Δευτέρα 19 Απριλίου 2010

ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΚΗ ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΟΥΛΑΡΑΔΕΣ ΤΟΥ 1967

Βιβλία
Τα Νέα

Tι σήμαινε να είσαι «χαρακτηρισμένος» στον στρατό το 1967; Τι σήμαινε να βρεθείς φαντάρος με μετάθεση σε ένα απομακρυσμένο τάγμα «ανεπιθύμητων» την εποχή του πραξικοπήματος; Τι είχε να αντιμετωπίσει ένας πολιτικοποιημένος φοιτητής της Νεολαίας Λαμπράκη, ένας γιος εξόριστου, ένας δημοκράτης διανοούμενος ή καλλιτέχνης, στα χέρια των πατριδοκάπηλων; Αυτά αναστοχάζεται το Κάτω από τις οπλές (Αγρα), η ταπεινή μπαλάντα των ημιονηγών της δικτατορίας που δεν βρήκαν τον καιρό ή δεν θέλησαν ώς τώρα να μιλήσουν. Είναι το τρίτο αυτοβιογραφικό αφήγημα του πρώην δάσκαλου και βραβευμένου πλέον συγγραφέα Γιάννη Ατζακά, που μετά τα παιδικά του χρόνια στον χαμένο παράδεισο της Θάσου με τον πατέρα του φευγάτο στο αντάρτικο ( Διπλωμένα φτερά ), και μετά τη μοναχική εφηβεία του στις παιδοπόλεις της Φρειδερίκης ( Θολός βυθός ), μάς μεταφέρει σε δύο εμβληματικά στρατόπεδα (565 Τάγμα Πεζικού, στον Λαγκαδά, και 2ο ΤΟΜ Κολινδρού) στους μήνες της προετοιμασίας και της εδραίωσης της δικτατορίας, μεταξύ Μαρτίου 1967- Απριλίου 1968. Και ζωντανεύει εδώ τις εμπειρίες εκείνων στους οποίους η πατρίδα επεφύλαξε ξεχωριστές φροντίδες κατά τη διάρκεια της θητείας τους και τους τυράννησε και τους ταπείνωσε για τις ιδέες τους, χειρότερα κι από γαϊδούρια. Κάτι που κράτησε σε πολλές περιπτώσεις μέχρι το 1981...

«Kάθε κτήνος του Στρατεύματος έχει μια καρτέλα στην οποία αναγράφονται τα χαρακτηριστικά του...», έγραφε το Μνημόνιον του Ανεφοδιαστού. Κατά τον ίδιο τρόπο είχαν τον φάκελό τους και οι «ανεφοδιαστές»- όπως κατ΄ ευφημισμόν ονομάζονταν οι φαντάροι μουλαράδες- δηλαδή οι αριστεροί και οι μουσουλμάνοι που στέλνονταν στα απομακρυσμένα Τάγματα Ορεινών Μεταφορών (ΤΟΜ) ως «ημιονηγοί»... στην εποχή της Φόρμουλα 1. Βρισκόμαστε στο 2ο Τάγμα Κολινδρού, παλιό μετεμφυλιακό στρατόπεδο με προϊστορία βασανιστηρίων και αυτοκτονιών, όπου συναντιούνται οι δύο πρωταγωνιστές του αφηγήματος: ο Χάρης- ηθοποιός, μαθητής του Κουν και απόφοιτος της Παντείου- και ο Άλκης - απόφοιτος του ΑΠΘ, φιλόλογος, μαθητής του Κακριδή και του Ανδρόνικου. Και οι δύο από οικογένειες αριστερών, ξέρουν από διωγμούς και επικοινωνούν με τον κρυφό κώδικα των ελεύθερων πνευμάτων, με στίχους δηλαδή και αναφορές σε λογοτεχνικά κείμενα, διότι γνωρίζουν ότι το πιο φρόνιμο είναι να περνούν απαρατήρητοι. Ωστόσο η αντίληψή τους για τα πράγματα, η νοοτροπία τους, είναι διαφορετικές (μια νύξη ενδεχομένως του συγγραφέα για τη διάσπαση του ΚΚΕ που θα ακολουθήσει). Διότι ο Χάρης, ο αφηγητής, είναι ρεαλιστής και υποψιασμένος, αλλά ο Αλκης θα ζήσει δραματικές καταστάσεις επειδή είναι ρομαντικός και απόλυτος, κουβαλάει μάλιστα και έναν ματαιωμένο έρωτα που του ματώνει την καρδιά. Σε πρώτο επίπεδο λοιπόν, το Κάτω από τις οπλές λειτουργεί ως μαρτυρία που προχωρά προς τα πίσω και σε βάθος, για να κορυφωθεί τη μέρα του πραξικοπήματος, με το Τάγμα 565 να μπαίνει σαν δύναμη κατοχής στη Θεσσαλονίκη. Είναι μια μαρτυρία σε τόνο μελαγχολικό και όχι καταγγελτικό, που συνδέει εντέλει τις δοκιμασίες των «χαρακτηρισμένων» στη δεκαετία του ΄60 με τις προκαταλήψεις και την ιδεολογία των νικητών του Εμφυλίου στη δεκαετία του ΄50.

Aντιπροσωπευτικό παράδειγμα μιας γενιάς που πορεύτηκε γεμάτη ελπίδα και απελπισία, τραυματισμένη από τον κατατρεγμό των γονιών της και προσδοκώντας ένα φωτεινότερο μέλλον ελευθερίας και κοινωνικής δικαιοσύνης, ο Αλκης, όπως τόσοι «χαρακτηρισμένοι», βρίσκεται λοιπόν στο στόχαστρο του Δεύτερου Γραφείου και των διατεταγμένων από το ΓΕΣ (υπήρχε σχετική εγκύκλιος) χαφιέδων. Ο αναγνώστης παρακολουθεί την Εθνική Ηθική Διαπαιδαγώγησή του εναντίον του «κομμουνιστικού κινδύνου», της «προδοτικής ΕΔΑ» ή των «απάτριδων Λαμπράκηδων». Κι έπειτα τον βλέπει να πιέζεται να υμνήσει τα έργα της «Επαναστάσεως», να το αποφεύγει ευσχήμως, και να στιγματίζεται δημόσια προκειμένου να γίνει βορά των άλλων φαντάρων ή να καταλήξει αδρανής και ακίνδυνος για τους μηχανισμούς της εξουσίας. Ακολουθούν αναίτιες απαγορεύσεις εξόδου, «διακοπές» στο Πειθαρχείο, προσθήκες ψευδών και παραποιήσεις γεγονότων στον φάκελό του, απειλές για την επαγγελματική (μη) σταδιοδρομία του όταν θα απολυθεί, και στο τέλος προβοκάτσιες και παγίδες στις οποίες πέφτει- μέχρι που παραλίγο να σκοτωθεί «κατά λάθος» σε μια αγγαρεία. Ο Ατζακάς αναπλάθει με λεπτομέρειες την ατμόσφαιρα σε αυτά τα κομβικά στρατόπεδα και παρουσιάζει τους διάφορους τύπους καραβανάδων που είχαν αποκτήσει καθεστωτική νοοτροπία και που, επειδή ήσαν αποκλεισμένοι από ένα ανώτερο στρατιωτικό σύστημα, έκαναν χρήση της δύναμής τους στους ανυπεράσπιστους «Αλλους» με το πρόσχημα ότι ήσαν «εχθροί του έθνους». Για όλους αυτούς, μας λέει, ο μόνος τρόπος να αντισταθούν και να αντέξουν ήταν να διαφυλάξουν τη βαθύτερη ουσία τους. Και μετά, όσοι το μπορούσαν, να φύγουν από τη χώρα. Οπως ο Αλκης. Οπως ο κατοπινός φιλόσοφος Παναγιώτης Κονδύλης που επίσης πέρασε από τον Κολινδρό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου