακήπτει βεβαίως το ερώτημα τι εγένοντο οι νεκροί αυτοί και σοβαρά δια τους αντιλέγοντας αντλούνται εντεύθεν επιχειρήματα. Όμως προσφέρουν ίσως απάντησιν τα υπό των φυλάκων του νεκροθαλάμου του Ρυθμιστικού Κέντρου Αθηνών κατατιθέμενα. Ο μεν Νικ. Νίκας καταθέτει ότι κατά την διάρκειαν της υπηρεσίας του μέχρι της 23.00' ώρας της 16.11.1973 παρέλαβε και ετοποθέτησε εις τον νεκροθάλαμον επτά (7) πτώματα νέων ανδρών, ηλικίας 22-25 ετών, τα οποία δεν συνωδεύοντο από πιοτοποιητικόν θανάτου και κάρταν περί της ταυτότητος του νεκρού (κατάθ. υπ' αριθμ. 80). Ο εκ του ανωτέρω παραλαβών ακολούθως υπηρεσίαν Ιωάννης Μάρας, καταθέτει ότι από της 23.00' ώρας της 16.11.1973 μέχρι 7.00' της 17.11.1973 παρέλαβεν και ετοποθέτησεν εις τον νεκροθάλαμον επτά (7) πτώματα, νέων ομοίως ανδρών, ηλικίας 20-35 ετών, έκτων οποίων τα τέσσερα (4) ήταν αγνώστου ταυτότητος (κατάθ. υπ' αριθμ. 89). Και ούτω κατά την τραγικήν εκείνην νύχτα των γεγονότων, 16 προς 17 Νοεμβρίου 1973, ένδεκα (11) πτώματα αγνώστων νέων διακομίζονται εις το Ρυθμιστικόν Κέντρον Αθηνών, άτινα, όμως, πλην ενός (κατά τα επίσημα στοιχεία του Νοσοκομείου) ουδαμού εμφανίζονται, ούτε καταχωρίζονται! Και η ανυπαρξία επισήμων στοιχείων εν τω Νοσοκομείω δεν αποδεικνύει βεβαίως την ανυπαρξίαν πτωμάτων, διότι αι καταθέσεις είναι κατηγορηματικοί και σαφείς και πλήρως εκ της ερεύνης εβεβαιώθη ότι ουδεμία εγένετο επίσημος εγγραφή του πλήθους των εισαγομένων τότε τραυματιών εις το Γενικόν βιβλίον της πύλης. Μόνον οι αυτόθι ευρισκόμενοι αστυνομικοί εμερίμνων δια τα καθ' εαυτούς περί τούτου και τα υπ' αυτών συλλεγέντα στοιχεία, κατά το μάλλον ακριβή, μετά των εν συνεχεία εις τα βιβλία των κλινικών του Νοσοκομείου εγγραφών, προσέφεραν ημίν αποδείξεις περί του αριθμού των διακομισθέντων εις το Ρυθμιστικόν τραυματιών! Θα ήτο μάταιον επομένως να ερευνηθή περαιτέρω, μολονότι επεχειρήθη, τι εγένοντο οι νεκροί ούτοι! Επισημαίνομεν μόνον το πρόβλημα και τονίζομεν ότι τα υπό των ανωτέρω κατατιθέμενα πλήρως εναρμονίζονται προς τα υπό των σπουδαστών υποστηριζόμενα ως προς τον αριθμόν των δέκα (10) περίπου νεκρών.
6. Πλήρως εκ των εκτεθέντων εβεβαιώθη η εν ψυχρώ δολοφονία νέου ανδρός εις το Ρυθμιστικόν Κέντρον Αθηνών υπό των αυτόθι υπηρετούντων, κατά την τραγικήν αυτήν νύκτα, αστυνομικών (καταθέσεις υπ' αριθμ. 69, 70, 77, 79, 86 και 94), αλλά και δευτέρα τοιαύτη θανατώσεως τραυματίου συνεπεία ξυλοδαρμού, εις χείρας του ιατρού χειρουργού Λέων. Παπασταματίου (κατάθ. υπ' αριθμ. 86) αποβιώσαντος. Τι εγένοντο οι δύο (2) ούτοι νεκροί; Διότι είναι πλήρως βεβαιωμένον ότι ουδείς εξ αυτών ευρίσκεται εις τον κατάλογον των εξ (6) επισήμων νεκρών του Ρυθμιστικού, εξ ων μάλιστα μόνον εις (ο άγνωστος αρχικώς και γνωστός ακολούθως Βασ. Φαμέλλος) διεκομίσθη κατά τον επίμαχον χρόνον της νυκτός της 16ης προς 17ην Νεομβρίου 1973. Επίτασις της αγωνίας εκ του τιθεμένου προβλήματος! Δι' ο και ο προεκτεθείς ιατρός - χειρουργός, προσωπικώς παρακολουθήσας τα γεγονότα εις το Ρυθμιστικόν και εις την επιχείρηση/ σωτηρίας, συμμετασχών ειδικώς περί του αριθμού των εν τω Ρυθμιστικοί νεκρών εκ των γεγονότων του Πολυτεχνείου ερωτηθείς, καταθέτει ότι πρέπει ν' ανέρχωνται εις είκοσι (20) ή είκοσι πέντε (25) και αιτιολογεί διατί (Οράτε κατάθεσιν ομοίως και τας 47 και 98). Εκ των εκτεθέντων δήλον καθίσταται ότι εις τους καταλόγους των επισήμως ανακοινωθέντων δέκα πέντε (15) νεκρών και υπό της ερεύνης βεβαιωθέντων τριών (3) τοιούτων δέον να προστεθούν και έτεροι δέκα έξι (16) τουλάχιστον βασίμως προκύπτοντες, οίτινες, τονιστέον και πάλι, ουδεμίαν έχουν, ως προς την ταυτότητα, σχέσιν με τους επισήμως ανακοινωθέντος. Παραμένει βεβαίως πάντοτε το ερώτημα: Τι εγένοντο τα πτώματα των νεκρών τούτων και διατί οι οικείοι των εξακολουθητικώς σιωπούν; Δεν είναι εύκολος η απάντησις εις τον χαράσσοντα τας γραμμάς ταύτας. Είναι υποχρέωσις, όμως, η έναντι του προβλήματος θέσις και η κατανόησις των ανερμήνευτων ή αδυνάτων. (Οράτε σχετικώς κατάθεσιν Δημ. Πίμπα, υπ. αριθμ. 71)
δ) Νεκροί εκ διαδόσεων πιθανολογούμενοι:
Πολλά τω όντι περί μεγάλου αριθμού νεκρών διαδίδονται και θρυλούνται. Διάφοροι κατάλογοι περί τούτων κυκλοφορούν, δύο των οποίων αναφερόντες ονόματα νεκρών 46 και 59, αντιστοίχως, περιήλθαν εις χείρας μου και απετέλεσαν αντικείμενον ειδικής, επισταμένης και αγωνιώδους ερεύνης. Αμφότεροι εκυκλοφόρησαν το πρώτον εις την αλλοδαπήν και ο εις εξ αυτών επιμέλεια πολλών γνωστών Ελλήνων, εις το εξωτερικόν κατά την εποχήν της Δικτατορίας ευρισκομένων. Είναι αμφότεροι ελλιπείς κατά τα στοιχεία των και η επ' αυτών έρευνα εις ουδέν το συγκεκριμένον απέληξε. Βεβαίως ο πρώτος αυτών κατετέθη παρά προσώπου λίαν αξιόπιστου, βεβαιώσαντος περί της σοβαρότητος της ερεύνης και της εγκυρότητος των πορισμάτων αυτής εν τη αναγραφή των ονομάτων του καταλόγου. Εξ ουδενός, όμως, ετέρου στοιχείου ενισχύθη η άποψις αυτή και των αναγραφομένων ονομάτων η συμπλήρωσις δεν επετεύχθη, ίνα διευκλυνθή ακολούθως η έρευνα εν τη αναζητήσει της αληθείας. Ο έτερος των καταλόγων κατά πολύ ελλιπέστερος εμφανίζεται κατά το περιεχόμενόν του και ουδέν ουδαμόθεν προσφέρεται προς επιβεβαίωσίν του. Ο υιοθετήσας τούτον μάρτυς επί της υποθέσεως και μηνυτής Γρηγόριος Παπαδάτος, ειδικώς εφ' ημών κληθείς όπως προσκόμιση ή κατονομάση έστω στοιχεία ενισχυτικά των απόψεων του, ουδέν περί του αντικειμένου τούτου κατέθεσεν. Σοβαρώς εξ ετέρου εκ της ερεύνης ημών επιθανολογήθη ότι εξ (6) εκ των αυτώ αναφερομένων ονομάτων αφορούν τους τραυματίας των γεγονότων, ενώ πλήρως εβεβαιώθη ότι όνομα αναμφισβητήτως νεκρού, του Αλεξ. Σπαρτίδη, δεν αναφέρεται εν αυτών (οράτε το από 20.7.74 ενημερωτικόν σημείωμα Γεν. Ασφαλείας και της υπ' αριθμ. 51075 Φ. 680 /15 /14.10.74 αναφοράν της προς υμάς). Ουδείς βεβαίως δύναται να αποκλείση το ενδεχόμενον μήνυμα αληθείας εκ των καταλόγων τούτων να εκπορεύεται και πολλοί ή και άπαντες οι προαναφερθέντες, αριθμητικώς μόνον ως βασίμως προκύπτοντες, νεκροί να αποτελούν μέλη των εν αυτοίς αναγραφομένων ομάδων ή και να αναφέρονται εις αυτούς αι υπό ετέρων μαρτύρων κατατιθέμενοι, ανεπιβεβαίωτοι όμως παραμένουσαι περιπτώσεις πιθανών νεκρών (οράτε καταθέσεις υπ' αριθμ. 183, 209, 218, 255, 50 και 55). Τα ενδεχόμενα όμως ταύτα πόρρω αφίστανται του ασφαλούς και βέβαιου, όπερ και μόνον δύναται να αποτελέση στοιχείον αποδεικτικόν. Οίκοθεν νοείται ότι η αυτή προσήκει απάντησις και υπεύθυνος θέσις και έναντι των περί υπάρξεως ομαδικών τάφων διαθρυλουμένων, μολονότι σκληρά δια τον γράφοντα υπήρξε δοκιμασία η λήψις της καταθέσεως ατόμου, στρατιώτου όντος κατά την ερευνωμένην περίοδον, όστις, δια των κατατεθέντων του και της όλης του τραγικής - αληθώς - εμφανίσεως, πολλάς και συγκλονιστικός μοι προεκάλεσεν ανησυχίας και απορίας (κατάθεσις υπ' αριθμ. 190).
Β. ΤΡΑΥΜΑΤΙΑΙ:
Είναι αληθώς μέγας ο αριθμός των τραυματιών. Κατά τα υπό της ερεύνης ημών συλλεγέντα στοιχεία και δη τας υπό των Νοσοκομείων, Κλινικών και Ιατρών υποβληθείσας καταστάσεις, οι επισήμως γνωσθέντες τραυματίαι του από 16ης μέχρι και 19ης Νοεμβρίου 1973 αιματηρού τριημέρου ανέρχονται εις χίλιους εκατόν τρεις (1.103) πολίτας και 61 αστυνομικούς. Εις τούτους δέον να προστεθούν και ανεξακρίβωτον πλήθος ετέρων πολιτών οίτινες ή εφυγαδεύοντο υπό των ιατρών ή ενοσηλεύοντο οίκοι, ή και ουδαμού προς νοσηλείαν κατέφευγαν, φοβούμενοι προφανώς δυσάρεστους δι' αυτούς ή τας οικογενείας των εξελίξεις. Τα πλήρη στοιχεία ταυτότητος των τραυματιών τούτων απολύτως βεβαιούνται εκ των υποβληθεισών τη ερεύνη και συνημμένων τη παρούση σχετικών καταστάσεων. Ελαχίστων εκ των τραυματιών τούτων ελήφθησαν καταθέσεις, καθ' όσον η εξέτασις απάντων θα απήτει χρόνον μακρόν, η διάθεσις του οποίου κείται εκτός των πλαισίων της υπ' εμού ενεργηθείσης προκαταρκτικής ερεύνης.
Γ. ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΑΙ ΚΑΙ ΦΘΟΡΑΙ:
Θλιβερός και προς την κατεύθυνσιν ταύτην υπήρξεν των ερευνωμένων γεγονότων ο απολογισμός εντός και εκτός του Πολυτεχνείου. Και δια τας μεν εντός του Πολυτεχνείου καταστροφάς και φθοράς συνετάγη η από 18.11.73 έκθεσις των συναδέλφων Εισαγγελέων Πρωτοδικών Ιωάννου Κυριαζή και Βασιλείου Παπά, ήτις και εμπεριέχει συγκεκριμένος, κατά περιγραφήν, όμως μόνον και ουχί κατ' εκτίμησιν, διαπιστώσεις, ως προς δε τας εκτός του Πολυτεχνείου τοιαύτας προέβησαν εις απολογισμόν τα κατά περιφερείας αρμόδια Αστυνομικά Τμήματα, αι διαπιστώσεις των οποίων εμπεριέχονται εις το παράρτημα Α' της υπ' αριθμ. 18148 Φ. 650.10/21.11.73 αναφοράς της Αστυνομικής Διευθύνσεως Αθηνών προς το υπουργείον Δημοσίας Τάξεως (οράτε τα στοιχεία ταύτα). Αναγκαίον ήδη καθίσταται όπως εις τα πλαίσια της παρούσης ερεύνης και επί τω τέλει της και επί του παρόντος αντικειμένου διακριβώσεως αξιοποίνων πράξεων, μη εμπιπτουσών εις την δια του Π.Δ. 519/74 αμνηστίαν, ως και της επισημάνσεως δραστών, ύπαρξη συγκεκριμένη και υπεύθυνος θέσις, ίνα ακολούθως ενεργηθούν τα περαιτέρω νόμιμα. Εντονίσθη ανωτέρω και είναι πεποίθησις του γράφοντος εκ της εκτιμήσεως των ανά χείρας στοιχείων απορρέουσα ότι πλήθος εξωφοιτητικών στοιχείων και πράκτορες μυστικών και άλλων υπηρεσιών ευρίσκοντο μεταξύ των σπουδαστών εντός και εκτός του Πολυτεχνείου κατά το περί ου πρόκειται αιματηρόν προσιδιάζουσα, αλλ' ηρωική αληθώς η προσπάθεια των σπουδαστών να διαφυλάξουν, προστατεύσουν να περιφρουρήσουν το ίδρυμα και τα περιουσιακά του στοιχεία. Είναι ομόθυμος, συγκινητική και λίαν αποκαλυπτική η επί του θέματος τούτου θέσις απάντων των εξετασθέντων καθηγητών του Πολυτεχνείου. Προσωπικώς πολλοί εξ αυτών διεπίστωσαν την ανησυχίαν και αληθή αγωνίαν των σπουδαστών να προστατεύσουν το ίδρυμα, αίτινες και υλοποιήθησαν εις λήψιν συγκεκριμένων υπ' αυτών μέτρων. Ειδικοί πινακίδες εφιλοτεχνήθησαν και ανηρτήθησαν εις τας θύρας εργαστηρίων διάτων φράσεων: «Συνάδελφοι προσοχή» και «απαγορεύεται η είσοδος» και σκοποί ειδικώς προ αυτών ετοποθετήθησαν. «Προσωπικώς - γνωρίζω - καταθέτει ο καθηγητής Θεόδωρος Σκουλικίδης - ότι οι σπουδαοταί εφρούρουν οι ίδιοι τα εργαστήρια, έναντι ξένων στοιχείων που επεχείρησαν να εισδύσουν εντός αυτών και μέχρι της 4ης απογευματινής της 16.11.73 ουδεμία απολύτως ζημία ή φθορά είχε προκληθή εις αυτά. Πεποίθησις μου είναι ότι αι εμφανισθείσαι εις το ίδρυμα ζημίαι και διατυμπανισθείσαι, αφ' ενός δεν ήσαν όσαι ανεκοινώθησαν, ως επισήμως εβεβαιώθη υπό ειδικής επιτροπής εκ καθηγητών, αφ' ετέρου δε προεκλήθησαν υπό στοιχείων ξένων προς τους οπουδαστάς. Επί του σημείου τούτου είμαι κατηγορηματικός, διότι γνωρίζω την ανωτερότητα, την ωριμότητα και τον σεβασμόν των σπουδαστών προς το ίδρυμα» (κατάθεσις υπ' αριθμ. 10). Υπό το αυτό πνεύμα και μετά κατηγορηματικότητος καταθέτουν ο πρύτανις Κων. Κονοφάγος και οι καθηγηταί: Περ. Θεοχάρης, Παν. Λαδόπουλος, Γεώργιος Βέης, Νικόλαος Κουμούτσος, Παύλος Σακελλαρίδης, Θεοχ. Πολυχρονόπουλος και ο Επιμελητής Βασίλειος Ιατρίδης. Ο τελευταίος μάλιστα ούτος, προσωπικώς μοχθήσας και μετά των σπουδαστών συνεργασθείς δια την προστασίαν του ιδρύματος και την περιφρούρησιν των περιουσιακών του στοιχείων, αναλυτικώς εις ειδικόν υπόμνημα εξιστορεί την ηρωικήν ταύτην προσπάθειαν και επιλέγει ότι «εγκατέλειψα το Πολυτεχνείον περί ώραν 22.15' αφήνοντας τα πάντα εις την αυτήν κατάστασιν εις ην τα εύρον την Πέμπτην το πρωί» (οράτε καταθέσεις, υπ' αριθμ. 10, 11, 12, 16, 22, 37, 39, 132 και 175). Και περί πάντων τούτων καταθέτουν διακεκριμένοι ακαδημαϊκοί διδάσκαλοι και η μαρτυρία των προς την αλήθειαν αναμφισβητήτως στοιχείται. Δι' ο και είναι εύλογον, στοιχειώδους, καλής πίστεως επακόλουθον, να σκεφθή τις περαιτέρω ότι εάν τοιούτον πνεύμα ανωτερότητας και πολιτισμού εχαρακτήριζε τας εκδηλώσεις των σπουδαστών μέχρι της ως είρηται ώρας, θα ήτο ψυχολογικώς αδιανόητον και πραγματικώς αδύνατον το ούτω πως εκδηλώθεν υψηλόν αγωνιστικόν ήθος να μεταβληθή την υστάτην στιγμήν, ότε ο φόβος πλέον συνείχε τα πάντα, εις βάρβαρον ηροστράτειον μένος. Αλλά και δια τον παραμένοντα τυχόν δύσπιστον και μεμψίμοιρον υφίσταται και ετέρα, καταλυτική πάσης αμφιβολίας απάντησις. Προέρχεται εκ της καταθέσεως του καθηγητού Θεοχ. Πολυχρονοπούλου η εξής: Την πρωίαν του Σαββάτου 17.11.73, ότε οι «βάνδαλοι» είχον εκδιωχθή του Πολυτεχνείου, επεσκέφθη το γραφείον του και με πολλήν ικανοποίησιν και ανακούφισν διεπίστωσεν ότι «δεν είχεν υποστή ζημίας εκ των γεγονότων και τα προσωπικά του αντικείμενα ευρίσκοντο εις τας θέσεις των». Ότε όμως μετά μίαν εβδομάδα μετά την υπό των Αρχών Παράδοσιν του Πολυτεχνείου εις την Σύγκλητον, επεσκέφθη και πάλιν το γραφείον του ευρέθη προ καταστάσεως εντελώς διαφόρου και αντιθέτου της προηγουμένης. Πολλά προσωπικά του αντικείμενα και υπηρεσιακά τοιαύτα, όπως εις προβολεύς διαφανειών, είχον εξαφανισθή και «ενώπιον του παρουσιάσθη εικών γραφείου λεηλατημένου»! Ποιοι άραγε είναι οι δράσται του βανδαλισμού τούτου; Όχι βεβαίως οι οπουδασταί, οίτινες εις την γενικότητα, των τότε λεκτικών διανθισμάτων και δια το αντικείμενο τούτου, ατυχώς, εδέχθησαν ρύπους και έσυρον της αποδοκιμασίας την κατακραυγήν! Και το συμπέρασμα είναι ότι κλοπαί διεπράχθησαν και φθοραί διακεκριμένοι εις βάρος της περιουσίας του Πολυτεχνείου προεκλήθησαν, υπό προσώπων μη συνδεομένων προς τον σπουδαστικόν κόσμον. Ως προς το ύψος ήδη της ούτω προξενηθείσης εις βάρος του Πολυτεχνείου ζημίας βεβαιούται ότι ανέρχεται εις το ποσόν του 1.268.153 (οράτε τα υπ' αρθ. Ε.Π. 804 / 74 έγγραφον του Πρυτάνεως μετά της συνημμένης αυτώ επισήμου εκθέσεως εκτιμήσεως).
III. ΝΟΜΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΘΕΝΤΩΝ
Α' ΑΞΙΟΠΟΙΝΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ:
Τα εκτεθέντα πραγματικά περιστατικά, αναγόμενα ήδη εις την του προσήκοντος κανόνος δικαίου εφαρμογήν, στοιχειοθετούν, κατά τη γνώμην ημών, τας ακολούθως αξιοποίνους πράξεις:
1. Ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως εν συρροή (αρ. 94 παρ. 1 και 299 παρ. 1 Π.Κ.).
2. Απόπειρας ανθρωποκτονιών κατά συρροήν (αρ. 42.94 παρ. 1 και 299 παρ. 1 Π.Κ.).
3. Επικίνδυνους σωματικάς βλάβας κατά συρροήν (αρ. 94 παρ. 1, 308 και 309 Π.Κ.).
4. Παρανόμους κατακρατήσεις (αρ. 325 Π.Κ.).
5. Φθοράς πραγμάτων χρησιμευόντων εις κοινόν όφελος (αρ. 381 παρ. 1 και 382 εδ. α' Π.Κ.).
6. Πρόκλησιν εις τέλεσιν κακουργήματος ή πλημμελήματος (αρ. 186 Π.Κ.).
7. Συμμετοχή εις τας πράξεις ταύτας (ως ηθικής αυτουργίας ή συνεργείας - αρ. 46 και 47 Π.Κ.).
8. Παράνομον οπλοφορίαν (αρ. 1 και 6 παρ. παρ. 1 και 3 Ν.Δ. 542 / 80).
9. Απειλάς (αρ. 333 Π.Κ.) και
10. Βλασφημίας (αρ. 198 παρ. 1 Π.Κ.).
Β. ΑΜΝΗΣΤΙΑ εκ του Π.Δ. 519 / 74 και αι ανωτέρω πράξεις:
Κατά την εν αρχή της παρούσης μνημονευομένην παραγγελίαν η ερευνά μου θα έδει να περιορισθή εις μονάς τας πράξεις, τας μη εμπίπτουσας εις την δια του ως είρηται Π.Δ/τος χορηγηθείσαν αμνηστίαν. ο προσδιορισμός όμως των υπό της αμνηστίας καλυπτομένων πράξεων και η χάραξις της ορθής περαιτέρω πορείας έρευνης, θέτει προ ημών σοβαρόν ερμηνευτικόν πρόβλημα, η αντιμετώπισις του οποίου παρίσταται αναγκαία, επί τω τέλει διαμορφώσεως υπευθύνου γνώμης. Είναι αληθές ότι το γράμμα του ως είρηται νόμου παρέχει απόψεις ευχερείς υπέρ της παραδοχής της αμνηστεύσεως και δια τας ως είρηται πράξεις. Και ίδιου αύται:
1. Η διατύπωσις της διατάξεως είναι σαφής και ευρύτατον το χαραχθέν περίγραμμα των εις την αμνήστευσιν υπαγομένων αδικημάτων. Αμνηστεύονται ούτω «τα καθ' οιονδήποτε τρόπον τελεσθέντα μέχρι και της δημοσιεύσεως του παρόντος εγκλήματα, τα προβλεπόμενα και τιμωρούμενα υπό των διατάξεων του Π. Κωδικός ως και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή, εφ' όσον πάντα ταύτα έχουν σχέσιν προς την κατάστασιν την δημιουργηθείσαν από της 21ης Απριλίου 1967». Είναι εμφανές ότι το προκύπτον εντεύθεν εννοιολογικόν πλαίσιον καλύπτει και τας περί ων πρόκειται, ανωτέρω δε προσδιορισθείσας, αξιοποίνους πράξεις (εγκλήματα... τα προς αυτά συναπτόμενα η συναφή... σχέσιν έχοντα προς την δημιουργηθείσαν από της 21ης Απριλίου 1967 κατάστασιν).
2. Η αντιπαραβολή και η σύγκρισις του παρόντος νομοθετήματος προς το αποτέλεσαν πρότυπον αυτού Ν.Δ. 168/73 πρόσθεταν υπέρ της γνώμης ταύτης παρέχει επιχείρημα. Διότι ενώ το Ν.Δ. 168 / 73 χαρακτηρίζει ως αμνηστευόμενα τα προεκτεθέντα αδικήματα μόνον αν «έτειναν ή οπωσδήποτε απόλβεπον εις την ανατροπήν της καθεστηκυίας τάξεως» κατά τη διατύπωσιν του περί ου πρόκειται Π .Δ. 519 / 74 απηλειωθη η τελευταία αυτή περικοπή. Και η απάλειψις δεν δύναται να θεωρηθή συμπτωματική και τυχαία, διαφυγούσα κατά την τεχνικήν διατύπωσιν του νομοθετήματος, καθ' όσον ευθύς αμέσως ολόκληρος χρησιμοποιείται κατά τον προσδιορισμόν των εις αμνήστευσιν υπαγομένων και προ της 21 Απριλίου 1967 τελεσθεισών αξιοποίνων πράξεων, ως ακολούθως: «Ομοίως, αμνηστεύονται τα αυτά ως άνω εγκλήματα τελεσθέντα προς της 21ης Απριλίου 1967 και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή εφ' όσον οπωσδήποτε απέβλεπαν προς την ανατροπήν της καθεστηκυίας τάξεως».
Και η ταύτη απάλειψις ολοκλήρου περικοπής, προσδιοριστικής της εννοίας και του είδους του αμνηστευομένου εγκλήματος δεν καθιστά τόσον πρόδηλον το υποστηριχθέν ότι «το περί ου πρόκειται Π.Δ. αφορά περιοριστικώς και μόνον τας εναντίον του κρατούντος μέχρι του Ιουλίου 1974 καθεστώτος πράξεις». Αλλά περί των εγκλημάτων τούτων ουδέν τίθεται θέμα δι' ο και δεν απετέλεσαν αντικείμενον της παρούσης ερεύνης.
3. Το περιεχόμενον του υπ' αριθ. 106/73 Ν.Δ/τος πλήρως προς το υπ' αριθ. 168 / 73 εναρμονιζόμενον, καλύπτει δια της υπ' αυτού καθιερουμένης παραγραφής τας πράξεις των οργάνων της πολιτείας, εφ' όσον αύται εξηρούντο της δια του Ν.Δ. 168 / 73 χορηγούμενης αμνηστίας. Παρόμοιον όμως μέτρον δεν ηκολούθησε το Π.Δ. 519 / 74. Και ευλόγως ερωτάται: Διατί; Διότι η απάλειψις της εκτεθείσης περικοπής κατέστησε περιττήν την τοιαύτην πρόβλεψιν, ή διότι παρόμοιον μέτρον εκείτο εκτός της βουλήσεως του νομοθέτου. Κατά το αρ. 52 παρ. 3 του δια της υπ' αριθ. 1 / 74 συντακτικής πράξεως επαναφερθέντες εν ισχύι Συντάγματος του 1952 αμνησία χορηγείται μόνον επί πολιτικών εγκλημάτων.
Και ως τοιαύτα νοούνται μόνον αι κατά της πολιτείας απευθυνόμενοι και προσβάλλουσαι δικαιώματα αυτής, εις ανατροπήν δε ή αλλοίωσιν της εν αυτή καθεστώσης κατά το ισχύον πολίτευμα πολιτικής τάξεως τείνουσαι πράξεις (Α.Π. 238 / 30, 648 /_46, 457 / 47, 237 και 311 / 50, εν Θεμ. ΜΑ' σελ. 607, ΝΣΤ σελ. 360, ΝΗ' σελ. 342, ΞΑ' σελ. 738 και 904 και 228 54 Π. Χρ. ΙΔ' σελ. 410). Δεν συγκαταλέγονται συνεπώς μεταξύ των εγκλημάτων τούτων και τα περί ων πρόκειται των κοινών ανθρωποκτονιών, τετελεσμένων και εν απόπειρα, των σωματικών βλαβών, των διακεκριμένων φθορών κ.λπ. Παραδοχήν της αντιθέτου απόψεως οδηγεί αναποτρέπτως εις ανεπίτρεπτον διεύρυνσιν της παραδεδεγμένης εννοίας του πολιτικού εγκλήματος δια του χαρακτηρισμού ως τοιούτων και των κοινών δολοφονιών! Εν προκειμένω όμως τίθεται πρόσθεταν ερμηνευτικόν πρόβλημα: το εξής: Πολιτικά μόνον εγκλήματα αμνηστεύονται. Και εδηλώθη ότι το Π.Δ. 519 / 74 αφορά μόνον και περιοριστικώς τας εναντίον του δικτατορικού καθεστώτος πράξεις. Τούτων δοθέντων ερωτάται: τι προσδιορίζουν εννοιολογικώς, ως προς το πολιτικόν πάντοτε έγκλημα, αι φράσεις του Π.Δ. «και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή»; Αι πράξεις των οργάνων της πολιτείας κατά την εποχήν ταύτην, αι στρεφόμενοι κατά των πολιτικών δρώντων - εν τη εκτεθείση έννοια - ατόμων δεν είναι συναφείς προς τα τοιαύτας των καθ' ων τα όργανα στρέφονται, εφ' όσον Εγκλήματα συναφή θεωρούνται, κατ' άρθρον 129 ΚΠΔ πλην άλλων και «όσα πράττονται υπό πολλών κατ' αλλήλων, είτε συγχρόνως, είτε εις διαφόρους τόπους και χρόνους»; Και εξ ετέρου ποία η έννοια των εν προκειμένω με τα βασικά πολιτικά εγκλήματα «συναπτομένων» τοιούτων; Η επί των ανωτέρω ερωτημάτων γνώμη ημών είναι η ακόλουθος: Δέον να γίνη απαραιτήτως διάκρισις μεταξύ πολιτικών και κοινών εγκλημάτων. Και η διάκρισις αύτη συνάγεται εκ της φύσεως του προσβαλλόμενου δικαίου κατά την πραγμάτωσιν εκατέρου τούτων, εκ των ωθούντων τον δράστην και κατευθυνόντων την εγκληματικήν βούλησίν του ελατηρίων και εκ του επιδιωκομένου σκοπού. Υφίσταται βεβαίως έννοια συναφής εις τον χώρον του πολιτικού αδικήματος, αλλά αύτη αναφέρεται εις το αδίκημα το καθ' εαυτό μεν εις το κοινόν δίκαιον υπαγόμενον μετά τίνος όμως πολιτικού αδικήματος συνδεόμενον. Και ως τοιαύτη σύνδεσις νοείται μόνον η χρησιμοποίησις των κοινών εγκλημάτων ως μέσου πραγματώσεως καθαρώς πολιτικού αδικήματος. Εκ των εκτεθέντων αβιάστως προκύπτει ότι, παρά την εκ πρώτης όψεως ευμενή γραμματικήν ερμηνείαν του νόμου, τα περί ων πρόκειται εγκλήματα των οργάνων της τότε κρατούσης πολιτειακής τάξεως δεν υπάγονται εις την δια του Π.Δ. 519 / 74 χορηγηθείσαν αμνηοτίαν. Προσθετέον τέλος ότι τα εγκλήματα ταύτα ούτε ως σύνθετα ή μικτά πολιτικά εγκλήματα δύνανται να θεωρηθούν. Σύνθετον πολιτικόν έγκλημα υφίσταται όταν δια της εγκληματικής δράσεως προσβάλλεται ή τε Πολιτεία και ιδιωτικά δικαιώματα και υφίσταται τοιαύτη προς άλληλα σχέσις, ώστε η επερχόμενη κατ' ιδιώτου προσβολή να έχη ως άμεσον αποτέλεσμα την προπαρασκευήν, την διευκόλυνσιν και την επιτυχίαν εγκλήματος πολιτικού. Αλλά το τοιούτον υφίσταται μόνον εις τα πλαίσια της αυτής και ενιαίας εγκληματικής δράσεως, ουχί δε και εις την αντίρροπον τοιαύτην. Ούτω τα κατά του τότε δικτατορικού καθεστώτος στρεφόμενα εγκλήματα των πολιτικώς δρώντων ατόμων προσέβαλλαν ου μόνον την τότε κρατούσαν πολιτειακήν τάξιν αλλά και ιδιωτικά δικαιώματα (καταστροφαί περιουσιακών στοιχείων, κ.λπ.). Εν προκειμένω όμως πρόκειται περί πράξεων των οργάνων της πολιτείας. Και είναι λογικώς απαράδεκτον και νομικώς αοτηρικτον να θεωρήσωμεν ότι είτε τα ελατήρια (υποκειμενική θεωρία), είτε η κατεύθυνσις της εγκληματικής βουλήσεως (αντικειμενική θεωρία) των οργάνων τούτων - ενεργούντων, σημειωθήτω, προς προάσπισιν και ουχί προς κατάλυσιν της καθεστηκυίας τάξεως - ήσαν πολιτικά! Ήσαν τουναντίον καθαρώς εγκληματικά! Υφ' οιανδήποτε όθεν εκδοχήν τα περί ων πρόκειται και ερευνώμενα ώδε εγκλήματα, δεν αμνηστεύονται. Θα ήτο και αδιανόητον άλλωστε το τοιούτον, εν όψει του είδους και της βαρύτητας των εγκλημάτων τούτων, των συνθηκών της θεσμοθετήσεως της αμνηστεύσεως, του αιτίου και του σκοπού του νομοθετήματος.
Γ. ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΠΡΟΣ ΚΟΛΑΣΜΟΝ
Α) Γενική ανάλυσις
Η εκ των εκτεθέντων πραγματικών περιστατικών επισήμανσις των προς τα γεγονότα και τα τραγικά επακόλουθα τούτων συνδεομένων υπευθύνων προσώπων δεν παρίσταται εύκολος. Διότι, ως και εν αρχή της παρούσης ετονίσθη, πάντες πλην των φοιτητών εξεμεταλλεύθησαν το λεγόμενον σπουδαστικόν κίνημα και ο χώρος του Πολυτεχνείου μετεβλήθη εις αιματοβαφή στίβον ενός απηνούς και εξοντωτικού αγώνος φανατικών πολιτικών αντιθέσεων. Και ακόμη διότι ουδεμίαν προς τα τραγικά επακόλουθα των γεγονότων τούτων είχε σχέσιν το καθ' ύλην υπεύθυνον και αρμόδιον Υπουργείον Παιδείας και κατ' επέκτασιν η Κυβέρνησις Σ. Μαρκεζίνη. Επιβάλλεται όθεν η δια μέσου του περιβάλλοντος την όλην υπόθεσιν ιδιόμορφου, περιέργου και εν πολλοίς σκοτεινού κλίματος αναζήτησις των πράγματι υπευθύνων και η εν συνεχεία κατονομασία τούτων. Τονιστέον κατ' αρχήν ότι ουδεμία, καθ' ημάς, βαρύνει ποινική ευθύνη μέλος της τότε πολιτικής Κυβερνήσεως, δια τους κάτωθι λόγους: Κατά το τότε ισχύον Σύνταγμα άπασαι αι εις τα Υπουργεία Εθνικής Αμύνης και Ασφαλείας αφορώσαι αρμοδιότητες ανήκον εις τον Πρόεδρον της Δημοκρατίας. Εις τούτον ομοίως υπήγοντο και αι υπηρεσίαι πληροφοριών.
Με τον φοιτητικόν κόσμον και τα ζητήματα των ησχολούντο πέντε (5) ειδικώτεραι υπηρεσίαι πληροφοριών, αι εξής: α) Η Διεύθυνσις Νεότητοςτου Υπουργείου Προεδρίας, β) Το «Σπουδαστικόν Τμήμα» της Γενικής Ασφαλείας, γ) Η ΓΔΕΑ (YEA), δ) Η ΚΥΠ και ε) Η ΕΣΑ δια του ειδικού Ανακριτικού Τμήματος της. Άπασαι αι ανωτέρω Υπηρεσίαι, τελείως ασυντόνιστοι μεταξύ των, είχον σωρείαν πρακτόρων μεταξύ του φοιτητικού κόσμου. Και το μόνον Υπουργείον, όπερ εστερείτο οιασδήποτε τυπικής αρμοδιότητος ήτο το Υπουργείον Παιδείας (Οράτε κατάθεσιν Παν. Σιφναίου). Απληροφόρητον επομένως παρέμενε το μόνον αρμόδιον Υπουργείον και ουδέν ο τότε Υπουργός εγνώριζεν επί των τεκταινομένων εις τον υπ' αυτού ελεγχόμενον χώρον κυβερνητικής δραστηριότητος. Δι' ο και εις την ενώπιον ημών κατάθεσίν του τονίζει τα εξής: «Έντιμος υπάλληλος της ΚΥΠ με εβεβαίωσεν ότι κατά την Πέμπτην και Παρασκευήν 15 και 16 Νοεμβρίου 1973, ευρίσκοντο εντός του Πολυτεχνείου στελέχη της ΚΥΠ και έτερον λίαν αξιόπιστον πρόσωπον μου είπεν ότι είδεν εντός του Πολυτεχνείου δεκάδας ανθρώπων... της ΕΣΑ (εξ επισήμων ούτω χειλέων επιβεβαιούνται τα υπό του πράκτορος της ΚΥΠ Δ Πίμπα κατατιθέμενα). Πιστεύω ότι οι κινηθέντες τον Νοέμβριον ελάχιστοι φοιτηταί δεν είχον την παραμικράν συνείδησιν του τι ετεκταίνετο. Ουδέ και εγώ το εγνώριζον, αλλ' ενόμιζον μόνον ότι θα εματαιούντο αι εκλογαί και η αποκατάστασις της ελευθερίας υπέρ ης εκόπτοντο... Το συμπέρασμα μου είναι ότι η οργάνωσις μικροεπαναστάσεως της 16-11-1973 ήτο εξωφοιτητική, έφερε μάλιστα και κάποιον επιτελικήν σφραγίδα. Οι οργανωταί Έλληνες ή ξένοι ή και αμφότεροι εγνώριζον βεβαίως τας αντικαθεστωτικάς διαθέσεις των νέων, πιθανόν δε και εντέχνως να υπεκίνησαν ή να επέσπευσαν την εκδήλωσιν, δια να την χρησιμοποιήσουν ως κάλυμμα της ιδικής των προμελετημένης εκδηλώσεως.
Στόχος των άμεσος ήτο «η πρόληψις των δηλώσεων Μαρκεζίνη και η ματαίωσις των εκλογών» (οράτε κατάθεσιν). Προς την άποψιν ταύτην πλήρως στοιχείται και ο τότε Πρωθυπουργός, όστις και ειδικώτερον την πηγην της ανωμαλίας ταύτης προσδιορίζων μετά σαφήνειας τονίζει ότι αι τοιαύται απόψεις και σκέψεις του «δεν αναφέρονται βεβαίως εις τους ιδεολόγους ή θερμόαιμους νέους ή τας παρασυρόμενος μάζας». Χαρακτηριστικόν της αγνοίας του τότε Πρωθυπουργού περί της κινήσεως των αρμάτων και του στρατού και της αναπτύξεως της όλης επιχειρήσεως είναι το ότι ούτος επληροφορήθη περί πάντων τούτων κατά την 1ην πρωινήν ώραντης 17-1-1973 παρά του παρ' αυτώ υφυπουργού, όστις τυχαίως ομοίως αντελήφθη την κίνησιν των αρμάτων, κατερχομένων ήδη προς το Πολυτεχνείον. Ευλόγως δε, διότι ολίγας μόνον ώρας προηγουμένως, αλλά, ως και ανωτέρω ετονίσθη, είχον συμφωνηθή. Η κατά την 13.30 ώραντης 16.11.1973 τερματισθείσα επίσημος σύσκεψις των υπευθύνων κυβερνητικών παραγόντων, είχε χαράξει σαφώς τον τρόπον της αντιδράσεως έναντι των φοιτητικών ταραχών και των περί το Πολυτεχνείον εκδηλώσεων: ήπιος τρόπος, αποφυγή βίας, απαγόρευσις δακρυγόνων και μόνον εν εσχάτη ανάγκη ρίψις αυτών και αυστηρά απαγόρευσις πυροβολισμών.
Παραλλήλως, όμως, προς ταύτα ή και προηγουμένως άλλαι εις άλλους χώρους ελαμβάνοντο αποφάσεις: Αι πάσης φύσεως πολιτικοί τάσεις και αποχρώσεις από της δεξιάς μέχρι της αριστεράς των ποικίλων ήδη και πολλών αποχρώσεων διεισδύουν εις το κίνημα των φοιτητών και το πολιτικοποιούν ενούμενοι εις την κατά της δικτατορίας αντίθεσιν και την δια την πτώσιν της κοινήν επιδίωξιν. «Το Κόμμα μας - γράφει ο παρανόμως τότε εκδιδόμενος «Ριζοσπάστης» εις το φύλ. υπ' αρ. 65 - πάλευε να μετατρέψη την οργή τους σε κινητοποίηση, έτσι που να οξυνθούν οι αντιθέσεις... να δημιουργηθούν καλύτεροι όροι πάλης για τις επικείμενες συγκρούσεις με την δικτατορία... στάθηκαν σοβαρός παράγοντας του φοιτητικού κινήματος...». Δι' ο και η βίαια αντίδρασις της ΕΣΑ μετά την επικράτησιν του Αρχηγού της, δια της από 12-12-1973 γνωστής ανακοινώσεως της, δι' ης κατηγορεί τους Καθηγητάς του Πολυτεχνείου, στηλιτεύει την συμπεριφοράν της Συγκλήτου, η οποία «επιμένει να ομιλή περί ασύλου του Πολυτεχνείου κατά μίαν αδιανόητον αντίληψιν», ομιλεί περί αναρχικών στοιχείων και λαϊκών κινητοποιήσεων και το σπουδαιότερον αποκαλύπτει τας κατά την εποχήν των γεγονότων προθέσεις και διαθέσεις της δια των φράσεων: «Οι αναρχικοί εκμεταλλευόμενοι... και την χλιαράν αντιμετώπισιν της όλης καταστάσεως υπό των αρμοδίων οργάνων της πολιτείας και ενθαρρυνόμενοι και υποκινούμενοι υπό παραγόντων του εξωτερικού (αιδημόνως αποσιωπάται ο ρόλος της ιδίας και των άλλων!) εξήλθον του Πολυτεχνείου και προέβησαν εις εμπρησμούς και καταστροφάς, δημιουργήσαντες εικόνα Δεκεμβριανών εις το Κέντρον των Αθηνών» (οράτε ταύτην μεταξύ των εγγράφων του Ε.Μ. Πολυτεχνείου). Η ΚΥΠ εξαπολύει τους πράκτορας της, οι οποίοι παρατηρούν, παρακολουθούν και εις παντοίας πράξεις βιαιότητας εξωθούν τους ανύποπτους σπουδαστάς. (Οράτε καταθέσεις Σιφναίυο και Πίμπα). Ο τελευταίος ούτος αποκαλύπτει χαράκτηριστικώς ότι μέγα ήτο το πλήθος των εις το Πολυτεχνείον πρακτόρων της ΚΥΠ, οι οποίοι εφωτογράφιζον τους πρωτεργάτας της κινήσεως και κατέγραφαν εις μαγνητοταινίας τας συνομιλίας των, διένειμαν προκηρύξεις μεταξύ των σπουδαστών προς επηρεασμόν των, εναντίον της τότε καταστάσεως, παρημπόδιζον την εντός του Πολυτεχνείου εισαγωγήν τραυματιών προκειμένου να διακομίζωνται ούτοι εις το Ρυθμιστικόν ή αλλαχού, ένθα η αστυνομία ήτο παρούσα δια τα περαιτέρω, κατέστρεφαν διάφορα αντικείμενα του Πολυτεχνείου και εξωθούν ακολούθως τους φοιτητάς να οπλισθούν δια ξύλων και σιδήρων «για να χτυπήσουν τους μπάτσους της χούντας», επεζήτησαν να προμηθευθούν χημικά προϊόντα εκ των εργαστηρίων του Χημείου του Πολυτεχνείου δια να κατασκευάσουν εκρηκτικός ύλας, έρριψαν την ιδέαν προμήθειας όπλων εις τους φοιτητάς, κ.λπ., προσκρούσαντες όμως εις την αποφασιστικήν και σθεναράν άρνησιν των νέων της Συντονιστικής Επιτροπής Σπουδαστών. Η ΕΣΑ διαθέτει άνδρας εν πολιτική περιβολή εντός και εκτός του Πολυτεχνείου, οίτινες ομοίως παρακολουθούν αλλά και βαναύσως κακοποιούν τους πολίτας. Στρατιωτικαί υπηρεσίαι πληροφοριών ειδικούς των πράκτορας αποστέλλουν εντός του Πολυτεχνείου. Αι στρατιωτικοί δυνάμεις ευρίσκονται από νωρίς εν επιφυλακή ενώ παρά του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας, δίδεται η εντολή να κινηθούν δυνάμεις στρατιωτικοί προς ενίσχυσιν της ενταλθείσης προς υποβολήν της αιτήσεως και εν συνεχεία καταλυθείσης ουσιαστικώς αστυνομίας. Και η επιχείρησις σμικρύνεται μεν περιγραφικώς ως προς τας διαστάσεις της και την ισχύν των δυνάμεων (ολίγαι δυνάμεις και τρία ή τέσσερα άρματα μάχης), ως ενέργεια δε ψυχολογικού επηρεασμού και εκφοβισμού εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται! Παραδόξως όμως και μελαγχολικώς ήδη πάντα ταύτα ηχούν εις τα ώτα όλων, όσων έζησαν την τραγικότητα των στιγμών ή ητένισαν το μέγεθος της καταστροφής! Διότι, ανεξαρτήτως των περί του περιεχομένου της αποφάσεως Παπαδόπουλου υποστηριζόμενων, το μεν σαφώς υπό των τότε στρατιωτικών ηγητόρων κατατίθεται ότι «απεφασίσθη από κοινού μετά των αρχηγών όπως το διατεθησόμενον εις το Πολυτεχνείον συγκρότημα των Ενόπλων Δυνάμεων είναι ισχυρόν εις μέσα» (κατάθ. υπ' αριθ. 133), το δε εκ των διαδραματισθέντων και των αιματηρών αποτελεσμάτων ελεγχόμενη η προϋπάρξασα διάφορος δήθεν απόφασις κρίνεται ανακριβής. Εάν υπήρξεν παρέκκλισις η ανυπακοή θα έδει εγκαίρως να επισημανθή, να στηλιτευθή και να κολασθή. Δεν είναι δε δυνατόν να υποστηριχθή ότι εις το κύμα αυτό της βιαιότητας και το πανδαιμόνιον των πυροβολισμών δεν κατέστη δήλη οιαδήποτε παρέκκλισις εκ της αποφάσεως του Προέδρου, ούτε ανεφάνησαν εκδηλώσεις ανυπακοής, δια να επέλθη άμεσος, αυστηρά και οργίλη η αντίδρασις του πανίσχυρου τότε εκφραστού της πολιτειακής βουλήσεως. Το αυτό ομοίως λεκτέον και δια τους τότε υπευθύνους στρατιωτικούς ηγήτορες, οίτινες ωσαύτως υποστηρίζουν τα περί προθέσεως ψυχολογικού επηρεασμού και εκφοβισμού και υπάρξεως αυστηρών διαταγών δια την μη ρίψιν πυροβολισμών, εκφράζουν δε την οδυνηράν έκπληξίν των διότι εφονεύθησαν άνθρωποι εκ των ριπτομένων βολών. Πιστεύομεν βεβαίως ότι οι περί ων πρόκειται στρατιωτικοί ηγήτορες δεν υπήρξαν ομόψυχοι, των επιδιωξάντων τότε την βίαν και την χρήσιν των όπλων, είχον όμως υποχρέωσιν να πράξουν τα καθ' εαυτούς δια να την αποτρέψουν, δι' ο και άλλως εκτιμάται η ευθύνη αυτών. Ώφειλον, εφ' όσον αύτη ήτο η επί του προβλήματος θέσις των και τοιαύτη η αληθής πρόθεσίς των, να κινήσουν την κατά των παραβατών των διαταγών των πειθαρχικήν αλλά και ποινικήν δίωξιν επί τη κατηγορία της στάσεως (αρθρ. 63 παρ. 1 εδ. γ' ΣΠΚ - βιαιοπραγίαι κατά προσώπων ή πραγμάτων), της απείθειας (άρθρον 64 παρ. 1 εδ. α' ΣΠΚ - άρνησις υπακοής εις τας διαταγάς ανωτέρων), της παραβάσεως στρατιωτικής εντολής (αρ. 72 παρ. 1 γ' ΣΠΚ) και των άσκοπων πυροβολισμένων (αρ. 103 εδ. β' ΣΠΚ) εφόσον διεπιστώθη ότι στρατιωτικοί επυροβόλουν αυτοβούλως και άνευ ευλόγου αιτίας, πλήθος ανθρώπων φονεύσαντες και περισσοτέρους σοβαρώς τραυματίσαντες. Ουδέν όμως τούτων, των πολύ φυσικών και αναμενόμενων εγένετο, αλλ' άντικρυς αντίθετος συμπεριφορά επεδείχθη. Ούτω ο μεν τότε πρόεδρος της Δημοκρατίας απηύθυνε διάγγελμα προς τον ελληνικόν λαόν, εις ο αναγγέλλων την επαναφοράν του στρατιωτικού νόμου, ωμίλει περί αναρχικών εκδηλώσεων και περί συνωμοσίας των εχθρών της Δημοκρατίας και της ομαλότητας και διεβεβαίου περί της αποφάσεως του να προάσπιση την γαλήνην, τας κατακτήσεις και την ασφάλειαν του ελληνικού λαού (εφημερίδες της 18.11.1973), ο δε τότε Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, υποδεχόμενος τον Πρωθυπουργόν εις το Μέγαρον του Αρχηγείου, ωμίλησεν ομοίως περί αναρχικών εκδηλώσεων εις τον φοιτητικόν χώρον και απεκάλυψεν ότι διαβλέπουσαι αι ένοπλοι δυνάμεις τας πιθανάς εξελίξεις, ηύξησαν την ετοιμότητα των και διετάχθησαν να παρέξουν την υποστήριξίν των προς αποκατάστασιν της τάξεως, αναλαβούσαι την εκκαθάρισιν του Πολυτεχνείου και του πέριξ χώρου (εφημερίδες της 21-11-1973). Αμφότεροι δε περί αναίμακτου ωμαλουν επιχειρήσεις και ως ασύστολα ψεύδη εχαρακτήριζαν τα περί πυροβολισμών «διαδιδόμενα»! Αι τοιαύται θέσεις υπεστηρίχθησαν και εκαλύφθησαν ακολούθως και υπό του τότε Πρωθυπουργού δια δηλώσεων του εις το Αρχηγείον Ενόπλων Δυνάμεων. Φρονούμεν όμως, εν όψει, πάντων, των εκτεθέντων, ότι η τοιαύτη εκδήλωσις συνιστά καθαράν πολιτικήν πράξιν και δεν θεμέλιοι, ούτε βεβαίως αποδεικνύει, οιανδήποτε ποινικήν ευθύνην, αυτού τε και των Υπουργών του: Εθνικής Αμύνης, Δημοσίας Τάξεως και Εθνικής Παιδείας, οίτινες ομοίως δεν έσχον ανάμιξιν ενεργόν εις τα γεγονότα και την αντιμετώπισιν τούτων, ούτε παράλειψίς τις αξιόποινος τους βαρύνει. Η ουσιαστική θέσις του τότε Πρωθυπουργού ήτο αντίθετος προς πάσαν έννοιαν βίας, δι' ο και ευλόγως, αλλά και ευστόχως, παρατηρεί ότι «εάν είχα προλάβει να κάμω την συνέντευξιν της 17-11-1973 ίσως άλλη θα ήτο η εξέλιξις των πραγμάτων και ιδίως δεν θα είχομεν θρηνήσει τα θύματα δια τα οποία κάθε ελληνική ψυχή βαθυτάτην αισθάνεται οδύνη» (οράτε κατάθεσιν). Και το συμπέρασμα είναι ότι υπεράνω των αφηρημένων και αορίστων πλατωνικών εξορκισμών κείται η εκ της πραγματικότητας αναφαινομένη αλήθεια. Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος, ζηλώσας ίσως δόξαν Ντε Γκωλ, δια την εκμετάλλευσιν του φοιτητικού κινήματος, απηγόρευσεν εις την Αστυνομίαν την έγκαιρον προς πρόληψιν των γεγονότων επέμβασιν και διεκήρυσσεν: «Ας τα σπάσουν. Ας κάψουν και το Πολυτεχνείον. Ας κατεβούν και στους δρόμους. Ας σπάσουν και βιτρίνες» (κατάθεσις Σιφναίου). Αιφνιδίως όμως και άγνωστον διατί και πώς η γνώμη του καταστρέφεται και διατάσσει την κινητοποίησιν των Ενόπλων Δυνάμεων, βοηθούμενος εν τούτω υπό των τότε υπευθύνων ηγητόρων του Στρατεύματος και δη των: Αρχηγού Ενόπλων Δυνάμεων και Διοικητών ΑΣΔΕΝ και ΣΔΑ. Και η επί μίαν 7ετίαν ζηλοτύπως κλειστή παραμείνασα πυξίς της Πανδώρας ανοίγεται! Αντελήφθη προφανώς την εις βάρος του από του Αυγούστου ήδη 1973 υποβόσκουσαν κίνησιν των Ρουφογάλη, Ιωαννίδη, Μπονάνου (κατάθεσις Σιφναίου) και προσπαθεί να αντίδραση δια της εγκαίρου καταστολής της υπό των άλλων ήδη εκμεταλλευόμενης προφανώς εξεγέρσεως, έχων αποφασίσει ενδεχομένως, και αναβολήν των υπό της Κυβερνήσεως Μαρκεζίνη υπεσχημένων εκλογών. Και εις την κίνησιν όμως ταύτην υπερφαλαγγίζεται. Διότι το σχέδιον ήτο έτοιμον και οι εκτελεστοί του πλήρως προετοιμασμένοι και αποφασιστικοί. Δεν ήτο βεβαίως συμπτωματική και τυχαία η εις το κέντρον της Αμέσου Δράσεως της Αστυνομίας παρουσία των Αξιωματικών Λουπάση, Λούκουτου και Ντερτιλή, πιστών εις τον Δημήτριον Ιωαννίδην, ως εδείχθη μετά την κατά την 25-11-1973 επικράτησιν τούτου, ούτε άνευ σημασίας η έκδηλος ανησυχία του τελευταίου, συνεχώς ερωτώντας αν έφθασαν τα άρματα εις το Πολυτεχνείον και επενέβησαν και η εσπευσμένη εκ του Κέντρου αναχώρησίς του ίνα μεταβή ο ίδιος προσωπικώς εις το Πολυτεχνείον, διότι - καθ' α εδήλωσεν εις επήκοον πάντων «αργούνε πολύ και θα πάω μόνος μου». Και μετέβη τω όντι σημαντικόν διαδραματίσας εις την όλην επιχείρησιν ρόλον (οράτε καταθέσεις υπ' αριθμ. 99, 159, 221 και 268). Παρά ταύτα ο τότε Διοικητής ΑΣΔΕΝ καταθέτει ότι ούτος ήτο απλώς σύνδεσμος μεταξύ της Αστυνομίας και της ΑΣΔΕΝ και ουδεμίαν είχεν αρμοδιότητα να επέμβη καθ' οιονδήποτε τρόπον! Ο Στρατηγός αμετανοήτως επίστευεν ότι ο περί ου πρόκειται Συνταγματάρχης θα εσέβετο την έννοιαν της στρατιωτικής πειθαρχίας. Μετ' ολίγον όμως τραγικώς διεψεύσθη διότι ο ίδιος, υπό κατωτέρων του συνελήφθη! Οι Ιωαννίδης και Ρουφογάλης, δια των εις αυτούς πιοτών Αξιωματικών και πρακτόρων, επηρεάζουν σοβαρώς και σαφώς την όλην επιχείρησιν, εξαπολύοντες κύμα βιαιοτήτων και πυροβολισμών, επί τω τέλει της δημιουργίας ευνοϊκών δια την προαποφασισθείσαν κίνησιν συνθηκών ασφαλείας, αναταραχής και συγκρούσεων. Και εις το καταλλήλως ήδη προετοιμασθέν και κράτησαν ιδιόμορφον κλίμα συγχύσεως, πανικού και συγκρούσεων, οργιάζουν οι κοινοί δολοφόνοι ενσπείροντες αδιστάκτως τον θάνατον εις βάρος αθώων και αόπλων νέων ανθρώπων, το μέγα αμάρτημα των οποίων ήτο ότι εζήτουν «Ελευθερίαν και Δημοκρατίαν». Και περιέργως ο μηδεμίαν έχων αναλάβει αποστολήν εις την επιχείρησιν τότε Διευθυντής της ΕΣΑ Δημήτριος Ιωαννίδης, μεταβαίνει περί ώραν 04.00 της 17-11-1973 εις τον χώρον του Πολυτεχνείου. Και ουδείς, ούτε και ο ίδιος αποκαλύπτει διατί! Διότι είναι αστείον το λεχθέν ότι μετέβη απλώς εκ... περιέργειας! Ειδικώς δέον ενταύθα να σημειωθή ότι δεν είναι άμοιρον σημασίας τινός το πλήρως εκ της ερεύνης βεβαιωθέν ότι οι νέοι ούτοι του Πολυτεχνείου, ως αναρχικοί, ευκόλως και ανενδοιάστως χαρακτηριζόμενοι, δεν εφόνευσαν, δεν εκακοποίησαν και ουδένα σοβαρώς ετραυμάτισαν, αλλ' οι ίδιοι και το ανώνυμον πλήθος υπήρξαν τα εξιλαστήρια θύματα των περί «Δημοκρατίας» περιέργων αντιλήψεων των «ηρώων» της εποχής και των αδίστακτων οργάνων των!
Και η Αστυνομία ποίον ρόλον διεδραμάτισεν εις την όλην αυτήν επιχείρησιν; Συνήργησε δια της συμπεριφοράς των υπευθύνων τότε ηγητόρων της εις την επιβολήν της θελήσεως τρίτων. Ούτω μολονότι εις αυτήν ανήκεν η ευθύνη, αλλά και η κατά νόμον δικαιωματικότης, δια την αντιμετώπιση/ των συγκεντρώσεων και των εξ αυτών ταραχών, κατ' αρχήν μεν απρακτεί και τηρεί στάσιν εφεκτικότητος, ευνοούσαν την οργάνωσιν και διόγκωσιν του κινήματος, εξ ετέρου διατηρεί εις συνεχή και εξαντλητικήν επιφυλακήν και εγρήγορσιν τους αστυνομικούς υπαλλήλους, με συνέπειαν την επικίνδυνον ως εκ καμάτου και της συσσωρευμένης αγανακτήσεως - ως εκ των επιθέσεων και των προπηλακισμών - φόρτισιν του ψυχισμού των και τέλος δέχεται να υποβάλη την αίτησιν δια την επέμβασιν των Ενόπλων Δυνάμεων και συμμετέχει εις σειράν ενεργειών και εκδηλώσεων, παρανόμων, των ακολούθων: την κατά παράβασιν των κειμένων διατάξεων βιαίαν διάλυσιν των συναθροίσεων, την δυναμικήν παραβίασιν του Πανεπιστημιακού ασύλου, παρά την ρητώς εκφρασθείσαν αντίθετον άποψιν του Προϊσταμένου της Εισαγγελίας και την άνευ γνώμης των εκπροσώπων της Διοικήσεως και της Δικαιοσύνης χρήσιν των όπλων. Τέλος δια του τότε Αρχηγού της διέταξεν τη σύλληψιν πλήθους ατόμων, οι περισσότεροι των οποίων αναμφισβητήτως δεν ήσαν ούτε «πρωταίτιοι» ούτε «υπεύθυνοι» της συναθροίσεως και των εκδηλώσεων και αίτινες παρανόμως κατεκρατήθησαν. Υπήρξαν ομοίως και μεμονωμένα αστυνομικά όργανα, υπό της ερεύνης - εις το πλήθος των αγνώστων - εντοπισθέντα, τα οποία υπήρξαν δράσται συγκεκριμένων αξιοποίνων πράξεων.
Δια την κατά νόμον θεμελίωσιν της υπαιτιότητος των καθ' ημάς υπευθύνων τονιστέα και τα ακόλουθα:
1) Η κατά νόμον αποστολή των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, πλην άλλων, περιλαμβάνει και το καθήκον προστασίας της ζωής, της σωματικής ακεραιότητος, της τιμής, της ελευθερίας και της περιουσίας των πολιτών. Συνεπώς οι τότε ηγέται του Στρατού και της Αστυνομίας είχαν ως εκ του νόμου και της αποστολής των, το ιερόν καθήκον να προασπίσουν την ζωήν και σωματικήν ακεραιότητα των εις την συνάθροισιν πολιτών έναντι των πάσης φύσεως κακοποιών ή των εγκληματικώς δρώντων οργάνων των κατά το περί ου πρόκειται αιματηρόν τριήμερον. Και τούτο μη πράξαντες, ήτοι τους γνωστούς και αγνώστους δράστας μη παρεμποδίσαντες εις το φονικόν έργον των, εγένοντο υπαίτιοι απλής συνεργείας εις τας κυρίας πράξεις αυτών αρνητικώς εκδηλωθείσης, ήτοι δια παραλείψεως εκτελέσεως του εκ του νόμου και της αποστολής των τεκτομένου καθήκοντος (αρ. 15 και 47 ΠΚΝ Χωραφά: Γεν. Αρχαί Π.Δ. παρ. 98 III Α σελ. 328, Αγγ. Μπουροπούλου: Ερμ. Π.Κ. υπ' αρ. 47 σελ. 148 ομοίως σχετικώς Α.Π. 248 / 68 Π. Χρ. ΙΣΤ σελ. 511 επ.). 2) Ουδέν ουδαμόθεν τίθεται πρόβλημα «προσταγής», συνεπαγόμενης άρσιν του αδίκου χαρακτήρας των εξ αιτίας των πυροβολισμών ιδία τελεσθεισών αξιοποίνων πράξεων. Και τούτο διότι δεν συνέτρεξαν αι κατ' αρ. 21 Π.Κ. προϋποθέσεις εν τη εκτελέσει των περί ων πρόκειται εγκληματικών πράξεων. Οι πάντες ούτω αρνούνται την ύπαρξιν διαταγής προς ρίψιν και εκφοβιστικών, έστω, βολών. Και υπάρχουσα όμως τοιαύτη, όπερ απολύτως αληθές, καθ' ημάς και πλήρως εξακριβωμένον ως προς τα έμπροσθεν του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως διαδραματισθέντα, «δεν εδόθη κατά τους νομίμους τύπους και παρά της αρμοδίας Αρχής» ως ανωτέρω αναλυτικώς ετονίσθη. Δεν συνεπάγεται όθεν τα κατά νόμον καταλυτικά του αξιοποίνου, αποτελέσματα.
β) Ειδικωτέρα επισήμανσις
Δύνανται ήδη να κατονομασθούν προς διευκόλυνσιν του ανακριτικού έργου, οι εκ της ερεύνης προκύπτοντες και κατά την γνώμην ημών υπεύθυνοι της περί ης πρόκειται τραγωδίας, κατά νομικήν αξιολόγησιν του ρόλου εκάστου εις ταύτην.
1) Γεώργιος Χρ. Παπαδόπουλος, τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
2) Δημήτριος Αριστοτ. Ιωαννίδης, Υποστράτηγος, ε.α. τότε διοικητής της ΕΣΑ και
3) Μιχαήλ Ρουφογάλης, Υποστράτηγος ε.α., τότε Αρχηγός της ΚΥΠ. Φέρονται ως ηθικοί αυτουργοί ανθρωποκτονιών εκ προθέσεως (τετελεσμένων και εν απόπειρα) επικινδύνων σωματικών βλαβών, διακεκριμένων φθορών και προκλήσεων εις τέλεσιν κακουργημάτων ή πλημμελημάτων, πράξεων υπό γνωστών και αγνώστων - τη ερεύνη - δραστών, τελεσθεισών (ως κατωτέρω). Παρατηρητέον ενταύθα ότι ο ηθικός αυτουργός δεν δρα κατά του αντικειμένου του εγκλήματος, αλλά επιδρά επί της βουλήσεως του υποκειμένου, ίνα προκολέση απόφασιν αυτού προς εκτέλεσιν της αδίκου πράξεως. Και ως γνωστόν δεν είναι απαραίτητον να προκαθορισθή εν ταις λεπτομερείαις της η υπό εκτέλεσιν πράξις, ουδέ το πρόσωπον εις βάρος του οποίου θα τελεσθή (ΑΠ 334 / 58 Π. Χρ. Α' 151). Ομοίως δεν είναι απαραίτητον όπως αποκαλυφθή και γνωσθή ο αυτουργός του εγκλήματος (ΑΠ 37 / 1969 Γ. Χρ. Ιθ' 208).
4) Νικόλαος Ντερτιλής, Ταξίαρχος, τότε επιτελάρχης ΑΣΔΕΝ, αυτουργός ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως εις βάρος νεαρού σπουδαστού και ηθικός αυτουργός ετέρων ανθρωποκτονιών (τετελεσμένων και εν απόπειρα) ως και σωματικών βλαβών.
5) Δημήτριος Ιωάννου, Ζαγοριαννάκος, Αντιστράτηγος ε.α. τότε Αρχηγός Ενόπλων Δυνάμεων, διατάξας την κίνησιν των τμημάτων στρατού.
6) Κωνσταντίνος Ιωάννου Μαυροειδής, Αντιστράτηγος ε.α. τότε Δ / ντής ΑΣΔΕΝ, έχων τον συντονισμόν και το γενικόν πρόσταγμα της επιχειρήσεως.
7) Νικόλαος Κων. Ραφαηλάκης, Αντιστράτηγος ε.α., τότε Δ / ντής της ΣΔΑ, παριστάμενος κατά την εκτέλεσιν της επιχειρήσεως και εποπτεύων ταύτης.
8) Νικόλαος Αριστ. Δασκαλόπουλος, τότε Αρχηγός Αστυνομίας, εποπτεύων των Αστυνομικών Δυνάμεων.
9) Λουκάς Γεωργίου Χριστολουκάς, τότε Διευθυντής της Αστυνομίας Αθηνών, υπεύθυνος των ενεργειών των αστυνομικών δυνάμεων ως προς την αντιμετώπισιν των εκδηλώσεων.
10) Θρασύβουλος Γιοβάνης, Ταξίαρχος, τότε Συνταγματάρχης, επικεφαλής των στρατιωτικών τμημάτων εις την κατά του Πολυτεχνείου επιχείρησιν.
Άπαντες εμφανίζονται ως απλοί συνεργοί του ως είρηται, του ηθικού αυτουργού, δια της παροχής θετικής συνδρομής εις αυτόν εν τω πλαισίω της αρμοδιότητος εκάστου, απλοί ομοίως συνεργοί των γνωστών και αγνώστων εγκληματιών εν τη διαπράξει των ανθρωποκτονιών και σωματικών βλαβών, της τοιαύτης συνδρομής των εκδηλωθείσης, ως ετονίσθη ήδη αρνητικώς, ήδη δια παραλείψεως εκτελέσεως του εκ του νόμου και της αποστολής των τικτομένου ιερού καθήκοντος προασπίσεως της ζωής και σωματικής ακεραιότητος των πολιτών έναντι των πάσης φύσεως κακοποιών και των εγκληματικώς δρώντων οργάνων των. Ο εξ αυτών Νικόλαος Δασκαλόπουλος, τυγχάνει ομοίως και έμμεσος αυτουργός παρανόμου συλλήψεως και κατακρατήσεως των συλληφθέντων.
11) Σπυρίδων Σταθάκης, Ίλαρχος τεθωρακισμένων, διατάξας την είσοδον του άρματος εντός του Πολυτεχνείου, αυτουργός αποπειρών ανθρωποκτονίας των επί των κιγκλιδωμάτων της πύλης του Πολυτεχνείου ευρισκομένων σπουδαστών, ιδία δε της διαφυγούσης τον θάνατον και βαρύτατα μόνον τραυματισθείσης Π. Ρηγόπουλου.
12) Σταύρος Βαρνάβας, Αντιστράτηγος ε.α., Δ / ντής του εν τω Υπουργείω Δημοσίας Τάξεως Μικτού Επιτελείου. Ηθικός αυτουργός ανθρωποκτονιών (μιας τετελεσμένης και πολλών εν απόπειρα) ως διατάξας την χρήσιν των όπλων κατά του πλήθους.
13) Ηλίας Τσιαούρας ή Τσαπούρης, αυτουργός ανθρωποκτονιών (μιας τετελεσμένης και πολλών εν απόπειρα) και παρανόμου οπλοφορίας δια πολεμικού όπλου.
14) Ευάγγελος Κων. Μαντζώρος, Ανθυπίλαρχος τότε τεθωρακισμένων, αυτουργός αποπειρών ανθρωποκτονίας και επικινδύνων σωματικών βλαβών (κατάθ. υπ' αριθμ. 241 και 242).
15) Υπίλαρχος Μιχαήλ Γουνελάς, Ανθυπασπιστής Λάμπρος Κωνσταντέλλος, Αξιωματικοί του ΚΕΤΘ, λαβόντες μέρος εις την κατά του Πολυτεχνείου επιχείρησιν. Φέρονται ως αυτουργοί ή ηθικοί αυτουργοί αποπειρών αυτοκτονίας και επικινδύνων σωματικών βλαβών (καταθέσεις υπ' αριθμ. 72, 76 και 116).
16) Αστυφύλαξ υπό στοιχεία Λ 21 Ηλίας Καραδήμας και δεύτερος τοιούτος υπό το μικρόν όνομα Νικόλαος, εκτελούντες υπηρεσίαν εν τω Ρυθμιστικά) Κέντρω Αθηνών την νύκτα της 16ης προς 17ην Νοεμβρίου 1973, τυγχάνουν συναυτουργοί μετ' άλλων αγνώστων, ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως και επικινδύνων σωματικών βλαβών εις βάρος τραυματιών και των συνοδών τους (καταθ. υπ' αριθμ. 72, 76 και 116).
17) Βασίλειος Γεωργίου Μπουκλάκος, τότε Διοικητικός Δ / ντής του Ρυθμιστικού, απλούς συνεργός, δια της παροχής υλικής και ψυχικής συνδρομής, εις τους υπό στοιχ. 15 κατηγορουμένους και αυτουργός παρανόμου οπλοφορίας, απειλών και βλασφημίας εις βάρος των τραυματιών και των συνοδών του.
18) Δημήτριος Κων. Κατσούλης, Ταγματάρχης Χωροφυλακής, τότε στέλεχος της ΚΥΠ, απλούς μεν συνεργός του υπό στοιχ. 3 ηθικού αυτουργού, δια της παροχής θετικής εις αυτόν συνδρομής εν των πλαισίω της αρμοδιότητος τους και απλούς ομοίως συνεργός των γνωστών και αγνώστων εγκληματιών εν τη διαπράξει ανθρωποκτονιών και σωματικών βλαβών, δια παραλείψεως ως ανωτέρω της τοιαύτης συνδρομής του εκδηλωθείσης.
19) Δημήτριος Παναγ. Πίμπας, αυτουργός προκλήσεων εις διάπραξιν κακουργήματος ή πλημμελήματος.
20) Ο υπ' αριθμ. 472 αστυφύλαξ (κατάθ. υπ' αρ. 229), αυτουργός απόπειρας ανθρωποκτονίας νεαρού μαθητού έμπροσθεν του Μητροπολιτικού Ναού την 17-11-1973.
21) Αγνώστων στοιχείων αστυφύλαξ του Γ' Αστυνομικού Τμήματος, ευρισκόμενος εν υπηρεσία περί ώραν 14.30 της 17-11-1973 αυτουργός επικινδύνου σωματικής βλάβης εις βάρος του Δημοσθένους Σαμούρη, ιατρού (καταθ. υπ' αριθμ. 145), μεταβάντος αυτόθι κατά την διαδικασίαν παραλαβής του νεκρού αδελφού του.
22) Ιωάννης Νικ. Καλύβας, Υπαστυνόμος, αυτουργός επικινδύνων σωματικών βλαβών εις βάρος των εξερχόμενων του Πολυτεχνείου σπουδαστών (κατάθ. Θεοδ. Καλούδη, υπ' αριθμ. αρ. 104).
23) Σάκης Ταμπούρης, Ιωάννης Κουρής και Σωτήριος Νάνος, αρχιφύλακες του ΛΖ' Αστυνομικού Τμήματος, συναυτουργοί επικινδύνου σωματικής βλάβης, εις βάρος του Ιωάννου Χρα (κατάθ. υπ' αριθ. 142).
24) Πλήθος αγνώστων δραστών όλων των αναφερθεισών πράξεων, μεταξύ των στρατιωτών, αστυνομικών και απλών πολιτών.
IV. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Εκ των εκτεθέντων δήλον καθίσταται ότι η δίωξις των ως είρηται πράξεων και ο κολασμός των αποδειχθησομένων ενόχων είναι υποχρέωσις της δικαιοσύνης. Επιτρέψατε όθεν όπως εισηγηθώ προς Υμάς την άμεσον άσκησιν ποινικής διώξεως και την εις τακτικήν ανάκρισιν παραπομπήν της υποθέσεως ως προς απαντάς τους εκτεθέντος στρατιωτικούς και αστυνομικούς, εις την αρμοδιότητα των κοινών ποινικών δικαστηρίων υπαγόμενους ένεκεν της αναπτυχθείσης ανωτέρω συμμετοχής εγκληματικής δράσεων των (αρ. 248 παρ. 1 ΣΠΚ). Οίκοθεν νοείται ότι τα ανακύπτοντα περί την ορθότητα του τε χαρακτηρισμού των πράξεων και τον προσδιορισμόν των υπευθύνων, προβλήματα αληθούς ερμηνείας και ορθής αξιολογήσεως πρεπέστερον θα αντιμετωπισθούν κατά την διαδρομήν της δικαστικής ερεύνης.
Η υπ' εμού ενεργηθείσα ταχεία και αναλυτική - όση μοι δύναμις - έρευνα και τα εκ ταύτης προκύψαντα, κατά τα εκτεθέντα, στοιχεία εντάσσονται εις το προπαρασκευαστικόν και διερευνητικόν πάντοτε πλαίσιον της απλής προκαταρκτικής εξετάσεως, σκοπός της οποίας ως γνωστόν είναι να κριθή αν συντρέχη περίπτωσις ποινικής διώξεως (αρ. 31 παρ. 1 εδ. α ΚΓΔ) και ουχί να ερευνηθή εν πληρότητι και εμπεριστατωμένους η υπόθεσις.
Αναφέρω τέλος ότι εις την παρούσαν δικογραφίαν έχουν ενσωματωθή και αι μηνύσεις των: Γρηγορίου Τρυφ. Παπαδάτου, Κυριάκου Νικ. Σπηριούνη και Δημητρίου Παπαδοπούλου.
Εν Αθήναις τη 14 Οκτωβρίου 1974 Ο ενεργήσας την προκαταρκτικών εξέτασιν Εισαγγελεύς
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΒΑΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ
ΕΚΘΕΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΝΟΕΜΒΡΗ 1973
(Εγκρίθηκαν στην 4η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ - Ιούλης 1976)
Κεφάλαιο 1
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΛΑΪΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ 1973
1.1. Η κρίση της δικτατορίας βαθαίνει
Στη διάρκεια του 1973, - αν και η δικτατορία έκλεινε τα έξι χρόνια της, - κάθε άλλο παρά άρχιζε να κερδίζει κάποια σταθερότητα, σαν καθεστώς, να αποκτάει κάποια λαϊκή βάση. Αντίθετα μάλιστα. Η κρίση του χουντικού καθεστώτος συνεχιζόταν. Τέλη 1972 και κυρίως το 1973, η κρίση βάθυνε πολύ. Είχε αρχίσει πια να κορυφώνεται. Στα ντοκουμέντα του ΚΚΕ η διαπίστωση αυτή φαίνεται εντελώς καθαρά. Η απόφαση της 17ης Ολομέλειας (Δεκέμβρης 1972) τόνιζε: «Παρά τις προσπάθειες της χούντας να παρουσιάσει το καθεστώς της σταθεροποιημένο... τα βάθρα πάνω στα οποία στηρίζεται, εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά αδύνατα, και οξύνονται οι αντιθέσεις του καθεστώτος. Η χούντα, παρά τη δημαγωγία της, δεν μπόρεσε να δημιουργήσει βάσεις και στηρίγματα στην εργατική τάξη και στα άλλα εργαζόμενα στρώματα του λαού... Ένα τέτοιο καθεστώς που προκαλεί τη γενική λαϊκή αντίθεση προς αυτό, δεν μπορεί να είναι σταθερό, η αστάθειά του, παραμένει κύριο γνώρισμα» (η υπογράμμιση τωρινή). Αυτές οι διαπιστώσεις υπάρχουν και στις ανακοινώσεις του ΠΓ στη διάρκεια του 1973. Και η εισήγηση στο 9ο Συνέδριο (η αναφορά σ’ αυτή έχει σημασία, γιατί είναι γνωστό ότι ετοιμαζόταν πριν από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και συνόψιζε τις τελευταίες, μέσα στο 1973, εξελίξεις) υπογράμμιζε: «Το στρατιωτικό φασιστικό καθεστώς βρίσκεται σε μόνιμη κρίση, που τον τελευταίο καιρό βάθυνε ακόμα περισσότερο... Βαθαίνει η κρίση της χουντικής δικτατορίας. Γιγαντώνεται η οργή και το μίσος του λαού μας ενάντια στους αμερικάνους ιμπεριαλιστές. Δυναμώνει η θέλησή του να απαλλαγεί από ντόπιους και ξένους δυνάστες. Η χούντα κάθεται πάνω στο δημοκρατικό και αντιφασιστικό καμίνι του ελληνικού λαού. Η Ελλάδα γίνεται αδύνατος κρίκος για τους ιμπεριαλιστές». (Υπογράμμιση τωρινή).
Οι αιτίες και το βάθεμα αυτής της κρίσης βρίσκονται καταρχήν στις ίδιες τις αντικειμενικές εξελίξεις, εξωτερικές και εσωτερικές, που υπογραμμίζονταν στα κομματικά και τα άλλα ντοκουμέντα του λαϊκού κινήματος της εποχής.
Οι τυχοδιωκτικές επιθετικές ενέργειες του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού (ιδιαίτερα η χοντροκομμένη, γκαγκστερική επέμβαση στη Χιλή) βαθαίνουν την αντιαμερικάνικη συνείδηση του λαού και της νεολαίας του, κάνουν πιο χειροπιαστό το ρόλο του σαν προστάτη της χούντας. Η αραβοίσραηλινή σύγκρουση, οι αμερικάνικες απειλές για άμεση επέμβαση στις αραβικές πετρελαιοπηγές, - με την πιθανότητα χρησιμοποίησης της Ελλάδας σαν ορμητήριο των αμερικανονατοϊκών δυνάμεων, - δημιουργούν πρόσθετες ανησυχίες στο λαό (παρά τις διακηρύξεις της χούντας για «ουδετερότητα», που κανείς δεν πιστεύει). Η αγανάχτηση του λαού απέναντι στους αμερικάνους ιμπεριαλιστές, με τον ελλιμενισμό του 6ου Στόλου στο Φάληρο και την Ελευσίνα, τις απαλλοτριώσεις στην Αττική κλπ., κορυφώνεται. «Η κύρια κατεύθυνση της χούντας στο Κυπριακό είναι κατεύθυνση υπονόμευσης της ανεξαρτησίας και της δημοκρατίας του κυπριακού λαού, δηλαδή προαγωγής του ιμπεριαλιστικού, ιδιαίτερα του αμερικάνικου σχεδίου, μετατροπής της μεγαλονήσου σε νατοϊκή βάση». (Εισήγηση στο 9ο Συνέδριο), - κι αυτό γίνεται όλο και πιο φανερό στο λαό. Παράλληλα, η άνοδος των δυνάμεων του σοσιαλισμού, του κινήματος της εργατικής τάξης στις καπιταλιστικές χώρες και οι επιτυχίες των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων (εξέγερση λαού και φοιτητών στην Ταϋλάνδη, νίκες των επαναστατικών δυνάμεων στο Βιετνάμ, άνοδος των κινημάτων στην Αφρική, - Μοζαμβίκη, Γουϊνέα, Μπισάου κλπ), δυναμώνουν στο λαό και τη νεολαία την πεποίθηση στις δυνάμεις τους.
Εσωτερικά οξύνονται στο έπακρο τα προβλήματα της οικονομίας και του λαού. Η οικονομική κρίση αρχίζει, ο πληθωρισμός γίνεται πια πολύ αισθητός, τα διάφορα σκάνδαλα (λογουχάρη, των κρεάτων) συζητιώνται από στόμα σε στόμα. Αρχίζει να εκδηλώνεται το σπάσιμο του οικοδομικού «μπουμ». Οι σκανδαλώδεις συμβάσεις με τα ξένα μονοπώλια γίνονται απροκάλυπτες και πλατιά γνωστές στο λαό. Η χούντα, πάνω σε αυτή τη βάση, απομονώνεται πλήρως από το λαό, κάνει πιο απροκάλυπτο το τυραννικό της πρόσωπο (διωγμοί των φοιτητών μετά τα γεγονότα της Νομικής, βασανιστήρια στο ΕΑΤ-ΕΣΑ κλπ.) Δυναμώνουν κι οι εσωτερικές αντιθέσεις ανάμεσα στις διάφορες κλίκες των πρακτόρων στρατοκρατών.
Όλο και περισσότερο απομονώνεται και διεθνώς η χούντα. Κύριο ρόλο παίζει η ανάπτυξη της διεθνούς αλληλεγγύης (πρώτ' απ' όλα των σοσιαλιστικών χωρών και του διεθνούς εργατικού κινήματος), που στη διάρκεια του 1973 παίρνει καινούργια έξαρση, με πρωταρχικό αίτημα την υπεράσπιση και την απελευθέρωση των πολιτικών κρατούμενων. Και γενικότερα, η συντελούμενη στροφή στις διεθνείς σχέσεις προς την ύφεση περισφίγγει περισσότερο τον κλοιό γύρω από τη χούντα. Έτσι, η διατήρηση του τυραννικού καθεστώτος της γίνεται μιά ακόμα πιο έντονη παραφωνία στην Ευρώπη. Ταυτόχρονα, η όξυνση, - πάνω στη βάση και της εντεινόμενης, ενεργειακής και γενικότερα οικονομικής κρίσης και των αποτυχιών των τυχοδιωκτισμών του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, - των εσωϊμπεριαλιστικών επιθέσεων βρίσκει την έκφρασή της και στις αντιθέσεις των ιμπεριαλιστών, ως προς τη μορφή άσκησης της εξουσίας και της εξασφάλισης της νάτοϊκής επικυριαρχίας στη χώρα μας. Πολλοί διαβλέπουν πως η συνέχιση της ανοιχτής στρατιωτικοφασιστικής δικτατορικής μορφής βλάφτει τα συμφέροντα του ιμπεριαλισμού και κηρύσσονται υπέρ μιας «ομαλής» διαδοχής προς μιά σχετική «φιλελευθεροποίηση» της μορφής αυτής.
1.2. Αναπτύσσεται και δυναμώνει η λαϊκή αντίθεση
Ο κύριος όμως παράγοντας που συντελεί στο βάθεμα της κρίσης της δικτατορίας είναι η σημαντική ανάπτυξη της παλλαϊκής αντίθεσης προς τη χούντα, η άνοδος της πάλης όλων των στρωμάτων του λαού. Το 1973 χαρακτηρίζεται από τη σοβαρή αγωνιστική ανάταση του λαού και της νεολαίας, ιδιαίτερα της σπουδάζουσας.
Το χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης των αγώνων της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων, αρχίζει να ξεπερνιέται. Οι αγώνες, από τις πρώτες στοιχειώδεις μορφές τους (διαβήματα, υπομνήματα κλπ.), περνάνε σε ανώτερες, μέχρι τις απεργίες. Μεροκάματα, ασφαλιστικά ταμεία, ωράριο, συνδικαλιστικές ελευθερίες, δικαίωμα της απεργίας είναι μερικά από τα βασικά αιτήματα των εργαζόμενων, που πολλά υιοθετούνται ακόμα και από τη ΓΣΕΕ, τα Εργατικά Κέντρα, τις Ομοσπονδίες. Η συνδικαλιστική ηγεσία, παρόλο που υπηρετεί γενικά την πολιτική της χούντας, υποχρεώνεται, - κάτω από την πίεση των εργαζόμενων και για να ανακόψει τους αγώνες τους, - να υιοθετήσει μερικά από τα αιτήματα της εργατιάς. Χαρακτηριστική περίπτωση το Ντοκουμέντο (απόφαση) του Εργατικού Κέντρου Πειραιά. Αναπτύσσονται εργατικές κινητοποιήσεις, που εκδηλώνονται με καταγγελία των συμβάσεων, συνελεύσεις, επιτροπές, αποφάσεις για απεργίες. Σημειώνονται οι απεργίες αλιεργατών
Καβάλας, τυπογράφων Αθήνας, τεχνικών «Ολυμπιακής» , δημοσιογράφων Αθήνας, προσωπικού τρόλλεϋ, εργαζόμενων της ΔΕΗ, κινηματογραφιστών της Αθήνας.
Μέσα στο 1973 αναπτύσσονται κι οι εκδηλώσεις των αγροτών (αν και μένουν ακόμα πίσω σε σύγκριση με τους αγώνες των άλλων εργαζόμενων). Παίρνουν τη μορφή μαζικής άρνησης για παράδοση ή πούληση των προϊόντων τους και επεκτείνονται σε όλη τη χώρα. Πληθαίνουν οι αγωνιστικές εκδηλώσεις ενάντια στις απαλλοτριώσεις. Πραγματοποιείται Πανθεσσαλική σύσκεψη των εκπροσώπων αγροτικών συνεταιρισμών στη Λάρισα. Οργανώνονται συλλαλητήρια κατά των απαλλοτριώσεων στα Μέγαρα, στα Σπάτα, στο Μενίδι, στου Σκαραμαγκά.
Κινούνται εντονότερα οι επαγγελματίες και βιοτέχνες, οι άνθρωποι του πνεύματος και της επιστήμης, οι εκπαιδευτικοί και τα άλλα στρώματα των εργαζόμενων.
Η ανάπτυξη των αγώνων είναι μεγαλύτερη στη νεολαία, και ειδικά στη σπουδάζουσα. Υπάρχει ασφαλώς εξήγηση του φαινόμενου της ανάπτυξης, πριν απ' όλα, των αγώνων των σπουδαστών στην περίοδο της δικτατορίας. Δεν αναφερόμαστε τώρα σ' αυτή, μόνο σημειώνουμε πως η ανάπτυξη το 1973, ήταν συνέπεια και της όλης πορείας του φοιτητικού κινήματος (ΦΚ) στα προηγούμενα χρόνια, που ανάδειξε και το μαζικό του φορέα, την «Αντιδικτατορική ΕΦΕΕ» (Α/Ε) και το παράνομο έντυπό του, την «Πανσπουδαστική» (Π).
Ιδιαίτερη ανάπτυξη του ΦΚ έχει αρχίσει από τις αρχές του 1972, με την κίνηση για την αποκατάσταση του φοιτητικού συνδικαλισμού. Έτσι, στις συνελεύσεις συλλόγων, που συγκαλούν το Γενάρη 1972 και κατοπινά, οι διορισμένες τότε διοικήσεις τους, οι σπουδαστές αξιώνουν τη σύγκληση γενικών συνελεύσεων, που θα έπαιρναν μέτρα για διεξαγωγή νέων αρχαιρεσιών στους συλλόγους. Χρησιμοποιούν τη μέθοδο προσφυγών στα Πρωτοδικεία, με τις οποίες προσβάλλουν τη «νομιμότητα» των διορισμένων. Ταυτόχρονα, συγκαλούν συγκεντρώσεις, όπου εγκρίνονται ψηφίσματα για τη διεξαγωγή αρχαιρεσιών. Η χούντα αναγκάζεται να κάνει την πρώτη υποχώρηση, δέχεται τη διεξαγωγή αρχαιρεσιών, προσπαθώντας να τις βάλει κάτω από τον έλεγχό της, και τις ορίζει υποχρεωτικά το Νοέμβρη 1972. Κάνει δημαγωγία και παίρνει μέτρα εκφοβισμού, μεγάλων διωγμών, εφαρμόζει το μέτρο της επιστράτευσης. Με αυτές τις συνθήκες οι εκλογές είναι, βέβαια, παρωδία. Η «Π» έγραφε: «η μέρα της διεξαγωγής των εκλογών θα μείνει στα χρονικά του φοιτητικού κινήματος σα μέρα βίας και νοθείας, ξυλοδαρμών, συλλήψεων και άλλων εκτρόπων, των οποίων πρωταγωνιστές υπήρξαν ασφαλίτες, εσατζήδες, λοκατζήδες και εκοφίτες...». Και παρ' όλ ' αυτά, υπήρξαν σχολές (τοπογράφων και χημικών μηχανικών στο Πολυτεχνείο), όπου γίνεται δυνατό να εκλεγούν γνήσιοι αντιπρόσωποι. Δικαιώνεται η γραμμή της Α/Ε ενάντια στην αποχή και την παθητική στάση και ανεβαίνει αμέσως το κίνημα για την καταγγελία των νόθων αποτελεσμάτων, το σταμάτημα των διώξεων και της επιστράτευσης, την κατάργηση των Ν.Δ. 93/1969 και 180/1970. Κηρύσσονται απεργίες των υπομηχανικών Αθήνας και Θεσσαλονίκης (κράτησαν πάνω από μήνα), οργανώνονται πορείες (Φυσικομαθηματικής Θεσσαλονίκης), γίνονται απεργίες όλων των σχολών του Πολυτεχνείου. Μεσ' από τους αγώνες του αυτούς το ΦΚ ανεβάζει και τις πιο ανοιχτές αντιχουντικές εκδηλώσεις του. Οι φοιτητές βρίσκονται στις πρώτες γραμμές μαχητικών διαδηλώσεων της νεολαίας στις 21 του Απρίλη και την Πρωτομαγιά 1972, καθώς και στα τέλη του 1972 με αντιχουντικά και αντιαμερικανικά συνθήματα.
Το 1973 βρίσκει το ΦΚ σε μιά κρίσιμη καμπή του. Η χούντα προσπαθεί να οργανώσει επίθεση εναντίον του. Το Γενάρη δημοσιεύει το λεγόμενο «κατασταστικό χάρτη» της Ανώτατης Παιδείας, με τον οποίο θέλει να κάμψει το ΦΚ. Απόφασή της για ίδρυση ξενόγλωσσων Κολλεγίων, Ινστιτούτων, Πανεπιστημίων ανεβάζει τον αντιαμερικανισμό. Νέες διώξεις με το ν. 63/69 (περίπτωση 12 φοιτητών Εμπορικής κ.α.) όξυνε την αγανάκτηση. Στις 14 Φλεβάρη, με τη συγκέντρωση στο Πολυτεχνείο, αρχίζει η ανώτερη φάση των αγώνων Φλεβάρη - Μάρτη - Απρίλη. Παραβίαση ασύλου, βάρβαρη επίθεση ακόμα και στα γραφεία καθηγητών. Παραίτηση της Συγκλήτου. Σε απάντηση, στις 21-22 του Φλεβάρη, 4 χιλιάδες φοιτητές κάνουν κατάληψη στο κτήριο της Νομικής μένουν 48 ώρες. Χιλιάδες λαού τους συμπαραστέκονται. Το απόγευμα στις 22 του Φλεβάρη ύστερα από υποσχέσεις που δόθηκαν εγκαταλείπουν το κτίριο και μαζί με χιλιάδες λαού, διαδηλώνουν στους δρόμους ως το βράδυ. (Συνθήματα: «Ελλάς Ελλήνων φυλακισμένων», «Ελευθερία», «Δημοκρατία», «Κάτω η δικτατορία», «Ένας είναι ο αρχηγός, ο κυρίαρχος λαός» κλπ.) Η χούντα απαντάει πάλι με τρομοκρατία κι επιβάλλει ακόμα χειρότερο φίμωτρο στον Τύπο.
Αλλά οι φοιτητές αναπτύσσουν τους αγώνες τους. Στις 16 του Μάρτη οργανώνεται ξανά κλείσιμο, για ώρες, στο κτίριο της Ιατρικής και κατοπινά μαχητική διαδήλωση. Στις 20 του Μάρτη δυόμιση χιλιάδες φοιτητές συγκεντρώνονται στο κτίριο της Νομικής και κατόπιν ανεβαίνουν στην ταράτσα με τραγούδια και συνθήματα. Σημειώνεται επίθεση της χούντας με δυνάμεις ΕΣΑ, ΛΟΚ και αστυνομίας. Εισορμούν στη σχολή με την κάλυψη του Πρύτανη (Τούντα). Συλλήψεις, διωγμοί. Κηρύσσεται αποχή. Αγωνιστικές διαδηλώσεις και αποχή και στα Πανεπιστήμια Θεσσαλονίκης και Πάτρας. Συγκέντρωση 1.500 φοιτητών, απαίτηση για ελεύθερες εκλογές, υπόσχεση της Συγκλήτου και λύση της αποχής. Μπροστά στις υπαναχωρήσεις της Συγκλήτου (μετά από τις πιέσεις του Γκαντώνα) κλείσιμο του Πανεπιστημίου (6-9 του Απρίλη και ξανά από τις 10 του Απρίλη), επανειλημμένες μαζικές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις των φοιτητών. Με το κλείσιμο ματαιώνονται οι εκλογές. Οι μαχητικές εκδηλώσεις συνεχίζονται και μέχρι την επέτειο του φασιστικού πραξικοπήματος. Το κύμα των συλλήψεων και των διωγμών μεγαλώνει. Η σπουδαστική περίοδος φτάνει στο τέλος της, το ΦΚ προσωρινά ανακόπτεται, αφού έχει φτάσει σε πρωτοφανή, ως τότε, ανάπτυξη. Παρά τις μαζικές συλλήψεις, τους σκληρούς διωγμούς, την πλατιά εφαρμογή της επιστράτευσης, η χούντα δεν κατάφερε να συντρίψει το ΦΚ, ούτε καν να το πισωστρέψει.
Ήταν φανερό ότι με την καινούργια χρονιά η άνοδός του θα συνεχιζόταν.
Είναι πολύ σημαντικό ότι μέσα στο 1973 ανεβαίνουν οι αγώνες και οι κινητοποιήσεις της νεολαίας και όλου του λαού όχι μόνο για την ικανοποίηση των άμεσων οικονομικών διεκδικήσεων ή για τις συνδικαλιστικές τους ελευθερίες, αλλά και με καθαρά πολιτικό περιεχόμενο. Έτσι, σημειώνονται οι εκδηλώσεις της 28ης του Οκτώβρη 1972, στην επέτειο του φασιστικού πραξικοπήματος (21 του Απρίλη 1973) και την Πρωτομαγιά 1973, η μάχη κατά του ψευτοδημοψηφίσματος τον Ιούνη 1973, η νυχτερινή διαδήλωση μετά το σχηματισμό της κυβέρνησης Μαρκεζίνη. «Η μάχη κατά του ψευτοδημοψηφίσματος έδωσε την ευκαιρία στον ελληνικό λαό να εκδηλώσει την ενότητα θέλησης και την ενεργό αντίθεσή του στο καθεστώς της δικτατορίας, την απόφασή του να αγωνιστεί για την ανατροπή του» (Εισήγηση στο 9ο Συνέδριο). Οι αντιδικτατορικές εκδηλώσεις αγκαλιάζουν ακόμα και τις ένοπλες δυνάμεις, όπως έδειξε και το κίνημα στο Πολεμικό Ναυτικό. Η υποχώρηση της χούντας, με την απόλυση τον Αύγουστο 1973 του συνόλου σχεδόν των πολιτικών κρατούμενων, αποτέλεσε ένα ακόμα σοβαρό στοιχείο που εμψύχωσε το λαϊκό κίνημα.
Το λαϊκό κίνημα, κορυφώνει την ανάτασή του το φθινόπωρο, Οκτώβρη - Νοέμβρη 1973. Και μέσα σ' αυτό το κλίμα, εκδηλώνονται τα γεγονότα στο Πολυτεχνείο.
1.3. Το επίπεδο οργάνωσης των λαϊκών δυνάμεων
Όχι μόνο το λαϊκό κίνημα, γενικά, αλλά και η οργάνωσή του, και ειδικότερα οι οργανώσεις του ΚΚΕ και της ΚΝΕ και η καθοδήγησή τους, σημειώνουν θετικά βήματα στη διάρκεια του 1973. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί, ότι το λαϊκό κίνημα αναπτυσσόταν με βήματα πιο γοργά απ' ό,τι η οργάνωση του υποκειμενικού παράγοντα, που και πριν παρουσίαζε αδυναμίες. Αλλά τώρα οι αδυναμίες υπογραμμίζονταν ιδιαίτερα, σε σύγκριση με το αναπτυσσόμενο λαϊκό κίνημα. Η αγωνιστική διάθεση του λαού ανεβαίνει γρηγορότερα απ' ό,τι βελτιώνεται η οργανωτική ανάπτυξη του Κόμματος και της ΚΝΕ.
Η 17η Ολομέλεια της ΚΕ (Δεκέμβρης 1972) αποτελεί σημαντικό βήμα για την καθαρή διατύπωση, ακόμα μιά φορά, της πολιτικής γραμμής μας και, κυρίως, για το ξεκαθάρισμα της οργανωτικής πολιτικής του Κόμματος. Δίνει ώθηση στη βελτίωση της καθοδήγησης και της οργάνωσης της παράνομης δουλειάς. Αλλά οπωσδήποτε, δεν προλαβαίνει πλήρως τα γεγονότα.
Ύστερ' από την απόλυση των πολιτικών κρατουμένων (Αύγουστος 1973) με απόφαση του ΠΓ, ανασυγκροτείται το Γραφείο του Κλιμακίου. Το Γραφείο Κλιμακίου κάνει προσπάθειες για την ανασυγκρότηση όλης της δουλειάς του, τη βελτίωση του μηχανισμού του, την καλύτερη σύνδεση με τις οργανώσεις, με τη νόμιμη δουλειά και τους νόμιμους φορείς, με παράλληλη κατεύθυνση το πέρασμα μερικών ηγετικών στελεχών στην παρανομία. Έχει οργανωθεί καλύτερα η άμεση σύνδεση με τη «Φωνή της Αλήθειας» (ΦΑ), πράγμα που δίνει στις εκπομπές της ΦΑ ζωντανότερο περιεχόμενο, τις κάνει επίκαιρες, σωστά συνδεμένες με τα καθημερινά γεγονότα, έτσι που μεγαλώνει ο προπαγανδιστικός και καθοδηγητικός της ρόλος στο λαϊκό κίνημα.
Από τη Β’ Σύνοδο του ΚΣ της ΚΝΕ και με βάση τις αποφάσεις της είχε αρχίσει η ανασυγκρότηση της δουλειάς και των οργανώσεων της ΚΝΕ, που διευκολύνθηκε και από την απόλυση ορισμένων συντρόφων από την εξορία. Κάπως πιο αποτελεσματικά όμως μπαίνει με την απόφαση του Κ.Σ. τον Αύγουστο 1972, για το γιορτασμό των 50χρονων της ΟΚΝΕ. Στην απόφαση εκείνη καθορίζεται συγκεκριμένο πλάνο ανάπτυξής της. Στη διάρκεια του 1973 γίνεται προσπάθεια για την πραγματοποίηση αυτού του πλάνου και η ΚΝΕ κάνει σοβαρά βήματα προς την κατεύθυνση αυτή. Ανασυγκροτήθηκε το ΚΣ, πάρθηκαν ορισμένα μέτρα για τη λειτουργία του, συγκροτήθηκαν επιτροπές διαφώτισης και Συνταχτική Επιτροπή του «Οδηγητή». Συγκροτείται Γραφείο της Αθήνας και η οργάνωση Αθήνας της ΚΝΕ. Η ΚΝΕ προωθεί τη δουλειά της στην εργαζόμενη νεολαία, τις συνοικίες, τις τεχνικές σχολές και τους μαθητές. Η δουλειά στην εργαζόμενη νεολαία προχωρεί βασανιστικά με πολλές δυσκολίες και σε μερικές περιπτώσεις μένει στάσιμη. Καλύτερη κάπως είναι η δουλειά στις συνοικίες, τις τεχνικές σχολές, τους μαθητές. Συγκροτήθηκε η οργάνωση της ΚΝΕ στον Πειραιά και το Γραφείο της. Η σπουδάζουσα γίνεται η πιο μαζική οργάνωση της ΚΝΕ, έχει σχετικά καλή ανάπτυξη και αποτέλεσε τον βασικό παράγοντα για την ανάπτυξη του ΦΚ. Η ίδρυση της Α/Ε και η κυκλοφορία της «Π» ήταν σημαντική επιτυχία και βοήθεια στο άνοιγμα της ΚΝΕ μέσα στις μάζες των φοιτητών. Σοβαρό ρόλο έπαιξαν οι Τοπικοί Σύλλογοι, που, σε μιά φάση, πρωτοστάτησαν στις φοιτητικές κινητοποιήσεις. Ωστόσο, το Γραφείο της ΚΝΕ Σπουδάζουσας δεν καταφέρνει να δουλεύει εποπτικά και επιτελικά, παρουσιάζει αδυναμίες σε μερικά ζητήματα, όπως στο συνδυασμό νόμιμης και παράνομης δουλειάς. Αυτά είναι μερικά από τα βασικά συμπεράσματα της Γ’ Συνόδου του Κ.Σ. Η ίδια η πραγματοποίηση της Γ. Συνόδου ήταν ακόμα μιά ένδειξη της ανάπτυξης της ΚΝΕ μέσα στο 1973.
Παρά τα θετικά βήματα στη βελτίωση της δουλειάς του Κόμματος και της ΚΝΕ, η οργάνωση γενικά δεν βρισκόταν στο ύψος των απαιτήσεων του λαϊκού κινήματος. Και οπωσδήποτε δεν αξιοποιήθηκαν πλήρως για τη βελτίωση αυτή, και για το στήσιμο κατάλληλου καινούργιου παράνομου μηχανισμού, οι κάποιες ευνοϊκές συνθήκες που δημιουργούσαν η απόλυση των πολιτικών κρατούμενων και η προσπάθεια της χούντας να εφαρμόσει το πείραμα της «φιλελευθεροποίησης».
Ειδικότερα: Δεν έχουν δημιουργηθεί ικανοποιητικοί δεσμοί του Κόμματος και της ΚΝΕ με τις μάζες και τους νόμιμους ή μισονόμιμους φορείς του μαζικού κινήματος, όπου αυτό έχει αρχίσει ν' αναπτύσσεται (λογουχάρη της ΚΝΕ με το ΦΚ). Δηλαδή, όχι μόνο η σύνδεση του Κόμματος και της ΚΝΕ με τις μάζες και τα προβλήματά τους δεν είναι ικανοποιητική, αλλά και όπου μια τέτοια σύνδεση γενικά υπάρχει, όπως της ΚΝΕ με το ΦΚ, και εκεί η σύνδεση αυτή και πολιτικά δεν είναι απόλυτα ικανοποιητική, και, κυρίως οργανωτικά, βρίσκεται σε χαμηλό επίπεδο, έτσι που η καθοδήγηση δεν μπορεί να επεμβαίνει άμεσα στην ανάπτυξη των μαζικών αγώνων. Αν αυτό, ως ένα βαθμό, αποτελεί στοιχείο της αναγκαίας στην παρανομία αποκέντρωσης, από την άλλη μεριά δημιουργεί δυσκολίες στην καθοδήγηση και το συντονισμό των αγώνων, ιδίως σε στιγμές γρήγορων και σοβαρών εξελίξεων.
1.4. Το πείραμα «φιλελευθεροποίησης»
Η σοβαρή αγωνιστική ανάταση, - ο κύριος καταλύτης των εξελίξεων, - αποτελεί και το βασικό παράγοντα που συντελεί στο παραπέρα βάθεμα της κρίσης της χούντας και βάζει στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα της τελικής πάλης για την ανατροπή της.
Η χούντα και οι πάτρωνές της, αισθάνονται τον κίνδυνο, καταλαβαίνουν πως φεύγει το έδαφος κάτω από τα πόδια τους. Βρίσκουν πως, μπροστά στην κατάσταση αυτή, παίρνοντας υπόψη τους και τις άλλες εσωτερικές και διεθνείς συνθήκες (που αναφέρθηκαν προηγούμενα), το καλύτερο θα ήταν να προχωρήσουν σε κάποια «φιλελευθεροποίηση» του καθεστώτος, νομίζοντας πως έτσι θα εξαπατήσουν τις λαϊκές μάζες και τη διεθνή κοινή γνώμη. Θα αμβλύνουν τη λαϊκή αγανάχτηση, θα ανακόψουν το ανερχόμενο λαϊκό κίνημα, θα καταφέρουν να δημιουργήσουν μιά στοιχειώδη, έστω, λαϊκή βάση, θα αντιμετωπίσουν και τα άλλα εσωτερικά τους προβλήματα και θα προετοιμάσουν τη λύση των προβλημάτων, που πιεστικά προβάλλονταν από τις ανάγκες του αμερικανονατοϊκού ιμπεριαλισμού (λογουχάρη λύση του Κυπριακού). Βέβαια, η κατεύθυνση αυτή «φιλελευθεροποίησης», δεν ήταν μόνο τωρινή (στα μέσα του 1973), είχε μπει αρκετά νωρίτερα κι εντελώς συγκεκριμένα από τις αρχές του 1972. Τέτοια βήματα είχαν γίνει προηγούμενα με την απόλυση των εξορίστων, τη δημιουργία της Συμβουλευτικής κλπ. Τώρα, εξαιτίας των λόγων που αναφέρθηκαν, το σχέδιο επισπεύδεται. Καταργείται ο θεσμός της βασιλείας, δίνεται η μορφή της κυβέρνησης Μαρκεζίνη, απολύεται σχεδόν το σύνολο των πολιτικών κρατούμενων, παραχωρείται μιά κάποια ελευθερία στον Τύπο. Και κυρίως, προετοιμάζεται το πείραμα των «εκλογών». Βρίσκεται κιόλας στα σκαριά η λύση Καραμανλή.
Δεν πρέπει να υποτιμηθεί ο κίνδυνος που τότε δημιουργήθηκε. Υπήρξε πραγματικός κίνδυνος να εξαπατηθούν οι πολιτικές δυνάμεις και ένα μέρος του λαϊκού κινήματος. Κυρίως, υπήρχε ο κίνδυνος να επικρατήσει η οπορτουνιστική αντίληψη ότι, μιά και δεν μπορούμε να πετύχουμε πλήρη απαλλαγή από τη χούντα, πρέπει ν' αρκεστούμε σ' αυτό που τώρα δίνεται και να το «αξιοποιήσουμε» για βαθμιαίες αργότερα αλλαγές. Να επικρατήσει αυτό που τότε λεγόταν «σώφρων ρεαλισμός». Και ακριβώς στο ότι αποφεύχθηκε ο κίνδυνος αυτός, πρέπει να δει κανείς τη μεγάλη υπηρεσία, που είχαν και ως τότε προσφέρει, και πρόσφεραν και εκείνες τις μέρες, οι συνεπείς αντιδικτατορικές δυνάμεις, πριν απ' όλα και κυρίως το ΚΚΕ. Να δει τη σημασία που είχαν οι ως τότε αγώνες του λαού και της νεολαίας του, - έστω και όπως, και στο βαθμό που είχαν αναπτυχτεί, - που με το αντιχουντικό και το αντιαμερικάνικο - αντιιμπεριαλιστικό κλίμα που είχαν δημιουργήσει, δεν επιτρέψανε να περάσει ο ελιγμός αυτός.
Μέσα στα πλαίσια αυτά είναι σωστό να υπογραμμιστούν οι θέσεις των πολιτικών δυνάμεων και του πολιτικού κόσμου τη στιγμή εκείνη.
Η «αντιδικτατορική Δεξιά», αν και όχι ανοιχτά, στην ουσία ερωτοτροπούσε προς τον ελιγμό αυτό. Είχαν ιδιαίτερα δραστηριοποιηθεί οι «γεφυροποιοί». Κύρια προσπάθειά τους: να ευνουχίσουν το λαϊκό κίνημα, κηρύσσοντας «σύνεση», «φρόνηση», όχι αγώνες και «περιττές θυσίες» Και προετοίμαζαν τη λύση Καραμανλή. Είναι γνωστή η στάση του ίδιου του Καραμανλή που σταθερά «σιωπούσε» πάνω στις εξελίξεις αυτές. Ο Π. Κανελλόπουλος, που είχε μείνει τότε σαν ουσιαστικός αρχηγός της ΕΡΕ και αντικαταστάτης του Καραμανλή, με μιά ομάδα γύρω απ' αυτόν, ακολουθεί μιά κάπως συνεπέστερη γραμμή. Είχε αντιταχθεί στη «λύση Μαρκεζίνη» και κατηγορούσε τον Καραμανλή για λιποταξία και συμβιβαστικές τάσεις απέναντι στη χούντα. Ήταν, γενικά, υπέρ της συνεργασίας των κομμάτων, μαζί και του ΚΚΕ. Στην πράξη, όμως, δεν προχωρούσε, γιατί, όπως έλεγε ο ίδιος, υπήρχε αντίδραση από τα στελέχη της ΕΡΕ. Και τελικά, υποτασσόταν στην πολιτική αυτή (που απόκλειε τη συνεργασία με τους κομμουνιστές) και στην πολιτική της χαλαρής αντιμετώπισης της δικτατορίας.
Ο κεντρώος πολιτικός κόσμος, στον οποίο συμπεριλαβαίνονταν τότε και στελέχη του Ανδρέα Παπανδρέου, ήταν ακόμα ακέφαλος. Σ' αυτόν υπήρχαν κυρίως δυο τάσεις: Η μιά ερωτοτροπούσε προς τη «λύση Μαρκεζίνη» και ήταν έτοιμη να την αποδεχτεί. Η άλλη είχε αντιταχτεί στη «λύση» αυτή. Στις αρχές του 1973 (σε συγκέντρωση όλων των βουλευτών της ΕΚ) έγινε προσπάθεια συνένωσής τους, με μιά προσωρινή διοικούσα επιτροπή μ' επικεφαλής τον Μαύρο, που απότυχε. Τελικά, πάντως, η κεντρώα ηγεσία αντιτάχτηκε στη «λύση Μαρκεζίνη» (στη στάση της ενισχύθηκε και από συμβουλές ορισμένων αμερικάνων και των δυτικογερμανών, που είδαν ότι η «λύση Μαρκεζίνη» συναντάει την καθολική αντίθεση του λαού) κάτω από την πίεση της πλειοψηφίας των στελεχών της ΕΚ και, κυρίως, των κεντρογενών αντιστασιακών οργανώσεων «Δημοκρατική Άμυνα» κλπ.) και απόρριψε τη συμμετοχή στις «εκλογές». Αλλά η αντίθεσή της εκφραζόταν ολότελα χαλαρά, και το χειρότερο, η στάση της απέναντι στην ανάπτυξη της έντονης ενεργητικής αντίστασης κατά της «πολιτικοποίησης» ήταν αρνητική. Έπεφτε, ουσιαστικά, στη θέση αναμονής και «σύνεσης».
Η θέση του ΠΑΚ (Α. Παπανδρέου) ήταν αντίθετη στον «ελιγμό». Αλλά η ταχτική του, όπως και αριστερίστικων ομάδων, ήταν, στον ένα ή στον άλλο βαθμό, εξτρεμιστική. Αρνιόταν την αξιοποίηση των δυνατοτήτων που δημιουργούσε η νέα κατάσταση. Κι αυτό φάνηκε ιδιαίτερα στο ΦΚ.
Τη χειρότερη, εκείνη τη στιγμή, στάση κράτησε η αναθεωρητική ομάδα. Ο οπορτουνισμός των ηγετών της οδήγησε σε θέσεις αποδοχής, στην ουσία, του παπαδοπουλομαρκεζινικού πειράματος, συμμετοχής και στις «εκλογές» που είχαν εξαγγελθεί. Η θέση τους αυτή είχε προετοιμαστεί από τις απολογίες των Δρακόπουλου - Παρτσαλίδη στη δίκη τους (Θέση για τη μοναρχία κλπ.), από τις συνεντεύξεις του Δρακόπουλου στην «Ακρόπολη», και διατυπώθηκε με τις δηλώσεις και θέσεις του Ηλιού, που βγήκε από τη μακριά «χειμερία νάρκη» του στη δικτατορία («λόγω υγείας και γηρατειών») και διεκδικούσε θέση πολιτικού αρχηγού στις διαγραφόμενες πολιτικές εξελίξεις. Οι Θέσεις της ηγεσίας των αναθεωρητών-αποστατών, όπως διατυπώθηκαν τότε στις δηλώσεις τους για τις «εκλογές», αποτελούν μιά από τις χειρότερες σελίδες του ελληνικού αναθεωρητισμού.
Αντίθετα, οι Θέσεις του ΚΚΕ ήταν οι μόνες σωστές στην περίοδο εκείνη. Απόρριπταν σταθερά το χουντικό πείραμα «πολιτικοποίησης» και «εκλογών», αλλά και σωστά προσανατόλιζαν το λαϊκό κίνημα στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων για ανάπτυξη του αγώνα, που δημιουργούνταν στις συνθήκες εκείνες. Το Π.Γ., σε ανακοίνωσή του (2-6-1973), μετά το κίνημα στο ναυτικό και το ψευτοδημοψήφισμα, τόνιζε: «0 ελληνικός λαός δεν θα ξεγελαστεί από τον προμελετημένο ελιγμό της στρατιωτικής δικτατορίας. Για τον ελληνικό λαό τίποτα δεν άλλαξε. Το χουντικό καθεστώς παραμένει το ίδιο, φασιστικό, στυγνό, τρομοκρατικό, αντιλαϊκό, αμερικανόδουλο και αντεθνικό... Σήμερα δημιουργούνται αντικειμενικά συνθήκες διεύρυνσης του μετώπου της αντιχουντικής πάλης». Ιδιαίτερη σημασία είχαν, για την πλατιά κοινοποίηση των Θέσεων του ΚΚΕ, οι δηλώσεις του σ. Καλούδη, που δημοσιεύτηκαν και στον Τύπο, σε αντιπαράθεση μάλιστα με δηλώσεις του Ηλιού, και η συνέντευξη Τύπου του σ. Φλωράκη στο Λονδίνο (10 Οκτώβρη 1973), όπου πολύ καθαρά δηλώθηκε η εναντίωση του ΚΚΕ στις «εκλογές». «Το ΚΚΕ καταγγέλει από τώρα την προσπάθεια εξαπάτησης της ελληνικής και της διεθνούς κοινής γνώμης με το σύνθημα των «ελεύθερων εκλογών»... Τις εκλογές αυτές τις θεωρούμε τέχνασμα της χούντας». Είναι αναμφισβήτητο ότι η πολύ σωστή αυτή Θέση του Κόμματος, σε κρίσιμη στιγμή, αποτελεί, ως σήμερα, πολύτιμο πολιτικό κεφάλαιο και ότι έπαιξε θετικό ρόλο για την ανάπτυξη του αντιχουντικού αγώνα τις στιγμές εκείνες.
συνέχεια του άρθρου στην επόμενη ανάρτηση
II. ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ
Α. ΝΕΚΡΟΙ:
Βαρύς υπήρξεν ο φόρος του αίματος εις νεκρούς και τραυματίας ο καταβληθείς δια την καταστολήν δια την καταστολήν της εξεγέρσεως του Πολυτεχνείου. Και των μεν τραυματιών τον αριθμόν, ήγγισε, μετά βεβαιότητας μάλλον, η έρευνα. Ανεξιχνίαστος, όμως, παραμένει εισέτι ο ακριβής αριθμός των νεκρών. Σύντονοι κατεβλήθησαν προς την κατεύθυσιν ταύτην προοπάθειαι και πέραν των αμέσως η εμμέσως περιερχομένων εις γνώσιν μου έκκλησις δια του Τύπου δημοσία διετυπώθη, όπως καταγγελθώσιν ή αναφερθώσι περιπτώσεις θανάτων ή και εξαφανίσεων ατόμων συνεπεία των γεγονότων του Πολυτεχνείου. Και είναι αληθές ότι ουδέν περιοτατικόν κατηγγέλθη. Δεν αντλείται, όμως εντεύθεν απόδειξις περί ανυπαρξίας τοιούτων. Διότι κατά τη διαδρομήν της ερεύνης εβεβαιώθησαν ή και απλώς επιθανολογήθησαν περιστατικά εδραιούντα παρ' εμοί την πεποίθησιν ότι οι νεκροί εκ των γεγονότων του Πολυτεχνείου υπήρξαν περισσότεροι των επισήμως ανακοινωθέντων. Δι' ο και κατανοώ τα ελατήρια της σιωπής των παθόντων.
Περί πάντων τούτων, όμως, αναλυτικώτερον, ως ακολούθως, αφού προηγουμένως τονισθεί ότι ουδείς απολύτως εκ των σπουδαστών του Πολυτεχνείου εφονεύθη κατά το ανωτέρω τριήμερον (οράτε υπ' αριθμ. 33437 /11.10.74 έγγραφον της Συγκλήτου του Πολυτεχνείου προς υμάς).
α) Επισήμως ανακοινωθέντες νεκροί είναι οι ακόλουθοι
1. Διομήδης Ιωάννου Κομνηνός, ετών 17, μαθητής. Εφονεύθη έξωθι του Πολυτεχνείου περί ώρα 22.15' της 16.11.73. Βασίμως πιθανολογείται ότι δράστης του φόνου τούτου είναι ο προεκτεθείς Συνταγματάρχης.
2. Βασίλειος Παναγιώτου Φαμέλλος, ετών 26. Εφονεύθη εγγύς του υπουργείου Δημοσίας Τάξεως περί ώρα 22.30' της 16.11.73, βληθείς προφανώς υπό τίνος των εκ του υπουργείου πυροβολούντων.
3. Toril Engelend, σπουδάστρια, Νορβηγίς. Εφονεύθη εις την πλατείαν Αιγύπτου περί ώρα 23.30'της 16.11.1973 παρ' αγνώστου δράστου.
4. Γεώργιος Ανδρέου Σαμούρης, σπουδαστής, ετών 22. Εφονεύθη υπ' αγνώστου εις άγνωστον σημείον εξ επαφής περί το μεσονύκτιον της 16.11.1973 και το πτώμα του μετεφέρθη και απερρίφθη εις την διασταύρωσιν των οδών Καλλιδρομίου και Ζωσιμάδων (Κατάθεσις υπ' αριθμ. 137).
5. Αλέξανδρος Ευστρατίου Σπαρτίδης, ετών 16, μαθητής. Εφονεύθη επί της οδού Κότσικα (παρόδου Πατησίων) την 10.20 ώραν της 17.11.1973, βληθείς υπό στρατιωτών εκ του κτιρίου του ΟΤΕ.
6. Μάρκος Δημητρίου Καραμάνης, ετών 23. Εφονεύθη ευρισκόμενος εις την επί της οδού Πατησίων και Αιγύπτου 1 πολυκατοικίαν την 10.30 ώραν της 17.11.1973, βληθείς ομοίως υπό στρατιωτών εκ του κτιρίου του ΟΤΕ.
7. Βασίλειος Καράκας, Τούρκος υπήκοος, ετών 43. Εφονεύθη εις την πλατείαν Αιγύπτου περί ώραν 13.00' της 17.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος μάχης.
8. Δημήτριος Θεοφ. Θεοδώρας, ετών 6. Εφονεύθη επί της οδού Ορεινής Ταξιαρχίας Ζωγράφου περί ώραν 13.30 της 17.11.1973, βληθείς υπό στρατιώτου ευρισκομένου έμπροσθεν του Ναού του Αγίου Θεράποντος.
9. Βασιλική Φωτίου Μπεκιάρη, ετών 17. Εφονεύθη ευρισκομένη εις την ταράτσα της επί της οδού Μεταγένους 8 - Νέος Κόσμος οικίας της περί ώρα 12.30' της 17.11.1973, δεχθείσα εις την κεφαλήν της βλήμα αδέσποτον άρματος.
10. Γεώργιος Αλεξάνδρου Γεριτσίδης, ετών 48, εφοριακός υπάλληλος. Εφονεύθη ευρισκόμενος εν Ν. Λιοσίοις προς εκτέλεσιν υπηρεσίας περί ώραν 12.15' της 17.11.1973 δεχθείς ομοίως βλήμα αδέσποτον άρματος μάχης εις την κεφαλήν.
11. Νικόλαος Πέτρου Μαρκουλής, ετών 25. Εφονεύθη παρά την πλατείαν Βάθης περί ώραν 11.00'της 17.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος μάχης.
12. Στυλιανός Αγαμ. Καραγεώργης, ετών 19, εργάτης. Ετραυματίσθη θανασίμως επί της οδού Πατησίων, έμπροσθεν του κινηματογράφου ΕΛΛΗΝΙΣ, περί ώρα 10.00'της 17.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος και απεβίωσεν εις το ΚΑΤ την 30.11.1973.
13. Ανδρέας Στεργίου Κουμπος, ετών 63. Ετραυματίσθη σοβαρώς διερχόμενος την οδό Καποδιστρίου περί ώρα 14.00' της 18.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος και απεβίωσε την 30.1.1974.
14. Μιχαήλ Δημήτριου Μυρογιάννης, ετών 20. Εφονεύθη εις την διασταύρωσιν των οδών Πατησίων και Στουρνάρα περί ώραν 13.30' της 18.11.73, βληθείς δια περιστρόφου εις την κεφαλήν και
15. Κυριάκος Δημητρίου Παντελάκης, ετών 45, δικηγόρος. Ετραυματίσθη σοβαρώς επί της οδού Γλάδστωνος περί ώραν 12.40' της 18.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου επί της οδού Πατησίων άρματος και απεβίωσεν την 18.12.1973.
β) Νεκροί πλήρως βεβαιωθέντες:
1. Σπύρος Κοντομάρης, δικηγόρος. Απεβίωσεν τας απογευματινός ώρας της 16.11.73 ευρισκόμενος επί της οδού Γεωργίου Σταύρου, συνέπεια θανατηφόρου επενέργειας των ριπτομένων υπό της αστυνομίας αερίων (κατάθ. υπ' αριθμ. 93).
2. Αικατερίνη Αργυροπούλου, ετών 75. Ετραυματίσθη σοβαρώς ενώ ευρίσκετο εις την εν Αγ. Αναργύροις οικίαν της περί ώραν 11.00' της 17.11.1973, δεχθείσα αδέσποτον βλήμα άρματος και απεβίωσεν κατά μήνα Μάιον 1974 και
3. Δημήτριος Παπαϊωάννου, ετών 60, ιδιωτικός υπάλληλος. Απεβίωσεν την μεσημβρίαν της 17.11.1973 εκ προσφάτου εμφράγματος του μυοκαρδίου κατά την ιατροδικαστικήν έκθεσιν σοβαρώς όμως, υπό της συζύγου του αμφισβητούμενης και υποστηριζούοης ότι ο σύζυγος της απεβίωσεν είτε βληθείς δι' όπλου, είτε υποστάς συγκοπήν εκ των ριπτομένων αερίων, καταθεσάσης δε ότι μόνον εις το Νεκροταφείον της επετράπη να πλησιάσει απλώς και να ατενίσει το πρόσωπον του νεκρού συζύγου της.
γ) Νεκροί βασίμως προκύπτοντες:
1. Ο ιατρός - χειρουργός Γεώργιος Γρηγοριάδης, μετά λόγου γνώσεως καταθέτει ότι ο ίδιος προσωπικώς αντελήφθη και διεπίστωσεν ιατρικώς τον θάνατον (2) δύο αγνώστων νέων, πληγέντων: Του μεν ενός εις την πλατείαν Βικτωρίας περί ώραν 11.00' της 17.11.1973 δια βλήματος περιστρόφου υπό Ανθυπασπιστού της Χωροφυλακής ριφθέντος, του δε ετέρου εις την οδόν Γ Σεπτεμβρίου περί ώραν 12.00' της 18.11.1973 δια βλήματος διερχομένου άρματος (κατάθ. υπ' αριθμ. 25).
2. Η μάρτυς Παναγ. Παπακυριακού καταθέτει περί θανάσιμου τραυματισμού μικράς κορασίδος, ηλικίας 9 περίπου ετών, εις την γωνίαν των οδών Πατησίων και Κλωναρίδου περί ώραν 14.00 της 17.1.1.1973 εκ βλημάτων διερχομένου άρματος, εξ ων και η ιδία ετραυματίσθη βαρύτατα (κατάθ. υπ' αριθμ. 168).
3. Ο φοιτητής Λεωνίδας Ανωμερίτης, καταθέτει περί θανάσιμου τραυματισμού νεαράς μαθήτριας, εντός του χώρου του Πολυτεχνείου ευρισκόμενης, περί ώρα 11.45' της 16.11.1973, δια βλήματος ριφθέντος εκ του εκτός του Πολυτεχνείου χώρου (κατάθ. υπ. αριθμ. 32).
4. Ο Φαρμακοποιός Αλέξανδρος Παναγόπουλος καταθέτει ότι, ότε προ του μεσονυχτίου της Παρασκευής 16.11.1973, επεσκέφθη μετά της συζύγου του το Πολυτεχνείον προς παροχήν υπηρεσιών εις τους τραυματίας και εισήλθεν εις το αυτόθι υπάρχον πρόχειρον ιατρείον, ιδίοις όμμασιν αντελήφθη την ύπαρξιν (3) τριών νεκρών και μιας γυναικός θανασίμως τραυματισθείσης, τα τραύματα των οποίων σαφώς περιγράφει. Προσθέτει δε ότι εκ μελών της Συντονιστικής Επιτροπής Φοιτητών έλαβε την πληροφορίαν ότι είχαν και οκτώ (8) εισέτι νεκρούς, τα πτώματα των οποίων είχον τοποθετηθεί και εφυλάσσοντο εις παρακείμενον χώρον ίνα μη υποπέσουν εις αντίληψιν των σπουδαστών και προκληθή πανικός (κατάθ. υπ' αριθμ. 245).
5. Περί των ανωτέρω νεκρών σαφώς καταθέτουν και σπουδασταί, μέλη της Συντονιοτικής Επιτροπής, οι οποίοι και περιγράφουν με ενάργειαν τα τραύματα τα οποία έκαστος των νεκρών συναδέλφων των έφερεν (Οράτε καταθέσεις υπ' αριθμ. 41,45 και 217). Και ναι μεν ο εις εκ των ανωτέρω μαρτύρων (217) καταθέτει και περί τα είκοσι δύο (22) πτωμάτων, άτινα ο ίδιος ούτος προσωπικώς αντελήφθη, περιστατικόν όπερ δεν επεβεβαιώθη, πλην σοβαροί διάτην αλήθειαν των κατατιθεμένων προκύπτουν ενδείξεις εκ της προεκτεθείσης καταθέσεως Αλέξ. Παναγοπούλου, όστις και αναφέρει ότι αντελήφθη θάλαμον υπό του περιβόητου Πίμπα - πράκτορας της ΚΥΠ (κατάθ. υπ' αριθμ. 29 και 176 μετά μαγνητοταινίας) - φρουρούμενον, εις ον υπήρχον άνθρωποι δήθεν κοιμώμενοι, ων, όμως, η στάσις και η όλη εμφάνισις εις πολλάς τον ανωτέρω μάρτυρα ενέβαλεν υποψίας (οράτε κατάθεσιν). Ανακήπτει βεβαίως το ερώτημα τι εγένοντο οι νεκροί αυτοί και σοβαρά δια τους αντιλέγοντας αντλούνται εντεύθεν επιχειρήματα. Όμως προσφέρουν ίσως απάντησιν τα υπό των φυλάκων του νεκροθαλάμου του Ρυθμιστικού Κέντρου Αθηνών κατατιθέμενα. Ο μεν Νικ. Νίκας καταθέτει ότι κατά την διάρκειαν της υπηρεσίας του μέχρι της 23.00' ώρας της 16.11.1973 παρέλαβε και ετοποθέτησε εις τον νεκροθάλαμον επτά (7) πτώματα νέων ανδρών, ηλικίας 22-25 ετών, τα οποία δεν συνωδεύοντο από πιοτοποιητικόν θανάτου και κάρταν περί της ταυτότητος του νεκρού (κατάθ. υπ' αριθμ. 80). Ο εκ του ανωτέρω παραλαβών ακολούθως υπηρεσίαν Ιωάννης Μάρας, καταθέτει ότι από της 23.00' ώρας της 16.11.1973 μέχρι 7.00' της 17.11.1973 παρέλαβεν και ετοποθέτησεν εις τον νεκροθάλαμον επτά (7) πτώματα, νέων ομοίως ανδρών, ηλικίας 20-35 ετών, έκτων οποίων τα τέσσερα (4) ήταν αγνώστου ταυτότητος (κατάθ. υπ' αριθμ. 89). Και ούτω κατά την τραγικήν εκείνην νύχτα των γεγονότων, 16 προς 17 Νοεμβρίου 1973, ένδεκα (11) πτώματα αγνώστων νέων διακομίζονται εις το Ρυθμιστικόν Κέντρον Αθηνών, άτινα, όμως, πλην ενός (κατά τα επίσημα στοιχεία του Νοσοκομείου) ουδαμού εμφανίζονται, ούτε καταχωρίζονται! Και η ανυπαρξία επισήμων στοιχείων εν τω Νοσοκομείω δεν αποδεικνύει βεβαίως την ανυπαρξίαν πτωμάτων, διότι αι καταθέσεις είναι κατηγορηματικοί και σαφείς και πλήρως εκ της ερεύνης εβεβαιώθη ότι ουδεμία εγένετο επίσημος εγγραφή του πλήθους των εισαγομένων τότε τραυματιών εις το Γενικόν βιβλίον της πύλης. Μόνον οι αυτόθι ευρισκόμενοι αστυνομικοί εμερίμνων δια τα καθ' εαυτούς περί τούτου και τα υπ' αυτών συλλεγέντα στοιχεία, κατά το μάλλον ακριβή, μετά των εν συνεχεία εις τα βιβλία των κλινικών του Νοσοκομείου εγγραφών, προσέφεραν ημίν αποδείξεις περί του αριθμού των διακομισθέντων εις το Ρυθμιστικόν τραυματιών! Θα ήτο μάταιον επομένως να ερευνηθή περαιτέρω, μολονότι επεχειρήθη, τι εγένοντο οι νεκροί ούτοι! Επισημαίνομεν μόνον το πρόβλημα και τονίζομεν ότι τα υπό των ανωτέρω κατατιθέμενα πλήρως εναρμονίζονται προς τα υπό των σπουδαστών υποστηριζόμενα ως προς τον αριθμόν των δέκα (10) περίπου νεκρών.
6. Πλήρως εκ των εκτεθέντων εβεβαιώθη η εν ψυχρώ δολοφονία νέου ανδρός εις το Ρυθμιστικόν Κέντρον Αθηνών υπό των αυτόθι υπηρετούντων, κατά την τραγικήν αυτήν νύκτα, αστυνομικών (καταθέσεις υπ' αριθμ. 69, 70, 77, 79, 86 και 94), αλλά και δευτέρα τοιαύτη θανατώσεως τραυματίου συνεπεία ξυλοδαρμού, εις χείρας του ιατρού χειρουργού Λέων. Παπασταματίου (κατάθ. υπ' αριθμ. 86) αποβιώσαντος. Τι εγένοντο οι δύο (2) ούτοι νεκροί; Διότι είναι πλήρως βεβαιωμένον ότι ουδείς εξ αυτών ευρίσκεται εις τον κατάλογον των εξ (6) επισήμων νεκρών του Ρυθμιστικού, εξ ων μάλιστα μόνον εις (ο άγνωστος αρχικώς και γνωστός ακολούθως Βασ. Φαμέλλος) διεκομίσθη κατά τον επίμαχον χρόνον της νυκτός της 16ης προς 17ην Νεομβρίου 1973. Επίτασις της αγωνίας εκ του τιθεμένου προβλήματος! Δι' ο και ο προεκτεθείς ιατρός - χειρουργός, προσωπικώς παρακολουθήσας τα γεγονότα εις το Ρυθμιστικόν και εις την επιχείρηση/ σωτηρίας, συμμετασχών ειδικώς περί του αριθμού των εν τω Ρυθμιστικοί νεκρών εκ των γεγονότων του Πολυτεχνείου ερωτηθείς, καταθέτει ότι πρέπει ν' ανέρχωνται εις είκοσι (20) ή είκοσι πέντε (25) και αιτιολογεί διατί (Οράτε κατάθεσιν ομοίως και τας 47 και 98). Εκ των εκτεθέντων δήλον καθίσταται ότι εις τους καταλόγους των επισήμως ανακοινωθέντων δέκα πέντε (15) νεκρών και υπό της ερεύνης βεβαιωθέντων τριών (3) τοιούτων δέον να προστεθούν και έτεροι δέκα έξι (16) τουλάχιστον βασίμως προκύπτοντες, οίτινες, τονιστέον και πάλι, ουδεμίαν έχουν, ως προς την ταυτότητα, σχέσιν με τους επισήμως ανακοινωθέντος. Παραμένει βεβαίως πάντοτε το ερώτημα: Τι εγένοντο τα πτώματα των νεκρών τούτων και διατί οι οικείοι των εξακολουθητικώς σιωπούν; Δεν είναι εύκολος η απάντησις εις τον χαράσσοντα τας γραμμάς ταύτας. Είναι υποχρέωσις, όμως, η έναντι του προβλήματος θέσις και η κατανόησις των ανερμήνευτων ή αδυνάτων. (Οράτε σχετικώς κατάθεσιν Δημ. Πίμπα, υπ. αριθμ. 71)
δ) Νεκροί εκ διαδόσεων πιθανολογούμενοι:
Πολλά τω όντι περί μεγάλου αριθμού νεκρών διαδίδονται και θρυλούνται. Διάφοροι κατάλογοι περί τούτων κυκλοφορούν, δύο των οποίων αναφερόντες ονόματα νεκρών 46 και 59, αντιστοίχως, περιήλθαν εις χείρας μου και απετέλεσαν αντικείμενον ειδικής, επισταμένης και αγωνιώδους ερεύνης. Αμφότεροι εκυκλοφόρησαν το πρώτον εις την αλλοδαπήν και ο εις εξ αυτών επιμέλεια πολλών γνωστών Ελλήνων, εις το εξωτερικόν κατά την εποχήν της Δικτατορίας ευρισκομένων. Είναι αμφότεροι ελλιπείς κατά τα στοιχεία των και η επ' αυτών έρευνα εις ουδέν το συγκεκριμένον απέληξε. Βεβαίως ο πρώτος αυτών κατετέθη παρά προσώπου λίαν αξιόπιστου, βεβαιώσαντος περί της σοβαρότητος της ερεύνης και της εγκυρότητος των πορισμάτων αυτής εν τη αναγραφή των ονομάτων του καταλόγου. Εξ ουδενός, όμως, ετέρου στοιχείου ενισχύθη η άποψις αυτή και των αναγραφομένων ονομάτων η συμπλήρωσις δεν επετεύχθη, ίνα διευκλυνθή ακολούθως η έρευνα εν τη αναζητήσει της αληθείας. Ο έτερος των καταλόγων κατά πολύ ελλιπέστερος εμφανίζεται κατά το περιεχόμενόν του και ουδέν ουδαμόθεν προσφέρεται προς επιβεβαίωσίν του. Ο υιοθετήσας τούτον μάρτυς επί της υποθέσεως και μηνυτής Γρηγόριος Παπαδάτος, ειδικώς εφ' ημών κληθείς όπως προσκόμιση ή κατονομάση έστω στοιχεία ενισχυτικά των απόψεων του, ουδέν περί του αντικειμένου τούτου κατέθεσεν. Σοβαρώς εξ ετέρου εκ της ερεύνης ημών επιθανολογήθη ότι εξ (6) εκ των αυτώ αναφερομένων ονομάτων αφορούν τους τραυματίας των γεγονότων, ενώ πλήρως εβεβαιώθη ότι όνομα αναμφισβητήτως νεκρού, του Αλεξ. Σπαρτίδη, δεν αναφέρεται εν αυτών (οράτε το από 20.7.74 ενημερωτικόν σημείωμα Γεν. Ασφαλείας και της υπ' αριθμ. 51075 Φ. 680 /15 /14.10.74 αναφοράν της προς υμάς). Ουδείς βεβαίως δύναται να αποκλείση το ενδεχόμενον μήνυμα αληθείας εκ των καταλόγων τούτων να εκπορεύεται και πολλοί ή και άπαντες οι προαναφερθέντες, αριθμητικώς μόνον ως βασίμως προκύπτοντες, νεκροί να αποτελούν μέλη των εν αυτοίς αναγραφομένων ομάδων ή και να αναφέρονται εις αυτούς αι υπό ετέρων μαρτύρων κατατιθέμενοι, ανεπιβεβαίωτοι όμως παραμένουσαι περιπτώσεις πιθανών νεκρών (οράτε καταθέσεις υπ' αριθμ. 183, 209, 218, 255, 50 και 55). Τα ενδεχόμενα όμως ταύτα πόρρω αφίστανται του ασφαλούς και βέβαιου, όπερ και μόνον δύναται να αποτελέση στοιχείον αποδεικτικόν. Οίκοθεν νοείται ότι η αυτή προσήκει απάντησις και υπεύθυνος θέσις και έναντι των περί υπάρξεως ομαδικών τάφων διαθρυλουμένων, μολονότι σκληρά δια τον γράφοντα υπήρξε δοκιμασία η λήψις της καταθέσεως ατόμου, στρατιώτου όντος κατά την ερευνωμένην περίοδον, όστις, δια των κατατεθέντων του και της όλης του τραγικής - αληθώς - εμφανίσεως, πολλάς και συγκλονιστικός μοι προεκάλεσεν ανησυχίας και απορίας (κατάθεσις υπ' αριθμ. 190).
Β. ΤΡΑΥΜΑΤΙΑΙ:
Είναι αληθώς μέγας ο αριθμός των τραυματιών. Κατά τα υπό της ερεύνης ημών συλλεγέντα στοιχεία και δη τας υπό των Νοσοκομείων, Κλινικών και Ιατρών υποβληθείσας καταστάσεις, οι επισήμως γνωσθέντες τραυματίαι του από 16ης μέχρι και 19ης Νοεμβρίου 1973 αιματηρού τριημέρου ανέρχονται εις χίλιους εκατόν τρεις (1.103) πολίτας και 61 αστυνομικούς. Εις τούτους δέον να προστεθούν και ανεξακρίβωτον πλήθος ετέρων πολιτών οίτινες ή εφυγαδεύοντο υπό των ιατρών ή ενοσηλεύοντο οίκοι, ή και ουδαμού προς νοσηλείαν κατέφευγαν, φοβούμενοι προφανώς δυσάρεστους δι' αυτούς ή τας οικογενείας των εξελίξεις. Τα πλήρη στοιχεία ταυτότητος των τραυματιών τούτων απολύτως βεβαιούνται εκ των υποβληθεισών τη ερεύνη και συνημμένων τη παρούση σχετικών καταστάσεων. Ελαχίστων εκ των τραυματιών τούτων ελήφθησαν καταθέσεις, καθ' όσον η εξέτασις απάντων θα απήτει χρόνον μακρόν, η διάθεσις του οποίου κείται εκτός των πλαισίων της υπ' εμού ενεργηθείσης προκαταρκτικής ερεύνης.
Γ. ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΑΙ ΚΑΙ ΦΘΟΡΑΙ:
Θλιβερός και προς την κατεύθυνσιν ταύτην υπήρξεν των ερευνωμένων γεγονότων ο απολογισμός εντός και εκτός του Πολυτεχνείου. Και δια τας μεν εντός του Πολυτεχνείου καταστροφάς και φθοράς συνετάγη η από 18.11.73 έκθεσις των συναδέλφων Εισαγγελέων Πρωτοδικών Ιωάννου Κυριαζή και Βασιλείου Παπά, ήτις και εμπεριέχει συγκεκριμένος, κατά περιγραφήν, όμως μόνον και ουχί κατ' εκτίμησιν, διαπιστώσεις, ως προς δε τας εκτός του Πολυτεχνείου τοιαύτας προέβησαν εις απολογισμόν τα κατά περιφερείας αρμόδια Αστυνομικά Τμήματα, αι διαπιστώσεις των οποίων εμπεριέχονται εις το παράρτημα Α' της υπ' αριθμ. 18148 Φ. 650.10/21.11.73 αναφοράς της Αστυνομικής Διευθύνσεως Αθηνών προς το υπουργείον Δημοσίας Τάξεως (οράτε τα στοιχεία ταύτα). Αναγκαίον ήδη καθίσταται όπως εις τα πλαίσια της παρούσης ερεύνης και επί τω τέλει της και επί του παρόντος αντικειμένου διακριβώσεως αξιοποίνων πράξεων, μη εμπιπτουσών εις την δια του Π.Δ. 519/74 αμνηστίαν, ως και της επισημάνσεως δραστών, ύπαρξη συγκεκριμένη και υπεύθυνος θέσις, ίνα ακολούθως ενεργηθούν τα περαιτέρω νόμιμα. Εντονίσθη ανωτέρω και είναι πεποίθησις του γράφοντος εκ της εκτιμήσεως των ανά χείρας στοιχείων απορρέουσα ότι πλήθος εξωφοιτητικών στοιχείων και πράκτορες μυστικών και άλλων υπηρεσιών ευρίσκοντο μεταξύ των σπουδαστών εντός και εκτός του Πολυτεχνείου κατά το περί ου πρόκειται αιματηρόν προσιδιάζουσα, αλλ' ηρωική αληθώς η προσπάθεια των σπουδαστών να διαφυλάξουν, προστατεύσουν να περιφρουρήσουν το ίδρυμα και τα περιουσιακά του στοιχεία. Είναι ομόθυμος, συγκινητική και λίαν αποκαλυπτική η επί του θέματος τούτου θέσις απάντων των εξετασθέντων καθηγητών του Πολυτεχνείου. Προσωπικώς πολλοί εξ αυτών διεπίστωσαν την ανησυχίαν και αληθή αγωνίαν των σπουδαστών να προστατεύσουν το ίδρυμα, αίτινες και υλοποιήθησαν εις λήψιν συγκεκριμένων υπ' αυτών μέτρων. Ειδικοί πινακίδες εφιλοτεχνήθησαν και ανηρτήθησαν εις τας θύρας εργαστηρίων διάτων φράσεων: «Συνάδελφοι προσοχή» και «απαγορεύεται η είσοδος» και σκοποί ειδικώς προ αυτών ετοποθετήθησαν. «Προσωπικώς - γνωρίζω - καταθέτει ο καθηγητής Θεόδωρος Σκουλικίδης - ότι οι σπουδαοταί εφρούρουν οι ίδιοι τα εργαστήρια, έναντι ξένων στοιχείων που επεχείρησαν να εισδύσουν εντός αυτών και μέχρι της 4ης απογευματινής της 16.11.73 ουδεμία απολύτως ζημία ή φθορά είχε προκληθή εις αυτά. Πεποίθησις μου είναι ότι αι εμφανισθείσαι εις το ίδρυμα ζημίαι και διατυμπανισθείσαι, αφ' ενός δεν ήσαν όσαι ανεκοινώθησαν, ως επισήμως εβεβαιώθη υπό ειδικής επιτροπής εκ καθηγητών, αφ' ετέρου δε προεκλήθησαν υπό στοιχείων ξένων προς τους οπουδαστάς. Επί του σημείου τούτου είμαι κατηγορηματικός, διότι γνωρίζω την ανωτερότητα, την ωριμότητα και τον σεβασμόν των σπουδαστών προς το ίδρυμα» (κατάθεσις υπ' αριθμ. 10). Υπό το αυτό πνεύμα και μετά κατηγορηματικότητος καταθέτουν ο πρύτανις Κων. Κονοφάγος και οι καθηγηταί: Περ. Θεοχάρης, Παν. Λαδόπουλος, Γεώργιος Βέης, Νικόλαος Κουμούτσος, Παύλος Σακελλαρίδης, Θεοχ. Πολυχρονόπουλος και ο Επιμελητής Βασίλειος Ιατρίδης. Ο τελευταίος μάλιστα ούτος, προσωπικώς μοχθήσας και μετά των σπουδαστών συνεργασθείς δια την προστασίαν του ιδρύματος και την περιφρούρησιν των περιουσιακών του στοιχείων, αναλυτικώς εις ειδικόν υπόμνημα εξιστορεί την ηρωικήν ταύτην προσπάθειαν και επιλέγει ότι «εγκατέλειψα το Πολυτεχνείον περί ώραν 22.15' αφήνοντας τα πάντα εις την αυτήν κατάστασιν εις ην τα εύρον την Πέμπτην το πρωί» (οράτε καταθέσεις, υπ' αριθμ. 10, 11, 12, 16, 22, 37, 39, 132 και 175). Και περί πάντων τούτων καταθέτουν διακεκριμένοι ακαδημαϊκοί διδάσκαλοι και η μαρτυρία των προς την αλήθειαν αναμφισβητήτως στοιχείται. Δι' ο και είναι εύλογον, στοιχειώδους, καλής πίστεως επακόλουθον, να σκεφθή τις περαιτέρω ότι εάν τοιούτον πνεύμα ανωτερότητας και πολιτισμού εχαρακτήριζε τας εκδηλώσεις των σπουδαστών μέχρι της ως είρηται ώρας, θα ήτο ψυχολογικώς αδιανόητον και πραγματικώς αδύνατον το ούτω πως εκδηλώθεν υψηλόν αγωνιστικόν ήθος να μεταβληθή την υστάτην στιγμήν, ότε ο φόβος πλέον συνείχε τα πάντα, εις βάρβαρον ηροστράτειον μένος. Αλλά και δια τον παραμένοντα τυχόν δύσπιστον και μεμψίμοιρον υφίσταται και ετέρα, καταλυτική πάσης αμφιβολίας απάντησις. Προέρχεται εκ της καταθέσεως του καθηγητού Θεοχ. Πολυχρονοπούλου η εξής: Την πρωίαν του Σαββάτου 17.11.73, ότε οι «βάνδαλοι» είχον εκδιωχθή του Πολυτεχνείου, επεσκέφθη το γραφείον του και με πολλήν ικανοποίησιν και ανακούφισν διεπίστωσεν ότι «δεν είχεν υποστή ζημίας εκ των γεγονότων και τα προσωπικά του αντικείμενα ευρίσκοντο εις τας θέσεις των». Ότε όμως μετά μίαν εβδομάδα μετά την υπό των Αρχών Παράδοσιν του Πολυτεχνείου εις την Σύγκλητον, επεσκέφθη και πάλιν το γραφείον του ευρέθη προ καταστάσεως εντελώς διαφόρου και αντιθέτου της προηγουμένης. Πολλά προσωπικά του αντικείμενα και υπηρεσιακά τοιαύτα, όπως εις προβολεύς διαφανειών, είχον εξαφανισθή και «ενώπιον του παρουσιάσθη εικών γραφείου λεηλατημένου»! Ποιοι άραγε είναι οι δράσται του βανδαλισμού τούτου; Όχι βεβαίως οι οπουδασταί, οίτινες εις την γενικότητα, των τότε λεκτικών διανθισμάτων και δια το αντικείμενο τούτου, ατυχώς, εδέχθησαν ρύπους και έσυρον της αποδοκιμασίας την κατακραυγήν! Και το συμπέρασμα είναι ότι κλοπαί διεπράχθησαν και φθοραί διακεκριμένοι εις βάρος της περιουσίας του Πολυτεχνείου προεκλήθησαν, υπό προσώπων μη συνδεομένων προς τον σπουδαστικόν κόσμον. Ως προς το ύψος ήδη της ούτω προξενηθείσης εις βάρος του Πολυτεχνείου ζημίας βεβαιούται ότι ανέρχεται εις το ποσόν του 1.268.153 (οράτε τα υπ' αρθ. Ε.Π. 804 / 74 έγγραφον του Πρυτάνεως μετά της συνημμένης αυτώ επισήμου εκθέσεως εκτιμήσεως).
III. ΝΟΜΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΘΕΝΤΩΝ
Α' ΑΞΙΟΠΟΙΝΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ:
Τα εκτεθέντα πραγματικά περιστατικά, αναγόμενα ήδη εις την του προσήκοντος κανόνος δικαίου εφαρμογήν, στοιχειοθετούν, κατά τη γνώμην ημών, τας ακολούθως αξιοποίνους πράξεις:
1. Ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως εν συρροή (αρ. 94 παρ. 1 και 299 παρ. 1 Π.Κ.).
2. Απόπειρας ανθρωποκτονιών κατά συρροήν (αρ. 42.94 παρ. 1 και 299 παρ. 1 Π.Κ.).
3. Επικίνδυνους σωματικάς βλάβας κατά συρροήν (αρ. 94 παρ. 1, 308 και 309 Π.Κ.).
4. Παρανόμους κατακρατήσεις (αρ. 325 Π.Κ.).
5. Φθοράς πραγμάτων χρησιμευόντων εις κοινόν όφελος (αρ. 381 παρ. 1 και 382 εδ. α' Π.Κ.).
6. Πρόκλησιν εις τέλεσιν κακουργήματος ή πλημμελήματος (αρ. 186 Π.Κ.).
7. Συμμετοχή εις τας πράξεις ταύτας (ως ηθικής αυτουργίας ή συνεργείας - αρ. 46 και 47 Π.Κ.).
8. Παράνομον οπλοφορίαν (αρ. 1 και 6 παρ. παρ. 1 και 3 Ν.Δ. 542 / 80).
9. Απειλάς (αρ. 333 Π.Κ.) και
10. Βλασφημίας (αρ. 198 παρ. 1 Π.Κ.).
Β. ΑΜΝΗΣΤΙΑ εκ του Π.Δ. 519 / 74 και αι ανωτέρω πράξεις:
Κατά την εν αρχή της παρούσης μνημονευομένην παραγγελίαν η ερευνά μου θα έδει να περιορισθή εις μονάς τας πράξεις, τας μη εμπίπτουσας εις την δια του ως είρηται Π.Δ/τος χορηγηθείσαν αμνηστίαν. ο προσδιορισμός όμως των υπό της αμνηστίας καλυπτομένων πράξεων και η χάραξις της ορθής περαιτέρω πορείας έρευνης, θέτει προ ημών σοβαρόν ερμηνευτικόν πρόβλημα, η αντιμετώπισις του οποίου παρίσταται αναγκαία, επί τω τέλει διαμορφώσεως υπευθύνου γνώμης. Είναι αληθές ότι το γράμμα του ως είρηται νόμου παρέχει απόψεις ευχερείς υπέρ της παραδοχής της αμνηστεύσεως και δια τας ως είρηται πράξεις. Και ίδιου αύται:
1. Η διατύπωσις της διατάξεως είναι σαφής και ευρύτατον το χαραχθέν περίγραμμα των εις την αμνήστευσιν υπαγομένων αδικημάτων. Αμνηστεύονται ούτω «τα καθ' οιονδήποτε τρόπον τελεσθέντα μέχρι και της δημοσιεύσεως του παρόντος εγκλήματα, τα προβλεπόμενα και τιμωρούμενα υπό των διατάξεων του Π. Κωδικός ως και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή, εφ' όσον πάντα ταύτα έχουν σχέσιν προς την κατάστασιν την δημιουργηθείσαν από της 21ης Απριλίου 1967». Είναι εμφανές ότι το προκύπτον εντεύθεν εννοιολογικόν πλαίσιον καλύπτει και τας περί ων πρόκειται, ανωτέρω δε προσδιορισθείσας, αξιοποίνους πράξεις (εγκλήματα... τα προς αυτά συναπτόμενα η συναφή... σχέσιν έχοντα προς την δημιουργηθείσαν από της 21ης Απριλίου 1967 κατάστασιν).
2. Η αντιπαραβολή και η σύγκρισις του παρόντος νομοθετήματος προς το αποτέλεσαν πρότυπον αυτού Ν.Δ. 168/73 πρόσθεταν υπέρ της γνώμης ταύτης παρέχει επιχείρημα. Διότι ενώ το Ν.Δ. 168 / 73 χαρακτηρίζει ως αμνηστευόμενα τα προεκτεθέντα αδικήματα μόνον αν «έτειναν ή οπωσδήποτε απόλβεπον εις την ανατροπήν της καθεστηκυίας τάξεως» κατά τη διατύπωσιν του περί ου πρόκειται Π .Δ. 519 / 74 απηλειωθη η τελευταία αυτή περικοπή. Και η απάλειψις δεν δύναται να θεωρηθή συμπτωματική και τυχαία, διαφυγούσα κατά την τεχνικήν διατύπωσιν του νομοθετήματος, καθ' όσον ευθύς αμέσως ολόκληρος χρησιμοποιείται κατά τον προσδιορισμόν των εις αμνήστευσιν υπαγομένων και προ της 21 Απριλίου 1967 τελεσθεισών αξιοποίνων πράξεων, ως ακολούθως: «Ομοίως, αμνηστεύονται τα αυτά ως άνω εγκλήματα τελεσθέντα προς της 21ης Απριλίου 1967 και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή εφ' όσον οπωσδήποτε απέβλεπαν προς την ανατροπήν της καθεστηκυίας τάξεως».
Και η ταύτη απάλειψις ολοκλήρου περικοπής, προσδιοριστικής της εννοίας και του είδους του αμνηστευομένου εγκλήματος δεν καθιστά τόσον πρόδηλον το υποστηριχθέν ότι «το περί ου πρόκειται Π.Δ. αφορά περιοριστικώς και μόνον τας εναντίον του κρατούντος μέχρι του Ιουλίου 1974 καθεστώτος πράξεις». Αλλά περί των εγκλημάτων τούτων ουδέν τίθεται θέμα δι' ο και δεν απετέλεσαν αντικείμενον της παρούσης ερεύνης.
3. Το περιεχόμενον του υπ' αριθ. 106/73 Ν.Δ/τος πλήρως προς το υπ' αριθ. 168 / 73 εναρμονιζόμενον, καλύπτει δια της υπ' αυτού καθιερουμένης παραγραφής τας πράξεις των οργάνων της πολιτείας, εφ' όσον αύται εξηρούντο της δια του Ν.Δ. 168 / 73 χορηγούμενης αμνηστίας. Παρόμοιον όμως μέτρον δεν ηκολούθησε το Π.Δ. 519 / 74. Και ευλόγως ερωτάται: Διατί; Διότι η απάλειψις της εκτεθείσης περικοπής κατέστησε περιττήν την τοιαύτην πρόβλεψιν, ή διότι παρόμοιον μέτρον εκείτο εκτός της βουλήσεως του νομοθέτου. Κατά το αρ. 52 παρ. 3 του δια της υπ' αριθ. 1 / 74 συντακτικής πράξεως επαναφερθέντες εν ισχύι Συντάγματος του 1952 αμνησία χορηγείται μόνον επί πολιτικών εγκλημάτων.
Και ως τοιαύτα νοούνται μόνον αι κατά της πολιτείας απευθυνόμενοι και προσβάλλουσαι δικαιώματα αυτής, εις ανατροπήν δε ή αλλοίωσιν της εν αυτή καθεστώσης κατά το ισχύον πολίτευμα πολιτικής τάξεως τείνουσαι πράξεις (Α.Π. 238 / 30, 648 /_46, 457 / 47, 237 και 311 / 50, εν Θεμ. ΜΑ' σελ. 607, ΝΣΤ σελ. 360, ΝΗ' σελ. 342, ΞΑ' σελ. 738 και 904 και 228 54 Π. Χρ. ΙΔ' σελ. 410). Δεν συγκαταλέγονται συνεπώς μεταξύ των εγκλημάτων τούτων και τα περί ων πρόκειται των κοινών ανθρωποκτονιών, τετελεσμένων και εν απόπειρα, των σωματικών βλαβών, των διακεκριμένων φθορών κ.λπ. Παραδοχήν της αντιθέτου απόψεως οδηγεί αναποτρέπτως εις ανεπίτρεπτον διεύρυνσιν της παραδεδεγμένης εννοίας του πολιτικού εγκλήματος δια του χαρακτηρισμού ως τοιούτων και των κοινών δολοφονιών! Εν προκειμένω όμως τίθεται πρόσθεταν ερμηνευτικόν πρόβλημα: το εξής: Πολιτικά μόνον εγκλήματα αμνηστεύονται. Και εδηλώθη ότι το Π.Δ. 519 / 74 αφορά μόνον και περιοριστικώς τας εναντίον του δικτατορικού καθεστώτος πράξεις. Τούτων δοθέντων ερωτάται: τι προσδιορίζουν εννοιολογικώς, ως προς το πολιτικόν πάντοτε έγκλημα, αι φράσεις του Π.Δ. «και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή»; Αι πράξεις των οργάνων της πολιτείας κατά την εποχήν ταύτην, αι στρεφόμενοι κατά των πολιτικών δρώντων - εν τη εκτεθείση έννοια - ατόμων δεν είναι συναφείς προς τα τοιαύτας των καθ' ων τα όργανα στρέφονται, εφ' όσον Εγκλήματα συναφή θεωρούνται, κατ' άρθρον 129 ΚΠΔ πλην άλλων και «όσα πράττονται υπό πολλών κατ' αλλήλων, είτε συγχρόνως, είτε εις διαφόρους τόπους και χρόνους»; Και εξ ετέρου ποία η έννοια των εν προκειμένω με τα βασικά πολιτικά εγκλήματα «συναπτομένων» τοιούτων; Η επί των ανωτέρω ερωτημάτων γνώμη ημών είναι η ακόλουθος: Δέον να γίνη απαραιτήτως διάκρισις μεταξύ πολιτικών και κοινών εγκλημάτων. Και η διάκρισις αύτη συνάγεται εκ της φύσεως του προσβαλλόμενου δικαίου κατά την πραγμάτωσιν εκατέρου τούτων, εκ των ωθούντων τον δράστην και κατευθυνόντων την εγκληματικήν βούλησίν του ελατηρίων και εκ του επιδιωκομένου σκοπού. Υφίσταται βεβαίως έννοια συναφής εις τον χώρον του πολιτικού αδικήματος, αλλά αύτη αναφέρεται εις το αδίκημα το καθ' εαυτό μεν εις το κοινόν δίκαιον υπαγόμενον μετά τίνος όμως πολιτικού αδικήματος συνδεόμενον. Και ως τοιαύτη σύνδεσις νοείται μόνον η χρησιμοποίησις των κοινών εγκλημάτων ως μέσου πραγματώσεως καθαρώς πολιτικού αδικήματος. Εκ των εκτεθέντων αβιάστως προκύπτει ότι, παρά την εκ πρώτης όψεως ευμενή γραμματικήν ερμηνείαν του νόμου, τα περί ων πρόκειται εγκλήματα των οργάνων της τότε κρατούσης πολιτειακής τάξεως δεν υπάγονται εις την δια του Π.Δ. 519 / 74 χορηγηθείσαν αμνηοτίαν. Προσθετέον τέλος ότι τα εγκλήματα ταύτα ούτε ως σύνθετα ή μικτά πολιτικά εγκλήματα δύνανται να θεωρηθούν. Σύνθετον πολιτικόν έγκλημα υφίσταται όταν δια της εγκληματικής δράσεως προσβάλλεται ή τε Πολιτεία και ιδιωτικά δικαιώματα και υφίσταται τοιαύτη προς άλληλα σχέσις, ώστε η επερχόμενη κατ' ιδιώτου προσβολή να έχη ως άμεσον αποτέλεσμα την προπαρασκευήν, την διευκόλυνσιν και την επιτυχίαν εγκλήματος πολιτικού. Αλλά το τοιούτον υφίσταται μόνον εις τα πλαίσια της αυτής και ενιαίας εγκληματικής δράσεως, ουχί δε και εις την αντίρροπον τοιαύτην. Ούτω τα κατά του τότε δικτατορικού καθεστώτος στρεφόμενα εγκλήματα των πολιτικώς δρώντων ατόμων προσέβαλλαν ου μόνον την τότε κρατούσαν πολιτειακήν τάξιν αλλά και ιδιωτικά δικαιώματα (καταστροφαί περιουσιακών στοιχείων, κ.λπ.). Εν προκειμένω όμως πρόκειται περί πράξεων των οργάνων της πολιτείας. Και είναι λογικώς απαράδεκτον και νομικώς αοτηρικτον να θεωρήσωμεν ότι είτε τα ελατήρια (υποκειμενική θεωρία), είτε η κατεύθυνσις της εγκληματικής βουλήσεως (αντικειμενική θεωρία) των οργάνων τούτων - ενεργούντων, σημειωθήτω, προς προάσπισιν και ουχί προς κατάλυσιν της καθεστηκυίας τάξεως - ήσαν πολιτικά! Ήσαν τουναντίον καθαρώς εγκληματικά! Υφ' οιανδήποτε όθεν εκδοχήν τα περί ων πρόκειται και ερευνώμενα ώδε εγκλήματα, δεν αμνηστεύονται. Θα ήτο και αδιανόητον άλλωστε το τοιούτον, εν όψει του είδους και της βαρύτητας των εγκλημάτων τούτων, των συνθηκών της θεσμοθετήσεως της αμνηστεύσεως, του αιτίου και του σκοπού του νομοθετήματος.
Γ. ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΠΡΟΣ ΚΟΛΑΣΜΟΝ
Α) Γενική ανάλυσις
Η εκ των εκτεθέντων πραγματικών περιστατικών επισήμανσις των προς τα γεγονότα και τα τραγικά επακόλουθα τούτων συνδεομένων υπευθύνων προσώπων δεν παρίσταται εύκολος. Διότι, ως και εν αρχή της παρούσης ετονίσθη, πάντες πλην των φοιτητών εξεμεταλλεύθησαν το λεγόμενον σπουδαστικόν κίνημα και ο χώρος του Πολυτεχνείου μετεβλήθη εις αιματοβαφή στίβον ενός απηνούς και εξοντωτικού αγώνος φανατικών πολιτικών αντιθέσεων. Και ακόμη διότι ουδεμίαν προς τα τραγικά επακόλουθα των γεγονότων τούτων είχε σχέσιν το καθ' ύλην υπεύθυνον και αρμόδιον Υπουργείον Παιδείας και κατ' επέκτασιν η Κυβέρνησις Σ. Μαρκεζίνη. Επιβάλλεται όθεν η δια μέσου του περιβάλλοντος την όλην υπόθεσιν ιδιόμορφου, περιέργου και εν πολλοίς σκοτεινού κλίματος αναζήτησις των πράγματι υπευθύνων και η εν συνεχεία κατονομασία τούτων. Τονιστέον κατ' αρχήν ότι ουδεμία, καθ' ημάς, βαρύνει ποινική ευθύνη μέλος της τότε πολιτικής Κυβερνήσεως, δια τους κάτωθι λόγους: Κατά το τότε ισχύον Σύνταγμα άπασαι αι εις τα Υπουργεία Εθνικής Αμύνης και Ασφαλείας αφορώσαι αρμοδιότητες ανήκον εις τον Πρόεδρον της Δημοκρατίας. Εις τούτον ομοίως υπήγοντο και αι υπηρεσίαι πληροφοριών.
Με τον φοιτητικόν κόσμον και τα ζητήματα των ησχολούντο πέντε (5) ειδικώτεραι υπηρεσίαι πληροφοριών, αι εξής: α) Η Διεύθυνσις Νεότητοςτου Υπουργείου Προεδρίας, β) Το «Σπουδαστικόν Τμήμα» της Γενικής Ασφαλείας, γ) Η ΓΔΕΑ (YEA), δ) Η ΚΥΠ και ε) Η ΕΣΑ δια του ειδικού Ανακριτικού Τμήματος της. Άπασαι αι ανωτέρω Υπηρεσίαι, τελείως ασυντόνιστοι μεταξύ των, είχον σωρείαν πρακτόρων μεταξύ του φοιτητικού κόσμου. Και το μόνον Υπουργείον, όπερ εστερείτο οιασδήποτε τυπικής αρμοδιότητος ήτο το Υπουργείον Παιδείας (Οράτε κατάθεσιν Παν. Σιφναίου). Απληροφόρητον επομένως παρέμενε το μόνον αρμόδιον Υπουργείον και ουδέν ο τότε Υπουργός εγνώριζεν επί των τεκταινομένων εις τον υπ' αυτού ελεγχόμενον χώρον κυβερνητικής δραστηριότητος. Δι' ο και εις την ενώπιον ημών κατάθεσίν του τονίζει τα εξής: «Έντιμος υπάλληλος της ΚΥΠ με εβεβαίωσεν ότι κατά την Πέμπτην και Παρασκευήν 15 και 16 Νοεμβρίου 1973, ευρίσκοντο εντός του Πολυτεχνείου στελέχη της ΚΥΠ και έτερον λίαν αξιόπιστον πρόσωπον μου είπεν ότι είδεν εντός του Πολυτεχνείου δεκάδας ανθρώπων... της ΕΣΑ (εξ επισήμων ούτω χειλέων επιβεβαιούνται τα υπό του πράκτορος της ΚΥΠ Δ Πίμπα κατατιθέμενα). Πιστεύω ότι οι κινηθέντες τον Νοέμβριον ελάχιστοι φοιτηταί δεν είχον την παραμικράν συνείδησιν του τι ετεκταίνετο. Ουδέ και εγώ το εγνώριζον, αλλ' ενόμιζον μόνον ότι θα εματαιούντο αι εκλογαί και η αποκατάστασις της ελευθερίας υπέρ ης εκόπτοντο... Το συμπέρασμα μου είναι ότι η οργάνωσις μικροεπαναστάσεως της 16-11-1973 ήτο εξωφοιτητική, έφερε μάλιστα και κάποιον επιτελικήν σφραγίδα. Οι οργανωταί Έλληνες ή ξένοι ή και αμφότεροι εγνώριζον βεβαίως τας αντικαθεστωτικάς διαθέσεις των νέων, πιθανόν δε και εντέχνως να υπεκίνησαν ή να επέσπευσαν την εκδήλωσιν, δια να την χρησιμοποιήσουν ως κάλυμμα της ιδικής των προμελετημένης εκδηλώσεως.
Στόχος των άμεσος ήτο «η πρόληψις των δηλώσεων Μαρκεζίνη και η ματαίωσις των εκλογών» (οράτε κατάθεσιν). Προς την άποψιν ταύτην πλήρως στοιχείται και ο τότε Πρωθυπουργός, όστις και ειδικώτερον την πηγην της ανωμαλίας ταύτης προσδιορίζων μετά σαφήνειας τονίζει ότι αι τοιαύται απόψεις και σκέψεις του «δεν αναφέρονται βεβαίως εις τους ιδεολόγους ή θερμόαιμους νέους ή τας παρασυρόμενος μάζας». Χαρακτηριστικόν της αγνοίας του τότε Πρωθυπουργού περί της κινήσεως των αρμάτων και του στρατού και της αναπτύξεως της όλης επιχειρήσεως είναι το ότι ούτος επληροφορήθη περί πάντων τούτων κατά την 1ην πρωινήν ώραντης 17-1-1973 παρά του παρ' αυτώ υφυπουργού, όστις τυχαίως ομοίως αντελήφθη την κίνησιν των αρμάτων, κατερχομένων ήδη προς το Πολυτεχνείον. Ευλόγως δε, διότι ολίγας μόνον ώρας προηγουμένως, αλλά, ως και ανωτέρω ετονίσθη, είχον συμφωνηθή. Η κατά την 13.30 ώραντης 16.11.1973 τερματισθείσα επίσημος σύσκεψις των υπευθύνων κυβερνητικών παραγόντων, είχε χαράξει σαφώς τον τρόπον της αντιδράσεως έναντι των φοιτητικών ταραχών και των περί το Πολυτεχνείον εκδηλώσεων: ήπιος τρόπος, αποφυγή βίας, απαγόρευσις δακρυγόνων και μόνον εν εσχάτη ανάγκη ρίψις αυτών και αυστηρά απαγόρευσις πυροβολισμών.
Παραλλήλως, όμως, προς ταύτα ή και προηγουμένως άλλαι εις άλλους χώρους ελαμβάνοντο αποφάσεις: Αι πάσης φύσεως πολιτικοί τάσεις και αποχρώσεις από της δεξιάς μέχρι της αριστεράς των ποικίλων ήδη και πολλών αποχρώσεων διεισδύουν εις το κίνημα των φοιτητών και το πολιτικοποιούν ενούμενοι εις την κατά της δικτατορίας αντίθεσιν και την δια την πτώσιν της κοινήν επιδίωξιν. «Το Κόμμα μας - γράφει ο παρανόμως τότε εκδιδόμενος «Ριζοσπάστης» εις το φύλ. υπ' αρ. 65 - πάλευε να μετατρέψη την οργή τους σε κινητοποίηση, έτσι που να οξυνθούν οι αντιθέσεις... να δημιουργηθούν καλύτεροι όροι πάλης για τις επικείμενες συγκρούσεις με την δικτατορία... στάθηκαν σοβαρός παράγοντας του φοιτητικού κινήματος...». Δι' ο και η βίαια αντίδρασις της ΕΣΑ μετά την επικράτησιν του Αρχηγού της, δια της από 12-12-1973 γνωστής ανακοινώσεως της, δι' ης κατηγορεί τους Καθηγητάς του Πολυτεχνείου, στηλιτεύει την συμπεριφοράν της Συγκλήτου, η οποία «επιμένει να ομιλή περί ασύλου του Πολυτεχνείου κατά μίαν αδιανόητον αντίληψιν», ομιλεί περί αναρχικών στοιχείων και λαϊκών κινητοποιήσεων και το σπουδαιότερον αποκαλύπτει τας κατά την εποχήν των γεγονότων προθέσεις και διαθέσεις της δια των φράσεων: «Οι αναρχικοί εκμεταλλευόμενοι... και την χλιαράν αντιμετώπισιν της όλης καταστάσεως υπό των αρμοδίων οργάνων της πολιτείας και ενθαρρυνόμενοι και υποκινούμενοι υπό παραγόντων του εξωτερικού (αιδημόνως αποσιωπάται ο ρόλος της ιδίας και των άλλων!) εξήλθον του Πολυτεχνείου και προέβησαν εις εμπρησμούς και καταστροφάς, δημιουργήσαντες εικόνα Δεκεμβριανών εις το Κέντρον των Αθηνών» (οράτε ταύτην μεταξύ των εγγράφων του Ε.Μ. Πολυτεχνείου). Η ΚΥΠ εξαπολύει τους πράκτορας της, οι οποίοι παρατηρούν, παρακολουθούν και εις παντοίας πράξεις βιαιότητας εξωθούν τους ανύποπτους σπουδαστάς. (Οράτε καταθέσεις Σιφναίυο και Πίμπα). Ο τελευταίος ούτος αποκαλύπτει χαράκτηριστικώς ότι μέγα ήτο το πλήθος των εις το Πολυτεχνείον πρακτόρων της ΚΥΠ, οι οποίοι εφωτογράφιζον τους πρωτεργάτας της κινήσεως και κατέγραφαν εις μαγνητοταινίας τας συνομιλίας των, διένειμαν προκηρύξεις μεταξύ των σπουδαστών προς επηρεασμόν των, εναντίον της τότε καταστάσεως, παρημπόδιζον την εντός του Πολυτεχνείου εισαγωγήν τραυματιών προκειμένου να διακομίζωνται ούτοι εις το Ρυθμιστικόν ή αλλαχού, ένθα η αστυνομία ήτο παρούσα δια τα περαιτέρω, κατέστρεφαν διάφορα αντικείμενα του Πολυτεχνείου και εξωθούν ακολούθως τους φοιτητάς να οπλισθούν δια ξύλων και σιδήρων «για να χτυπήσουν τους μπάτσους της χούντας», επεζήτησαν να προμηθευθούν χημικά προϊόντα εκ των εργαστηρίων του Χημείου του Πολυτεχνείου δια να κατασκευάσουν εκρηκτικός ύλας, έρριψαν την ιδέαν προμήθειας όπλων εις τους φοιτητάς, κ.λπ., προσκρούσαντες όμως εις την αποφασιστικήν και σθεναράν άρνησιν των νέων της Συντονιστικής Επιτροπής Σπουδαστών. Η ΕΣΑ διαθέτει άνδρας εν πολιτική περιβολή εντός και εκτός του Πολυτεχνείου, οίτινες ομοίως παρακολουθούν αλλά και βαναύσως κακοποιούν τους πολίτας. Στρατιωτικαί υπηρεσίαι πληροφοριών ειδικούς των πράκτορας αποστέλλουν εντός του Πολυτεχνείου. Αι στρατιωτικοί δυνάμεις ευρίσκονται από νωρίς εν επιφυλακή ενώ παρά του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας, δίδεται η εντολή να κινηθούν δυνάμεις στρατιωτικοί προς ενίσχυσιν της ενταλθείσης προς υποβολήν της αιτήσεως και εν συνεχεία καταλυθείσης ουσιαστικώς αστυνομίας. Και η επιχείρησις σμικρύνεται μεν περιγραφικώς ως προς τας διαστάσεις της και την ισχύν των δυνάμεων (ολίγαι δυνάμεις και τρία ή τέσσερα άρματα μάχης), ως ενέργεια δε ψυχολογικού επηρεασμού και εκφοβισμού εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται! Παραδόξως όμως και μελαγχολικώς ήδη πάντα ταύτα ηχούν εις τα ώτα όλων, όσων έζησαν την τραγικότητα των στιγμών ή ητένισαν το μέγεθος της καταστροφής! Διότι, ανεξαρτήτως των περί του περιεχομένου της αποφάσεως Παπαδόπουλου υποστηριζόμενων, το μεν σαφώς υπό των τότε στρατιωτικών ηγητόρων κατατίθεται ότι «απεφασίσθη από κοινού μετά των αρχηγών όπως το διατεθησόμενον εις το Πολυτεχνείον συγκρότημα των Ενόπλων Δυνάμεων είναι ισχυρόν εις μέσα» (κατάθ. υπ' αριθ. 133), το δε εκ των διαδραματισθέντων και των αιματηρών αποτελεσμάτων ελεγχόμενη η προϋπάρξασα διάφορος δήθεν απόφασις κρίνεται ανακριβής. Εάν υπήρξεν παρέκκλισις η ανυπακοή θα έδει εγκαίρως να επισημανθή, να στηλιτευθή και να κολασθή. Δεν είναι δε δυνατόν να υποστηριχθή ότι εις το κύμα αυτό της βιαιότητας και το πανδαιμόνιον των πυροβολισμών δεν κατέστη δήλη οιαδήποτε παρέκκλισις εκ της αποφάσεως του Προέδρου, ούτε ανεφάνησαν εκδηλώσεις ανυπακοής, δια να επέλθη άμεσος, αυστηρά και οργίλη η αντίδρασις του πανίσχυρου τότε εκφραστού της πολιτειακής βουλήσεως. Το αυτό ομοίως λεκτέον και δια τους τότε υπευθύνους στρατιωτικούς ηγήτορες, οίτινες ωσαύτως υποστηρίζουν τα περί προθέσεως ψυχολογικού επηρεασμού και εκφοβισμού και υπάρξεως αυστηρών διαταγών δια την μη ρίψιν πυροβολισμών, εκφράζουν δε την οδυνηράν έκπληξίν των διότι εφονεύθησαν άνθρωποι εκ των ριπτομένων βολών. Πιστεύομεν βεβαίως ότι οι περί ων πρόκειται στρατιωτικοί ηγήτορες δεν υπήρξαν ομόψυχοι, των επιδιωξάντων τότε την βίαν και την χρήσιν των όπλων, είχον όμως υποχρέωσιν να πράξουν τα καθ' εαυτούς δια να την αποτρέψουν, δι' ο και άλλως εκτιμάται η ευθύνη αυτών. Ώφειλον, εφ' όσον αύτη ήτο η επί του προβλήματος θέσις των και τοιαύτη η αληθής πρόθεσίς των, να κινήσουν την κατά των παραβατών των διαταγών των πειθαρχικήν αλλά και ποινικήν δίωξιν επί τη κατηγορία της στάσεως (αρθρ. 63 παρ. 1 εδ. γ' ΣΠΚ - βιαιοπραγίαι κατά προσώπων ή πραγμάτων), της απείθειας (άρθρον 64 παρ. 1 εδ. α' ΣΠΚ - άρνησις υπακοής εις τας διαταγάς ανωτέρων), της παραβάσεως στρατιωτικής εντολής (αρ. 72 παρ. 1 γ' ΣΠΚ) και των άσκοπων πυροβολισμένων (αρ. 103 εδ. β' ΣΠΚ) εφόσον διεπιστώθη ότι στρατιωτικοί επυροβόλουν αυτοβούλως και άνευ ευλόγου αιτίας, πλήθος ανθρώπων φονεύσαντες και περισσοτέρους σοβαρώς τραυματίσαντες. Ουδέν όμως τούτων, των πολύ φυσικών και αναμενόμενων εγένετο, αλλ' άντικρυς αντίθετος συμπεριφορά επεδείχθη. Ούτω ο μεν τότε πρόεδρος της Δημοκρατίας απηύθυνε διάγγελμα προς τον ελληνικόν λαόν, εις ο αναγγέλλων την επαναφοράν του στρατιωτικού νόμου, ωμίλει περί αναρχικών εκδηλώσεων και περί συνωμοσίας των εχθρών της Δημοκρατίας και της ομαλότητας και διεβεβαίου περί της αποφάσεως του να προάσπιση την γαλήνην, τας κατακτήσεις και την ασφάλειαν του ελληνικού λαού (εφημερίδες της 18.11.1973), ο δε τότε Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, υποδεχόμενος τον Πρωθυπουργόν εις το Μέγαρον του Αρχηγείου, ωμίλησεν ομοίως περί αναρχικών εκδηλώσεων εις τον φοιτητικόν χώρον και απεκάλυψεν ότι διαβλέπουσαι αι ένοπλοι δυνάμεις τας πιθανάς εξελίξεις, ηύξησαν την ετοιμότητα των και διετάχθησαν να παρέξουν την υποστήριξίν των προς αποκατάστασιν της τάξεως, αναλαβούσαι την εκκαθάρισιν του Πολυτεχνείου και του πέριξ χώρου (εφημερίδες της 21-11-1973). Αμφότεροι δε περί αναίμακτου ωμαλουν επιχειρήσεις και ως ασύστολα ψεύδη εχαρακτήριζαν τα περί πυροβολισμών «διαδιδόμενα»! Αι τοιαύται θέσεις υπεστηρίχθησαν και εκαλύφθησαν ακολούθως και υπό του τότε Πρωθυπουργού δια δηλώσεων του εις το Αρχηγείον Ενόπλων Δυνάμεων. Φρονούμεν όμως, εν όψει, πάντων, των εκτεθέντων, ότι η τοιαύτη εκδήλωσις συνιστά καθαράν πολιτικήν πράξιν και δεν θεμέλιοι, ούτε βεβαίως αποδεικνύει, οιανδήποτε ποινικήν ευθύνην, αυτού τε και των Υπουργών του: Εθνικής Αμύνης, Δημοσίας Τάξεως και Εθνικής Παιδείας, οίτινες ομοίως δεν έσχον ανάμιξιν ενεργόν εις τα γεγονότα και την αντιμετώπισιν τούτων, ούτε παράλειψίς τις αξιόποινος τους βαρύνει. Η ουσιαστική θέσις του τότε Πρωθυπουργού ήτο αντίθετος προς πάσαν έννοιαν βίας, δι' ο και ευλόγως, αλλά και ευστόχως, παρατηρεί ότι «εάν είχα προλάβει να κάμω την συνέντευξιν της 17-11-1973 ίσως άλλη θα ήτο η εξέλιξις των πραγμάτων και ιδίως δεν θα είχομεν θρηνήσει τα θύματα δια τα οποία κάθε ελληνική ψυχή βαθυτάτην αισθάνεται οδύνη» (οράτε κατάθεσιν). Και το συμπέρασμα είναι ότι υπεράνω των αφηρημένων και αορίστων πλατωνικών εξορκισμών κείται η εκ της πραγματικότητας αναφαινομένη αλήθεια. Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος, ζηλώσας ίσως δόξαν Ντε Γκωλ, δια την εκμετάλλευσιν του φοιτητικού κινήματος, απηγόρευσεν εις την Αστυνομίαν την έγκαιρον προς πρόληψιν των γεγονότων επέμβασιν και διεκήρυσσεν: «Ας τα σπάσουν. Ας κάψουν και το Πολυτεχνείον. Ας κατεβούν και στους δρόμους. Ας σπάσουν και βιτρίνες» (κατάθεσις Σιφναίου). Αιφνιδίως όμως και άγνωστον διατί και πώς η γνώμη του καταστρέφεται και διατάσσει την κινητοποίησιν των Ενόπλων Δυνάμεων, βοηθούμενος εν τούτω υπό των τότε υπευθύνων ηγητόρων του Στρατεύματος και δη των: Αρχηγού Ενόπλων Δυνάμεων και Διοικητών ΑΣΔΕΝ και ΣΔΑ. Και η επί μίαν 7ετίαν ζηλοτύπως κλειστή παραμείνασα πυξίς της Πανδώρας ανοίγεται! Αντελήφθη προφανώς την εις βάρος του από του Αυγούστου ήδη 1973 υποβόσκουσαν κίνησιν των Ρουφογάλη, Ιωαννίδη, Μπονάνου (κατάθεσις Σιφναίου) και προσπαθεί να αντίδραση δια της εγκαίρου καταστολής της υπό των άλλων ήδη εκμεταλλευόμενης προφανώς εξεγέρσεως, έχων αποφασίσει ενδεχομένως, και αναβολήν των υπό της Κυβερνήσεως Μαρκεζίνη υπεσχημένων εκλογών. Και εις την κίνησιν όμως ταύτην υπερφαλαγγίζεται. Διότι το σχέδιον ήτο έτοιμον και οι εκτελεστοί του πλήρως προετοιμασμένοι και αποφασιστικοί. Δεν ήτο βεβαίως συμπτωματική και τυχαία η εις το κέντρον της Αμέσου Δράσεως της Αστυνομίας παρουσία των Αξιωματικών Λουπάση, Λούκουτου και Ντερτιλή, πιστών εις τον Δημήτριον Ιωαννίδην, ως εδείχθη μετά την κατά την 25-11-1973 επικράτησιν τούτου, ούτε άνευ σημασίας η έκδηλος ανησυχία του τελευταίου, συνεχώς ερωτώντας αν έφθασαν τα άρματα εις το Πολυτεχνείον και επενέβησαν και η εσπευσμένη εκ του Κέντρου αναχώρησίς του ίνα μεταβή ο ίδιος προσωπικώς εις το Πολυτεχνείον, διότι - καθ' α εδήλωσεν εις επήκοον πάντων «αργούνε πολύ και θα πάω μόνος μου». Και μετέβη τω όντι σημαντικόν διαδραματίσας εις την όλην επιχείρησιν ρόλον (οράτε καταθέσεις υπ' αριθμ. 99, 159, 221 και 268). Παρά ταύτα ο τότε Διοικητής ΑΣΔΕΝ καταθέτει ότι ούτος ήτο απλώς σύνδεσμος μεταξύ της Αστυνομίας και της ΑΣΔΕΝ και ουδεμίαν είχεν αρμοδιότητα να επέμβη καθ' οιονδήποτε τρόπον! Ο Στρατηγός αμετανοήτως επίστευεν ότι ο περί ου πρόκειται Συνταγματάρχης θα εσέβετο την έννοιαν της στρατιωτικής πειθαρχίας. Μετ' ολίγον όμως τραγικώς διεψεύσθη διότι ο ίδιος, υπό κατωτέρων του συνελήφθη! Οι Ιωαννίδης και Ρουφογάλης, δια των εις αυτούς πιοτών Αξιωματικών και πρακτόρων, επηρεάζουν σοβαρώς και σαφώς την όλην επιχείρησιν, εξαπολύοντες κύμα βιαιοτήτων και πυροβολισμών, επί τω τέλει της δημιουργίας ευνοϊκών δια την προαποφασισθείσαν κίνησιν συνθηκών ασφαλείας, αναταραχής και συγκρούσεων. Και εις το καταλλήλως ήδη προετοιμασθέν και κράτησαν ιδιόμορφον κλίμα συγχύσεως, πανικού και συγκρούσεων, οργιάζουν οι κοινοί δολοφόνοι ενσπείροντες αδιστάκτως τον θάνατον εις βάρος αθώων και αόπλων νέων ανθρώπων, το μέγα αμάρτημα των οποίων ήτο ότι εζήτουν «Ελευθερίαν και Δημοκρατίαν». Και περιέργως ο μηδεμίαν έχων αναλάβει αποστολήν εις την επιχείρησιν τότε Διευθυντής της ΕΣΑ Δημήτριος Ιωαννίδης, μεταβαίνει περί ώραν 04.00 της 17-11-1973 εις τον χώρον του Πολυτεχνείου. Και ουδείς, ούτε και ο ίδιος αποκαλύπτει διατί! Διότι είναι αστείον το λεχθέν ότι μετέβη απλώς εκ... περιέργειας! Ειδικώς δέον ενταύθα να σημειωθή ότι δεν είναι άμοιρον σημασίας τινός το πλήρως εκ της ερεύνης βεβαιωθέν ότι οι νέοι ούτοι του Πολυτεχνείου, ως αναρχικοί, ευκόλως και ανενδοιάστως χαρακτηριζόμενοι, δεν εφόνευσαν, δεν εκακοποίησαν και ουδένα σοβαρώς ετραυμάτισαν, αλλ' οι ίδιοι και το ανώνυμον πλήθος υπήρξαν τα εξιλαστήρια θύματα των περί «Δημοκρατίας» περιέργων αντιλήψεων των «ηρώων» της εποχής και των αδίστακτων οργάνων των!
Και η Αστυνομία ποίον ρόλον διεδραμάτισεν εις την όλην αυτήν επιχείρησιν; Συνήργησε δια της συμπεριφοράς των υπευθύνων τότε ηγητόρων της εις την επιβολήν της θελήσεως τρίτων. Ούτω μολονότι εις αυτήν ανήκεν η ευθύνη, αλλά και η κατά νόμον δικαιωματικότης, δια την αντιμετώπιση/ των συγκεντρώσεων και των εξ αυτών ταραχών, κατ' αρχήν μεν απρακτεί και τηρεί στάσιν εφεκτικότητος, ευνοούσαν την οργάνωσιν και διόγκωσιν του κινήματος, εξ ετέρου διατηρεί εις συνεχή και εξαντλητικήν επιφυλακήν και εγρήγορσιν τους αστυνομικούς υπαλλήλους, με συνέπειαν την επικίνδυνον ως εκ καμάτου και της συσσωρευμένης αγανακτήσεως - ως εκ των επιθέσεων και των προπηλακισμών - φόρτισιν του ψυχισμού των και τέλος δέχεται να υποβάλη την αίτησιν δια την επέμβασιν των Ενόπλων Δυνάμεων και συμμετέχει εις σειράν ενεργειών και εκδηλώσεων, παρανόμων, των ακολούθων: την κατά παράβασιν των κειμένων διατάξεων βιαίαν διάλυσιν των συναθροίσεων, την δυναμικήν παραβίασιν του Πανεπιστημιακού ασύλου, παρά την ρητώς εκφρασθείσαν αντίθετον άποψιν του Προϊσταμένου της Εισαγγελίας και την άνευ γνώμης των εκπροσώπων της Διοικήσεως και της Δικαιοσύνης χρήσιν των όπλων. Τέλος δια του τότε Αρχηγού της διέταξεν τη σύλληψιν πλήθους ατόμων, οι περισσότεροι των οποίων αναμφισβητήτως δεν ήσαν ούτε «πρωταίτιοι» ούτε «υπεύθυνοι» της συναθροίσεως και των εκδηλώσεων και αίτινες παρανόμως κατεκρατήθησαν. Υπήρξαν ομοίως και μεμονωμένα αστυνομικά όργανα, υπό της ερεύνης - εις το πλήθος των αγνώστων - εντοπισθέντα, τα οποία υπήρξαν δράσται συγκεκριμένων αξιοποίνων πράξεων.
Δια την κατά νόμον θεμελίωσιν της υπαιτιότητος των καθ' ημάς υπευθύνων τονιστέα και τα ακόλουθα:
1) Η κατά νόμον αποστολή των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, πλην άλλων, περιλαμβάνει και το καθήκον προστασίας της ζωής, της σωματικής ακεραιότητος, της τιμής, της ελευθερίας και της περιουσίας των πολιτών. Συνεπώς οι τότε ηγέται του Στρατού και της Αστυνομίας είχαν ως εκ του νόμου και της αποστολής των, το ιερόν καθήκον να προασπίσουν την ζωήν και σωματικήν ακεραιότητα των εις την συνάθροισιν πολιτών έναντι των πάσης φύσεως κακοποιών ή των εγκληματικώς δρώντων οργάνων των κατά το περί ου πρόκειται αιματηρόν τριήμερον. Και τούτο μη πράξαντες, ήτοι τους γνωστούς και αγνώστους δράστας μη παρεμποδίσαντες εις το φονικόν έργον των, εγένοντο υπαίτιοι απλής συνεργείας εις τας κυρίας πράξεις αυτών αρνητικώς εκδηλωθείσης, ήτοι δια παραλείψεως εκτελέσεως του εκ του νόμου και της αποστολής των τεκτομένου καθήκοντος (αρ. 15 και 47 ΠΚΝ Χωραφά: Γεν. Αρχαί Π.Δ. παρ. 98 III Α σελ. 328, Αγγ. Μπουροπούλου: Ερμ. Π.Κ. υπ' αρ. 47 σελ. 148 ομοίως σχετικώς Α.Π. 248 / 68 Π. Χρ. ΙΣΤ σελ. 511 επ.). 2) Ουδέν ουδαμόθεν τίθεται πρόβλημα «προσταγής», συνεπαγόμενης άρσιν του αδίκου χαρακτήρας των εξ αιτίας των πυροβολισμών ιδία τελεσθεισών αξιοποίνων πράξεων. Και τούτο διότι δεν συνέτρεξαν αι κατ' αρ. 21 Π.Κ. προϋποθέσεις εν τη εκτελέσει των περί ων πρόκειται εγκληματικών πράξεων. Οι πάντες ούτω αρνούνται την ύπαρξιν διαταγής προς ρίψιν και εκφοβιστικών, έστω, βολών. Και υπάρχουσα όμως τοιαύτη, όπερ απολύτως αληθές, καθ' ημάς και πλήρως εξακριβωμένον ως προς τα έμπροσθεν του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως διαδραματισθέντα, «δεν εδόθη κατά τους νομίμους τύπους και παρά της αρμοδίας Αρχής» ως ανωτέρω αναλυτικώς ετονίσθη. Δεν συνεπάγεται όθεν τα κατά νόμον καταλυτικά του αξιοποίνου, αποτελέσματα.
β) Ειδικωτέρα επισήμανσις
Δύνανται ήδη να κατονομασθούν προς διευκόλυνσιν του ανακριτικού έργου, οι εκ της ερεύνης προκύπτοντες και κατά την γνώμην ημών υπεύθυνοι της περί ης πρόκειται τραγωδίας, κατά νομικήν αξιολόγησιν του ρόλου εκάστου εις ταύτην.
1) Γεώργιος Χρ. Παπαδόπουλος, τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
2) Δημήτριος Αριστοτ. Ιωαννίδης, Υποστράτηγος, ε.α. τότε διοικητής της ΕΣΑ και
3) Μιχαήλ Ρουφογάλης, Υποστράτηγος ε.α., τότε Αρχηγός της ΚΥΠ. Φέρονται ως ηθικοί αυτουργοί ανθρωποκτονιών εκ προθέσεως (τετελεσμένων και εν απόπειρα) επικινδύνων σωματικών βλαβών, διακεκριμένων φθορών και προκλήσεων εις τέλεσιν κακουργημάτων ή πλημμελημάτων, πράξεων υπό γνωστών και αγνώστων - τη ερεύνη - δραστών, τελεσθεισών (ως κατωτέρω). Παρατηρητέον ενταύθα ότι ο ηθικός αυτουργός δεν δρα κατά του αντικειμένου του εγκλήματος, αλλά επιδρά επί της βουλήσεως του υποκειμένου, ίνα προκολέση απόφασιν αυτού προς εκτέλεσιν της αδίκου πράξεως. Και ως γνωστόν δεν είναι απαραίτητον να προκαθορισθή εν ταις λεπτομερείαις της η υπό εκτέλεσιν πράξις, ουδέ το πρόσωπον εις βάρος του οποίου θα τελεσθή (ΑΠ 334 / 58 Π. Χρ. Α' 151). Ομοίως δεν είναι απαραίτητον όπως αποκαλυφθή και γνωσθή ο αυτουργός του εγκλήματος (ΑΠ 37 / 1969 Γ. Χρ. Ιθ' 208).
4) Νικόλαος Ντερτιλής, Ταξίαρχος, τότε επιτελάρχης ΑΣΔΕΝ, αυτουργός ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως εις βάρος νεαρού σπουδαστού και ηθικός αυτουργός ετέρων ανθρωποκτονιών (τετελεσμένων και εν απόπειρα) ως και σωματικών βλαβών.
5) Δημήτριος Ιωάννου, Ζαγοριαννάκος, Αντιστράτηγος ε.α. τότε Αρχηγός Ενόπλων Δυνάμεων, διατάξας την κίνησιν των τμημάτων στρατού.
6) Κωνσταντίνος Ιωάννου Μαυροειδής, Αντιστράτηγος ε.α. τότε Δ / ντής ΑΣΔΕΝ, έχων τον συντονισμόν και το γενικόν πρόσταγμα της επιχειρήσεως.
7) Νικόλαος Κων. Ραφαηλάκης, Αντιστράτηγος ε.α., τότε Δ / ντής της ΣΔΑ, παριστάμενος κατά την εκτέλεσιν της επιχειρήσεως και εποπτεύων ταύτης.
8) Νικόλαος Αριστ. Δασκαλόπουλος, τότε Αρχηγός Αστυνομίας, εποπτεύων των Αστυνομικών Δυνάμεων.
9) Λουκάς Γεωργίου Χριστολουκάς, τότε Διευθυντής της Αστυνομίας Αθηνών, υπεύθυνος των ενεργειών των αστυνομικών δυνάμεων ως προς την αντιμετώπισιν των εκδηλώσεων.
10) Θρασύβουλος Γιοβάνης, Ταξίαρχος, τότε Συνταγματάρχης, επικεφαλής των στρατιωτικών τμημάτων εις την κατά του Πολυτεχνείου επιχείρησιν.
Άπαντες εμφανίζονται ως απλοί συνεργοί του ως είρηται, του ηθικού αυτουργού, δια της παροχής θετικής συνδρομής εις αυτόν εν τω πλαισίω της αρμοδιότητος εκάστου, απλοί ομοίως συνεργοί των γνωστών και αγνώστων εγκληματιών εν τη διαπράξει των ανθρωποκτονιών και σωματικών βλαβών, της τοιαύτης συνδρομής των εκδηλωθείσης, ως ετονίσθη ήδη αρνητικώς, ήδη δια παραλείψεως εκτελέσεως του εκ του νόμου και της αποστολής των τικτομένου ιερού καθήκοντος προασπίσεως της ζωής και σωματικής ακεραιότητος των πολιτών έναντι των πάσης φύσεως κακοποιών και των εγκληματικώς δρώντων οργάνων των. Ο εξ αυτών Νικόλαος Δασκαλόπουλος, τυγχάνει ομοίως και έμμεσος αυτουργός παρανόμου συλλήψεως και κατακρατήσεως των συλληφθέντων.
11) Σπυρίδων Σταθάκης, Ίλαρχος τεθωρακισμένων, διατάξας την είσοδον του άρματος εντός του Πολυτεχνείου, αυτουργός αποπειρών ανθρωποκτονίας των επί των κιγκλιδωμάτων της πύλης του Πολυτεχνείου ευρισκομένων σπουδαστών, ιδία δε της διαφυγούσης τον θάνατον και βαρύτατα μόνον τραυματισθείσης Π. Ρηγόπουλου.
12) Σταύρος Βαρνάβας, Αντιστράτηγος ε.α., Δ / ντής του εν τω Υπουργείω Δημοσίας Τάξεως Μικτού Επιτελείου. Ηθικός αυτουργός ανθρωποκτονιών (μιας τετελεσμένης και πολλών εν απόπειρα) ως διατάξας την χρήσιν των όπλων κατά του πλήθους.
13) Ηλίας Τσιαούρας ή Τσαπούρης, αυτουργός ανθρωποκτονιών (μιας τετελεσμένης και πολλών εν απόπειρα) και παρανόμου οπλοφορίας δια πολεμικού όπλου.
14) Ευάγγελος Κων. Μαντζώρος, Ανθυπίλαρχος τότε τεθωρακισμένων, αυτουργός αποπειρών ανθρωποκτονίας και επικινδύνων σωματικών βλαβών (κατάθ. υπ' αριθμ. 241 και 242).
15) Υπίλαρχος Μιχαήλ Γουνελάς, Ανθυπασπιστής Λάμπρος Κωνσταντέλλος, Αξιωματικοί του ΚΕΤΘ, λαβόντες μέρος εις την κατά του Πολυτεχνείου επιχείρησιν. Φέρονται ως αυτουργοί ή ηθικοί αυτουργοί αποπειρών αυτοκτονίας και επικινδύνων σωματικών βλαβών (καταθέσεις υπ' αριθμ. 72, 76 και 116).
16) Αστυφύλαξ υπό στοιχεία Λ 21 Ηλίας Καραδήμας και δεύτερος τοιούτος υπό το μικρόν όνομα Νικόλαος, εκτελούντες υπηρεσίαν εν τω Ρυθμιστικά) Κέντρω Αθηνών την νύκτα της 16ης προς 17ην Νοεμβρίου 1973, τυγχάνουν συναυτουργοί μετ' άλλων αγνώστων, ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως και επικινδύνων σωματικών βλαβών εις βάρος τραυματιών και των συνοδών τους (καταθ. υπ' αριθμ. 72, 76 και 116).
17) Βασίλειος Γεωργίου Μπουκλάκος, τότε Διοικητικός Δ / ντής του Ρυθμιστικού, απλούς συνεργός, δια της παροχής υλικής και ψυχικής συνδρομής, εις τους υπό στοιχ. 15 κατηγορουμένους και αυτουργός παρανόμου οπλοφορίας, απειλών και βλασφημίας εις βάρος των τραυματιών και των συνοδών του.
18) Δημήτριος Κων. Κατσούλης, Ταγματάρχης Χωροφυλακής, τότε στέλεχος της ΚΥΠ, απλούς μεν συνεργός του υπό στοιχ. 3 ηθικού αυτουργού, δια της παροχής θετικής εις αυτόν συνδρομής εν των πλαισίω της αρμοδιότητος τους και απλούς ομοίως συνεργός των γνωστών και αγνώστων εγκληματιών εν τη διαπράξει ανθρωποκτονιών και σωματικών βλαβών, δια παραλείψεως ως ανωτέρω της τοιαύτης συνδρομής του εκδηλωθείσης.
19) Δημήτριος Παναγ. Πίμπας, αυτουργός προκλήσεων εις διάπραξιν κακουργήματος ή πλημμελήματος.
20) Ο υπ' αριθμ. 472 αστυφύλαξ (κατάθ. υπ' αρ. 229), αυτουργός απόπειρας ανθρωποκτονίας νεαρού μαθητού έμπροσθεν του Μητροπολιτικού Ναού την 17-11-1973.
21) Αγνώστων στοιχείων αστυφύλαξ του Γ' Αστυνομικού Τμήματος, ευρισκόμενος εν υπηρεσία περί ώραν 14.30 της 17-11-1973 αυτουργός επικινδύνου σωματικής βλάβης εις βάρος του Δημοσθένους Σαμούρη, ιατρού (καταθ. υπ' αριθμ. 145), μεταβάντος αυτόθι κατά την διαδικασίαν παραλαβής του νεκρού αδελφού του.
22) Ιωάννης Νικ. Καλύβας, Υπαστυνόμος, αυτουργός επικινδύνων σωματικών βλαβών εις βάρος των εξερχόμενων του Πολυτεχνείου σπουδαστών (κατάθ. Θεοδ. Καλούδη, υπ' αριθμ. αρ. 104).
23) Σάκης Ταμπούρης, Ιωάννης Κουρής και Σωτήριος Νάνος, αρχιφύλακες του ΛΖ' Αστυνομικού Τμήματος, συναυτουργοί επικινδύνου σωματικής βλάβης, εις βάρος του Ιωάννου Χρα (κατάθ. υπ' αριθ. 142).
24) Πλήθος αγνώστων δραστών όλων των αναφερθεισών πράξεων, μεταξύ των στρατιωτών, αστυνομικών και απλών πολιτών.
IV. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Εκ των εκτεθέντων δήλον καθίσταται ότι η δίωξις των ως είρηται πράξεων και ο κολασμός των αποδειχθησομένων ενόχων είναι υποχρέωσις της δικαιοσύνης. Επιτρέψατε όθεν όπως εισηγηθώ προς Υμάς την άμεσον άσκησιν ποινικής διώξεως και την εις τακτικήν ανάκρισιν παραπομπήν της υποθέσεως ως προς απαντάς τους εκτεθέντος στρατιωτικούς και αστυνομικούς, εις την αρμοδιότητα των κοινών ποινικών δικαστηρίων υπαγόμενους ένεκεν της αναπτυχθείσης ανωτέρω συμμετοχής εγκληματικής δράσεων των (αρ. 248 παρ. 1 ΣΠΚ). Οίκοθεν νοείται ότι τα ανακύπτοντα περί την ορθότητα του τε χαρακτηρισμού των πράξεων και τον προσδιορισμόν των υπευθύνων, προβλήματα αληθούς ερμηνείας και ορθής αξιολογήσεως πρεπέστερον θα αντιμετωπισθούν κατά την διαδρομήν της δικαστικής ερεύνης.
Η υπ' εμού ενεργηθείσα ταχεία και αναλυτική - όση μοι δύναμις - έρευνα και τα εκ ταύτης προκύψαντα, κατά τα εκτεθέντα, στοιχεία εντάσσονται εις το προπαρασκευαστικόν και διερευνητικόν πάντοτε πλαίσιον της απλής προκαταρκτικής εξετάσεως, σκοπός της οποίας ως γνωστόν είναι να κριθή αν συντρέχη περίπτωσις ποινικής διώξεως (αρ. 31 παρ. 1 εδ. α ΚΓΔ) και ουχί να ερευνηθή εν πληρότητι και εμπεριστατωμένους η υπόθεσις.
Αναφέρω τέλος ότι εις την παρούσαν δικογραφίαν έχουν ενσωματωθή και αι μηνύσεις των: Γρηγορίου Τρυφ. Παπαδάτου, Κυριάκου Νικ. Σπηριούνη και Δημητρίου Παπαδοπούλου.
Εν Αθήναις τη 14 Οκτωβρίου 1974 Ο ενεργήσας την προκαταρκτικών εξέτασιν Εισαγγελεύς
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΒΑΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ
ΕΚΘΕΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΝΟΕΜΒΡΗ 1973
(Εγκρίθηκαν στην 4η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ - Ιούλης 1976)
Κεφάλαιο 1
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΛΑΪΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ 1973
1.1. Η κρίση της δικτατορίας βαθαίνει
Στη διάρκεια του 1973, - αν και η δικτατορία έκλεινε τα έξι χρόνια της, - κάθε άλλο παρά άρχιζε να κερδίζει κάποια σταθερότητα, σαν καθεστώς, να αποκτάει κάποια λαϊκή βάση. Αντίθετα μάλιστα. Η κρίση του χουντικού καθεστώτος συνεχιζόταν. Τέλη 1972 και κυρίως το 1973, η κρίση βάθυνε πολύ. Είχε αρχίσει πια να κορυφώνεται. Στα ντοκουμέντα του ΚΚΕ η διαπίστωση αυτή φαίνεται εντελώς καθαρά. Η απόφαση της 17ης Ολομέλειας (Δεκέμβρης 1972) τόνιζε: «Παρά τις προσπάθειες της χούντας να παρουσιάσει το καθεστώς της σταθεροποιημένο... τα βάθρα πάνω στα οποία στηρίζεται, εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά αδύνατα, και οξύνονται οι αντιθέσεις του καθεστώτος. Η χούντα, παρά τη δημαγωγία της, δεν μπόρεσε να δημιουργήσει βάσεις και στηρίγματα στην εργατική τάξη και στα άλλα εργαζόμενα στρώματα του λαού... Ένα τέτοιο καθεστώς που προκαλεί τη γενική λαϊκή αντίθεση προς αυτό, δεν μπορεί να είναι σταθερό, η αστάθειά του, παραμένει κύριο γνώρισμα» (η υπογράμμιση τωρινή). Αυτές οι διαπιστώσεις υπάρχουν και στις ανακοινώσεις του ΠΓ στη διάρκεια του 1973. Και η εισήγηση στο 9ο Συνέδριο (η αναφορά σ’ αυτή έχει σημασία, γιατί είναι γνωστό ότι ετοιμαζόταν πριν από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και συνόψιζε τις τελευταίες, μέσα στο 1973, εξελίξεις) υπογράμμιζε: «Το στρατιωτικό φασιστικό καθεστώς βρίσκεται σε μόνιμη κρίση, που τον τελευταίο καιρό βάθυνε ακόμα περισσότερο... Βαθαίνει η κρίση της χουντικής δικτατορίας. Γιγαντώνεται η οργή και το μίσος του λαού μας ενάντια στους αμερικάνους ιμπεριαλιστές. Δυναμώνει η θέλησή του να απαλλαγεί από ντόπιους και ξένους δυνάστες. Η χούντα κάθεται πάνω στο δημοκρατικό και αντιφασιστικό καμίνι του ελληνικού λαού. Η Ελλάδα γίνεται αδύνατος κρίκος για τους ιμπεριαλιστές». (Υπογράμμιση τωρινή).
Οι αιτίες και το βάθεμα αυτής της κρίσης βρίσκονται καταρχήν στις ίδιες τις αντικειμενικές εξελίξεις, εξωτερικές και εσωτερικές, που υπογραμμίζονταν στα κομματικά και τα άλλα ντοκουμέντα του λαϊκού κινήματος της εποχής.
Οι τυχοδιωκτικές επιθετικές ενέργειες του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού (ιδιαίτερα η χοντροκομμένη, γκαγκστερική επέμβαση στη Χιλή) βαθαίνουν την αντιαμερικάνικη συνείδηση του λαού και της νεολαίας του, κάνουν πιο χειροπιαστό το ρόλο του σαν προστάτη της χούντας. Η αραβοίσραηλινή σύγκρουση, οι αμερικάνικες απειλές για άμεση επέμβαση στις αραβικές πετρελαιοπηγές, - με την πιθανότητα χρησιμοποίησης της Ελλάδας σαν ορμητήριο των αμερικανονατοϊκών δυνάμεων, - δημιουργούν πρόσθετες ανησυχίες στο λαό (παρά τις διακηρύξεις της χούντας για «ουδετερότητα», που κανείς δεν πιστεύει). Η αγανάχτηση του λαού απέναντι στους αμερικάνους ιμπεριαλιστές, με τον ελλιμενισμό του 6ου Στόλου στο Φάληρο και την Ελευσίνα, τις απαλλοτριώσεις στην Αττική κλπ., κορυφώνεται. «Η κύρια κατεύθυνση της χούντας στο Κυπριακό είναι κατεύθυνση υπονόμευσης της ανεξαρτησίας και της δημοκρατίας του κυπριακού λαού, δηλαδή προαγωγής του ιμπεριαλιστικού, ιδιαίτερα του αμερικάνικου σχεδίου, μετατροπής της μεγαλονήσου σε νατοϊκή βάση». (Εισήγηση στο 9ο Συνέδριο), - κι αυτό γίνεται όλο και πιο φανερό στο λαό. Παράλληλα, η άνοδος των δυνάμεων του σοσιαλισμού, του κινήματος της εργατικής τάξης στις καπιταλιστικές χώρες και οι επιτυχίες των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων (εξέγερση λαού και φοιτητών στην Ταϋλάνδη, νίκες των επαναστατικών δυνάμεων στο Βιετνάμ, άνοδος των κινημάτων στην Αφρική, - Μοζαμβίκη, Γουϊνέα, Μπισάου κλπ), δυναμώνουν στο λαό και τη νεολαία την πεποίθηση στις δυνάμεις τους.
Εσωτερικά οξύνονται στο έπακρο τα προβλήματα της οικονομίας και του λαού. Η οικονομική κρίση αρχίζει, ο πληθωρισμός γίνεται πια πολύ αισθητός, τα διάφορα σκάνδαλα (λογουχάρη, των κρεάτων) συζητιώνται από στόμα σε στόμα. Αρχίζει να εκδηλώνεται το σπάσιμο του οικοδομικού «μπουμ». Οι σκανδαλώδεις συμβάσεις με τα ξένα μονοπώλια γίνονται απροκάλυπτες και πλατιά γνωστές στο λαό. Η χούντα, πάνω σε αυτή τη βάση, απομονώνεται πλήρως από το λαό, κάνει πιο απροκάλυπτο το τυραννικό της πρόσωπο (διωγμοί των φοιτητών μετά τα γεγονότα της Νομικής, βασανιστήρια στο ΕΑΤ-ΕΣΑ κλπ.) Δυναμώνουν κι οι εσωτερικές αντιθέσεις ανάμεσα στις διάφορες κλίκες των πρακτόρων στρατοκρατών.
Όλο και περισσότερο απομονώνεται και διεθνώς η χούντα. Κύριο ρόλο παίζει η ανάπτυξη της διεθνούς αλληλεγγύης (πρώτ' απ' όλα των σοσιαλιστικών χωρών και του διεθνούς εργατικού κινήματος), που στη διάρκεια του 1973 παίρνει καινούργια έξαρση, με πρωταρχικό αίτημα την υπεράσπιση και την απελευθέρωση των πολιτικών κρατούμενων. Και γενικότερα, η συντελούμενη στροφή στις διεθνείς σχέσεις προς την ύφεση περισφίγγει περισσότερο τον κλοιό γύρω από τη χούντα. Έτσι, η διατήρηση του τυραννικού καθεστώτος της γίνεται μιά ακόμα πιο έντονη παραφωνία στην Ευρώπη. Ταυτόχρονα, η όξυνση, - πάνω στη βάση και της εντεινόμενης, ενεργειακής και γενικότερα οικονομικής κρίσης και των αποτυχιών των τυχοδιωκτισμών του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, - των εσωϊμπεριαλιστικών επιθέσεων βρίσκει την έκφρασή της και στις αντιθέσεις των ιμπεριαλιστών, ως προς τη μορφή άσκησης της εξουσίας και της εξασφάλισης της νάτοϊκής επικυριαρχίας στη χώρα μας. Πολλοί διαβλέπουν πως η συνέχιση της ανοιχτής στρατιωτικοφασιστικής δικτατορικής μορφής βλάφτει τα συμφέροντα του ιμπεριαλισμού και κηρύσσονται υπέρ μιας «ομαλής» διαδοχής προς μιά σχετική «φιλελευθεροποίηση» της μορφής αυτής.
1.2. Αναπτύσσεται και δυναμώνει η λαϊκή αντίθεση
Ο κύριος όμως παράγοντας που συντελεί στο βάθεμα της κρίσης της δικτατορίας είναι η σημαντική ανάπτυξη της παλλαϊκής αντίθεσης προς τη χούντα, η άνοδος της πάλης όλων των στρωμάτων του λαού. Το 1973 χαρακτηρίζεται από τη σοβαρή αγωνιστική ανάταση του λαού και της νεολαίας, ιδιαίτερα της σπουδάζουσας.
Το χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης των αγώνων της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων, αρχίζει να ξεπερνιέται. Οι αγώνες, από τις πρώτες στοιχειώδεις μορφές τους (διαβήματα, υπομνήματα κλπ.), περνάνε σε ανώτερες, μέχρι τις απεργίες. Μεροκάματα, ασφαλιστικά ταμεία, ωράριο, συνδικαλιστικές ελευθερίες, δικαίωμα της απεργίας είναι μερικά από τα βασικά αιτήματα των εργαζόμενων, που πολλά υιοθετούνται ακόμα και από τη ΓΣΕΕ, τα Εργατικά Κέντρα, τις Ομοσπονδίες. Η συνδικαλιστική ηγεσία, παρόλο που υπηρετεί γενικά την πολιτική της χούντας, υποχρεώνεται, - κάτω από την πίεση των εργαζόμενων και για να ανακόψει τους αγώνες τους, - να υιοθετήσει μερικά από τα αιτήματα της εργατιάς. Χαρακτηριστική περίπτωση το Ντοκουμέντο (απόφαση) του Εργατικού Κέντρου Πειραιά. Αναπτύσσονται εργατικές κινητοποιήσεις, που εκδηλώνονται με καταγγελία των συμβάσεων, συνελεύσεις, επιτροπές, αποφάσεις για απεργίες. Σημειώνονται οι απεργίες αλιεργατών
Καβάλας, τυπογράφων Αθήνας, τεχνικών «Ολυμπιακής» , δημοσιογράφων Αθήνας, προσωπικού τρόλλεϋ, εργαζόμενων της ΔΕΗ, κινηματογραφιστών της Αθήνας.
Μέσα στο 1973 αναπτύσσονται κι οι εκδηλώσεις των αγροτών (αν και μένουν ακόμα πίσω σε σύγκριση με τους αγώνες των άλλων εργαζόμενων). Παίρνουν τη μορφή μαζικής άρνησης για παράδοση ή πούληση των προϊόντων τους και επεκτείνονται σε όλη τη χώρα. Πληθαίνουν οι αγωνιστικές εκδηλώσεις ενάντια στις απαλλοτριώσεις. Πραγματοποιείται Πανθεσσαλική σύσκεψη των εκπροσώπων αγροτικών συνεταιρισμών στη Λάρισα. Οργανώνονται συλλαλητήρια κατά των απαλλοτριώσεων στα Μέγαρα, στα Σπάτα, στο Μενίδι, στου Σκαραμαγκά.
Κινούνται εντονότερα οι επαγγελματίες και βιοτέχνες, οι άνθρωποι του πνεύματος και της επιστήμης, οι εκπαιδευτικοί και τα άλλα στρώματα των εργαζόμενων.
Η ανάπτυξη των αγώνων είναι μεγαλύτερη στη νεολαία, και ειδικά στη σπουδάζουσα. Υπάρχει ασφαλώς εξήγηση του φαινόμενου της ανάπτυξης, πριν απ' όλα, των αγώνων των σπουδαστών στην περίοδο της δικτατορίας. Δεν αναφερόμαστε τώρα σ' αυτή, μόνο σημειώνουμε πως η ανάπτυξη το 1973, ήταν συνέπεια και της όλης πορείας του φοιτητικού κινήματος (ΦΚ) στα προηγούμενα χρόνια, που ανάδειξε και το μαζικό του φορέα, την «Αντιδικτατορική ΕΦΕΕ» (Α/Ε) και το παράνομο έντυπό του, την «Πανσπουδαστική» (Π).
Ιδιαίτερη ανάπτυξη του ΦΚ έχει αρχίσει από τις αρχές του 1972, με την κίνηση για την αποκατάσταση του φοιτητικού συνδικαλισμού. Έτσι, στις συνελεύσεις συλλόγων, που συγκαλούν το Γενάρη 1972 και κατοπινά, οι διορισμένες τότε διοικήσεις τους, οι σπουδαστές αξιώνουν τη σύγκληση γενικών συνελεύσεων, που θα έπαιρναν μέτρα για διεξαγωγή νέων αρχαιρεσιών στους συλλόγους. Χρησιμοποιούν τη μέθοδο προσφυγών στα Πρωτοδικεία, με τις οποίες προσβάλλουν τη «νομιμότητα» των διορισμένων. Ταυτόχρονα, συγκαλούν συγκεντρώσεις, όπου εγκρίνονται ψηφίσματα για τη διεξαγωγή αρχαιρεσιών. Η χούντα αναγκάζεται να κάνει την πρώτη υποχώρηση, δέχεται τη διεξαγωγή αρχαιρεσιών, προσπαθώντας να τις βάλει κάτω από τον έλεγχό της, και τις ορίζει υποχρεωτικά το Νοέμβρη 1972. Κάνει δημαγωγία και παίρνει μέτρα εκφοβισμού, μεγάλων διωγμών, εφαρμόζει το μέτρο της επιστράτευσης. Με αυτές τις συνθήκες οι εκλογές είναι, βέβαια, παρωδία. Η «Π» έγραφε: «η μέρα της διεξαγωγής των εκλογών θα μείνει στα χρονικά του φοιτητικού κινήματος σα μέρα βίας και νοθείας, ξυλοδαρμών, συλλήψεων και άλλων εκτρόπων, των οποίων πρωταγωνιστές υπήρξαν ασφαλίτες, εσατζήδες, λοκατζήδες και εκοφίτες...». Και παρ' όλ ' αυτά, υπήρξαν σχολές (τοπογράφων και χημικών μηχανικών στο Πολυτεχνείο), όπου γίνεται δυνατό να εκλεγούν γνήσιοι αντιπρόσωποι. Δικαιώνεται η γραμμή της Α/Ε ενάντια στην αποχή και την παθητική στάση και ανεβαίνει αμέσως το κίνημα για την καταγγελία των νόθων αποτελεσμάτων, το σταμάτημα των διώξεων και της επιστράτευσης, την κατάργηση των Ν.Δ. 93/1969 και 180/1970. Κηρύσσονται απεργίες των υπομηχανικών Αθήνας και Θεσσαλονίκης (κράτησαν πάνω από μήνα), οργανώνονται πορείες (Φυσικομαθηματικής Θεσσαλονίκης), γίνονται απεργίες όλων των σχολών του Πολυτεχνείου. Μεσ' από τους αγώνες του αυτούς το ΦΚ ανεβάζει και τις πιο ανοιχτές αντιχουντικές εκδηλώσεις του. Οι φοιτητές βρίσκονται στις πρώτες γραμμές μαχητικών διαδηλώσεων της νεολαίας στις 21 του Απρίλη και την Πρωτομαγιά 1972, καθώς και στα τέλη του 1972 με αντιχουντικά και αντιαμερικανικά συνθήματα.
Το 1973 βρίσκει το ΦΚ σε μιά κρίσιμη καμπή του. Η χούντα προσπαθεί να οργανώσει επίθεση εναντίον του. Το Γενάρη δημοσιεύει το λεγόμενο «κατασταστικό χάρτη» της Ανώτατης Παιδείας, με τον οποίο θέλει να κάμψει το ΦΚ. Απόφασή της για ίδρυση ξενόγλωσσων Κολλεγίων, Ινστιτούτων, Πανεπιστημίων ανεβάζει τον αντιαμερικανισμό. Νέες διώξεις με το ν. 63/69 (περίπτωση 12 φοιτητών Εμπορικής κ.α.) όξυνε την αγανάκτηση. Στις 14 Φλεβάρη, με τη συγκέντρωση στο Πολυτεχνείο, αρχίζει η ανώτερη φάση των αγώνων Φλεβάρη - Μάρτη - Απρίλη. Παραβίαση ασύλου, βάρβαρη επίθεση ακόμα και στα γραφεία καθηγητών. Παραίτηση της Συγκλήτου. Σε απάντηση, στις 21-22 του Φλεβάρη, 4 χιλιάδες φοιτητές κάνουν κατάληψη στο κτήριο της Νομικής μένουν 48 ώρες. Χιλιάδες λαού τους συμπαραστέκονται. Το απόγευμα στις 22 του Φλεβάρη ύστερα από υποσχέσεις που δόθηκαν εγκαταλείπουν το κτίριο και μαζί με χιλιάδες λαού, διαδηλώνουν στους δρόμους ως το βράδυ. (Συνθήματα: «Ελλάς Ελλήνων φυλακισμένων», «Ελευθερία», «Δημοκρατία», «Κάτω η δικτατορία», «Ένας είναι ο αρχηγός, ο κυρίαρχος λαός» κλπ.) Η χούντα απαντάει πάλι με τρομοκρατία κι επιβάλλει ακόμα χειρότερο φίμωτρο στον Τύπο.
Αλλά οι φοιτητές αναπτύσσουν τους αγώνες τους. Στις 16 του Μάρτη οργανώνεται ξανά κλείσιμο, για ώρες, στο κτίριο της Ιατρικής και κατοπινά μαχητική διαδήλωση. Στις 20 του Μάρτη δυόμιση χιλιάδες φοιτητές συγκεντρώνονται στο κτίριο της Νομικής και κατόπιν ανεβαίνουν στην ταράτσα με τραγούδια και συνθήματα. Σημειώνεται επίθεση της χούντας με δυνάμεις ΕΣΑ, ΛΟΚ και αστυνομίας. Εισορμούν στη σχολή με την κάλυψη του Πρύτανη (Τούντα). Συλλήψεις, διωγμοί. Κηρύσσεται αποχή. Αγωνιστικές διαδηλώσεις και αποχή και στα Πανεπιστήμια Θεσσαλονίκης και Πάτρας. Συγκέντρωση 1.500 φοιτητών, απαίτηση για ελεύθερες εκλογές, υπόσχεση της Συγκλήτου και λύση της αποχής. Μπροστά στις υπαναχωρήσεις της Συγκλήτου (μετά από τις πιέσεις του Γκαντώνα) κλείσιμο του Πανεπιστημίου (6-9 του Απρίλη και ξανά από τις 10 του Απρίλη), επανειλημμένες μαζικές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις των φοιτητών. Με το κλείσιμο ματαιώνονται οι εκλογές. Οι μαχητικές εκδηλώσεις συνεχίζονται και μέχρι την επέτειο του φασιστικού πραξικοπήματος. Το κύμα των συλλήψεων και των διωγμών μεγαλώνει. Η σπουδαστική περίοδος φτάνει στο τέλος της, το ΦΚ προσωρινά ανακόπτεται, αφού έχει φτάσει σε πρωτοφανή, ως τότε, ανάπτυξη. Παρά τις μαζικές συλλήψεις, τους σκληρούς διωγμούς, την πλατιά εφαρμογή της επιστράτευσης, η χούντα δεν κατάφερε να συντρίψει το ΦΚ, ούτε καν να το πισωστρέψει.
Ήταν φανερό ότι με την καινούργια χρονιά η άνοδός του θα συνεχιζόταν.
Είναι πολύ σημαντικό ότι μέσα στο 1973 ανεβαίνουν οι αγώνες και οι κινητοποιήσεις της νεολαίας και όλου του λαού όχι μόνο για την ικανοποίηση των άμεσων οικονομικών διεκδικήσεων ή για τις συνδικαλιστικές τους ελευθερίες, αλλά και με καθαρά πολιτικό περιεχόμενο. Έτσι, σημειώνονται οι εκδηλώσεις της 28ης του Οκτώβρη 1972, στην επέτειο του φασιστικού πραξικοπήματος (21 του Απρίλη 1973) και την Πρωτομαγιά 1973, η μάχη κατά του ψευτοδημοψηφίσματος τον Ιούνη 1973, η νυχτερινή διαδήλωση μετά το σχηματισμό της κυβέρνησης Μαρκεζίνη. «Η μάχη κατά του ψευτοδημοψηφίσματος έδωσε την ευκαιρία στον ελληνικό λαό να εκδηλώσει την ενότητα θέλησης και την ενεργό αντίθεσή του στο καθεστώς της δικτατορίας, την απόφασή του να αγωνιστεί για την ανατροπή του» (Εισήγηση στο 9ο Συνέδριο). Οι αντιδικτατορικές εκδηλώσεις αγκαλιάζουν ακόμα και τις ένοπλες δυνάμεις, όπως έδειξε και το κίνημα στο Πολεμικό Ναυτικό. Η υποχώρηση της χούντας, με την απόλυση τον Αύγουστο 1973 του συνόλου σχεδόν των πολιτικών κρατούμενων, αποτέλεσε ένα ακόμα σοβαρό στοιχείο που εμψύχωσε το λαϊκό κίνημα.
Το λαϊκό κίνημα, κορυφώνει την ανάτασή του το φθινόπωρο, Οκτώβρη - Νοέμβρη 1973. Και μέσα σ' αυτό το κλίμα, εκδηλώνονται τα γεγονότα στο Πολυτεχνείο.
1.3. Το επίπεδο οργάνωσης των λαϊκών δυνάμεων
Όχι μόνο το λαϊκό κίνημα, γενικά, αλλά και η οργάνωσή του, και ειδικότερα οι οργανώσεις του ΚΚΕ και της ΚΝΕ και η καθοδήγησή τους, σημειώνουν θετικά βήματα στη διάρκεια του 1973. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί, ότι το λαϊκό κίνημα αναπτυσσόταν με βήματα πιο γοργά απ' ό,τι η οργάνωση του υποκειμενικού παράγοντα, που και πριν παρουσίαζε αδυναμίες. Αλλά τώρα οι αδυναμίες υπογραμμίζονταν ιδιαίτερα, σε σύγκριση με το αναπτυσσόμενο λαϊκό κίνημα. Η αγωνιστική διάθεση του λαού ανεβαίνει γρηγορότερα απ' ό,τι βελτιώνεται η οργανωτική ανάπτυξη του Κόμματος και της ΚΝΕ.
Η 17η Ολομέλεια της ΚΕ (Δεκέμβρης 1972) αποτελεί σημαντικό βήμα για την καθαρή διατύπωση, ακόμα μιά φορά, της πολιτικής γραμμής μας και, κυρίως, για το ξεκαθάρισμα της οργανωτικής πολιτικής του Κόμματος. Δίνει ώθηση στη βελτίωση της καθοδήγησης και της οργάνωσης της παράνομης δουλειάς. Αλλά οπωσδήποτε, δεν προλαβαίνει πλήρως τα γεγονότα.
Ύστερ' από την απόλυση των πολιτικών κρατουμένων (Αύγουστος 1973) με απόφαση του ΠΓ, ανασυγκροτείται το Γραφείο του Κλιμακίου. Το Γραφείο Κλιμακίου κάνει προσπάθειες για την ανασυγκρότηση όλης της δουλειάς του, τη βελτίωση του μηχανισμού του, την καλύτερη σύνδεση με τις οργανώσεις, με τη νόμιμη δουλειά και τους νόμιμους φορείς, με παράλληλη κατεύθυνση το πέρασμα μερικών ηγετικών στελεχών στην παρανομία. Έχει οργανωθεί καλύτερα η άμεση σύνδεση με τη «Φωνή της Αλήθειας» (ΦΑ), πράγμα που δίνει στις εκπομπές της ΦΑ ζωντανότερο περιεχόμενο, τις κάνει επίκαιρες, σωστά συνδεμένες με τα καθημερινά γεγονότα, έτσι που μεγαλώνει ο προπαγανδιστικός και καθοδηγητικός της ρόλος στο λαϊκό κίνημα.
Από τη Β’ Σύνοδο του ΚΣ της ΚΝΕ και με βάση τις αποφάσεις της είχε αρχίσει η ανασυγκρότηση της δουλειάς και των οργανώσεων της ΚΝΕ, που διευκολύνθηκε και από την απόλυση ορισμένων συντρόφων από την εξορία. Κάπως πιο αποτελεσματικά όμως μπαίνει με την απόφαση του Κ.Σ. τον Αύγουστο 1972, για το γιορτασμό των 50χρονων της ΟΚΝΕ. Στην απόφαση εκείνη καθορίζεται συγκεκριμένο πλάνο ανάπτυξής της. Στη διάρκεια του 1973 γίνεται προσπάθεια για την πραγματοποίηση αυτού του πλάνου και η ΚΝΕ κάνει σοβαρά βήματα προς την κατεύθυνση αυτή. Ανασυγκροτήθηκε το ΚΣ, πάρθηκαν ορισμένα μέτρα για τη λειτουργία του, συγκροτήθηκαν επιτροπές διαφώτισης και Συνταχτική Επιτροπή του «Οδηγητή». Συγκροτείται Γραφείο της Αθήνας και η οργάνωση Αθήνας της ΚΝΕ. Η ΚΝΕ προωθεί τη δουλειά της στην εργαζόμενη νεολαία, τις συνοικίες, τις τεχνικές σχολές και τους μαθητές. Η δουλειά στην εργαζόμενη νεολαία προχωρεί βασανιστικά με πολλές δυσκολίες και σε μερικές περιπτώσεις μένει στάσιμη. Καλύτερη κάπως είναι η δουλειά στις συνοικίες, τις τεχνικές σχολές, τους μαθητές. Συγκροτήθηκε η οργάνωση της ΚΝΕ στον Πειραιά και το Γραφείο της. Η σπουδάζουσα γίνεται η πιο μαζική οργάνωση της ΚΝΕ, έχει σχετικά καλή ανάπτυξη και αποτέλεσε τον βασικό παράγοντα για την ανάπτυξη του ΦΚ. Η ίδρυση της Α/Ε και η κυκλοφορία της «Π» ήταν σημαντική επιτυχία και βοήθεια στο άνοιγμα της ΚΝΕ μέσα στις μάζες των φοιτητών. Σοβαρό ρόλο έπαιξαν οι Τοπικοί Σύλλογοι, που, σε μιά φάση, πρωτοστάτησαν στις φοιτητικές κινητοποιήσεις. Ωστόσο, το Γραφείο της ΚΝΕ Σπουδάζουσας δεν καταφέρνει να δουλεύει εποπτικά και επιτελικά, παρουσιάζει αδυναμίες σε μερικά ζητήματα, όπως στο συνδυασμό νόμιμης και παράνομης δουλειάς. Αυτά είναι μερικά από τα βασικά συμπεράσματα της Γ’ Συνόδου του Κ.Σ. Η ίδια η πραγματοποίηση της Γ. Συνόδου ήταν ακόμα μιά ένδειξη της ανάπτυξης της ΚΝΕ μέσα στο 1973.
Παρά τα θετικά βήματα στη βελτίωση της δουλειάς του Κόμματος και της ΚΝΕ, η οργάνωση γενικά δεν βρισκόταν στο ύψος των απαιτήσεων του λαϊκού κινήματος. Και οπωσδήποτε δεν αξιοποιήθηκαν πλήρως για τη βελτίωση αυτή, και για το στήσιμο κατάλληλου καινούργιου παράνομου μηχανισμού, οι κάποιες ευνοϊκές συνθήκες που δημιουργούσαν η απόλυση των πολιτικών κρατούμενων και η προσπάθεια της χούντας να εφαρμόσει το πείραμα της «φιλελευθεροποίησης».
Ειδικότερα: Δεν έχουν δημιουργηθεί ικανοποιητικοί δεσμοί του Κόμματος και της ΚΝΕ με τις μάζες και τους νόμιμους ή μισονόμιμους φορείς του μαζικού κινήματος, όπου αυτό έχει αρχίσει ν' αναπτύσσεται (λογουχάρη της ΚΝΕ με το ΦΚ). Δηλαδή, όχι μόνο η σύνδεση του Κόμματος και της ΚΝΕ με τις μάζες και τα προβλήματά τους δεν είναι ικανοποιητική, αλλά και όπου μια τέτοια σύνδεση γενικά υπάρχει, όπως της ΚΝΕ με το ΦΚ, και εκεί η σύνδεση αυτή και πολιτικά δεν είναι απόλυτα ικανοποιητική, και, κυρίως οργανωτικά, βρίσκεται σε χαμηλό επίπεδο, έτσι που η καθοδήγηση δεν μπορεί να επεμβαίνει άμεσα στην ανάπτυξη των μαζικών αγώνων. Αν αυτό, ως ένα βαθμό, αποτελεί στοιχείο της αναγκαίας στην παρανομία αποκέντρωσης, από την άλλη μεριά δημιουργεί δυσκολίες στην καθοδήγηση και το συντονισμό των αγώνων, ιδίως σε στιγμές γρήγορων και σοβαρών εξελίξεων.
1.4. Το πείραμα «φιλελευθεροποίησης»
Η σοβαρή αγωνιστική ανάταση, - ο κύριος καταλύτης των εξελίξεων, - αποτελεί και το βασικό παράγοντα που συντελεί στο παραπέρα βάθεμα της κρίσης της χούντας και βάζει στην ημερήσια διάταξη το ζήτημα της τελικής πάλης για την ανατροπή της.
Η χούντα και οι πάτρωνές της, αισθάνονται τον κίνδυνο, καταλαβαίνουν πως φεύγει το έδαφος κάτω από τα πόδια τους. Βρίσκουν πως, μπροστά στην κατάσταση αυτή, παίρνοντας υπόψη τους και τις άλλες εσωτερικές και διεθνείς συνθήκες (που αναφέρθηκαν προηγούμενα), το καλύτερο θα ήταν να προχωρήσουν σε κάποια «φιλελευθεροποίηση» του καθεστώτος, νομίζοντας πως έτσι θα εξαπατήσουν τις λαϊκές μάζες και τη διεθνή κοινή γνώμη. Θα αμβλύνουν τη λαϊκή αγανάχτηση, θα ανακόψουν το ανερχόμενο λαϊκό κίνημα, θα καταφέρουν να δημιουργήσουν μιά στοιχειώδη, έστω, λαϊκή βάση, θα αντιμετωπίσουν και τα άλλα εσωτερικά τους προβλήματα και θα προετοιμάσουν τη λύση των προβλημάτων, που πιεστικά προβάλλονταν από τις ανάγκες του αμερικανονατοϊκού ιμπεριαλισμού (λογουχάρη λύση του Κυπριακού). Βέβαια, η κατεύθυνση αυτή «φιλελευθεροποίησης», δεν ήταν μόνο τωρινή (στα μέσα του 1973), είχε μπει αρκετά νωρίτερα κι εντελώς συγκεκριμένα από τις αρχές του 1972. Τέτοια βήματα είχαν γίνει προηγούμενα με την απόλυση των εξορίστων, τη δημιουργία της Συμβουλευτικής κλπ. Τώρα, εξαιτίας των λόγων που αναφέρθηκαν, το σχέδιο επισπεύδεται. Καταργείται ο θεσμός της βασιλείας, δίνεται η μορφή της κυβέρνησης Μαρκεζίνη, απολύεται σχεδόν το σύνολο των πολιτικών κρατούμενων, παραχωρείται μιά κάποια ελευθερία στον Τύπο. Και κυρίως, προετοιμάζεται το πείραμα των «εκλογών». Βρίσκεται κιόλας στα σκαριά η λύση Καραμανλή.
Δεν πρέπει να υποτιμηθεί ο κίνδυνος που τότε δημιουργήθηκε. Υπήρξε πραγματικός κίνδυνος να εξαπατηθούν οι πολιτικές δυνάμεις και ένα μέρος του λαϊκού κινήματος. Κυρίως, υπήρχε ο κίνδυνος να επικρατήσει η οπορτουνιστική αντίληψη ότι, μιά και δεν μπορούμε να πετύχουμε πλήρη απαλλαγή από τη χούντα, πρέπει ν' αρκεστούμε σ' αυτό που τώρα δίνεται και να το «αξιοποιήσουμε» για βαθμιαίες αργότερα αλλαγές. Να επικρατήσει αυτό που τότε λεγόταν «σώφρων ρεαλισμός». Και ακριβώς στο ότι αποφεύχθηκε ο κίνδυνος αυτός, πρέπει να δει κανείς τη μεγάλη υπηρεσία, που είχαν και ως τότε προσφέρει, και πρόσφεραν και εκείνες τις μέρες, οι συνεπείς αντιδικτατορικές δυνάμεις, πριν απ' όλα και κυρίως το ΚΚΕ. Να δει τη σημασία που είχαν οι ως τότε αγώνες του λαού και της νεολαίας του, - έστω και όπως, και στο βαθμό που είχαν αναπτυχτεί, - που με το αντιχουντικό και το αντιαμερικάνικο - αντιιμπεριαλιστικό κλίμα που είχαν δημιουργήσει, δεν επιτρέψανε να περάσει ο ελιγμός αυτός.
Μέσα στα πλαίσια αυτά είναι σωστό να υπογραμμιστούν οι θέσεις των πολιτικών δυνάμεων και του πολιτικού κόσμου τη στιγμή εκείνη.
Η «αντιδικτατορική Δεξιά», αν και όχι ανοιχτά, στην ουσία ερωτοτροπούσε προς τον ελιγμό αυτό. Είχαν ιδιαίτερα δραστηριοποιηθεί οι «γεφυροποιοί». Κύρια προσπάθειά τους: να ευνουχίσουν το λαϊκό κίνημα, κηρύσσοντας «σύνεση», «φρόνηση», όχι αγώνες και «περιττές θυσίες» Και προετοίμαζαν τη λύση Καραμανλή. Είναι γνωστή η στάση του ίδιου του Καραμανλή που σταθερά «σιωπούσε» πάνω στις εξελίξεις αυτές. Ο Π. Κανελλόπουλος, που είχε μείνει τότε σαν ουσιαστικός αρχηγός της ΕΡΕ και αντικαταστάτης του Καραμανλή, με μιά ομάδα γύρω απ' αυτόν, ακολουθεί μιά κάπως συνεπέστερη γραμμή. Είχε αντιταχθεί στη «λύση Μαρκεζίνη» και κατηγορούσε τον Καραμανλή για λιποταξία και συμβιβαστικές τάσεις απέναντι στη χούντα. Ήταν, γενικά, υπέρ της συνεργασίας των κομμάτων, μαζί και του ΚΚΕ. Στην πράξη, όμως, δεν προχωρούσε, γιατί, όπως έλεγε ο ίδιος, υπήρχε αντίδραση από τα στελέχη της ΕΡΕ. Και τελικά, υποτασσόταν στην πολιτική αυτή (που απόκλειε τη συνεργασία με τους κομμουνιστές) και στην πολιτική της χαλαρής αντιμετώπισης της δικτατορίας.
Ο κεντρώος πολιτικός κόσμος, στον οποίο συμπεριλαβαίνονταν τότε και στελέχη του Ανδρέα Παπανδρέου, ήταν ακόμα ακέφαλος. Σ' αυτόν υπήρχαν κυρίως δυο τάσεις: Η μιά ερωτοτροπούσε προς τη «λύση Μαρκεζίνη» και ήταν έτοιμη να την αποδεχτεί. Η άλλη είχε αντιταχτεί στη «λύση» αυτή. Στις αρχές του 1973 (σε συγκέντρωση όλων των βουλευτών της ΕΚ) έγινε προσπάθεια συνένωσής τους, με μιά προσωρινή διοικούσα επιτροπή μ' επικεφαλής τον Μαύρο, που απότυχε. Τελικά, πάντως, η κεντρώα ηγεσία αντιτάχτηκε στη «λύση Μαρκεζίνη» (στη στάση της ενισχύθηκε και από συμβουλές ορισμένων αμερικάνων και των δυτικογερμανών, που είδαν ότι η «λύση Μαρκεζίνη» συναντάει την καθολική αντίθεση του λαού) κάτω από την πίεση της πλειοψηφίας των στελεχών της ΕΚ και, κυρίως, των κεντρογενών αντιστασιακών οργανώσεων «Δημοκρατική Άμυνα» κλπ.) και απόρριψε τη συμμετοχή στις «εκλογές». Αλλά η αντίθεσή της εκφραζόταν ολότελα χαλαρά, και το χειρότερο, η στάση της απέναντι στην ανάπτυξη της έντονης ενεργητικής αντίστασης κατά της «πολιτικοποίησης» ήταν αρνητική. Έπεφτε, ουσιαστικά, στη θέση αναμονής και «σύνεσης».
Η θέση του ΠΑΚ (Α. Παπανδρέου) ήταν αντίθετη στον «ελιγμό». Αλλά η ταχτική του, όπως και αριστερίστικων ομάδων, ήταν, στον ένα ή στον άλλο βαθμό, εξτρεμιστική. Αρνιόταν την αξιοποίηση των δυνατοτήτων που δημιουργούσε η νέα κατάσταση. Κι αυτό φάνηκε ιδιαίτερα στο ΦΚ.
Τη χειρότερη, εκείνη τη στιγμή, στάση κράτησε η αναθεωρητική ομάδα. Ο οπορτουνισμός των ηγετών της οδήγησε σε θέσεις αποδοχής, στην ουσία, του παπαδοπουλομαρκεζινικού πειράματος, συμμετοχής και στις «εκλογές» που είχαν εξαγγελθεί. Η θέση τους αυτή είχε προετοιμαστεί από τις απολογίες των Δρακόπουλου - Παρτσαλίδη στη δίκη τους (Θέση για τη μοναρχία κλπ.), από τις συνεντεύξεις του Δρακόπουλου στην «Ακρόπολη», και διατυπώθηκε με τις δηλώσεις και θέσεις του Ηλιού, που βγήκε από τη μακριά «χειμερία νάρκη» του στη δικτατορία («λόγω υγείας και γηρατειών») και διεκδικούσε θέση πολιτικού αρχηγού στις διαγραφόμενες πολιτικές εξελίξεις. Οι Θέσεις της ηγεσίας των αναθεωρητών-αποστατών, όπως διατυπώθηκαν τότε στις δηλώσεις τους για τις «εκλογές», αποτελούν μιά από τις χειρότερες σελίδες του ελληνικού αναθεωρητισμού.
Αντίθετα, οι Θέσεις του ΚΚΕ ήταν οι μόνες σωστές στην περίοδο εκείνη. Απόρριπταν σταθερά το χουντικό πείραμα «πολιτικοποίησης» και «εκλογών», αλλά και σωστά προσανατόλιζαν το λαϊκό κίνημα στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων για ανάπτυξη του αγώνα, που δημιουργούνταν στις συνθήκες εκείνες. Το Π.Γ., σε ανακοίνωσή του (2-6-1973), μετά το κίνημα στο ναυτικό και το ψευτοδημοψήφισμα, τόνιζε: «0 ελληνικός λαός δεν θα ξεγελαστεί από τον προμελετημένο ελιγμό της στρατιωτικής δικτατορίας. Για τον ελληνικό λαό τίποτα δεν άλλαξε. Το χουντικό καθεστώς παραμένει το ίδιο, φασιστικό, στυγνό, τρομοκρατικό, αντιλαϊκό, αμερικανόδουλο και αντεθνικό... Σήμερα δημιουργούνται αντικειμενικά συνθήκες διεύρυνσης του μετώπου της αντιχουντικής πάλης». Ιδιαίτερη σημασία είχαν, για την πλατιά κοινοποίηση των Θέσεων του ΚΚΕ, οι δηλώσεις του σ. Καλούδη, που δημοσιεύτηκαν και στον Τύπο, σε αντιπαράθεση μάλιστα με δηλώσεις του Ηλιού, και η συνέντευξη Τύπου του σ. Φλωράκη στο Λονδίνο (10 Οκτώβρη 1973), όπου πολύ καθαρά δηλώθηκε η εναντίωση του ΚΚΕ στις «εκλογές». «Το ΚΚΕ καταγγέλει από τώρα την προσπάθεια εξαπάτησης της ελληνικής και της διεθνούς κοινής γνώμης με το σύνθημα των «ελεύθερων εκλογών»... Τις εκλογές αυτές τις θεωρούμε τέχνασμα της χούντας». Είναι αναμφισβήτητο ότι η πολύ σωστή αυτή Θέση του Κόμματος, σε κρίσιμη στιγμή, αποτελεί, ως σήμερα, πολύτιμο πολιτικό κεφάλαιο και ότι έπαιξε θετικό ρόλο για την ανάπτυξη του αντιχουντικού αγώνα τις στιγμές εκείνες.
συνέχεια του άρθρου στην επόμενη ανάρτηση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου